30.10.24

Ο Μάρκος τα λέει όλα στο Fractal

«Ένας ήρωας εντελώς εντεταγμένος μέσα στον σύγχρονο τρόπο ζωής»
Ο Μάνος Κοντολέων έχει πολλάκις αποδείξει ότι μπορεί να προσαρμόζει εξαιρετικά εύστοχα κάθε νέα συγγραφική του δουλειά στα προβληματισμούς των νέων της εκάστοτε εποχής. Πράγματι, από τότε που εμείς ήμασταν έφηβοι και διαβάζαμε μετά μανίας βιβλία του όπως «Το ταξίδι που σκοτώνει» ή το «Γεύση πικραμύγδαλου», πολλά έχουν αλλάξει για τους σημερινούς νέους-πολλά άλλα όμως, όπως τα ναρκωτικά ή οι νεανικοί έρωτες, θέματα των παραπάνω βιβλίων, έχουν παραμείνει ψηλά στη λίστα σχετικά με τους προβληματισμούς των νέων τότε, αλλά και σήμερα. Παράλληλα, επομένως, με τα πονήματα που εξέδωσε τελευταία για τους ενήλικες, με θεματική σχετική με την Ελληνική Μυθολογία, ο Κοντολέων συνεχίζει να παρευρίσκεται στον χώρο της παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας, γράφοντας αυτή τη φορά ένα πόνημα το οποίο βρίσκεται εξαιρετικά κοντά στον τρόπο σκέψης και τους προβληματισμούς των σύγχρονων νέων. Τί θα σκεφτόταν άραγε ένα παιδί που φοιτά στην πρώτη τάξη του γυμνασίου; Πού θα έγραφε τις σκέψεις του; Ποια θα ήταν τα θέλω του, ο κόσμος του; Τί θα το ενοχλούσε και τί θα του άρεσε στη σημερινή κοινωνία μας και στην οικογένειά του; Ποιες θα ήταν οι εμπειρίες του; Όλα τα παραπάνω φιλοδοξεί να καταγράψει ο Κοντολέων μέσω του Μάρκου, ενός συμπαθέστατου μαθητή της πρώτης γυμνασίου που καταγράφει τις καθημερινές εμπειρίες του όχι σε ημερολόγιο, αλλά σε ένα blog στον υπολογιστή. Διότι φυσικά σήμερα ελάχιστα παιδιά θα κρατούσαν ένα παραδοσιακού τύπου ημερολόγιο, πολλά όμως θα κατέγραφαν ευχαρίστως τις σκέψεις και τις εμπειρίες τους στον υπολογιστή. Blogger, follower, Netflix, wi fi, podcast, Y tube, videogeames, tablet, viber, grimy post, looser και άλλοι πολλοί τέτοιοι όροι συναντώνται μέσα στο βιβλίο του Κοντολέων, που δημιουργεί έναν ήρωα εντελώς εντεταγμένο μέσα στον σύγχρονο τρόπο ζωής. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο το πόνημά του είναι εξαιρετικά ευκολοδιάβαστο ακόμη και από παιδιά που δεν έχουν επαφή με τα βιβλία. Το εν λόγω πόνημα, επομένως, αποτελεί την καλύτερη πρόταση για να αρχίσει ένα παιδί το διάβασμα, ακόμη και αν δεν έχει διαβάσει ποτέ του. Η αφήγηση που αφορά τις εμπειρίες του Μάρκου είναι δοσμένη με άφθονο χιούμορ και εντελώς προσαρμοσμένη στον τρόπο που βλέπει τον κόσμο ένα δωδεκάχρονο παιδί. Πρόκειται για αφήγηση που εστιάζει σε ευτράπελα γεγονότα που αφορούν την καθημερινότητα μιας σημερινής ελληνικής οικογένειας. Πρωταγωνιστής είναι φυσικά ο Μάρκος, ο μικρότερος αδελφός του ο Νέστορας, οι παππούδες, οι γιαγιάδες, ακόμη και ο γάτος της οικογένειας ο Σιλβέστρος. Ο παππούς που έχει τελειώσει τη Φιλοσοφική-είναι συνταξιούχος καθηγητής Φιλοσοφίας- και μιλά στην καθαρεύουσα αποτελεί τη φωνή από το παρελθόν που αποπειράται να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ των διαφορετικών γενεών. Το βιβλίο αυτό, επομένως, πιο σύγχρονο από ποτέ, δεν καταρρίπτει τους δεσμούς με το παρελθόν. Ο Κοντολέων χρησιμοποιεί μεν το καθημερινό, απλό λεξιλόγιο που είναι απολύτως κατανοητό στα παιδιά, αλλά δεν διστάζει να προσθέσει και κάποιες λόγιες πινελιές που αποσκοπούν στο να μάθουν κάτι παραπάνω στο παιδί με εύληπτο και προσιτό τρόπο, δίχως όμως ίχνος διδακτισμού. Δεν είναι επίσης κακή ιδέα να διαβάσουν και οι ενήλικες το πόνημα αυτό προκειμένου να κατανοήσουν τον τρόπο σκέψης ενός δωδεκάχρονου. Συμπεραίνουμε, επομένως, πως ο κύριος Κοντολέων παραμένει παιδί βαθιά μέσα του, εφόσον μπορεί να ανατέμνει την παιδική ψυχολογία με τόσο επιτυχημένο τρόπο! Λεύκη Σαραντινού https://www.fractalart.gr/o-markos-ta-leei-ola/

28.10.24

Μαρίζα Ντεκάστρο "2194 ημέρες πολέμου"

