26.10.16

Κώστας Ακρίβος "Τελευταία νέα από την Ιθάκη"

Κώστας Ακρίβος
«Τελευταία νέα από την Ιθάκη»
Διηγήματα
Εκδόσεις Μεταίχμιο






Μετά  από είκοσι τρία χρόνια (τόσα είναι περίπου αυτά που ο Κώστας Ακρίβος με σταθερή χρονική και ποιοτική συνέπεια, δίνει στο κοινό τα έργα του) και μετά από δεκατρία προσωπικά βιβλία, μετά από την ευθύνη τριών Ανθολογιών, μετά από συμμετοχή σε αρκετές συλλογικές εκδόσεις και σε σχολικά εγχειρίδια, μπορεί πλέον κανείς να είναι βέβαιος για τα συγγραφικά χαρακτηριστικά του βολιώτη φιλόλογου και λογοτέχνη.
Το ένα έχει να κάνει με την πάρα πολύ καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας.
Το δεύτερο με τα θέματα που κάθε φορά τον κερδίζουν.
Η άρτια γνώση των Ελληνικών γίνεται εμφανής όταν κανείς διαβάζει έργα του τα οποία άλλοτε χρησιμοποιούν μια πλούσια δημοτική, άλλοτε μια καθαρόαιμη καθαρεύουσα, άλλοτε πάλι  πλαστικές εκφορές προσωπικών και ιδιωματικών αφηγήσεων.
Ο φιλόλογος υπηρετεί τον λογοτέχνη και παράλληλα τον υποστηρίζει.
Όσον αφορά τα θέματα, αυτά συνήθως έχουν να κάνουν με τις σκέψεις και τα συναισθήματα, τις ανάγκες και τα αδιέξοδα καθημερινών ανθρώπων του σήμερα, συχνά όμως και του χτες.
Ο Ακρίβος χωρίς να αγνοεί καταστάσεις που επηρεάζουν τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία, δείχνει να έλκεται περισσότερο από συνθήκες κάπως διαχρονικές (ο έρωτας για παράδειγμα, η θρησκεία, η ιστορία κ.α.) ή και σχεδόν ξεπερασμένες πλέον (η ζωή σε μικρές απομακρυσμένες από κάποιο άστυ περιοχές).
Θα ήθελα ακόμα να σημειώσω πως από τα δεκατρία του βιβλία, τα εννέα –αν καλά θυμάμαι- είναι μυθιστορήματα, ενώ  τα υπόλοιπα τέσσερα συλλογές διηγημάτων.
Αν μαζί με αυτές τις συλλογές λάβουμε υπ΄ όψιν μας τη συμμετοχή του σε ομαδικές  εκδόσεις και τις ανθολογήσεις του, τότε μπορούμε να ισχυριστούμε πως ο Κώστας Ακρίβος είναι ίσα μοιρασμένος ανάμεσα στη μεγάλη και τη μικρή φόρμα αφήγησης.
Το πρόσφατο βιβλίο του –«Τελευταία νέα από την Ιθάκη»- είναι το δέκατο τέταρτο και η πέμπτη συλλογή διηγημάτων του.
Διαθέτει κι αυτή τα δυο κεντρικά συγγραφικά του χαρακτηριστικά.
Άλλα από τα διηγήματα –τα περισσότερα- είναι γραμμένα στη δημοτική, άλλα πάλι μιμούνται ή το ύφος του Καβάφη ή τον λόγο του Κολοκοτρώνη ή και διαθέτουν κάποιον ρυθμό που μπορεί να παραπέμπει σε αφήγηση λαϊκού αφηγητή που θέλει να χρησιμοποιήσει ποιητική φόρμα.
Και βέβαια οι ήρωες του διηγημάτων προέρχονται κυρίως από χώρους όπου συναντάμε  ανθρώπους καθημερινούς, αστούς, μικροαστούς, επαρχιώτες ή είναι λογοτεχνικές περσόνες ιστορικών προσωπικοτήτων.
Τα διηγήματα θα έδειχναν ασύνδετα μεταξύ τους ως προς τον θεματικό τους άξονα, αν ο Ακρίβος (χρησιμοποιώντας μιας αγαπημένη του συνήθεια) δεν ήθελε να τους χαρίσει μια ιδιότυπη ενδοκειμενικότητα.
Επέλεξε αποσπάσματα από την Οδύσσεια που το καθένα είχε να κάνει με κάποιο από τα πρόσωπα που κυκλοφορούν στο Έπος. Από τον ίδιο τον Οδυσσέα έως τον Μενέλαο, από την Καλυψώ ως την Αντίκλεια –συνολικά έχουμε 26 διηγήματα που αποτελούν κατά κάποιο τρόπο ενσαρκώσεις χαρακτήρων της Οδύσσειας στην σημερινή εποχή.
Ο Ακρίβος αναζητά όχι τις εξωτερικές ομοιότητες, αλλά το εσωτερικό νήμα που μπορεί να συνδέει τύπους ανθρώπων μέσα στο εύρος των αιώνων. Έτσι ο Οδυσσέας, για παράδειγμα, αντανακλάται σε ελληνό-κουβανό τραγουδοποιό, ο Αχιλλέας σε αξιωματικό του ’22 και ο Τειρεσίας σε χαρτορίχτρα.
Πέρα όμως από αυτό το εύρημα σύνδεσης των επιμέρους κειμένων, όλα τα διηγήματα διαθέτουν το καθένα τη δική του χάρη και κάποια μάλιστα από αυτά στραφταλίζουν καθώς τα έχει πασπαλίσει ο ιδρώτας των ανθρώπινων παθών.
Όμορφα διηγήματα. Ο ίδιος ο συγγραφέας δηλώνει πως η ιδέα σύλληψης μιας τέτοιας συλλογής, του είχε γεννηθεί από το 1988 όταν είχε ακούσει τον Δημήτρη Μαρωνίτη να διαβάζει τη μετάφραση του από την ε ραψωδία της Οδύσσειας.
Πολύ συχνά –ή μήπως σπάνια;- οι συγγραφικές εμπνεύσεις θέλουν το δικό τους χρόνο για να ολοκληρωθούνε.
Αλλά –εν τέλει- ολοκληρώνονται.


Πρώτη δημοσίευση: http://www.culturenow.gr/52613/teleytaia-nea-apo-thn-ithakh-kwstas-akrivos-kritikh-vivlioy

Νίκος Δαββέτας "Ωστικό κύμα"

Νίκος Δαββέτας
«Ωστικό κύμα»
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Πατάκη

                                                 



Η περίπου σαραντάχρονη Δέσποινα θα μάθει πως ανάμεσα στα πολλά θύματα μιας βομβιστικής ενέργειας στο μετρό του Λονδίνου είναι και ο γιος της, εικοσάχρονος φοιτητής.
Το ξαφνικό και τόσο άγριο αυτό γεγονός θα οδηγήσει τη Δέσποινα (που και μετά από τον αποτυχημένο γάμο της, ζει μέσα σε μια ψυχική όσο και συναισθηματική αταξία) σε μια πλήρη απορρύθμιση της καθημερινότητάς της.
Εικόνες από το παρελθόν της θα την επισκέπτονται καθώς εκείνη θα προσπαθεί όχι μόνο να συνειδητοποιήσει την απώλεια, αλλά και να αναζητά αν το χτες είναι αυτό που καθορίζει το σήμερα.
Κι ενώ η Δέσποινα θα ‘ταξιδεύει’ στις δικές της αναμνήσεις , παράλληλα οι έρευνες θα φέρουν το φως στοιχεία που θα αποδεικνύουν πως δεν είναι πλέον το όποιο τοπικό γεγονός που γράφει την ιστορία κάθε ατόμου, αλλά αντίθετα είναι οι συνθήκες που απλώνονται σε όλο τον κόσμο και έτσι από την μια μπορεί μεν να τον ενώνουν πολιτισμικά, αλλά από την άλλη μπορεί να και να τον διαμορφώνουν ιδεολογικά.
Από την ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου σε εκείνη μιας υπόγειας στάσης του Λονδίνου, χωρέσανε τρεις γενιές ανθρώπων και το βάρος πέφτει στη Δέσποινα (εκπρόσωπο της δεύτερης και μεσαίας) να κατανοήσει και να αναζητήσει ασφαλείς οδούς όπου θα τις βαδίσουν όσοι πρόκειται να ακολουθήσουν.
Ο Νίκος Δαββέτας που είχε γίνει γνωστός από την δεκαετία του ’80 με τις ποιητικές συλλογές του, φαίνεται πως έχει μάλλον οριστικά αποφασίσει να μεταναστεύσει στα εδάφη της πεζογραφίας.
Το «Ωστικό κύμα»  είναι το έκτο πεζογραφικό του βιβλίο και επιβεβαιώνει τη διάθεση του Δαββέτα να αναμειγνύει τις μυθοπλαστικές κατασκευές του με ιστορικά συμβάντα.
Το παρελθόν εισβάλει κι εδώ στο παρόν των ηρώων του.  Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί και στα δυο προηγούμενα έργα του.
Είναι μια ενδιαφέρουσα στάση συγγραφής καθώς γίνεται έτσι μια προσπάθεια η ντόπια λογοτεχνική παραγωγή να συνδυάζει την ελληνική πραγματικότητα με μια γενικότερη ευρωπαϊκή.
Θα διαπιστώσουμε στο έργο αυτό και την τάση του συγκεκριμένου πεζογράφου να κρατά κοντά σε πολιτικά γεγονότα τους ήρωές του.
Ο Νίκος Δαββέτας από αυτή τη σκοπιά θα μπορούσε και να χαρακτηρισθεί ως ένας πολιτικοποιημένος συγγραφέας.
Μα παράλληλα παραμένει και ένας ικανός πλάστης μιας πολυεπίπεδης γραφής-  λυρική ρεαλιστική, συμβολική, στοχαστική.
Ο άνεμος αλλάζει πάλι κατεύθυνση –είναι η τελευταία φράση του έργου.
Είναι ίσως αυτό και που ο Νίκος Δαββέτας θέλησε να κάνει γράφοντας τούτο το έργο. Να αλλάξει κατεύθυνση η ματιά με την οποία ο μέσος έλληνας βλέπει …το εαυτό του.



 Πρώτη δημοσίευση: http://www.iporta.gr/politismos/vivlio/item/10218-nikos-davvetas-ostiko-kyma-mythistorima-ekdoseis-pataki-tou-manou-kontoleon

Βούλα Μάστορη "Στη χώρα των θαυμάτων"

Βούλα Μάστορη
«Στη χώρα των θαυμάτων»
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Πατάκη


                                       
Η Βούλα Μάστορη ανήκει στην ομάδα εκείνων των συγγραφέων της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους που παρουσιάζονται στα χρόνια της μεταπολίτευσης και ανανεώνουν τα θέματα και τη μορφή των βιβλίων που απευθύνονται σε παιδιά και εφήβους.
Από τις πλέον δυναμικές παρουσίες, δίνει το παρόν της τόσο με εφηβικά μυθιστορήματα όσο και με μικρές ιστορίες και παραμύθια.
Αρχές της δεκαετίας του 2000 κυκλοφορεί και το πρώτο της μυθιστόρημα για ενήλικο κοινό.
Το δεύτερο θα ακολουθήσει δέκα περίπου χρόνια αργότερα.
Κι εφέτος βλέπει το φως της δημοσιότητας το τρίτο –«Στη χώρα των θαυμάτων».
Μυθιστόρημα σπαραγμός μετά από τον θάνατο του συζύγου της συγγραφέα.
Δεν είναι ίσως σύνηθες (ίσως και όχι πρέπον ηθικά) μια κριτική προσέγγιση ενός λογοτεχνικού έργου να επιχειρεί να συνδέσει τα όσα μέσα στο μυθιστόρημα διαδραματίζονται με την προσωπική ζωή του δημιουργού, αλλά στην περίπτωση αυτού εδώ του βιβλίου, νομίζω πως όχι μόνο δεν υφίσταται θέμα ηθικής τάξης, αλλά αντίθετα επιβάλλεται να τονισθεί η ταύτιση ηρωίδας και δημιουργού της μιας και είναι σαφές πως τέτοιο στόχο είχε και η Βούλα Μάστορη όταν ξεκίνησε να γράφει και κάποια στιγμή ολοκλήρωσε το έργο αυτό που περιγράφει την κοινή ζωή της με τον σύντροφό της.
Και αποκτά ακόμα μεγαλύτερο βάρος και βάθος αυτή η καταγραφή μιας κοινής πορείας που τη διακόπτει ο θάνατος του ενός μέλους, όταν το έργο κυκλοφορεί τις μέρες που η ίδια η Μάστορη αντιμετωπίζει σοβαρότατο πρόβλημα υγείας.
Μυθιστόρημα, λοιπόν, το «Στη χώρα των θαυμάτων» -ή μήπως μαρτυρία;
Η δομή του έργου διαθέτει δύο επίπεδα. Στο πρώτο η τριτοπρόσωπη αφηγήτρια (που με σαφήνεια αφήνει να υπονοηθεί πως ταυτίζεται με την ηρωίδα) καταγράφει τις αντιδράσεις της τις πρώτες μέρες  μετά από το θάνατο του για σαράντα περίπου χρόνια συντρόφου της.
Η απουσία του αποκτά διαστάσεις μεταφυσικής παρουσίας και τα αντικείμενα του σπιτιού γίνονται η αφορμή να έρθουν στην επιφάνεια της μνήμης τα γεγονότα των προηγουμένων ετών.
Κι έτσι έχουμε το δεύτερο επίπεδο αφήγησης. Σε αυτό παρακολουθούμε τη γνωριμία δυο ανθρώπων που αν και είχαν μια σημαντική διαφορά ηλικίας, ερωτεύτηκαν με πάθος και έζησαν ο ένας δίπλα στον άλλον μια ολόκληρη ζωή.
Αυτό το δεύτερο επίπεδο στην ουσία λειτουργεί ως η μυθιστορηματική βάση όπου απάνω της θα έρθει να απλωθεί ο σπαραγμός από τον χωρισμό και να μετατραπεί σε λογοτεχνία η πορεία προς τα γηρατειά, οι διάφορες φάσεις μιας αρρώστιας και τελικά το αναπότρεπτο τέλος του ενός, αλλά και η προσπάθεια διαχείρισης της μοναξιάς εκ μέρους του άλλου.
Πίσω από αυτό το κεντρικό θέμα, πολλά άλλα ζητήματα σηματοδοτούνται.
Οι σχέσεις της κόρης με τον πατέρα. Μια σχέση που δεν θέλησε ποτέ να ξεθυμάνει, αλλά αντίθετα μεταμορφώθηκε σε μια μορφή έλξης προς ωριμότερο άνδρα.
Η καθυστερημένη έφοδος της εφηβείας –μιας περιόδου που εμποδίστηκε να ανθίσει στην δική της εποχή και που όταν τελικά μπόρεσε να εκφρασθεί επέφερε και ένα μεγάλο κτύπημα.
Η αναζήτηση της γυναικείας χειραφέτησης στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, είναι ένα ακόμα στοιχείο στο οποίο το έργο στηρίζεται.
Η σιγουριά της νέας γυναίκας που ζει δίπλα σε ένα μεγαλύτερό της άντρα, σιγά, σιγά μετατρέπεται σε μια δική της αυτονομία και στη συνέχεια σε μια προστασία προς τον ηλικιωμένο σύντροφο που το γήρας τον στριμώχνει το περιθώριο.
Και  -αυτό που ρίχνει τη σκιά του σε όλο το έργο- ο σπαραγμός του πολύχρονου αποχαιρετισμού.

                                                  *********
Το τελευταίο τούτο μυθιστόρημα της Βούλας Μάστορη κυκλοφορεί λίγους μήνες μετά από δυο άλλα βιβλία (τυχαίνει και αυτά να κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Πατάκη) με παρόμοιο θέμα.
Είναι το «Γράμμα στον Κωστή» της Ξένιας Καλογεροπούλου και το «Το άλλο μου ολόκληρο» της Τασούλας Επτακοίλη.
Και στα δυο αυτά βιβλία οι συγγραφείς τους απευθύνονται νοερά στους αγαπημένους συντρόφους που έφυγαν από τη ζωή. Και χωρίς να αποφεύγουν το πένθος, γνέφουν καταφατικά προς τη συνέχεια του βίου.
Η Μάστορη αυτό το γνέψιμο δείχνει πως δεν το αντέχει.
Παρόλα αυτά αποφασίζει να το γράψει. Ακολουθεί τη συμβουλή του Μένη Κουμανταρέα –το πένθος τελειώνει ή κοντεύει να τελειώσει όταν αποφασίζεις να γράψεις γι αυτό.
Μακάρι.

 Πρώτη δημοσίευση: http://fractalart.gr/sti-xwra-twn-thaymatwn/



24.10.16

Ιστορίες του Σάββα



Τασούλα Τσιλιμένη
«Οι ιστορίες του Σάββα»
Πώς να επιβιώσετε από τους γονείς όταν πάτε σχολείο
Εικονογράφηση: Τέτη Σώλου
Εκδόσεις Πατάκη



Πολλές οι αλλαγές που συμβαίνουν στην κοινωνία καθώς η μια γενιά διαδέχεται την άλλη.
Πάντοτε κάτι παρόμοιο συνέβαινε, αλλά ασφαλώς μήτε με την ίδια ταχύτητα μήτε όμως και με τις ίδιες ποιοτικές διαφορές που στις μέρες μας αυτές οι αλλαγές συντελούνται.
Ο νέος αιώνας –ανεπαισθήτως ίσως;- έχει μεταλλάξει τις προσωπικές σχέσεις και σίγουρα έχει διαφοροποιήσει και τις οικογενειακές.
Διαφορετικά πλέον τα πρότυπα του συζύγου, διαφορετικά και εκείνα της συντρόφου. Διαφοροποιήθηκε η εικόνα του πατέρα, άλλαξε και της μητέρας.
Και η θέση του παιδιού ολοένα και περισσότερο αποκτά μεγαλύτερο βάρος όχι βέβαια ως προς το μερίδιο αγάπης και τις έγνοιες της φροντίδας του, αλλά ως προς το ύφος που οι γονείς εκφράζουν την γονική τους μέριμνα.
Καθώς η καθημερινότητα της οικογενειακής ζωής έχει θεμελιακά αλλάξει, οι νέοι γονείς αισθάνονται μια ενοχή ως προς το πόσο πολύ χρόνο αφιερώνουν στα τέκνα τους.
Και οι ενοχές αυτές εκφράζονται με μια υπερπροστατευτικότητα και ένα άγχος ως προς το αν το παιδί τους θα είναι ικανό να αντιμετωπίσει με τις δικές του δυνάμεις την σταδιακή του ένταξη μέσα στην κοινωνική ομάδα.
Καίρια στιγμή μιας τέτοιας ένταξης οι μέρες όπου το μικρό αγόρι ή το μικρό κορίτσι θα πάει για πρώτη φορά στο σχολείο.
Μια τέτοια μέρα ήταν πάντα μέρα οικογενειακής χαράς και έτσι εξακολουθεί να είναι. Μόνο που πλέον και πολύ συχνά και για πολλές –κυρίως με ένα παιδί- οικογένειες μαζί με τη χαρά βιώνεται και ένα άγχος.
Είναι το παιδί μου ικανό να αντιμετωπίσει μόνο του τον έξω κόσμο;
Είμαστε έτοιμοι προτού αυτό παραπατήσει, εμείς να το στηρίξουμε;
Μέσα σε μια τέτοια αγχωτική διάθεση οι γονείς συμπεριφέρονται με τρόπους που τις περισσότερες φορές είναι σαφώς λιγότερο ώριμοι από τις αντιδράσεις των ίδιων των μοναχοπαιδιών τη πρώτη μέρα τους στο σχολείο.
Η Τασούλα Τσιλιμένη –με τη γνώση της Πανεπιστημιακής  Καθηγήτριας Παιδικής Λογοτεχνίας από τη μια και με την ευρηματικότητα της συγγραφέα κειμένων για μικρούς αναγνώστες από την άλλη- ζωντάνεψε όλα όσα πιο πάνω σημειώσαμε καθώς περιγράφει τις πρώτες σχολικές μέρες του μικρού Σάββα και των γονιών του.
Τις περιγράφει με χιούμορ και ευρηματικές επιλογές καθημερινών στιγμιότυπων.
Η αγωνία για το πρώτο κουδούνι, η τάση του γονιού να βοηθά ανεξέλεγκτα το χαϊδεμένο του παιδί, όπως και η προθυμία  να του καλύψει τις όποιες ανάγκες προτού καν αυτές παρουσιαστούνε, μετατρέπονται σε σπαρταριστές σκηνές καθημερινού βίου ενώ παράλληλα διατηρούν και την διάθεσή τους να σατιρίσουν όπως όμως και να συμπονέσουν.
Τελικά στις τρεις ιστορίες του μικρού Σάββα πρωταγωνιστούν οι γονείς του.  Κι έτσι με πολύ κέφι θα το απολαύσουν και οι ενήλικες. Με άλλα λόγια ένα χαριτωμένο , απόλυτα σύγχρονο βιβλίο για παιδιά που με ιδιαίτερη χαρά κάποιοι  μεγάλοι –γονείς, παππούδες και γιαγιάδες, δάσκαλοι- θα βρούνε στιγμές των δικών τους μικροαγωνιών.
Η κεφάτη και ολοζώντανη διάθεση που σου δημιουργεί η έκδοση, πολλά οφείλει στην εικονογράφηση της Τέτης Σώλου –από τις πλέον ικανές εικονογράφους μας στο να περιγράφουν με χιούμορ καθημερινές στιγμές καθημερινών ανθρώπων.



Πρώτη δημοσίευση: http://diastixo.gr/kritikes/paidika/5886-istories-tou-savva

20.10.16

"Τα άλογα των συγγραφέων"

Ελένη Λαδιά
«Τα άλογα των συγγραφέων»
Μικρά δοκίμια
Βιβλιοπωλείο της Εστίας

       

Νομίζω πως με ασφάλεια μπορώ να ισχυριστώ πως το λογοτεχνικό παρόν της κάθε εποχής  καθορίζεται από τέσσερεις άξονες –συγγραφέα, εκδότη, βιβλιοπώλη, αναγνώστη.
Αναντίρρητα η πιο πάνω σειρά καταγραφής καθρεφτίζει την πορεία από τη δημιουργία της σύνθεσης στην άλλη δημιουργική έκφραση –αυτή της ανάγνωσης.
Αλλά η χαρτογράφηση της βαρύτητας ενός λογοτεχνικού παρόντος μπορεί να έχει –και συνήθως έχει- μια άλλη σειρά. Και μάλιστα αυτήν της εντελώς αντίστροφης πορείας. Από τον αναγνώστη στον συγγραφέα.
Είμαστε στην καρδιά μιας περιόδου όπου το κεντρικό στοιχείο που καθορίζει επιλογές και καθοδηγεί πράξεις είναι αυτό της κατανάλωσης.
Δεν αγνοώ, βέβαια, πως και οι καταναλωτικές τάσεις σχεδιάζονται σε χώρους που δεν υπεισέρχονται οι απόψεις των απλών καταναλωτών, αλλά εν τέλει αυτό που δίνει το ύφος και το ήθος κάθε χώρου αγοράς (και ασφαλώς και της αγοράς του βιβλίου) είναι οι συνειδητές ή μη επιλογές του μέσου ανθρώπου –στην περίπτωση της λογοτεχνίας, του μέσου αναγνώστη.
Ο καταναλωτής με τις επιλογές του επιβάλει και τους κανόνες της αγοράς.
Ο αναγνώστης με τις δικές του προτιμήσεις καθορίζει το τι κατά κύριο λόγο θα βρίσκει στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, αλλά και τις εκδοτικές αποφάσεις επηρεάζει  και εν τέλει –και ως ένα βαθμό- και τις συγγραφικές εμπνεύσεις ποδηγετεί.
Σε μια παγκοσμιοποιημένη και απολύτως ελεγχόμενη αγορά, οι συγγραφείς των ευπώλητων λογοτεχνικών κειμένων δεν έχουν βρεθεί τυχαία, αλλά αντίθετα έχουν αναζητηθεί, έχουν κατασκευαστεί και με τρόπους συγκεκριμένους έχουν προβληθεί.
Και ας το θεωρήσουμε δεδομένο πως πολλοί έχουν γίνει οι συγγραφείς εκείνοι που γράφουν αποκλεισμένοι μέσα στο γραφείο τους έχοντας ως όνειρο καθοδήγησης πωλήσεις που θα τους αποφέρουν συγγραφικά δικαιώματα που θα περιγράφονται με πενταψήφιους αριθμούς.
Ανεπαισθήτως και με την υποστήριξη της κατάργησης της ενιαίας τιμής του βιβλίου, οι νέες συνθήκες έχουν εδραιωθεί και έχουν πλέον διαμορφώσει το παρόν των λογοτεχνικών βιβλίων που γράφονται και διαβάζονται.
Ολοσχερώς;  Όχι – και ευτυχώς!- ασφαλώς.
Και συγγραφείς και εκδότες και βιβλιοπώλες και αναγνώστες αντιστέκονται.
Μα η περιρρέουσα ατμόσφαιρα υπάρχει και κάθε λίγο και λιγάκι δημοσιεύονται οι κατάλογοι με τα ευπώλυτα και συζητιούνται ηχηρές μεταγραφές συγγραφέων.
Αλλά… Αλλά υπάρχουν –το τονίσαμε και λίγο πιο πριν- και όσοι αντιστέκονται. Και μάλιστα κάποιοι από αυτούς με τρόπους απόλυτους.
Μια τέτοια συγγραφέας είναι και η Ελένη Λαδιά. Από το 1973 έως και σήμερα υπηρετεί με συνέπεια το συγγραφικό της όραμα.  Δεν ακούει σειρήνες της αγοράς, αλλά έχει ανακαλύψει τις δικές της μικρές πηγές όπου πίνει και ξαποσταίνει από το βάρος της ζωής.
Πεζογράφος, βραβευμένη με σημαντικά βραβεία, αλλά πάντα στραμμένη προς τον αναγνώστη εκείνο που δεν αναζητά την εύκολη συγκίνηση, αλλά αντίθετα τη μέθεξη που έρχεται από την γεύση του μείγματος λογοτεχνίας και φιλοσοφίας.
Το τελευταίο της πάντως βιβλίο δεν είναι μήτε μυθιστόρημα, μήτε και συλλογή διηγημάτων. Ως Μικρά Δοκίμια χαρακτηρίζει η ίδια  τα κείμενα που αποτελούν την καλαίσθητη  έκδοση  με τίτλο «Τα άλογα των συγγραφέων».
Κι έτσι είναι. Μικρές δοκιμιακές καταγραφές που όμως σπαράζουν από το ανθρώπινο πάθος και εκπέμπουν ένα αξιοσέβαστο ήθος.
Δημοσιευμένα στην πλειοψηφία τους στο ηλεκτρονικό περιοδικό ‘Διάστιχο’, αγγίζουν άλλοτε θέματα που έχουν να κάνουν με τη συγγραφική έμπνευση, άλλοτε με ζητήματα που αφορούν αναγνωστικές κρίσεις, άλλοτε αναζητούν τη σχέση παλαιών εποχών και παμπάλαιων μύθων με το σήμερα και τη σημερινή σκέψη.
Τις σκέψεις της Λαδιά τις οδηγούν τα Έπη του Ομήρου, οι αρχαίοι φιλόσοφοι και τραγικοί, μα και ο Νίτσε όπως και ο Ντοστογιέφσκι.
Αλλά την ίδια στιγμή αναζητά τη συντροφιά σύγχρονων της ελλήνων δημιουργών και άλλοτε με αγάπη δηλώνει την ταύτιση ιδεών κι άλλοτε –μα πάντα με αγάπη- την αντίθεσή της.
Η Ελένη Λαδιά ίσως είναι μια μοναδική περίπτωση της σύγχρονης πεζογραφίας μας. Η λογοτεχνία της γίνεται φιλοσοφία, ενώ παραμένει και ένας ολότελα υποκειμενικός σπαραγμός.
Μπορεί να υπάρχουν θέσεις της που κάποιος να μη συμφωνεί μαζί τους. Μπορεί όμως και να προτείνει απόψεις που ξαφνικά αυτός ο ίδιος κάποιος να ανακαλύπτει πως ναι έτσι είναι και τι κρίμα που ο ίδιος δεν το είχε πιο πριν σκεφτεί.
Αλλά πάντα η γραφή αποδέχεται τη συνομιλία συγγραφέα με αναγνώστη. Δεν επιβάλει εξουσία. Μα και δεν υποκύπτει.
Όπως και να το κάνουμε, η Λάδια αμφισβητεί τους νόμους της κατανάλωσης που σκιάζουν την βιβλιοπαραγωγή.
Και βέβαια την ίδια αμφισβήτηση δηλώνει και η απόφαση των Εκδόσεων του Βιβλιοπωλείου της Εστίας να δώσουν στην κυκλοφορία ένα τέτοιο έργο.
Θέλω να συγχαρώ συγγραφέα και εκδότρια. Και βέβαια –πρέπει να είμαι ειλικρινής- με την ευκαιρία μιας τέτοιας έκδοσης, να συγχαρώ και να δηλώσω την υποστήριξή μου και σε άλλους  συγγραφείς και εκδότες που ο καθένας τους με τον δικό του τρόπο και την δική του αντοχή υποστηρίζουν την ποιότητα της αναγνωστικής εμπειρίας. ‘Όπως θα έλεγε και η ίδια η Λαδιά –διακοσμούν την καθημερινότητά μας.

Πρώτη δημοσίευση: http://fractalart.gr/ta-aloga-twn-syggrafewn/


19.10.16

Αμαρτωλή Πόλη - Κρίση αξιών

Αποτέλεσμα εικόνας για Κοντολέων Τσακάλου
Συνέντευξη στην Γιούλη Τσακάλου, ΒΙΒΛΙΟ-ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ-ΚΡΙΤΙΚΕΣ!!




Όταν στέκομαι μπροστά σε μια βιτρίνα ενός βιβλιοπωλείου την πρώτη ματιά μου την "κλέβουν" τα εξώφυλλα των βιβλίων.
Αν ο τίτλος του μου δημιουργεί κάποια εντύπωση τότε συνήθως μπαίνω στο βιβλιοπωλείο και το ζητώ.
Αν όμως ο Συγγραφέας είναι ο κύριος Μάνος Κοντολέων, τότε μέχρι να πάω στο ταμείο του βιβλιοπωλείου έχω ήδη ξεφυλλίσει το μισό, και έχω ρίξει άπειρες κλεφτές ματιές.



-«Αμαρτωλή Πόλη» ο τίτλος του νέου σας βιβλίου σαν αστραπή φέρνει στο μυαλό μου την Αθήνα του σήμερα τυχαία; Δεν νομίζω! θέλετε να μας μιλήσετε λίγο γι αυτό;
* Πρόκειται  για ένα μυθιστόρημα που αναφέρεται στο πως αντιδρούν κάποια πρόσωπα –η ηρωίδα του έργου και τρία, τέσσερα ακόμα κεντρικά πρόσωπα της υπόθεσης- μέσα σε μια μακρόχρονη οικονομική κρίση.
Αυτό που θέλω να δείξω είναι πως η οικονομική κρίση έχει μετατραπεί σε κρίση αξιών. Κι έτσι τα άτομα πράττουν ως άτομα αμαρτωλά, αλλά στην ουσία δεν είναι τόσα αυτά που αμαρτάνουν, όσο η ίδια η Πόλη      (εδώ με την αρχαία έννοια της –ως μορφή πολιτικής και κοινωνικής οργάνωσης) που αφήνει απροστάτευτους εκείνους που την έχουν εμπιστευθεί.
Με αυτήν, λοιπόν, την έννοια θα έλεγα πως πολύ σωστά πήγε ο νους σας στην Αθήνα. Άσχετα αν μέσα σε όλο το έργο μήτε μια φορά δεν γίνεται χρήση του όνοματός της, ούτε και κάποιο συγκεκριμένο σημείο της αναφέρεται έτσι όπως όλοι μας τυχόν το ξέρουμε.

- Συνήθως οι Συγγραφείς ξεκινούν να γράφουν έχοντας  κάποια εμπειρία που ήθελαν να μοιραστούν και που τους ακολουθεί. Εσείς είχατε κάποιο θέμα που τριγύριζε στο μυαλό σας και δεν θα ησυχάζατε εάν δεν είχατε διέξοδο την πένα και έτσι γράψατε το πρώτο σας βιβλίο?
* Η «Αμαρτωλή Πόλη» πρέπει να είναι ο εβδομηκοστός τίτλος που κυκλοφορεί με το όνομα μου. Και θα έχετε καταλάβει πως γράφτηκε για να κατανοήσω εγώ πρώτος το τι ακριβώς έχει συμβεί στην πόλη μου, στους συνανθρώπους μου, στους φίλους και δικούς μου, στον ίδιο μου τον εαυτό. Για τους ίδιους ακριβώς λόγους είχα γράψει και το πρώτο μου βιβλίο. Το παραμύθι «Ο Φωκίων ήταν ελάφι» που μιλούσε για την δικτατορία και το Πολυτεχνείο. Θέλοντας εγώ να κατανοήσω το πλάτος και το βάθος αυτών που συμβαίνουν, καταφεύγω στην μυθοπλασία. Και –τώρα το σκέφτομαι- όπως τότε, έτσι και τώρα αυτό που στοιχειώνει όχι μόνο τα δυο τούτα βιβλία μου, αλλά και όλο μου το έργο, είναι η ανάγκη μου να καταθέσω μια προτροπή επαφής, μια πρόταση επικοινωνίας.

-Ναι γνωρίζω πως έχετε γράψει πάρα πολλά βιβλία, αν θυμάμαι  καλά οταν προσπάθησα να τα μετρήσω δεν τα κατάφερα  ... και έχω την αίσθηση πως σας ενδιαφέρουν θέματα "ποικίλα".  Αλήθεια ποιες ιστορίες κεντρίζουν το ενδιαφέρον σας ; Ομολογώ δε πως μου φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο να πραγματεύεται ένας Συγγραφέας γεγονότα που δεν τα έζησε και είναι άξιο θαυμασμού όταν, όπως εσείς μπορεί να τα καταγράψει χωρίς να πελαγοδρομεί η να φανεί αναξιόπιστος.
* Θεωρώ πως δεν είναι καθόλου απαραίτητο  για ένα συγγραφέα να  γράφει μόνο όσα ό ίδιος έχει ζήσει. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, τότε ο Σαίξπηρ θα ήταν δολοφόνος όπως ο ήρωάς του ο Μάκμπεθ, ο Παπαδιαμάντης θα είχε σκοτώσει μικρά κορίτσια όπως η ηρωίδα του  η Φόνισσα και ο Τολστόι θα είχε στενή σχέση με μια γυναίκα που αυτοκτόνησε από έρωτα όπως η Άννα Καρένινα. Κατά τη γνώμη μου ο συγγραφέας ενεργοποιείται από την παρατήρηση. Παρατηρεί, βλέπει, αισθάνεται και διαισθάνεται και τελικά προσπαθεί να κάνει δικιά του την εμπειρία του άλλου. Να την κάνει δικιά του την ίδια ώρα όμως που μένει και μακριά της ώστε να την βλέπει και με την αντικειμενικότητα του αναλυτή. Ασφαλώς και αυτή η διαδικασία είναι πολύ δύσκολη, είναι συχνά και επώδυνη, αλλά παράλληλα είναι και τόσο όμορφη. Γιατί σε κάνει να γίνεσαι ο άλλος, που σημαίνει πως κατανοείς, και συμπάσχεις .

-Διαβάζοντας κάποια απο τα βιβλία σας ένας αναγνώστης , αντιλαμβάνεται πως η ιστορία τους έχει γυναικείο άρωμα είναι αυτό που θέλετε να του μεταβιβάσετε μέσα από το γραπτό σας?
* Κοντεύουν πια σαράντα χρόνια που ασχολούμαι με τη γραφή. Τα πρώτα είκοσι περισσότερο είχα ασχοληθεί με το πώς ένας άνδρας βιώνει τη ζωή και τις σχέσεις του με τις γυναίκες (μάνα, ερωμένη, σύντροφο, κόρη). Καθώς πλέον έχω ωριμάσει, στρέφομαι και προς τη μεριά του άλλου φύλου και αντίστοιχα αναζητώ το πώς μια γυναίκα βιώνει την δική της κοινωνική και φυλετική ταυτότητα. Ίσως να αναζητώ τρόπους για να γνωρίσω όσο πιο βαθιά και ουσιαστικά γίνεται την κρυφή πλευρά της προσωπικής Σελήνης μου. Γιατί αυτό που πιστεύω βαθιά και απόλυτα είναι πως μέσα σε κάθε άντρα κρύβεται κάποιο θηλυκό στοιχείο και μέσα σε κάθε γυναίκα κάποιο αρσενικό. Παράλληλα και καθώς οι ηρωίδες των πλέον πρόσφατων έργων μου είναι γυναίκες νεαρής ηλικίας, ίσως να καταφέρνω να ξεγελώ το βάρος των χρόνων και να υποδύομαι κάποιο άντρα νεώτερης ηλικίας.




-Το γράψιμο για πολλούς Συγγραφείς είναι η διέξοδος από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην καθημερινή τους ζωή; Κάτι σαν φυγή; Για εσάς τι ακριβώς είναι το γράψιμο. Μια φυγή, μια εκτόνωση ώστε να ισορροπείτε τα θέλω της ψυχής με την ζωή;
* Καθόλου φυγή. Αντίθετα δήλωση ότι είμαι παρών. Ο τρόπος μου να δηλώσω πως συμμετέχω μέσα στην κοινωνία αλλά με τον πλέον προσωπικό και υποκειμενικό τρόπο. Κι άλλωστε το ίδιο παρών δίνω και ως αναγνώστης. Με δυο λόγια για μένα η Τέχνη γενικότερα και η Λογοτεχνία πλέον ειδικά αποτελεί κάτι πολύ πιο ουσιαστικό από ένα ξέδομα χρόνου και μια αισθητική απόλαυση. Είναι στάση ζωής.

-Έχετε αναγνώστες που σας αγαπούν. Αγοράζουν τα βιβλία σας. Μπαίνουν και κυκλοφορούν μέσα στις σελίδες τους. Τι σημαίνει αυτό για εσάς;
*Πολλά. Ευθύνη, χαρά, συνύπαρξη, αλληλοεπίδραση, ικανοποίηση, εγωκεντρισμός, συντροφικότητα, σχέση, εξάρτηση, απεξάρτηση, αθανασία, γονιμοποίηση, σκλαβιά, ελευθερία… Ναι! Τόσα πολλά και τόσο αντίθετα μεταξύ τους. Όπως άλλωστε είναι  -ή πρέπει να είναι- η κάθε αληθινά ουσιαστική και βαθιά σχέση ανάμεσα σε δυο ανθρώπους. Πολυεπίπεδη και δαιδαλώδης.

-Η συγγραφή ενός βιβλίου είναι μια διαδρομή από μόνη της μέσα στις ζωές, στα πάθη, στην ιστορία. Πόσο χρόνο χρειάζεστε εάν χρειάζεστε για να αποφορτιστείτε και να ξεκινήσετε κάτι νέο;
* Φόρτιση, αποφόρτιση, φόρτιση… Μια συνεχής εναλλαγή. Αν δεν είμαι σε διαδικασία γραφής είναι σα να μην αναπνέω. Βέβαια να διευκρινίσω πως λέγοντας διαδικασία γραφής εννοώ όλη εκείνη την περίοδο που ξεκινά από μια αμυδρή και ασαφή ιδέα, κάτι σαν σκίρτημα φτερουγίσματος και τελειώνει όταν πιάνω στα χέρια του το τυπωμένο πλέον βιβλίο.

-Την εποχή της μεγάλης φτώχιας και δυστυχίας ενός ολόκληρου λαού, του ελληνικού, πόσο εύκολο είναι ένα βιβλίο αξιόλογο να πουλήσει;
* Η αγορά του βιβλίου έχει υποστεί μεγάλη ύφεση. Από τη μια τα περιορισμένα οικονομικά όλων μας, από την άλλη το γεγονός πως ως λαός δεν έχουμε και τόσο ψηλά την ανάγκη για ανάγνωση. Σε όλο αυτό το κλίμα ήρθε να προστεθεί η καταστροφική πολιτική της κατάργησης της Ενιαίας Τιμής του Βιβλίου. Ως άμεση συνέπεια να υπολειτουργούν τα μικρά  βιβλιοπωλεία και να βάζουν λουκέτο παλιές φίρμες βιβλιοπωλών. Αποτέλεσμα ενώ φαίνεται ο μέσος (και χωρίς απαιτήσεις  αναγνώστης) να βρίσκει φτηνά βιβλία, στην ουσία παραπλανάται  καθώς δεν μπορεί να χαρεί το νέο και σε καλή τιμή βιβλίο και παράλληλα να του περιορίζεται σιγά, σιγά η δυνατότητα να επικοινωνεί με μεγάλα έργα. Πάντα η κρίση κτυπά την ποιότητα.

-Εχετε κάποια γνώμη για τα "ευκολοχώνευτα της παραλίας" για μερικούς αλλά και κατά άλλους "ευπώλητα" βιβλία; Ρωτώ γιατί έχοντας την διαχείριση της Ομάδας Ανάγνωσης Βιβλίου "ΒΙΒΛΙΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΕΣ" πως κάποιοι αναγνώστες ,δεν θέλουν αλλά και δεν μπορούν να αγαπήσουν βιβλία που δεν έχουν κάτι κοινό με την δική τους ζωή, αλλά ούτε και να κατανοήσουν βιβλία που οι ήρωες τους δεν είναι καθημερινοί. Άκουσα όμως και από άλλους, πως ένα βιβλίο εάν δεν σε ταξιδέψει δεν σου μεταφέρει το μυαλό και την φαντασία σου πέρα από την ζωή που ζεις γιατί να το διαβάσεις;
* Μεγάλο θέμα και ειλικρινά πολύ δύσκολο να πεις κάτι που ενώ θα εκφράζει εσένα, από την άλλη να μπορεί και να αφορά κάποιον άλλον. Ο καθένας μας έχει δικαίωμα να διαβάζει αυτό που κάθε φορά θέλει. Δεν είναι λοιπόν εκεί το ζήτημα. Αλλά στο κατά πόσο οι προσωπικές μας ανάγκες δημιουργούνται από τις εσωτερικές μας σκέψεις και συναισθήματα και δεν επηρεάζονται από τους τρόπους παρέμβασης ενός σύγχρονου μάρκετινγκ. Πάντως ως λογοτεχνικό δεν μπορεί να θεωρηθεί το έργο εκείνο που κάνει τον αναγνώστη του να ‘ξεχνιέται’. Η αληθινή Τέχνη ταρακουνά, προσφέρει συνειδητοποίηση και ενδοσκόπηση. Κάθε άλλη μορφή αφήγησης μπορεί να είναι το ξεδίπλωμα μιας ιστορίας, αλλά λογοτεχνική εξιστόρηση ας μην την θεωρούμε. Βέβαια, κάτι τέτοιο για να το χαρεί ένας αναγνώστης πρέπει πρώτα να έχει περάσει από μια αντίστοιχη περίοδο μαθητείας. Μια τέτοια μαθητεία θα έπρεπε να γίνεται στα σχολεία μας –Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης. Δυστυχώς το επίσημο πρόγραμμα της Πολιτείας δεν υποστηρίζει την παρουσία των Τεχνών μέσα στη σχολική καθημερινότητα. Και μένουν μόνο κάποιοι εμπνευσμένοι εκπαιδευτικοί να μυούν τους μαθητές τους στη μαγεία της λογοτεχνίας. Αλλά είναι λίγοι, δεν επαρκούν για όλους τους μαθητές των Δημοτικών, των Γυμνασίων και των Λυκείων.

-Τα βιβλία στην εποχή μας  είναι πάρα πολλά.Υπάρχουν Συγγραφείς που κάθε χρόνο παρουσιάζουν και από ένα βιβλίο, υπάρχουν άλλοι που αργούν περισσότερο. Πιστεύετε πως το καλό βιβλίο θέλει τον χρόνο "ωρίμανσης" στο μυαλό του Συγγραφέα η μπορεί να γραφεί  σε λίγο χρονικό διάστημα αλλά και  να γίνει "μπεστ σέλερ" επειδή απλώς είχε καλή τοποθέτηση στα βιβλιοπωλεία, καλό μάρκετιγκ από τον εκδότη και κυρίως "όνομα" Συγγραφέα?
* Το πόσο χρόνο χρειάζεται ένα βιβλία για να ολοκληρωθεί ως σύνθεση από τον συγγραφέα του δεν μπορεί κανείς να το θεωρήσει μήτε εκ των προτέρων δεδομένο, μήτε και ενιαίο. Ο κάθε συγγραφέας είναι και μια ξεχωριστή περίπτωση. Και εν κατακλείδι τα έργα κρίνονται όχι από το πόσο χρόνο χρειάστηκαν για να γραφτούνε, αλλά από άλλες παραμέτρους. Πάντως και χωρίς να θέλω περισσότερο να το σχολιάσω, σκεφτείτε τον αριθμό και τον όγκο των μυθιστορημάτων του Τολστόι, του Ντοστογιέφσκι, του Ντίκενς, του Μπαλζάκ και αμέσως αναλογιστείτε με ποιες συνθήκες εκείνοι γράφανε τα έργα τους και με ποιες οι σημερινοί συγγραφείς. Όσον αφορά το πιο βιβλίο θα γίνει ευπώλητο, λυπάμαι που θα το πω αλλά όσο κι αν έχει στοιχεία ενός λαϊκού αναγνώσματος, θα είναι οι νόμοι του σύγχρονου μάρκεκινγκ που θα του φέρουν υψηλές πωλήσεις. Έχουν, βέβαια, συμβεί και εξαιρέσεις, αλλά ως συνήθως οι εξαιρέσεις επιβεβαιώνουν τον κανόνα.





-Έχετε βέβαια υπο ΄οψιν σας ως παλιός αναγνώστης κυρίως πως ένα βιβλίο ήταν επιτυχημένο εάν πουλούσε 3.000 - 5.000 βιβλία. Τώρα ακούμε για 30.000 -50.000 αντίτυπα.Τι σημαίνει αυτό?Διαβάζει περισσότερο ο κόσμος? Και τι πρέπει να προσέξει  ένας Αναγνώστης όταν θα βρεθεί στο βιβλιοπωλείο?
* Πολύ λίγα είναι τα μυθιστορήματα που φτάνουν σε τόσο μεγάλες πωλήσεις. Πάντως είναι βέβαιο πως το ελληνικό αναγνωστικό κοινό έχει τα τελευταία χρόνια αυξηθεί. Αφ΄ ενός δεν υπάρχουν πια αναλφάβητοι κι αφετέρου η ελληνική κοινωνία έχει αποκτήσει μορφή αστική και έτσι η παρουσία του βιβλίου μέσα στη καθημερινότητα των αστών είναι πολύ πιο έντονη απ΄ ότι σε άτομα που ζούσαν σε μια παλαιάς μορφής κοινωνία, όπως ήταν η αγροτική των χωριών και των κωμοπόλεων. Αλλά, το είπαμε και πιο πριν, η αύξηση των πωλήσεων δεν είναι αντίστοιχη με την αύξηση της ζήτησης του καλού λογοτεχνικού βιβλίου.
Αλλά μιας και θίξατε αυτό το θέμα των μεγάλων πωλήσεων, θα ήθελα να μη θεωρήσω υπεύθυνο μόνο το κοινό που δίνει με τις προτιμήσεις τους τέτοιες μεγάλες πωλήσεις σε έργα που την επόμενη κιόλας σαιζόν θα έχουν ξεχαστεί. Ούτε και στους εκδότες που εν τέλει ως επιχειρηματίες και μάλιστα εν καιρώ κρίσης αναζητούν ο καθένας με τις δικές του αντοχές τρόπους επιβίωσης. Αλλά θα αναζητήσω ευθύνες και στους ίδιους τους συγγραφείς, έστω σε μια μεγάλη μερίδα τους, όπου το μόνο που τους απασχολεί είναι πόσα αντίτυπα θα πουλήσουν οι ίδιοι και πόσα πούλησε ένα άλλος συγγραφέας. Όταν ο ίδιος ο δημιουργός μετατρέπει το δημιούργημά του σε εμπορικό προϊόν, ας μην στρέφουμε τα βέλη μας σε άλλους.

-Κάποιος άνθρωπος κατά την γνώμη σας πότε μπορεί να αυτοονομαστεί "συγγραφέας"; Τι πρέπει να έχει κάνει;
* Συγγραφέας ονομάζεται ο καθένας που εξασκεί με επαγγελματική συνείδηση (όχι κατ΄ ανάγκη και με επάρκεια οικονομικής κάλυψης) την εργασία της συγγραφής πρωτοτύπων έργων που αποσκοπούν στη ψυχαγωγία και στην επιμόρφωση των αναγνωστών του.  Το περιεχόμενο αυτών που ο κάθε συγγραφέας γράφει , αλλά και ο δικός του στόχος είναι που προσφέρουν ποιοτικές ποικιλίες στον χαρακτηρισμό κάποιου ως συγγραφέα.

-Πιστεύετε πως ο Συγγραφέας είναι απλά ένα ταλέντο, η χρειάζεται διαρκή προσπάθεια στην γνώση, σε κάθε τι που θα βοηθούσε να εκφράσει καλύτερα αυτό που θέλει;
*Όλα ξεκινούν από το ταλέντο. Αλλά δεν σταματούν σε αυτό. Ακριβώς όπως η ανθοφορία ή η καρποφορία ξεκινάνε από ένα σπόρο αλλά για να ανθίσει το φυτό που θα φυτρώσει ή να δώσει καρπούς ένα δέντρο χρειάζεται και φροντίδα και προστασία και χρόνο…. Ίσως και λίγη τύχη. Ε, κάπως παρόμοια και ένα ταλέντο ή δυναμώνει ή μαραζώνει.

