31.12.17

Τατιάνα Ζωγράφου «Φόραγε κίτρινο σκουφί»

Τατιάνα Ζωγράφου
«Φόραγε κίτρινο σκουφί»
Ένα cd με τραγούδια και για παιδιά



Η σχέση μου με τη μουσική είναι πολύ απλή –μου αρέσει να την ακούω σε διάφορες στιγμές της καθημερινότητάς μου. Κυρίως όταν γράφω, όταν οδηγώ., ως μουσική υπόκρουση σε ώρες σπιτικής κουβεντούλας  με φίλους.
Θέλω να πω πως δεν είμαι ειδικός* δεν έχω σαφείς προτιμήσεις σε είδη* δεν έχω ξεχωριστό πάθος με κάποιους ερμηνευτές. Το μόνο που ζητώ να απολαμβάνει η ακοή μου είναι κάτι που να το διακρίνει η ποιότητα.
Αλλά γνωρίζω πως η έννοια της ποιότητας διαφορετικά ορίζεται από άτομο σε άτομο. Φίλος στενός, λάτρης και γνώστης της κλασικής μουσικής, δεν εκτιμά ιδιαιτέρως  τις όπερες του Πουτσίνι, ενώ ένας άλλος φίλος –φανατικός αυτός συλλέκτης των παλαιών ρεμπέτικων- με τίποτε δεν θέλει να αποδεχτεί τη γοητεία ενός τραγουδιού του Αττίκ.
Σέβομαι όλων αυτών τη γνώμη, αλλά και παράλληλα διαφωνώ. Εγώ αφήνομαι να με κερδίζει το ξάφνιασμα κάθε μουσικής σύνθεσης που τη διακρίνει η γνησιότητα της έμπνευσης και η συνέπεια της εκτέλεσής της.
Στην ουσία αντιμετωπίζω την προσωπική μου σχέση με τη μουσική, έτσι όπως στέκομαι απέναντι και σε κάθε μορφή λογοτεχνικού έργου.  Θέλω να το πλησιάσω δίχως προκαταλήψεις και να περιμένω αν θα συμβεί η πολυπόθητη ταύτιση ή όχι.
Συχνά ισχυρίζομαι πως ένα λογοτεχνικό κείμενο δεν πάει εκείνο να συναντήσει τον αναγνώστη του. Αλλά στέκεται στη θέση που έχει επιλέξει ο δημιουργός του να το τοποθετήσει και είναι ο κάθε αναγνώστης που θα το πλησιάσει ή όχι ανάλογα με τις διαθέσεις του και τις δυνατότητές του.
Το ίδιο θεωρώ πως εφαρμόζεται και σε κάθε άλλης μορφής καλλιτεχνική δημιουργία. Άρα και στις μουσικές συνθέσεις.
Με τα –κοινώς λεγόμενα- παιδικά τραγούδια δεν θυμάμαι να είχα κάποια ιδιαίτερη σχέση από τον καιρό που κι εγώ ήμουνα παιδί. Ο πατέρας μου –από εκείνον είχα τις πρώτες και βασικές μουσικές μου εμπειρίες- συνήθιζε τα κυριακάτικα πρωινά να χουζουρεύει έχοντας με στην αγκαλιά του και να μου τραγουδά άλλοτε τραγούδια από οπερέτες των αρχών του 20 αιώνα, άλλοτε  μουσικά δραματάκια του Αττίκ κι άλλοτε τις μεταπολεμικές επιτυχίες  της Ζαχά και του Γούναρη.
Η κλασικές συνθέσεις εισέβαλαν (κυριολεκτώ με τον όρο) στη φοιτητική ζωή μου όταν φίλος καλός μου χάρισε ένα δίσκο 33 στροφών με τις εισαγωγές του Ροσσίνι.
Κι ενώ είχα συναίσθηση –ως γνήσιος αθηναίος, γόνος γνήσιων σμυρνιών- πως αγνοούσα τη δημοτική μας παράδοση (θα έπρεπε να περιμένω κάποια χρόνια να συναντήσω την αδρή φωνή της Δόμνας Σαμίου), κι ενώ ως νέος άνδρας μπορούσα να κάνω δικές μου τις συνθέσεις του Νέου Κύματος, του Χατζιδάκι και του Θεοδωράκη, ήρθε άξαφνα να με συνεπάρει ένας δίσκος που αφορούσε –υποτίθεται- το παιδί μου.
