Pages

22.12.21

Οι σκιές της Κλυταιμνήστρας" στο fractal

 

Έρωτας κι εξουσία

Γράφει η Νάντια Τράτα //

 

“Οι σκιές της Κλυταιμνήστρας” του Μάνου Κοντολέων, Εκδόσεις Πατάκη

 

«Η ύπαρξη των υπαρκτών είναι ένα ενεργούμενο πώς, όχι ένα συντελεσμένο τι. Ενεργείται η ύπαρξη, γίγνεται. Τη συνιστούν σχέσεις, είναι πραγματικότητα σχέσεων.».

Οντολογία του προσώπου, Χρήστος Γιανναράς

Το πρόσφατο λογοτέχνημα του Μάνου Κοντολέων «Οι σκιές της Κλυταιμνήστρας» είναι ένα έργο βαθιά ψυχογραφικό, ουσιαστικά φιλοσοφικό, ερευνά σύγχρονους κοινωνικούς προβληματισμούς πιάνοντας το νήμα από την αρχή, από την ανατολή της ανθρώπινης σκέψης, πέρα στα βάθη των αιώνων καθώς οι τραγικοί συγγραφείς καταπιάνονται με τα πάθη και τους πόθους της ανθρώπινης φύσης όπως εκδηλώνονταν τότε, όπως εξακολουθούν να εκδηλώνονται ακόμη. Στο χθες βρίσκεται η αλήθεια του σήμερα, κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι η τραγικότητα, όσο και αν προσπαθούμε να την ξορκίσουμε και να αποτινάξουμε το θλιβερό της αγκάλιασμα, ακολουθεί σα σκιά τα βήματα του ανθρώπου καθώς δρασκελίζει το χρόνο, καθώς φορτώνεται με τα όποια καλούδια της προόδου και της επιστήμης, μα η ουσία της φύσης μας παραμένει αρχέγονη, γήινη, τα ένστικτά μας χαραγμένα με φωτιά στους κρίκους της αλυσίδας του DNA μας ενώνουν αέναα με τα προγονικά μας πνεύματα και, την ίδια στιγμή, γίνονται προάγγελος των μελλούμενων, άγνωστων εν πολλοίς, τόσο οικείων, από την άλλη.

Ο Μάνος Κοντολέων, άξια πολυβραβευμένος και ιδιαίτερα αγαπητός, αποτελεί ιδιαίτερο κεφάλαιο στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία, grand maître της συγγραφής για κάθε κοινό, μεστός, ουσιαστικός, ευθύβολος μα πάνω απ’ όλα ένας αισθαντικός αφηγητής της περιπλάνησής μας σε τούτη εδώ τη γη, ειλικρινής μα και καλοπροαίρετος σχολιαστής της ανθρώπινης φύσης καθώς με κάθε του έργο καταθέτει μία εμπεριστατωμένη θέση με την οποία μετουσιώνει σε πάλλουσα λογοτεχνία τους κοινωνικούς/ψυχολογικούς/ηθικούς προβληματισμούς και αναζητήσεις του, χαρίζοντας στον αναγνώστη απλόχερα την πιο ρεαλιστική απεικόνιση της ανθρώπινης συνθήκης.

Στο τελευταίο του έργο «Οι σκιές της Κλυταιμνήστρας», ο συγγραφέας με τόλμη αλλά και μία ιδιαίτερη διαίσθηση, ανασύρει μέσα από τις σκιές τους ήρωες και τις ηρωίδες του. Δύο τα κυρίαρχα πρόσωπα, μία βασίλισσα (αλλά και σύζυγος, μητέρα, ερωμένη, κόρη και αδελφή) και ένας διάδοχος (αλλά και γιος και αδελφός και φίλος και εραστής), η Κλυταιμνήστρα και ο Ορέστης, θύτες και θύματα, θύτες και ταυτόχρονα θύματα, η έννοια της θεατρικής μάσκας με λογοτεχνικούς όρους και η δυναμική της συγγραφικής σκέψης που επιτρέπει την εναλλαγή ρόλων ανάλογα με τις κοινωνικές συμβάσεις εντός των οποίων κινούνται οι ήρωές του. Η Κλυταιμνήστρα, συζυγοκτόνος βασίλισσα, έχει ήδη βιώσει τη δολοφονία του πρώτου της συζύγου και του νεογέννητου γιου της, έχει χάσει την κόρη της Ιφιγένεια, θυσία στο βωμό από τον αιμοδιψή, αδίστακτο Αγαμέμνονα, προσωποποιεί για πρώτη φορά τον διπλό ρόλο του θύματος και του θύτη καθώς δεν έχει άλλο τρόπο να διεκδικήσει το δικαίωμά της στον πόνο ως πληγωμένης μητέρας και προδομένης συζύγου παρά μόνο αναλαμβάνοντας να εκφράσει με τον πλέον βίαιο τρόπο το μίσος της για τον βασιλιά αλλά και τον κόσμο που την περιβάλλει.

