5.1.22

Η Ερωτική αγωγή στον Σίσυφο (τεύχος 19)

 

Τι εστί ερωτική αγωγή;

(Ερωτική αγωγή/ Μάνος Κοντολέων/ Πατάκης, Α΄ έκδοση 2003, Ε΄ έκδοση 2020)

 

Πολλές φορές διαβάζοντας αυτό το βιβλίο αναρωτήθηκα αν η ματιά του είναι η υποκειμενική των πρωταγωνιστών, του Χρήστου και του Άρη Βελλή, ή αν πρόκειται για «καθαρές» απόψεις του τριτοπροσώπου παντογνώστη αφηγητή. Θεωρώ ότι η απάντηση είναι πολύ δύσκολη και μόνο ο ίδιος ο συγγραφέας μπορεί να τη δώσει. Η αίσθηση μου είναι ότι η ενσυναίσθηση του συγγραφέα είναι τόσο ισχυρή που υπάρχει μια παροδική και μερική ταύτιση στις σελίδες του έργου. Πάντως, θα μπορούσα να πω, ότι μέρος αυτών των απόψεων δεν είναι κοινά αποδεκτές, κάτι όμως που δεν αποκλείει φυσικά την πιθανή ορθότητά τους.

   Το έργο όμως σαφώς δεν είναι ουδέτερο. Εγείρει ερωτήματα, μάλιστα καταιγιστικά, σε αρκετά σημεία προκαλεί και αυτό αποτελεί πλεονέκτημα, μια και η λογοτεχνία απευθύνεται σε αναγνώστες.

   Η ανδρική λίμπιντο και η ερωτογενής ματιά των αντρών είναι οδηγοί του και αυτό αυτομάτως το καθιστά υπό μια ιδιαίτερη οπτική γωνία. Γίνεται αισθητό ότι ο αφηγητής είναι άντρας, γιατί δεν θα μπορούσε να εκφραστεί με αυτόν τον τρόπο μια γυναίκα, ούτε θα διατύπωνε μάλλον αυτές τις θέσεις και αυτό ακριβώς αποτελεί την πρωτότυπη ιδιαιτερότητά του. Η ειρωνική του ματιά το διαπερνάει και το ηλεκτρίζει και κρατά τον αναγνώστη σε εγρήγορση, ενώ χαρακτηριστική είναι και η πυκνότητα νοημάτων. Αρκεί να σκεφτούμε πόσο διαφορετικό θα ήταν το βιβλίο αν γραφόταν υπό μερική εστίαση κάποιου άλλου πρωταγωνιστή. Θα ήταν αγνώριστο. Το αντρικό συγγραφικό ύφος είναι η ταυτότητά του.    Οι ήρωές του διασχίζουν την ιστορία και αυτή τους διαποτίζει. Κοινωνία και άνθρωποι είναι μαζί και μαζί προχωρούν. Η μέθοδός του είναι περισσότερο παραγωγική και ελάχιστα επαγωγική, μια  και πάντα στην αρχή του κεφαλαίου, αλλά και διαρκώς εντός  του, σκιαγραφεί το κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό κλίμα, που θα αποτυπωθεί ή θα ενεργοποιήσει τις αντιδράσεις των ηρώων.

   Ο συγγραφέας είναι πολίτης του 20ου αιώνα, που γνωρίζει τα γεγονότα και τις προσωπικότητες της εποχής. Διερευνά διαρκώς τη σημειολογία τους, η οποία συχνά είναι υπαινικτική και μεταφορική, και όλα αυτά λειτουργούν αιτιολογικά, για τις συμπεριφορές των ηρώων του, αλλά και για γενικότερα θέματα. Είναι ενίοτε μια φευγαλέα, αλλά σφαιρική ματιά, όλου του αιώνα, με συχνές άμεσες κρίσεις.

   Η αθυροστομία και η ρεαλιστική ωμότητα των σεξουαλικών περιγραφών αποδίδει ένα ιδιαίτερο τόνο στο βιβλίο και στην αξιολόγηση των χαρακτήρων. Οι κεντρικοί ήρωες άγονται από τις σεξουαλικές παρορμήσεις τους (εδώ μας θυμίζει και τους ήρωες του Καραγάτση), τόσο στη συμπεριφορά, όσο και στην κοινωνική νοοτροπία τους, στην κοσμοαντίληψή τους και, εμμέσως, στις συγκαλυμμένες πολιτικές θέσεις τους. Γιατί ακόμα και η έλλειψη της ιδεολογικής τοποθέτησής τους αποτελεί πολιτική θέση, ειδικά όταν ο «προβολέας» φωτίζει, έστω και φευγαλέα, πολιτικές καταστάσεις. Έτσι κινούνται σε έναν κόσμο που βράζει και διακατέχονται από πλήρη αδιαφορία και ατομισμό.

   Αλλάζοντας θέμα, ένα πολύ ουσιαστικό και χαρακτηριστικό στοιχείο της τεχνοτροπίας του είναι ο δηλωτικός τρόπος γραφής. Υπάρχει σαφής έλλειψη εκτενών διαλόγων, η συνεχής αφηγηματική δράση είναι σπάνια, οι περιγραφές στιγμιαίες ή σύντομες και η καρέ-καρέ αποτύπωση της «πραγματικότητας» ανύπαρκτη. Έτσι δηλώνει τις καταστάσεις και τα συναισθήματα («tell») και το βιβλίο μοιάζει με ψηφιδωτό. Η τεχνική αυτή βοηθάει στη γρήγορη και σφαιρική αντίληψη της ψυχολογίας των ηρώων και τη σκιαγράφηση των νοοτροπιών και της κοινωνικής αντίληψης σε σχέση με αυτά. Έτσι δικαίως μπορούμε να πούμε ότι αποδίδει ερωτικά και σεξουαλικά (δύσκολα διαχωρίζονται αυτά τα δύο στο έργο), αλλά και κοινωνικά τον 20ο αιώνα, κάτι που αποτελεί και στόχο του βιβλίου.

  Ας αναφέρουμε επιγραμματικά μερικές ακόμα αφηγηματικές τεχνικές. Α) Συχνή χρήση του προϊδεασμού και της προοικονομίας.

Β) Σύντομες δοκιμιακού τύπου παρεμβάσεις.

Γ) Χρήση σπάνιων λέξεων που ξαφνιάζουν, συχνά αρχαιοπρεπών ή δανεισμένων από την επιστήμη. Σε κάποιες περιπτώσεις υπάρχουν και λεξιπλασίες ή όροι νεολογισμού (π.χ. «homo faber», σ.313). Γενικά η γραφή του είναι σύνθετη, τόσο από πλευράς λέξεων, όσο, ως ένα βαθμό, και προτάσεων.

Δ) Ανάμιξη αγοραίων και λογίων λέξεων, που κάποτε έχουν στόχο την ειρωνεία.

Ε) Ηδονιστικές περιγραφές, με ρεαλισμό, συχνά με λόγιες λέξεις ή έμμεσες περιφράσεις, που αγγίζουν το γκροτέσκο, μια και δημιουργούν ανάμικτα, ερωτισμό, αηδία, ειρωνεία, μέχρι και παιγνιώδες χιούμορ.

ΣΤ) Και όλα όσα αναφέρθηκαν στο κείμενό μας.

   Νομίζω, κλείνοντας, ότι επιβάλλεται να κάνουμε μνεία για το αγωνιώδες και σε δεύτερη ανάγνωση συμβολικό τέλος. Το κομμάτιασμα του ήρωα, από τους δυνάμει εραστές του, σηματοδοτεί το τέλος του 20ου αιώνα, πραγμάτων που φεύγουν ανεπιστρεπτί και άλλων που έρχονται, που πολλά από αυτά έχουν προαναγγελθεί.

   Το ανοίκειο του συμβάντος, η ευρηματικότητα, η αφηγηματική κλιμακούμενη ένταση και η ποιητική έκφραση και υπαινικτικότητα τού δίνουν αξία. Μοιάζει με την κατακλείδα της ποιήσεως που τραντάζει συθέμελα τον αναγνώστη.

Γρηγόρης Τεχλεμετζής


Μαρούλα Κλιάφα "Τη νύχτα που το σκυλί μας μεταμορφώθηκε σε λύκο"

 



Η Μαρούλα Κλιάφα είναι μια από τις πλέον στιβαρές παρουσίες της καλής και πολυσήμαντης λογοτεχνίας για μεγάλα παιδιά και εφήβους. Παράλληλα είναι και ιδιαίτερα άξια λαογράφος γύρω από σχετικά θέματα που αφορούν την πατρίδα της Θεσσαλία.

Ανήκει στην ομάδα εκείνων των συγγραφέων που μετά την μεταπολίτευση έδωσαν νέα πνοή στο είδος αυτό της λογοτεχνίας -και με εμπλουτισμό των θεμάτων και με άνοδο της ποιότητας γραφής και με εξαφάνιση του όποιου διδακτισμού.

Συχνά στα βιβλία της ο κοινωνικός προβληματισμός κινητοποιεί τη δράση, όπως επίσης και με τον ίδιο προβληματισμό ‘διαβάζεται’ η Ιστορία.

Αυτό ακριβώς συμβαίνει και με το τελευταίο της μυθιστόρημα.