Σκέψεις με την ευκαιρία ανάγνωσης ενός βιβλίου γνώσεων Μαρίζα Ντεκάστρο «2194 ημέρες πολέμου / 1 Σεπτεμβρίου 1939 -2 Σεπτεμβρίου 1945» Εικόνες Αχιλλέας Ραζής Εκδόσεις Μεταίχμιο Το ηλιόλουστο πρωινό της 28ης Οκτωβρίου ξεκίνησα για τον καθιερωμένο περίπατό μου στους ήσυχους δρόμους του προαστείου όπου κατοικώ. Περπατούσα ενώ παράλληλα με το ακουστικό στο αυτί μου άκουγα μια εκπομπή στο ραδιόφωνο αφιερωμένη στην επέτειο της μέρας. Ζεστή και πολυποίκιλη εκπομπή-με τραγούδια της εποχής που άλλα από αυτά αφορούσαν το Αλβανικό Μέτωπο, άλλα που είχαν να κάνουν με την καθημερινότητα των ανθρώπων που ζούσαν εκεί κάπου στα τέλη της δεκαετίας του ’30. Και παράλληλα σχολιασμοί που υπεύθυνου της εκπομπής -αναγνώσεις από μαρτυρίες ανθρώπων που ζήσανε την έναρξη του πολέμου, αποσπάσματα από δημοσιεύματα του τύπου. Περπατούσα, σιγομουρμούριζα τα τραγούδια της Βέμπο, ονειροπολούσα με τη φωνή της Δανάης -έχω γεννηθεί μετά το τέλος του Β’ παγκόσμιου Πολέμου, αλλά τα πρώτα μου ακούσματα, ακόμα και οι σχετικές αναμνήσεις της εφηβείας μου είναι σε ένα μεγάλο βαθμό σφραγισμένα από τα όσα είχαν συμβεί κάπου κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου της δεκαετίας ’35 –’45. Μπορεί να μην είχα -εγώ και οι συνομήλικοί μου- ζήσει οι ίδιοι όλα εκείνα τα συμβάντα, αλλά οι αφηγήσεις των γονιών μας μας τα είχαν κάνει γνωστά. Κι ενώ περπατούσα, σκέφτηκα πως σε κοντά δυο μήνες, θα έχουμε μπει σε μια νέα χρονιά και από το 1945 που ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει μέχρι το 2025 που καταφθάνει συμπληρώνονται 80 χρόνια. Που σημαίνει πως τα σημερινά παιδιά είναι πάνω κάτω η τέταρτη γενιά μετά από εκείνη που ζούσε το 1945. Σε αυτά τα παιδιά -τους ενήλικες της αυριανής μέρας- τι μπορεί να σημαίνει η Άννα Καλουτά που ερμήνευε τον ‘Τσολιά’ ή η Βέμπο όταν τραγουδούσε το ‘Βάζει ο Ντούτσε τη στολή του, μα και το τόσο ρομαντικό ‘Αγκαλιά εγώ κι εσύ’. Τί μπορεί να σημαίνει -προχώρησε ανεξέλεγκτα η σκέψη- το Περλ Χάμπορ, η απόβαση στη Νορμανδία, η Δίκη της Νυρεμβέργης, η Χιροσίμα και το Ναγκασάκι* πόσο γνωρίζουν -έστω και σαν όνομα- πέρα από τον Χίτλερ και τον Τσώρτσιλ, το ποιος ήταν ο Ρόμελ, ο Μοντγκόμερυ, ο Στάλιν, ο δικός μας Μεταξάς, μα και ο Τσολάκογλου* το ανδραγάθημα των Γλέζου και Σάντα* και τη συμφωνία της Γιάλτας, όπως βέβαια και το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ ή το γιατί -σε όσους ζούνε στην Καλλιθέα- μια πλατεία εκεί τη λένε Πλατεία Δαβάκη; Τα 80 χρόνια έχουν πλέον εξαφανίσει της προσωπικές μνήμες που μέσα στην οικογένεια και στα σοκάκια της γειτονιάς παίρνανε τη μορφή αφηγήσεων. Όλα αυτά είναι πλέον Ιστορία. Μα την Ιστορία τη διδάσκουμε… Και όλοι γνωρίζουμε πόσο άνευρα, άψυχα και επιλεγμένα η Ιστορία διδάσκεται στους νέους. Λυπάμαι, αλλά πρέπει να εκφράσω την άποψή μου πως το εκπαιδευτικό μας σύστημα δεν έχει καταφέρει -ίσως και να μην θέλει- να μετατρέψει μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας το ιστορικό παρελθόν σε βιωμένη γνώση. Αυτές ήταν οι σκέψεις μου καθώς ολοκλήρωνα τον περίπατό μου το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου και σε λίγο, μέσα στο γραφείο μου, πήρα να διαβάζω το πλέον πρόσφατο βιβλίο της Μαρίζας Ντεκάστρο «2194 ημέρες πολέμου / 1 Σεπτεμβρίου 1939 -2 Σεπτεμβρίου 1945». Βιβλίο για μεγάλα παιδιά που εντάσσεται στην κατηγορία Βιβλία Γνώσεων. Στην κατηγορία αυτή των βιβλίων η Μαρίζα Ντεκάστρο έχει να δείξει μια σημαντική όσο και ιδιαιτέρως εκτιμηθήσα συγγραφική πορεία. Τα βιβλία γνώσεων που έχει γράψει απλώνονται σε ένα ευρύ φάσμα πληροφοριών (ιστορικών, επιστημονικών, κοινωνικών, οικονομικών κ.α) Και όπως όλα τα προηγούμενα έτσι και αυτό το τελευταίο διακρίνεται από την αισθητική του τελειότητα (μεγάλη στο τομέα αυτό η συμβολή των εικόνων του ζωγράφου Αχιλλέα Ραζή), τις τεκμηριωμένες πληροφορίες και κυρίως την εμπεδωμένη γνώση του πως μεταφέρεται μια πληροφορία σε ένα παιδί. Η Ντεκάστρο βλέπει την Ιστορία ως ένα ολοκληρωμένο παζλ μικρότερων ιστοριών. Κι έτσι δίπλα στην αναφορά των γεγονότων, πλάι στην παρουσίαση των κεντρικών πρωταγωνιστών του Β’ παγκοσμίου Πολέμου, φροντίζει να στήσει τα συναισθήματα, τις μαρτυρίες απλών ανθρώπων. Γιατί τελικά είναι λάθος να μαθαίνει κανείς σε ένα παιδί πως το παρελθόν έχει σχηματισθεί μόνο από τις αποφάσεις εκείνων που καταγράφουν τα λεξικά ή βλέπουμε τα ονόματά τους σε οδούς και πλατείες. Συμμετοχή στα ιστορικά γεγονότα έχουμε όλοι μας -συμμετέχοντας ή όχι σε πράξεις* αντιδρώντας ή εκφράζοντας τις θέσεις μας. Τελικά η Δημοκρατία -με όποια παραλλαγή κι αν έχει μέχρι σήμερα παρουσιαστεί- είναι και πρέπει να είναι πάντα μια συμμετοχική διαδικασία, όπως επίσης και μια αναλογική συνυπευθυνότητα. . Γιατί δημοκρατία υπάρχει όπου υπάρχει και δηλώνει το παρών του ο πολίτης. Κάτω από αυτό το σκεπτικό νομίζω πως πρέπει να διαβάζεται και αυτό το βιβλίο. Στην ουσία είναι μια εύστοχή και αποτελεσματική ευκαιρία να ανακαλύψουν τα σημερινά παιδιά και έφηβοι αυτά που έχουν διαμορφώσει στο παρόν και θα διαμορφώσουν το μέλλον του. Τα βιβλία γνώσεων είναι ευκαιρίες επικοινωνίας ενηλίκων με ανήλικους. Και μέσα στην οικογένεια και μέσα στις τάξεις. Οι συγγραφείς και οι εκδότες τα τελευταία χρόνια έχουν γράψει και εκδώσει ιδιαιτέρως σημαντικά βιβλία γνώσεων. Οπότε είναι πλέον στην ευθύνη των γονιών να τα φέρουν μέσα στο σπίτι τους και να τα συζητήσουν μαζί με τα παιδιά τους. Μα επίσης ευθύνη -γιατί όχι και υποχρέωση;- της Πολιτείας αυτά τα βιβλία να τα προωθήσει μέσα στις αίθουσες διδασκαλίας και να εντάξει την ανάγνωση και των σχολιασμό τους μέσα στα σχολικά προγράμματα. Η πλουραλιστική γνώση του χτες είναι βασική προϋπόθεση για η δημιουργία ενός υγειούς μέλλοντος. Και τα βιβλία γνώσεων για παιδιά μπορούν να έχουν σημαντικό ρόλο σε μια τέτοια δημιουργία. (890 λέξεις) https://slpress.gr/politismos/2194-imeres-polemou-ta-paidia-mathainoun-gia-ton-v-pagkosmio-polemo/

