Pages

21.1.23

Λιονέλ Ντυρουά "Ευγενία"

 

Lionel Duroy

«Ευγενία»

Μετάφραση: Εύα Γεωργουσοπούλου

Εκδόσεις Πόλις

 

                                 

 

Ο Λιονέλ Ντυρουά γεννήθηκε τo 1949 στην Τυνησία. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος, ενώ ως συγγραφέας αρκετών μυθιστορημάτων έχει τιμηθεί με διάφορα βραβεία.

Όχι ιδιαίτερα γνωστός στη χώρα μας (το 2002 είχε κυκλοφορήσει ένα του μυθιστόρημα από τις Εκδόσεις Modern Times), οπότε και στην ουσία το ελληνικό βιβλιόφιλο κοινό έρχεται σε επαφή μαζί του με αυτό το μυθιστόρημα και νομίζω πως αυτή η επαφή διαθέτει όλα τα στοιχεία μιας ποιοτικής και εντυπωσιακής γνωριμίας.

Το ‘Ευγενία’ είναι ένα καθαρά πολιτικό μυθιστόρημα, όμως παράλληλα είναι και μια ψυχογραφική καταγραφή ερωτικής σχέσης.

Κεντρική ηρωίδα και αφηγήτρια όλης της ιστορίας είναι η Ευγενία, μια νέα γυναίκα που ζει στη Ρουμανία (άλλοτε στο Βουκουρέστι  κι άλλοτε στο Ιάσιο) την περίοδο των δεκαετιών ’30 και ’40, δηλαδή κατά τη διάρκεια της ανόδου και πτώσης του Ναζισμού και των μεγάλων πολιτικών γεγονότων που σημάδεψαν την ιστορία αυτής της χώρας.

Με την εξιστόρησή της καταγράφει κυρίως τις διώξεις των Εβραίων που ζούσανε τότε στη Ρουμανία και κυρίως το τραγικό πογκρόμ του Ιασίου (από τις 29 Ιουνίου ως τις 6 Ιουλίου 1941 πάνω από 13.266 άνθρωποι, ή το ένα τρίτο του ΕβραΊκού πληθυσμού, σφαγιάστηκαν), αλλά παράλληλα αφιερώνει ένα μεγάλο -και σαφώς το ουσιαστικότερο μυθιστορηματικά – μέρος του έργου στη σχέση της με τον θεατρικό συγγραφέα Μιχαήλ Σεμπαστιάν.

Ο Σεμπαστιάν υπήρξε υπαρκτό πρόσωπο (στην Ελλάδα δεν έχει κυκλοφορήσει κανένα έργο του) και εξέφρασε τόσο με τα κείμενά του όσο και με την ίδια τη στάση ζωής του, το δικαίωμα να θεωρεί τον εαυτό του πρώτιστα Ρουμάνο και μετέπειτα Εβραίο.

Μια διπλή ταυτότητα που εκείνη την εποχή και κάτω από τις ναζιστικές θεωρίες, δεν μπορούσε να γίνει αποδεχτή και ασφαλώς τον είχε φέρει σε πολύ δύσκολες στιγμές.

Παράλληλα -και σύμφωνα πάντα με τον τρόπο που μας τον παρουσιάζει ο Ντυρουά- ο Σεμπάστιαν ήταν ο καλλιτέχνης εκείνος που θεωρούσε ως σχεδόν μοναδικό λόγω ύπαρξης του την ίδια του τη συγγραφική δημιουργία.

Προσωπικότητα πολύπλοκη, άλλοτε ιδιαιτέρως εγωκεντρική, πάντοτε με έντονο σεβασμό προς τις αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού, χρησιμοποιείται από τον συγγραφέα ως μια μορφή κατόπτρου όπου πάνω του θα αντανακλαστούν τα πάθη και οι αδυναμίες, οι σκοπιμότητες και οι χειραγωγήσεις των πολλών, του λαού που εύκολα άγεται και φέρεται, βιοπραγεί δίχως συνείδηση των πράξεών του, λησμονά χωρίς να αυτοαναλύεται.

Ο δομικός  άξονας  του πολυσέλιδου αυτού μυθιστορήματος είναι απλός.

 

(800 λέξεις)

Η Ευγενία ξεκινά να καταγράφει τις αναμνήσεις της από τη ιδιότυπα ερωτική μα και ιδεολογική  σχέση της με τον Σεμπαστιάν,  μόλις μαθαίνει τον θάνατό του σε τροχαίο. Είναι τον Μάιο του 1945.

Η αφήγησή της δεν ακολουθεί γραμμική πορεία.  Συχνά επιστρέφει σε γεγονότα και αναμνήσεις που έχουν προηγηθεί άλλων που μόλις έχει καταθέσει.

Αλλά αυτό που αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό όλης αυτής της μυθιστορηματικής σύνθεσης είναι η συνύπαρξη ιστορικών και μυθιστορηματικών προσώπων.

