23.11.20

Η Ελένη Γεωργοστάθη για το 'Νησί με τις Λέξεις που Αγαπάνε'

 


Στο Νησί, έναν τόπο που καταστρέφεται αργά από την παρακμή και τη λήθη, το γερασμένο κι άκληρο ζευγάρι των ηγεμόνων του αναζητά τη διάδοχη κατάσταση που θα ξαναφέρει την ελπίδα και τη ζωή. Αποφασίζουν λοιπόν να προκηρύξουν έναν πρωτότυπο λογοτεχνικό διαγωνισμό, επιλέγοντας τον διάδοχό τους μεταξύ των ανώνυμων συγγραφέων των ιστοριών που θα φτάσουν στα χέρια τους. Τελικά, λαμβάνουν έξι μόνο φακέλους διαφορετικού χρώματος, που ο καθένας τους κρύβει και μια διαφορετική ιστορία: η μια μιλά για έναν ματαιωμένο έρωτα κι η άλλη για τη σχέση έρωτα και καλλιτεχνικής δημιουργίας, η τρίτη για το θαύμα της αστείρευτης μητρικής αγάπης κι η τέταρτη για τη λαχτάρα ενός πατέρα να κάνει αληθινό το όνειρο του γιου του, η πέμπτη για τον σπόρο της εξέγερσης και της αλλαγής που αφήνει στο πέρασμά του ένας φωτισμένος δάσκαλος κι η έκτη για τη φθορά της εξουσίας, ικανή να καταλύσει τη μνήμη και τη σχέση του ανθρώπου με την κληρονομιά του. Ποια απ’ όλες αυτές τις ιστορίες όμως θα είναι η εκλεκτή; Ποιος από τους ανώνυμους συγγραφείς θα κληθεί να διαδεχτεί το ηλικιωμένο ζευγάρι;

 

Το Νησί με τις λέξεις που αγαπάνε είναι ένα περίεργο, ιδιαίτερο, υβριδικό βιβλίο. Που ξεκινά σαν παραμύθι –οι άτεκνοι βασιλείς, ο τόπος που ρημάζει, η δοκιμασία, ο τρόπος που η φύση συμμετέχει σε γεγονότα και απηχεί συναισθήματα–, αλλά ταυτόχρονα είναι μπολιασμένο και με άφθονα μυθιστορηματικά στοιχεία –σύνθετοι χαρακτήρες, σπονδυλωτή μορφή, ιδιαίτερη δομή–, κινούμενο πάντως απρόσκοπτα και χωρίς στεγανά ανάμεσα σε φόρμες και ειδολογικές συμβάσεις, που, σε τελική ανάλυση, δεν είναι από μόνες τους τοτέμ αλλά διασταυρούμενα μονοπάτια τα οποία καθιστούν γοητευτικότερη και λιγότερο προβλέψιμη τη διαδρομή της φαντασίας. Στο πέρασμά του αυτό ο συγγραφέας, πέρα από τα προφανή διακείμενα που σκορπά –αναφέρομαι σε στίχους γνωστών Ελλήνων και ξένων ποιητών που διατρέχουν το σώμα του κειμένου του–, συνδιαλέγεται ελεύθερα άλλοτε με τον μύθο –ενδεικτικά αναφέρω τη νύξη στον σε μεγάλο βαθμό παραλλαγμένο μύθο της Περσεφόνης στην τέταρτη ιστορία– αλλά και με το δικό του έργο – και πάλι ενδεικτική η αναφορά μου στην Πορτοκαλένια και στη Λεμονένια της δεύτερης ιστορίας, που μου θύμισαν τη Χρυσαφένια και την Ασημένια από ένα παλιότερο βιβλίο του.

 

Εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον με τις ειδολογικές και διακειμενικές διαδρομές του Νησιού με τις λέξεις που αγαπάνε παρουσιάζει και η επιλογή του συγγραφέα του να διαρθρώσει την ιστορία του σε τρία μέρη –με τους τίτλους Οι λέξεις, Οι ιστορίες, Οι άνθρωποι–, η οποία δεν εξυπηρετεί, κατά τη γνώμη μου, μόνο δομικά, τεχνικά ζητήματα, αλλά εκφράζει και μια βαθύτερη προβληματική που παίρνει σάρκα και οστά παράλληλα με την εξέλιξη της πλοκής: Οι λέξεις είναι το θεμέλιο, το βασικό συστατικό των ιστοριών, κι οι ιστορίες, με τη σειρά τους, είναι δημιουργήματα των ανθρώπων. Άραγε οι λέξεις μπορούν να ιδωθούν αποκομμένες από τις ιστορίες που φτιάχνουν; Κι οι άνθρωποι, με τη σειρά τους, σε τι βαθμό ορίζονται από τις ιστορίες τους; Είναι αυτές οι τελευταίες οι καθρέφτες οι δικοί τους αλλά και της ίδιας της ζωής;

 

Τελικά, οι απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα, όταν δίνονται, δε συρρικνώνονται σε μια ναρκισσιστική αυτοαναφορικότητα που έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με τη σχέση δημιουργήματος και δημιουργού, τέχνης και ζωής, αλλά αγκαλιάζουν κι ένα σύνολο ζητημάτων που αφορούν και την κληρονομιά, τη μνήμη, την παράδοση, το παρελθόν, την ιστορία, όπως και τα όνειρα, τον αγώνα για ένα καλύτερο μέλλον, την ανάγκη για αλλαγή με σημείο αναφοράς το πνεύμα και τις απαιτήσεις των καιρών, πάνω απ’ όλα τον μακρύ και κοπιώδη δρόμο των λαών προς την αυτογνωσία και τη δημοκρατία. Χωρίς διδακτισμούς και εκπτώσεις, με το ζεστό εξώφυλλο και τις ατμοσφαιρικές ασπρόμαυρες εικόνες της Κατερίνας Βερούτσου να κουμπώνουν εξαιρετικά με τις λέξεις.

 

https://www.elenigeorgostathi.gr/manos-kontoleon-to-nisi-me-tis-lexeis-pou-agapane/?fbclid=IwAR1j4fS1zYcCkaD_2qiRBVX_VsETCgVJMMtal2CS9gaQxxwMlIarqYmledY