«Ο Μορμόλης» -εκείνος ο δίσκος που πήραμε μετά την παράσταση  της Παιδικής Σκηνής της Ξένιας Καλογεροπούλου- με έκανε να σκεφτώ  πως είναι δυνατό να υπάρχει και  μουσική που μπορεί να έχει γραφτεί κυρίως  για παιδιά, αλλά παράλληλα να διαθέτει και όλα εκείνα τα στοιχεία που κάνουν και ένα ενήλικο να παρασύρεται και να σιγομουρμουρίζει το ρυθμό και τους στίχους της.
Μουσική Γιάννης Σπανός, στίχοι Εύας Κυριαζή (νομίζω πως πίσω από την άγνωστη στιχουργό κρυβότανε ο Κώστας Γεωργουσόπουλος)
Κι ενώ όλοι στην οικογένεια τραγουδούσαμε  Ο Μορμόλης είναι Μορμόλης και μεις είμαστε εμείς,  από το κρατικό ραδιόφωνο ο Μάνος Χατζιδάκις έδινε την ευκαιρία σε νέους συνθέτες και στιχουργούς να γράψουν μουσική  για παιδιά με άλλες προδιαγραφές, πολύ διαφορετικές από εκείνες που στα τραγουδάκια των δικών μου παιδικών χρόνων ίσχυαν.
Η Λιλιπούπολη  γινότανε ένας από τους μουσικούς  πυλώνες που θα καθόριζαν πολλά μουσικά δρώμενα της δεκαετίας του ’80.
Στην ίδια δεκαετία εγώ και  κάποιοι ακόμα άλλοι συγγραφείς αποφασίζαμε να γράφουμε βιβλία για παιδιά με προδιαγραφές παρόμοιες με εκείνες που ισχύουν στη λογοτεχνία για ενήλικες.
Κάπως έτσι οι Τέχνες αλληλοεπηρεάζονται και κάπως  έτσι οι δημιουργοί επεμβαίνουν στο έργο άλλων καλλιτεχνών.
                                            *****************************
Όλα αυτά τα σκέφτηκα, όταν λίγο πριν από  τη μέρα των Χριστουγέννων βρέθηκα στην παρουσίαση του μουσικό άλμπουμ της Τατιάνας Ζωγράφου «Φόραγε κίτρινο σκουφί».
Πρόκειται για ένα cd με 15 τραγούδια για παιδιά.
Αλλά… Ναι, καθώς κάποια από αυτά άκουσα κατά τη διάρκεια της παρουσίασης στο café του ΙΑΝΟΥ  και τα υπόλοιπα μέσα στο αυτοκίνητό μου όπως οδηγούσα επιστρέφοντας στο σπίτι, στη σκέψη μου ήρθαν όλα όσα πιο άνω προσπάθησα να καταγράψω και έτσι χάρηκα καθώς διαπίστωνα πως παρά την πίεση τηλεοπτικών προγραμμάτων όπου επιχειρείται μια ολοκληρωτική επικράτηση μουσικής αναλώσιμης, εξακολουθούν να βρίσκουν τρόπους να εκφραστούν καλλιτέχνες που θεωρούν ως μεγίστη αξία την ‘ενήλικη παιδικότητα’.
Ενήλικη παιδικότητα –ένας ιδιαίτερα εύστοχος χαρακτηρισμός αυτού του είδος της Τέχνης που ενώ γράφεται ή συνθέτεται από ενήλικες έχει ως βασικό (μα και όχι μοναδικό) αποδέκτη της άτομα μικρής ηλικίας.
Τον χαρακτηρισμό αυτόν τον άκουσα να το λέει η Ιουλίτα Ηλιοπούλου και ομολογώ πως αισθάνθηκα πως βρήκα  την έκφραση που χρόνια τώρα αναζητούσα για να περιγράψω αυτό που αισθάνομαι όταν κι εγώ γράφω για παιδιά.
