Victoria Hislop
“Το νησί”
Μετάφραση Μιχάλης Δελέγκος
Εκδόσεις Διόπτρα
Είναι απορίας άξιο το ότι η Σπιναλόγκα –το νησί των λεπρών, δεν στάθηκε αφορμή για να στηθεί ένα μυθιστόρημα από έλληνα συγγραφέα.
Από τα όσα γνωρίζω μόνο ο Θέμος Κορνάρος έχει γράψει μια νουβέλα με τίτλο το όνομα του νησιού. Κείμενο σπαραχτικό και απόλυτα εμβαπτισμένο με τις κοινωνικές – πολιτικές του θέσεις.
Αυτό πάντως που δεν επιχειρήθηκε από άλλον έλληνα συγγραφέα (δες ΥΓ), το τόλμησε μια αγγλίδα και μάλιστα –αν κρίνουμε από το ότι και βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα κέρδισε και το μυθιστόρημά της έγινε ένα παγκόσμιο best seller- πρέπει η τόλμη της να ήταν επιτυχής.
Διάβασα το συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Και αναγνώρισα όλα εκείνα τα στοιχεία που το έκαναν αγαπητό σε ένα πλατύ και παγκόσμιο κοινό. Εννοώ την εξομάλυνση κάθε ενοχλητικής αλήθειας, την παρουσία μιας βερμπαλιστικής αισιοδοξίας, την αποστειρομένη αναφορά στα συμπτώματα της νόσου του Χάνσεν, τη επιλεκτική ανάμειξη ιστορικών γεγονότων με φανταστικές καταστάσεις, την με τη ματιά του τουρίστα περιγραφή τόπων και ανθρώπων της Κρήτης.
Αναζήτησα στη βιβλιοθήκη μου τη νουβέλα του Κορνάρου. Και με περιέργεια ξεκίνησα την παράλληλη ανάγνωση των δυο κειμένων.
Περιγράφει ο Κορνάρος: <<…Γιώργο! Τ ΄όνομά μου είναι όμορφο… Φτάνει να ξέρεις να το πεις… Να ξέρεις να προφέρεις το «ρ»… Πώς να ΄χω τέτοια απαίτηση από τη λεπρή που κουβεντιάζω τώρα μαζί της, με το σάπιο στόμα που βρωμά και το λουβιασμένο λαρύγγι; Αυτή δεν μπορεί να τα βγάλει όλα τα ψηφία. Μόνο με φωνήεντα μιλάει. Εμένα με λέει «Ι-ω-0»!... Γύρισα και είδα. Σε μια λεπρή πόρτα, μια λεπρή ετοιμόρροπη γυναίκα…. Το κεφάλι της κασιδιασμένο, λέπρα γεμάτο, είχε του χαλασμένου τσίρου το χρώμα. Πρόσωπο δεν ξεχώριζες απ΄ τα πρηξίματα και τις πράσινες κολιτσανισμένες πληγές>>
Μια αντίστοιχη σκηνή, η Hislop την περιγράφει με το δικό της ύφος : <<… Η Ελένη άπλωσε το χέρι της στον άντρα που βγήκε μπροστά για να τους υποδεχτεί. Ήταν μια χειρονομία που έδειχνε την αποδοχή του γεγονότος ότι αυτό ήταν το καινούργιο της σπίτι. Διαπίστωσε ότι θα ερχόταν σε επαφή με ένα χέρι στραβωμένο σαν γκλίτσα βοσκού, τόσο άσχημα παραμορφωμένο πλέον από τη λέπρα, ώστε ο ηλικιωμένος άντρας δεν μπορούσε να πιάσει το τεντωμένο χέρι της Ελένης. Αλλά το χαμόγελό του έλεγε όσα χρειαζόνταν, και η Ελένη ανταποκρίθηκε με μια ευγενική «Καλημέρα»…>>
Ο κρητικός Κορνάρος έγραψε το βιβλίο του το 1933. Η αγγλίδα Hislop το δικό της το 2005. Δεν αλλάζουν μόνο τα καθημερινά ήθη με την πάροδο των χρόνων, αλλά και τα συγγραφικά.
Ότι ενοχλεί πέρα από ένα σημείο πρέπει να απαλείφεται, πιο σωστά να εξωραΐζεται.
Αλλά και καθώς η λογοτεχνία αποκτά ένα πολυπληθές κοινό και μάλιστα παγκόσμιο, η συγγραφή πρέπει να ακολουθεί κάποιους κανόνες, τέτοιους ώστε αν χρειαστεί -για την πλέον συναρπαστική εξέλιξη του μύθου- ακόμα και ιστορικά γεγονότα αλλοιώνονται.
