25.4.25

Μαρία Γεωργαλά 'Παρανυχίδα'

Μαρία Γεωργαλά «παρανυχίδα» Ποιήματα Εκδόσεις Μετρονόμος Παρανυχίδα είναι δερματικό εξόγκωμα που δημιουργείται στο πλάι, και συνήθως κοντά στη βάση, του νυχιού -αυτό μας εξηγεί η Wikipedia. Κι εγώ θυμάμαι τα χρόνια που ήμουνα παιδί πόσο συχνά στις άκριες των δαχτύλων μου εμφανιζόντουσαν παρανυχίδες. Πρέπει να ήταν γιατί τα χέρια ενός παιδιού ολοένα και ψαχουλεύουνε το κάθε άγνωστο που κρύβεται μέσα σε περιοχές όπου κυκλοφορούν ποικίλες εστίες οργανισμών που αν δεν καταφύγεις στην προστασία της απολύμανσης μπορεί να σου δημιουργήσουν μικρές πληγές, μικρές περιστασιακές ενοχλήσεις. Ναι αυτό είναι η παρανυχίδα που ξεκινούσε συνήθως από μια μικρή αμυχή, κάποιο ελάχιστο μέρος του δέρματος που ζητούσε να αποχωριστεί από το μέρος όπου ήταν προορισμένο να υπάρχει. Αυτό λοιπόν είναι η παρανυχίδα -κάτι που ζητά την απελευθέρωσή του χωρίς προηγουμένως να φροντίσει να προστατέψει αυτήν την τάση του. Οπότε -σκέφτηκα- να γιατί η Μαρία Γεωργαλά έδωσε αυτόν τον τίτλο στην ποιητική της συλλογή. Κι έτσι αναζήτησα τις μικρές, περιστασιακές ενοχλήσεις που δημιούργησαν τα ποιήματα της συλλογής. Αλλά από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, η προμετωπίδα φάνηκε να διαφωνεί μαζί μου: Το τέλος δεν το φέρνει ο θάνατος Ο φόβος τον φέρνει Μικρή, περιστασιακή ενόχληση δεν είναι το ‘τέλος’ -σκέφτηκα. Αλλά αμέσως μετά πρόσεξα περισσότερο το βάρος των λέξεων : ‘θάνατος’ και ‘φόβος’… Και διαπίστωσα πως το βάρος δεν πέφτει στον θάνατο, αλλά στον φόβο. Κι αυτός ο τελευταίος είναι περιστασιακός -έρχεται και φύγει, παρουσιάζεται , αναστατώνει και μετά εξαφανίζεται. Μια παρανυχίδα, λοιπόν, ο φόβος. Κι έτσι, με μια κάποια σιγουριά, ξεκίνησα να διαβάζω και να ξεφυλλίζω… Και στο πρώτο ποίημα ανακαλύπτω την πρώτα παρανυχίδα -τον συμβιβασμό Κοιτάζω πέρα. Κανείς. Μα κανείς; Αναλογίζομαι. Γιατί; …………………. Χάρμα οφθαλμών η νεότητα. Όσο. Κάθε απόγευμα νοιάζομαι για την αρχή. Μετά ξεχνιέμαι κι εγώ. Μαζεύομαι μόλις δροσίσει. Ποιήτρια που συλλέγει το πλέον ακραίο νόημα των λέξεων, η Μαρία Γεωργαλά. Εδώ, στο ποίημα αυτό, λέξη κλειδί αυτό το ασήμαντο ΄όσο’ αφήνει να φανούν τα ίχνη του συμβιβασμού. Και προχωρώ την ανάγνωση: Οι δαίμονές μου μ΄ επισκέπτονται Τη νύχτα. Πίνουν ρακί και σημαδεύουν τα χαρτιά. Ψάχνουν αιτίες και κι αφορμές Να τις καταβροχθίσουν. ………………………….. Ξανά και ξανά. …………………………. Εγώ μαζί τους ξενυχτώ Ποίημα που συνομιλεί με τους εφιάλτες. Και αποδέχεται πως : θα έρχονται ‘Ξανά και ξανά’. Πάλι μια λέξη κλειδί για το αδιέξοδο. Και στην επόμενη σελίδα, το επόμενο ποίημα, εικονοποιεί την ενοχή της μη αντίδρασης: Τα δυο παιδιά ξεκίνησαν να παίξουνε στον δρόμο. Κανένας μας δεν πρόσεξε τις φλόγες στα μαλλιά τους, ούτε τα φύκια που έκρυψαν το φως από τα μάτια. ………………………….. Τα δυο παιδιά δεν πρόλαβαν να παίξουν μες στον δρόμο. Ούτε τα χνάρια φαίνονταν, ούτε η σκανταλιά τους. Διακόπτω την ανάγνωση. Συναίσθημα ασφυξίας και αναρωτιέμαι αν τελικά η ανάγνωσή μου θα συναντήσει κάτι που ίσως θα συλλαβίσει μια λέξη θετική. Και να που στο επόμενο ποίημα η λέξη προβάλει: Ερωτικό. Αλλά έχω βιαστεί, γιατί το ποίημα δυο φορές υπενθυμίζει: Σαν να είχα ανάγκη τη λύπη σου Ενώ λίγο μετά και λίγο πιο πριν, ξεκάθαρα δηλώνει πρώτα: Τίποτα απ΄ όσα ήσουν δεν είχα ανάγκη και λίγο αργότερα: Σαν να μην περίσσευε η δική μου. Λέξη κλειδί, λοιπόν, όχι ο έρωτας, αλλά η αποξένωση. Αποξένωση -τελικά ίσως η εναλλακτική πρόταση τίτλου της συλλογής. Αυτό σκέφτομαι καθώς διαβάζω το ποίημα με τον τίτλο ‘Παρανυχίδα’ Κοιτάζω ψηλά. Αποφεύγω να καταμετρήσω απώλειες, καθημερινές, την ευθεία του βλέμματός μου. Απώλειες ανθρώπων για πάντα ή «όταν βρω καιρό θα τα πούμε». Μια τόσο εύστοχη, όσο και ευαίσθητη επισήμανση μικρών ενοχλήσεων από την αποξένωση. Α, αυτός ο ‘άλλος’. Πάντα αναγκαίος και πάντα απορριπτέος. Πού τελικά η παρουσία του θα μας οδηγεί -μέγα λάθος!- στην καταφυγή της απομόνωσης. Από ποιους είσαι εσύ; Από τους κΗ παραναλούς ή τους κακούς; Τί θέλεις κι έρχεσαι ακάλεστος τέτοια μέρα; Φοράς κουκούλα στο κεφάλι ή έχεις μάτια κρίνους; Σε αυτό το παλιοπαντέλονο, φθαρμένο στους αιώνες, τί άραγε κρύβεις; Και προτού συνεχίσω την ανάγνωση, δεν μπορώ παρά να σταθώ και να θαυμάσω την ευρηματικότητα της ποιήτριας με εκείνη την έκφραση: παλιοπαντέλονο, φθαρμένο στους αιώνες. Κι αμέσως μετά… Α, αμέσως μετά, κάθε αρνητική σκέψη, κάθε παράπονο ή φόβος αποσύρονται… Το σπίτι μου δεν έχει πόρτες, μόνο παράθυρα. Αν θέλετε να έρθετε στο σπίτι μου, αφήστε τον εαυτό σας, με όλο του το βάρος, απ΄ έξω. Αλλιώς μην έρθετε. Αλλιώς καλώς να ορίσετε. Εδώ η λέξη κλειδί είναι η επικοινωνία. Η παρανυχίδα εξουδετερώνεται. Κι άλλωστε: Να αλλάζεις το εντός για να αλλάξει το εκτός -η συμβουλή σε επόμενο ποίημα. Και κάπως έτσι συνεχίζω να διαβάζω και να αναζητώ τις λέξεις σύμβολα στο κάθε ποίημα. Κάποια από αυτά προσωποποιούν συνθήκες : μητέρα = προστασία… Πανί βρεγμένο σε μέτωπο που καίει. Τζάκι φλογάτο να τρώει αγωνίες Κάποια από αυτά καταφέρνουν να περιγράψουν το πλέον φευγαλέο: το παρόν. Η στιγμή είναι πάγωμα του χρόνου. Η στιγμή είναι άγγιγμα του χρόνου. Η στιγμή είσαι εσύ, μέρος του χρόνου. Η στιγμή σου χαρίζει τον χρόνο. Και κάποια άλλα να ζωγραφίσουν την φθορά: Τώρα τελευταία το λακκάκι Στο χαμόγελό σου Έχει γεμίσει λασπόνερα Θα μου επιτρέψετε κάπου εδώ να σταματήσω να καταγράφω τις εντυπώσεις μου από τις αναγνώσεις των ποιημάτων της Μαρία Γεωργαλά. Να ανακαλύψω λέξεις κλειδιά – διαχρονικές παρανυχίδες της καθημερινότητας… Την ευάλωτη νεότητα: Τα μαλλιά μου, δίχτυα γεμάτα ιππόκαμπους* αλλά και τη νεότητα τη συνώνυμη με το ταξίδι: Ήταν εποχές που είχα συνεχώς μια βαλίτσα κάτω απ΄ το κρεβάτι* όμως και την κατάσταση, τη συναίσθηση του γήρατος: Ήρθε η ώρα να φανεί, πόσο κοντά ήταν το μακριά. Κι όσα πρεσβεύαμε για σίγουρα, να γίνονται άμμος σε τρύπια κλεψύδρα. Εκείνο που προσπάθησα είναι να μεταδώσω της αίσθηση μιας καταβύθισης στα συναισθήματα που όλοι μας βιώνουμε, αλλά που κάποιοι μόνο ποιητές καταφέρνουν με σύντομες φράσεις, κάποτε και μόνο με δυο ή τρεις λέξεις να τα περιγράφουν Πώς το καταφέρνουν; Μα το ταλέντο θα μου πείτε. Ασφαλώς το ταλέντο, αλλά το ταλέντο κάθε φορά και με τον εντελώς προσωπικό τρόπο του κάθε δημιουργού εκφράζεται. Και αποκτά τη δική του αυτόνομη οντότητα -τελικά υπάρχει δημιουργός πίσω από ένα έργο; Ή αυτό από τη στιγμή που δημιουργήθηκε, γίνεται οντότητα ελεύθερη και ανεξάρτητη; Είμαι κάτι στοιχειώδες. Αλλοπρόσαλλο. Ακατέργαστο. Αδιόρατο. Απείθαρχο με πειθήνια πορεία. Κι όμως έτσι είμαι. Είμαι κάτι. Η συλλογή ‘Παρανυχίδα» είναι η πρώτη ολοκληρωμένη εκδοτική εμφάνιση της Μαρίας Γεωργαλά στην ποίηση. Εγώ ο ίδιος δεν είμαι ποιητής. Αλλά ως αναγνώστης ποίησης θα ήθελα να της ευχαριστήσω που μοιράστηκε μαζί μου τόσα πολλά. Κι άλλωστε -όπως και η ίδια έχει σημειώσει: Μόνο η μοιρασιά κάνει τον άνθρωπο να μην φοβάται. (1060 λέξεις) https://www.fractalart.gr/paranychida/