Το cd αυτό, λοιπόν, έχει την υπογραφή της Τατιάνας Ζωγράφου. Μουσικός με σημαντικές σπουδές και με  πολύ καλή γνώση της παιδικής αισθαντικότητας καθώς η ίδια διδάσκει μουσική σε μεγάλο σχολείο της Αθήνας. Έχει στο παρελθόν κυκλοφορήσει και άλλα cd  με τραγούδια που απευθύνονται σε παιδιά. Λίγα, ελάχιστα από αυτά είχε τύχει να ακούσω.
Στην ουσία, αυτό το cd με τον τόσο ευρηματικό τίτλο –«Φόραγε κίτρινο σκουφί»-  είναι το πρώτο που με προσοχή άκουσα … Και ξανάκουσα.
Και όπως τότε με τα τραγούδια του Μορμόλη και της Λιλιπούπολης, έτσι και τώρα την ίδια αίσθηση ενήλικες παιδικότητας εισέπραξα πρώτα και στη συνέχεια την μετέφερα στην καθημερινότητά μου.
Η Τατιάνα χρησιμοποιεί διάφορους ρυθμούς –από Blues έως μπαλάντες.  Και με σαφήνεια έχει αποφασίσει να δείξει πως συνεχίζει την παράδοση του μεγάλου Χατζιδάκι και των όσων ηχητικών παιχνιδιών εκείνος επέτρεψε να ακουστούν μέσα από τα τραγούδια μιας εκπομπής που αν και παιδική, με πάθος την άκουγαν και οι ενήλικες.
Πέρα από τους δόκιμους μουσικούς που χρησιμοποίησε, πέρα από την ενορχήστρωση του Δημήτρη Μπουζάνη που φώτισε τους στόχους των συνθέσεων, είχε και την ευτυχία να τραγουδήσουν τα τραγούδια της δόκιμοι τραγουδιστές, αλλά και νέοι ιδιαιτέρως ταλαντούχοι – Πρωτοψάλτη, Μαχαιρίτσας, Νταλάρας, Ζερβουδάκης, Πανουργιά, Παπανικολάου, Στρατηγού, Φασούλη κ.α. Συμμετέχει ακόμα  η παιδική Χορωδία Αρσακείων – Τοσιτσείων Σχολείων.
Και βέβαια η συνθέτης ευτύχησε επίσης να έχει στίχους ισάξιους με εκείνους που κάποτε υπέγραφε η Μαριανίνα Κριεζή.
Από το αρχικό –και  έτοιμο να γίνει ένα σουξέ: φόραγε κίτρινο σκουφί  η Κοκκινοσκουφίτσα και λύκο δε  συνάντησε, μονάχα μια νυφίτσα- τραγούδι με τον ομόνυμο τίτλο όλου του cd που το υπογράφει ο Μάκης Τσίτας, μέχρι το τελευταίο, το τόσο  νοσταλγικό : Στη χώρα που δεν έχει χρόνο, ούτε φεγγάρι ούτε πρωί, ένα σπιτάκι φέγγει μόνο, αυτό που ήμουνα παιδί- της Ιουλίτας Ηλιοπούλου, οι ρυθμοί εναλλάσσονται και τα λόγια σε τραβάνε σε σκιρτήματα συναισθημάτων. Κι έτσι η Φίλια Δενδρινού  βεβαιώνει πως: Σίγουρα θα προσέξατε, μέσα στις ιστορίες, υπάρχουν χίλια δυο όνειρα και χίλιες αγωνίες, η Βεατρίκη Κάντζολα – Σαμπατάκου διαπιστώνει πως: Και είναι τώρα σκοτεινό και αδειανό το βράδυ, κι απ΄ του ουρανού την αγκαλιά γλιστράει το φεγγάρι, η ίδια η Τατιάνα Ζωγράφου διαπιστώνει πως:  Είπανε πως ήταν γρύλος κι η αγάπη τους αυτή κράτησε χιλιάδες χρόνια σαν παλιό, καλό κρασί, και μέσα σε παρόμοιο κλίμα κινούνται και οι στίχοι των άλλων στιχουργών (Μαριάννα Αβούρη, Ελισάβετ Τάρη, Στέλλα Τζίβα).
Αξίζει να αναφέρω και τη ζωγραφική σύνθεση του εξωφύλλου –ένα κίτρινο 2CV  (έργο του ζωγράφου Χρήστου Κεχαγιόγλου)* φέρνει  κι αυτό τον απόηχο μιας ενήλικης παιδικότητας.
Τελικά ένα cd που δεν τραυματίζει τη μουσική παιδεία των παιδιών, ενώ συνοδοιπορεί με την ενήλικη παιδικότητα των μεγάλων.

 Πρώτη δημοσίευση:

 http://diastixo.gr/allestexnes/mousiki/8722-zografou-kitrino-skoufi-10



30.12.17

Ιδιαίτερο συγγραφικό τέχνασμα


Γράφει η Βασιλική Ρεσβάνη
Εκπαιδευτικός
Υπ. Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Πατρών

Το νέο  βιβλίο του Μάνου Κοντολέων «Το βιβλίο της ζωής του Μεγάλου Γαργαντούα» αποτελεί την διασκευή ενός κλασικού έργου του Φρανσουά Ραμπελαί. Είναι ένα βιβλίο που κατά τη συγγραφή του πληθώρα συναισθημάτων κατακλύζουν το συγγραφέα.
Αφιερωμένο, στην κλασική μορφή του, στον ίδιο όταν ήταν παιδί από την δασκάλα του. Αφιερωμένο τώρα όχι μόνο στη μνήμη της δασκάλας του αλλά και στους εκπαιδευτικούς που αγαπούν τα δικά του βιβλία.... και είναι πολλοί.
Γραμμένο με έναν μοναδικό τρόπο όπου ο γιγάντιος μικρούλης Γαργαντούα μεγαλώνει με τη φροντίδα του υπηρέτη του. Ιδιαίτερο συγγραφικό τέχνασμα του συγγραφέα η δημιουργία του ήρωα αυτού που αγαπητός από την πρώτη στιγμή αναδύει συναισθήματα οικεία στον μικρό αναγνώστη. Πολλοί είναι εκείνοι που φροντίζουν ένα παιδί, γονείς, παππούς, γιαγιά, δάσκαλος. Για τον μικρό γιγάντιο Γαργαντούα τη φροντίδα έχει αναλάβει ένας τοσοδούλης, μοναδικός, μεγάλος «δάσκαλος».
Ο  Μάνος Κοντολέων στα πιο πρόσφατα έργα του έχω την αίσθηση ότι διακατέχεται από μια έγνοια, μια αγωνία να «οδηγήσει» τον νέο αναγνώστη χωρίς καμία προσπάθεια διδακτισμού ή καταναγκασμού. Στο «Μανόλο και Μανολίτο» υπάρχει ένας παππούς που μαζί με τον μικρό Μανολίτο περνούν υπέροχα μαθαίνοντας ο ένας από τον άλλο...  αλλά και στο «Νησί της Ροδιάς» και στο «Φεύγει Έρχεται».
Ιδιαίτερα όμως σε αυτό το βιβλίο θα απολαύσει ο αναγνώστης την εναλλαγή μεγάλου μικρού σε καθημερινά θέματα. Όσο όμως μεγάλος – γιγάντιος είναι ο μικρός Γαργαντούα ο υπηρέτης- φροντιστής του που προσφέρει κάτι πολύ μεγάλο, την ανιδιοτελή αγάπη, την φροντίδα χωρίς όρια, την έγνοια να γίνει μοναδικός ο μικρός γιγάντιος Γαργαντούα όταν μεγαλώσει. Αυτή δεν είναι και η έγνοια των εκπαιδευτικών; Αυτή είναι και των συγγραφέων διότι μέσα από την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων τα παιδιά «ταξιδεύουν» και χαρτογραφούν τον κόσμο τους.
Πρόκειται για ένα βιβλίο που διαβάζοντάς το νιώθεις σαν νε έχεις έναν άνθρωπο να είναι δίπλα σου και να συνομιλεί μαζί σου. Ο τρόπος περιγραφής των καθημερινών αστείων «δυσκολιών» που συναντά ο μικρός υπηρέτης φροντίζοντας τον Γαργαντούα αλλά και η εναλλαγή συμπεριφορών λόγω των διαφορετικών κοινωνικών τάξεων κάνει το νέο αναγνώστη να κατανοήσει πολλά για την εποχή που γράφτηκε το πρωτότυπο βιβλίο.
Θεωρώ ωστόσο αναγκαίο η συγγραφή των κλασικών έργων να γίνεται από συγγραφείς της σύγχρονης λογοτεχνίας για παιδιά και νέους διότι με αυτόν τον τρόπο επικαιροποιούνται, γίνονται πιο προσιτά. Όταν μάλιστα γράφονται εκ νέου από τον Μάνο Κοντολέων το αποτέλεσμα δικαιώνει τον συλλογισμό μου στο έπακρο.

Βασιλική Ρεσβάνη
Εκπαιδευτικός
Υπ. Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Πατρών


18.12.17

"Φεύγει - Έρχεται" στο... περιοδικό ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ

Η Λότη Πέτροβις - Ανδρουτσοπούλου γράφει στο περιοδικό ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ



Η τρυφερή αυτή ιστορία αναφέρεται σε όσα βιώνουν τα μικρά παιδιά όταν συχνά μεταναστεύουν μαζί με τους γονείς τους, με επακόλουθο το συνεχές πήγαιν’ έλα μεταξύ του νέου τόπου διαμονής και της πατρίδας τους, όπου τα περιμένουν παππούδες, γιαγιάδες και συγγενείς.
Οι δύο συγγραφείς –πατέρας και κόρη– καταγράφουν όλο γνώση κι ευαισθησία τα συναισθήματα μικρών και μεγάλων. Ένα ασυνήθιστο βιβλίο, με θέμα μια συνηθισμένη πλέον κατάσταση.
Η ανάγνωσή του, πέρα από την αισθητική απόλαυση που προσφέρει, μπορεί να δώσει αφορμή για να εξωτερικευτούν μέσω της συζήτησης τα αισθήματα όσων –μικρών και μεγάλων– βιώνουν ή ακούν για παρόμοιες καταστάσεις. Εμπειρία εξαιρετικά πολύτιμη
για την ψυχική υγεία των παιδιών.
Λ.Π.-Α.
Περιοδικό Διαδρομές, τεύχος 124 Χειμώνας 2017

14.12.17

Εύη Γεροκώστα «Ασφοντυλίτης»

Εύη Γεροκώστα
«Ασφοντυλίτης»
Εικονογράφηση: Κώστας Μαρκόπουλος
Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο




Οι μύθοι δημιουργήθηκαν για να ερμηνευτεί ο κόσμος και τα παραμύθια για να παρηγορηθούν οι άνθρωποι.
Κάποτε όλα αυτά –όταν ακόμα η αφήγηση ήταν προφορική και η διάδοσή της  γινότανε από στόμα σε στόμα.
Σήμερα οι μύθοι έχουν γίνει συνώνυμοι των ψεμάτων και τα παραμύθια αναγνώσματα που –πιστεύουμε- πως μόνο μικρά παιδάκια θα ενδιαφέρουν.
Φαινόμενα εποχών όπου η λογική προσπαθεί να κυριαρχήσει στην φαντασία και η τεχνολογία έχει αναλάβει να σχηματίσει τις νέες μορφές αφήγησης.
Μα όπως κάθε φορά που μια τάση προσπαθεί να επιβληθεί, παρουσιάζεται μια  αντίστροφη που αναζητά να της αντισταθεί, έτσι και στην περίπτωση της αφήγησης των μύθων και των παραμυθιών έχουμε στις μέρες μας  ένα φαινόμενο αναγέννησής της.
Ασφαλώς και γνωρίζω και σε καμία περίπτωση δεν ξεχνώ πως παραμύθια πάντα γραφόντουσαν και εξακολουθούν να γράφονται. Μα  -και ασχέτως αν θέλουν να παρηγορήσουν ή απλώς να διασκεδάσουν ή και σε κάποιες περιπτώσεις να γίνουν φορέας γνώσεων- είναι έργα που  στηρίζονται σε μια γλώσσα προορισμένη να διαβαστεί ή έστω να αναγνωστεί.
Η γλώσσα της αφήγησης  ίσως είναι πλέον είδος μουσειακό.
Μα η πράξη της αφήγησης ξαναζωντανεύει.  Σε όλον τον κόσμο. Και στη  χώρα μας. Σύγχρονοι παραμυθάδες τριγυρνάνε ανάμεσά μας και αφηγούνται τα παλιά παραμύθια, τους ξεχασμένους μύθους του δικού μας του λαού μα και των άλλων.
Συχνά –με την ιδιότητα του συγγραφέα παραμυθιών και ιστοριών που προσπαθούν να μιμηθούν τους μύθους-  έχω αναρωτηθεί αν θα μπορούσαν αυτά τα δικά μου έργα να γίνουν υλικό αφηγηματικής έκφρασης ενός σύγχρονου αφηγητή.
