Εύη
Παπαδοπούλου
Σειρά :
Αρχαιολογικά Παραμύθια
«Το όνειρο
του Νικία και της Μελίτης»
«Το
ημερολόγιο των άστρων»
«Η υπόσχεση
της Λευκής Θεάς»
Εικονογράφηση:
Κατερίνα Βερούτσου
Τα βιβλία
για παιδιά -είτε τα καθαρώς λογοτεχνικά, είτε και εκείνα που χαρακτηρίζονται ως
Βιβλία Γνώσεων- έχουν συχνά βασίσει τις αφηγήσεις τους πάνω σε θέματα της
μυθολογίας ή και της αρχαία ιστορίας μας.
Ένας κόσμος
πλούσιος σε γεγονότα και χαρακτήρες είναι αυτός που μας έχει κληροδοτηθεί και
που είναι απολύτως φυσιολογικό να αποτελεί την πρώτη ύλη μιας νέας αφήγησης από
τους σύγχρονους συγγραφείς της παιδικής λογοτεχνίας.
Αλλά το
παιδαγωγικό σύστημα με την οποία οι νεοέλληνες γνωρίζουν την πολιτιστική τους
κληρονομιά, δεν προτρέπει τους δημιουργούς (αλλά και τους ίδιους τους
εκπαιδευτικούς) να αντιμετωπίσουν το
παρελθόν με μια κάπως ελεύθερη ως προς την απόδοσή του άποψη.
Έτσι,
λοιπόν, η χρήση του σε μια νέα μυθιστορηματική σύνθεση δεν τολμά -εμποδίζεται
πιο σωστά- να το δει με πλέον ανθρώπινες διαστάσεις, αντίθετα το αντιμετωπίζει
με μια διάθεση στερεοτυπικής προσέγγισης -κυρίως σε ότι αφορά τα πρόσωπα. Αυτά παρουσιάζονται
πάντα ή με παράτολμα επιτεύγματα ή με
συμβολικές προσεγγίσεις.
Ελάχιστα
είναι το λογοτεχνικά βιβλία για παιδιά που επανατοποθετούν ήρωες και συμβάντα
της μυθολογίας και της αρχαιότητας. Ελάχιστα -και πρόχειρα μου έρχεται ένα μόνο
στο νου. Το μυθιστόρημα «Το σκλαβάκι της Κνωσού» της Ελένης Κατσαμά (Εκδ.
Πατάκη)
Σίγουρα δεν
θα είναι το μόνο, αλλά επίσης βέβαιο είναι πως τα γεγονότα και οι χαρακτήρες
που φτάνουν στα παιδιά από τους αρχαίους χρόνους μέσα από σημερινά
μυθιστορήματα και άλλες διηγήσεις βραχείας φόρμας, εξαντλούνται σε μια σχηματική περιπέτεια
(συνήθως αρχαιοκαπηλίας) ή σε μια καλυμμένη με λογοτεχνικό ένδυμα απλοϊκή καταγραφή
γεγονότων.
Αλλά αν
θέλει κάποιος να μυήσει ένα παιδί στις συνθήκες ζωής των αρχαιολογικών χρόνων, χωρίς
να κινδυνεύει να περιγράψει στερεοτυπικούς χαρακτήρες, ίσως θα έχει νόημα να
στραφεί πρώτα στο αρχαιολογικό γεγονός και στη συνέχεια να προσπαθήσει ενός αυτού του γεγονότος να τοποθετήσει τους ήρωές του. Με άλλα λόγια
να μην είναι πρωταγωνιστής ο άνθρωπος, αλλά η περίοδος και ακόμα πιο
συγκεκριμένα ένα γεγονός αυτής της περιόδου.
Πάνω σε
αυτήν την τόσο απλή, μα και τόσο αποδοτική και γόνιμη ιδέα η Εύη Παπαδοπούλου
έχει γράψει αυτές τις τρεις ιστορίες που κυκλοφορούν ξεχωριστά η κάθε μιας τους
κάτω από τον γενικό τίτλο «Αρχαιολογικά Παραμύθια».
Αρχαιολόγος
η ίδια, εξηγεί στο προλογικό σημείωμα:
«Τα
Αρχαιολογικά Παραμύθια αποτελούν πρωτότυπες ιστορίες, βασισμένες σε αληθινούς
αρχαιολογικούς χώρους και ευρήματα, με απώτερο σκοπό τους την πρόσληψη γνώσης
για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό με έναν απλό, ευχάριστο και μοναδικό στο
είδος του τρόπο -το παραμύθι.»
Κρατώ από το
μέρος αυτό του εισαγωγικού σημειώματος δυο λέξεις -χώρος και παραμύθι.
Η συνύπαρξη
αυτών των δύο αυτόματα αφήνει ελεύθερο το συγγραφικό ερέθισμα να εκφρασθεί. Ο
χώρος είναι δεδομένος και έρχεται η φαντασία να του χαρίσει μια νέα διάσταση
στην προσέγγισή του.
Ο κάθε
είδους διδακτισμός υποχωρεί, εξαφανίζεται. Ο χώρος διατρέχει τους αιώνες και
γίνεται προσπελάσιμος από τον σημερινό αναγνώστη καθώς φιλοξενεί χαρακτήρες που αν και μέσα στις κοινωνικές
δομές του τότε ζούνε και πράττουν, αναπνέουν με
τις συνθήκες που ανασαίνει ο σημερινός άνθρωπος.
Τα τρία
βιβλία της σειράς βασίζονται: στα Πύθια των Δελφών, στο ναυάγιο των Αντικυθήρων
και στο ανάκτορο της Πύλου. Οι ήρωές τους δεν είναι πρόσωπα ιστορικά. Αλλά
κινούνται εντός της Ιστορίας.
Ο αναγνώστης
κατά κάποιο τρόπο τους γνωρίζει προσωπικά,
συμπάσχει μαζί τους. Κι έτσι οι χώροι δράσης δεν είναι πια απλώς
εγκυκλοπαιδικές γνώσεις, αλλά πεδία όπου κάποιοι άνθρωποι σε αυτούς τους χώρους κάποτε και ζήσανε και ερωτεύτηκαν
και ονειρευτήκανε και δημιουργήσαν.
Οι τρεις
ιστορίες έχουν την τύχη να στολίζονται με τις ασπρόμαυρες συνθέσεις της Κατερίνας
Βερούτσου, αλλά πάνω απ΄ όλα έχουν προικιστεί με μια ιδιαίτερα πλούσια γλώσσα.
Τυχαία
επιλέγω κάποιες φράσεις:
Για μέρες
πολλές τριγύρναγε στα δάση, με μάτια λουσμένα από δάκρυα, κουβαλώντας απόγνωση
στην ψυχή της. Κι όταν ξέπνοη καθόταν να
ξαποστάσει, μεταμόρφωνε το παράπονο και τον λυγμό της σε μελωδία.
Δεν θέλω να
γενικεύσω, αλλά και δεν μπορώ να μην επισημάνω το γεγονός πως αυτές οι τόσο
ποιοτικές λογοτεχνικές ιστορίες έχουν γραφτεί από μια αρχαιολόγο. Καμιά φορά η
έκπληξη έρχεται από εκεί που δεν την περιμένει κανείς… Ή μήπως -για κάποιους
λόγους που δεν είναι του παρόντος να σχολιαστούν- θα έπρεπε να το αναμέναμε;