Τη συνέντευξη την πήρε η Σάντρα Βούλγαρη
1. Το βιβλίο σας «Πολύτιμα Δώρα» διακρίνεται από λυρισμό και μια ονειρική φαντασία, πιστεύετε ότι τα παιδιά, οι νέοι σήμερα μπορούν να εκτιμήσουν η έχουν ανάγκη τον ρομαντισμό, το παραμύθι στη ζωή τους?
-Όπως ο κάθε συγγραφέας είναι και μια μοναδική περίπτωση, το ίδιο και ο κάθε αναγνώστης είναι μια ξεχωριστή οντότητα. Όταν, λοιπόν, εγώ γράφω δεν μπορώ να έχω στο νου όλους τους πιθανούς αναγνώστες μου και μάλιστα χωρισμένους σε ομάδες ανάλογα με την ηλικία τους ή το όποιο άλλο χαρακτηριστικό τους. Γράφω με τον τρόπο που εγώ εκτιμώ και σε μένα αρέσει. Πιστεύω πως η λογοτεχνία πρέπει να προσφέρει την αγωγή της ψυχής, δηλαδή να ψυχαγωγεί. Άλλοτε με το γέλιο κι άλλοτε με το δάκρυ, άλλοτε με τη χαρά κι άλλοτε με τη λύπη, άλλοτε φωτίζοντας το άτομο κι άλλοτε τις ομάδες. Τα λογοτεχνικά κείμενα είναι το υλικό που πάνω τους μπορεί –και πρέπει- να στηριχτεί η εκπαιδευτική διαδικασία. Και λέγοντας εκπαιδευτική διαδικασία εννοώ κάτι περισσότερο από τη σχολική πράξη, έχω στο νου μια κοινωνική μύηση του παιδιού σε αισθητικές και ηθικές αξίες. Μέσα στην κοινωνία ο καθένας μας έχει αναλάβει και κάποιο διακριτό ρόλο. Εγώ, ως συγγραφέας, φροντίζω να δημιουργώ την πρώτη ύλη –το κείμενο. Άλλων (ποιων;) ευθύνη είναι η δημιουργική χρήση αυτής της πρώτης ύλης. Και είναι αυτοί οι άλλοι (ποιοι;) που θα πρέπει να απαντήσουν αν οι νέοι σήμερα πρέπει να μπορούν ή όχι να εκτιμήσουν την αξία των διαχρονικών αξιών έτσι όπως κανείς τις συναντά σε παλιούς ή σύγχρονους μύθους.
2. Ποιες ιστορίες σας αρέσει να λέτε στα παιδιά? Και στους ενήλικες? Υπάρχει διαχωρισμός?
Όταν γράφω αισθάνομαι σαν ένας οικοδεσπότης. Κάποιος που έχει φωνάξει στο σπίτι του κάποιους άλλους ανθρώπους και που μαζί τους θα μοιραστεί τις δικές του, μα τις δικές τους χαρές, αγωνίες, όνειρα, εφιάλτες, διαψεύσεις και ελπίδες. Και ως σωστός οικοδεσπότης φροντίζω αυτά που θα προσφέρω στους καλεσμένους μου, εκείνοι να τα χαρούνε… Να μπορούν να τα απολαύσουν. Αν άλλοτε είναι προσκεκλημένοι μου παιδιά ή νέοι και άλλοτε ενήλικες, αυτό που αλλάζει μόνο είναι το είδος των κερασμάτων μου. Μα είτε προσφέρω αναψυκτικά και γλυκές λιχουδιές, είτε προσφέρω κρασιά και μεζεδάκια, πάντα εγώ είμαι ο οικοδεσπότης και πάντα φροντίζω η ποιότητα αυτών που έχω διαλέξει για να τρατάρω (θυμήθηκα μια ξεχασμένη λέξη των σμυρνιών γονιών μου) να είναι όσο καλύτερη γίνεται.
3. Ο χώρος του παιδικού /εφηβικού βιβλίου στην Ελλάδα μοιάζει σήμερα πολύ πιο πλούσιος αλλά συγχρόνως χαοτικός, πως βλέπετε το τοπίο, ποιες είναι οι σκέψεις σας γι' αυτό?
Ναι, έτσι ακριβώς είναι. Δείχνει πιο πλούσιος, είναι πιο χαοτικός. Αλλά μόνο ο χώρος του παιδικού / εφηβικού βιβλίου; Το ίδιο συμβαίνει και με το χώρο του βιβλίου για ενήλικες. Και μάλιστα στον τελευταίο θα έλεγα πως τα χαοτικά φαινόμενα είναι πλέον καθημερινά, ενώ στην επικράτεια του παιδικού / εφηβικού βιβλίου υπάρχουν ακόμα κάποιες αντιστάσεις Το ίδιο, όμως, συναντάμε και σε άλλους τομείς της κουλτούρας (και όχι μόνο). Ζούμε σε μια εποχή σύγχυσης και κρίσης. Απόψεις, ιδέες, αξίες, οράματα –τα πάντα γκρεμίζονται χωρίς σκέψη, χωρίς προβληματισμό. Σε καμιά άλλη περίοδο της ανθρωπότητας ο άνθρωπος δεν γνώριζε τόσα πολλά, και παράλληλα εκτιμά ελάχιστα. Το φαινόμενο μου δημιουργεί απαισιόδοξες σκέψεις. Αλλά από την άλλη δεν μπορώ –έτσι όπως κοιτώ τον εγγονό μου και πάνω στο δικό του προσωπάκι διακρίνω τα παιδιά όλου του κόσμου- δεν μπορώ να μην αφεθώ σε σκέψεις αισιόδοξες, σε σκέψεις και συναισθήματα θετικά. Όσο ζω ελπίζω –κάποτε λέγαμε. Τώρα ας πούμε : όσο ζω ονειρεύομαι.
4. Πιστεύετε στον έρωτα και στην αγάπη ως λύτρωση, είναι αυτά τα θέματα τα οποία θα διαπραγματευτείτε και στα επόμενα έργα σας?
Πιστεύω πως ο κάθε συγγραφέας, όσα βιβλία κι αν γράψει, τελικά ένας ή δυο θα είναι εκείνοι οι άξονες που πάνω τους θα στηρίζονται οι κατά καιρούς εμπνεύσεις του. Οι εμμονές –έτσι μου αρέσει να λέω αυτούς τους άξονες- ενός συγγραφέα δεν είναι παραπάνω από δυο, άντε τρεις. Στη δική μου περίπτωση, νομίζω πως είναι δύο –ο έρωτας και η ταυτότητα. Από τα παραμύθια μου για μικρά παιδιά, μέχρι τα μυθιστορήματά μου για νέους ή για ενήλικες, αυτές οι δυο βασικές εμμονές με ακολουθούνε… Πιο σωστά εγώ τις ακολουθώ. Πιστεύω στον έρωτα και στην αγάπη. Να είσαι ερωτευμένος με την ίδια τη ζωή και να αγαπάς όλα τα πλάσματα που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την εκφράζουν. Και να κινείσαι ανάμεσα σε όλα αυτά με τη δική σου, εντελώς μοναδική και απόλυτα σεβαστή από τους άλλους, ταυτότητα. Νομίζω πως μέσα σε μια τέτοια συνθήκη προσωπικά τουλάχιστον, συνάντησα τη δημιουργία των έργων μου. Και δεν βλέπω άλλο τρόπο για να συνεχίσω να δημιουργώ.
5. Πώς βλέπετε την νέα ψηφιακή εποχή του βιβλίου ειδικά στον χώρο του παιδικού βιβλίου;
-Σίγουρα έχουμε ήδη μπει σε μια νέα εποχή, αυτή που τη χαρακτηρίζει η παρουσία της ψηφιακής επικοινωνίας. Η ανάγνωση ενός βιβλίου είναι κι αυτή μια μορφή επικοινωνίας. Και ήδη λογοτεχνικά έργα μπορεί κανείς να βρει και να διαβάσει σε ηλεκτρονική μορφή. Αλλά ακόμα η κουλτούρα μας σε σχέση με τη λογοτεχνική ανάγνωση αντιστέκεται* για όλους μας το ηλεκτρονικό βιβλίο αποτελεί κάτι το καινοτόμο απλώς. Αλλά νομίζω πως το μέλλον είναι δικό του. Ίσως το τελευταίο οχυρό που θα του παραδοθεί να είναι το παιδικό λογοτεχνικό βιβλίο. Αλλά κάποια στιγμή κι αυτό θα κυκλοφορήσει σε ηλεκτρονική μορφή. Πότε θα έρθει αυτή η εποχή -αν θα είναι μετά από ένα ή δυο χρόνια, μετά από δέκα ή μετά κι εγώ δεν ξέρω πόσα- δεν μπορώ να το πω. Ξέρετε, δεν γράφω μυθιστορήματα επιστημονικής φαντασίας και άρα δεν μπορώ να μαντέψω...
6. Μπορεί ένα παραμύθι για μεγάλους να διαβαστεί από ένα παιδί, δηλαδή δεν χρειάζεται απαραίτητα να μιλάμε στα μικρά παιδιά μόνο για αρκουδάκια;
- Βαθιά μέσα μου ποτέ δεν πίστεψα στον διαχωρισμό :λογοτεχνία για παιδιά από 5 έως 8, για παιδιά 8 έως 12 κλπ. Θεωρώ πως από τη μια μεριά υπάρχει το κείμενο και από την άλλη ο κάθε αναγνώστης. Και είναι αυτός ,που ανάλογα με τη διάθεσή του ή την ικανότητά του ή τον συναισθηματισμό του ή ό,τι άλλο, που θα επικοινωνήσει με το κείμενο. Έτσι πιστεύω πως ακόμα κι ένα παραμύθι πρέπει να είναι γραμμένο με τη μέγιστη ποιότητα που ο συγγραφέας του μπορεί να του χαρίσει. Αν κάτι τέτοιο συμβαίνει, τότε λέξεις και εικόνες εγγράφονται όχι μόνο ως γνώση στον αναγνώστη -παιδί, αλλά και ως συναισθηματική εμπειρία. Γίνονται εμπειρίες παρόμοιες με τις εμπειρίες ζωής. Έχει σκεφτεί κανείς, όταν βγάζει ένα μικρό παιδί βόλτα να του κλείνει τα μάτια για να μην παρακολουθήσει ότι συμβαίνει γύρω του και που το πιο μεγάλο μέρος του δεν θα γίνει άμεσα κατανοητό από αυτό; Όχι, βέβαια. Ενηλικιωνόμαστε μέσα από τις καθημερινές εικόνες. Ε και η λογοτεχνική ενηλικίωση μέσα από παρόμοιες αναγνωστικές πράξεις υλοποιείται και μάλιστα όσο πιο πολλές και πλούσιες και ποικιλόμορφες είναι αυτές, τόσο και πιο αποτελεσματική και ενδιαφέρουσα θα είναι και η μορφή της αναγνωστικής ενηλικίωσης μας