Γράφω κι εγώ ξέροντας πως το κείμενο μου πρόκειται να διαβαστεί.  Πώς άραγε θα έγραφα αν ήξερα πως κάποιος το δικό μου το κείμενο θα το ήθελε για να στηρίξει πάνω του μια προσωπική αφηγηματική ερμηνεία;
Ανάμεσα στους σημερινούς αφηγητές υπάρχουν εκείνοι (νομίζω πως είναι και οι περισσότεροι) που μόνο λαϊκά παραμύθια και λαϊκούς μύθους έχουν στο ρεπερτόριό τους.
Μα υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που αφηγούνται κείμενα που έχουν ήδη κυκλοφορήσει σε βιβλίο.
Στο βαθμό που έχω σωστά παρακολουθήσει την πορεία της Εύης Γεροκώστα στο χώρο της αφήγησης, νομίζω πως ανήκει σε αυτήν την δεύτερη κατηγορία.
Αυτό δε που την κάνει να έχει αποκτήσει και μια ακόμα πιο προσωπική ταυτότητα είναι πως και η ίδια γράφει ιστορίες.
Ιστορίες που μπορείς και παραμύθια να τις πεις, μπορείς και κάπως ως μύθους να τις αντιμετωπίσεις, σίγουρα πάντως είναι ιστορίες που διαθέτουν μια σχεδόν διπλή γλωσσική ταυτότητα.  Μπορείς να τις διαβάσεις, αλλά και μπορείς να τις ακούσεις κάποιος να στις αφηγείται.
Το πλέον πρόσφατο από τα δικά της βιβλία έχει τον απρόσμενο τίτλο «Ασφοντυλίτης».
Όνομα ενός οικισμού  της Αμοργού. Και όπου εκεί η ίδια η συγγραφέας (σύμφωνα  με τα όσα μας πληροφορεί στο σημείωμα του τέλους του βιβλίου) άκουσε να αφηγούνται την ιστορία ενός ανθρώπου που μια βαριά αρρώστια τον κτύπησε, τον έκανε ανήμπορο να περπατά και έτσι εκείνος έστρεψε την δραστηριότητά του και διοχέτευσε τα ατομικά του αδιέξοδα στη χάραξη λίθων.
Μια ιστορία που ακουμπά σε παλιότερη αλήθεια, που την πήραν κάποια στόματα και την είπανε με τον δικό τους το καθένα τρόπο, και που στο τέλος η ίδια πλέον η Γεροκώστα αποφάσισε  να την καταγράψει χρησιμοποιώντας όλη την εμπειρία της ως αφηγήτρια παλαιών μύθων και παραμυθιών.
Να, λοιπόν, πως κρατάμε στα χέρια μας την εξιστόρηση ενός ανθρώπου που από ένα μεγάλο έρωτα γεννήθηκε και από μια μεγάλη στέρηση ο ίδιος δημιούργησε Τέχνη. Σχήματα απλά, σχεδόν αρχαϊκά (φωτογραφίες συνοδεύουν την πληροφορία) πάνω σε λείες πέτρες που επιβεβαιώνουν πως πάντα κάποιος νέος μύθος μπορεί να εξηγήσει, πάντα ένα παραμύθι μπορεί να παρηγορήσει.
Η εικονογράφηση του Κώστα Μαρκόπουλο θέλησε  -και σωστά- να υποταχθεί στην αισθητική των περιγραμμάτων του λαϊκού χαράκτη. Τα χρώματά που χρησιμοποίησε υπενθυμίζουν τον τόπο όπου οι απλές μορφές γεννήθηκαν –το γαλάζιο του Αιγαίου, το λευκό των σπιτιών, το κίτρινο του ήλιου.
Η όλη έκδοση χαρακτηρίζεται από  την γνωστή ποιοτική σφραγίδα του «Καλειδοσκόπιου».

 Πρώτη ανάρτηση: 

 http://diastixo.gr/kritikes/paidika/8540-asfontilitis


5.12.17

Έλα τώρα, τέλειωνε!




Αλίκη Χιωτάκη – Αλεξάνδρα Ζερβού

«Έλα τώρα τέλειωνε!»
Εικονογράφηση: Γιώργος Γούσης

Κέδρος
               
Τα βιβλία που απευθύνονται σε παιδιά και διατηρούν από τη μια  ένα λογοτεχνικό ύφος αφήγησης, ενώ παράλληλα έχουν και φροντίσει οι κεντρικοί χαρακτήρες της αφηγούμενης ιστορίας να είναι αρκούντως έως και πλήρως αληθοφανείς, πολύ συχνά χρησιμοποιούν τη συναισθηματική φόρτιση που η αφήγηση τους δίνει, για να ‘περάσουν’ στους αναγνώστες τους και βασικά στοιχεία γνώσης.
Λέγοντας ‘στοιχεία γνώσης’ δεν έχω κατά νου τόσο τις διάφορες πληροφορίες πάνω σε ιστορικά, πολιτιστικά ή επιστημονικά θέματα, όσο τα στοιχεία εκείνα που θα βοηθήσουν τον ανήλικο αναγνώστη να κατανοήσει τους άλλους  ή τον ‘άλλον’ –εννοώ τόσο εκείνους που τον περιβάλλουν και τον συντροφεύουν όσο και τον ίδιο του τον εαυτό.
Τα τελευταία χρόνια τέτοιου είδους κείμενα βλέπουν πολύ συχνά το φως της δημοσιότητας κι έτσι μπορούμε να πούμε πως υπάρχει πλέον στα χέρια του κάθε ευαίσθητου πολίτη και συνειδητοποιημένου ενήλικα, ένας ικανός αριθμός βιβλίων  (με πολύ ή λιγότερη εικονογράφηση) που μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο ανάπτυξης της κοινωνικοποίησης των παιδιών.
Κείμενα που αγγίζουν τις προδιαγραφές μιας λογοτεχνικής αφήγησης, αλλά που στην ουσία έχουν στρέψει την προσοχή τους προς μια όσο περισσότερη αποτελεσματική και απολύτως στοχευμένη διάθεση να κάνουν το παιδί που θα τα ξεφυλλίσει να συνειδητοποιήσει –και να αποδεχτεί- πως γύρω του υπάρχουν και άτομα (συνομήλικά του ή όχι) που μπορεί να έχουν διαφορετικές δεξιότητες από το ίδιο, να διανύουν μια άλλη ηλικιακή φάση, να προέρχονται από μια άλλη φυλή.
Αυτού του είδους τα βιβλία για παιδιά δεν θα πρέπει πιστεύω, να τα αντιμετωπίζει κανείς και να τα κρίνει ως να φιλοδοξούσαν να ήσαν καθαρώς λογοτεχνικά έργα, αλλά αντίθετα να προσπαθεί να κατανοήσει τους στόχους τους και να αφεθεί –ναι, γιατί όχι;- και ο ίδιος στην δυνατότητα που του προσφέρουν να διευρύνει τις δικές του γνώσεις και τοποθετήσεις πάνω στα ζητήματα που θέτουν κάθε φορά.
Ένα τέτοιο βιβλίο είναι και το έργο που υπογράφουν οι Αλίκη Χιωτάκη και η Αλεξάνδρα Ζερβού.
Ένα κείμενο με σαφείς  αποχρώσεις λογοτεχνικής δόμησης που στόχο του έχει να γνωστοποιήσει τον τρόπο σκέψης, αντίδρασης και κατά συνέπια και κατανόησης των παιδιών με αυτισμό.
Οι δυο συγγραφείς με τις επιστημονικές τους ιδιότητες εγγυώνται την ποιότητα και τη συνέπεια του αποτελέσματος.
Η Αλίκη Χιωτάκη είναι ψυχολόγος ειδικευμένη στη παρακολούθηση μικρών ατόμων με αυτισμό και η Αλεξάνδρα Ζερβού μια από τις πλέον ενημερωμένες πανεπιστημιακές καθηγήτριες σε θέματα της λογοτεχνίας για παιδιά και νέους.
Ενώνοντας τις ικανότητες τους δημιούργησαν ένα ολοζώντανο αφηγητή –τον Άλεξ.
Ένα αγόρι με αυτισμό που αφηγείται την καθημερινότητά του. Το πως αντιμετωπίζει τους άλλους και πως οι άλλοι τον αντιμετωπίζουν, το τι θέλει και το τι δεν θέλει, το τι αγαπά και το τι τον κάνει να θυμώνει.
Σε τι το ίδιο υπερέχει από τους άλλους, σε ποια σημεία οι δικές του προσλαμβάνουσες είναι διαφορετικές από αυτές της πλειοψηφίας.
Μέσα από την δική του πρωτοπρόσωπη αφήγηση, λοιπόν, ο στόχος των δυο συγγραφέων επιτυγχάνεται πλήρως
Και βέβαια αυτός ο στόχος δεν είναι παρά να κατανοήσουμε εμείς –οι ‘άλλοι’- τον τρόπο σκέψης και αντίδρασης κάποιων που ίσως να είναι μειονότητες, αλλά που σίγουρα… Ναι, σίγουρα μπορεί εμείς να είμαστε για εκείνους μη κατανοητοί.
Ο κόσμος μέσα στον οποίον ζούμε δεν ανήκει μόνο σε όσους, που με την έπαρση της πλειοψηφίας,  τον θεωρήσανε αποκλειστικό τους κτήμα. Ανήκει στο κάθε άτομο –άλλωστε και για το όποιο διαφορετικό άτομο, άλλος ο καθένας από εμάς είναι.
Ένα κείμενο γραμμένο με γλώσσα αυθόρμητη –που βγαίνει με γνησιότητα από τον ήρωα.
Κείμενο που δείχνει την βαθιά και ουσιαστική γνώση που έχουν  η κάθε μια από τις δυο συγγραφείς στον δικό της τομέα.