Σε αυτό διαβάζουμε την ιστορία της Αντριάνας, ενός κοριτσιού από τα Τρίκαλα, που έζησε τα προεφηβικά της χρόνια στη δίνη του Εμφυλίου. Η εξιστόρησή της για όσα θυμάται και όσα νομίζει πως θυμάται άλλοτε είναι οδυνηρή σαν εφιάλτης και άλλοτε τρυφερή σαν νανούρισμα.

Με φρέσκια ματιά, χωρίς κομματικές εξαρτήσεις και προκαταλήψεις έχει γραφτεί  ένα (μυθ)ιστόρημα για τον Εμφύλιο στη Θεσσαλία. Ένα αφήγημα όπου δεν υπάρχουν καλοί και κακοί, πατριώτες και προδότες, νικητές και ηττημένοι, παρά μόνο θύματα. Θύματα και από τις δυο αντιμαχόμενες πλευρές, τα οποία ήταν ταυτόχρονα και θύτες.

Με αυτά, περίπου τα λόγια, το οπισθόφυλλο του βιβλίου μας συστήνει ηρωίδα και θέμα.

Και ο αναγνώστης από τις πρώτες κιόλας σελίδας θα εισχωρήσει μέσα στα συναισθήματα της νεαρής ηρωίδας, θα βλέπει με τα δικά της μάτια, θα ακούει με  τα δικά της αυτιά, θα προβληματίζεται με τον δικό της συχνά αυθόρμητο, συχνά αγχωμένο, συχνά τρομαγμένο, συχνά αισιόδοξο τρόπο σκέψης.

Και εδώ ακριβώς εντοπίζει κανείς την ποιότητα της γραφής και της όλης σύνθεσης του έργου.

Η Μαρούλα Κλιάφα δεν κάνει το λάθος, επειδή απευθύνεται κυρίως σε παιδιά, να φορτώσει την ιστορία της με πληροφορίες που είναι εκτός της όποιας λογοτεχνικής σύνθεσης. Οι αναγνώστες, ταυτισμένοι με την ηρωίδα, θα ανακαλύπτουν, θα κατανοούν ή όχι όλα όσα ένα παιδί ανακαλύπτει, κατανοεί ή όχι από τα γεγονότα που ζει το ίδιο.

Οι εμπειρίες του αναγνώστη θα είναι οι εμπειρίες της ίδια της Αντριάνας. Πρόσωπα (Στάλιν, Ζαχαριάδης, Ζέρβας κ.α), εμπόλεμες ομάδες (Δημοκρατικός Στρατός, Χίτες κλπ) καταγράφονται μέσα στις αράδες της εξιστόρησης με το ίδιο τρόπο που καταγράφονται στα ακούσματα ενός παιδιού εκείνης της περιόδου. (Στις τελευταίες σελίδες υπάρχουν οι σχετικές σημειώσεις για όσους θα ενδιαφερθούν να έχουν περισσότερες πληροφορίες)

Παράλληλα με ένα ολοζώντανο τρόπο περιγράφεται η καθημερινότητα της παιδικής ηλικίας έτσι όπως βιώνεται σε κάθε εποχή και κάτω από τις όποιες συνθήκες -τα παιχνίδια, οι παρέες, τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα.

Κι όμως η κάθε εποχή δεν είναι παρόμοια με μια άλλη. Οπότε δίπλα σε όλα αυτά, υπάρχει ο θάνατος, ο φόβος, η σπιουνιά, ο διχασμός.

Μέσα σε τέτοιες αντιφατικές συνθήκες η Αντριάνα μεγαλώνει και η Μαρούλα Κλιάφα ενεργοποιεί το συγγραφικό τέχνασμα να μας φανερώσει πως η όλη εξιστόρηση γίνεται μεν από την ίδια την ηρωίδα, αλλά όταν πια αυτή είναι ενήλικη και ανασκαλεύει μνήμες και αρχεία, αναζητά μαρτυρίες επιζώντων ώστε να τεκμηριώσει τις όποιες αναμνήσεις της.

Μυθιστόρημα αντικειμενικό, αλλά και με πάθος γραμμένο. Η αντικειμενικότητα του κατασταλαγμένου ενήλικα σε συνδυασμό με το πάθος ενός παιδιού που εξαναγκάζεται να προχωρήσει με βίαιο τρόπο προς την ενηλικίωση.

Ένα (μυθ)ιστόρημα που θα ήταν ένα αποτελεσματικό βοήθημα στα χέρια του κάθε ενήλικα ο οποίος θα ήθελε να βοηθήσει τους νέους να μάθουν με τρόπο ζωντανό και αντικειμενικό μια περίοδο της ιστορίας μας που επηρεάζει ακόμα και σήμερα τον τόπο μας.

(550 λέξεις)

 https://diastixo.gr/kritikes/efivika/17552-skili-liko