Pages

16.12.11

Ερωτικές Ιστορίες μιας Παιδικής Ηλικίας




Μάνος Κοντολέων




Ερωτικές Ιστορίες

μιας

Παιδικής Ηλικίας




Διηγήματα



Εκδόσεις Δήγμα









[…] Υπάρχουν δύο βιβλία του Κοντολέων που εγώ τα λογαριάζω για ένα: είναι η «Μαγική Μητέρα» και οι «Ερωτικές Ιστορίες μιας Παιδικής Ηλικίας». Εκδίδονται και τα δύο την ίδια χρονιά (το 1992) ωστόσο από τον ίδιο τον συγγραφέα τους διαφοροποιούνται: το πρώτο χαρακτηρίζεται «βιβλίο για εφήβους», ενώ το δεύτερο «βιβλίο για ενήλικες». Κατά τη γνώμη μου αυτά τα δύο βιβλία καταδεικνύουν πόσο σχετικά και ακαθόριστά είναι τα όρια ανάμεσα στα γραμματολογικά είδη· δείχνουν ακόμη και πόσο αμήχανα αισθάνεται ο ίδιος ο Κοντολέων όταν είναι υποχρεωμένος να το κάνει. Θα σας πω πως θεωρώ τα έντεκα αφηγήματα που συνολικά περιέχονται σε αυτά τα δύο βιβλία πραγματικά διαμάντια του νεοελληνικού πεζού λόγου των τελευταίων δεκαετιών – και κυριολεκτώ. Είναι κείμενα που σχηματίζουν ομόκεντρους κύκλους γύρω από αυτό που ο Κοντολέων θεωρεί καρδιά της παιδικής ηλικίας: την παράφορη διακινδύνευση που προϋποθέτει ο έρωτας και η ζωή. Διαβάζοντας αφηγήματα όπως το «Αίμα για αργότερα», το «Κυπαρίσσι», το «Αφρικάνικο βιολί», η «Μαγική μητέρα», στο νου μου έρχεται μια φράση: ηδονικό σκιάγμα θανάτου. Συχωρείστε μου τον νεολογισμό μα νιώθω πως τούτη η λέξη σκιάγμα, εκφράζει απόλυτα την αναγνωστική μου αίσθηση: μέσα σε μια κατάφωτη παιδική ηλικία ο θάνατος έρχεται πανέμορφος επισκέπτης, έλκει ακαταμάχητα και φοβίζει, μεταμορφώνει τον κόσμο, σημαδεύει το πρόσωπο ως σκιάγμα, τραύμα και δώρο συνάμα.
Θα μείνω για λίγο ακόμη σε αυτά τα δύο βιβλία που νιώθω πως αποτελούν το κλειδί του συγγραφικού έργου του Κοντολέων για να σας μιλήσω για δυο σημεία που πιστεύω πως ο εξόριστος αληθινός χρόνος της παιδικής ηλικίας ξανακερδίζεται οριστικά. Στο «Αφρικάνικο βιολί» τα παιδιά γίνονται κοινωνοί μιας ακραίας και ολέθριας αγάπης: σε ένα παράξενο σπίτι κατοικούν δύο δίδυμα αδέλφια, μια λευκή πανέμορφη κοπέλα («πλασμένη από αλεύρι, γάλα και ζάχαρη») και ο μαύρος αδελφός της που τα βράδια θρηνεί τραγουδώντας τον απαγορευμένο έρωτά του για την ίδια του την αδελφή. Όταν έρθει ένας ξανθός πανέμορφος ταχυδρόμος που φορά μεσαιωνικά δαχτυλίδια στα δάχτυλά του (ίσως ο ίδιος ο θάνατος), η αδελφή θα τυφλωθεί από την όψη του και θα φύγει μαζί του, ενώ ο αδελφός της θα κλειστεί στο σπίτι για να αυτοπυρποληθεί μερικά βράδια αργότερα. Η σκηνή της αυτοπυρπόλησης περιγράφεται μέσα από το όνειρο ενός φίλου του αφηγητή: μέσα στις καθαρτήριες φλόγες τα χέρια και το κεφάλι του άντρα μένουν μαύρα («στο χρώμα της λιωμένης σοκολάτας») μα το υπόλοιπο κορμί του γίνεται από αλεύρι, γάλα και ζάχαρη, σαν το σώμα της αδελφής του. Τούτη η μεταμόρφωση γίνεται ορίζεται από την λαχτάρα των παιδιών, συντελείται πρωτίστως στο όνειρό τους, μέσα τους, ενδεχομένως μόνο εκεί...
Στο «Αίμα για αργότερα» η παρέα των αγοριών φυλάγει στις τσέπες τα βατόμουρα (το «αίμα») για αργότερα. Για δυο συνεχόμενες μέρες, όταν μπαίνουν στην θάλασσα βλέπουν μια παράξενη εικόνα, κάτι σαν όνειρο: ένα αλλόκοτο αγόρι, πανέμορφο, ντυμένο με ένα μαύρο πανί (άραγε άγγελος ή μήπως και πάλι ο θάνατος;). Την τρίτη μέρα τους περιμένει ολόγυμνος πάνω στον βράχο - το σώμα του «μια λευκή σπαθιά πάνω στο μαύρο της πέτρας». Ο παράξενος επισκέπτης πλησιάζει τα αγόρια, τα αγκαλιάζει και ενώνεται μαζί τους’ τα αγόρια γυρεύουν με το στόμα κάτι από την σάρκα του’ θηλάζουν μια στάλα από το αίμα του. Την ίδια ώρα η τρελή γριά Σαρακίνα μπαίνει μέσα στο νερό και χάνεται για πάντα... Η σεξουαλική ένωση, η θυσία και ο θάνατος σμίγουν στον ίδιο χρόνο στην ίδια ακροθαλασσιά μέσα σε μια αιώνια παιδική ηλικία.
Σας έφερα τα δύο αυτά παραδείγματα για να σας πω πως για τον Μάνο Κοντολέων η παιδική ηλικία είναι ο τρόπος αντίληψης του κόσμου· ή ένα φίλτρο που μεταμορφώνει τον κόσμο, διαστέλλει τον χρόνο, καταργεί την ύλη και δοξάζει την μάταιη αιωνιότητα των ανθρώπινων αινιγμάτων. Σε όσα έχει γράψει μέχρι τώρα ο Κοντολέων (και έχω την αίσθηση πως και σε όσα γράψει στην συνέχεια) νιώθω πως δεν θα εγκαταλείψει την παιδική ηλικία ως αφετηρία της φαντασίας του και ως κατάληξη του στοχασμού του. Ως πρόταση ζωής και ως εμπειρία υποδοχής του θανάτου.
Θανάσης Τριαρίδης



Μετά από 32 χρόνια συγγραφικής παρουσίας και ανάμεσα σε 63 βιβλία που καλύπτουν ένα ευρύτατο ειδολογικό φάσμα –μυθιστορήματα και διηγήματα τόσο για ενήλικες, όσο και για εφήβους και παιδιά, θεατρικά, παραμύθια και δοκίμια- δεν είναι μόνο δύσκολο, αλλά και επιπόλαιο να θελήσω να επιλέξω εκείνο το βιβλίο μου που θα μπορεί να θεωρηθεί ως επιτομή όλου του έργου μου.
Εκείνο που έχω πια δικαίωμα να ισχυριστώ είναι πως το κεντρικό στοιχείο της συγγραφικής μου persona είναι η ανάγκη να κυκλοφορώ ανάμεσα σε αναγνώστες διαφορετικών ηλικιών και να επικοινωνώ μαζί τους.
Από τις διάφορες ηλικιακές φάσεις του ανθρώπου ως οι πλέον ενδιαφέρουσες, κατά τη γνώμη μου, μπορεί να θεωρηθούν εκείνες που είναι στις αρχές του βίου και αυτή που βρίσκεται προς το τέλος του. Με άλλα λόγια το παιδί και ο έφηβος από τη μια, ο ηλικιωμένος από την άλλη.
Οι συγγραφείς –τουλάχιστον αυτοί του δικού μου ταπεραμέντου- γράφουν για θέματα που θεωρούν ως κομβικά σχετικά με την ανάπτυξη της προσωπικότητας των ηρώων τους. Προσωπικά ένα τέτοιο κομβικό στοιχείο θεωρώ πως είναι η παιδική και εφηβική ηλικία, ενώ μέχρι σήμερα δεν έχω τολμήσει να δω λογοτεχνικά το γήρας και τις όποιες ανασφάλειες ή διεξόδους του.
Να γιατί ένα τόσο μεγάλο μέρος του έργου μου εντάσσεται σε ότι ονομάζουμε λογοτεχνία για παιδιά και νέους.
Όταν γράφω για αναγνώστες μικρών και νεαρών ηλικιών, κάπου στην άκρη της έμπνευσής μου υπάρχει η ανάγκη να πείσω και τους ενήλικους πιθανούς αναγνώστες αυτών των έργων μου, πως αν και ενήλικες οι ίδιοι πια, ότι έχει να κάνει με τις έννοιες παιδικότητα και εφηβικότητα, δεν πρέπει μήτε και μπορεί να έχει πάψει και να τους απασχολεί και να τους ενεργοποιεί.
Η ματιά ενός παιδιού και ενός εφήβου δεν είναι μόνο τρόποι με τους οποίους ο νέος άνθρωπος προσπαθεί να κατανοήσει τον κόσμο και να ενταχθεί σε αυτόν, αλλά και οδοί (επα)ανάγνωσης της ζωής από τον κάθε ενήλικο.
Να, λοιπόν, γιατί μπορώ να ισχυριστώ πως ένα από τα πλέον ολιγοσέλιδα βιβλία μου, ίσως να είναι εκείνο που περισσότερο από πολλά άλλα εκφράζει το συγγραφικό μου στίγμα.
Αναφέρομαι, βεβαίως, στη συλλογή διηγημάτων «Ερωτικές Ιστορίες μιας Παιδικής Ηλικίας».