Έτσι ένα μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος της Hislop που αφορά την γερμανική κατοχή του νησιού, αγνοεί το γεγονός πως η Πλάκα (το χωριό απέναντι από τη Σπιναλόγκα) είχε εκκενωθεί από του κατακτητές μιας και θεωρείτο πιθανό σημείο απόβασης των συμμάχων και αντιθέτως γίνεται ο χώρος όπου πολλά από τα πλέον συναρπαστικά πατριωτικά και ερωτικά συμβάντα θα υλοποιηθούνε.
Αγνοούμε την ιστορία αν θέλουμε να τονίσουμε τους χαρακτήρες ;
Ίσως όμως τα αληθινά γεγονότα να είναι και ολίγον ενοχλητικά. Όπως για παράδειγμα ο τριτοετής φοιτητής της Νομικής Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, που το 1936 εντάσσεται ως λεπρός στο νησί και καταφέρνει με τους κοινωνικούς αγώνες του να αλλάξει ριζικά τις συνθήκες διαβίωσης και περίθαλψης των ασθενών, στο παγκόσμιας αναγνώρισης μυθιστόρημα αγνοείται και τη θέση του , αλλά και το έργο του η Hislop το αναθέτει σε μεγαλοαστό αθηναίο δικηγόρο, θύμα κι αυτός της λέπρας, που με τις γνωριμίες του θα πετύχει τη βελτίωση της ζωής στη Σπιναλόγκα.
Αλλά και επειδή τίποτε δεν είναι τυχαίο, οφείλω να αναγνωρίσω πως η νέα αγγλίδα συγγραφέας έγραψε αυτό το πρώτο της μυθιστόρημα αφού πρώτα και στοιχεία συνέλεξε και τους τόπους επισκέφτηκε. Όπως επίσης της αναγνωρίζω την ικανότητα –γιατί κι αυτό για να το κάνεις καλά χρειάζεται και ταλέντο και κόπος- να δημιουργεί έντονες καταστάσεις που κρατούν αμείωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον ενός κοινού που το μόνο που ζητά από το βιβλίο που διαβάζει είναι να το παρασύρει.
Η μετάφραση πρέπει να σεβάστηκε απόλυτα το ύφος του πρωτοτύπου. Κι έτσι η ελληνική απόδοση του κειμένου δεν αποκρύπτει το γεγονός πως την Κρήτη και τους ανθρώπους της τους περιγράφει ένας μη Κρητικός.
Αλλά η απορία με την οποίο ξεκίνησα αυτό το άρθρο παραμένει. Γιατί οι χανσενικοί της Σπιναλόγκας δεν έχουν αξιοποιηθεί από τους έλληνες συγγραφείς;
Ερώτημα που ίσως να έχει πολλές απαντήσεις. Η κάθε μια τους κάτι θα σηματοδοτεί για τα ενδιαφέροντα και τους στόχους της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, η οποία πάντως τα τελευταία χρόνια με πολύ πάθος προσπαθεί να βρει διέξοδο προς το εξωτερικό.
“Το νησί”
Μετάφραση Μιχάλης Δελέγκος
Εκδόσεις Διόπτρα
Είναι απορίας άξιο το ότι η Σπιναλόγκα –το νησί των λεπρών, δεν στάθηκε αφορμή για να στηθεί ένα μυθιστόρημα από έλληνα συγγραφέα.
Από τα όσα γνωρίζω μόνο ο Θέμος Κορνάρος έχει γράψει μια νουβέλα με τίτλο το όνομα του νησιού. Κείμενο σπαραχτικό και απόλυτα εμβαπτισμένο με τις κοινωνικές – πολιτικές του θέσεις.
Αυτό πάντως που δεν επιχειρήθηκε από άλλον έλληνα συγγραφέα (δες ΥΓ), το τόλμησε μια αγγλίδα και μάλιστα –αν κρίνουμε από το ότι και βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα κέρδισε και το μυθιστόρημά της έγινε ένα παγκόσμιο best seller- πρέπει η τόλμη της να ήταν επιτυχής.
Διάβασα το συγκεκριμένο μυθιστόρημα. Και αναγνώρισα όλα εκείνα τα στοιχεία που το έκαναν αγαπητό σε ένα πλατύ και παγκόσμιο κοινό. Εννοώ την εξομάλυνση κάθε ενοχλητικής αλήθειας, την παρουσία μιας βερμπαλιστικής αισιοδοξίας, την αποστειρομένη αναφορά στα συμπτώματα της νόσου του Χάνσεν, τη επιλεκτική ανάμειξη ιστορικών γεγονότων με φανταστικές καταστάσεις, την με τη ματιά του τουρίστα περιγραφή τόπων και ανθρώπων της Κρήτης.
