9.5.25
Jonathan Coe «Η απόδειξη της αθωότητάς μου»
Jonathan Coe
«Η απόδειξη της αθωότητάς μου»
Μετάφραση: Άλκιστις Τριμπέρη
Εκδόσεις Πόλις
Αυτό που πιστεύω πως χαρακτηρίζει τον Άγγλο συγγραφέα Jonathan Coe είναι μια εντελώς ιδιότυπη μείξη λογοτεχνικής γραφής και πολιτικού σχολιασμού.
Μια μείξη που την έχουμε συναντήσει και σε προηγούμενα μυθιστορήματά του -ο Coe είναι ιδιαίτερα αναγνωρίσιμος από το ελληνικό αναγνωστικό κοινό.
Η συγγραφική του ταυτότητα έχει σαφέστατα πάνω της το αποτύπωμα ενός άγγλου συγγραφέα -εννοώ πως ο Coe καταπιάνεται με εντελώς αγγλικά ζητήματα του χθες και του σήμερα και τα διαχειρίζεται με εντελώς αγγλικό φλέγμα. Και όμως καταφέρνει να επιτυγχάνει μια πλήρη επικοινωνία και με αναγνώστες άλλων χωρών και άλλων τρόπων ανάγνωσης της καθημερινότητας τους.
Δεν έχω καταφέρει να αποκωδικοποιήσω την τεχνική με την οποία επιτυγχάνεται αυτή η αναγνωστική επαφή και σε τελευταία ανάλυση η μεγαλύτερη απόλαυση ενός αναγνώστη είναι να αφήνεται χωρίς αντιστάσεις στη δυναμική αφήγηση ενός συγγραφέα.
Στο πλέον πρόσφατο βιβλίο του, το ‘Η απόδειξη της αθωότητάς μου’, ο Coe σπάει κάθε κανόνα αφηγηματικής δόμησης και χρησιμοποιεί μια εντελώς δική του κατασκευή για να ολοκληρώσει ένα έργο που αν και έχει σαφέστατο και συγκεκριμένο πολιτικό σχολιασμό, παράλληλα δανείζεται όρους αφήγησης αστικού αγγλικού αστυνομικού μυθιστορήματος, χρησιμοποιεί τεχνικές ενός campus novel και δεν αποφεύγει τον πειρασμό να αγγίξει το κοσμοπολίτικο commercial fiction.
Πολύ δύσκολο και ίσως εν τέλει ανεφάρμοστο το να περιγράψει κανείς με λίγα λόγια την υπόθεση του έργου.
Ο μυθιστορηματικός χρόνος είναι οι μέρες -επτά εβδομάδες όλες κι όλες- όπου την πρωθυπουργία της Αγγλίας είχε αναλάβει η Λιζ Τρας και γίνεται η κηδεία της βασίλισσας Ελισάβετ.
Δυο σημαντικές στιγμές της σύγχρονης αγγλικής ιστορίας καθώς η κάθε μια έχει τη δική της σηματοδότηση και που τελικά εκφράζουν τις νέες συνθήκες που θα επικρατήσουν εντός της αγγλικής κοινωνίας.
Αυτές τις συνθήκες με το σαφέστατο συντηρητικό πρόσημο, ο Coe θα τις σχολιάζει περιγράφοντας τη διάλυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και παράλληλα θα τις ερμηνεύει τοποθετώντας την αρχή της μυθιστορηματικής δράσης στη δεκαετία του ’80, τότε που οι πολιτικές Θάτσερ και Ρέιγκαν ξεκινούσαν να υλοποιούν τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό.
Αρκετά τα κεντρικά πρόσωπα του έργου. Άλλα από αυτά ζούνε στην επαρχία έχοντας στην ουσία αφήσει πίσω τους τα όνειρα που είχαν όταν φοιτούσαν σε κολλέγιο του Κέιμπριτζ* ένα άλλο παραμένει ενεργό ΄-και γι αυτό για κάποιους επικίνδυνο- ως προς τον προοδευτικό πολιτικό σχολιασμό του* κάποια άλλα έχουν καταφέρει να πάρουν σημαντικές θέσεις μέσα στο Συντηρητικό Κόμμα, ένα άλλο απολαμβάνει -αλλά ‘μετά θάνατον’- τη συγγραφική του αναγνώριση, δυο νέες κοπέλες που αναζητούν να σχεδιάσουν ένα δικό τους μέλλον μέσα σε ισοπεδωτικές ως προς την αναγνώριση της ατομικότητας συνθήκες.
Όλα αυτοί οι χαρακτήρες κινούνται μέσα στις σελίδες του βιβλίου, μετακινούνται χρονικά, παίρνουν κάποιες στιγμές στα χέρια τους τη συνέχεια της αφήγησης και… Ναι, ο αναγνώστης τελικά υποκύπτει στα αφηγηματικά τεχνάσματα του Coe, δεν αναζητά να ξεκαθαρίσει που τελειώνει η μυθοπλασία και που αρχίζουν τα ντοκουμέντα, αποδέχεται άλλοτε να διαβάζει ευφάνταστους διαλόγους, άλλοτε να επισκέπτεται κοσμοπολίτικα μέρη, άλλοτε να προβληματίζεται πάνω στο πως κάποιοι από τα πριν έχουν σχεδιάσει τις πολιτικές επεμβάσεις τους και άλλοτε να παθιάζεται με καθαρόαιμα και κλασικά μυθιστορηματικά πάθη.
Στην ουσία έχουμε ένα μυθιστόρημα που εμπεριέχει ένα άλλο και που αυτό με τη σειρά του κάποιο τρίτο. Ίσως να είναι και ένα παιχνίδι ανάμεσα στον αφηγητή και στον αποδέχτη της αφήγησής του.
Κι όμως υπάρχει μια ενιαία οντότητα, ένα ολότελα όσο και απροσδόκητα πολιτικό έργο που αν και δείχνει να αφορά μια συγκεκριμένη χώρα και μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο, ο σαρκαστικός σχολιασμός του είναι στραμμένος προς μια επίκαιρη παγκοσμιότητα -την επικράτηση του νεοφιλελεύθερου ατομικισμού.
Ολοκληρώνοντας αυτή την παρουσίαση του «Η απόδειξη της αθωότητάς μου» θα ήθελα να αντιγράψω κάποιες αράδες, από αυτές που δεν υπηρετούν μεν τη μυθιστορηματική πλοκή, αλλά που αν και κάπως ελαφρώς καλυμμένες από τις μυθιστορηματικές εξελίξεις, τελικά επιβεβαιώνουν το πολιτικό στίγμα του έργου, φωτίζουν τις επισημάνσεις του Coe με ένα γνήσιο αγγλικό σαρκασμό. Πρόκειται για ένα απόσπασμα ομιλίας μιας εκπροσώπου συντηρητικών απόψεων που: «…η θεωρία της ήταν ότι οι κίνδυνοι της πανδημίας του κορωνοϊού το 2020 είχαν μεγαλοποιηθεί, ότι το λοκντάουν είχε προκαλέσει ένα απαράδεκτο πλήγμα στη βρετανική οικονομία και ότι όλο αυτό θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν οι άνθρωποι δεν ήταν τόσο ευαίσθητοι με τους θανάτους μερικών χιλιάδων συνταξιούχων που θα είχαν πεθάνει έτσι κι αλλιώς, μερικούς μήνες αργότερα».
Και που η ίδια αυτή ομιλήτρια αμέσως μετά θα συνέχιζε δηλώνοντας πως: «Το πρόβλημα της βρετανικής κοινωνίας, αυτό που πραγματικά την παρέλυε και την κρατούσε πίσω ήταν η ‘woke’ κουλτούρα. Δεν εξήγησε τι ακριβώς ήταν η ‘wokeness’. Δεν χρειαζότανε άλλωστε, αφού το κοινό της την καταλάβαινε… Οι λέξεις έγιναν υπηρέτες της και μπορούσε να τις χρησιμοποιεί δίνοντας τους όποια σημασία ήθελε εκείνη. Έτσι τα πάντα ήταν woke. Ή τουλάχιστον, όλα όσα έλεγε και έκανε η βρετανική ελίτ ήταν woke, αν και ούτε αυτή η ελίτ μπορούσε να προσδιοριστεί με ακρίβεια».
Ο Jonathan Coe αποδεικνύει πως γνωρίζει τον τρόπο να μετατρέπει το συγκεκριμένο εθνικό σε συγκεκριμένο παγκόσμιο. Ή με άλλα λόγια ξέρει να χρησιμοποιεί την παγκοσμιοποίηση στη λογοτεχνική σύνθεση.
Αυτή την τεχνική του, η μετάφραση της Άλκηστις Τριμπέρη για μια ακόμα φορά την μετέφερε στη γλώσσα μας με απόλυτη επιτυχία.
(838 λέξεις)
(Βιβλιοδρόμιο, 10/5/2025)
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment