6.9.25

Η Μαρία Κουλούρη στο OfflinePost

Διαβάσαμε και προτείνουμε: «Κόντρα ρόλος» του Μάνου Κοντολέοντα Μαρία Κουλούρη, Αρχισυντάκτρια Ύλης Offlinepost.gr 31 Αυγούστου, 2025 Ο χρόνος είναι αμείλικτος. Οι άνθρωποι τις περισσότερες φορές δεν καταλαβαίνουμε πώς περνά, χάνοντας το νόημα των στιγμών που δεν επιστρέφουν, αναγνωρίζοντας τη σημασία τους όταν πλέον είναι αργά. Με πρωταγωνιστές τον χρόνο, το γήρας, τον έρωτα και έναν άντρα «παγιδευμένο» ανάμεσα σε όλα αυτά, κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη το βιβλίο Κόντρα ρόλος του Μάνου Κοντολέοντα. Συγγραφέας του βιβλίου είναι ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της νεότερης ελληνικής λογοτεχνίας, ο Μάνος Κοντολέων. Είναι γεννημένος στην Αθήνα, ενώ σπούδασε στο τμήμα φυσικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στο συγγραφικό του έργο περιλαμβάνονται διηγήματα, μυθιστορήματα και παραμύθια, ενώ παράλληλα είναι και κριτικός λογοτεχνίας. Τέλος, έχει τιμηθεί 3 φορές με το Κρατικό Βραβείο, καθώς και από το ελληνικό τμήμα της ΙΒΒΥ και το αντίστοιχο των ΗΠΑ. Ας επιστρέψουμε, ωστόσο, στα σχετικά με το βιβλίο. Η υπόθεσή του ξεδιπλώνεται μέσα από 5 μεγάλα μέρη που αποτελούνται από 36 κεφάλαια συνολικά. Πρωταγωνιστής του έργου είναι ο Λάμπρος Αρνής, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα, από εύπορη οικογένεια, η οποία διατηρούσε έναν μεγάλο εκδοτικό οίκο της πόλης. Ο ίδιος φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή της Θεσσαλονίκης, ενώ από μικρός είχε ιδιαίτερη αγάπη στην ανάγνωση βιβλίων και στο θέατρο, με το οποίο και επιθυμούσε να ασχοληθεί, όχι, όμως, ως ηθοποιός, αλλά ως κριτικός θεάτρου. Όταν πατέρας του έφυγε από τη ζωή, ο Λάμπρος αποφάσισε να πουλήσει τον εκδοτικό οίκο και να μην ασχοληθεί με τον χώρο αυτό, φεύγοντας έτσι για το Παρίσι, με σκοπό να ασχοληθεί με αυτό που αγαπούσε περισσότερο, το θέατρο. Στην πόλη του φωτός ο Λάμπρος έγινε ένας σπουδαίος κριτικός θεάτρου και όντας καταξιωμένος, επέστρεψε στην Ελλάδα, ιδρύοντας τον λογοτεχνικό και θεατρικό οργανισμό «Μάσκες», από τον οποίο περνούν πολλοί λόγιοι της εποχής, όπως ποιητές, συγγραφείς, μουσικοί και ηθοποιοί. Στα 66 του χρόνια ερωτεύτηκε μια 35χρονη ανερχόμενη ηθοποιό, την Αντρίνα Λεμονή, την οποία και βοηθά να εδραιωθεί στον χώρο της υποκριτικής, δίνοντάς της ρόλους σε θεατρικές και τηλεοπτικές παραγωγές. Πλέον, όμως, κοντά στα 80 του χρόνια, κάνει σκέψεις να αποσυρθεί από τον χώρο, γιατί καταλαβαίνει πως μεγαλώνει και η υγεία του έχει αρχίσει να κλονίζεται. Αυτά του τα προβλήματα επηρεάζουν ως έναν βαθμό και τη σχέση του με τη γυναίκα του, η οποία βρίσκεται στην καλύτερη φάση της καριέρας της, πρωταγωνιστώντας στη «Φαίδρα» του Ρακίνα. «Παγιδευμένος» στα δίχτυα του χρόνου, του γήρατος και του έρωτα, ο Λάμπρος αποτελεί έναν ήρωα στο πρόσωπο του οποίου θα μπορούσαμε όλοι μας να ταυτιστούμε. Ως προς το βιβλίο καθαυτό, οι παραστατικές περιγραφές και το οικείο ύφος του το καθιστούν ένα εύληπτο ανάγνωσμα, ιδανικό για όσους επιθυμούν να διαβάσουν ένα εξαιρετικής λογοτεχνικής ποιότητας μυθιστόρημα.