Αναζήτησα στη βιβλιοθήκη μου τη νουβέλα του Κορνάρου. Και με περιέργεια ξεκίνησα την παράλληλη ανάγνωση των δυο κειμένων.
Περιγράφει ο Κορνάρος: <<…Γιώργο! Τ ΄όνομά μου είναι όμορφο… Φτάνει να ξέρεις να το πεις… Να ξέρεις να προφέρεις το «ρ»… Πώς να ΄χω τέτοια απαίτηση από τη λεπρή που κουβεντιάζω τώρα μαζί της, με το σάπιο στόμα που βρωμά και το λουβιασμένο λαρύγγι; Αυτή δεν μπορεί να τα βγάλει όλα τα ψηφία. Μόνο με φωνήεντα μιλάει. Εμένα με λέει «Ι-ω-0»!... Γύρισα και είδα. Σε μια λεπρή πόρτα, μια λεπρή ετοιμόρροπη γυναίκα…. Το κεφάλι της κασιδιασμένο, λέπρα γεμάτο, είχε του χαλασμένου τσίρου το χρώμα. Πρόσωπο δεν ξεχώριζες απ΄ τα πρηξίματα και τις πράσινες κολιτσανισμένες πληγές>>
Μια αντίστοιχη σκηνή, η Hislop την περιγράφει με το δικό της ύφος : <<… Η Ελένη άπλωσε το χέρι της στον άντρα που βγήκε μπροστά για να τους υποδεχτεί. Ήταν μια χειρονομία που έδειχνε την αποδοχή του γεγονότος ότι αυτό ήταν το καινούργιο της σπίτι. Διαπίστωσε ότι θα ερχόταν σε επαφή με ένα χέρι στραβωμένο σαν γκλίτσα βοσκού, τόσο άσχημα παραμορφωμένο πλέον από τη λέπρα, ώστε ο ηλικιωμένος άντρας δεν μπορούσε να πιάσει το τεντωμένο χέρι της Ελένης. Αλλά το χαμόγελό του έλεγε όσα χρειαζόνταν, και η Ελένη ανταποκρίθηκε με μια ευγενική «Καλημέρα»…>>
Ο κρητικός Κορνάρος έγραψε το βιβλίο του το 1933. Η αγγλίδα Hislop το δικό της το 2005. Δεν αλλάζουν μόνο τα καθημερινά ήθη με την πάροδο των χρόνων, αλλά και τα συγγραφικά.
Ότι ενοχλεί πέρα από ένα σημείο πρέπει να απαλείφεται, πιο σωστά να εξωραΐζεται.
Αλλά και καθώς η λογοτεχνία αποκτά ένα πολυπληθές κοινό και μάλιστα παγκόσμιο, η συγγραφή πρέπει να ακολουθεί κάποιους κανόνες, τέτοιους ώστε αν χρειαστεί -για την πλέον συναρπαστική εξέλιξη του μύθου- ακόμα και ιστορικά γεγονότα αλλοιώνονται.
Έτσι ένα μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος της Hislop που αφορά την γερμανική κατοχή του νησιού, αγνοεί το γεγονός πως η Πλάκα (το χωριό απέναντι από τη Σπιναλόγκα) είχε εκκενωθεί από του κατακτητές μιας και θεωρείτο πιθανό σημείο απόβασης των συμμάχων και αντιθέτως γίνεται ο χώρος όπου πολλά από τα πλέον συναρπαστικά πατριωτικά και ερωτικά συμβάντα θα υλοποιηθούνε.
Αγνοούμε την ιστορία αν θέλουμε να τονίσουμε τους χαρακτήρες ;
Ίσως όμως τα αληθινά γεγονότα να είναι και ολίγον ενοχλητικά. Όπως για παράδειγμα ο τριτοετής φοιτητής της Νομικής Επαμεινώνδας Ρεμουνδάκης, που το 1936 εντάσσεται ως λεπρός στο νησί και καταφέρνει με τους κοινωνικούς αγώνες του να αλλάξει ριζικά τις συνθήκες διαβίωσης και περίθαλψης των ασθενών, στο παγκόσμιας αναγνώρισης μυθιστόρημα αγνοείται και τη θέση του , αλλά και το έργο του η Hislop το αναθέτει σε μεγαλοαστό αθηναίο δικηγόρο, θύμα κι αυτός της λέπρας, που με τις γνωριμίες του θα πετύχει τη βελτίωση της ζωής στη Σπιναλόγκα.
