https://www.literature.gr/i-pedikotita-ine-stasi-zois-grafi-o-manos-kontoleon-istories-sto-taka-takabernar-frio/
Μπερνάρ Φριό
«Ιστορίες στο τάκα τάκα»
Μετάφραση: Ξένια Καλογεροπούλου
Εκδόσεις Πατάκη
Η Παιδικότητα δεν είναι μόνο ένα στοιχείο που χαρακτηρίζει την παιδική μας ηλικία. Είναι και ένας τρόπος να βιώνει κανείς τον
γύρω του κόσμο κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του.
Ο αυθορμητισμός, η αφοπλιστική ειλικρίνεια, ο ενθουσιασμός, η έκπληξη, η
ερμηνεία κάθε νέου, η χαρά της ανακάλυψης. Αλλά και η αγωνία, ο φόβος, η
ανασφάλεια –όλα αυτά καθώς ο κόσμος των ενηλίκων έρχεται τελεσίδικα να
επιβληθεί.
Παιδικότητα –είχε κάποτε δηλώσει ο Μίχαελ Έντε- δεν είναι
μια φάση στη ζωή του ανθρώπου, αλλά μια διαρκής
στάση ζωής. Και ακριβώς επειδή προέρχεται από τον τρόπο –τον συχνά πέρα
ηθικών αναστολών- που ένα παιδί κρίνει το περιβάλλον του, θεωρήθηκε αρκούντως
επικίνδυνη και γι αυτό φροντίζουμε όχι μόνο να την περιορίζουμε στα πρώτα
χρόνια της ζωής μας, αλλά και να αποκρύπτουμε κάθε διάθεσή της προς ανατροπή
συμβάσεων και κανόνων.
Η λογοτεχνία για παιδιά από τη φύσης της διακρίνεται από μια
αντίφαση.
Ενώ ως μορφή Τέχνης εκφράζει τον εσωτερικό κόσμο των
δημιουργών της, από την άλλη απευθύνεται σε αναγνώστες που αυτόν τον εσωτερικό
κόσμο του δημιουργού δεν τον έχουν ακόμα προσεγγίσει.
Ως μορφή Τέχνης η λογοτεχνία για παιδιά έχει κανόνες δόμησης
της –κανόνες που ασφαλώς είναι γνωστοί σε ενήλικες και μόνο.
Ένα παιδί δεν μπορεί να γράψει ένα λογοτεχνικό κείμενο.
Αγνοεί τις αφηγηματικές τεχνικές, δεν γνωρίζει πώς να μεταδώσει με τη βοήθεια
του γραπτού λόγου τα συναισθήματά του μετατρέποντάς τα σε έργο Τέχνης .
Αυτό το έργο το έχουν αναλάβει ενήλικοι συγγραφείς .
Οι συγγραφείς των λογοτεχνικών
βιβλίων για παιδιά (τονίζω τον
χαρακτηρισμό ‘λογοτεχνικών’) ανήκουν σε
δυο κατηγορίες. Σε εκείνους που γράφουν αναζητώντας να επικοινωνήσουν με ένα
παιδί περιγράφοντας τα συναισθήματα του παιδιού – ήρωα της ιστορίας τους- μέσα από την εμπειρία της ενήλικης πλέον δικής τους γνώσης . Και σε κάποιους άλλους που
προσπαθούν από την ενήλική εμπειρία τους να κρατήσουν μόνο ότι έχει να κάνει με
την τεχνική δόμησης μιας
λογοτεχνικής εξιστόρησης και όλα
τα άλλα –συναισθήματα και σκέψεις- να τα
καταγράψουν ακριβώς με τον ίδιο τρόπο
που λειτουργούσαν όταν οι ίδιοι ήταν
παιδιά.
Και στις δυο περιπτώσεις μπορεί να έχουμε καλά
αποτελέσματα. Ο κίνδυνος που μπορεί να
αντιμετωπίσουν όσοι γράφουν με τον τρόπο της πρώτης κατηγορίας είναι να δημιουργήσουν
λογοτεχνικά έργα που ενώ περιγράφουν τις ζωές
παιδιών, στην ουσία απευθύνονται κυρίως σε ενήλικους αναγνώστες. Ο
κίνδυνος των συγγραφέων της δεύτερης κατηγορίας είναι να συγγράψουν κείμενο που
μιμείται την παιδική ματιά –την μιμείται και όχι από αυτήν να έχει
δημιουργηθεί.
Είναι γεγονός πως τα περισσότερα κείμενα –τα καλά κείμενα-
που εκδίδονται ως παιδικά αναγνώσματα έχουν γραφτεί σύμφωνα με τους κανόνες της
πρώτης κατηγορίας. Και όταν οι συγγραφείς τους
ενεργοποιούνται από τις μη ‘ταξινομημένες’ σχέσεις τους με την δική τους παιδική ηλικία,
τότε έχουμε έργα γνήσιας λογοτεχνικής
υπόστασης. Μια γνησιότητα που την επιβεβαιώνει η ανάγκη του δημιουργού
να καταθέσει την εσωτερικότητα των συναισθημάτων του.
