Pages

11.6.18

Για την Κασσάνδρα, σε α'πρόσωπο στο diastixo.gr


Πρώτη ανάρτηση: https://diastixo.gr/aprosopo-2/10057-kassandra-mavri-ammos


Η  Κασσάνδρα – κόρη  του Πρίαμου και ης Εκάβης- μας είναι γνωστή ως μια μάντισσα δυσάρεστων προβλέψεων. Αλλά εγώ πότε δεν την αντιμετώπισα με αυτόν τον τρόπο. Αντίθετα για μένα είναι το σύμβολο του ανθρώπου που μπορεί να διακρίνει το που οδηγούν οι πράξεις των πολλών όταν είναι δημιούργημα αφρόνων αποφάσεων και  επιπόλαιων υπολογισμών.  Και για αυτό άλλωστε οι συμβουλές της δεν ακούγονταν –μήτε τότε από τους Τρώες, μήτε και σήμερα από εμάς.
Από την άλλη, η Κασσάνδρα  -η φήμη της πιο σωστά- έχει φτάσει ως εμάς μέσα από τον περίφημο μονόλογό  της στον «Αγαμέμνονα» του Αισχύλου. Ένας παραληρηματικός λόγος  ανθρώπου που γνωρίζει το τέλος, αλλά δεν μπορεί να το αποφύγει.
Μάντισσα, λοιπόν,  δίχως οπαδούς και γυναίκα που δεν καταφέρνει να ξεφύγει από τη μοίρα της. Η μια υπόστασή της  αμφισβητεί την άλλη.
Για χρόνια αυτός ο συνδυασμός  ζητούσε να ενεργοποιήσει τη συγγραφική μου πράξη.
Μα αντιμετώπιζα ένα πρόβλημα.
Πώς θα μπορούσα να θρυμματίσω  το γυάλινο φέρετρο όπου την είχε τοποθετήσει ο Αισχύλος και να της προσφέρω τη δυνατότητα να μιλήσει ως ένας διαχρονικός άνθρωπος που  γνώρισε όχι μόνο τα αδιέξοδα της μη επικοινωνίας, αλλά και τους εφιάλτες ενός σώματος ;
Την πολιτιστική μας κληρονομιά δεν τολμούμε να την χρησιμοποιήσουμε ως βάση για τη δημιουργίας ενός μυθιστορήματος. Αν καλά γνωρίζω, ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις εκείνες όπου έχουμε διαβάσει ελληνικά  μυθιστορήματα με πρωταγωνιστές κεντρικά πρόσωπα των μύθων  δοσμένα όμως με μια σύγχρονη αντίληψη αφήγησης αλλά και ψυχολογίας.
Τις πηγές (στη συγκεκριμένη περίπτωση, την Ιλιάδα) τις πλησιάζουμε με την απόσταση που απαιτεί ο σεβασμός προς ένα μουσειακό αντικείμενο. Η φιλολογική ματιά  επιβάλλεται στον συγγραφέα.
Μιλάμε για τη γλώσσα του Ομήρου, αλλά δεν τολμούμε να υποψιαστούμε –έστω- σκέψεις, ερεθίσματα και πράξεις των κεντρικών προσώπων, πέρα από τα όσα ίσως το αρχικό το κείμενο αναφέρει.
Αλλά εγώ –δεν είχα άλλωστε και άλλο τρόπο- αποφάσισα να διαβάσω την Ιλιάδα ως ένα μυθιστόρημα εποχής και όχι ως ένα έπος. Μυθιστόρημα εποχής σημαίνει περιγραφή μιας χρονικής περιόδου και ανάπτυξη σχέσεων ανάμεσα στους ήρωές τους. Και με αυτά τα εφόδια θα αναζητούσα αντιστοιχίσεις με το τώρα, το σήμερα.
Και έτσι προσπάθησα να διακρίνω τις σχέσεις που καθορίζανε  τους πρωταγωνιστές και οι οποίες κρυβόντουσαν πίσω από άλλες πλέον γενικές περιγραφές.
