Klimpt
Ἡ ἀγάπη
Ἄ! Τί ὠφελεῖ νὰ καρτερᾷς ὄρθιος στὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ
καὶ μὲ τὰ μάτια στοὺς νεκροὺς τοὺς δρόμους στυλωμένα
·ἂν εἶναι νὰ ῾ρθεῖ, θὲ νά᾿ ρθεῖ, δίχως νὰ νιώσεις ἀπὸ ποῦ,
καὶ πίσω σου πλησιάζοντας μὲ βήματα σβησμένα.
Θὲ νὰ σοῦ κλείσει ἀπαλά, μὲ τ᾿ ἄσπρα χέρια της τὰ δυό,
τὰ μάτια ποὺ κουράστηκαν στοὺς δρόμους νὰ κοιτᾶνε,
κι ὅταν γελώντας νὰ τῆς πεῖς θὰ σὲ ρωτήσει:
«ποιὰ εἶμ᾿ ἐγώ;»
ἀπ᾿ τῆς καρδιᾶς τὸ σκίρτημα θὰ καταλάβεις ποιά ῾ναι.
Δὲν ὠφελεῖ νὰ καρτερᾷς... Ἂν εἶναι νὰ ῾ρθεῖ, θὲ νά ῾ρθεῖ.
Κλειστὰ ὅλα νά ῾ναι, θὰ τὴ δεῖς ἄξαφνα μπρός σου νὰ βρεθεῖ
κι ἀνοίγοντας τὰ μπράτσα της πρώτη θὰ σ᾿ ἀγκαλιάσει.
Εἰδέ, κι ἂν ἔχεις φωτεινό, τὸ σπίτι γιὰ νὰ τὴ δεχθεῖς,
καὶ σὰν φανεῖ τρέξεις σ᾿ αὐτήν, κι ἐμπρὸς στὰ πόδια της συρθεῖς,
ἂν εἶναι νὰ ῾ρθεῖ, θὲ νά ῾ρθεῖ,
- ἀλλιῶς θὰ προσπεράσει.
Κ. Ουράνης
Pages
▼
27.3.10
Με αφορμή τον Καλιότσο
Σε ένα από τα blog που παρακολουθώ, το vivliocafe.blogspot.com , υπεύθυνος είναι ο Πατριάρχης Φώτιος, περσόνα καθαρά διαδικτυακή που από τα γραφόμενά του μπορώ (αυθαίρετα βέβαια) να συμπεράνω πως πρόκειται για ένα άντρα γύρω στα 40+, με μεγάλη αγάπη στη λογοτεχνία, με κάποιες πανεπιστημιακές γνώσεις για τη συγγραφή, με συχνές αναγνώσεις και με αναγνωστικές προτιμήσεις που αν και έλκονται από τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία εντούτοις πολύ συχνά ασχολούνται και με ξένους συγγραφείς, όπως και με έλληνες προηγούμενων γενεών. Είναι ευγενικός, φιλικός, παρορμητικός. Τελικά συμπαθής.
Διαβάζω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις αναρτήσεις του και χαίρομαι με το πάθος του, αλλά και προβληματίζομαι για τον τρόπο που η κριτική ματιά του πολλές φορές τον οδηγεί με ελλιπή συμπεράσματα.
Ίσως να είναι φαινόμενο των ανθρώπων της γενιάς του –μια γενιά που δεν έχει μπορέσει όλα να τα γνωρίσει, αλλά που ξαφνικά απέκτησε τη δυνατότητα να δημοσιοποιεί την άποψή της και μάλιστα κάτω (τις περισσότερες φορές) από ένα ψευδώνυμο.
Το πρόσωπο και το είδωλό του –Που αρχίζει το ένα και που τελειώνει το άλλο; Πού συνυπάρχουν, πού διαφωνούν;
Ερωτήματα που θα έχουν ίσως απαντήσεις από ειδικούς επιστήμονες του μέλλοντος.
Προς το παρόν μένω στο ό,τι υπάρχουν άνθρωποι που διαθέτουν ένα μέσο κοινοποίησης των απόψεών τους, που μέσω αυτού μπορούν και να αντιτεθούν σε επίσημους εκφραστές, αλλά και να προβάλουν μια νέας ηθικής ενημέρωση.
