Pages

31.10.18

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης «Η ιδιωτική μου αντωνυμία»


Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης
«Η ιδιωτική μου αντωνυμία»
Εκδόσεις Κίχλη



Το έκτο βιβλίο του εκ του Δήμου Πέλλας προερχόμενου πεζογράφου, Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη, είναι αυτή η συλλογή ‘μικρών πεζών’ (όπως ο ίδιος χαρακτηρίζει τα σύντομα κείμενα που απαρτίζουν το σώμα του συγκεκριμένου βιβλίου) με τον απρόσμενο τίτλο «Η ιδιωτική μου αντωνυμία».
Αντωνυμία –φροντίζει να μας ενημερώσει η γραμματική-  είναι ένα από τα κλιτά μέρη του λόγου που χρησιμοποιείται για να δηλώνει ουσιαστικό ή επίθετο που παραλείπεται (π.χ αυτός, μου, εαυτός, ποιος, πάντες, έκαστος, άλλος, δικός, τούτος, εγώ).
Και στη συνέχεια διευκρινίζει περισσότερο πως οι αντωνυμίες χωρίζονται σε 9 υποκατηγορίες:
προσωπικές (εγώ, εσύ, εμείς, εσείς)
δεικτικές (τούτος, εκείνος)
οριστικές (αυτός)
κτητικές (μου, σου, μας, σας)
αυτοπαθείς (σ' αυτόν)
αλληλοπαθητικές (αλλήλων, αλλήλοις, αλλήλους)
ερωτηματικές (πόσο, ποιος)
αόριστες (πάντες, έκαστος, άλλος, έτερος)
αναφορικές (ό,τι, όσος)
Σε αντίστοιχα εννέα μέρη και ο Χατζημωυσιάδης χωρίζει τη συλλογή των μικρών πεζών.
Όλα μαζί αποτελούν μια άτυπη –ίσως όμως και απολύτως ουσιαστική- καταγραφή της αυτοβιογραφίας του.
Είναι, βέβαια, ασυνήθιστο ένας άντρας 48 χρονών (ο Χατζημωυσιάδης γεννήθηκε το 1970) να γράφει τη βιογραφία του. Κάτι τέτοιο αναμένει κανείς να γίνεται από άτομο που  βαδίζει προς το γέρμα του βίου του.
Όμως η πέμπτη δεκαετία της ζωής μας είναι με τον δικό της τρόπο καίρια –σηματοδοτεί το πέρας της συλλογής  εμπειριών και την αρχή μιας βαθύτερης επεξεργασίας τους.
Οπότε και πολύ εύστοχος ο τίτλος – «Η ιδιωτική μου αντωνυμία». Με άλλα λόγια μια προσωπική επιλογή μικρών λεπτομερειών που στην καθημερινότητα παραλείπονται (ναι, ιδιωτικές αντωνυμίες!).
Δεν μπορώ παρά να παραθέσω τους στίχους από το ποίημα του Ουράνη  «Nel mezzo del' cammin» (εμπνευσμένους ασφαλώς από τις πρώτες γραμμές της ‘Κόλασης’ του Δάντη)...
 Να 'μαι κ' εγώ στο μέσο της ζωής μου,
μα δάσο σκοτεινό δε βλέπω μπρος μου
κι ούτε το φάντασμα του Βιργιλίου,