3.9.25

Ψυχογραφώντας τον τρόμο της ατομικής θνητότητας

«Κόντρα ρόλος» – Ψυχογραφώντας τον τρόμο της ατομικής θνητότητας ΤΕΣΥ ΜΠΑΙΛΑ / 02-09-2025 / https://www.culturenow.gr/
Με όχημα τον μύθο της Φαίδρας του Ρακίνα αυτή τη φορά, ο Μάνος Κοντολέων υπογράφει ένα μυθιστόρημα για το γήρας και τις απώλειές του, για τον έρωτα και τη σημασία του, για την τέχνη, για τις σχέσεις με τους γονείς αλλά και για τη συνειδητοποίηση, τους φόβους και τη γοητεία της τρίτης ηλικίας. Με σχεδόν θεατρική σύλληψη ο Μάνος Κοντολέων σκηνοθετεί τη ζωή τεσσάρων ηρώων που φέρουν το βάρος μιας ήδη διαμορφωμένης πορείας, ενός καθοριστικού παρελθόντος και καλούνται να αναμετρηθούν με τον εαυτό τους, με την τέχνη και με την ίδια την έννοια του πάθους. Κι όλα αυτά καθώς διαρκούν οι προετοιμασίες για το ανέβασμα της Φαίδρας του Ρακίνα. Το αποτέλεσμα είναι ένα ψυχογράφημα που δεν εστιάζει στην πλοκή αλλά στη λεπταίσθητη παρατήρηση των χαρακτήρων, στα βλέμματα, στις σιωπές και στα πάθη τους. Κριτικός θεάτρου ο ογδοντάχρονος πλέον Λάμπρος Αρνής είναι ένας άνθρωπος με μεγάλη θητεία στον λόγο και στην τέχνη που τώρα ακροβατεί στο χείλος της απόσυρσης. Άλλωστε, «Η απόσυρση είναι μια πράξη αξιοπρέπειας», μας θυμίζει ο συγγραφέας. Ένα έντονο αίσθημα περιθωριοποίησης τον κατακλύζει, το οποίο δεν είναι μόνο βιολογικό, η σωματική έκπτωση είναι αναμενόμενη, είναι και πολιτισμικό, καθώς οι νέες αντιλήψεις για την τέχνη τον βρίσκουν αποκομμένο από τη σύγχρονη πραγματικότητα. Στο αντίθετο πόλο η κατά πολλά χρόνια νεότερη σύντροφός του, η Αντρίνα Λεμονή, μια γυναίκα νέα και φιλόδοξη. Η σχέση τους οριοθετείται ανάμεσα στη συντροφικότητα και στην εξάρτηση, με έντονα τα πατρικά στοιχεία εκ μέρους του Αρνή αλλά και τη συναίσθηση της νεότητας που φεύγει με τον Μάνο Κοντολέων να γράφει χαρακτηριστικά: «Η υπεροψία της νεότητας! Η βεβαιότητα της δικής της υπεροχής», αφού, «Η νεότητα επιτίθεται, τα γηρατειά συμβιβάζονται». Το παρελθόν, όμως, «σπαρταρά» μέσα από «τη σιωπή των αναμνήσεων» και έχει πάντα τη δύναμη να επιστρέφει διεκδικώντας τη δικαίωσή του. «Το παρελθόν του […] στιγμιαία σπαρτάρησε και τώρα πλέον είναι έρμαιο επιθανάτιου ρόγχου», γράφει, καθώς η εμφάνιση της Σιμπέλ Ομάν, πρώην ερωμένης του Αρνή, κεραμίστριας και ιδιοκτήτριας ενός παραθαλάσσιου μπαρ στην Κρήτη, θα γίνει η αφορμή για τη μεγάλη και απροσδόκητη ανατροπή. Μαζί της θα εμφανιστεί και ο γιος της, ο