Αλλά έχω την εντύπωση πως το σύστημα καλά κρατεί και αντέχει και συχνά απορροφά όσους προσπαθούν κάτι διαφορετικό να εκφράσουν.
Κάτι τέτοιο –σε ένα βαθμό- συμβαίνει με τον αγαπητό Πατριάρχη Φώτιο. Συμβουλεύεται, ενημερώνεται, σχολιάζει πολύ συχνά δημοσιεύματα γνωστών εντύπων. Κακό αυτό; Καθόλου. Μόνο που δείχνει κάπως ως δευτερογενής λόγος –δηλαδή με την μη αμφισβητούμενη άποψη πως εκείνος είναι λογικό (αν όχι και υποχρεωτικό ακόμη) να γνωρίζει το τι γράφει ο Τάδε και η Δείνα δημοσιογράφοι – κριτικοί, ενώ αυτοί μπορεί (με την έννοια πως δεν έχουν υποχρέωση) να μην διαβάζουν τις δικές του αναρτήσεις. Αυτός συνδιαλέγεται μαζί τους. Όχι εκείνοι.
Όσοι θα ήθελαν να δούνε τις αρχικές κοινοποιήσεις του θέματος που εδώ αναπτύσσω, ας επισκεφτούν τις σελίδες του vivliocafe.blogspot.com και ειδικά την ανάρτηση που έχει να κάνει με βιβλίο του Παντελή Καλιότσου, όπως και τα σχόλια που το συνοδεύουν.
Υποσχέθηκα στον Φώτιο μια απάντηση.
Λοιπόν, πιστεύω πως ο Καλιότσος ανήκει σε μια γενιά ελλήνων συγγραφέων (όσων γεννήθηκαν εκεί γύρω στα 1920) που οι άλλοι έγραψαν άμεσα ή έμμεσα για τον εμφύλιο και άλλοι όχι. Οι πρώτοι γνώρισαν μια πλατύτερη αναγνώριση. Οι δεύτεροι όχι και τόσο μιας και το όλο κλίμα εκείνων των μετά τον εμφύλιο χρονών δεν επικροτούσε συγγραφικά σχεδιάσματα με πιο πλατύ πολιτικό προβληματισμό και ασφαλώς καθόλου συγγραφικά τερτίπια ύφους .
Και δεν έχει σχεδόν καθόλου να κάνει με την ενασχόληση του και με το παιδικό βιβλίο. Αυτή έγινε αρκετά αργότερα και όταν πια ο Καλιότσος είχε για τα καλά μελετηθεί από όσους ασχολούνται με τη λογοτεχνία.
Ο Καλιότσος έγραφε και γράφει με διάθεση πολύ προσωπική, με ύφος σαρκαστικό, με χιούμορ που δεν φοβάται να καταγγείλει κάθε κατεύθυνση.
Τα έργα του πολλά. Ας τα θυμηθούμε
(ΠΗΓΗ: ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ)
Διαβάζω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις αναρτήσεις του και χαίρομαι με το πάθος του, αλλά και προβληματίζομαι για τον τρόπο που η κριτική ματιά του πολλές φορές τον οδηγεί με ελλιπή συμπεράσματα.
Ίσως να είναι φαινόμενο των ανθρώπων της γενιάς του –μια γενιά που δεν έχει μπορέσει όλα να τα γνωρίσει, αλλά που ξαφνικά απέκτησε τη δυνατότητα να δημοσιοποιεί την άποψή της και μάλιστα κάτω (τις περισσότερες φορές) από ένα ψευδώνυμο.
Το πρόσωπο και το είδωλό του –Που αρχίζει το ένα και που τελειώνει το άλλο; Πού συνυπάρχουν, πού διαφωνούν;
Ερωτήματα που θα έχουν ίσως απαντήσεις από ειδικούς επιστήμονες του μέλλοντος.
Προς το παρόν μένω στο ό,τι υπάρχουν άνθρωποι που διαθέτουν ένα μέσο κοινοποίησης των απόψεών τους, που μέσω αυτού μπορούν και να αντιτεθούν σε επίσημους εκφραστές, αλλά και να προβάλουν μια νέας ηθικής ενημέρωση.
Αλλά έχω την εντύπωση πως το σύστημα καλά κρατεί και αντέχει και συχνά απορροφά όσους προσπαθούν κάτι διαφορετικό να εκφράσουν.