24.10.24

Η Άντα Κατσίκη - Γκίβαλου για τα δυο πρόσφατα βιβλία μου

ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ «Ο Μάρκος τα λέει …όλα!» και «Τα δώρα», εκδόσεις Πατάκη Πριν λίγες μέρες έλαβα με το ταχυδρομείο δυο εκπληκτικά βιβλία του Μάνος ΚοντολέωνΜάνου Κοντολέων. Πρώτο κατέφθασε «Ο Μάρκος τα λέει …όλα!». Ένα εξαιρετικό βιβλίο, γεμάτο δράση, χιούμορ, περιπέτεια, αγωνία που κυριαρχούν σ’ ένα σπίτι χάρη στα δυο αγόρια με διαφορετικό χαρακτήρα που φέρνουν τα πάνω κάτω σε όλη τη διευρυμένη οικογένεια, γονείς και παππούδες. Ο Μάνος Κοντολέων, άριστος γνώστης της παιδικής ψυχολογίας (μας το έχει δείξει ήδη εδώ και πολλά χρόνια με τον «Αδερφό της Ασπασίας» και τις συνέχειές του), καθώς και άριστος τεχνίτης της γλώσσας ασχολείται με την καθημερινή ζωή των δυο αυτών παιδιών σε ένα σύγχρονο τεχνολογικά περιβάλλον, ιδιαίτερα θελκτικό για το σημερινό μικρό αναγνώστη. Το βιβλίο αυτό «γράφεται» από τον Μάρκο, τον μεγάλο αδερφό που πάει στην α΄Γυμνασίου, στο προσωπικό του blog. Στην πραγματικότητα έχουμε ένα σύγχρονο ημερολόγιο γεμάτο γεγονότα και περιπέτειες, που αποκαλύπτουν στοιχεία της πραγματικής ζωής που πολλά παιδιά αναγνώστες αναγνωρίζουν στο δικό τους σπίτι. Η παιδική ματιά, κυρίαρχη, δεν αφήνει περιθώρια για διδακτισμούς, αντίθετα προωθεί την παιδική πρωτοβουλία και συμβάλλει στην παρουσίαση παιδιών ανεξάρτητων, με εμπιστοσύνη στον εαυτό τους, με προωπικότητα, τα οποία, παρά την παιδικότητά τους, εμφανίζουν σημάδια ωριμότητας που θα ζήλευαν και ενήλικοι. Η εικονογράφηση της Τέτης Σώλου με τα χαρακτηριστικά σκίτσα της αποτυπώνει στιγμές της καθημερινότητας της οικογένειας και ζωντανεύει με τις εκφράσεις των προσώπων τον χαρακτήρα των ηρώων. Τον Μάρκο, λοιπόν, δεν πρόλαβα να τον απολαύσω καλά -καλά και να σου εμφανίζεται όχι ο ίδιος, αλλά πάντως ένας εντεκάχρονος Μάρκος (τυχαίο;) που κυριαρχεί στο βιβλίο του Κοντολέων «Τα δώρα». Ο τίτλος, προτού ανοίξω το βιβλίο, με παρέπεμπε στα «Πολύτιμα δώρα», ιδιαίτερο από κάθε άποψη παλαιότερο βιβλίο του Μάνου. Μόλις άνοιξα το βιβλίο, το διάβασα απνευστί μέσα σε λίγη ώρα και σκέφτηκα: Αυτό το βιβλίο δεν πρέπει να λείπει από κανένα σχολείο, όχι μόνο από το δημοτικό, στα παιδιά του οποίου κυρίως απευθύνεται, αλλά και από το Γυμνάσιο, καθώς και από τα Παιδαγωγικά Τμήματα των Πανεπιστημίων όπου διδάσκεται η Παιδική Λογοτεχνία. Ο Μάρκος ως Μάνος -φανερή persona του συγγραφέα - πρωταγωνιστεί στην αφήγηση που πηγάζει από το πρώτο δημοσίευμα του συγγραφέα: «Στο μικρό μου γατάκι», δημοσιευμένο στη «Διάπλαση των παίδων». Στο παιδικό βιβλίο "Τα δώρα" με θέμα τη μοναξιά ενός μικρού παιδιού η παρέα με το μικρό γατάκι στάθηκε η αφορμή ο Μάρκος να ωριμάσει και να μπορεί να αντιμετωπίζει καταστάσεις, όπως η συντροφικότητα, όνειρα,οι φόβοι η αρρώστια και ο θάνατος. Το κυριότερο όμως σημείο του αφηγήματος είναι αυτό όπου από τη μοναξιά μεταβαίνει στη δημιουργία. Είναι αυτό το δεύτερο θέμα για το οποίο θέλησε να μιλήσει ο Κοντολέων. Οι τελευταίες φράσεις του κειμένου το ομολογούν : «Μια ολάκερη ζωή – τόσο θα κρατούσαν τα δώρα που το γατάκι του είχε κάνει. Του είχε προσφέρει την πρώτη του ιστορία. Τον είχε κάνει συγγραφέα». Με αυτά τα απλά λόγια μιλά ο Μάνος Κοντολέων στο μικρό παιδί με τρόπο άμεσα αντιληπτό για το πως γίνεται κανείς συγγραφέας, θέμα που έχει απασχολήσει όχι μόνο συγγραφείς αλλά και θεωρητικούς και μελετητές, παγκοσμίως. Η συμπερίληψη στο βιβλίο των πρώτων δημοσιευμάτων του Μάνου Κοντολέων είναι η απτή απόδειξη ότι η μοναξιά του μικρού Μάνου Κοντολέων μέσα από τη ζωή του με το γατάκι και τα όσα αυτό του πρόσφερε ήταν το κίνητρο για να ξεκινήσει το μακρύ ταξίδι της συγγραφής. Η εικονογράφηση του βιβλίου από την Ιφιγένεια Καμπέρη συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη της ιστορίας. Μη γελιόμαστε όμως. Τα δώρα των εμπειριών των παιδικών του χρόνων δεν θα ήταν ικανά να τον αναδείξουν σε έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς όχι μόνο της παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας άλλά της λογοτεχνίας γενικώς, αν δεν συνοδεύονταν από το ταλέντο, τη θεωρητική γνώση, την αγάπη για τη λογοτεχνία ελληνική και ξένη, τη ματιά στη ζωή και στην κοινωνία που στάθηκαν οι τροφοδότες του έργου του. Αγαπητέ μου Μάνο, συνέχισε με το ίδιο όραμα για τη γραφή και την ίδια αγάπη για τον άνθρωπο στον οποίο απευθύνεσαι!

