2.6.17

"Φεύγει - Έρχεται" - ιστορία οικουμενική διάσταση


Στα βιβλία, πολύ δε περισσότερο σ’ εκείνα που απευθύνονται σε παιδιά, τα περικειμενικά τους στοιχεία  –τίτλος, εξώφυλλο, οπισθόφυλλο– συμβάλλουν είτε στην ελκυστικότητά τους, είτε στην πρόσληψη του εσωτερικού τους μηνύματος. Στην περίπτωση του συγκεκριμένου βιβλίου επιτυγχάνονται και τα δυο. Το μεν καλαίσθητα φιλοτεχνημένο περίβλημα ελκύει την προσοχή αποτυπώνοντας ένα διπλό σκηνικό από ανθρώπινες φιγούρες εν κινήσει, ο δε τίτλος, τοποθετημένος ανάμεσά τους, λειτουργεί ως πομπός του μηνύματος. Η παρατήρηση θα μπορούσε να διατυπωθεί και αντίστροφα, μιας και «εν αρχή ην ο λόγος», και στα εικονογραφημένα βιβλία που περιέχουν κείμενα οι εικόνες εμπνέονται από αυτόν.



Ο τίτλος Φεύγει έρχεται, με το κεφαλαίο άλφα του δεύτερου ρήματος αντεστραμμένο, παραπέμπει σε μια αμφίδρομη, επαναλαμβανόμενη διαδρομή. Το ίδιο ισχύει και με τις εκατέρωθεν εικόνες, όπου έξι φιγούρες απεικονίζονται να βαδίζουν, άλλες προς τη μια και άλλες προς την αντίθετη κατεύθυνση. Και στη μεν κάτω εικόνα είναι ντυμένες με καλοκαιρινές ενδυμασίες, στη δε επάνω βρίσκονται αντεστραμμένες και φορούν χειμερινά. Από τις έξι φιγούρες μονάχα η μία προβάλλεται ολόσωμη και ξεχωρίζει. Είναι η φιγούρα ενός αγοριού. Οι υπόλοιπες πέντε αναπαρίστανται από τη μέση και κάτω. Στο οπισθόφυλλο, το ίδιο διπλό, παλινδρομικό σκηνικό συνεχίζεται, αυτή τη φορά όμως χωρίς το αγόρι, δίνοντας την εντύπωση –μέσω των ενδεικτικών της εναλλαγής των εποχών ενδυμασιών– πως το συνεχές πηγαινέλα σχετίζεται με εκείνο και, βεβαίως, προτρέποντας το παιδί-αναγνώστη να θέλει να μάθει τι έχει συμβεί και όλοι βρίσκονται επί ποδός.

Ο εξάχρονος Φοίβος ζει στον βροχερό Βορρά μαζί με τους γονείς και τον σκύλο τους. Μα τώρα προετοιμάζεται πυρετωδώς να ταξιδέψει για πρώτη φορά μόνος στον ηλιόλουστο Νότο, τον τόπο που γεννήθηκε. Εκεί τον περιμένουν οι αγαπημένοι του, ο Λέανδρος, η Φοίβη, ο Άρης, η Μέλπω, τα δίδυμα. Αδημονούν για την άφιξή του και στρώνουν το χαλί της υποδοχής του.