Κάτι τέτοιο –σε ένα βαθμό- συμβαίνει με τον αγαπητό Πατριάρχη Φώτιο. Συμβουλεύεται, ενημερώνεται, σχολιάζει πολύ συχνά δημοσιεύματα γνωστών εντύπων. Κακό αυτό; Καθόλου. Μόνο που δείχνει κάπως ως δευτερογενής λόγος –δηλαδή με την μη αμφισβητούμενη άποψη πως εκείνος είναι λογικό (αν όχι και υποχρεωτικό ακόμη) να γνωρίζει το τι γράφει ο Τάδε και η Δείνα δημοσιογράφοι – κριτικοί, ενώ αυτοί μπορεί (με την έννοια πως δεν έχουν υποχρέωση) να μην διαβάζουν τις δικές του αναρτήσεις. Αυτός συνδιαλέγεται μαζί τους. Όχι εκείνοι.
Όσοι θα ήθελαν να δούνε τις αρχικές κοινοποιήσεις του θέματος που εδώ αναπτύσσω, ας επισκεφτούν τις σελίδες του vivliocafe.blogspot.com και ειδικά την ανάρτηση που έχει να κάνει με βιβλίο του Παντελή Καλιότσου, όπως και τα σχόλια που το συνοδεύουν.
Υποσχέθηκα στον Φώτιο μια απάντηση.
Λοιπόν, πιστεύω πως ο Καλιότσος ανήκει σε μια γενιά ελλήνων συγγραφέων (όσων γεννήθηκαν εκεί γύρω στα 1920) που οι άλλοι έγραψαν άμεσα ή έμμεσα για τον εμφύλιο και άλλοι όχι. Οι πρώτοι γνώρισαν μια πλατύτερη αναγνώριση. Οι δεύτεροι όχι και τόσο μιας και το όλο κλίμα εκείνων των μετά τον εμφύλιο χρονών δεν επικροτούσε συγγραφικά σχεδιάσματα με πιο πλατύ πολιτικό προβληματισμό και ασφαλώς καθόλου συγγραφικά τερτίπια ύφους .
Και δεν έχει σχεδόν καθόλου να κάνει με την ενασχόληση του και με το παιδικό βιβλίο. Αυτή έγινε αρκετά αργότερα και όταν πια ο Καλιότσος είχε για τα καλά μελετηθεί από όσους ασχολούνται με τη λογοτεχνία.
Ο Καλιότσος έγραφε και γράφει με διάθεση πολύ προσωπική, με ύφος σαρκαστικό, με χιούμορ που δεν φοβάται να καταγγείλει κάθε κατεύθυνση.
Τα έργα του πολλά. Ας τα θυμηθούμε
(ΠΗΓΗ: ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ)
Διηγήματα
Εδώ κουτσούλησε μια μύγα. Αθήνα, 1958.
Στρατιωτικές ασκήσεις. Αθήνα, Πατάκη, 2003.
Διωγμός απ' την κόλαση. Αθήνα, Κέδρος, 1991.
Μυθιστόρημα
Δεκεμβριανή νύχτα (Εργάτες της πίσσας). Αθήνα, Κέδρος 1978.
Το συμπόσιο. Αθήνα, Καστανιώτη, 1985.
Η τριλογία της λεωφόρου. Αθήνα, Κέδρος, 1985.
Τα γουρούνια. Αθήνα, Πατάκη, 1992.
Φανταστική παράγραφος . Αθήνα, Πατάκη, 1994.
Μάθημα δολοφονίας. Αθήνα, Πατάκη, 1994.
Τον αιώνα που ξύπνησε ο πηλός. Αθήνα, Πατάκη, 1998.
Ο μεσαίος τοίχος. Αθήνα, Πατάκη, 2000.
Η συμπεριφορά του κενού. Αθήνα, Πατάκη, 2004.
Το εργαστήριο του μυθιστοριογράφου. Αθήνα, Πατάκη, 2005.
Δεκεμβριανή νύχτα. Αθήνα, Πατάκη, 2006.
Η ωραιότερη ιστορία του κόσμου. Αθήνα, Πατάκη, 2006.
Οι ονειροπόλοι. Αθήνα, Καστανιώτη, 2007.
Ποιους θα δαγκώσω όταν λυσσάξω, Αθήνα, Καστανιώτης, 2009
Ποιους θα δαγκώσω όταν λυσσάξω, Αθήνα, Καστανιώτης, 2009
Παιδικά
Η μύγα και άλλα διηγήματα. Αθήνα, Πατάκη, 1994.