Το ασυνείδητο περνά και γίνεται συνείδηση, μία βασίλισσα χωρίς το βασιλιά της για δέκα έτη, η Κλυταιμνήστρα διοικεί με σθένος, ο Αίγισθος είναι μία παγιωμένη κατάσταση εξουσίας (αρσενικό-θηλυκό) και όχι αναγκαιότητα, η ίδια αποτελεί «παραφωνία» στο  κοινωνικό περιβάλλον της εποχής της, αταίριαστο θηλυκό όχι μόνο εξαιτίας της αδυσώπητης μοίρας που επιφυλάσσει στον Αγαμέμνονα αλλά, κυρίως γιατί κρύβει μέσα της μία δύναμη σχεδόν αρρενωπή, διακρίνεται από μία επιδραστική ρητορική ικανότητα που μάλλον χαρακτήριζε τους άρρενες ήρωες της εποχής της, μία αδιασάλευτη αποφασιστικότητα έως τέλους, καθώς με λόγια γεμάτα πειθώ παρασύρει τον βασιλιά της στο χαμό που του επιφυλάσσει, τον πληρώνει με το ίδιο νόμισμα, ασκεί την τέχνη της εξαπάτησης με τον πλέον ικανό τρόπο, δολοπλοκεί ασύστολα, λόγια λιγοστά, μια καρδιά που έμαθε να δίνει τα ελάχιστα. Εκεί, ανάμεσα στο αιώνιο δίπολο έρωτα και εξουσίας, στο ανταριασμένο ταίριασμα που, όπως ο Jung μας υπενθυμίζει, μοιάζουν ασυμβίβαστοι πόλοι, επιτελείται η αποδόμηση όλων των πολυσχιδών σχέσεων της Κλυταιμνήστρας, διαλύονται όλοι οι ρόλοι για να μείνει μόνο ένας: συζυγοκτόνος. Δίπλα του όμως στέκει ακόμη ένας : μάνα χαμένη από το χέρι του αγαπημένου της γιου…..

Ξαναδιαβάζοντας την ηρωίδα μέσα από το έργο του Μάνου Κοντολέων, ο αναγνώστης του σήμερα αφουγκράζεται πλέον πολλά περισσότερα : η Κλυταιμνήστρα γίνεται σύμβολο μίας μοίρας από την οποία αδυνατεί να ξεφύγει, βαθιά ριζωμένος μέσα της ένας πόνος που έρχεται από πολύ μακριά, μία απελπισία που δεν βρίσκει ανάπαυση στη λήθη αλλά επανέρχεται καθημερινά σε έναν κόσμο που ακόμη και η μητρότητα έρχεται σε δεύτερη μοίρα καθώς τα παιδιά ανήκουν στον πατέρα, η αδικία, η δυστυχία, η καταπίεση οπλίζουν το χέρι της Κλυταιμνήστρας, η βία της οποίας εναντιώνεται στην αρσενική κυριαρχία, στην οικογενειακή αδιαφορία, στη σκληρότητα. Δίνοντας μία αιματοβαμμένη απάντηση στο κάλεσμα της μοίρας της, παίρνει στα χέρια της τον κόσμο που ήδη την έχει τοποθετήσει σε μία θέση αναγκαστικής χηρείας. Πόσο δρόμο πρέπει να διανύσει το θηλυκό γένος, πόσα δάκρια πρέπει να χυθούν, πόσο πόνο θα πρέπει να αντέξει για να καταφέρει να διατρανώσει την αυτοδιάθεσή της, να διεκδικήσει τη θέση που κάθε φορά δικαιούται στη διανομή ρόλων, να πάψει να είναι το θύμα μίας σκληρής μοίρας που τσακίζει ευασθησίες, όνειρα, τρυφερότητα, νοιάξιμο; Με ποιον τρόπο μπορεί κάθε Κλυταιμνήστρα να περισώσει το μυαλό της από την απόγνωση, να ξεφύγει από την αρπαγή μίας μέγγενης που τη συνθλίβει αφού, πρωτύτερα, την εξαθλιώσει συναισθηματικά;

