31.10.19

Μάρω Δούκα: «Πύλη εισόδου


 Η Μάρω Δούκα είναι μια από τις πλέον αντιπροσωπευτικές συγγραφικές μορφές της σύγχρονης ελληνικής πεζογραφίας μας. Κάνει την πρώτη της εμφάνιση τη χρονιά που η Χούντα των Συνταγματαρχών αποχωρεί από την πολιτική ζωή της Ελλάδας και μέχρι σήμερα –45 χρόνια μετά– με τα 17 βιβλία της που έχουν κυκλοφορήσει έχει διατηρήσει σταθερά την εκτίμηση κοινού και κριτικών. Με το έργο της –κυρίως, αν και όχι μόνο, μυθιστορήματα– έχει καταγράψει τις διακυμάνσεις της ελληνικής ταυτότητας μέσα στην επικράτεια των ιστορικών συμβάντων, αλλά και εντός της κοινωνικής συμπεριφοράς. Ως μια από τις βασικές εκπροσώπους της γενιάς του ’70, χαρακτηρίζεται για την πολιτική ματιά με την οποία πλησιάζει τα γεγονότα.
Με το μυθιστόρημά της Αρχαία σκουριά του 1979 (είχαν προηγηθεί τρία άλλα· νουβέλες και διηγήματα) αναγνωρίζεται ως η φωνή εκείνη που καταγράφει την ταυτότητα μιας γυναίκας γεννημένης κάπου προς το τέλος του Εμφύλιου, που έζησε τη νεαρή ηλικία της μέσα στο αντιδικτατορικό κλίμα και που ετοιμάζεται να καθορίσει με τις πράξεις και τις σκέψεις της την τελευταία εικοσαετία του 20ού αιώνα.
40 χρόνια μετά, και ενώ ο 21ος αιώνας ολοκληρώνει τη δική του πρώτη εικοσαετία, η Δούκα δίνει στην κυκλοφορία το μυθιστόρημα Πύλη εισόδου και μας περιγράφει μια γυναίκα που έζησε στην Αθήνα όλα αυτά τα χρόνια. Αν –ίσως δικαιολογημένα– ένας αναγνώστης θα περίμενε πως στο τελευταίο αυτό βιβλίο η συγγραφέας θα αναζητούσε τα ίχνη που άφησε πίσω της η πρωταγωνίστρια της Αρχαίας σκουριάς, θα έχει κάνει λάθος. Η Δούκα προτίμησε να αφεθεί σε μια συγγραφική ελευθερία και, αντί να περιγράψει την πορεία της πρώτης της ηρωίδας, να συνθέσει τη ζωή μιας άλλης γυναίκας – εντελώς διαφορετικής.
Θεωρώ σωστή και σίγουρα μελετημένη αυτή την απόφαση. Αντί να καταγραφεί ο ενδιάμεσος χρόνος από τις αλλαγές στη ζωή του όποιου ανθρώπου, καλύτερα να αφεθούν τα ίδια τα γεγονότα να πλάσουν το πρόσωπο που θα τα χαρακτηρίσει.
Από τα χρόνια της Μεταπολίτευσης στην εποχή του Διαδικτύου. Μια δεδομένη παραδοχή είναι το να αναγνωρίζει κανείς πως η παρουσία του κυβερνοχώρου στην καθημερινότητα καθημερινών ανθρώπων αλλάζει –και σαφέστατα πολύ περισσότερο θα αλλάξει στο άμεσο μέλλον– όχι μόνο τις όποιας μορφής σχέσεις, αλλά και τα ίδια τα άτομα. Η Δούκα δεν θέλησε –έτσι κι αλλιώς, το συγγραφικό όραμα που έχει υπηρετήσει δεν θα της το επέτρεπε– να δημιουργήσει μυθιστόρημα μιας σύγχρονης δυστοπίας. Είναι συγγραφέας που έχει στηριχτεί πολιτικά, κοινωνικά και ψυχογραφικά τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν κι έτσι αρπάζει –κυριολεκτικά αρπάζει– το πλέον έντονο κοινωνικό φαινόμενο αυτών των τελευταίων ετών της πρώτης εικοσαετίας του 21ου αιώνα, που είναι η εξάπλωση του facebook, και το τοποθετεί ως βάση που πάνω του θα απλώσει το νέο της μυθιστόρημα.
Οι κεντρικές ηρωίδες του μυθιστορήματος είναι γυναίκες – πρόσωπα υπαρκτά και, παράλληλα, διαδικτυακές περσόνες. Όλες τους πάνω-κάτω στην ηλικία της Δούκα ή, αν προτιμάτε, στην ηλικία της Μυρσίνης, της ηρωίδας της Αρχαίας σκουριάς. Αλλά σε τίποτε δεν μοιάζουν με αυτό που ο αναγνώστης της Αρχαίας σκουριάς θα περίμενε ίσως να είναι. Και πολύ σωστά η Μάρω Δούκα δεν θέλησε να κάνει την Αίθρα και την Αφεντούλα να παραπέμπουν στη Μυρσίνη. Άφησε τα ίδια τα γεγονότα να επιλέξουν τις γυναίκες που θα έχουν από αυτά διαμορφωθεί. Κι έτσι, με μυθιστορηματική ευρηματικότητα καταθέτει την κριτική ματιά της. Το τότε ανήκει στην ιστορία, το τώρα ακόμα δεν έχει ολοκληρώσει το αυριανό του πρόσωπο.