Τα ξύλινα σπαθιά. Αθήνα, Πατάκη, 1994.
Πατέρας και γιος. Αθήνα, Πατάκη, 1995.
Ένα σακί μαλλιά. Αθήνα, Πατάκη, 1996.
Η σφεντόνα του Δαβίδ. Αθήνα, Πατάκη, 2002.
Το Ιζεντόρε και τ' αηδόνι. Αθήνα, Πατάκη, 2004.
Και τα βραβεία του
-Β’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1979) για το έργο του "Δεκεμβριανή νύχτα"
Και τα βραβεία του
-Β’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1979) για το έργο του "Δεκεμβριανή νύχτα"
-Βραβείο του Κύκλου Παιδικού Βιβλίου (1997) για το έργο του "΄Ενα σακί μαλλιά"
-Κρατικό Βραβείο Παιδικού Βιβλίου (2002) για το έργο του "Η σφεντόνα του Δαβίδ".
-Βραβείο Παιδικού Βιβλίου (2002) του περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ για το βιβλίο του "Η σφεντόνα του Δαβίδ".
17 συνολικά έργα για ενήλικες και 6 για παιδιά. Βραβεία και στις δυο κατηγορίες.
Αναρωτιέμαι, τώρα, αν η αναφορά στον Παντελή Καλιότσο που κάνει ο Mario Vitti στην περίφημη (αν και όχι και τόσο πλήρη) «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του (Εκδ. Οδυσσέας, 2003), αναρωτιέμαι, λοιπόν, αν η ανάγνωση και μόνο των τίτλων όλων αυτών δικαιολογεί τα λόγια του Vitti: «Ο Παντελής Καλιότσος (γ. 1925) έχει στο ενεργητικό του αρκετά μυθιστορήματα που μερικά προορίζονται για το νεανικό κοινό»
Αρκετά! Δηλαδή αν 18 μυθιστορήματα θεωρούνται αρκετά, τότε πόσα πρέπει κάποιος να γράψει για να του αναγνωρίσουν πως έγραψε πολλά;
Και συνεχίζει ο Vitti «…με θέματα που δεν έτυχαν πάντοτε της εύνοιας των κριτικών (αποδοκίμασαν μεταξύ άλλων και τις παρεμβάσεις του συγγραφέα στον αφηγηματικό ιστό)»
Να, λοιπόν, από πού ίσως έλκει την καταγωγή της η αφάνεια που διακρίνει (και υιοθετεί) ο καλός μου Πατριάρχης, να και το γιατί τον Καλιότσο (πάντα ο Πατριάρχης σημειώνει) «…δεν θα τον βρει κανείς εύκολα στους πρώτους και δεν ξέρω αν θα τον συναντήσει στους δεύτερους… Γι αυτό πιστεύω ότι κάπου χάθηκε.»
Χάθηκε ναι. Όχι όμως κάπου. Μα πολύ συγκεκριμένα και από συγκεκριμένους κύκλους.
Λοιπόν, γιατί μια τόσο μακροσκελής ανάρτηση;
Μα γιατί περίμενα και εξακολουθώ να περιμένω από εκείνους που διαχειρίζονται τα βιβλιοφιλικά blog, να αποτινάξουν από πάνω τους τη σκόνη των επίσημων κριτικών και εντεταλμένων στο βιβλίο δημοσιογράφων και να εκφράσουν δική τους άποψη –άποψη που θα στηρίζεται στη γνώση, στην έρευνα. Μα πάνω απ΄ όλα στο ένστιχτο.
Μπορεί όσα πιο πάνω έγραψα για να υποστηρίξω την άποψή μου για την περίπτωση Καλιότσου να μην είναι εντελώς σωστά, να μπορεί κάποιος να τα αμφισβητήσει ως προς την έρευνά τους. Αλλά είναι η δική μου άποψη. Είναι η δική μου ματιά που προσπαθεί να δει πίσω από κάθε τι το επίσημο, το προβεβλημένο, το διαφημιζόμενο. Για να είμαι άλλωστε και συνεπής με τις προδιαγραφές του μέσου επικοινωνίας που χρησιμοποιώ. Πλουραλισμός στην ενημέρωση, δυσπιστία στο κύρος των εντύπων, ενημέρωση όχι μόνο απ΄ όσα εκτίθενται στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, αλλά και από εκείνα που σκονίζονται στα ράφια τους.