Πασκάλ Ομάν, φωτογράφος διεθνούς εμβέλειας, ένας νεαρός, γοητευτικός άντρας, που μάταια θα προσπαθήσει να υποτάξει το πάθος του. Ανάμεσά τους ο χρόνος και το γύρισμα της μοίρας, ο έρωτας και η συντριβή του αλλά και η Φαίδρα, σε μια δραματουργική αλληγορία, με τους ήρωες του βιβλίου να παλινωδούν ανάμεσα στα μοτίβα του Ρακίνα, την απαγορευμένη επιθυμία, την αδυναμία να ξεφύγεις από τον πόθο, τον ερωτικό ίμερο και την οδύνη του, το ηλικιακό όριο, το σωματικό τέλμα, τις ανθρώπινες σχέσεις. Ο Κοντολέων επιδίδεται με μεγάλη δεξιοτεχνία σε μια αφήγηση εσωτερική, βαθιά στοχαστική, που αναζητά να αναδείξει τους ψιθυρισμούς της ανθρώπινης ψυχής μέσα στον χρόνο. Στήνει μια ιστορία για το γήρας, το περιθώριο και την αυταπάτη της ανάμνησης, υπενθυμίζοντας πώς η θνητότητα και η μνήμη μπορούν να γίνουν παγίδα, καθώς ο άνθρωπος παλεύει να συμφιλιωθεί με το παρελθόν του και να αποδεχθεί τη φθορά. Σε όλο το μυθιστόρημα η συγγραφική ματιά είναι συμπονετική και διαυγής, ενώ η χρήση υπαινικτικών μεταφορών και λεπτών συμβολισμών προσδίδει στο κείμενο έναν ρυθμό ποιητικό που δίνει πνοή στην αναγνωστική διαδικασία, γίνεται το απαραίτητο οξυγόνο για τον συλλογισμό του αναγνώστη πάνω στη φθορά και στη σιωπή της, αφού «Ανεκτίμητο είναι αυτό που σου προσφέρει μια σωστή σιωπή όταν τα πάντα αναταράσσονται, ιδίως τις νύχτες». Ευφάνταστη είναι η χρήση των εσωτερικών μονολόγων. Η δραματικότητα συναντά τον ρεαλισμό, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας ατμόσφαιρας «πλανερά νοσταλγικής». Σημαντικές είναι επίσης οι διακειμενικές αναφορές του κειμένου, οι οποίες εντάσσονται λειτουργώντας οργανικά στη σύνθεσή του και εμπλουτίζοντας το νόημα χωρίς να βαραίνουν την αφήγηση. Καρούζος, Προυστ, Χάρντυ, Τσέχωφ, Μπέκετ, Χειμωνάς, Κάφκα, Τσάπλιν, Γώγου, Χριστιανόπουλος, Αρλέτα, Φασιανός, Μυταράς, Γκοντάρ, Μπαλζάκ, Φλομπέρ, Σωτηρίου, Μανιώτης, Τσίρκας, είναι μόνο μερικοί από τους πάρα πολλούς δημιουργούς του πνεύματος που αναφέρονται—θα άξιζε κάποιος να συστήσει έναν κατάλογο των αναφορών αυτών—μια και η λογοτεχνία είναι συνομιλία με το παρελθόν και την τέχνη στο σύνολό της και ο Κοντολέων μοιάζει να της αποδίδει τον σεβασμό που της αρμόζει, υφαίνοντας ένα δίκτυο διαλόγων στο κείμενό του, όπου κάθε αναφορά λειτουργεί ως γόνιμη υπενθύμιση ότι καμία δημιουργία δεν στέκεται αποκομμένη αλλά κάθε έργο εδράζεται στη μνήμη της. Όπως σε όλα του τα έργα ο