«Μια απλή ματιά σε μια συνηθισμένη πια ιστορία μετανάστευσης» πληροφορεί το συνοπτικό κείμενο στο οπισθόφυλλο και πράγματι περί αυτού πρόκειται. Η μετανάστευση, είτε γίνεται από επιλογή είτε για πολιτικούς ή οικονομικούς λόγους, είναι φαινόμενο σύνηθες των καιρών μας. Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι μεταναστεύοντες αφήνουν οικογένειες πίσω και, ανάλογα με τις συνθήκες, κάποτε ταξιδεύουν στον γενέθλιο τόπο τους, πρωτίστως γιατί νοσταλγούν τους δικούς τους ανθρώπους. Έτσι κι εδώ. Ο εξάχρονος Φοίβος ζει στον βροχερό Βορρά μαζί με τους γονείς και τον σκύλο τους. Μα τώρα προετοιμάζεται πυρετωδώς να ταξιδέψει για πρώτη φορά μόνος στον ηλιόλουστο Νότο, τον τόπο που γεννήθηκε. Εκεί τον περιμένουν οι αγαπημένοι του, ο Λέανδρος, η Φοίβη, ο Άρης, η Μέλπω, τα δίδυμα. Αδημονούν για την άφιξή του και στρώνουν το χαλί της υποδοχής του. Αγοράζουν δώρα, προγραμματίζουν εξόδους, δραστηριότητες και παιδικές θεατρικές παραστάσεις. Δε βλέπουν την ώρα του καλωσορίσματός του. Αλλά κι ο Φοίβος αδημονεί. Ετοιμάζει βαλίτσες, τις στοιβάζει με αναμνηστικά δωράκια, κοιμάται και ξυπνά έχοντας στον νου το ταξίδι. Η ιστορία ξεκινά τέσσερις ημερολογιακές μέρες πριν την αναχώρηση του Φοίβου, καταγράφει τις εκατέρωθεν προετοιμασίες και, μολονότι τελειώνει με την άφιξή του, μοιάζει να συνεχίζεται και να επαναλαμβάνεται μέσα από ένα διαρκές πηγαινέλα όλων των εμπλεκομένων από τον Βορρά προς τον Νότο, τον Νότο προς τον Βορρά και πάλι ξανά προς τον Νότο.

Ο τόπος του Βορρά δεν κατονομάζεται, μήτε εκείνος του Νότου. Και αυτή η προφανώς σκόπιμη παράλειψη είναι που δίνει στην ιστορία οικουμενική διάσταση. Βεβαίως και οικογενειακή, γιατί εστιάζει στους οικογενειακούς δεσμούς και γιατί οι συγγραφείς της είναι κόρη και πατέρας. Στο τέλος του βιβλίου, αντί κλασικών βιογραφικών, οι συνδημιουργοί παραθέτουν μικρές φράσεις που τους αφορούν, μιλώντας για τους ίδιους με τρόπο πρωτότυπο στον αναγνώστη. «Τα πρώτα μου βιβλία τα έγραψα για την Άννα» ξεκινά ο πολυγραφότατος πατέρας. «Τα πρώτα βιβλία που διάβασα ήταν του Μάνου» παραδέχεται η κόρη. «Μια μέρα» συνεχίζει ο πατέρας «η Άννα μού πρότεινε να γράψουμε μαζί ένα βιβλίο». Και η κόρη, καταλήγοντας, αποκαλύπτει: «Είναι αυτό που κρατάτε στα χέρια σας. Οι ήρωές του ίσως και να μας μοιάζουν λίγο». Τέλος, με την ίδια λιτότητα παρατίθεται αφαιρετικά το προφίλ της εικονογράφου με αναφορές μόνο σε λεπτομέρειες που συνήθως ενδιαφέρουν τα μικρά παιδιά. «Η Φωτεινή ζει και ζωγραφίζει τον χειμώνα στον Βορρά και περνά τα καλοκαίρια της στον Νότο. Και ποιος ξέρει, μια μέρα η κόρη της ίσως συναντήσει τον Φοίβο».


Τα κείμενα των δυο συγγραφέων συμπλέουν αρμονικά με την ίδια θαυμαστή απλότητα, νηφαλιότητα και ειλικρίνεια που αρμόζει σε μια μοντέρνα, ρεαλιστική ιστορία για μικρές ηλικίες. Αξιοθαύμαστο όμως είναι και το στήσιμο των εικόνων από τη Φωτεινή Τίκκου, προπάντων το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλό της. Αν το διαβάσαμε σωστά, είναι αυτό που συμβάλλει στη νοερή επέκταση του επαναλαμβανόμενου αμφίδρομου ταξιδιού, στο οποίο, άλλωστε, παραπέμπει ο τίτλος.

Γεωργία Γαλανοπούλου   Δημοσιεύτηκε 02 Ιουνίου 2017 στο www.diastixo.gr