να γίνει παραστάτης κι οδηγός μου.
Ούτε δάσο, ούτε φάντασμα! Μονάχα
μια πένθιμη ερημία που με παγώνει.
'Οσο βαδίζω, τόσο και πλαταίνει
της σιωπής ο κύκλος που με ζώνει...
Σαν ξένη, σαν απίθανη ιστορία
σ' ένα παλιό βιβλίο ιστορημένη
και που θαμπά την κράτησεν η μνήμη ―
όλη η ζωή μου, τώρα, η περασμένη.
Αυτή λοιπόν την ζωή που κάπως θαμπά κρατά η μνήμη, ο Χατζημωυσιάδης αναζήτησε τρόπους να της δώσει  συγκεκριμένο σχήμα και ουσιαστικό βάθος. Και την έκανε λογοτεχνία.
Σε εννέα μέρη χώρισε τα κείμενα. Ακριβώς όσες είναι και οι κατηγορίες των αντωνυμιών.
Κι έτσι στην πρώτη διακρίνει κάτι από άλλα παρόμοια (οριστική αντωνυμία), στη δεύτερη αναζητά αυτό το κάτι σε ποιον ανήκει (κτητική αντωνυμία), στη συνέχεια φανερώνει το τι δείχνει αυτό το κάτι (δεικτική αντωνυμία) και ακολουθούν κείμενα που μιλούν για αντικαταστάσεις (προσωπική αντωνυμία), αμοιβαίες ενέργειες (αλληλοπαθής αντωνυμία), κείμενα που θέτουν ερωτήσεις (ερωτηματική αντωνυμία), πεζά που δεν τολμούν ξεκάθαρα να δώσουν όνομα στη μνήμη (αόριστη αντωνυμία), προτάσεις αναζήτησης δευτερευουσών καταστάσεων (αναφορική αντωνυμία) και τέλος η ολοκλήρωση της εμπειρίας (αυτοπαθής αντωνυμία).
Με μια τέτοια, λοιπόν, δόμηση ο αναγνώστης της συλλογής από τη μια γνωρίζει  τον ψυχικό κόσμο όχι  βέβαια μόνο του συγγραφέα, αλλά και κυρίως, ενός μέσου άνδρα που γεννήθηκε στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου και έχει εισέλθει στον 21ο χωρίς να μπορεί να συμβιβαστεί με όλες αυτές τις αλλαγές σε αξίες και συναισθήματα που συντελούνται και από την άλλη αναγνωρίζει (ασχέτως συγκεκριμένης ηλικίας) και δικές του εμπειρίες –πράξεις, σκέψεις, αντιδράσεις, απογοητεύσεις, ενοχές και ελπίδες.
Πάντα –ας το σημειώσω και με αυτόν τον τρόπο- οι αντωνυμίες χρησιμοποιούνται με ιδιωτική διάθεση
Τα κείμενα της συλλογής μπορούν να διαβαστούν το ένα μετά το άλλο, μπορούν και μεμονωμένα, σε όποια σειρά. Αποτελούν όλα τους ολοκληρωμένα λογοτεχνικά μπονζάι. Σπαραχτικά τις περισσότερες φορές…
Άλλωστε, κάπου σε μια από τις τελευταίες αυτοπαθείς αντωνυμίες, διαβάζουμε:
«… γράφω πάει να πει αλητεύω. Κατά προτίμηση τις νύχτες. Όταν γδύνω τις αναμνήσεις»