Κοντολέων επιλέγει κάθε λέξη του με προσοχή, κάθε φράση του κουβαλάει το βάρος μιας προσεκτικής σκέψης, αλλά και τη μουσικότητα του ρυθμού της. Δεν επιδιώκει τον εύκολο εντυπωσιασμό, αλλά τους εσωτερικούς κραδασμούς. Οι σιωπές, τα κενά, οι ανάσες, οι μνήμες, όλα συλλειτουργούν σε ένα αισθητικό θεμελίωμα της εσωτερικότητας των ηρώων του και το τελικό αποτέλεσμα συγκινεί και προβληματίζει ταυτόχρονα με την αφήγηση να αφήνει τον αναγνώστη να τα ανακαλύψει όλα μόνος του. Να απομυζεί τη λεπτότητα των αισθημάτων ή απλώς να «αποδεχτεί τον μέγιστο τρόμο της ατομικής θνητότητας» και να αγκαλιάσει με αγάπη τον εαυτό του. Και είναι ακριβώς αυτή η λεπτότητα που προσδίδει στο μυθιστόρημα μια ανεξίτηλη εσωτερική ένταση και την ίδια στιγμή συναντά τη βαθιά συγγραφική ωριμότητα του δημιουργού του. Ένα βιβλίο, γραμμένο με τρυφερότητα και ενάργεια που φωτίζει την ανθρώπινη ύπαρξη και παραμένει λαγαρό στη μνήμη για πολύ καιρό μετά την ανάγνωσή του.

Συνέντευξη με την Γεωργία Χάντρα στο Fractal

02/09/2025, 9:51 ΜΜ Μάνος Κοντολέων: «Το ρίσκο και η κάθε κόντρα στάση απέναντι στο κυρίαρχο ρεύμα δημιουργεί την Τέχνη» Συνέντευξη στη Γεωργία Χάρδα // «Ζούμε σε εποχή ηλικιακού ρατσισμού και παράλληλα σε μια εποχή ραγδαίων ανακατατάξεων θέσεων μα και αμφισβήτησης αξιών. Η εποχή μας βιάζεται να «απαλλαγεί» από εκείνους που θεωρεί πως την εμποδίζουν να διαμορφώσει το δικό της δρόμο και με ευκολία ξεχνά όσους πιο πριν αυτόν τον δρόμο είχαν χαράξει» Στο νέο του μυθιστόρημα με τίτλο «Κόντρα Ρόλος» (εκδόσεις Πατάκη), ο Μάνος Κοντολέων επιστρέφει με ένα πολυεπίπεδο έργο που ακουμπά με τρυφερότητα, τόλμη και βαθιά ενσυναίσθηση τα πιο ανομολόγητα πεδία της ανθρώπινης ψυχής. Μέσα από τους ήρωές του —τον ηθοποιό Λάμπρο Αρνή, τη νεαρή Αντρίνα και τον εσωστρεφή Πασκάλ— μας ξεναγεί σε έναν κόσμο όπου οι ρόλοι που νομίζαμε πως κατέχουμε ανατρέπονται, αποκαλύπτοντας μια ουσιαστικότερη, πιο αληθινή εκδοχή του εαυτού. Ο συγγραφέας συνομιλεί με τη «Φαίδρα» του Ρακίνα, θέτει στο επίκεντρο ζητήματα ταμπού όπως ο ηλικιακός ρατσισμός, η ερωτική επιθυμία μετά την παρακμή και η επαναδιαπραγμάτευση των ταυτοτήτων. Σε αυτή τη συνέντευξη, μιλά για το χρέος της λογοτεχνίας να σπάει τη σιωπή, την ευθύνη του συγγραφέα να πηγαίνει «κόντρα» και τη βαθιά, υπαρξιακή ανάγκη να μετατρέπουμε τον απολογισμό σε αυτογνωσία. -Kύριε Κοντολέων τι σημαίνει ο τίτλος «Κόντρα Ρόλος»; Είναι ένας ρόλος ενάντια στη φύση του ανθρώπου ή μήπως είναι αυτός που αποκαλύπτει την πιο κρυφή, πιο ουσιαστική του αλήθεια; Σαφέστατα το δεύτερο. Υπάρχουν πολλοί από εμάς που ενώ ζούνε μια συγκεκριμένη μορφή ζωής, ξαφνικά βρίσκονται σε μια θέση που αποδεικνύει πως όλες οι αποφάσεις που κατά τη διάρκεια της ζωής τους επέλεξαν, τους έχουν τελικά οδηγήσει σε μια κόντρα κατάσταση. Αυτό ακριβώς συμβαίνει στον κεντρικό ήρωα του μυθιστορήματός μου, αλλά και στα άλλα δύο βασικά πρόσωπα. Και μέσα σε μια μέρα -μέρα κοινή και για τους τρεις τους- ανακαλύπτουν πως είτε ως σύντροφοι είτε ως γονείς ή τέκνα βρίσκονται σε μια κόντρα έκφραση της προσωπικότητάς τους. -Ο Λάμπρος Αρνής αποφασίζει να αποσυρθεί από τη δημόσια σκηνή του θεάτρου. Πόσο έχει να κάνει αυτή του η απόφαση με τη βιολογική ηλικία και πόσο με την ψυχολογική κόπωση; Τι σημαίνει τελικά η «αποχώρηση» για τον ίδιο; Ζούμε σε εποχή ηλικιακού ρατσισμού και παράλληλα σε μια εποχή ραγδαίων ανακατατάξεων θέσεων μα και αμφισβήτησης αξιών. Η εποχή μας βιάζεται να «απαλλαγεί» από εκείνους που θεωρεί πως την εμποδίζουν να διαμορφώσει το δικό της δρόμο και με ευκολία ξεχνά όσους πιο πριν αυτόν τον δρόμο είχαν χαράξει. Ο Λάμπρος Αρνής βιώνει με έναν τέτοιο τρόπο και την ηλικιακή φθορά αλλά και τον κοινωνικό και επαγγελματικό εκτοπισμό. Και επιλέγει την αξιοπρεπή, μα και πικρή απόσυρση-όσο μπορεί κανείς να θεωρήσει ως αυτόβουλη επιλογή μια τέτοια πράξη. -Ο έρωτας ανάμεσα σε δύο ανθρώπους με μεγάλη διαφορά ηλικίας —όπως αυτός του Λάμπρου με την Αντρίνα—, αποτυπώνεται με τόλμη, αλλά και τρυφερότητα. Πιστεύετε ότι η κοινωνία είναι ακόμη απροετοίμαστη για τέτοιες σχέσεις, όταν πρωταγωνιστής είναι ένας ηλικιωμένος άνδρας; Η σχέση δυο ανθρώπων είναι κάθε φορά μια ξεχωριστή περίπτωση. Και το κάθε μυθιστόρημα πάνω σε μια ξεχωριστή σχέση δυο ή και περισσοτέρων ανθρώπων στηρίζεται. Σαφέστατα τα ήθη κάθε εποχής επεμβαίνουν σε μια κάπως ακραία -όσον αφορά τη διαφορά ηλικίας- σχέση. Αλλά δεν είναι μόνο αυτά. Κυρίως θα έλεγα είναι το πόσο το κάθε μέλος μιας τέτοιας σχέσης θέλει ή μπορεί να υποστηρίξει τη συνέχειά της… Ή αφήνεται να αποδεχτεί πως τόσα χρόνια βρισκότανε σε έναν κόντρα ρόλο. -Ο Πασκάλ Ομάν είναι μια σιωπηλή, εσωστρεφής φιγούρα, που παλεύει να τιθασεύσει το ερωτικό πάθος. Πιστεύετε ότι ο σύγχρονος άνδρας έχει αλλάξει ως προς τη διαχείριση της επιθυμίας, ή ζει ακόμα με το βάρος παλιών ρόλων; Ο