Δίπλα στην Κλυταιμνήστρα και στους ίσκιους που την πλαισιώνουν, ο Μάνος Κοντολέων σκύβει με ενδιαφέρον δίπλα σ’ έναν άλλο ήρωα: τον Ορέστη, αυτόν που θα σηκώσει στους ώμους του το βάρος της εκδίκησης για το φόνο του Αγαμέμνονα, ερμηνεύοντας διπλά την ιδέα μίας βίας που οι σπείρες της κόβουν σα μαχαίρι, κρύβοντας στα πιο μύχια μέρη της ψυχής την δική του εκδοχή: πόσο ελεύθερος μπορεί να είναι ο πρίγκηπας/διάδοχος του φονευμένου βασιλιά, υπάρχει περίπτωση να μπορέσει να προβάλλει τη δική αυτοδιάθεση αφού σπρώχνεται να γίνει ό,τι δεν φαντάστηκε ο ίδιος ποτέ, μητροκτόνος;

 

Μάνος Κοντολέων

 

Στις σκιές κρύβεται καθώς νιώθει άβολα μέσα στον κόσμο, διπλός ο λογισμός του, η απώλεια τον βαραίνει, είναι έτοιμος, υπό καθεστώς πίεσης, να κάνει οτιδήποτε, ένας «μικρός» αδερφός κάτω από την επήρεια της μεγάλης αδελφής, η Ηλέκτρα καθοδηγεί σκέψεις και συναισθήματα. Ο Μάνος Κοντολέων δραματοποιεί την παιδική του ηλικία, έμαθε να υποδύεται το ρόλο αυτού που πρέπει να είναι, αυτού που περιμένουν από αυτόν να γίνει, υπάρχουν πολλά για τα οποία ο Ορέστης αποφασίζει να σωπάσει, εύκολα γίνεται όργανο εκείνων που είναι στη μοίρα τους να διατάζουν.

Σε πρώτο πρόσωπο ο Ορέστης μιλά, σε τρίτο πρόσωπο η Κλυταιμνήστρα αφηγείται, η ιστορία της ιδωμένη μέσα από τις σκιές της, εκείνος καταγράφει, παρατηρεί, αναμένει, εκτελεί, κρατά τον άμεσο λόγο για τον εαυτό του. Συγγραφέας που αγγίζει με σεβασμό τη γυναικεία ψυχή, εδώ νοιάζεται και για τον Ορέστη που παραμένει σε μία κατάσταση παρατεταμένης εφηβείας, ένας γιος που ποτέ δεν μεγάλωσε, με το σπαθί εκδικείται για τον πατέρα, κοντά στη μεγάλη αδελφή αναζητά παρηγοριά, ανδρώνεται βίαια, δεν χρειάζεται να πολυσκεφθεί, ενεργεί χωρίς δεύτερη σκέψη. Μόνιμη συντροφιά του μία βαθιά αίσθηση μοναξιάς, μοιάζει να μην ανήκει στον κόσμο αυτό, η συνειδητοποίηση, εκ των υστέρων, του κρίματός του, ολοένα τον σπρώχνει στη θλίψη. Φαίνεται πως κατά βάθος, πειθήνιο όργανο είναι και αυτός των καταστάσεων που επιβάλλονται έξωθεν, σφαλερή η στάση του, η ψυχή του ανάπαυση δεν βρίσκει καθώς ο κύκλος του αίματος τον βυθίζει στην απελπισία.

Έργο εκπληκτικής δύναμης, πρωτότυπο στη σύλληψη και φορτισμένο συγκινησιακά, παίρνει τους δύο ήρωες από το χέρι για να τους οδηγήσει στο φως, καταυγάζοντας την τραγικότητά τους από μία νέα οπτική. Ποια η πορεία τους, ποιο το εσωτερικό τους άχθος, ποιο το αθεράπευτο τραύμα τους, ποια η ανερμήνευτη ροπή τους προς το κακό; Τιμωροί και τιμωρούμενοι την ίδια στιγμή, αέναα παγιδευμένοι στη θανάσιμη παγίδα της εκδίκησης….σιωπηλός ο  πόνος τους, ηχηρή η πράξη τους, καταδικασμένοι αιώνια σ’ εκείνο το τελευταίο βλέμμα…..τι είδε άραγε ο ένας στα μάτια του άλλου, ποια καρδιά μάτωσε πρώτη εκείνη προτού το κορμί στάξει το αίμα του; Ένας κόσμος καταπιεσμένος που ξεσπά, οργή χωρίς όρια, θυμός χωρίς αντίκρισμα, σιωπή που ηχεί υπόκοφα, ρόλοι που προβάρονται χωρίς παραγγελία, μία κοινωνία που επιτάσσει και ένας κόσμος που υποτάσσεται, η εξουσία μέσα από τα πολλά της πρόσωπα και η ασύμπτωτη κατάληξη όσων βρίσκονται μπλεγμένοι στον ιστό της αποκαλύπτονται στον αναγνώστη με την αφοπλιστική ειλικρίνεια ενός αρχαίου στη σύλληψη αλλά απόλυτα σύγχρονου στην εκτέλεση δράματος.

 

«Αφού ο Χρόνος είναι το αίμα των ζωντανών, η Αιωνιότητα θα πρέπει να είναι το αίμα ίσκιων.».

Φωτιές, Marguerite Yourcenar

Τα φαντάσματα του Ντέμιν

 


Τον Μάιο 1945, αμέσως μετά την πτώση του Βερολίνου και την ολοκληρωτική κατάρρευση του Γ’ Ράιχ, στην πόλη Ντέμιν στο γερμανικό κρατίδιο του Μεκλεμβούργου – Πομερανίας, έλαβε χώρα η μεγαλύτερη ομαδική αυτοκτονία στην ιστορία της Γερμανίας.

Περίπου 900 – 1.000 κάτοικοι της μικρής αυτής κωμόπολης αφαίρεσαν οι ίδιοι τόσο τις ζωές τους όσο κι αυτές των οικογενειών τους, καθώς υπήρξε μια μαζική υστερία για τα αντίποινα που πιθανολογούσαν πως θα αντιμετώπιζαν από τον προελαύνοντα Σοβιετικό Στρατό.

Αυτό το σχεδόν άγνωστο στους πολλούς γεγονός και που στην ουσία ακόμα πλήρως δεν έχει διευκρινισθεί, χρησιμοποιεί ως βάση για το πρώτο της μυθιστόρημα η νεότατη γερμανίδα συγγραφέας Βερένα Κέσλερ.

Η υπόθεση εξελίσσεται στις μέρες μας και η κεντρική ηρωίδα του έργου, η ανήσυχη έφηβη Λάρι, αναζητά τον δρόμο που θα την οδηγήσει στην τοποθέτηση του εαυτού της μέσα σε ένα οικογενειακό όσο και κοινωνικό περιβάλλον που σκιάζεται από το γεγονός εκείνο της ομαδικής αυτοκτονίας των κατοίκων της κωμόπολης.

Η Κέσλερ δεν στέκεται στις ερμηνείες (φόβο ή ενοχές) που μπορεί να έκαναν  τόσους ανθρώπους να αναζητήσουν τον θάνατο.

Αφήνει το παρελθόν να υπάρχει ως ένα σκοτεινό νέφος που καλύπτει τον τόπο. Μα κάτω από αυτό το νέφος μπορεί μεν να εξακολουθούν να ζούνε μερικοί ακόμα από τους επιζήσαντες της ομαδικής παράκρουσης (όπως η γηραιά γειτόνισσα της Λάρι, που σε βαθύ γήρας και καθώς ετοιμάζεται μετακομίσει σε οίκο ευγηρίας, αποχαιρετά μνήμες και στο τέλος με καθυστέρηση εβδομήντα περίπου χρόνων επιλέγει και αυτή την αυτοκτονία), αλλά ζούνε πλέον και νέοι άνθρωποι που έχουν δει την ζωή τους να αλλάζει.

Η Γερμανία είναι και πάλι ενωμένη, οι περισσότεροι από εκείνους που μεγάλωσαν στην ανατολική πλευρά της προσπαθούν να συντονίσουν τα προσωπικά τους και επαγγελματικά τους βήματα μέσα στις νέες συνθήκες και οι νεότεροι, όπως η Λάρι και ο φίλος της ο Τίμο, από τη μια αναζητούν στη φυγή μια διέξοδο, ενώ από την άλλη δεν μπορούν τουλάχιστον εύκολα να αποκοπούν από ένα παρελθόν που αποτελεί για τους ίδιους στοιχείο της βαθύτερης ψυχοσύνθεσής τους.

Η αφήγηση είναι βασικά πρωτοπρόσωπη -η Λάρι αφηγείται τον χωρισμό των γονιών της, τον πόνο από το ατύχημα που της στέρησε τον μεγάλο της αδελφό, τις σχέσεις που την συνδέουν με την πιο στενή της φίλη, το ερωτικό σκίρτημα που της ξυπνά ο Τίμο, την ασυνείδητη εξάρτησή της από το ίδιο το γεγονός του θανάτου.

 

Βερένα Κέσλερ

 

Ενδιάμεσα, μεσολαβούν, τριτοπρόσωπες αφηγήσεις για τις αναμνήσεις και τις τελευταίες στιγμές της γηραιάς κυρίας που είχε διαφύγει η ίδια από την ομαδική αυτοκτονία.

Με αυτή την τεχνική, η Κέσλερ περιγράφει τη βαριά σκιά του παρελθόντος και την προσπάθεια να ξεκινήσουν όλα από την αρχή.

Αισθαντική γραφή, ιδιαίτερα επιτυχημένη τόσο στις περιγραφές των αντιδράσεων των εφήβων, όσο όμως και των συναισθημάτων των ενηλίκων.

Ένα πολύ καλό δείγμα μυθιστορήματος cross over που με τεχνική αξιοπρόσεχτη μετέφερε στη γλώσσα μας η Δέσποινα Κλεομβρότου.

19.12.21

"Οι σκιές της Κλυταιμνήστρας" -η Τέσυ Μπάιλα στην καθημερινή της Κυριακής (19/12/2021)

 


Κοιτάζοντας κατάματα τις σκιές

 

Της Τέσυς Μπάιλα

 

«Ένας θάνατος που διαρκεί ολόκληρη ζωή μια ζωή που πριν αφανιστεί έχει αποκτήσει την ακαμψία του θανάτου».

Μια σπαρακτική ομολογία για την αγωνία της ανθρώπινης περιπέτειας, την τελική αναμέτρηση με τον μεγάλο νικητή, τον θάνατο, την εξουσία, τον έρωτα και εν τέλει το ίδιο το πεπρωμένο είναι το νέο βιβλίο που υπογράφει ο Μάνος Κοντολέων, με τίτλο Οι σκιές τη Κλυταιμνήστρας από τις εκδόσεις Πατάκη. Έμπειρος συγγραφέας ο Μάνος Κοντολέων, με μια τεράστια συγγραφική παρακαταθήκη, ιχνηλατεί τις σκιές εκείνες που ακροβατούν στην ψυχή και καθορίζουν τη μοίρα, υπογράφοντας ένα κείμενο απόλυτα σύγχρονο και διαχρονικό. Ορμώμενος από τη διαχρονικότητα που ενυπάρχει στους ήρωες που γνωρίσαμε από τα Ομηρικά έπη στέκεται με δεξιοτεχνία απέναντι στα λογοτεχνικά εκείνα πρόσωπα που συνομιλούν με την αθανασία και φέρνει στην επιφάνεια τόσο τις λεπταίσθητες ψυχικές τους διακυμάνσεις απέναντι στα γεγονότα που σημάδεψαν την πορεία τους στο ορφικό μεταίχμιο της τραγωδίας όσο και την ιδεολογική, πολιτική και εν τέλει κοινωνική διάσταση των γεγονότων αυτών.