Με μια άνεση αξιοθαύμαστη, ο Ντυρουά καταφέρνει να αφηγηθεί με πολλές λεπτομέρειες τα σύνθετα πολιτικά γεγονότα εκείνων των χρόνων την ίδια στιγμή που παρασύρει τον αναγνώστη του στις περιγραφές προσωπικών στιγμών, ερωτικών σχέσεων, ατομικών προβληματισμών.

Στην ουσία το ‘Ευγενία’ θα μπορούσε κανείς να το θεωρήσει ως μια ιδανική πρόταση για το πως αξίζει και πρέπει να γράφεται ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Κι αυτό γιατί καταφέρνει να συμπαρασύρει τα συναισθήματα του αναγνώστη του και από τη μια να τον οδηγεί στα δυσδιάκριτα μονοπάτια των ανθρώπινων παθών και από την άλλη να τον πλοηγήσει στα περίπλοκα διαμερίσματα πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Η τελική θέση που το συγκεκριμένο μυθιστόρημα φέρνει προς προβληματισμό είναι εκείνη για την οποία ο ίδιος ο Σεμπαστιάν είχε κατά καιρούς δηλώσει την απόλυτη αντίθεσή του : «Δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο η κατάκτηση της εξουσίας, η κατάληψή της, και η ταύτιση του κόμματος με τη συλλογικότητα  στο σύνολο της… Ονομάζουμε έθνος μια συλλογικότητα που εμπερικλείει την ιδέα του πολέμου. Ένας έθνος αυτοπροσδιορίζεται μέσω της εξίσωσης φίλος – εχθρός. Η δημοκρατία καταστρέφει την ενότητα του έθνους και το παραδίδει εξασθενημένο στην εβραϊκή κοσμοπολίτικη ισχύ κλπ… Ένοιωσα συντετριμμένος».

Σε αυτή την απόλυτη περιγραφή μιας φασιστικής νοοτροπίας, ο ίδιος ο Σεμπαστιάν θα έχει να παραθέσει την προσωπική του στάση, τη δική του θεωρητική δομή - «…προσπαθώντας ταυτόχρονα να καταλάβω γιατί κάποιοι άνθρωποι που δεν με γνωρίζουν, και τους οποίους δεν έχω βλάψει ποτέ, θέλουν να με δουν πεθαμένο».

Η διάθεση του Ντυρουά  να συνδέσει το τραγικό χθες με το εξίσου τραγικό σήμερα είναι προφανής. Όπως και ολότελα προφανής είναι και ο τρόπος που προτείνει για να αλλάξει η προδιαγεγραμμένη πορεία της ευρωπαϊκής σκέψης και πράξης προς ένα ζοφερό αύριο.

Σε κάθε περίπτωση έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα ιδιαιτέρως ενδιαφέρον, απροσδόκητα σύγχρονο και απρόσμενα -τελικά- τρυφερό.

Αποσπάσματα από κείμενα του ίδιου του Μιχαήλ Σεμπαστιάν, όπως και επίσης άρθρων που αφορούν εκείνον και το έργο του, έχουν ενταχθεί στο όλο κείμενο.

Η μετάφραση της Εύας Γεωργοσοπούλου θεωρώ πως έχει ιδιαιτέρως συντελέσει στην άνεση με την οποία ο έλληνας αναγνώστης επικοινωνεί με τους προβληματισμούς και τα γεγονότα μιας χώρας, μιας εποχής, ενός ατόμου.

(804 Λέξεις)

Βιβλιοδρόμιο Νέων 19/1/2023

18.1.23

Άρης Αλςξανδρής "Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα"

 


Άρης Αλεξανδρής

«Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα»

Εκδόσεις Μεταίχμιο

 

                          

Οι σύγχρονοι έλληνες συγγραφείς δεν συνηθίζουν να γράφουν έργα όπου κυριαρχεί η σάτιρα και το χιούμορ.

Προσωπικά ελάχιστες φορές έτυχε να διαβάσω μυθιστορήματα ή διηγήματα όπου η συγγραφική αφήγηση επιστρατεύει τη σάτιρα για να περιγράψει το κοινωνικό γεγονός.

Πρόχειρα θα αναφέρω τα μυθιστορήματα «Ο Ιούδας φιλούσε υπέροχα» της Μάιρας Παπαθανασοπούλου (Πατάκης 1998), και το «Σαμπάνια  με γύρο» του Παρασκευά Ακαμάτη  (Ωκεανίδα 2009),όπως  και τα μικροδιηγήματα του Γιάννη Αντάμη «Το ανταμομπίλ» (Χαραμάδα 2017) -αν και αυτά σε κάπως διαφορετικό άξονα κινούνται.

Τρία έργα που τελικά αυτό το οποίο κυρίως τα συνδέει είναι η κοινωνική κριτική μέσα από τη διάθεση καταγραφής της με χρήση των πολλαπλών δυνατοτήτων του χιούμορ και τις σάτιρας.