Να σημειώσω την απλότητα της εικονογράφησης. Και να τονίσω επίσης πως οι τελευταίες σελίδες περιλαμβάνουν ασκήσεις – παιχνίδια κατανόησης της συμπεριφοράς των ατόμων με αυτά  τα ιδιαίτερα  χαρίσματα, όπως και μια σύντομη επεξήγηση  για το γιατί γράφτηκε όλο αυτό το βιβλίο.


Πρώτη ανάρτηση:
http://www.iporta.gr/politismos/vivlio/item/13108-ela-tora-teleione-kedros-kritiki-vivliou-tou-manou-kontoleon
Κούλα Πανάγου
 Στο  www.kosvoice.gr
2/12/2017

Το βιβλίο αυτό το έγραψαν η Άννα Κοντολέων και ο Μάνος Κοντολέων.

Διαβάζω στο οπισθόφυλλο

-Μια μέρα η Άννα μου πρότεινε να γράψουμε μαζί ένα βιβλίο. Χάρηκα.

-Μια μέρα σκέφτηκα να προτείνω στον Μάνο να γράψουμε ένα βιβλίο μαζί.

Είναι αυτό που κρατάτε στα χέρια σας. Οι ήρωές τους ίσως και να μας μοιάζουν λίγο…

Ένα πανέξυπνο βιβλίο. Δημιούργημα των δύο; Θα έλεγα όχι. Σημαντική συμβολή έχει η εξαιρετική εικονογράφηση της Φωτεινής Τίκκου.

Λοιπόν, η ιστορία ξεκινάει και δεν είναι μία αλλά δύο. Δύο οικογένειες , η μία στο Βορρά και μία στο Νότο. Ένα μικρό αγόρι ο Φοίβος θα επισκεφτεί τον παππού και την γιαγιά , την οικογένεια της μαμάς του. Θα ταξιδέψει πρώτη φορά μόνο του.

Οι δύο οικογένειες προετοιμάζονται για αυτήν την συνάντηση. Ανάμεικτα συναισθήματα. Η χαρά διαδέχεται την αγωνία, ο ενθουσιασμός τον φόβο. Η ανυπομονησία την ηρεμία. Όλοι οι ήρωες , μικροί και μεγάλοι ,προετοιμάζουν κάτι για αυτήν την συνάντηση.

Η ιστορία γράφεται παράλληλα. Η οικογένεια του Βορρά, ο Φοίβος, η μαμά του , μπαμπάς του και ο Χιονιάς ζωντανεύουν στην αριστερή σελίδα. Η οικογένεια του Νότου ,ο Άρης και η Μέλπω, ο παππούς και η γιαγιά , τα δίδυμα ο Φρίξος και η Έλλη, ζωντανεύουν στην δεξιά σελίδα του βιβλίου. Πάνω αριστερά και πάνω δεξιά η Τίκκου έχει σχεδιάσει ένα αεροπλάνο και μία πυξίδα .Στην αριστερή σελίδα το αεροπλάνο απογειώνεται στην δεξιά προσγειώνεται. Παρουσιάζεται παράλληλα η ζωή των δύο οικογενειών. Ταυτόχρονα ο αναγνώστης βρίσκεται και στον Νότο αλλά και στον Βορρά.

Ο Φοίβος που είναι έξι χρονών θα ταξιδέψει μόνος του. Το πρώτο του ταξίδι. Όταν θα φτάσει στο σπίτι του παππού και της γιαγιάς θα κοιμηθεί στο παιδικό δωμάτιο της μαμάς του.

Τα τελευταία χρόνια πολλές οικογένειες έχουν αναγκαστεί να μεταναστεύσουν.

Τα παιδιά μεγαλώνουν με την ανάμνηση της πρώτης πατρίδας ή της μνήμης που δημιουργούν οι αφηγήσεις των γονιών. Στο βιβλίο οι μεγάλοι αφηγούνται ιστορίες στους μικρότερους. Τους βοηθούν με αυτόν τον τρόπο να δημιουργήσουν συνδέσεις.

Είναι σημαντικό οι ενήλικες να θυμίζουν στα παιδιά στιγμές από το παρελθόν τους. Να αφηγούνται ιστορίες που αφορούν την οικογένειά τους και την προσωπική τους ιστορία.

Το βιβλίο αυτό με τις πολύχρωμες εικόνες, τα υπέροχα σκίτσα , τους κρυφούς συμβολισμούς και την ευρηματική ιστορία είναι ένα εξαιρετικό βιβλίο που σε ταξιδεύει , σε συγκινεί… που παρουσιάζει με απλό αλλά καθόλου απλοϊκό τρόπο την πραγματικότητα πολλών οικογενειών.