Με εντιμότητα, απαράμιλλη αφηγηματική μαεστρία και ηδυσμένο λόγο ο συγγραφέας αναπλάθει και ανασυστήνει ήρωες γνώριμους, δίνοντάς τους μια σύγχρονη φωνή, ώστε να αναφανούν οι αρχαίοι συμβολισμοί και να συντελεστεί η ξεκάθαρη σύνδεσή τους με τη σημερινή εποχή.

Το δίπολο των πρωταγωνιστικών χαρακτήρων που δημιουργούν η Κλυταιμνήστρα και ο Ορέστης γίνεται η αφορμή για να αναδυθεί στο κείμενο η δύναμη των παθών, η εξελικτική πορεία μιας σχέσης που διαποτίζεται από το αίμα των επιλογών και καθορίζει τα αίτια και τα αιτιατά που συνδέουν θύτες και θύματα. Άνθρωποι που μετατρέπονται σε αθύρματα της εξουσίας, της μισαλλοδοξίας και των προσωπικών τους παθών, αφού «Μόνο πάθη καθορίζουν τον ρυθμό των βημάτων» τους. Πάθη σκοτεινά, δυσοίωνα, απειλητικά.

Ο Κοντολέων βουτά στα μαιανδρικά νερά των παθών αυτών που ταλανίζουν τους ήρωές του και δονούν συθέμελα τη ζωή τους. Γίνεται και ο ίδιος μια σκιά ανάμεσα σε εκείνες που τους βασανίζουν και, αφομοιωμένος στον κόσμο τους, αφουγκράζεται τις πιο κρυφές τους σκέψεις. Αργοσαλεύει εντός τους, ανασκαλεύοντας τα σωθικά τους. Για να ανακαλύψει και ο ίδιος το ιδεολογικό πρόσημο των επιλογών τους. Στο ζοφερό τους σύμπαν αναζητά να ανακαλύψει το κρυμμένο φως των ηρώων του. Να μάθει αν τελικά υπάρχει μέσα τους έστω και λίγο—ο ίδιος είναι βέβαιος πως πράγματι υπάρχει—και  θα τους καταστήσει ικανούς να αντιμετωπίσουν τη μοναξιά και την καταπίεση, τη φθορά της φιλοδοξίας και το έρεβος που φέρει μια ζωή όταν τη συνοδεύει ακροπατώντας πίσω της ο θάνατος.

Στο έργο του Κοντολέων η Κλυταιμνήστρα γίνεται το σύμβολο της αμετάκλητης και ανελέητης μοίρας που την παρασύρει από την ανασφάλεια και τη μοναξιά στο πάθος και εν τέλει στην τραγική οδύνη ενός θανάτου σπαρακτικού από τα χέρια του γιου της. Και ο Ορέστης, θύμα και ο ίδιος αυτής της μοίρας, καταποντίζεται στα κολοσσιαία βάραθρα μιας δραματικής κόλασης, αυτής που θα τον μετατρέψει σε θύτη και θα οπλίσει το χέρι του με το μαχαίρι της μητροκτονίας. Αλλά πρώτα θα σφαγιάσει τον ίδιον και θα τον τυλίξει «στη σκοτεινιά των σκέψεών του».

Η τριτοπρόσωπη αφήγηση της Κλυταιμνήστρας εναλλάσσεται με την πρωτοπρόσωπη του Ορέστη σε ένα κρεσέντο γλωσσικής αισθητικής που άλλοτε με σπαρακτικό ρεαλισμό και άλλοτε με έναν υποδόριο λυρισμό συνθέτει ένα κείμενο που βρίθει συμβολισμών και αλληγοριών, με αφορμή τα πάθη της οικογένειας των Ατρειδών, επικεντρωμένο ωστόσο στις επιλογές εκείνες που οδηγούν μια γυναίκα στη δολοφονία του άντρα της και έναν γιο στην εκτέλεση της ίδιας του της μητέρας. Σε ένα παιχνίδι εξουσίας και ερμηνείας των έμφυλων ταυτοτήτων και των ρόλων τους στην πορεία του κόσμου. Και για να το πετύχει αυτό ο συγγραφέας δεν καταγράφει απλώς την ήδη γνωστή ιστορία. Κάτι τέτοιο δεν του αρκεί. Μελετά και καταβυθίζεται σε μια σειρά ιστορικών και λογοτεχνικών πηγών που, αν και παραμένουν αθέατες κατά την αφήγηση, διαπερνούν το κείμενο ωσμωτικά αναδεικνύοντας έτσι τη συγγραφική δεξιοτεχνία.

