30.3.24

 



Kaouther Adimi
«Με κακό άνεμο»
Μετάφραση: Έφη Κορομηλά
Εκδόσεις Πόλις
Την Καουτέρ Αντιμί οι έλληνες αναγνώστες της ξένης λογοτεχνίας τη γνωρίσανε για πρώτη φορά με το προηγούμενο μυθιστόρημά της ‘Τα πλούτη μας’ και έδειξαν πως τους κέρδισε ο τρόπος γραφής της -ένα τρόπος φαινομενικά απλός, αλλά στην ουσία με μια έντονη ικανότητα να χρησιμοποιεί την απλότητα για να φωτίζει το μέγα απρόβλεπτο της καθημερινότητας. Και αυτή την τεχνική τη χρησιμοποιεί και στο δεύτερο μυθιστόρημά της, το ‘Με άνεμο κακό’ : «…Στα στρατόπεδα είχε μάθει, ήθελε δεν ήθελε, γερμανικά, ότι αυτή η γλώσσα, μολονότι έλπιζε να την ξεχάσει με τον καιρό, του φαινόταν πως θα ‘μενε για πάντα κολλημένη στο πετσί του, ότι του είχε τύχει να σκοντάφτει σε μια γαλλική λέξη και να την αντικαθιστά με μια γερμανική, κι ότι έτσι, σιγά σιγά, θα κατέληγε να χάσει τη μιλιά του, θαρρείς και άξαφνα κάποιος άλλος εκφραζότανε μέσα από αυτόν, κάποιος που δεν ήταν ο Ταρέκ από το Ελ Ζαχρά».
Όπως και στο προηγούμενο έργο της, έτσι και σε αυτό, η Αντιμί (Αλγέρι 1986) έχει ως κέντρο της αφήγησής της την πατρίδα της και πάνω σε δικούς της συμπατριώτες στήνει την πλοκή της. Στόχος της από τη μια να φωτίσει το σχετικά πρόσφατο παρελθόν αυτής της χώρας, και από την άλλη να αποδείξει πως οι απλοί άνθρωποι κρύβουν απλές, μα ουσιαστικές, σκέψεις και εκφράζουν απλά, μα διαχρονικά, συναισθήματα.
Και πρέπει αυτή η μυθιστορηματική στάση της να είναι και ότι φάνηκε να αναγνωρίζει το φοιτητικό κοινό της Γαλλίας -η Αντιμί εδώ και χρόνια ζει και εργάζεται στο Παρίσι- που ξεχώρισε και βράβευσε τα δυο αυτή της μυθιστορήματα. Τελικά ο απόλυτα προσωπικός , μα όχι και ανερμάτιστα υποκειμενικός, τρόπος να διαβάζει κανείς την Ιστορία, δείχνει να έχει ανταπόκριση μέσα στο χώρο εκείνης της νεολαίας που θέλει να ξεφύγει από την επίσημη και ψυχρή επαφή με όσα καθόρισαν προηγούμενες εποχές.
Δυο τα κεντρικά πρόσωπα του έργου. Ο Ταρέκ και η Λεϊλά. Δυο παιδιά κάπου στα 1920, μεγαλώνουν σε ένα χωριό της Αλγερίας. Μαζί τους, τρίτος στη συντροφιά, και ο Σαϊντ.
Καθώς τα χρόνια περνούν και η χώρα σχηματίζει το νέο της πρόσωπο μαχόμενη για την ανεξαρτησία της από τους Γάλλους, οι ζωές των τριών φίλων θα πάρουν η κάθε μια τους το δικό της δρόμο.
Την Λεϊλά θα την παντρέψουν με ένα πολύ μεγαλύτερό της άντρα και θα αποκτήσει ένα γιο. Την ίδια εποχή ο Ταρέκ και ο Σαϊντ θα βρεθούνε μέσα στις μάχες με τους Γερμανούς, θα ζήσουν και εκτός της πατρίδας τους την εμπειρία να μη σε θεωρούν ελεύθερο πολίτη.
Μα και πάλι η ζωή όπως προχωρά, θα δημιουργήσει νέες καταστάσεις. Η Λεϊλά θα τολμήσει να αφήσει τον βίαιο άντρα της, ο Ταρέκ θα πάρει το θάρρος να της προτείνει να γίνει δικιά του γυναίκα, ενώ ο Σαϊντ θα ασχοληθεί με τη συγγραφή.
Κι ενώ ο Ταρέκ θα ξενιτεύεται για να μπορεί να ζει την οικογένειά που έχει φτιάξει και ενώ η Λεϊλά θα δίνει τις δικές της μάχες μέσα σε μια χώρα που σπαράζεται από εμφύλιους σπαραγμούς, ο Σαϊντ θα γράψει ένα μυθιστόρημα όπου τα κεντρικά πρόσωπα θα είναι οι δυο παιδικοί του φίλοι και το οποίο θα θεωρηθεί ως το πρώτο σημαντικό λογοτεχνικό έργο γραμμένο από αλγερινό.
Και ξαφνικά δυο άνθρωποι -ο Ταρέκ και η Λεϊλά- που είχαν μάθει να ζούνε σιωπηλά, αισθάνονται πως κάποιος τους έχει αφαιρέσει κάθε ένδυμα και η ιδιωτικότητα τους γίνεται κτήμα πολλών, σχολιασμός δεικτικός.
«Είναι αλήθεια, Λεϊλά; Περιγράφει το κορμί σου με κάθε λεπτομέρεια, πώς είναι δυνατόν; Κι ο φουκαράς ο Ταρέκ που σκοτώνεται στη δουλειά εκεί στην Ευρώπη για σένα και τα κορίτσια, για να μη σας λείψει τίποτα!»
Μέσα από τους άλλους προσδιοριζόμαστε. Μαζί με τους άλλους στήνουμε το ατομικό και συλλογικό μέλλον μας.
Μα και η σιωπή είναι στάση ζωής -μια διακριτική στάση. Αλλά πόσο ελεύθερος είναι ο καθένας μας να επιλέξει τον δικό του δρόμο;
Κι ενώ η Αλγερία ολοένα και μετασχηματίζεται και άλλοτε αποδιώχνει τα κατάλοιπα του παρελθόντος της κι άλλοτε υποκύπτει στη βιαιότητα του σήμερα, οι τρεις αυτοί άνθρωποι -απόμακροι πια από την παιδική τους ηλικία- θα φτάνουν ο καθένας στο δικό του τέλος. Για τον ένα, αυτόν που επέλεξε, τη κραυγή της δημοσιοποίησης, το τέλος θα είναι μοναχικό και επώδυνο. Για τους άλλους δύο, έτσι όπως θα έχουν τελικά καταφέρει να επιστρέψουν από εκεί απ΄ όπου είχαν ξεκινήσει, το τέλος τους θα το αναμένουν πάνω σε μια ταράτσα, να κοιτάνε τα αστέρια πιασμένοι χέρι με χέρι.
Στις τελευταίες, πλέον, σελίδες, η Αντιμί, θα φανερώσει πως έγραψε την ιστορία των δικών της ανθρώπων, όχι όμως για να τους δείξει ολόγυμνους, αλλά για να μπορέσει να τους καταλάβει. Αυτούς που υπήρξαν οι πρόγονοί της και μαζί τους να κατανοήσει και την πατρίδα της -όσο κι αν η ίδια ζει και εργάζεται και δημιουργεί στην απέναντι ακτή της Μεσογείου, είναι σημαντικό να ξέρει πως οι φραγκοσυκιές του τόπου καταγωγής της συνεχίζουν να μεγαλώνουν.
Μυθιστόρημα ιδιαίτερης αισθαντικότητας, μια ενδιαφέρουσα πρόταση γνωριμίας με έναν αρκούντως διαφορετικό λαό της Μεσογείου και σίγουρα κείμενο δομημένο πάνω στη σχέση του ατόμου με τη γλώσσα καταγωγής του.
Την επιτυχημένη μετάφραση την υπογράφει η εμπειρία της Έφης Κορομηλά.

Βιβλιοδρόμιο , 30/3/2024

(844 λέξεις)

Μπορεί να είναι εικόνα 2 άτομα και κείμενο που λέει "Βιβλιοδρόμιο KO30-3TMAPTOY.O Καουτέρ Κατανοώ Αντιμί τους άλλους, άρα υπάρχω H αλγερινής καταγωγής συγγραφέας δίνειμι γνωριμίας ενδιαφέρουσα διαφορετικό λαό ns/ Μεσογείου αρκούντως πρόταση n2 በልν"
Μου αρέσει!
Σχόλιο
Κοινοποίηση


23.3.24

Μισέλ Φάις «Το περίεργο μαξιλάρι»

 

Μισέλ Φάις

«Το περίεργο μαξιλάρι»

Εικονογράφηση: Ντανιέλα Σταματιάδη

Εκδόσεις Πατάκη

 


 

Γιατί ένας ενήλικας να γράψει ένα λογοτεχνικό κείμενο που θα το εντάξει στη λογοτεχνία για παιδιά;

Αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί το κεντρικό θέμα αναζήτησης του λόγου ύπαρξης τόσων πολλών λογοτεχνικών βιβλίων που αν και γράφονται από ενήλικες είναι προορισμένα να αναγνωστούν από παιδιά.

Μια πρώτη κατηγορία συγγραφέων τέτοιων βιβλίων είναι εκείνη που περιλαμβάνει όσους θέλουν να χρησιμοποιήσουν το λογοτεχνικό ένδυμα για να διδάξουν έναν νέο άνθρωπο με τρόπο κάπως πλέον ευχάριστο από τον κλασικό εκείνον της στερεοτυπικής σχολικής μάθησης.

Μια άλλη κατηγορία, όμως, επιχειρεί να εκφρασθεί λογοτεχνικά στην προσπάθεια της να πλησιάσει ένα παιδί με τρόπο περισσότερο -πολύ περισσότερο- ευαίσθητο και ευέλικτο και να συνομιλήσει μαζί του. Και γιατί οι συγγραφείς αυτής της κατηγορίας επιχειρούν κάτι τέτοιο; Ίσως γιατί στο πρόσωπο ενός παιδιού βλέπουν τη δική τους παιδική ηλικία.

Όσα κείμενα γραφτήκανε κάτω από αυτήν τη συνθήκη, ασχέτως επιτυχίας τους ή όχι, εντάσσονται στο χώρο της λογοτεχνίας. Γιατί ο λογοτέχνης πρώτιστα και κύρια με τον εαυτό του συνομιλεί. Σε αυτόν εξηγεί, με αυτόν διαφωνεί ή ταυτίζεται.

Οι συγγραφείς που γράφουν για να δημιουργήσουν μια τέτοια μορφής επικοινωνία με ένα παιδί, στην ουσία επιχειρούν να συνδιαλλαγούν με το βαθύτερο νόημα της παιδικής ηλικίας. Κι έτσι αυτό που χαρακτηρίζει τα κείμενά τους είναι μια παιδικότητα.

Μια παιδικότητα όμως που αποκτά την οντότητα στάσης ζωής. Το να μπορείς να συνδυάζεις την ενήλικη ματιά σου με εκείνον τον θαυμασμό ή την απορία, το ξάφνιασμα ή και τον φόβο που είχες εσύ ως παιδί, αποτελεί το έναυσμα να συνθέσεις ένα λογοτεχνικό κείμενο που θα ανήκει στη λογοτεχνία και για παιδιά.

Ο Μισέλ Φάις -δόκιμος και με πολύ συγκεκριμένο ‘ενήλικο’ ύφος συγγραφέας- έδωσε στη δημοσιότητα αυτό το εικονογραφημένο βιβλία με τον τίτλο «Τα περίεργα μαξιλάρια».

Η αφιέρωση σε μια από τις πρώτες σελίδες –‘Στον μονάκριβο Μάρκο μου’- μας προσφέρει το δικαίωμα να υποθέσουμε πως ο συγγραφέας έγραψε αυτήν την ιστορία εντασσόμενος  στην δεύτερη κατηγορία συγγραφέων που γράφουν για παιδιά. Σε αυτούς, δηλαδή, που συγγράφουν κάτω από την επίδραση της παιδικότητας.

Κι άλλωστε πέρα από το παιχνιδιάρικα παιδικό τίτλο, και η φράση ‘Πού πάνε τα όνειρα όταν ξυπνάμε;’ -που υπάρχει σε κάθε σαλόνι της έκδοσης, σε μια τέτοια σκέψη μας οδηγεί.

Πρωτοπρόσωπη η αφήγηση. Ένα μικρό κορίτσι καταθέτει την πιο πάνω ερώτηση και προχωρά σε πιθανές απαντήσεις. Οι φράσεις της απλές. Την ίδια στιγμή που περιγράφουν αυτό που βλέπει ένα παιδί, την ίδια στιγμή και επιτρέπουν την παρατήρηση που μόνο ένα ενήλικος θα μπορούσε να κάνει: «Το μπλε ποδήλατό μου (χωρίς βοηθητικές ρόδες) πιστεύει ότι γίνονται αέρας που φυσάει και ρίχνει το κόκκινο κασκόλ  στο πρόσωπό μου. Και ξέρετε πώς μου το είπε αυτό το ατίθασο ποδηλατάκι μου; Αρνιότανε να στρίψει  το τιμόνι του και χτυπούσε μόνο του το κουδουνάκι του, Παρά λίγο να με ρίξει κάτω! Τελευταία στιγμή χάιδεψα τη σέλα του και κάπως ηρέμησε»

Μια σφιχτή και αρμονική συνύπαρξη φράσεων ενός παιδιού –‘χωρίς βοηθητικές ρόδες’- με φράσεις που η σωστά διατηρημένη ενήλικη παιδικότητα καταθέτει –‘χάιδεψα τη σέλα του και κάπως ηρέμησε’.

Με αυτό το ενδιαφέρον ύφος αφήγησης η ιστορία συνεχίζεται, στο προσκήνιο κάθε πανέμορφα εικονογραφημένης σελίδας διάφορα πρόσωπα και χαρακτήρες εμφανίζονται -ένας  γάτος, μια καρέκλα, ένα παιχνίδι, η καθηγήτρια του πιάνου, ο καθηγητής του τζούντο, ένα ορφανό παιδί, μια αλλοδαπή οικιακή βοηθός, ένας άστεγος, μια ξεναγός. Όλα και όλοι τους έχουν κάτι να προσθέσουν ως μια πιθανή απάντηση στο κεντρικό -εν τέλει υπαρξιακό- ερώτημα ‘Πού πάνε τα όνειρα όταν ξυπνάμε’.

Τελικά -όπως άλλωστε και σε κάθε καλό ενήλικο κείμενο υπαρξιακών προβληματισμών- η απάντηση αν και σαφής, εντούτοις παραμένει και ανοιχτή –«Τα όνειρα όταν ξυπνάμε πηγαίνουν για ύπνο… Για να μας ονειρευτούν και να ξυπνήσουν ξεκούραστα το βράδυ…»

Θα έλεγα πως ο Μισέλ Φάις κατάφερε να συνθέσει ένα εντελώς ολοκληρωμένο κείμενο όπου τα πορίσματα της ψυχανάλυσης συγκατοίκησαν με την παιδική απορία και έτσι με τον τρόπο της παιδικότητας  δημιούργησαν ένα σύγχρονο λογοτεχνικό κείμενο ικανό να συντροφεύσει την αναγνωστική διάθεση κάθε μικρού ή και μεγάλου αναγνώστη.

Η εικονογράφηση της καταξιωμένης Ντανιέλας Σταματιάδη φρόντισε να τονίζει συνεχώς αυτή τη συνύπαρξη παιδικής ματιάς και ενήλικης παιδικότητας.

 

(672 λέξεις)

 

https://018.bookpress.gr/kritikes/gia-polu-mikra-paidia/16032-to-periergo-maksilari-tou-misel-fais-kritiki-poy-pane-ta-oneira-otan-ksypname

19.3.24

Διώνη Δημητριάδου "Θηρίο ή Θεός;"

 

Διώνη Δημητριάδου

«Θηρίο ή Θεός»

Εκδόσεις ΑΩ

 

Με σχετική καθυστέρηση διάβασα τη νουβέλα της Διώνης Δημητριάδου «Θηρίο ή Θεός» -έχει κυκλοφορήσει από τον Σεπτέμβριο του 2023.

Για τον κεντρικό ήρωα του έργου, η Δημητριάδου ελάχιστες πληροφορίες για την ταυτότητά μου μας δίνει. Στην ουσία μόνο το όνομά του -Ευγένιος. Για όλα τα άλλα στοιχεία που το χαρακτηρίζουν αφήνει ελάχιστες και καλά κρυμμένες πληροφορίες. Και μένει στον αναγνώστη να τα ανακαλύψει ή πιο σωστά να τα ανασυνθέσει μιας και αυτό θα είναι η αναγκαία προϋπόθεση για να εισέλθει μέσα στον κόσμο που περιγράφεται εντός 95 μόνο σελίδων -καθόλου τυχαίο που η συγγραφέας χαρακτηρίζει το έργο της ως νουβέλα.

Ο Ευγένιος, λοιπόν, σύμφωνα με τη δική μου ανάγνωση είναι ένας άντρας που έχει περάσει τα εβδομήντα του χρόνια. Δεν μπόρεσα να καταλήξω στο ποια ήταν η εργασία του, σίγουρα όμως υπήρξε ένας όχι απλά μορφωμένος άνθρωπος, αλλά ένας βαθύς και σταθερός αναγνώστης φιλοσοφικών και πολιτικών έργων. Ιδιαίτερη εκτίμηση πρέπει να είχε προς τα αρχαία κείμενα -ο τίτλος άλλωστε παραπέμπει στον Αριστοτέλη- όπως και στις αρχαίες τραγωδίες -η μορφή του Οιδίποδα συνεχώς τον απασχολεί κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών της ζωής του.

Παράλληλα με τα πνευματικά ενδιαφέροντα, πρέπει να υπήρξε και ένας ενεργός πολίτης.  Πολύ συχνά αναφέρονται μέσα στο κείμενο συμμετοχές του σε διάφορα συλλαλητήρια, σε μαζικές διαμαρτυρίες, όπως και πως στα χρόνια της νιότης και της πρώτης ωριμότητάς του είχε ενεργά ασχοληθεί με την πολιτική δράση συμμετέχοντας σε προοδευτικά σχήματα.

Μα πότε δεν εντάχθηκε σε ένα από αυτά, μήτε και θέλησε να εκμεταλλευτεί τις όποιες γνωριμίες του. Από ένα σημείο και μετά η όλη πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα τον οδήγησε σταδιακά σε μια απομόνωση. Μα και σε μια ουσιαστικά υπαρξιακή ενδοσκόπηση.

Ένα ακόμα στοιχείο, που αν και κομβικό στην ουσία μόνο σε ένα σύντομο κεφάλαιο αναπτύσσεται, είναι το πως βιώνει το βαθύ πένθος του από τη σύντροφο της ζωής του.

Μόνος, λοιπόν και δίχως απογόνους, ολοένα και περισσότερο έχει απομονωθεί και καθώς τόσο βιολογικά όσο και ιδεολογικά βλέπει να πλησιάζει το τέλος και της ίδιας του της ζωής, μα και των όσων πίστεψε η γενιά του, αναζητά σε στοχασμούς βασισμένους στην παιδεία και την εμπειρία του να…

«Να συμφιλιωθώ με την ιδέα του μη όντος… Αυτό μπορώ ίσως να το κάνω. Αν αυτή ήταν η τελευταία εικόνα ζωής, θα ήμουν ικανοποιημένος;»

Λίγες σελίδες πιο πριν, ο Ευγένιος έχει καταγράψει κάποιες άλλες του σκέψεις: «Από παντού εισβάλλει ο πόνος, η συνειδητοποίηση της ανυπαρξίας. Λάθος αυτό που είπαν ότι όποιον έφυγε τον κουβαλάς μέσα σου. Τίποτε δεν έχεις φυλάξει από την αληθινή του παρουσία. Μνήμες και πάλι μνήμες! Αλλά αυτό δεν είναι ο άνθρωπος»

Πορεία προς το κενό, λοιπόν; Θα μπορούσε να το είχε από την αρχή αποδεχτεί, αλλά η μελέτη των συμβόλων που μορφοποιούνται στη μορφή του Οιδίποδα, πολύ συχνά τον είχαν φέρει σε μια άλλη -πλέον αισιόδοξη- άποψη.

«Νίκη, αλήθεια, σκέφτομαι, καθώς συλλογίζομαι τον εμβληματικό ήρωα να αντιπαλεύει την τραγικότητά του, να μετράει το δικό του μέγεθος με τα δυσθεώρητα που αντιβαίνουν την ανθρώπινη οντότητα. Μπορεί, άραγε, κανείς να τον ακολουθήσει;»

Στα χρόνια της νεότητάς του και της πρώτης ωριμότητάς του, ο Ευγένιος είχε  ζήσει σε κεντρικές αστικές συνοικίες της Αθήνας. Ως παιδί, μάλιστα, συνήθιζε να ατενίζει την Ακρόπολη από μπαλκονάκι μιας κουζίνας σε πολυκατοικία. Μα μεγαλώνοντας δεν αντιστάθηκε στο ρεύμα των εποχών και τώρα πλέον κυκλοφορεί -αν και αυτό ελάχιστες φορές- σε δρόμους και πάρκα κάποιου προάστειου.

Προτού να συνειδητοποιήσει την απομόνωση, την είχε επιλέξει. Και ο θάνατος της συντρόφου την επιδείνωσε. Ο μόνος φίλος που εξακολουθεί να εμπιστεύεται δεν είναι αρκετός  να τον κάνει να επιστρέψει σε μια συντροφική δράση. Προτιμά, λοιπόν, να προετοιμάζεται -ή μήπως και να αμύνεται;- μελετώντας τη στάση του Οιδίποδα έτσι όπως τα κείμενα μας τον έχουν κρατήσει ζωντανό σύμβολο επαναστατημένου ανθρώπου.

Κρατά και ο ίδιος σημειώσεις -σχεδιάσματα φιλοσοφικών καταγραφών. Γραπτά που ο αποστολέας και ο παραλήπτης τους είναι το ίδιο πρόσωπο.

«Ο Οιδίποδας ποτέ δεν εισηγήθηκε με τη ζωή και τη σκέψη του την έννοια του μέτρου, ποτέ δεν θέλησε να είναι ένας από τον σωρό, ένας ίδιος και ίσος με τους πολλούς… Αυτόν τον άνθρωπο θέλησαν οι θεοί να συντρίψουν, να τον ισοπεδώσουν στο ύψος των υπολοίπων ανθρώπων, να παραδειγματίσουν μέσω αυτού όλους όσοι θα τολμούσαν να προχωρήσουν πιο πέρα και πιο πάνω από τα όρια τα συμφωνημένα»

Ο  Άνθρωπος, λοιπόν. Ο ελεύθερος. Που αν και ο ίδιος δεν αποφάσισε τον ερχομό του στη ζωή, εντούτοις είναι αυτός που αμφισβήτησε τη μοίρα και επέλεξε ό ίδιος την τιμωρία για τις πράξεις του.

Θηρίο ή θεός, λοιπόν; Ο ίδιος ο Ευγένιος δεν θα προλάβει να τοποθετηθεί πάνω στο ερώτημα. Ένας απροσδόκητος όσο και ειρηνικός θάνατος θα κλείσει το θέμα… Ή μήπως σηματοδοτεί -με την τυχαιότητά του – την απάντηση;

Η Διώνη Δημητριάδου έγραψε ένα φιλοσοφικό μυθιστόρημα, από τα ελάχιστα που ίσως να γράφονται στις μέρες μας και από άλλους έλληνες συγγραφείς.

Ο δοκιμιακός της λόγος συμπορεύεται με τον λογοτεχνικό και η δομή όλου του έργου δείχνει να διαθέτει και αυτή μια αναζήτηση παρόμοια με το θέμα που φιλοξενεί.

Ιδιαιτέρως προσεγμένη έκδοση που το εξώφυλλό της το κοσμεί έργο της ζωγράφου Φωτεινής Χαμιδιελή.

(841 λέξεις) - Litterature

14.3.24

Πέτρος Πανάου «Επιχείρηση ΑΝΤΙ-ΛΟΓΟΣ Το μυστήριο του κινητού 2»

 

Πέτρος Πανάου

«Επιχείρηση ΑΝΤΙ-ΛΟΓΟΣ

Το μυστήριο του κινητού 2»

Εκδόσεις Τελεία

 

 

Είναι γεγονός πως στα παιδιά, εκεί γύρω στα 11 με 13 τους χρόνια, αρέσουν ιδιαίτερα τα μυθιστορήματα με δράση και πολλές περιπέτειες.

Δεν έχουμε παρά να σκεφτούμε τους ίδιους τους εαυτούς  μας σε εκείνες τις ηλικίες και αμέσως θα θυμηθούμε την αγάπη μας για τέτοιου είδους βιβλία, όπως και για περιοδικά που σε συνέχειες περιγράφανε τις θαυμαστές περιπέτειες διαφόρων μικρής ηλικίας ηρώων.

Σήμερα, αυτού του είδους τα περιοδικά δεν υπάρχουν πια, αλλά βιβλία με ήρωες παιδιά και με δράση και έντονη περιπέτεια συνεχίζουν να γράφονται και να κυκλοφορούν. Και ίσως τελικά να πρέπει να αποδεχτούμε πως αυτού του είδους η παιδική λογοτεχνία είναι και η πλέον αγαπητή  στους αναγνώστες της.

Ο Πέτρος Πανάου φαίνεται πως συμμερίζεται τις παραπάνω σκέψεις και ασφαλώς και θα τις υποστηρίζει με την ιδιότητά του ως καθηγητή Παιδικής Λογοτεχνίας στο University of Georgia, στην Αμερική.

Ο Πέτρος Πανάου είναι γεννημένος στην Κύπρο την οποία και επισκέπτεται κατά τη διάρκεια των διακοπών του Πανεπιστημίου όπου εργάζεται.

Πριν από δύο περίπου χρόνια είδε το φως της δημοσιότητας και το πρώτο του μυθιστόρημα για παιδιά με τίτλο «Επιχείρηση Λόγος: Το Μυστήριο του Κινητού»

Το βιβλίο εκείνο έτυχε σημαντικών διακρίσεων (μεταξύ των άλλων και το Κρατικό Βραβείο της Κύπρου για μυθιστόρημα παιδικής / νεανικής λογοτεχνίας)

Τώρα εξέδωσε τη συνέχεια του «Επιχείρηση ΑΝΤΙ-ΛΟΓΟΣ : Το μυστήριο του κινητού 2»

Οι ίδιοι ήρωες, το ίδιο περιβάλλον, μα νέες περιπέτειες και νέοι προβληματισμοί.

Γιατί ο Πέτρος Πανάου, ως ένας σύγχρονος συγγραφέας βιβλίων για μεγάλα παιδιά, γνωρίζει πως ένα καλό βιβλία αυτής της κατηγορίας μαζί με τη δράση πρέπει να διαθέτει και σοβαρούς προβληματισμούς πάνω σε σημερινά όσο και διαχρονικά προβλήματα.

Ο κεντρικός ήρωας, μαζί με το κορίτσι του και δυο ακόμα φίλους του αναζητούν τον τρόπο να σταματήσουν τα σχέδια κάποιων δυνάμεων να υποδουλώσουν την πατρίδα τους.

Δεν έχει, πιστεύω, σημασία σε ένα τέτοιο σημείωμα να περιγραφεί η υπόθεση του πρώτου και του δεύτερου μέρους. Αρκεί θεωρώ να αναφερθεί πως η υπόθεση διαδραματίζεται σε μια πόλη όπου βομβαρδίζεται και σε μια χώρα όπου κυριάρχησαν δικτατορικές δυνάμεις.

Είναι ολοφάνερο πως ο Πέτρος Πανάου αναζήτησε ένα τρόπο πολιτικής αφύπνισης των παιδιών. Και ο τρόπος αυτός στηρίζεται στη λογοτεχνία, που στη συγκεκριμένη περίπτωση υλοποιείται με μια γρήγορη αφήγηση, ζωντανούς και νεανικούς διαλόγους και με τη συνεχή αναφορά στη βοήθεια που πάντα μπορεί κανείς να πάρει  -ακόμα και σε μια τεχνοκρατούμενη εποχή- από τον τυπωμένο λόγο.

Άλλωστε και ο ίδιος ο συγγραφέας έχει σε συνέντευξή του καταθέσει την πίστη του στη δύναμη του γραπτού λόγου σε σχέση με τη μνήμη και τη λήθη.

Αυτή τη πίστη, αυτή τη μεγίστη γνώση θα αποκτήσει και ο νεαρός ήρωας του βιβλίου.

Το «Επιχείρηση ΑΝΤΙ-ΛΟΓΟΣ : Το μυστήριο του κινητού 2» είναι ένα μυθιστόρημα που διαθέτει όλα τα στοιχεία να αγαπηθεί από τους νεαρούς αναγνώστες του -έχει κινηματογραφική πλοκή, ολόφρεσκους διαλόγους, καλοσχεδιασμένους χαρακτήρες, ζωντανές περιγραφές καταστάσεων και παράλληλα προσφέρει μια σειρά προβληματισμών και προτείνει δρόμους κατανόησης τους.

 

(490 Λέξεις)

https://www.fractalart.gr/to-mystirio-toy-kinitoy/

7.3.24

Έφη Λαδά «Το μικρό νησί»

 Έφη Λαδά

«Το μικρό νησί»

Εκδόσεις Παπαδόπουλος

 

                                         












                                    

Γνωρίζω εδώ και πολλά χρόνια την Έφη Λαδά. Μα μόνο μια φορά έτυχε να συνεργαστούμε. Κι αυτή αρκετά χρόνια πιο πριν -πρέπει και οι δυο να είμαστε κάπου  στις αρχές της πορείας που ο καθένας μας σχεδίαζε.

Από τότε με είχαν εντυπωσιάσει οι μορφές που σχεδίαζε. Θα έλεγα πως ίσως να ήταν η πρώτη Ελληνίδα εικονογράφος που με έκανε να αισθάνομαι πως είχε μια έντονη μαθητεία σε τεχνικές ξένων καλλιτεχνών.

Από τότε  μέχρι σήμερα πολλά είναι τα βιβλία που η Έφη Λαδά έχει εικονογραφήσει και κάποια, μάλιστα, στιγμή άρχισε και η ίδια να γράφει και τα κείμενα.

Η τεχνική της -το ύφος της , πιο σωστά- δεν έχει μεταβληθεί. Μα σίγουρα έχει ωριμάσει και οι εικόνες της είναι αμέσως αναγνωρίσιμες ως προς την υπογραφή εκείνου που της έχει δημιουργήσει. Άλλωστε αυτό λένε πως είναι το βασικό γνώρισμα ενός ταλέντου: να παραμένει το ίδιο κι όμως να εξελίσσεται.

Νομίζω πως, πλέον, η Λαδά έχει βρει τον τρόπο να προσαρμόζει το προσωπικό της εικονογραφικό όραμα στις ανάγκες των κειμένων που καλείται να εικονογραφήσει.

Πολλές οι διακρίσεις που αφορούν τη δουλειά της. Και στη χώρα μας και στο εξωτερικό.

Και τολμώ να ισχυριστώ πως αξίζει και περισσότερες.

Το πλέον πρόσφατο βιβλίο που μέσα στις σελίδες του ο αναγνώστης θα συναντηθεί με εικόνες της Έφης Λαδά είναι «Το μικρό νησί». Και είναι ένα ακόμα από αυτό που η ίδια έχει γράψει και το κείμενο.

Θεωρώ πως αν οι εικόνες της Έφης Λαδά έχουν μια δική τους απόχρωση ονείρου, την ίδια σε ένα βαθμό απόχρωση θα συναντήσουμε και στα κείμενα της.

Σε αυτό, λοιπόν, το βιβλίο τιοθέμα του είναι ο αποχωρισμός και αυτό που πίσω του αφήνει.

Κεντρική ηρωίδα ένα κορίτσι που ζει σε κάποιο πολύ μικρό νησί μαζί με τη γιαγιά της. Γονείς δεν αναφέρονται, οπότε εμμέσως υπογραμμίζεται η μοναδικότητα της σχέσης των δυο γυναικών και ακόμα το πως η μικρή διαμορφώνει την προσωπικότητά της μέσα από τις αφηγήσεις της γιαγιάς. Αφηγήσεις με τη μορφή μουσικών συνθέσεων.

Ο κόσμος τους είναι μικρός -ένα νησί μικρό σαν κουβαρίστρα. Αλλά οι νότες των τραγουδιών της γιαγιάς μπορούν να ταξιδεύουν καθώς χώνονται στο χοντρό πανωφόρι του Χειμώνα που κάθε χρόνο επισκέπτεται το νησί.

Κι όπως περνούν τα χρόνια, θα έρθει η ώρα που η γιαγιά θα πεθάνει και θα πάψουν γι αυτό να  δημιουργούνται νέες συνθέσεις.

Αλλά η μικρή έχει ανάγκη να τις ακούει -είναι μέρος της ταυτότητάς της. Και έτσι δε θα διστάσει να μπει σε μικρό πλεούμενο και να αναζητήσει το πανωφόρι του Χειμώνα, που μέσα στις ραφές του έχουν κλειστεί οι νότες από τις μελωδίες της γιαγιάς.

Το ταξίδι δεν είναι ίσως τόσο μακρύ, μα είναι γεμάτο νέες εντυπώσεις, νέες εμπειρίες. Με αυτές τις δικές της κατά κάποιο τρόπο νότες, η μικρή θα επιστρέψει στο νησί της, έχοντας όμως πάρει και τις νότες της γιαγιάς.

Από εδώ και πέρα το νησί φαινομενικά θα είναι το ίδιο. Θα το έχουν διαφοροποιήσει όλα όσα η μικρή έφερε μαζί της. Που δεν ήταν τίποτε άλλο από τις αναμνήσεις του παρελθόντος, συνδυασμένες με τις δικές της εμπειρίες -έτοιμες κι αυτές να συνθέσουν τις δικές τους μελωδίες.

Με τις αναμνήσεις δημιουργούμε το μέλλον -αυτό θέλει η Έφη Λαδιά να μας υπενθυμίσει. Κι είναι μια θέση που την υποστήριξε με μια ποιητική γραφή και με μια εκρηκτική όσο και ευαίσθητη εικονογράφηση.

 

(552 λέξεις)

https://www.fractalart.gr/to-mikro-nisi/

6/3/2024

1.3.24

Η Διώνη Δημητριάδου για το "Σαν Μήδεια"

 

Διώνη Δημητριάδου  Δημοσιεύτηκε 01 Μαρτίου 2024

https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/22027-san-mideia

 

«Σε μια γυναίκα ταιριάζουν οι σκιές και οι στάλες των αδένων της» (σ. 13). Μπορεί, άραγε, μια ανδρική πένα, κι ας είναι από τις καλύτερες, να αποδώσει τόσο εύστοχα τη γυναικεία φύση; Ο Μάνος Κοντολέων στο πρόσφατο μυθιστόρημά του, Σαν Μήδεια, θέλησε να φθάσει μέχρι τον βυθό, να αποδώσει μέσω της ηρωίδας του τη θηλυκή υπόσταση, σε διάκριση από τη γυναικεία, όπως καθιστά σαφές με τον τρόπο που χειρίζεται τον αρχαίο μύθο. Κι εδώ ακριβώς βρίσκεται το πλέον ενδιαφέρον στη γραφή αυτή. Εισχωρεί στον μύθο με την τόλμη που η λογοτεχνία απλόχερα προσφέρει, «ενδύεται» τον ρόλο της ηρωίδας του, αναλύει τη σκέψη της, σπάζοντας το στερεότυπο κέλυφος της διάκρισης των δύο φύλων και, το κυριότερο, προχωράει ακόμη πιο πέρα, προσφέροντας μια δική του ερμηνεία, πέρα από την (επιφανειακή, ίσως και παραπλανητική) ερμηνεία της παιδοκτονίας. Τι περισσότερο να ζητήσει κανείς από μια λογοτεχνική γραφή;

«Ίσως σημάδι σταλμένο από την Κλωθώ το ότι έφτασες στη νήσο μου μέρα που ανήκει στην επικράτεια της Εκάτης… Μέρα της υγρασίας και των σκιών… Μέρα θηλυκή» (σ. 15) θα πει, στη νεοφερμένη στο νησί της Μήδεια, η Κίρκη. Ο ρόλος της σημαδιακός, καθώς θα βοηθήσει τη Μήδεια να κατανοήσει τη φύση της, αλλά και τον προορισμό της. Αυτή ως θήλυ πρέπει να ενωθεί με το άρρεν, να συνεργαστεί η Εκάτη με τον Ήλιο, να γονιμοποιηθεί η πανάρχαια Γαία, να δημιουργηθεί η νέα γενιά των ανθρώπων. Γιατί, ακόμα και οι θεοί, καθ’ ομοίωση των ανθρώπων, πλέον είναι άνδρες και γυναίκες, κατά τις κοινωνικές επιταγές, έχοντας απολέσει την αρχέγονη φύση του άρρενος και του θήλεος.

Κι έτσι, στήνεται η παγίδα. Η Μήδεια θα αναγνωρίσει τη μορφή του γνήσιου απόγονου του Ουρανού από τη λάμψη του· κι αλήθεια, η μορφή του Ιάσονα πόσο έμοιαζε με ήλιο! Όταν τον πρωτοαντίκρισε η Μήδεια, επαλήθευσε μέσα της τα λόγια της Κίρκης, αν η ίδια ως θήλυ ήταν η νύχτα, τότε ο Ιάσονας δεν ήταν άνδρας, ήταν το αρσενικό στοιχείο, το σύμβολο της ημέρας, ο ήλιος. Όταν ο Ιάσονας θα αποδειχθεί για τη Μήδεια άλλος ένας εκπρόσωπος του ανδρικού φύλου, θα δρομολογηθεί μέσα της μια άλλη πορεία που θα τη φέρει πιο κοντά στην ξεχασμένη δική της φύση, τη θηλυκή και σκοτεινή. Με οδηγό τα λόγια «παγίδα παιδικών ματιών, μικρά φιλύποπτα τέρατα, κεφάλια ανδρικά» (Ανούιγ) μαζί με τα λόγια του Ευριπίδη: «Παιδιά μου, η αρρώστια σας ήταν το αίμα του πατέρα σας», ο Κοντολέων θα δείξει πως, πολύ πιο πέρα από την κυρίαρχη εκδικητική εκδοχή που συνοδεύει στους αιώνες το πρόσωπο της Μήδειας, υπάρχει κάτι βαθύτερο. Η Μήδεια, σκοτώνοντας τα παιδιά, αφανίζει ταυτόχρονα την ανδρική παρουσία, που κατάπιε το άρρεν πρότυπο, καταδικάζοντας όχι μόνον την ίδια αλλά και όλες τις γυναίκες σε έναν δικό τους αφανισμό, αυτόν της θηλυκής τους φύσης.

Προχωράει ακόμη πιο πέρα, προσφέροντας μια δική του ερμηνεία, πέρα από την (επιφανειακή, ίσως και παραπλανητική) ερμηνεία της παιδοκτονίας. Τι περισσότερο να ζητήσει κανείς από μια λογοτεχνική γραφή;

Αλλά, επειδή στο αρχαίο δράμα ενδιαφέρει και η αντίδραση του πανταχού παρόντος –πλην όμως απόντος– θεϊκού στοιχείου, βλέπουμε και ως προς αυτό το στοιχείο την άποψη-θέση του γράφοντος. Ο Κοντολέων, δίπλα στην ερμηνεία του Ευριπίδη (η «ανάληψή» της στο άρμα του Ήλιου) ή σ’ αυτήν του Ανούιγ (η Μήδεια αυτοκτονεί), ή ακόμη και στην τόσο διαφορετική του υπέροχου, και ευτυχώς αιρετικού, Λαρς φον Τρίερ (το ένα παιδί βοηθάει τη μητέρα στο φονικό) –θα πρόσθετα και την ενσάρκωση της Μήδειας από τη Μελίνα Μερκούρη στην παράσταση του Βολανάκη (με έμφαση στην καθαρά γυναικεία φύση που επαναστατεί απέναντι στην ανδρική υπεροχή)– επιφυλάσσει τη δική του κορύφωση του δράματος. Η ίδια η φύση δίνει το τέλος της Μήδειας, προσφέροντας την αναγκαία κάθαρση στην ψυχή του αναγνώστη, κατ’ αναλογία με την κάθαρση του θεατή της αρχαίας τραγωδίας.

Και τότε…

Ο κεραυνός χτυπά στη μέση του πλοίου.

Πέφτει δίπλα στη Μήδεια, δίπλα στα νεκρά παιδιά.

Κι ακολουθούν οι φλόγες.

Που τα τυλίγουν όλα.

Φλέγεται η Αργώ…

Η Μήδεια καλωσορίζει τη φωτιά.

Ένα δαδί η ίδια. Πλέον.

(σσ. 131-132)

Έχει ενδιαφέρον μια επιμέρους παρατήρηση: στο παραπάνω απόσπασμα από την κορύφωση του δράματος, η γραφή επιλέγει τις μικρές, κοφτές προτάσεις, μία σε κάθε αράδα, σαν να πέφτει αργά και μοιραία μια αυλαία, μια «ταφόπλακα» πάνω στα πρόσωπα, σηματοδοτώντας ταυτόχρονα το τέλος της ιστορίας. Ο Κοντολέων μένει πολύ κοντά στη θεατρικότητα, υπογραμμίζοντας τη σύνδεση του μύθου με την παράσταση της τραγωδίας. Όπως στις αρχαίες παραστάσεις οι θεατές προσέρχονταν ενήμεροι για το περιεχόμενο του μύθου, αναμένοντας, ωστόσο, συχνά μια «παρέμβαση» σ’ αυτόν από τον τραγικό ποιητή, μια έστω και λίγο διαφορετική «ανάγνωση», έτσι και οι αναγνώστες εδώ, ανοίγοντας το βιβλίο, αναμένουν τη Μήδεια που γνωρίζουν, προϊδεάζονται όμως από την παρομοίωση στον τίτλο. Η λέξη «σαν» του τίτλου αφενός προαναγγέλλει μια εκδοχή διαφορετική, αφετέρου όμως φέρνει την κάθε γυναίκα να σταθεί δίπλα στην εμβληματική ηρωίδα, σαν Μήδεια κι αυτή, νιώθοντας οικεία τα σημεία της. Θαρρώ πως έτσι νιώθει καλύτερα και κατανοεί τη διάκριση ανάμεσα στο θήλυ και τη γυναίκα (κατ’ επέκταση ανάμεσα στο άρρεν και τον άνδρα), έννοιες πάνω στις οποίες στήριξε ο Κοντολέων τη δική του εκδοχή του μύθου. Και, για να πούμε την αλήθεια, συμφωνεί. Κάτω από αυτό το πρίσμα, επομένως –για να επανέλθω στο αρχικό ερώτημα αυτού του κριτικού σημειώματος– ναι, είναι δυνατή η προσέγγιση της θηλυκής-γυναικείας φύσης (εδώ θα μπορούσαν να συνυπάρξουν) και από μια ανδρική πένα. Άλλωστε, σε μια διαφορετική προσέγγιση του αιώνιου παραπλανητικού διχασμού (άνδρας-γυναίκα), που διαχωρίζει τα δυο φύλα σε όλα τα επίπεδα, εξισορροπούνται οι όποιες διαφορές αν αποδεχθούμε την υπεροχή της έννοιας άνθρωπος.

Μια τελευταία μνεία στο εξαιρετικό εξώφυλλο –έργο της Francesca Woodman–, με τη γυναικεία φιγούρα στην πιο φυσική της μορφή, ενσωματωμένη μέσα στο γκρίζο και άγριο περιβάλλον. Θηλυκή όσο ποτέ.

https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/22027-san-mideia