Όλοι μας γνωρίζουμε την περίφημη συνάντηση του Πρίαμου με τον Αχιλλέα, λίγο ή πολύ κάτι έχουμε ακούσει για τα λόγια που ανταλλάσανε Αχιλλέας και Πάτροκλος προτού ο δεύτερος ενδυθεί την πανοπλία το πρώτου. Και βέβαια μας είναι γνωστή και η προσπάθεια της Ανδρομάχης να κάνει τον Έκτορα να κρατήσει μια διαφορετική στάση ως αρχηγός του στρατού των Τρώων.  Αυτές τις στιγμές – κι άλλες ακόμα- το ομηρικό κείμενο μας της δίνει. Αλλά μόνο αυτές υπήρχαν;  Ποια –για παράδειγμα-  μπορεί να ήταν τα συναισθήματα των γυναικών της Τροίας απέναντι στην Ελένη, αν θελήσουμε να συνδυάσουμε τις δυο τόσο διαφορετικές εκδοχές για την πλέον όμορφη γυναίκα του κόσμου έτσι όπως ο ίδιος ο Ευριπίδης μας δίνει  από τη μια με τις «Τρωάδες» του και από την άλλη με την «Ελένη» του;
Και τελικά –ας επιστρέψω στην Κασσάνδρα- ποιες τάχα ήταν οι σκέψεις της πιο όμορφης κόρης του Πριάμου; Τι μπορεί να αισθανότανε για τον μεγάλο  της αδελφό; Τι για τον δίδυμό της , τον Έλενο; Και αυτή άραγε η πληροφορία –κάπου θαμμένη- πως ήταν  ο Έλενος που είχε δώσει την ιδέα τη  σχετική  με τον Δούρειο Ίππο  στους Αχαιούς, πως μπορεί άραγε να είχε αντιμετωπισθεί από την αδελφή του –μια γυναίκα που έβλεπε το μέλλον όχι μέσα στα σπλάχνα των  ζώων, αλλά κρίνοντας τις αποφάσεις των άλλων;
Ναι, είχα πια κάνει δικά μου τα πρόσωπα του έπους και  έπαιρνα το ρίσκο να τα μετατρέψω σε μυθιστορηματικούς χαρακτήρες και να τους δώσω το δικαίωμα να σχολιάσουν και τα δικά μας, τωρινά, λάθη
Αλλά δεν ήθελα να ξεφύγω από τη γοητεία εκείνης της εποχής. Και τη μαγεία των αλλοτινών και δη των μακρινών εποχών, μόνο η γλώσσα μπορεί να την διατηρήσει.  Ασφαλώς και δε θα μπορούσα, να μιμηθώ τη γλώσσα του Ομήρου. Αλλά τόλμησα να αφεθώ στη δυναμική της, αναζήτησα τις πολλές παραλλαγές που της χαρίσανε ποικίλες μεταφράσεις και μεταγραφές της, και έτσι  λέξη τη λέξη, φράση τη φράση ξεκίνησα να γράφω τη δική μου Κασσάνδρα.
Τώρα πλέον, εκείνο όμως που έχω δικαίωμα να καταθέσω είναι πως η Κασσάνδρα –η δική μου Κασσάνδρα- από τη μια βρίσκεται πάντα στον δικό της μακρινό παρελθόν και από την άλλη συμπορεύεται με τις άλλες ηρωίδες μου, των ολότελα δικών μου έργων.
Σύγχρονη –από το 1.200 π. Χ.  στον 21ο αιώνα* έτσι θέλω να φτάνει στις σκέψεις και τα συναισθήματα των αναγνωστών του μυθιστορήματος.  Αλλά πάντα με την ίδια παλιά αγωνία, την ίδια πληγή…
«  Έψαχνα  πάντα τις λέξεις.  Πρώτα εκείνες που θα πείθανε… Τους άλλους.                     
Μετά όσες θα μπορούνε να παρηγορήσουνε…  Εμένα.                                                          
Πάντα λέξεις έψαχνα. Λέξεις που μου κρυβόντουσαν…                                                                  
Κι έτσι μήτε για τους άλλους δεν κατάφερνα να τις βρω, μήτε  και για τον ίδιο μου τον εαυτό δεν αξιώθηκα ποτέ  να τις ανακαλύψω.                                                                                             Κι Άφηνα τον καιρό να αποφασίζει…»

Λόγια δικά της αυτά… Μα και δικά μου


Ο Διονύσης Λεϊμονής στο bookia.gr




http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=226159

Ποια είναι η Κασσάνδρα; Mία ηρωίδα του χτες που απευθύνεται στο σήμερα και το μέλλον; Mία τραγική ηρωίδα ή απλά μία γυναίκα που πληρώνει για τα λάθη της; Μια μάντισσα; Μια πριγκίπισσα; Και γυναίκα; Είναι, άραγε μια γυναίκα πέρα από τις υψηλές ιδιότητες με τις οποίες την έχει επιφορτίσει ο μύθος;

Κι από την άλλη γιατί να μας ενδιαφέρει η ιστορία μίας γυναίκας, που τα ίχνη της χάνονται στους αιώνες; Η μήπως η ζωή της έχει πολλά σημάδια του σήμερα; Είναι μια γυναίκα αναγνωρίσιμη γύρω μας;

Ποιά η σχέση της Κασσάνδρας με τον συγγραφέα Μάνο Κοντολέων; Και οι δύο ψάχνουν τις λέξεις… Πρώτα εκείνες που θα πείθανε τους άλλους και μετά εκείνες που θα μπορούσανε να τους παρηγορήσουν.

Τον Μάνο και την Κασσάνδρα, την Κασσάνδρα και τον Μάνο.

Πώς τα ατομικά αδιέξοδα διαμορφώνουν μία στάση ζωής;

«Το να τολμάς  να οδηγείς στα άκρα τον ίδιο σου τον εαυτό – οι Θεοί δεν το συγχωρούν»
Υπάρχει μία μοίρα για τον καθένα  μας ή μήπως ο καθένας μας έχει την ελευθερία να διαλέγει από μόνος του τη ζωή που θα ζήσει;

Κάπου δίπλα στην Κλωθώ, τη Λάχεση, την Ατραπό περπατά και η Ευθύνη. Αυτή η μικρή θεά είναι που τελικά αποφασίζει.

Η Κασάνδρα αυτή την ευθύνη αποδέχτηκε και με το όνομά της θέλει να τη θυμούνται οι άνθρωποι των επόμενων γενιών.

«Πώς να μισήσεις τον εχθρό, όταν ξέρεις πολύ καλά πως θα πονέσει, όπως πονάνε και οι δικοί σου άνθρωποι;», αναρωτιέται η ηρωίδα του Κοντολέων. Και κάποια στιγμή αναφωνεί: «Αχ, εμείς, οι ανίσχυροι θνητοί –πιόνια είμαστε στις διαθέσεις των θεών.  Όμως, λέω πως ακόμα κι αν είσαι θνητός, μπορείς να έχεις  τη δυνατότητα επιλογών. Μπορείς να διαλέξεις τον θάνατο ή το τέλος που σου ταιριάζει».
Κι ο θεός Φοίβος σε άλλο σημείο της δίνει την απάντηση: «Το λάθος σου ήταν ότι πίστεψες πως οι άνθρωποι μπορεί να έχουν σωστή κρίση. Δεν έχουν», λέει ο Φοίβος στην Κασσάνδρα λίγο πριν τη σφαγή της.

Η Κασσάνδρα ανίσχυρη να αντιδράσει στα όσα συνειδητοποιεί ότι θα συμβούν αποτελεί για τον Κοντολέων το σύμβολο του ανθρώπου που μπορεί να δει με λογική αυτό που οι άλλοι πράττουν με παραλογισμό.

Η «μαύρη άμμος» της Κασσάνδρας είναι η επίγνωση όσων θα συμβούν, αφού μπορεί να διακρίνει νηφάλια ποιες θα είναι οι συνέπειες των ανθρώπινων πράξεων, που γίνονται υπό την κυριαρχία της συναισθηματικής φόρτισης.

Ο δραματικός εσωτερικός μονόλογος της Κασσάνδρας συντροφεύει τις τελευταίες σκέψεις της ίδιας αλλά και τους προβληματισμούς των σύγχρονων αναγνωστών και ακουμπά τους φόβους, τα πάθη, τα όνειρα κάθε αναγνώστη.

Τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου νιώθει κανείς σαν να έχει μόλις βιώσει μία ιεροτελεστία κάθαρσης.

Και φυσικά η πένα του Μάνου Κοντολέων ζωγραφίζει επιδέξια τον εσωτερικό και εξωτερικό κόσμο της Κασσάνδρας. Η ποικιλία  αφηγηματικών τεχνικών, η συνεχής εναλλαγή των χρόνων από το παρόν στο παρελθόν αλλά και στο μέλλον, η επιτυχημένη χρήση επιθέτων και ουσιαστικών που καίρια περιγράφουν τους χαρακτήρες του έργου αλλά και η ενδελεχής έρευνα στα αυθεντικά κείμενα των αρχαίων τραγικών με τα οποία συνδιαλέγεται ελεύθερα, όπως κάθε δημιουργός έχει το δικαίωμα να κάνει, χαρίζουν στην Κασσάνδρα μία θέση μακριά από τη Μαύρη Άμμο της Λήθης και την εγκαθιστούν στον θρόνο της Μνήμης.

Ένα βαθιά φιλοσοφικό κείμενο που αποδεικνύει τη διαχρονικότητα των ανθρώπινων τύπων.Ίδιοι οι άνθρωποι από τα χρόνια της Κασσάνδρας μέχρι σήμερα.Τους ίδιους φόβους και τα ίδια όνειρα μοιράζονται.Δε θα μπορούσε λοιπόν η Κασσάνδρα να λείπει από τη σημερινή εποχή, όπου οι άνθρωποι αβέβαιοι για το μέλλον τους εναποθέτουν τη σωτηρία τους στον Θεό ή οι σύγχρονοι άνακτες θεωρούν πως δεν έχουν ανάγκη τον Θεό, αφού καταχράστηκαν τη θέση Του.

Η επίγνωση του τέλους που έρχεται χαρίζει στην Κασσάνδρα τη γαλήνη που χρόνια αποζητούσε, αλλά και την ικανοποίηση ότι ως άνθρωπος έπραξε το καθήκον της.

Προσπάθησε να ζήσει, να αγαπήσει, να προστατεύσει, παραπαίοντας ανάμεσα στα ανθρώπινα πάθη και την ανιδιοτελή αγάπη για την πατρίδα, τους ξένους, τους ανήμπορους, ακόμη και για τον εχθρό της. Μια ηρωίδα ,που αν και δεν έχει λευκό ποινικό μητρώο, τη δικαιώνουν στο τέλος οι πράξεις της.

Δεν είναι εύκολη ηρωίδα η «Κασσάνδρα» ούτε το βιβλίο είναι για να περάσεις ένα χαλαρό απόγευμα. Αντίθετα είναι ένα βιβλίο που θέτει προβληματισμούς, αφορμή για κουβέντα -με τον εαυτό μας ή με άλλους- βάζει το δάκτυλο στον τύπο των ήλων στρέφοντας τη ματιά του στα βάθη της ανθρώπινης ψυχοσύνθεσης.

Με άλλα λόγια είναι ένα βιβλίο που σίγουρα θα αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στην ψυχή των αναγνωστών του.