Πασκάλ Οσμάν -το τρίτο πρόσωπο του έργου- είναι ένας νέος άντρας, φαινομενικά δυναμικός. Και σημειώνω το ότι είναι φαινομενικά δυναμικός μιας και μεγάλωσε μέσα σε μια ημιμάθεια για την καταγωγή του. Η μητέρα του σαφέστατα τον έσπρωχνε σε μια ανεξαρτησία την ίδια στιγμή που δεν άφηνε πίσω της στοιχεία για το παρελθόν τους. Και έτσι όταν θα έρθει η στιγμή της αποκάλυψης, θα βρεθεί απόλυτα απροετοίμαστος, χωρίς να γνωρίζει το τι σημαίνει πατρική σχέση και το πως αυτή μπορεί να κοντραριστεί με την ερωτική επιθυμία. Αλλά κάπως σε παρόμοια κατάσταση θα βρεθούν και τα άλλα δυο πρόσωπα του έργου -ο Λάμπρος και η Αντρίνα. Και πλέον ο κόντρα ρόλος του καθενός θα πάρει συγκεκριμένη πορεία. Πώς μαθαίνει ένας άνδρας να αναγνωρίζει την πατρότητα; Πώς μια γυναίκα μπορεί να ελέγξει το ερωτικό της πάθος ως προς έναν άντρα που μήτε είχε καν υποψιαστεί τη σχέση που τον συνδέει με τον σύντροφό της; Και πάλι οι ανατροπές των παγιωμένων ρόλων… Και πάλι η κυριαρχία των κόντρα ρόλων. Fractal, 3/9/2025

2.9.25

Η Διώνη Δημητριάδου στο diastixo.gr

Μάνος Κοντολέων: «Κόντρα ρόλος» Διώνη Δημητριάδου Diastixo.gr Δημοσιεύτηκε 01 Σεπτεμβρίου 2025 Ποια είναι η μέγιστη στιγμή μιας υποκριτικής καριέρας; Να συλλάβει ο υποκριτής την ουσία του ρόλου; Να υποδυθεί κυριολεκτικά τον χαρακτήρα του ρόλου, που σημαίνει πως τον «ενδύεται» εσωτερικά; Όλα αυτά, βέβαια, κρίνονται αναγκαία, προκειμένου να μην υποκριθεί (κι ας έχει το απαραίτητο ταλέντο) απλώς τον χαρακτήρα. Πέρα από αυτά, όμως, υπάρχει κάτι ακόμα; Ο Μάνος Κοντολέων στο πρόσφατο μυθιστόρημά του, Κόντρα ρόλος, δίνει μία ακόμη εκδοχή της υποκριτικής συνθήκης: ο ερμηνευτής να γίνει υποχείριο του ερμηνευόμενου (σ. 221). Γύρω από αυτήν την ιδέα χτίζεται η πλοκή της ιστορίας. Ένας «κόντρα ρόλος», πρόκληση για τον ερμηνευτή, καθώς θα πρέπει να υποδυθεί έναν χαρακτήρα εντελώς ανόμοιο με τα δικά του χαρακτηριστικά στην πραγματική ζωή, γεγονός που απαιτεί να φθάσει στα όριά του, όχι φυσικά μόνον της ερμηνευτικής του δεινότητας –αυτό ας θεωρηθεί εκ των ων ουκ άνευ– αλλά, κυρίως, της ίδιας του της ιδιοσυγκρασίας, και ίσως να τα υπερβεί. Κάποτε επιτυγχάνει, κάποτε όχι. Όσο περισσότερο, ωστόσο, εισχωρεί στον νέο χαρακτήρα, υπάρχει ο κίνδυνος μιας εν δυνάμει ταύτισης, ιδίως αν τα στοιχεία του ρόλου προσομοιάζουν με τις συνθήκες της αληθινής ζωής που ο υποκριτής έχει να αντιμετωπίσει· τότε δυνατόν ο ερμηνευτής να γίνει