20.10.24

Λέσχη Ανάγνωσης Νεανικής και Cross Over Λογοτεχνίας

Πολλαπλά δυναμική η παρουσία του Μάνου Κοντολέων στο χώρο του βιβλίου. Συγγραφέας πολλών βιβλίων για παιδιά και εφήβους, δημιουργούς επίσης πολλών μυθιστορημάτων για ενήλικες αναγνώστες, συνεργάτης εφημερίδων, περιοδικών και ιστοτόπων όπου δημοσιεύει κριτικές του για βιβλία ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας. Έχει τιμηθεί τρεις φορές με Κρατικό Βραβείο, όπως και με πολλά άλλα σημαντικά βραβεία και διακρίσεις, ενώ έργα του έχουν μεταφραστεί και κυκλοφορούν στη Γαλλία, στις ΗΠΑ, στη Γερμανία, στη Ρουμανία και στην Ταϊλάνδη. Παράλληλα υπήρξε από τους πρώτους που δραστηριοποιήθηκε και στον τομέα της διοργάνωσης Λεσχών Ανάγνωσης. Για πάρα πολλά χρόνια ήταν υπεύθυνος της Λέσχης Ανάγνωσης της Βιβλιοθήκης του Ιδρύματος Λασκαρίδη, της Δημοτικής Βιβλιοθήκης του Δήμου Πειραιά και του Βιβλιοπωλείου Ιανός. Ο Μάνος Κοντολέων τόσο με ένα μεγάλο αριθμό δικών του βιβλίων, όσο και με ποικίλους άλλους τρόπους έχει εκφράσει την αγάπη και την εκτίμησή του προς τη λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες. Ήταν άλλωστε αυτός που από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 δημιούργησε τη σειρά ‘Παρουσίες’ των Εκδόσεων Πατάκη -μια σειρά τομή στο χώρο της ποιοτικής λογοτεχνίας που απευθύνεται σε ένα ηλικιακά ευρύτερο κοινό. Ήταν εκείνος που καθιέρωσε τον όρο ‘Λογοτεχνία για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες’ και που σήμερα πλέον είναι γνωστή ως ‘Λογοτεχνία Cross Over”. Πρόκειται για εκείνα τα λογοτεχνικά έργα που, αν και στηρίζονται σε θέματα που αφορούν τον έφηβο (μερικές φορές ακόμα και ένα παιδί), εντούτοις με τη γλωσσική τους ενσάρκωση και τον εσωτερικό φωτισμό του θέματός τους, μπορούν να κρατήσουν το ενδιαφέρον και ενός ενήλικου αναγνώστη. Λογικό, λοιπόν, τόσο ο ίδιος ο Μάνος Κοντολέων, όσο και οι Εκδόσεις Πατάκη που κι αυτές έχουν πρωταγωνιστήσει στην εδραίωση του καλού λογοτεχνικού βιβλία για νέους, να έχουν διευρύνει την έτσι κι αλλιώς επιτυχημένη συνεργασία τους, με τη δημιουργία μιας διαδικτυακής Λέσχης Ανάγνωσης Λογοτεχνίας crossover και μυθιστορημάτων για εφήβους και νέους που απευθύνεται όμως σε ενήλικους αναγνώστες οι οποίοι ποικιλοτρόπως ενδιαφέρονται να γνωρίζουν αυτό το είδος των λογοτεχνικών έργων Εφέτος είναι η πέμπτη περίοδος λειτουργίας αυτής της Λέσχης και οι επιλογές του Μάνου Κοντολέων έχουν μια ιδιαίτερη αξία. Θεωρώντας ο ίδιος πως ο καλός αναγνώστης δημιουργείται από την παιδική και κυρίως την εφηβική περίοδο της ζωής του, όπως επίσης πως θα πρέπει να γνωρίζει και έργα που έχουν γραφτεί στο παρελθόν, αποφάσισε την περίοδο από τον Νοέμβριο του 2024 έως και τον Μάιο του 2024, η Λέσχη αυτή να είναι αφιερωμένη σε βιβλία συγγραφέων που εδραίωσαν κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης τη σύγχρονη μορφή της λογοτεχνίας για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες. Για την πληρέστερη προσέγγιση έργων και συγγραφέων, ζήτησε τη συνεργασία της Καθηγήτριας Παιδικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και Διευθύντριας του Μουσείου Παιδικής & Εφηβικής Λογοτεχνίας Τασούλας Τσιλιμένη. Οι συγγραφείς που με έργα τους θα μας συντροφεύουν στα πλαίσια αυτής της Λέσχης Ανάγνωσης θα είναι οι: Βούλα Μάστορη, Γαλάτεια Σουρέλη, Παντελής Καλιότσος, Μάρω Λοίζου, Λότη Πέτροβιτς, Λίτσα Ψαραύτη και Αγγελική Βαρελλά. Η επιστημονική γνώση του χώρου αυτού εκ μέρους της Τασούλας Τσιλιμένη και η πολύχρονη εμπειρία του Μάνου Κοντολέων εγγυόνται ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις και συζητήσεις που θα βοηθήσουν τους ενήλικους αναγνώστες / χρήστες μυθιστορημάτων για εφήβους και νέους να θυμηθούν μα και να γνωρίσουν πρόσωπα και έργα που διαμόρφωσαν το σημερινό λογοτεχνικό βιβλίο που θέλουμε να φτάνει στα χέρια των παιδιών μας. Η συμμετοχή στις συναντήσεις της Λέσχης είναι δωρεάν και θα γίνονται μια φορά το μήνα. Περισσότερες πληροφορίες μπορούν οι ενδιαφερόμενοι να έχουν από το Τμήμα Εκδηλώσεων των Εκδόσεων Πατάκη (κ. Δικαίο Χατζηπλή, τη. 210365024) (Ελεύθερος Τύπος, Κυριακή 20/10/2024)

8.10.24

Αόρατος

Ελόι Μορένο «Αόρατος» Μετάφραση: Δέσποινα Δρακάκη Εκδόσεις Ψυχογιός Ισπανός ο Ελόι Μορένα (1976) έχει γράψει μυθιστορήματα που και στη χώρα του έτυχαν αναγνώρισης τόσο από το πλατύ κοινό όσο και από την κριτική. Το έργο του ‘Αόρατος» είναι αυτό με το οποίο οι έλληνες αναγνώστες τον γνωρίζουν. Τα βιογραφικά στοιχεία που συνοδεύουν την ελληνική έκδοση δεν ενημερώνουν αν ο συγκεκριμένος συγγραφέας έχει γράψει και άλλα μυθιστορήματα που εντάσσονται στην κατηγορία του cross over. Μυθιστορήματα, δηλαδή, που καταπιάνονται με ζητήματα που απασχολούν τους νέους και τα οποία συγγραφικά υλοποιούνται με ένα σύγχρονο, συχνά έως και πρωτοποριακό, τρόπο αφήγησης, ενώ παράλληλα επιδιώκουν να συνομιλούν με αναγνώστες διαφορετικών ηλικιών. Σίγουρα, πάντως, το βιβλίο αυτό, σε μια τέτοια κατηγορία ανήκει. Θέμα του ο σχολικός εκφοβισμός. Ο Μορένο επιλέγει να αναπτύξει μυθιστορηματικά αυτό το θέμα πλησιάζοντας όχι μόνο το θύμα, ούτε και μόνο τον θύτη. Αλλά αναζητώντας αποτυπώματα ευθύνης για την ύπαρξη βίας και στον γενικότερο οικογενειακό, σχολικό και κοινωνικό περίγυρο. Ιδιαίτερα καίρια επιλογή όσον αφορά την σε βάθος μυθιστορηματική προσέγγιση του ζητήματος του σχολικού εκφοβισμού. Γιατί τις περισσότερες φορές, τέτοιου είδους γεγονότα προβάλλονται επιδερμικά, παρουσιάζονται και καταγγέλλονται ως πράξεις μιας νεολαίας ανερμάτιστης και αγνοούν την μικρή ή μεγάλη συμμετοχή και άλλων κοινωνικών ομάδων, όπως και τις ατομικές ευθύνες όλων μας. Αναφέρθηκα πιο πάνω πως αυτής της κατηγορίας μυθιστορήματα συχνά έχουν μια πρωτοποριακή και σίγουρα αντισυμβατική δομή αφήγησης. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και στον «Αόρατο». Όλο το βιβλίο έχει δομηθεί με μικρά, σύντομα κεφάλαια και στο καθένα από αυτά ο αναγνώστης θα πλησιάζει συναισθήματα και πράξεις των βασικών προσώπων της ιστορίας. Σε ένα δωμάτιο νοσοκομείο αναρρώνει το θύμα βίαιων πράξεων σχολικού εκφοβισμού. Αναρρώνει από τις πληγές του σώματος, αλλά παράλληλα ενδοσκοπείται, αυτοαναλύεται, προσπαθεί να καταλάβει το γιατί έγινε θύμα σχολικού εκφοβισμού, αναζητά τους λόγους που είχε επιλέξει τους τρόπους άμυνας του, τελικά το πως θα μπορέσει να αποτρέψει τη συνέχεια μιας κατάστασης που τον οδήγησε να ζει μέσα σε μια φαντασίωση -η μόνη λύση να ξεφύγει από τους διώκτη του ήταν το να μετατραπεί σε μια αόρατη παρουσία. Παράλληλα και πάντα με σύντομα κεφάλαια, ο αναγνώστης γνωρίζει και τον θύτη. Ανακαλύπτει τους λόγους που ‘ανεπαισθήτως όλως’ τον οδήγησαν να εξασκεί βία προς τον συμμαθητή του, διεισδύει στο δικό του οικογενειακό παρελθόν, καταφέρνει τελικά να φωτίσει την αντίφαση του να αισθάνεται ο ίδιος αδικημένος, αλλά να αντιδρά αδικώντας τους άλλους. Γύρω από τα δυο αυτά κεντρικά πρόσωπα -θύτη και θύμα- υπάρχουν οι άλλοι. Οι φίλοι που δεν τολμούν να παρέμβουν* οι γονείς που επιλέγουν να αγνοούν εγκλωβισμένοι και αυτοί σε κοινωνικά στερεότυπα, αλλά και σε οικονομικά αδιέξοδα* οι εκπαιδευτικοί που προτιμούν να εξασκούν μόνο με μια στενή υπαλληλική νοοτροπία τα καθήκοντά τους. Αλλά υπάρχουν ακόμα και κάποιοι -λίγοι, ελάχιστοι ίσως μα με αποτελεσματική παρέμβαση στην εύρεση της λύσης. Είναι η εκπαιδευτικός που κάποτε κι εκείνη είχε υπάρξει θύμα σχολικού εκφοβισμού, είναι και η συμμαθήτρια του θύματος που καταφέρνει να πιστέψει στο νεανικό της έρωτα και να προσφέρει τη δική της -έστω και καθυστερημένη- συμπαράσταση. Αυτό σε γενικές γραμμές είναι ότι ο αναγνώστης θα γνωρίζει διαβάζοντας αυτό το μυθιστόρημα. Και βέβαια ο τρόπος που είναι γραμμένο -σύντομες φράσεις, μικρά κεφάλαια, τολμηρές έως και έντονα σκληρές περιγραφές- μπορεί να κρατήσει το ενδιαφέρον τόσο ένας νεαρού ενήλικα αναγνώστη όσο και ένας ενήλικου. Ενδιαφέρον βιβλίο και χρήσιμο για την κυκλική κατανόηση του ζητήματος του σχολικού εκφοβισμού, που αποδεικνύει το πόσο σημαντικό είναι να βλέπουν το φως της δημοσιότητας τέτοιας μορφής έργα. Η λογοτεχνία cross over έχει τη δυνατότητα να δημιουργεί ουσιαστικά έργα που μπορούν κάλλιστα να αποτελέσουν τη βάση να μάθουν οι έφηβοί μας να αγαπούν τη λογοτεχνία. Βέβαια για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο δεν θα πρέπει μόνο να γράφονται και να εκδίδονται μυθιστορήματα αυτού του είδους, αλλά και η Πολιτεία να φροντίζει να τα προωθεί μέσω συγκεκριμένων προγραμμάτων φιλαναγνωσίας. ΥΓ. Για όσους θα ήθελαν να διαβάσουν και ένα ακόμα μυθιστόρημα που με απρόσμενο, όσο και πλέον τολμηρό, τρόπο φωτίζει το ζήτημα του σχολικού εκφοβισμού, θα πρότεινα το μυθιστόρημα «Ο Παράδεισος» της Mieko Kawakami (Μετάφραση: Κίκα Κραμβουσάνου) Εκδόσεις Gutenberg. (662 λέξεις)