Για μια ακόμη φορά ο Κοντολέων κρίνει το παρόν  μέσα από την αναγωγή του στο παρελθόν, στηριζόμενος στον ομηρικό μύθο εξετάζοντάς τον στο πλαίσιο μιας σύγχρονης οπτικής. Και αγκαλιάζει τους αρχαίους ήρωες φωτίζοντας τις αξίες που διαχρονικά φέρουν για να τους τοποθετήσει στις σύγχρονες κοινωνίες και να στηλιτεύσει την παρακμή τους υπογράφοντας ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα.

 

 


15.12.21

"Οι σκιές της Κλυταιμνήστρας" - Η Διώνη Δημητριάδου στο fractal

 Η Διώνη Δημητριάδου στο fractal

Η μυθική περσόνα ή η γυναίκα Κλυταιμνήστρα; Το νέο μυθιστόρημα του Μάνου Κοντολέων, με αφορμή τη μορφή που έπλασε τραγικά το αρχαίο δράμα, παρουσιάζει με σύγχρονα υλικά τη δική του Κλυταιμνήστρα προσφέροντας τη σημερινή της (ή μήπως τη διαχρονική της;) εικόνα, όπως η κάθε εποχή με τα δικά της μέτρα την ερμηνεύει, Γήινη τη θέλει την ηρωίδα του, με πάθη να ορίζουν την πορεία της, με σαφή επίγνωση της θέσης της και του ρόλου της ομοίως μέσα στην ανδροκρατούμενη κοινωνία. Ανθρώπινη ταυτόχρονα, πιόνι μιας μοίρας προκαθορισμένης που υπερβαίνει ακόμη και τη θεϊκή βούληση, αδύναμη, αυτή μέσα στη βασιλική ισχύ της, να θέσει η ίδια τα όρια των επιθυμιών της. Σοφά ο Κοντολέων την τοποθετεί μέσα στον κύκλο των άλλων προσώπων που (άμοιροι και αυτοί) υπακούουν στα προδιαγεγραμμένα, επικεντρώνοντας αφενός στο δίπολο Κλυταιμνήστρα-Ορέστης και στην εσωτερική της διάσταση ανάμεσα στη γυναίκα-θύτη και στη γυναίκα-θύμα. Έτσι, μας παραδίδει στην ουσία μια νέα τραγωδία, στα ίχνη των παλαιών, κάτι περισσότερο από μια νέα ανάγνωση, όσο προσωπική κι αν είναι αυτή.
15/12/2021

14.12.21

Δε με λένε Ρεγγίνα, Άλεχ με λένε

 Κριτική βιβλίου / Εφηβικό βιβλίο χωρίς happy end;

14.12.21 10:15

Κατερίνα Ζαμαρία

 ΑΥΓΗ



Στο βιβλίο ο Μάνος Κοντολέων θίγει ένα ευαίσθητο θέμα: τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών

Στη λογοτεχνία για εφήβους υπάρχει το ιδιαίτερο είδος των crossover βιβλίων που παρακολουθούν τη μεταμόρφωση του παιδιού σε ενήλικα. Ο ήρωας, από την αρχική ασφάλεια μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον, βιώνει -την εποχή της νεότητάς του- μια συγκρουσιακή κατάσταση που τον φέρνει αντιμέτωπο με την κοινωνία και τον εαυτό του για να οδηγηθεί τελικά στην ωριμότητα μέσα από τις, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητές, επιλογές του.