υποχείριο του ερμηνευόμενου, και στη ζωή του να εξακολουθεί να υποδύεται τον ρόλο, οπότε η «επιτυχία» ή η «αποτυχία» ξεπηδά από το θεατρικό σανίδι και γράφει στη ζωή του, με όποιο κόστος. Κατορθώνει να προσδώσει σε μια ίσως κλασική ιστορία ερωτικού τριγώνου το βάθος που ζητά η ξεχωριστή λογοτεχνία. Ενδιαφέρουσα η θεματική, στην οποία στήριξε ο Κοντολέων το βιβλίο του. Κατορθώνει, έτσι, να προσδώσει σε μια ίσως κλασική ιστορία ερωτικού τριγώνου το βάθος που ζητά η ξεχωριστή λογοτεχνία. Ενσωματώνοντας εξάλλου στην πλοκή, από ένα κομβικό σημείο και μετά, την παράσταση της Φαίδρας, με τον κύριο ρόλο να ανατίθεται σε ένα από τα κύρια πρόσωπα της ιστορίας του, την Αντρίνα Λεμονή, θέτει αντιμέτωπες τη θεατρική Φαίδρα με την υποδυόμενη τον ρόλο Αντρίνα, κι έτσι λειτουργεί, πιθανολογώ, και η αρχική ιδέα που γέννησε το μυθιστόρημα. Ωστόσο, δεν είναι ίσως η μοναδική κινητήρια έμπνευση. Ο άλλος κύριος ρόλος, ο Λάμπρος Αρνής, σύζυγος τής κατά σαράντα χρόνια νεότερής του Αντρίνας, σημαντικός κριτικός θεάτρου, αποσυρμένος πλέον από την ασχολία του αυτή, βιώνει, κοντά στην ηλικία των ογδόντα, την προσωπική του παρακμή μπροστά στη συνειδητοποίηση του φθίνοντος σώματος, του επερχόμενου τέλους, της αδυναμίας του να σταθεί δίπλα στην Αντρίνα, που σφύζει από ζωή. Μπορεί ο έρωτας να έστησε τις παγίδες του στη νεανική του ηλικία, όμως τώρα τη μοναδική παγίδα τη στήνει ο θάνατος. Και αυτή θα μπορούσε να είναι μια ακόμη εκδοχή της αρχικής ιδέας του έργου. Και τότε ο Λάμπρος Αρνής σχηματίζει μια φράση – δεν την προφέρει, μόνο τη σκέφτεται: «η σκιά μου θα είναι το μόνο από μένα που θα μείνει». Το βιολογικό τέλος καλπάζει και επιτέλους ας αποδεχτεί τον μέγιστο τρόμο της ατομικής θνητότητας. (σ. 109) Το τρίτο πρόσωπο, ο άγνωστος έως τότε γιος του Αρνή, ο Πασκάλ, φέρνει αναστάτωση στη ζωή του, συνδεδεμένος με έναν, κατά τη γνώμη του Αρνή, παροδικό έρωτα της νεανικής του ηλικίας στο Παρίσι, αλλά και αναπόφευκτα (για να λειτουργήσει το ερωτικό τρίγωνο, κι ας είναι και σκαληνό) σε ερωτική σχέση πάθους με την Αντρίνα. Σταδιακά τα πρόσωπα της Φαίδρας του Ρακίνα, ο Θησέας, η Φαίδρα, ο Ιππόλυτος, θα βρουν μια αντιστοίχιση με τα τρία πρόσωπα της ιστορίας του Κοντολέων, χωρίς ωστόσο να αποτελούν την απόλυτη ταύτιση με αυτά. Ο Κοντολέων διατηρεί το δικαίωμα της λογοτεχνίας να αντλεί τη θεματική της από τα κλασικά έργα, κι όμως να διαφοροποιείται από