2.10.24

To καινούργιο μου βιβλίο ( "Αυγή της Κυριακής" -22/9/2024)

«Το καινούργιο μου βιβλίο» Πάνω από τέσσερα χρόνια έχουν περάσει από τότε που είχε κυκλοφορήσει ένα δικό μου καθαρόαιμα παιδικό βιβλίο. Αυτό, λοιπόν το καλοκαίρι επανέρχομαι στην ίσως πλέον αγαπημένη μου μορφή λογοτεχνίας, αυτή μου με βοηθά να επικοινωνώ με παιδιά αναγνώστες, μα και με όσους, αν και ενήλικοι πλέον, δεν έχουν ξεχάσει να χρησιμοποιούν την Παιδικότητα για να συνομιλούν με τον εαυτό τους και με τους άλλους. Ο δωδεκάχρονος Μάρκος και ο μικρότερος αδελφός του Νέστωρας, που σίγουρα μέσα στα ράφια της βιβλιοθήκης τους υπάρχουν τα τρία -προηγουμένων ετών- βιβλία μου της σειράς «Ο αδελφός της Ασπασίας», με πείσανε για μια ακόμα φορά να αφήσω τα δάχτυλά μου να πληκτρολογούν αφηγήσεις καθημερινών καταστάσεων έτσι όπως τις ζούνε και τις σχολιάζουν άτομα που διαθέτουν το παιδικό χιούμορ, μα και την επίσης παιδική ικανότητα να επισημαίνουν ότι εμείς οι ενήλικες δεν του δίνουμε ιδιαίτερη προσοχή. Δίπλα μου για μια ακόμα φορά οι εικόνες της Τέτης Σώλου -γνήσια χιουμοριστικές και με τις δικές τους σκανταλιάρικες νότες. Αλλά καθώς πλέον ετοιμάζομαι να τοποθετήσω και αυτό το βιβλίο μου στο ράφι εκείνης της βιβλιοθήκης μου που είναι αφιερωμένη σε δικούς μου και μόνο τίτλους (κοντεύουν τα 100 τα βιβλία που κυκλοφόρησαν με τη δικιά μου υπογραφή), αναλογίζομαι για πολλοστή φορά πως έχει γίνει και εγώ άλλοτε γράφω για παιδιά, άλλοτε για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες και άλλοτε για ενήλικες. Συγγραφικό φαινόμενο είμαι ή μήπως ένας τσαρλατάνος της λογοτεχνίας; Εντάξει, αστειεύομαι -το ξέρω πόσο μικροί και μεγάλοι αναγνώστες, όπως και εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων, αλλά και ένα μεγάλο μέρος γενικά των ανθρώπων του βιβλίου με αγαπούν και εκτιμούν το έργο μου. Αλλά υπάρχουν κι άλλοι -κυρίως σοβαροφανείς φιλολογούντες κριτικοί μα και γενικότεροι αυτοχριζόμενοι ειδικοί επί της λογοτεχνίας- που δεν μπορούν να ανιχνεύσουν ποιότητα στα έργα κάποιου που άλλοτε γράφει παραμύθια όπως αυτά που υπάρχουν στο «Χιονάνθρωπο που δεν ήθελε να λιώσει», άλλοτε ιστορίες για πρόσφυγες όπως στο «Δε με λένε Ρεγγίνα, Άλεχ με λένε» κι άλλοτε πάλι μυθιστορήματα όπως ας πούμε το «Ερωτική Αγωγή» ή το «Σαν Μήδεια». Οφείλω πάντως να παραδεχτώ πως η διττή παρουσία μου στα λογοτεχνικά δρώμενα της χώρας μας είναι μάλλον μοναδική. Σαφέστατα υπάρχουν κι άλλοι συγγραφείς με βιβλία και στη μια και στην άλλη κατηγορία, αλλά εγώ προσωπικά υλοποιώ με μεγαλύτερη ένταση αυτήν την διπλή συγγραφική προσωπικότητα. Τέτοιες, λοιπόν, δύσπιστες αντιδράσεις συχνά αντιμετωπίζω. Αλλά εγώ απλώς χαμογελώ… Τί άλλο να κάνω αφού για αυτούς τους ‘επικριτές’ μου δεν είναι κατανοητό πως όπως όλοι μας, έτσι κι εγώ κάποτε υπήρξα και παιδί και έφηβος και σαραντάρης και τώρα πια ένας ηλικιωμένος άντρας. Με μια όμως διαφορά από τους περισσότερους άλλους. Πως όχι μόνο δεν έχω ξεχάσει τα γεγονότα και τα συναισθήματα που κατά τη διάρκεια αυτών την ηλικιών μου βίωνα, αλλά κυρίως πως όλα αυτά εξακολουθούν να υπάρχουν ολοζώντανα μέσα μου όχι τόσο ως μνήμη, μα κυρίως ως εμπειρία ζωής. Και γι αυτό και έχω την ανάγκη να συνομιλώ μαζί τους -μαζί με το παιδί και τον έφηβο και τον σαραντάρη που κάποτε ήμουνα. Μαζί και με τον ηλικιωμένο που τώρα είμαι. Στον Μάρκο μου, λοιπόν -αυτόν τον δωδεκάχρονο νέο μου ήρωα- είχα κάτι να του πω… Μα κι αυτός είχε πολλά περισσότερα να πει σε μένα… Γιατί η Παιδικότητα είναι στάση ζωής… Ίσως μια ολόκληρη φιλοσοφική πρακτική κι εγώ αισθάνομαι τυχερός που αποτελεί βασική πηγή των συγγραφικών εμπνεύσεών μου.