Στο βιβλίο ο Μάνος Κοντολέων θίγει ένα ευαίσθητο θέμα: τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών. Μέσα από την ανασύνθεση ενός κοινωνικού πλαισίου που διαμορφώνει τις προϋποθέσεις ώστε οι ήρωες να οδηγηθούν στην τελική τους «επιλογή», την πορνεία, ο συγγραφέας φέρνει τον νεαρό αναγνώστη αντιμέτωπο με πικρές αλήθειες. Γιατί η ζωή δεν έχει πάντα happy end,αφού ο ευτελισμός της και οι ματαιώσεις είναι κομμάτι της.


«Τη Ρεγγίνα, από τότε που ήταν μικρό κορίτσι, ο πατέρας της έλεγε πως είναι όμορφη σαν βασίλισσα. Τον Άλεχ, από τον καιρό που ήταν μικρό αγόρι, ο πατέρας του τον μάθαινε να προστατεύει τους αδύναμους. Η Ρεγγίνα και ο Άλεχ ζούσαν στην ίδια γειτονιά. Ερωτευτήκανε. Και μετά ήρθε ο πόλεμος και τους χώρισε. Αλλά η μοίρα τους ήταν κοινή - το ίδιο άγρια».


Το βιβλίο, χωρισμένο σε δύο μέρη, αφηγείται την παράλληλη διαδρομή των δύο ηρώων. Ως σημεία τομής ο συγγραφέας αξιοποιεί από τη μια την εφηβεία -ηλικία ευτυχίας και ονείρων- και από την άλλη τα πολιτικά τεκταινόμενα στη χώρα των παιδιών. Ο έρωτάς τους ενσαρκώνει την ελπίδα και την προσδοκία για μια καλύτερη ζωή. Όλα όμως θα διαψευστούν από τη σκληρή πραγματικότητα. Και όμως. Παρά τη βίαιη αποκοπή τους από την ξεγνοιασιά της εφηβείας, δεν θα αποδεχτούν παθητικά τη μοίρα τους.


Μέσα από τη μυθοπλασία ο Κοντολέων, πρωτοπόρος της crossover λογοτεχνίας στην Ελλάδα, βοηθά τους έφηβους αναγνώστες να κατανοήσουν την πολυπλοκότητα του κόσμου στον οποίο εισέρχονται. Το κάθε πρόσωπο λειτουργεί ως καθρέφτης του άλλου. Με αφηγηματικές τεχνικές, όπως η επανάληψη σκηνών που κορυφώνεται η ένταση, με γρήγορο, σχεδόν κινηματογραφικό ρυθμό, με λόγο σκληρό και ευαίσθητο ταυτόχρονα, με αφήγηση ρεαλιστική και όχι ωραιοποιημένη, ο Κοντολέων πλάθει δυο ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Η απροσδιοριστία χώρου και χρόνου ενισχύει την πεποίθηση ότι η ανατροπή αφορά τον καθένα. Τα όρια ανάμεσα στο εδώ και το εκεί είναι δυσδιάκριτα. «Για μένα» έχει δηλώσει ο συγγραφέας «παγκοσμιοποίηση δεν είναι μόνο τα spreads αλλά και ο ανθρώπινος πόνος και το δικαίωμα στο όνειρο».


Ακόμα και η επιλογή των ονομάτων, πέρα από τον συμβολισμό, βοηθά να κατανοήσει ο αναγνώστης τις τεμνόμενες και παράλληλες διαστάσεις της ζωής τους. Η Ρεγγίνα, αρνούμενη στο τέλος το όνομά της, διατηρεί αμόλυντο το παρελθόν της. Και ο Άλεχ, που αποδέχεται το όνομά του, κουβαλά, στις σκοτεινές πλατείες, αμόλυντο το παρελθόν στην ψυχή του. Γιατί το παρελθόν εμπεριέχει τις αξίες με τις οποίες γαλουχήθηκαν.


Ο ρεαλισμός του Κοντολέων διαρρηγνύει τον συντηρητισμό που διακρίνει την ελληνική εφηβική λογοτεχνία. «Ζεις σημαίνει πως πουλάς τα πάντα», δηλώνει ο έφηβος ήρωας. Και ο Κοντολέων μας προκαλεί, πριν κουνήσουμε απαξιωτικά το δάχτυλο, να σκεφτούμε τι μπορεί να κρύβεται πίσω από κάθε ανθρώπινη ιστορία.