αυτά. Όσο, όμως, θα κρατούν οι πρόβες και όταν κατόπιν ανεβεί η παράσταση, τα πρόσωπα της ιστορίας θα πρέπει να πάρουν τις δικές τους αποφάσεις, με ανατροπές έως το τέλος. Πάντως, όταν το βέλος έχει αφεθεί να διατρέξει την τροχιά του, ήδη έχει καθοριστεί και το βεληνεκές του. Το πού και το πώς θα καρφωθεί δε γίνεται να το αλλάξεις. (σ. 199) Ένα τέταρτο πρόσωπο από το παρελθόν, χωρίς τη φυσική του παρουσία, η Σιμπέλ Ομάν, μητέρα του Πασκάλ, θα συμβάλει στην εξέλιξη της μυθοπλασίας μέσω ενός γράμματος, αλλά και ενός ατμοσφαιρικού μπαρ σε απόμερη παραλία της Κρήτης. Ήχοι από μουσικές διατρέχουν την αφήγηση, δημιουργώντας ένα ιδιαίτερο κλίμα. Όπως η ονομασία που η Σιμπέλ έδωσε στο παραθαλάσσιο μπαράκι της, «Le café des trois colombes», από το τραγούδι του Τζο Ντασέν, ενθύμιο του έρωτά της με τον Λάμπρο. Πρόσωπα και φράσεις από τη λογοτεχνία και το θέατρο γεννούν απαραίτητους συνειρμούς. Όπως τα λόγια του Κάφκα, που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως αποδοχή της δύναμης της τέχνης να αποτελέσει μια ασπίδα προστασίας: Η τέχνη φτερουγίζει γύρω απ’ την αλήθεια, αλλά με την κατηγορηματική πρόθεση να μην καεί (σ. 192). Ανατρέχω σε προηγούμενες γραφές του Κοντολέων γύρω από τη θεματική του έρωτα. Όπως στην Ερωτική αγωγή (2003/2020), όπου με προκλητική γραφή ανάλογη της θεματικής του ο έρωτας παρουσιάστηκε γήινος, όλο σάρκα και αίμα, όπως άλλωστε του πρέπει. Ο έρωτας, ένας καθρέφτης, στον οποίο φάνηκε η απογείωση και η προσεδάφιση, η υπέρβαση ή η συγκαταβατική αποδοχή των ορίων. Η ερωτική πράξη δημιούργησε απελευθερωμένα άτομα δίνοντας την ώθηση που απαιτείται για την ποθητή αποδέσμευση. Η προβληματική αποδοχή, από την άλλη, του ερωτικού ενστίκτου και η αποσιώπησή του φάνηκε ικανή να υποτάξει ακόμη πιο ταπεινωτικά στις έξωθεν δεσμεύσεις. Τώρα, χρόνια μετά, στο νέο του μυθιστόρημα, επιτρέπει περισσότερο να εισχωρήσει η σκέψη, ο στοχασμός, το συναίσθημα. Μια επαναδιαπραγμάτευση, θα έλεγα, της θεματικής του έρωτα, στην οποία παίζει ρόλο ο χρόνος που αδυσώπητα κυλάει, οι αναμνήσεις που συσσωρεύονται, η οπτική της γυναίκας που συνυπάρχει με αυτήν του άντρα σε μια συνολική συνεκτίμηση των ρόλων, της ψυχοσύνθεσης των ηρώων και των έξωθεν επεμβάσεων. Θέλοντας να ενσωματώσει τη Φαίδρα στη δική του ιστορία, ήρθε πιο κοντά σε μια άλλη διάσταση του έρωτα, πιο δυναμική, εν δυνάμει απελευθερωτική, πιθανόν και πιο αυτοκαταστροφική.