Εδώ ο έρωτας παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια παιδιών και πρώιμων εφήβων και έτσι μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως και τα επτά κείμενα στην ουσία ερμηνεύουν τους ανεκπλήρωτους ερωτικούς πόθους των ενηλίκων. Γιατί αυτό που μέσα στα μάτια ενός νέου ανθρώπου πήρε μια μαγική διάσταση, στη ζωή ενός ώριμου άντρα ή γυναίκας άλλοτε γίνεται εφιάλτης κι άλλοτε απαγορευμένο όνειρο –και στις δυο περιπτώσεις καθορίζει την ίδια τη ζωή.
Η συλλογή αυτή κυκλοφόρησε για πρώτη φορά τον Οκτώβριο του 1992 και αφού γνώρισε άλλες τρεις ανατυπώσεις στα τελευταία χρόνια του 20ου αιώνα, τώρα αναζητά ξανά την προσέγγιση της από το αναγνωστικό κοινό του 21ου.
Τόσο η απόφαση για μια νέα έκδοση αυτών των διηγημάτων μου, όσο και η επιλογή του συγκεκριμένου εκδοτικού οίκου, έγιναν με απόλυτη συνείδηση και έχουν την σημειολογική δυναμική τους.
Η νέα κυκλοφορία θέλει να τονίσει πως εγώ ως συγγραφέας όχι απλώς διεκδικώ, αλλά και επιβάλω ένα προφίλ που όσο κι αν οι νόμοι της αγοράς θέλουν να το περιορίσουν, αυτό αδιαφορεί και τονίζει πως οι κατηγοριοποιήσεις του τύπου «συγγραφέας για παιδιά» κλπ είναι αναξιοπρεπείς και εν τέλει ανιστόρητες. Ο κάθε αναγνώστης είναι μια ολοκληρωμένη μα και συνεχώς εξελισσόμενη οντότητα και το κάθε κείμενο αξίζει να προσπαθεί να έχει τις δυνάμεις ώστε να παρακολουθεί αυτές τις εσωτερικές εξελίξεις του αναγνώστη του.
Η απόφασή μου να δω τις «Ερωτικές Ιστορίες μιας Παιδικής Ηλικίας» να κυκλοφορούν τώρα από τις Εκδόσεις Δήγμα, έχει να κάνει με την ξαφνική παρόρμησή μου να δω κείμενα μου που φωτίζουν κάπως ανορθόδοξα την παιδικότητα, να φιλοξενούνται από ένα εκδοτικό οίκο που με επίσης με ανορθόδοξο τρόπο αναζητά τη θέση του στο εκδοτικό μας γίγνεσθαι.
Μα και υπάρχει ένας ακόμα λόγος –ο Θανάσης Τριαρίδης. Αυτός νέος άνθρωπος που είχα την τύχει να βρεθεί στο δρόμο μου και έτσι να μπορώ εγώ, ο ευρισκόμενος στο κατώφλι των τελευταίων δεκαετιών μιας ζωής, να ενεργοποιούμαι από διαχρονικές και γι αυτό απόλυτα σύγχρονες όσο και νεανικές ιδέες.
Οι «Ερωτικές Ιστορίες μιας Παιδικής Ηλικίας» ήταν και εξακολουθούν να είναι αφιερωμένες στη γυναίκα που
…αυτά που ξέρω του έρωτα
τα έχω μάθει από εκείνη.
Γραφτήκανε και πρωτοκυκλοφόρησαν προτού ο Θανάσης Τριαρίδης εισβάλλει στη ζωή μου. Μα έχω σαφείς υπόνοιες πως αυτός είχε διαβάσει τα διηγήματα προτού συναντηθούμε. Και πως, με τον τόσο εσωτερικό και πολυδύναμο τρόπο της λογοτεχνίας, επηρέασαν και τη δική του συγγραφική ταυτότητα.
Άρα, κατά μία έννοια, η νέα αυτή έκδοση θα μπορούσε και σε αυτόν να ήταν αφιερωμένη.

Μάνος Κοντολέων