1.10.24

Μια μέρα που του πονούσε το αυτάκι του

«Μη φεύγεις…», έκλαιγε, παρακαλούσε το μικρό αγόρι τη μητέρα του. Εκείνη είχε σκύψει από πάνω του, η παλάμη της στο ιδρωμένο του κούτελο. Και μετά, ένα απαλό φιλί στα στόμα του παιδιού και άλλο ένα στο δεξί το αυτάκι. «Έχει λίγο πυρετό» στράφηκε και είπε η μητέρα στην Ιωάννα. «Μη φύγεις!» το αγόρι βούρκωσε. «Μα θα είναι μαζί σου η Ιωάννα. Την φώναξα να έρθει να σου κρατά συντροφιά όσο θα λείπω» Η παλάμη της μανούλας του χάιδεψε το μάγουλο. «Μη φύγεις…» εκείνο αναζήτησε ξανά το φιλί της. Κι αυτή του το χάρισε… Ένα ακόμα απαλό φιλί στα στόμα του παιδιού και μετά πάλι άλλο ένα στο δεξί το αυτάκι. «Μάκια!... Να, τώρα θα γιάνει!» χαμογέλασε η μανούλα και το αγόρι πίσω από τις υγρές βλεφαρίδες του την είδε να βγαίνει από το δωμάτιο. Περασμένες δέκα το πρωί και η Ιωάννα κάθισε πάνω στο κρεβάτι του αγοριού· δίπλα του «Σου έφτιαξα την κρέμα που αγαπάς… Φράουλα!» του είπε και η φωνή της αν και σιγανή έκανε το αγόρι να ξυπνήσει. «Γιατί έφυγε η μαμά;» πάντα το ίδιο παράπονο. Χαμογέλασε η Ιωάννα. «Μα έπρεπε να πάει στη δουλειά της!» είπε και άφησε την πρώτη κουταλιά της κρέμας να πέσει μέσα στο μικρό μισάνοιχτο στόμα. «Να πήγαινες εσύ στη δουλειά της…» είπε το αγόρι και καθώς προσπάθησε να καταπιεί την κρέμα, αισθάνθηκε τον πόνο στο αυτί του να μεγαλώνει. Και δάκρυσε. Ναι, η Ιωάννα έπρεπε να πάει στη δουλειά της μαμάς και η μαμά να ήταν τώρα αυτή που θα τον τάιζε με την κρέμα. «Έλα τώρα μη κλαις!...» η Ιωάννα με την πετσέτα σκούπισε το δάκρυ από την άκρη του ματιού και τη στάλα κρέμας από την άκρη των χειλιών, «Η δικιά μου η δουλειά αυτή είναι… Να σε προσέχω όταν η μαμά πηγαίνει στο γραφείο…» Όχι, δεν του αρέσει αυτή η δουλειά της μαμάς! –σκέφτηκε το αγόρι κι όσο πιο πολύ αποφάσιζε πως δεν του άρεσε να λείπει η μαμά από το σπίτι, τόσο και πιο πολύ λες και το αυτάκι του πονούσε. Η Ιωάννα προσπάθησε να τον πείσει να την αφήσει να του στάξει μέσα στο αυτί κάτι στάλες ενός φάρμακου. «Να δεις που αμέσως ο πόνος θα σου περάσει!» του υποσχέθηκε. Αλλά –μπα! – δεν πέρασε ο πόνος… Λιγουλάκι μόνο έγινε πιο μικρός. «Να, τώρα με αυτό το πανάκι που το έχω ζεσταίνει, ο πόνος θα μικρύνει…», η Ιωάννα σκέπασε το αυτί του αγοριού με ένα χνουδωτό πανί. Αλλά –μπα! – δεν πέρασε ο πόνος… Λιγουλάκι μόνο έγινε πιο μικρός. «Πονώ!» πήρε και πάλι να κλαίει το αγόρι. «Κάνε υπομονή!» τον χάιδευε η Ιωάννα. «Θέλω τη μαμά μου!» ανάμεσα σε δάκρυα και λυγμούς, το παράπονο. Η Ιωάννα τον χάιδευε. Ανάμεσα σε δάκρυα και λυγμούς το μικρό αγόρι και πάλι αποκοιμήθηκε. Αλλά ακόμα και μέσα στον ύπνο του, ο πόνος στο αυτάκι ήταν πάντα δυνατός! Ακόμα και μέσα στον ύπνο του… Το ίδιο παράπονο. Θέλω τη μαμά μου! «Αχ!» μισοξυπνά από την ίδια του την κραυγούλα και η Ιωάννα, τρέχει δίπλα του μα όσο κι αν τον παίρνει μέσα στην αγκαλιά της, δεν καταφέρνει να κάνει πιο μικρό τον πόνο. «Έλα να παίξουμε…» ψάχνει να βρει η Ιωάννα ένα παιχνίδι που θα κάνει το αυτάκι να μην πονά. Πάνω στην κουβέρτα με τις πολύχρωμες ρίγες, απλώνονται πολύχρωμα αυτοκινητάκια. Ο πόνος πάντα μέσα στο αυτάκι μένει –«Αχ!» Πίσω στο κουτάκι που τα φυλάνε μπαίνουνε τα αυτοκινητάκια και τώρα πάνω στις κουβέρτα… Το μπλοκ της ζωγραφικής και κίτρινοι, κόκκινοι, μπλε, πράσινοι, καφέ μαρκαδόροι. Ζωγραφίζει το αγόρι λουλούδια σε κήπους και λουλούδια σε γλάστρες. Μα ο πόνος πάντα μέσα στο αυτάκι μένει – «Αχ!» Ζωγραφίζει σπιτάκια και τραίνα και ζωγραφίζει όλους τους φίλους και τις φιλενάδες του–τον Αντρίκο, το Μαράκι, την Αννούσκα και τον Μήτια. Ο πόνος πάντα μέσα στο αυτάκι μένει -«Αχ!». Θύμωσε το αγόρι με τα παιχνίδια που δεν διώχνουνε τον