Και με τη γνώση πως ενώ διασκεδάζω, πάνω στα όσα εγώ, ο Φώτιος, ο ένας και η άλλη μπλόκερς γράφουμε, κάποιο μελλοντικοί ερευνητές θα συντάξουν την Ιστορία της Νεοελληνικής (του τότε) Λογοτεχνίας.
Με αυτή τη γνώση, αλλά και αυτό το όνειρο. Όνειρο δημοκρατίας των ιδεών.
17 συνολικά έργα για ενήλικες και 6 για παιδιά. Βραβεία και στις δυο κατηγορίες.
Αναρωτιέμαι, τώρα, αν η αναφορά στον Παντελή Καλιότσο που κάνει ο Mario Vitti στην περίφημη (αν και όχι και τόσο πλήρη) «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του (Εκδ. Οδυσσέας, 2003), αναρωτιέμαι, λοιπόν, αν η ανάγνωση και μόνο των τίτλων όλων αυτών δικαιολογεί τα λόγια του Vitti: «Ο Παντελής Καλιότσος (γ. 1925) έχει στο ενεργητικό του αρκετά μυθιστορήματα που μερικά προορίζονται για το νεανικό κοινό»
Αρκετά! Δηλαδή αν 18 μυθιστορήματα θεωρούνται αρκετά, τότε πόσα πρέπει κάποιος να γράψει για να του αναγνωρίσουν πως έγραψε πολλά;
Και συνεχίζει ο Vitti «…με θέματα που δεν έτυχαν πάντοτε της εύνοιας των κριτικών (αποδοκίμασαν μεταξύ άλλων και τις παρεμβάσεις του συγγραφέα στον αφηγηματικό ιστό)»
Να, λοιπόν, από πού ίσως έλκει την καταγωγή της η αφάνεια που διακρίνει (και υιοθετεί) ο καλός μου Πατριάρχης, να και το γιατί τον Καλιότσο (πάντα ο Πατριάρχης σημειώνει) «…δεν θα τον βρει κανείς εύκολα στους πρώτους και δεν ξέρω αν θα τον συναντήσει στους δεύτερους… Γι αυτό πιστεύω ότι κάπου χάθηκε.»
Χάθηκε ναι. Όχι όμως κάπου. Μα πολύ συγκεκριμένα και από συγκεκριμένους κύκλους.
Λοιπόν, γιατί μια τόσο μακροσκελής ανάρτηση;
Μα γιατί περίμενα και εξακολουθώ να περιμένω από εκείνους που διαχειρίζονται τα βιβλιοφιλικά blog, να αποτινάξουν από πάνω τους τη σκόνη των επίσημων κριτικών και εντεταλμένων στο βιβλίο δημοσιογράφων και να εκφράσουν δική τους άποψη –άποψη που θα στηρίζεται στη γνώση, στην έρευνα. Μα πάνω απ΄ όλα στο ένστιχτο.
Μπορεί όσα πιο πάνω έγραψα για να υποστηρίξω την άποψή μου για την περίπτωση Καλιότσου να μην είναι εντελώς σωστά, να μπορεί κάποιος να τα αμφισβητήσει ως προς την έρευνά τους. Αλλά είναι η δική μου άποψη. Είναι η δική μου ματιά που προσπαθεί να δει πίσω από κάθε τι το επίσημο, το προβεβλημένο, το διαφημιζόμενο. Για να είμαι άλλωστε και συνεπής με τις προδιαγραφές του μέσου επικοινωνίας που χρησιμοποιώ. Πλουραλισμός στην ενημέρωση, δυσπιστία στο κύρος των εντύπων, ενημέρωση όχι μόνο απ΄ όσα εκτίθενται στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, αλλά και από εκείνα που σκονίζονται στα ράφια τους.
Και με τη γνώση πως ενώ διασκεδάζω, πάνω στα όσα εγώ, ο Φώτιος, ο ένας και η άλλη μπλόκερς γράφουμε, κάποιο μελλοντικοί ερευνητές θα συντάξουν την Ιστορία της Νεοελληνικής (του τότε) Λογοτεχνίας.
Με αυτή τη γνώση, αλλά και αυτό το όνειρο. Όνειρο δημοκρατίας των ιδεών.