Δίπλα σε εκείνες τις αναγνώσεις μου, ήρθε να προστεθεί και το μυθιστόρημα «Πώς ο Ιγνάτιος Καραθοδωρής έχασε τα πάντα» που το έχει γράψει ο πρωτοεμφανιζόμενος Άρης Αλεξανδρής.

Ο Ά. Α. γεννήθηκε το 1991 στην Αθήνα και μεγάλωσε στον Πειραιά. Σπούδασε στη Νομική Σχολή αλλά δεν ασχολήθηκε ποτέ με το αντικείμενο. Από το 2011 αρθρογραφεί σε ιστοσελίδες, περιοδικά και εφημερίδες, ενώ παράλληλα δουλεύει ως κειμενογράφος σε διαφημιστικές εταιρείες και creative agencies.

Από αυτό το βιογραφικό μπορεί κανείς να καταλάβει πως έχουμε έναν νέο άνθρωπο, ο οποίος ασχολείται ιδιαίτερα και με την ηλεκτρονική δημοσιογραφία και με τη διαφήμιση, δηλαδή έναν νέο άνθρωπο απόλυτα εναρμονισμένο με το κυρίαρχο πνεύμα που επικρατεί στους κύκλους των ανθρώπων που έχουν μπει στην τέταρτη δεκαετία της ζωής τους, δηλαδή που είναι απόλυτα εναρμονισμένοι με ένα σύγχρονο τρόπο σκέψης και αντίδρασης.

Αυτός είναι και ο ήρωας του μυθιστορήματος. Ο Ιγνάτιος -περίπου δέκα χρόνια νεότερος του συγγραφέα του- μας περιγράφει τη ζωή του. Μεγαλωμένος στην Κομοτηνή, αναζητά μέσω των σπουδών να ξεφύγει από τη μιζέρια μιας μεσοαστικής κοινωνίας, κλασικοί εκπρόσωποι της οποίας είναι οι γονείς του.

Επιλέγει να σπουδάσει ΜΜΕ, όχι γιατί θέλει να ασχοληθεί ουσιαστικά με αυτά, αλλά γιατί τα θεωρεί πως είναι ένας σύγχρονος όσο και εύκολος τρόπος να ζήσει και να αφομοιώσει την καταναλωτική όσο και παθητική στάση ζωής που η γενιά του καλείται να αποδεχτεί ως την μόνη η οποία αξίζει.

Κάτω από αυτή τη συλλογιστική θα ξεκινήσει να ζει στην πρωτεύουσα και χωρίς συνείδηση του που μπορεί να τον οδηγήσει αυτός ο τρόπος ζωής, αφήνεται στο τυχαίο γεγονός -τυχαία σχέση, τυχαίοι τρόποι έκφρασης της, τυχαίες εργασίες, τυχαίες επιτυχίες, τυχαίες αποτυχίες. Τυχαίες καταστροφές.

Με άλλα λόγια το μυθιστόρημα περιγράφει το προσωπικό όσο και κοινωνικό αδιέξοδο των ανθρώπων του σήμερα -όσων ενδιαφέρονται για το ‘φαίνεσθαι’ και επιζητούν το ‘εύκολο’.

Δεν είναι πως απουσιάζει η ηθική από τις σκέψεις και τις πράξεις του Ιγνάτιου. Απλώς σιωπά και έχει αποσυρθεί.

Αλλά πέρα από τον στόχο του μυθιστορήματος, αυτό που το κάνει να διαβάζεται με απροσδόκητο ενδιαφέρον είναι πως όλα αυτά συγγραφικά και μυθιστορηματικά υλοποιούνται με μια άνετη, καθημερινή κι όμως προσεγμένη γλώσσα και με το πλάσιμο χαρακτήρων που σπαρταρούν μέσα στην αληθοφάνειά τους.

Εικόνες της καθημερινότητας όλων μας αποκτούν τη σημασία με την οποία θα έπρεπε να τις αντιμετωπίζουμε, καθώς περιγράφονται μέσα από μια διάθεση εντέλει αυτοσαρκαστική και σταθερά αυτοαποδυναμούμενη.

Ο Α. Α. χρησιμοποιεί στιγμές και γεγονότα που έχουν κατά καιρούς απασχολήσει τα ΜΜΕ, επιστρατεύει χαρακτήρες που συνήθως είναι άνθρωποι της διπλανής μας πόρτας και τελικά οδηγεί τον ήρωά του στην αυτοσυνείδηση χωρίς να του μεταλλάσσει το κρυμμένο ηθικό status.  

«Η διάθεσή μου βρίσκεται σε πολύ καλά επίπεδα. Δεν σταματάω να σκέφτομαι όσα συνέβησαν, αλλά όσο εξαρτάται από εμένα προτιμώ να το αποφεύγω… Όλα καλά. ¨Όταν σκέφτομαι πως έχασα τα πάντα, λέω στον εαυτό μου πως ίσως ποτέ δεν είχα τίποτε. Όλα καλά»

Μια φρέσκια, νέα παρουσία στη σύγχρονη λογοτεχνία μας που αξίζει να την προσέξουμε.

(600 λέξεις)

Fractal, 18/1/2023