πόνο. «Θέλω τη μαμά μου!» παραπονιέται και η Ιωάννα ψάχνει να βρει τρόπους να τον παρηγορήσει. Μέσα σε γλυκόλογα και χαδάκια το αγόρι καταφέρνει να ξεχάσει λιγάκι εκείνο το «Αχ!» και να 'τος πάλι ο ύπνος που από την αγκαλιά της Ιωάννας τον χώνει στη δικιά του αγκαλιά. Τον ξυπνά η μυρωδιά τηγανιτής πατάτας. Μπροστά του η Ιωάννα έχει το πιάτο με το αγαπημένο του φαγητό. Μα πώς μπορεί το αγόρι να χαρεί τις τραγανές πατάτες όταν αυτός ο πόνος στο αυτάκι του πάλι μεγάλωσε… Πόνος που με ένα «Αχ!» μετριέται… Όχι, πιο μεγάλος τώρα έγινε… Με ένα «Αχ!» και άλλο ένα «Αχ!» μετριέται. «Φάε καλό μου!» παρακαλά η Ιωάννα. Αλλά το αγόρι δεν τολμά μήτε το στόμα του να ανοίξει… Ανοίγει όμως η πόρτα και… Τα δυο «Αχ!» πάνε!… Έφυγαν τρομαγμένα. Χώνεται το αγόρι στην αγκαλιά της μανούλας. «Πώς είναι ο λεβέντης μου;» ρωτά εκείνη. Τον χαϊδεύει. «Πονά!» της εξηγεί η Ιωάννα και τα μάτια της μανούλας σκοτεινιάζουνε. «Τώρα όμως πιο λίγο!» το αγόρι βιάζεται να προσθέσει Και η μανούλα γελά. Τα χείλη της στο μέτωπό του και η ματιά της πάντα σκοτεινή. «Έχει πυρετό» σιγανά ενημερώνει την Ιωάννα, αλλά στο γιόκα της , άλλα λέει. «Λοιπόν, να δεις που έφερα κάτι που θα κάνει το πόνο στο αυτάκι να φύγει για πάντα μακριά και ποτέ να μην ξανάρθει… » «Πώς;» ρωτά το αγόρι. «Με μια μόνο μικρή κουταλιά από αυτό το σιρόπι!» η μανούλα εξηγεί. Στο αγόρι δεν του αρέσουν τα σιρόπια· έχουν άσχημη γεύση. «Δεν θέλω!» βάζει και πάλι τις φωνές. Μα η μανούλα του δίνει ένα ακόμα φιλί. «Έλα! Ώσπου να ανοίξουν τα χεράκια σου το δώρο που σου πήρα, το κουταλάκι θα έχει αδειάσει μέσα στη γλωσσίτσα σου» Κι έτσι γίνεται. Και το αγόρι ξεδιπλώνει το πακέτο. Ένα βιβλίο ανάμεσα στα χέρια του και τα μικρά του δάχτυλα ξεφυλλίζουν τις σελίδες. Πίσω από τα υγρά ματοτσίνορα οι εικόνες ξεχωρίζουν με τα όμορφα χρώματά τους και υπάρχει ένα μικρό αγόρι μέσα στις εικόνες, ένα μικρό αγόρι και η μαμά του και… «Είδες που στο έλεγα! Άδειασε το κουταλάκι!» δίπλα του κάθεται η μανούλα. Και ο το αγόρι χώνεται μέσα στην αγκαλιά της. «Πώς το λένε το βιβλίο;» ρωτά γιατί ο ίδιος ακόμα δεν έχει μάθει να διαβάζει. «Μια μέρα που πονούσε το αυτάκι του» η μητέρα λέει και με το δάχτυλο της του δείχνει ένα, ένα τα γράμματα του τίτλου. Κι αυτό χώνεται πιο βαθιά στην αγκαλιά της. Μέσα από εκεί κοιτά την πρώτη εικόνα… Ένα μικρό αγόρι πάνω σε ένα κρεβάτι, πάνω στο κρεβάτι μια πολύχρωμη κουβέρτα και πάνω από το αγόρι και την κουβέρτα η μανούλα του αγοριού –αυτή πρέπει να είναι! – έχει σκύψει και ετοιμάζεται να το φιλήσει. «Έλα να σου διαβάσω την ιστορία!» προτείνει η μανούλα. «Μη φεύγεις…», έκλαιγε, παρακαλούσε το μικρό αγόρι τη μητέρα του. Εκείνη είχε σκύψει από πάνω του, η παλάμη της στο ιδρωμένο του κούτελο. Μετά, ένα απαλό φιλί στα στόμα του παιδιού και άλλο ένα στο δεξί το αυτάκι. Η φωνή της μανούλας μπαίνει μέσα στο αυτάκι που… πονούσε. Και μετά… Δεν πονά, πια το αυτάκι. Πονά όμως το αυτάκι του μικρού αγοριού της εικόνας μέσα στο βιβλίο. Και το αγόρι απλώνει τη δική του παλάμη, χαϊδεύει τη ζωγραφιά «Κάνε υπομονή!» παρηγορεί τώρα το αγόρι της ιστορίας. «Μόλις και η δική σου η μανούλα θα γυρίσει, να δεις που θα σου διαβάσει μια ιστορία και ο πόνος στο αυτάκι σου θα περάσει!» Θα περάσει… Όπως πέρασε ο δικός του. Μήτε μ’ ένα «Αχ!» μετριέται , μήτε με δύο. Και έπειτα η Ιωάννα έφερε νέες πατάτες, φρεσκοτηγανισμένες. Και το μικρό αγόρι έφαγε μια, έφαγε δυο… Την τρίτη της έδωσε στη μανούλα. Μαζί με ένα πλατύ χαμόγελο. Πάνω στην πολύχρωμη κουβέρτα, το βιβλίο με τις πολύχρωμες ζωγραφιές. Και τα δάχτυλα της μανούλας ανάμεσα στα δάχτυλα του αγοριού. https://www.hartismag.gr/ Οκτ. 2024 (1260 λέξεις)