Ο Πιοζ Νάμε και οι πέντε γάτες
του Κωστή Α. Μακρή
Ομιλία του Μάνου Κοντολέων
στην πρώτη παρουσίαση του βιβλίου
στις 14 Δεκεμβρίου 2010
στο Βιβλιοπωλείο Πατάκη, Ακαδημίας 65, Αθήνα
[…
–Έχω μια δουλειά πάνω, είπε η κυρα-Τίνα Μεθέλη και την κοπάνησε αμέσως, σχεδόν τρέχοντας κι αφήνοντας τις δουλειές της στη μέση.
Ήξερε από πείρα ότι τα παιδιά είχαν πέσει σε ναρκοπέδιο και δεν ήθελε να είναι μπροστά όταν θα άρχιζαν οι εκρήξεις. Η Εγομόνη κοίταζε τα παιδιά ένα ένα με βλέμμα κοφτερό και αυστηρό.
Ο Ιμεγός, η Οποσίπα και η Πεσκιάλα κλάσανε μέντες. Θα μπορούσαμε να πούμε «φοβήθηκαν», «τρομοκρατήθηκαν», χέστηκαν από το φόβο τους» ή κάτι άλλο αντίστοιχο. Το «κλάνω μέντες», όμως, το λέγανε τα ίδια τα παιδιά –μαζί και ο Πιοζ Νάμε– όταν ήθελαν να αποδώσουν με απόλυτη ακρίβεια κάποια απερίγραπτα συναισθήματα τρόμου, απόλυτης απειλής και παγίδευσης. Σαν αυτά που τους δημιουργούσε η αμείλικτη ματιά της Εγομόνης. Που έκρυβε μια βαθιά απειλή. Όχι μαλώματος. Ούτε φωνών και βρισιών. Αλλά κάτι πιο φοβερό και παραλυτικό, μαζί με την παγερή και αδυσώπητη απειλή εκδίωξης και απομάκρυνσης από τον παράδεισο της εύνοιάς της. Που θα σήμαινε και τον τερματισμό –για πάντα!– της φιλοξενίας τους στο σπίτι της οδού Πέρα Κότας 8. Κι αυτό ήταν η απόλυτη απειλή για τα τρία παιδιά. Το να τα εξώσουν από τον παράδεισο του λόφου Ελίκωπα. Τα παιδιά κοιτούσαν με ξεραμένο το σάλιο τους την αποτρόπαιη ματιά της Εγομόνης. Η Εγομόνη, βλέποντας τον ανείπωτο τρόμο στα γουρλωμένα μάτια τους, χαμογέλασε. Όχι από κακία. Αλλά γιατί κατάλαβε ότι το είχε παρακάνει. Ήξερε πολύ καλά η Εγομόνη τις εκφραστικές της δυνάμεις και δυνατότητες. Και ήξερε πότε και πώς να τις χρησιμοποιεί.
– Τι ακριβώς θέλεις να μάθεις, Πεσκιάλα μου; Ρώτησε η Εγομόνη γλυκαίνοντας τη φωνή της, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, σαν να ήθελε απλώς να επιβεβαιώσει τις απορίες του κοριτσιού.
Η Πεσκιάλα όμως κατάλαβε πολύ καλά ότι η επανάληψη της ερώτησης θα τους οδηγούσε σε νέες και πιο επικίνδυνες χαράδρες. Και το χαμόγελο της Εγομόνης δε σήμαινε καθόλου ότι ο κίνδυνος είχε περάσει. Κάθε άλλο…
– Τίποτα…, ψέλλισε. Απλώς αναρωτιόμασταν…
– Τι αναρωτιόσασταν πουλάκι μου; Ρώτησε η Εγομόνη με ένα γλυκό αλλά και άκαμπτο ύφος, λες και μιλούσε σε ένα διανοητικά καθυστερημένο που όμως έπρεπε να του επιβάλλει ατσαλένια πειθαρχία.
– Ο Ιμεγός αισθάνθηκε πολύ άσχημα που άφηναν μόνη της την Πεσκιάλα να βγάλει το φίδι απ’ την τρύπα.
Ξύπνησε ο ήρωας μέσα του κι αποφάσισε να βοηθήσει τη φίλη του.
…]
(Σελ. 334 από «Έχω μια δουλειά πάνω» έως σελ 335 μέχρι το τέλος «…να βοηθήσει τη φίλη του»)
Μια και μισή σελίδα μόλις σας διάβασα από το μυθιστόρημα για παιδιά «Ο Πιοζ Νάμε και οι πέντε γάτες» του Κωστή Μακρή.
Δεν την διάλεξα τυχαία, αλλά θα μπορούσα και να είχα επιλέξει κάποιες άλλες από τις σελίδες του πολυσέλιδου αυτού μυθιστορήματος.
Στόχος της επιλογής να εδραιώσω την άποψή μου για το τι εννοώ όταν λέω καλό παιδικό βιβλίο (όπως είναι ο Πιοζ Νάμε), αλλά και ακόμα πιο βαθιά γιατί αυτό το μυθιστόρημα το θεωρώ πως είναι ένα καθαρόαιμο μυθιστόρημα για παιδιά.
Λοιπόν…
1. Ένα λογοτεχνικό έργο για παιδιά πρέπει να έχει απλό τρόπο αφήγησης. Απλό, αλλά και ζωντανό* καθημερινό εν τέλει –«Έχω μια δουλειά πάνω, είπε η κυρά Τίνα Μεθέλη και την κοπάνησε αμέσως.»
Αυτό το ‘την κοπάνησε’ προσέξατε πως ενώνει τη λογοτεχνία με την καθημερινότητα;
2. Ένα λογοτεχνικό έργο για παιδιά πρέπει να ξέρει το τι σημαίνει ασεβές παιχνίδι με τις λέξεις –«Ο Ιμεγός, η Οποσίπα και η Πεσκιάλα κλάσανε μέντες…» και θυμηθείτε ακόμα όλες τις άλλες εκφράσεις που την ίδια αντίδραση δηλώνουν.
3. Ένα λογοτεχνικό έργο για παιδιά πρέπει να κρατά το ενδιαφέρον με τρόπους έντονους ακόμα κι όταν περιγράφει συνηθισμένες στιγμές – «…η αμείλικτη ματιά της Εγομόνης»
4. Ένα καλό λογοτεχνικό έργο για παιδιά πρέπει να διαθέτει πλούσιο λεξιλόγιο. Τις λέξεις και τα νοήματά τους τα μαθαίνουμε και από τη λογοτεχνία –μακάρι κύρια και πρώτιστα από τη λογοτεχνία να έφτιαχνε ένα παιδί το λεξιλόγιό του… Πόσες λέξεις νέες και πόσες –κυρίως αυτό – νέες χρήσεις γνωστών λέξεων μέσα σε μια και μισή σελίδα!
5. Ένα καλό λογοτεχνικό έργο –αν είναι για παιδιά η για μεγάλους εδώ δεν έχει και τόση σημασία- πρέπει να έχει κάτι που να αγγίζει τα όρια της προσωπικής δημιουργίας. Ο συγγραφέας του να μας πείθει πως έχει φτιάξει τον δικό του κόσμο και πως έχει στήσει τους δικούς του ήρωες. Κι εδώ έχουμε ήρωες όχι μόνο ξεχωριστούς ως προς την προσωπικότητά τους, αλλά και εντελώς ξεχωριστούς στα ονόματά τους. Σας θυμίζω κάποια από αυτά που ακούσαμε: Εγομόνη, Πεσκιάλα, Τίνα Μεθέλη…
Πολλά θα είχα να πω για το μυθιστόρημα αυτό του Κωστή Μακρή.
Είναι το πρώτο έργο ενός συγγραφέα, που ο ίδιος δεν είναι και τόσο νέος. Αυτό το γεγονός δεν το καταγράφω με διάθεση ληξιαρχική, αλλά γιατί τόσο η ηλικία του συγγραφέα όσο -και κυρίως- η βαθιά παιδεία του φαίνονται ξεκάθαρα μέσα στο έργο.
Παιδεία λογοτεχνική. Όταν ένας ενήλικος αναγνώστης με καλές γνώσεις λογοτεχνίας, διαβάσει τον Πιοζ Νάμε, θα καταλάβει αμέσως πως ο δημιουργός του έχει ουσιαστικά εντρυφήσει σε έργα κλασικά και διαχρονικά.
Και τίποτε δεν τον εμποδίζει να βάλει τον κεντρικό του ήρωα να συνομιλεί με τον Καββαδία –μήτε μια φορά δεν απαξιώνει ο Κωστής Μακρής τον αναγνώστη του κι έτσι να φροντίσει με κάποιο τρόπο να τον ενημερώσει για το ποιος είναι ο ασυρματιστής του πλοίου. Όχι, ο Μακρής ακολουθεί μια διαφορετική πορεία –φροντίζει στο νεαρό άτομο που τον εμπιστεύθηκε και πήρε να διαβάσει το βιβλίο του, να του γνωρίσει ένα ποιητή διαχρονικής αξίας και έτσι να τον προετοιμάσει για την μελλοντική ουσιαστική γνωριμία με την ποίηση του Κόλια. Με άλλα λόγια πρώτα θα γνωρίζει ο νεαρός έναν ήρωα του βιβλίου και αργότερα, κάποτε –το πότε είναι άλλου έργο- θα γνωρίσει και το Μαραμπού και τον Μαραμπού.
Το μυθιστόρημα είναι πολυσέλιδο και το διακρίνει μια χαλαρή διάθεση αφήγησης. Αλλά δεν κουράζει –δεν κουράζει γιατί διαθέτει εναλλαγή καταστάσεων και κυρίως χιούμορ.
Ακόμα υπάρχει ένα νοηματικός πυρήνας που ενεργοποιεί τη δράση και καθορίζει την ύπαρξη των προσώπων και τους ρόλους που το καθένα από αυτά θα παίξει.
Ο νοηματικός αυτός πυρήνας έχει μια ουσιαστική οικολογική διάσταση, που τον κάνει να πηγαίνει πολύ πιο πέρα από τα διάφορα οικολογικά σλόγκαν με τα οποία βομβαρδίζονται τα παιδιά μας.
Ο Κωστής Μακρής τοποθετεί τον άνθρωπο μέσα στο οικολογικό σύστημα και δεν πέφτει στο λάθος να τον ανακηρύξει ως εχθρό του.
Θέλω ακόμα να σημειώσω τον τρόπο με τον οποίο ο Κωστής Μακρής διαλέγει –πιο σωστά κατασκευάζει- τα ονόματα των ηρώων του.
Στο απόσπασμα που προηγήθηκε φαίνεται ξεκάθαρα πως το όνομα κάθε προσώπου στην ουσία εκφράζει το κύριο χαρακτηριστικό της ζωής του.
Θα μπορούσαμε να τα πούμε και παρατσούκλια, αν όμως εμβαθύνουμε κάπως περισσότερο το νόημα των ονομάτων, θα δούμε πως πάρα πολλά οφείλονται σε μια αντίστοιχη σχέση με συνθήκες και καταστάσεις.
Καλλιόπη –αυτή που έχει ωραία μάτια
Αλέξανδρος –αυτός που αποδιώχνει τους εχθρούς
Ευμορφία – αυτή που έχει όμορφη μορφή
Ιάσων –αυτός που θεραπεύει.
Να, λοιπόν, πως ο Κωστής Μακρής βάφτισε
τον Πιοζ Νάμε –αυτός που αναρωτιέται ποιος να είναι
την Εγομόνη -αυτή που αποφάσισε να είναι μόνη της
τον Ιμεγό –αυτός που πιστεύει στον εαυτό του κλπ
Φαντασία, χιούμορ, γλώσσα πλούσια, καμιά παραχώρηση σε ανόητες δήθεν παιδικότητες, πλοκή, ανατροπές, συναίσθημα.
Ο Κωστής Μακρής ξεκινά τη λογοτεχνική διαδρομή του με ένα έργο που αμέσως ξεχωρίζει.-
Πολύ ενδιαφέροντα. Χρειάζεται τελικά αρκετή φαντασία και όχι μόνο για να γράψει κανείς παιδικά. Εύχομαι Χρόνια Πολλά και Ευτυχισμένο και Δημιουργικό 2011.
ReplyDelete