-Από τα χιλιάδες βιβλία που έχετε διαβάσει, κάποιο σας έκανε να "ζηλέψετε" τον Συγγραφέα?
* Εκατοντάδες!

-Κατά την άποψή σας υπάρχει διαφορά  στις λέξεις Λογοτέχνης - Συγγραφέας? Και εαν υπάρχει κάποια διαφορά εσείς πως θέλετε να σας ονομάζουν?
* Λογοτέχνης είναι ο συγγραφέας λογοτεχνικών έργων, πεζογραφημάτων ή ποιημάτων

-Στους ανθρώπους ο Μάνος Κοντολέων τι συγχωρεί και τι όχι;
*Δεν μπορώ να συγχωρήσω τη βία, την αδικία, την εκμετάλλευση, τη χυδαιότητα.

-Στην Συγγραφική σας καριέρα κάποια πράγματα σας έχουν στεναχωρήσει  και θα προτιμούσατε να τα είχατε αποφύγει?
* Μακάρι να τα είχα αποφύγει. Μιας όμως δεν τα απέφυγα, τώρα πλέον τα αγνοώ. Και προχωρώ πιο πέρα.

-Και μια τελευταία ερώτηση που μου με απασχολεί προσωπικά συχνά.. Υπάρχουν βιβλία που πολύς κόσμος τα διαβάζει μεν αλλά ...δεν έχει να αποκομίσει... ουδέν! Εσείς πιστεύετε πως το βιβλίο είναι και δημιουργός συνειδήσεων;
*Ένα βιβλίο από μόνο του ακόμα κι αν δείχνει πως διαμορφώνει μια συνείδηση, θεωρώ πως αυτό το πετυχαίνει καθώς δίπλα του έρχονται να υπάρξουν και άλλες αναγνώσεις, αλλά και άλλες εμπειρίες ζωής. Τελικά η ανάγνωση είναι μια εμπειρία ζωής. Και ευτυχώς δεν είναι η μόνη.


Κύριε Κοντολέων σας ευχαριστώ πολύ!.Σας εύχομαι να έχετε πολλές πολλές εμπνεύσεις για να σας απολαμβάνουμε εμείς οι αναγνώστες και θα σας παρακαλούσα να κλείσετε εσείς την κουβέντα μας με ότι εσείς θέλετε!

*Τι να πω;… Αυτό που νομίζω πως ως συγγραφέα με χαρακτηρίζει…

«Όταν είμαι -ή θέλω να είμαι- αισιόδοξος, τότε γράφω για παιδιά.

Όταν ονειρεύομαι μια επανάσταση, τότε γράφω για τους εφήβους.

Όταν φοβάμαι, τότε είναι που γράφω για τους ενήλικες.

 Κι όμως, τελικά... Τίποτε από εμένα δε φαίνεται.

Κι άλλωστε -αυτό ποτέ μην το ξεχνάτε- οι ήρωες των έργων ενός συγγραφέα είναι δικά του και μόνο δικά του παιδιά* κανένας δεν μπορεί να του τα πάρει.»

Θέλω να σας ευχαριστήσω από καρδιάς για την τόσο ουσιαστική συζήτησή μας, αλλά και να σας συγχαρώ για το πάθος με το οποίο αντιμετωπίζεται βιβλία και συγγραφείς.

Πρώτη δημοσίευση:
http://biblioparousiaseiskritikes.blogspot.gr/2016/10/blog-post_19.html


18.10.16

Αμαρτωλή Πόλη - Ενηλικίωση στην εποχή της χαμένης αθωότητας

Ενηλικίωση στην εποχή της χαμένης αθωότητας, της Τέσυ Μπάιλα 





Τέσσερις άνθρωποι αναζητούν τον τρόπο να ισορροπήσουν σε μια δύσκολη εποχή. Και η υπόγεια παρακμή που διαπερνάει τα πρόσωπα, τη δύναμή  και, εν τέλει τη μοίρα τους, σαρώνοντας διαβρωτικά κάθε τους όνειρο, σε μια πόλη που προσπαθεί κι αυτή να μη χαθεί. Απουσίες που «χωρούν μέσα σε ένα μόνο βότσαλο», άνθρωποι που σκαρφαλώνουν στο μέλλον τους χωρίς να διανοούνται ότι κάποιοι έχουν φτάσει πλέον στον γκρεμό». Αποφάσεις που γκρεμίζουν ψυχές και αναπόδραστοι πόθοι, εγκλωβισμένοι σε κατακόκκινες τούφες μαλλιών, που ξεθωριάζουν στο χρόνο, όπως τα ματωμένα χαμόγελα των ανεξέλεγκτων παθών, είναι το βασικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ο Μάνος Κοντολέων στήνει το νέο του αφηγηματικό κόσμο. Κι όλα αυτά σε μια χώρα που στροβιλίζεται στη δίνη της οικονομικής κρίσης, μιας κρίσης που καθορίζει τις συμπεριφορές των κατοίκων της και τις προσωπικές τους υποχωρήσεις. Τους φόβους και τις δεσμεύσεις. Τον ηθικό εκφυλισμό των αξιών τους και τελικά την τύχη τους. Ο Κλεάνθης, η Στεφανία, ο Τονίνο και η Χρύσα, αντιπροσωπευτικοί ήρωες της εποχής μας, αγωνίζονται να επιβιώσουν στην Ελλάδα της αποσύνθεσης και ταυτόχρονα να γνωρίσουν τον εαυτό τους. Εκπλήσσονται και οι ίδιοι με τις αντοχές και τις ανοχές τους, απεκδύονται την παρθενικότητα των αισθήσεών τους και τελικά ενηλικιώνονται μέσα σε μια κοινωνία που συνθλίβει κάθε τους όνειρο για το μέλλον. Κάποιοι από αυτούς επιλέγουν να αποσυρθούν, να ζήσουν ισορροπώντας στην ψευδαίσθηση, όπως ο Κλεάνθης. Άλλοι μαθαίνουν να επιβιώνουν μέσα το συμβιβασμό, όπως η Χρύσα. Μερικοί κατρακυλούν ολοένα και περισσότερο. Όλοι τους όμως οδηγούνται σε ακραίες πράξεις και καταστάσεις. Όλοι τους ματώνουν. Άραγε μπορεί να μείνει κανείς αθώος σε μια τέτοια διαδικασία; Ο συγγραφέας αναρωτιέται: «Με ποιο δικαίωμα κρατά κάποιος την αθωότητά του;» όταν όλα γύρω του ευτελίζονται και παρακμάζουν;   Η Στεφανία μοιάζει να γίνεται βορά στη μανιώδη φύση της αμαρτίας, ωστόσο κρύβει βαθιά στην ψυχή της τη δική της αθωότητα. Η ανάμνησή της αθωότητας αυτής βρίσκεται μέσα στο μικρό βότσαλο που έχει στο σακίδιό της. Το βότσαλο που θα ακουμπήσει «ανάμεσα σε άνθη, κεριά και αποχαιρετιστήρια σημειώματα» μπροστά από το καμένο κτήριο στο κέντρο της πόλης. Σπονδή μιας αθωότητας που βιάστηκε και συναίσθηση του χαμένου χτες μπροστά στο φλεγόμενο παρόν της πόλης που χάνεται. Τι ρόλο μπορεί να παίξει η διαφορετικότητα στη ζωή; Μπορεί μια αισιόδοξη σκέψη να σαμποτάρει τη μαυρίλα που γιγαντώνεται πρώτα μέσα μας αλλά και ολόγυρά μας; Να τρομάξει την αμαρτωλή πόλη και να διώξει μακριά την αμαρτία; Ο Τονίνο μοιάζει να γνωρίζει καλά πόσο μπορεί να καμουφλαριστεί η ανάγκη να υπάρχεις διαφορετικός αλλά ανθρώπινος. Και είναι εκείνος ο ήρωας του βιβλίου που τελικά θα κλέψει την παράσταση δίνοντας μια δραματική ένταση στις αποφάσεις που ρυθμίζουν τις ζωές. Όλοι όμως οι ήρωες δοκιμάζονται και πάσχουν, ο καθένας στο βαθμό που του αναλογεί. Ο συγγραφέας δε χαρίζεται σε κανέναν. Παρακολουθεί τις ανάσες τους και καταγράφει ρεαλιστικά κάθε τους αντίδραση. Όλοι τους θα νιώσουν στο πετσί τους πόσο μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο, τα δεδομένα της ζωής του και τα όρια των συμβιβασμών του μια μακρόχρονη και βαθιά οικονομική κρίση. Και πώς το αβέβαιο μέλλον μπορεί να σηματοδοτήσει ένα παρόν βουτηγμένο στην υποχώρηση και στο κοινωνικό τέλμα. Η αμαρτία ανοίγεται σαν την άβυσσο κάτω από τα πόδια των ηρώων κι εκείνοι χάνουν την ισορροπία τους. Γκρεμίζονται. Αλλά πριν από αυτούς μια πόλη, μια ολόκληρη χώρα έχει γκρεμιστεί, επειδή έχει πρώτα αμαρτήσει και η ίδια. Οι πολίτες της έμαθαν να επιβιώνουν μέσα στον πυρήνα της δικής της καταστροφής. «Αμαρτία άλλοτε όμορφη ως έρωτας των αστεριών. Αμαρτία άλλοτε ζέουσα ως βιασμός κάποιου γαλαξία! Μέσα στην αμαρτία ζει η Στεφάνια. Στην καρδιά της…». Αλλά, «οι αμαρτίες των ανθρώπων πάντα παρόμοιες, ίδιες. Οι πόλεις οι αμαρτωλές είναι που κάθε φορά αλλάζουν». Ο Μάνος Κοντολέων βρίσκει την ευκαιρία να καταγράψει, για μια ακόμη φορά, μια προσωπική καταγγελία για όλα όσα εξεγείρουν τη συνείδησή του. Να επικοινωνήσει στους αναγνώστες προβληματισμούς οικείους που μας παρουσίασε και στο «Μέλι κόλλησε στα χείλη». Και το κάνει με τη γνωστή τρυφερή εκφορά του λόγου του. Με μια γλώσσα βελούδινη καταφέρνει να περιγράψει την αιχμηρή σκληρότητα της εποχής. Χωρίς καμιά λογοκρισία αποτυπώνει καλειδοσκοπικά τη σύγχρονη πραγματικότητα και καλεί τον αναγνώστη του να εντοπίσει μέσα στο σύμπαν της αφήγησής του όλα όσα καθορίζουν την ανθρώπινη αναζήτηση μιας ταυτότητας, τόσο της προσωπικής όσο και της κοινωνικής. Επειδή, αν υπάρχουν δύο πυλώνες πάνω στους οποίους στηρίζει το μυθιστορηματικό του οικοδόμημα ο Κοντολέων αυτοί δεν είναι άλλοι από την αναζήτηση της σεξουαλικής και προσωπικής ταυτότητας και η αγάπη, ο έρωτας με την αναγεννητική του δύναμη, άλλοτε σαρκοβόρος και επιθετικός, άλλοτε τρυφερός μα πάντοτε ακραίος. Πυλώνες που μπορεί ο αναγνώστης να εντοπίσει και στις προηγούμενες δουλειές του Μάνου Κοντολέων, καθώς πάνω τους ο συγγραφέας ακουμπά τις προσωπικές του ανησυχίες και όλα όσα ταλανίζουν τη σκέψη του. Ένα σύγχρονο, cross over, μυθιστόρημα για την ενηλικίωση και την απώλεια σε μια εποχή χαμένης αθωότητας και βιασμένων συνειδήσεων. Ένα μυθιστόρημα για την ελευθερία και τις επιλογές της σε μια περίοδο ανελεύθερων ονείρων.

Πρώτη δημοσίευση:http://www.literature.gr/

15.10.16

Συνέντευξη στο Book City

h





O Μάνος Κοντολέων είναι αναμφίβολα από τους αγαπημένους συγγραφείς παιδιών και ενηλίκων
 Έχει γράψει δεκάδες βιβλία για παιδιά, νέους και ενήλικες και πριν λίγες ημέρες κυκλοφόρησε το νέο του cross over μυθιστόρημα, με τίτλο «Αμαρτωλή πόλη» (εκδ. Πατάκης).

Συναντήσαμε τον κ. Μάνο Κοντολέων και μας μίλησε για το νέο του βιβλίο, τη συγγραφή αλλά και την πηγή έμπνευσής του.

Πολυγραφότατος, άκρως προσιτός, όταν τον γνωρίσεις καταλαβαίνεις πως η συγγραφή είναι κάτι παραπάνω από αγάπη για εκείνον, είναι μία ζωτική ανάγκη.

Πως εμπνευστήκατε την ιστορία και τον χαρακτήρα της Στεφανίας;

Αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα που θα στηριζότανε πάνω στο πως η μακρόχρονη οικονομική κρίση επηρεάζει τις ατομικές συμπεριφορές.  Κι όπως συνήθως κάνω, αφού πήρα την απόφαση για το ποιο θα ήταν το βασικό θέμα του νέου μου μυθιστορήματος, άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο να συναντηθεί με το κεντρικό πρόσωπο του έργου. Κι έτσι μπροστά μου στάθηκε  κάποια μέρα η Στεφανία. Εκεί γύρω στα δεκαεπτά, με κόκκινα μαλλιά και…  Τρομαγμένη με τα όσα έβλεπε να συμβαίνουν στη ζωή της.

Στεφανία, Κλεάνθης, Τονίνο, Χρύσα. Τέσσερις άνθρωποι βουτηγμένοι στην κρίση και τις συνέπειές της. Πόσο δύσκολη ήταν η συγγραφή της Αμαρτωλής Πόλης;

Πόσο επώδυνη, θα έλεγα. Γιατί πέρα από τις δυσκολίες σύνθεσης ενός μυθιστορήματος, αυτό που ιδιαίτερα με ταλάνισε σε τούτο το έργο ήταν οι ακραίες συνθήκες που έβλεπα τους ήρωές μου να ζούνε. Κατέγραφα αυτές τις συνθήκες και αναζητούσα τρόπους να τους βοηθήσω να τις ξεπεράσουν.

Ποιο ήταν έναυσμα για την Αμαρτωλή Πόλη;

Μα αυτό που εδώ και κάμποσα χρόνια ζούμε, αλλά κυρίως η αγωνία μου για το τι πρόκειται στο μέλλον να ζήσουμε και η ανάγκη μου να ψελλίσω, έστω, ένα τρόπο διαφυγής. Μια, έστω και ασήμαντη, πρόταση λύσης.



Τι μέλλον φαντάζεστε για τους τέσσερις τους; Πως συνεχίζεται η ιστορία τους εκτός των σελίδων του βιβλίου;

Συγγραφέας είμαι. Πλάσματα καθημερινά πλάθω. Τα παρακολουθώ και συμπάσχω μαζί τους. Όπου μπορώ να τα βοηθήσω, το κάνω. Αλλά δεν είμαι θεός. Δεν έχω την όποια οικονομική, πολιτική ή άλλης μορφής εξουσία στα χέρια μου. Όταν γράψω τη λέξη «Τέλος», οι ήρωές μου –όπως παιδιά που ενηλικιώθηκαν- παίρνουν τη ζωή στα χέρια τους. Πράττουν  αυτά που θέλουν να πράξουν. Και πολύ συχνά –όπως παιδιά που ενηλικιώθηκαν- ξεχνούν ακόμα και να ενημερώσουν τους γονείς τους για το τι τους συμβαίνει.

Μέσα από τα έργα σας είναι διάχυτη η αγάπη σας για τα cross over μυθιστορήματα. Τι είναι αυτό που σας ελκύει σε μία ιστορία ενηλικίωσης;

Οι ήρωες μου είναι παιδιά μου. Μου αρέσει γι αυτό να τους παρακολουθώ καθώς ενηλικιώνονται και από έφηβοι μετατρέπονται σε ενήλικα άτομα. Του καθενός ανθρώπου το κομβικό σημείο είναι η περίοδος ενηλικίωσης. Τα μυθιστορήματα που περιγράφουν αυτή τη φάση μιας ζωής, είναι cross over μυθιστορήματα. Με άλλα λόγια διαπερνούν ηλικιακά τόσο τους ίδιους τους ήρωές τους, όσο και τους αναγνώστες προς τους οποίους απευθύνονται.

Έχετε γράψει παιδικά, εφηβικά αλλά και βιβλία για ενηλίκους. Ποια είναι η δυσκολία στο καθένα από αυτά αλλά και τι είναι αυτό που σας γοητεύει.

Για κάθε είδος από αυτά που αναφέρετε υπάρχουν θα έλεγα οι ίδιες δυσκολίες, αλλά και οι ίδιες χαρές. Ή για να είμαι πιο ακριβής παρόμοιες δυσκολίες και παρόμοιες χαρές. Κεντρική δυσκολία να μπορέσεις να βρεις των κώδικα επικοινωνίας με τον κάθε αναγνώστη σου. Κεντρική χαρά η ανακάλυψη πως έχεις φίλους που άλλοτε είναι παιδιά, άλλοτε έφηβοι, άλλοτε ενήλικες.

Ποιον ήρωα/ηρωίδα σας αγαπήσατε περισσότερο και ποιος ή ποια «έμεινε» για περισσότερο καιρό μαζί σας.

Νομίζω πως λίγο πιο πριν είπα πως οι ήρωες των βιβλίων μου είναι παιδιά μου. Άρα όπως κάθε γονιός –χαζομπαμπάς, αν θέλετε- έχω ιδιαίτερη αδυναμία στα στερνοπαίδια μου. Μέχρι που να έρθει η ώρα μια νέας γέννας.

Μετά από δεκάδες τίτλους βιβλίων, είναι σίγουρο «δε ζείτε» χωρίς τη συγγραφή. Έχετε σκεφτεί πως θα ήταν η ζωή σας αν δεν είχατε εκδώσει ποτέ το πρώτο σας βιβλίο;

Ούτε ποτέ μου έχω γράψει ιστορίες τρόμου, μήτε και μου αρέσουν να τις διαβάζω.



Τι αποτελεί πηγή έμπνευσης για εσάς και πως ξεκινά μία ιδέα να μετουσιωθεί τελικά σε ολόκληρη ιστορία;

Έμπνευση; Συγκεκριμένη έμπνευση; Θα έλεγα πως δεν υπάρχει για μένα κάτι τέτοιο. Μόνο εμμονές. Δυο στην ουσία. Η Ταυτότητα και ο Έρωτας. Από αυτές τις δυο εμμονές ξεκινά πάντα κάθε βιβλίο μου… Όπως, άλλωστε και συνεχίζεται η ίδια μου η ζωή.

Μπορεί η «Αμαρτωλή πόλη» να κυκλοφόρησε πριν λίγες ημέρες, όμως υπάρχει κάποια νέα ιδέα για βιβλίο;

Ναι, υπάρχει. Αν δεν υπήρχε τότε… Αλλά δεν σας είπα πως μήτε γράφω,  μήτε διαβάζω ιστορίες τρόμου; Ε, πόσο μάλλον και να τις ζω!



Μίλησε στην Τατιάνα Τζινιώλη





Πρώτη δημοσίευση:

ttp://www.bookcity.gr/%CF%80%CF%81%CF%8C%CF%83%CF%89%CF%80%CE%B1/22527-%CE%BC%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AD%CF%89%CE%BD-%C2%AB%CE%BF%CE%B9-%CE%AE%CF%81%CF%89%CE%B5%CF%82-%CE%BC%CE%BF%CF%85-%CE%B5%CE%AF%CE%BD%CE%B1%CE%B9-%CF%80%CE%B1%CE%B9%CE%B4%CE%B9%CE%AC-%CE%BC%CE%BF%CF%85-%CE%BC%CE%BF%CF%85-%CE%B1%CF%81%CE%AD%CF%83%CE%B5%CE%B9-%CE%BD%CE%B1-%CF%84%CE%BF%CF%85%CF%82-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%B1%CE%BA%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CF%85%CE%B8%CF%8E-%CE%BA%CE%B1%CE%B8%CF%8E%CF%82-%CE%B5%CE%BD%CE%B7%CE%BB%CE%B9%CE%BA%CE%B9%CF%8E%CE%BD%CE%BF%
CE%BD%CF%84%CE%B1%CE%B9%C2%BB

Άγριες θάλασσες

Τέσυ Μπάιλα
‘Άγριες θάλασσες’
Ψυχογιός

Πρώτη δημοσίευση: www.diastixo.gr


Το ιστορικό μυθιστόρημα προσφέρει στον αναγνώστη από τη μια την απόλαυση της ταύτισης με ήρωες που πριν από λίγα ή πολύ περισσότερα χρόνια είχαν υπάρξει και από την άλλη την δυνατότητα να γνωρίσει πτυχές ιστορικών περιόδων όχι με μια κάπως άψυχη εξιστόρηση, αλλά με την ένταση της περιγραφής ενός γεγονότος από κάποιον που το έχει ζήσει.
Με άλλα λόγια, αν έτσι κι αλλιώς η λογοτεχνική αφήγηση είναι μια μεταφορά του αναγνώστη  από τη δική του ζωή στις ζωή ενός άλλου προσώπου, η ιστορική λογοτεχνική αφήγηση προσφέρει ακόμα κάτι περισσότερο – την ψευδαίσθηση πως ζήσαμε το χτες, το έχουμε αρκούντως γνωρίσει κι έτσι το σήμερα μπορούμε καλύτερα και να το κατανοήσουμε, αλλά και πλέον αποτελεσματικά –αν χρειαστεί- να του αντισταθούμε ή να το διαμορφώσουμε.
Η Ιστορία δημιουργεί μνήμη.
Ή μήπως η ανάγκη σύνθεσης μιας συγκεκριμένης  μνήμης συγγράφει την ιστορία;
                                                           *********
Ζούμε και ως άτομα και ως έθνος μια ιδιαιτέρως κρίσιμη μα και πικρή περίοδο.
Έχουμε ανάγκη από τη μια να κατανοήσουμε το τι έχει στο παρελθόν συμβεί και από την άλλη να στηριχτούμε σε αυτό το παρελθόν για να  ελπίσουμε σε ένα ευτυχέστερο μέλλον.
Όταν οι λαοί αισθάνονται ανασφαλείς επιστρέφουν στις ρίζες τους. Ανάλογα με το ήθος και το ύφος του δρόμου επιστροφής, άλλοτε μετατρέπονται σε συντηρητικές κοινωνίες, άλλοτε σε αυτοθαυμαζόμενες ολιγομελείς ή μη ομάδες, κάποτε, κάποτε επιτρέπουν σε μέλη τους  να αναλογιστούν τα λάθη και να προτείνουν  διορθωτικές κινήσεις.
Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα, το ιστορικό μυθιστόρημα που γράφεται από σύγχρονους έλληνες συγγραφείς ανθεί εκδοτικά.   Το αν η ανθοφορία αυτή συνυπάρχει με μια ουσιαστική ενδοσκόπηση και δεν προτρέπει προς μια εσωστρεφή απομόνωση, είναι κάτι που πολλούς προβληματίζει, αλλά ελάχιστους απασχολεί.
                                                        ***********
Ιστορικό, λοιπόν, μυθιστόρημα γραμμένο από σημερινούς συγγραφείς.
Από αυτούς οι περισσότεροι δεν έχουν μια προηγούμενη θητεία στο λογοτεχνικό αυτό είδος. Οι περισσότεροι γράφανε κοινωνικά ή και ερωτικά μυθιστορήματα και μέσα στα πλαίσια των συνθηκών που πιο πάνω έχω αναφέρει, ενδύσανε κοινωνικά πάθη και σωματικούς καημούς με ιστορικά ενδύματα.
Η Τέσυ Μπάιλα ανήκεις σε αυτήν την κατηγορία;
Το «Άγριες Θάλασσες» είναι το έκτο της μυθιστόρημα και το πρώτο που αγγίζει –προσωπικά αυτό θεωρώ πως είναι- το είδος του ιστορικού μυθιστορήματος.
Συγγραφικά, αφού πρώτα ανίχνευσε με τα δυο πρώτα της έργα τις ψυχολογικές και ερωτικές ανάγκες κάποιων προσώπων, στη συνέχεια  -με τα δύο επόμενα έργα της και τα οποία την έκαναν ιδιαιτέρως γνωστή και αναγνωρίσιμη-  αναζήτησε το πώς τα ατομικά οράματα πορεύονται μέσα στην ιστορία. Οι ήρωες αυτών των έργων της αν και επηρεάζονται από τα ιστορικά γεγονότα, δεν συμμετέχουν στην διαμόρφωση τους.
Τώρα, με το τελευταίο της αυτό πόνημα, φέρνει τους κεντρικούς χαρακτήρες της ιστορίας της να συμμετέχουν στον τρόπο που διαμορφώθηκε η πορεία των αποφάσεων  που άλλοι –ανώτεροι- είχαν πάρει.
Με άλλα λόγια, η Τέσυ Μπάιλα αποφάσισε να γράψει για τους μικρούς όσο και καίριους -και τις περισσότερες φορές άγνωστους-  ήρωες των μεγάλων ιστορικών περιόδων.
Το μυθιστόρημα στηρίχτηκε πάνω σε ένα ντοκουμέντο. Στο ημερολόγιο που κρατούσε ο ήρωας της αφήγησης και που βέβαια υπήρξε πρόσωπο υπαρκτό.
Δίπλα του και  άλλα άτομα –κι αυτά υπαρκτά.
Η Μπάιλα αναζήτησε ένα τρόπο να μετατρέψει το ιστορικό συμβάν σε ιστορικό μυθιστόρημα.
Με την εμπειρία της πλούσιας αφηγηματικής της τεχνικής κατάφερε αυτή τη ‘μετενσάρκωση’ να την πετύχει.
Ο ναυτικός της Σάμου που με τον αυθορμητισμό ενός ανθρώπου που δεν έχει χάσει την ατομική μα και εθνική του αξιοπρέπεια, προσχωρεί σε μια επικίνδυνη συμμαχική  αποστολή μέσα στα νερά της Μεσογείου, γίνεται μυθιστορηματικός  ήρωας και το αυθεντικό του ημερολόγιο στηρίζει της αποφάσεις του και εντός της μυθιστορηματικής πλοκής.
Οι σχέσεις του με κάποια ακόμα πρόσωπα –άτομα από άλλους τόπους μεν, αλλά με τον ίδιο στόχο, την αμφισβήτηση δηλαδή, του ναζισμού και του φασισμού- περιγράφονται ολοζώντανα. Όπως επίσης με πάθος αλλά και ευπρέπεια καταγράφεται η ερωτική σχέση του κεντρικού προσώπου με τη γυναίκα που θα τον συντροφεύσει και στην αληθινή ζωή.
Έτσι έχουμε, τελικά, ένα μυθιστόρημα που από τη μια μπορεί να καλύψει την ανάγκη ενός σημερινού αναγνώστη να στηριχτεί σε αξίες που οι πρόσφατοι προγονοί του υποστηρίξανε και μάλιστα χωρίς ποτέ να ζητήσουν να εξαργυρώσουν την προσφορά τους και από την άλλη  να χαρίσει πλούσια πλοκή και έντονα συναισθήματα.
Στις « Άγριες Θάλασσες» οι χαρακτήρες δεν υποδύονται ιστορικές περσόνες. Είναι αυθεντικά άτομα του χτες που τις ανάσες τους ακόμα τις αφουγκράζονται κάποιοι.
Η τεχνική της Τέσυ Μπάιλα –παρόμοια με τα προηγούμενα έργα της, αν και εδώ πλέον σωστά οργανωμένη-  πρωτίστως στηρίζεται στην ικανότητα της  να ζωντανεύει όλα τα πρόσωπα  του έργου *από τους πρωταγωνιστές  μέχρι και κάποιους που απλώς σε ελάχιστες σελίδες  τους αναφέρει.   Κι ακόμα έχει να κάνει με την αξιοποίηση των περιγραφών, με τη πληθωρική αφηγηματική της συγγραφική ταυτότητα και με μια ευαισθησία που από τη μια ενεργοποιείται με μια  θηλυκή παρατηρητικότητα και από την άλλη με ένα αρσενικό πάθος.
Την εντιμότητα του όλου εγχειρήματος την εδραιώνει η παράθεση μιας πλούσιας βιβλιογραφίας, αλλά και η σεμνή –όσο και ιδιαιτέρως κατατοπιστική- εισαγωγή.
                                               ****************
Για όσους θα ήθελαν μια κάποια περίληψη της υπόθεσης του βιβλίου, αντιγράφω το κείμενο από το οπισθόφυλλο του βιβλίου. Νομίζω πως επαρκώς θα τους ικανοποιήσει

Στις άγριες θάλασσες της κατεχόμενης Ελλάδας υπάρχει ένα μυστικό ελευθερίας που το γνωρίζουν μόνο οι γενναίοι. Η «Ευαγγελίστρια», το καΐκι της διαφυγής, δε μεταφέρει ανθρώπους∙ μεταφέρει την ελπίδα της εθνικής ξαστεριάς στην πιο σκοτεινή στιγμή της σύγχρονης Ιστορίας. Κατακτητές και πατριώτες, διώκτες και κυνηγημένοι, όλοι τους στρατευμένοι σ’ έναν πόλεμο που θα κρίνει το μέλλον του κόσμου. Από τον ασυμβίβαστο καπετάν Μιλτιάδη Χούμα μέχρι την καρτερική Ελένη του, μικροί και μεγάλοι ήρωες στροβιλίζονται σ’ ένα έπος που εκτυλίσσεται στην πανάρχαια θάλασσα του Ομήρου.
Ζωή μοιρασμένη σε επεισόδια που θα αδυνατούσε να συλλάβει και η πιο τολμηρή φαντασία. -