Από την δεύτερη κατηγορία σπάνια μας έρχονται καλά
λογοτεχνικά κείμενα. Κι αν μάλιστα μείνουμε στην ελληνική παραγωγή βιβλίων λογοτεχνίας για παιδιά, θα τολμούσα να
διατυπώσω την άποψη πως μάλλον κανένα δεν έχει
κάτω από αυτές τις δομές γραφτεί. Η ελληνική κοινωνία είναι αν όχι
συντηρητική, σίγουρα πάντως διστακτική
στο να υιοθετεί μη επιβεβαιωμένες απόψεις.
Για παράδειγμα, θυμάμαι το τόσο αυθόρμητα παιδικά γραμμένο μυθιστόρημα του Παντελή Καλιότσου «Ο
πόλεμος των σπαθιών». Αλλά ακόμα και σε ένα τέτοιας υψηλής ποιότητας κείμενο,
υπάρχει η στάση του ενήλικα –μια στάση εν τέλει ηθικής τοποθέτησης.
Αλλά η παιδική ενατένιση του κόσμου δεν διακρίνεται από
κανόνες savoir faire.
Το παιδί κινείται μέσα σε μια αγχωμένη εγωκεντρικότητα. Που από τη μια πιέζεται
από τους κανόνες των ενηλίκων και από
την άλλη από την τάση να διατηρήσει την ανεξαρτησία της.
Μια τέτοιας μορφής υλοποίηση λογοτεχνικών κειμένων που εκφράζουν
αυτήν την ‘ανάγνωση του κόσμου’, που είναι συχνά αυθόρμητα ανατρεπτική, συχνά
παρθενικά έκπληκτη και σίγουρα πάντα
εποικοδομητική για όποιον ενήλικα θέλει
να θυμηθεί το παρελθόν του, συνάντησα στη συλλογή μικρών ιστοριών που έχουν συμπεριληφθεί στο βιβλίο του γάλλου
Μπερνάρ Φριό «Ιστορίες στο τάκα τάκα».
Μικρές αφηγήσεις, συνήθως πρωτοπρόσωπες . Αφηγητής κάποιο
παιδί. Που αναφέρεται στον κόσμο των ενηλίκων. Και άλλοτε τον κρίνει, άλλοτε
τον ανατρέπει, άλλοτε τον αγνοεί. Πάντα προβάλει τη δική του άποψη.
«Εγώ ήθελα ένα σκυλάκι. Αλλά μου προέκυψε ένα αδελφάκι»
-έτσι ξεκινά μια από τις ιστορίες που με τρόπο αφοπλιστικά ‘αθώο’ ξεδιπλώνει
την βαθιά ανασφάλεια που αισθάνεται το κάθε μοναχοπαίδι, όταν εκείνοι οι οποίοι
τον είχαν χρήσει άρχοντα τους, ξαφνικά του δηλώνουν πως πρέπει να μοιραστεί την
εξουσία του με κάποιον άγνωστο νεοφερμένο.
Και σε ένα άλλο, ο μικρός αφηγητής –παιδί πολυάσχολων γονιών
που του προσφέρουν υλικά αγαθά και όχι
την δική τους παρουσία- σημειώνει: «Έχω ένα ρομπότ. Είναι δική μου εφεύρεση.
Μου πήρε καιρό, αλλά τα κατάφερα… Του έχω βγάλει και όνομα. Το λέω μπαμπά»
Ο Φριό έχει γράψει ιστορίες που σε κάνουν να χαμογελάς* κάποιες ακόμα και να γελάς. Να
αναπολείς ίσως –αν είσαι ενήλικος .
Αν ο αναγνώστης του είναι παιδί;
Τότε –από τη θέση πάντα του ενήλικα σημειώνω- μάλλον
ανακουφίζεσαι. Επί τέλους –θα σκεφτείς – οι σκέψεις και τα συναισθήματά μου
έγιναν ιστορίες που τις διαβάζω.
Χωρίς διδακτισμό, χωρίς δεσμεύσεις. Καθαρές παιδικές
αντιδράσεις που τις δόμησε λογοτεχνικά ένας ταλαντούχος γραφιάς.
Προτού ολοκληρώσω αυτό το σημείωμα θα πρέπει να αναφερθώ
στην άψογη μεταφραστική δουλειά της Ξένιας Καλογεροπούλου. Κι ακόμα να σημειώσω πως τα κείμενα έχουν μια εντελώς
πρωτότυπη εικονογράφηση –στην ουσία είναι οι ίδιες οι προτάσεις που κάπου,
κάπου μετατρέπονται και σε σχήματα.
Ένα μικρό –όλο κι όλο 89 σελίδες- βιβλίο που ως έλληνας
συγγραφέας το ζήλεψα.
ΥΓ Ο Μπερνάρ Φριό (Σαρτρ 1951) γράφει για παιδιά. Πιστεύει
ότι ένα κείμενο οφείλει να παρακινεί τον νεαρό αναγνώστη να δίνει ενεργητικά και ελεύθερα τη δική του
ερμηνεία.