Αλλά και επειδή τίποτε δεν είναι τυχαίο, οφείλω να αναγνωρίσω πως η νέα αγγλίδα συγγραφέας έγραψε αυτό το πρώτο της μυθιστόρημα αφού πρώτα και στοιχεία συνέλεξε και τους τόπους επισκέφτηκε. Όπως επίσης της αναγνωρίζω την ικανότητα –γιατί κι αυτό για να το κάνεις καλά χρειάζεται και ταλέντο και κόπος- να δημιουργεί έντονες καταστάσεις που κρατούν αμείωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον ενός κοινού που το μόνο που ζητά από το βιβλίο που διαβάζει είναι να το παρασύρει.
Η μετάφραση πρέπει να σεβάστηκε απόλυτα το ύφος του πρωτοτύπου. Κι έτσι η ελληνική απόδοση του κειμένου δεν αποκρύπτει το γεγονός πως την Κρήτη και τους ανθρώπους της τους περιγράφει ένας μη Κρητικός.
Αλλά η απορία με την οποίο ξεκίνησα αυτό το άρθρο παραμένει. Γιατί οι χανσενικοί της Σπιναλόγκας δεν έχουν αξιοποιηθεί από τους έλληνες συγγραφείς;
Ερώτημα που ίσως να έχει πολλές απαντήσεις. Η κάθε μια τους κάτι θα σηματοδοτεί για τα ενδιαφέροντα και τους στόχους της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας, η οποία πάντως τα τελευταία χρόνια με πολύ πάθος προσπαθεί να βρει διέξοδο προς το εξωτερικό.
(Δημοσιεύτηκε στο ένθετο για το βιβλίο του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής -28/10/2007)
ΥΓ (10/10/10) Ανθρώπινα όχι μόνο τα λαθη, αλλά και οι παραλείψεις. Ήδη αναγνώστης του blog μου έχει επισημάνει το μυθιστόρημα του Γ. Άμποτ ώς ένα ακόμα ελληνικό έργο που αναφέρεται στη Σπιναλόγκα. Τώρα, και καθως το μυθιστόρημα της Χίσλοπ βγαίνει στις οθόνες, ήρθε στην επικαιρότητα και ένα ξεχασμένο μυθιστόρημα της Γαλάτειας Καζαντζάκη. Δεν γνώριζα την ύπαρξή του. Ομολογώ πως έγραψα το άρθρο μου χωρίς να κάνω επισταμένη έρευνα. Αλλά και μετά από τη γνώση που έχω αποκτήσει, πάλι τα ίδια θα έγραφα. Ζητώ, πάντως, συγνώμη για την ελλειπή ενημέρωση.
6 comments:
Γειά σου Μάνο
Και εγώ το ίδιο είχα αναρωτηθεί για την Σπιναλόγκα από μικρή τη ήξερα, υπήρχε ένα μυστήριο γύρω από αυτό το θέμα. Ποτε δεν μου έτυχε να διαβάσω ένα βιβλίο γύρω από αυτό το θέμα. Νομίζω έξυπνα το διάλεξε αν και δεν το ανέλυσε όπως και εσύ λες. Το βιβλίο της Hislop είναι κυρίως ενα love story και ετσι εμφανίστηκε στην αγγλική αγορά, με εύκολη γλώσσα υπόθεση και αρκετά πιστευτούς χαρακτήρες. Το Marketing για το βιβλίο είχε αρχίσει ακόμα πρίν εκδοθεί η κυρία Hislop και πήρε το βραβείο αναγνωστών κλπ. γιατί είχε καλές διασυνδέσεις ο σύζυγος είναι Don στα British media εκδίδει το Private Eye (σχεδον σαν το 'Ποντίκι) και εβδομαδιαίες τηλεοπτικές εκπομπες στο BBC! Αυτά από την αγγλική αγορά, τα υπόλοιπα by email.
Γεια σου Πηνελόπη,
που αν και μάλλον γνωριζόμαστε, εγώ δεν μπορώ να φανταστώποια είσαι.
Βέβαια, κάτι μου λέει εκείνο το "από την αγγλική αγορά"... Αλλά μένω με την υποψία.
Πάντως οι πληροφορίες σου είναι βοηθητικές στο να εξηγήσουν κάποια πράγματα σχετικά με την αγορά του βιβλίου.
Στην ελληνική αγορά, πάντως, τόσο έντονος σχεδιασμός δεν υπάρχει. Τώρα καλό είναι αυτό ή όχι... Ο καθένας έχει την άποψή του.