Πρώτη ανάρτηση:
http://fractalart.gr/i-idiwtiki-mou-antwnymia/?fbclid=IwAR1pOmWBSV-EABiFwFpNxazMsB-oLaoNUqYOwjdkekVKt58iiGG_aBoTpHM

Ο Φωκιών ή ο «Θούριος» γραμμένος στο σήμερα….





της Βασιλικής Ρεσβάνη
Εκπαιδευτικός, Υπ. Διδ. Παν/μίου Πατρών

«Ο Φωκίων δεν ήταν ελάφι», ένα βιβλίο διαχρονικό, γραμμένο και αφιερωμένο με την αγάπη και την έγνοια του γονιού που θέλει να ιστορήσει με τρόπο εύληπτο και κατανοητό στο παιδί του αξίες, ιδανικά…. Να εμπνεύσει.
Ο Φωκίων δεν ήταν ελάφι,  αλλά ένα παιδί που είχε μάθει από τους γονείς του να είναι ελεύθερο και να κρίνει όσα βλέπει. Ο Φωκίων παρόλο που ζούσε σε μια κοινωνία που δεν την κατανοούσε, δεν τον εξέφραζε, ήταν ωστόσο ελεύθερος. Έπαιρνε πρωτοβουλίες, σκεφτόταν… Όσο και να θέλεις να περιχαρακώσεις ένα ελεύθερο πνεύμα, μια ψυχή που πάλλεται στους ρυθμούς της Ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, δεν θα το πετύχεις. Ο Φωκίων είναι σαν… ένα ελάφι. Μοναδικός, διαφορετικός, σπάνιος και παράλληλα γρήγορος, ενεργεί χωρίς φραγμούς και θέλει να παρατηρεί τα πάντα.
«Βλέπει» ότι πρέπει να δράσει, να βοηθήσει το συνάνθρωπό του που τον έχει ανάγκη.
Ξέρει ότι θα υπάρξουν επιπτώσεις αν δεν ακολουθήσει το σύστημα που όλοι οι άλλοι άβουλα υπηρετούν για να μην δεχθούν τις συνέπειες.
Αισθάνεται την προδιαγεγραμμένη πορεία αν αντισταθεί στην αδικία
Επαναστατεί κάνοντας έρανο για να βοηθήσει, αλλά αυτό επιφέρει την φυγή…
Φεύγει ο Φωκίων κυνηγημένος από αυτό που προκάλεσε ο ίδιος.
Αποφασίζει να βρει τη χώρα με το Μεγάλο Σχολείο.
Θυμάται πάντοτε τα λόγια του πατέρα του «Μια μέρα θα ζούμε ελεύθεροι!» (σ.13
Μαθαίνει μέσα από την περιπλάνησή του για να βρει τη δασκάλα του, την Βάγια Κουκουβάγια, (όπως οι γονείς του τού είχαν πει), ότι πολλοί λαοί σε άλλες χώρες δοκιμάζονται με πόλεμους.
Επιστρέφει στον τόπο του με νέες ιδέες, γνώση, με εμπειρία.
Οι συμβολισμοί (σε αυτό το παραμύθι που γράφτηκε πριν 40 χρόνια και μάς προσφέρθηκε από τον Μάνο Κοντολέων τόσο όμορφα σε αυτή την νέα του εκδοχή) είναι πάρα πολλοί.
Ο Φωκίων ζει σε μια χώρα όπου οι άνθρωποι επικοινωνούν με τα ζώα,  αλληλοεπιδρούν. Ο Φωκίων είναι φίλος με τον Αλέξη το πιστό και αγαπημένο του άλογο. Ο ενήλικος αναγνώστης βρίσκεται σε ένα διαρκές παιχνίδι διερεύνησης των χαρακτηριστικών των ζώων και πως εμπλέκονται με την ροή της ιστορίας. Οι γύπες, φρουροί της άρχουσα; τάξης, οι κίσσες σπιούνοι του συστήματος, αλλά και ο Λευτέρης ο σπουργίτης και το περιστέρι (καθόλου τυχαία η επιλογή και ο συμβολισμός).
Μέσα από τους συμβολισμούς αυτούς ο αναγνώστης  μπορεί να δει μεγάλα ιστορικά γεγονότα που συνέβησαν στην Ελλάδα - Χούντα, Πολυτεχνείο, εισβολή στην Κύπρο. Αδικία, πείνα, πόλεμος, σφαγές, καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων…
Ίσως αυτό το ΔΕΝ που έχει προστεθεί στον τίτλο του βιβλίου να είναι μια διαπίστωση της ωριμότητας του συγγραφέα ο οποίος δανειζόμενος στίχους του Τάσου Λειβαδίτη «Αν θέλεις να λέγεσαι άνθρωπος…» μας προτρέπει να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε.
ΔΕΝ πρέπει να τα περιμένουμε όλα από άλλους.
ΔΕΝ πρέπει να συνεχίζουμε κάτι που δεν είναι σωστό απλώς για να μην αντισταθούμε και δεχθούμε επιπτώσεις. 
Παρόλο που το ΔΕΝ αποτελεί αρνητικό σύνδεσμο στην γραμματική, στο βιβλίο αυτό αποτελεί προτροπή για αγώνα.             Μην αφήνεστε στο λήθαργο του ότι όλα είναι καλά ή έτσι πρέπει να είναι. Σκεφτείτε…. Μελετήστε… Αναζητήστε τη Βάγια Κούκουβάγια με όποια μορφή έχει σήμερα - διαδίκτυο, λογοτεχνικά βιβλία, δάσκαλοι.
Πλούσιο το παραμύθι αυτό σε αλληγορίες και συμβολισμούς. Ο Μάνος Κοντολέων άλλωστε δεν δίνει ποτέ ξεκάθαρα τις ιδέες που θέλει να πει μέσα από τα έργα του. Είναι αυτό το διαρκές παιχνίδι αλληλεπίδρασης με τον αναγνώστη αλλά και με τους ήρωες των βιβλίων του. Συνομιλεί μαζί τους και μαζί μας. Μας κλείνει το μάτι σίγουρα όταν καταλαβαίνουμε όσα θέλει να μας μεταφέρει.
Ένα παραμύθι διαχρονικό, γραμμένο από ένα συγγραφέα  που ξέρει καλά πώς να μας μεταφέρει στο χτες μέσα από μια σύγχρονη ματιά. Ένα επαναστατικό κείμενο αφύπνισης ή ένας άλλος «Θούριος» όσο κι αν είναι επαναστατικό και ριψοκίνδυνο να τα συνδέει κανείς στις μέρες μας….

Πρώτη ανάρτηση: