2.11.11

Δε με λένε Ρεγγίνα... Άλεχ με λένε

Μάνος Κοντολέων
ΔΕ ΜΕ ΛΕΝΕ ΡΕΓΓΙΝΑ...
...ΑΛΕΧ ΜΕ ΛΕΝΕ

Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Πατάκης

Η Ρεγγίνα και ο Άλεχ, δυο νέοι δεκαπέντε με δεκαέξι χρονών, ζούνε σε μια χώρα που αφού πρώτα γνώρισε έναν εμφύλιο πόλεμο, στη συνέχεια βρέθηκε να διοικείται από ένα στυγνό δικτατορικό καθεστώς। Ρεγγίνα δεν είναι το πραγματικό όνομα της κοπέλας। Μα ο πατέρας της που τη λάτρευε την έλεγε έτσι μιας και «Ρεγγίνα, σε μια άλλη γλώσσα, σημαίνει βασίλισσα»। Και από τον πατέρα της όλοι είχαν μάθει έτσι να τη λένε। Ο εμφύλιος και μετά η δικτατορία θα οδηγήσουν τον πατέρα της πρώτα στην ανεργία και στη συνέχεια στην αρρώστια και τον θάνατο। Η Ρεγγίνα, μαζί με την μητέρα της και τα δυο μικρότερα αδέλφια της θα αναγκαστούν να μετακομίσουν σε μια φτωχική γειτονιά και να μείνουν σε ένα υγρό και σκοτεινό ημιυπόγειο διαμέρισμα। Όταν όμως και η μητέρα της Ρεγγίνας μετά από πολλές στερήσεις πεθάνει και αυτή, η Ρεγγίνα θα αρπάξει τη ζωή από τα μαλλιά και θα διεκδικήσει μια θέση κάτω από τον ήλιο। Σε αυτό το καθοριστικό σημείο της ζωής της θα συναντηθεί ο δρόμος της με αυτόν του Άλεχ, ενός νεαρού που έχει όνειρα και για την ίδια του τη ζωή, αλλά και για την πατρίδα του। Ο πατέρας του Άλεχ, ένας επιτυχημένος ξυλουργός, μα και άνδρας με δημοκρατικές απόψεις, μεγάλωσε το γιο του με το όνειρο να τον κάνει έναν άνθρωπο που θα πιστεύει στη δημοκρατία και θα υποστηρίζει τους αδύναμους। Γι αυτό και του έδωσε αυτό το όνομα, «Άλεχ, σε μια άλλη γλώσσα σημαίνει προστάτης… Αυτός που προστατεύει, ένας αρχηγός σωστός, ας πούμε...», έτσι του έλεγε ο πατέρας από τότε που ήταν ένα μικρό αγόρι। Η Ρεγγίνα στην αρχή θα έχει την πολύτιμη συμπαράσταση του Άλεχ, όταν όμως ο Άλεχ, λόγω των πολιτικών συνθηκών στην χώρα, θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει κρυφά και παράνομα μαζί με την οικογένειά του την πατρίδα του, η Ρεγγίνα, όσο κι αν προσπαθήσει να βρει τρόπους για να συντηρηθεί η ίδια και τα αδέλφια της, θα εξαναγκαστεί στο τέλος να αποδεχτεί τον απόλυτο συμβιβασμό, θα απαρνηθεί το ίδιο της το παρελθόν। Όταν ο Σαρκό, ο αδίστακτος έμπορος, θα τη ρωτήσει αν στ΄ αλήθεια τη λένε Ρεγγίνα, εκείνη θα το αρνηθεί। –«Δε με λένε Ρεγγίνα…» θα πει, θέλοντας να κρατήσει αμόλυντο το παρελθόν της। Η μοίρα του Άλεχ στη γειτονική χώρα που μετά από περιπέτειες κατέφυγε με την οικογένεια του, θα είναι το ίδιο σκληρή και άγρια με αυτήν της Ρεγγίνας। Αφού πρώτα εγκλειστεί σε στρατόπεδο προσφύγων κι ενώ θα ελπίζει σε ένα καλύτερο μέλλον, ένα θανατηφόρο ατύχημα θα σκοτώσει τον πατέρα του। Η μητέρα του, μετά και από αυτή τη νέα τραγωδία που αντιμετωπίζει θα χάσει τα λογικά της και ο Άλεχ αισθάνεται πως είναι πια ο μόνος που θα μπορεί να την προστατέψει। Άλλωστε «Άλεχ, σε μια άλλη γλώσσα σημαίνει προστάτης…» -αυτά τα λόγια που άκουγε από παιδί θα εκφράζουν τη νέα του ταυτότητα. Κι έτσι μέσα από τον επιφανειακό συμβιβασμό, θα επιμένει πως "Άλεχ με λένε..."