Ναι αυτή που υποψιάζεσαι είμαι. Θα τα πούμε σύντομα.Γεια και χαρά
Αγαπητέ κύριε Κοντολέων
Αφού το κείμενό σας πρωτοδημοσιεύτηκε το Νοέμβριο του 2007, φαντάζομαι ότι θα σας έχουν ήδη πει πως ΥΠΑΡΧΕΙ άλλο μυθιστόρημα της δεκαετίας του '30 για τη Σπιναλόγκα.
Γ.Ν. 'Αμποτ
"Γη και νερό"
Αθήνα: Εκδόσεις Πόλις 2003
ISBN 960-8132-89-4
Πρόκειται για το "Γη και νερό" του ελάχιστα γνωστού Έλληνα συγγραφέα Γ.Ν. Άμποτ. Το μυθιστόρημα ξαναβγήκε στην επιφάνεια μετά την ανθολόγησή του στη "Μεσοπολεμική πεζογραφία" των εκδόσεων Σοκόλη, και το 2003 ξανακυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πόλις.
Το "Γη και νερό" είναι ένα απαιτητικό "μυθιστόρημα ιδεών" χωρίς ιδιάιτερα σφιχτοδεμένη πλοκή, αλλά με πολλούς διαλόγους γύρω από ζητήματα της εποχής του. Ορισμένα από αυτά παραμένουν επίκαιρα, όπως λ.χ. οι προβληματικές σχέσεις πολιτών - πολιτικών, η αποκέντρωση κλπ. Δεν δίνεται ιδιαίτερο βάρος στην περιγραφή της λέπρας, όπως συμβαίνει λ.χ. στον Κορνάρο. Με άλλα λόγια, υποψιάζομαι ότι βρίσκεται στον αντίποδα του μπεστ-σέλερ της Hislop,αλλά πειρέχει περισσότερο "ζουμί" για τον υπομονετικό Έλληνα αναγνώστη.
Όταν πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο, δέχθηκε τα βέλη της κριτικής για προχειρότητα στη γλώσσα - όχι άδικα κατά τη γνώμη μου. Λέγεται ότι ο Άμποτ πικράθκε από την "κλίκα" της γενιάς του '30, και γι' αυτό άργησε να ξαναγράψει λογοτεχνία.
Περισσότερες πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Άμποτ στα προλεγόμενα του Κώστα Γεωργουσόπουλου και της Ελισάβετ Κοτζιά.
wiil
Εύστοχες παρατηρήσεις.
Το συγκεκριμμένο μυθιστόρημα του Άμποτ είναι και αυτό που ίσως έχει μείνει ως απόηχος από το έργο του συγκεκριμένου συγγραφέα.
Πριν από πολλά, πολλά χρόνια -φοιτητής στην Θεσσαλονίκη θυμάμαι πως ήμουνα- το είχα διαβάσει. Και ομολογώ πως -στο βαθμό που η μνήμη μου με συμβουλεύει- δεν με είχε κερδίσει.
Ίσως ήμουνα ακόμα πολύ νέος, ίσως να ζητούσα, τότε, άλλου είδους λογοτεχνία να με συναρπάζει (πχ Καραγάτσης)
Σημασία έχει πως το λησμόνησα. Και γι αυτό και δεν το σκέφτηκα όταν διάβαζα το "Νησί".
Με την πρώτη ευκαίρία θα το βρω και θα το ξαναδιαβάσω. Αλλά έτσι κι αλλιώς, όπως κι εσείς γράφετε, δεν ασχολείται τόσο με το ζήτημα των λεπρών και του νησιού τους.
Αλλά, οι επισημάνσεις σας πολύ ενδιαφέρουσες και ασφαλώς μέσα στα πλαίσια ενός διαλόγου.
Σας ευχαριστώ
Αν και αναγνωρίζω ως ορθές όλες τις παρατηρήσεις και παρά τα χρόνια που έχουν περάσει από τη δημοσίευση της ανάρτησης αυτής εγώ έχω ένα σχόλιο.όχι μόνο μου άρεσε το βιβλίο αλλά είναι από τα ελάχιστα που διάβασα λέξη προς λέξη τα τελευταία χρόνια(συνήθως σκανάρω τα βιβλία πολύ γρήγορα κι αυτό δεν είναι προτέρημα αναγνώστη αλλά επιπόλαιου κριτικού).Νομίζω ότι τελικά στο συγγραφέα που μπορεί
να με παρασύρει με την πλοκή συγχωρώ τα υπόλοιπα(ανακρίβειες,αβλεψίες κλπ) ως αναγνώστης,ως επίδοξη φιλόλογος όμως τρέφομαι μαυτά.
Post a Comment