Μυθιστορηματική ευρηματικότητα – ναι! Γιατί οι ημερολογιακές καταγραφές στο f/b των ηρωίδων περιγράφουν από τη μια τη δική τους ανικανότητα να τοποθετήσουν σε μια σωστή θέση τα προσωπικά τους αδιέξοδα και να αναλύσουν το γιατί αυτά δημιουργηθήκανε και από την άλλη τις παραπλανούν, καθώς τις κάνουν να πιστεύουν πως ό,τι «ανέβηκε» στην πλατφόρμα της κοινωνικής δικτύωσης το έχουν διαβάσει και άλλοι πέρα από τις δικές τους επινενοημένες ταυτότητες.

Αν κάποιος θελήσει να δώσει μια σύντομη περίληψη του έργου, θα βρεθεί σε δύσκολη θέση. Γιατί στην ουσία τίποτε δεν συμβαίνει, ενώ όμως όλα αλλάζουν. Αυτοαναφορές μιας ηλικιωμένης γυναίκας που αντιμετωπίζει μοναξιά και γήρας γράφοντας γι’ αυτά στο f/b άλλοτε με το όνομά της κι άλλοτε με ψευδώνυμα. Αλλάζουν συνεχώς οι αναρτήσεις – η κάθε μια αντικαθιστά την επόμενή της. Αλλά εκείνες (ή εκείνη) που τις γράφουν αναμασούν τις ίδιες σκέψεις, διακατέχονται από τα ίδια συναισθήματα, αν κάτι νέο εισέλθει στον προσωπικό τους χώρο δεν διατηρεί την αυτονομία του, αλλά γίνεται μέρος της ήδη ολοκληρωμένης καθημερινότητάς τους.
Πέρα όμως από αυτόν τον ευρηματικό μυθιστορηματικό καμβά, εκείνο που θα πρέπει –ίσως και περισσότερο– να αναγνωριστεί στη Μάρω Δούκα, είναι η ικανότητά της να στήσει μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα και να την ταυτίσει με μια ολόκληρη εποχή μέσα από καταιγιστικούς μονολόγους και ευρηματικές περιγραφές. Στις προτάσεις συνυπάρχουν απλές εκφράσεις δίπλα σε καίριες πολλαπλών ερμηνειών επισημάνσεις:
Τρίβε και πάλι τρίβε, Αφεντούλα μου, λάμψε τα όλα, μπανιέρα και νιπτήρα και χέστρα. Δίνω εντολές και καθοδηγώ την παραδουλεύτρα που κουβαλάω μέσα μου, σε διαρκή διαμάχη με την οικοδέσποινα που υπήρξα και με την έγνοια μου πάντα στην οικονομία, να μην το παρακάνω με τα απορρυπαντικά.
Είναι σαφές πως επιχείρησα να διαβάσω την Πύλη εισόδου μέσα από μια υπολανθάνουσα ανάμνηση της Αρχαίας σκουριάς. Άλλωστε, κάτι τέτοιο αισθάνθηκα πως η ίδια η Μάρω Δούκα με έσπρωχνε να κάνω με την αφιέρωσή της: Έπειτα από σαράντα χρόνια, στον Νίκο και πάλι. Κι όπως ολοκληρώνω αυτό το σημείωμα, ξεφυλλίζω εκείνο το μυθιστόρημα του 1979 και φτάνω στην τελευταία πρότασή του – λόγια της Μυρσίνης:
Έχω αγωνιστεί στα χρόνια της δικτατορίας, στην αρχή, ως μέλος του Ρήγα… Προκηρύξεις και έντυπα γενικά… Τώρα όχι, δεν είμαι ενταγμένη πουθενά… Για τις ικανότητες και τις αδυναμίες μου δεν έχω τι να πω. Και τέλος πάντων πότε νιώθω ένα θεός, πότε ένα πλάσμα.
Πότε ένας θεός, πότε ένα πλάσμα – τότε. Τώρα – παραθαλάσσια, καταπατημένη, απόκρημνη, περιφραγμένη, χωρίς πρόσβαση στο νερό.
https://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/13040-doyka-pyli-eisodoy?utm_source=MailingList&utm_medium=email&utm_content=manoskontoleon%40gmail.com&utm_campaign=Newsletter_30_9_2019_17_34

Λιλή Λαμπρέλλη "Εσύ τι λες πολύτιμο πως είναι;"



Τα εικονογραφημένα βιβλία σε μεγάλο σχήμα παρουσιάζουν μια άνθηση στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.

Από το σχήμα τους και μόνο προδιαθέτουν αυτόν που σκέφτεται να τα επιλέξει πως απευθύνονται κυρίως σε αναγνώστες μικρής ηλικίας. Αλλά και πολύ συχνά η όλη τους εμφάνιση (ποιότητα χαρτιού και εκτύπωσης) τους χαρίζει την ιδιότητα μιας καλαίσθητης έκδοσης που μπορεί να προσελκύσει αναγνώστες διαφορετικών ηλικιών.

Είναι γεγονός πως τέτοιας μορφής εκδόσεις στηρίζονται κυρίως στην εικονογράφηση. Ο εικονογράφος, με άλλα λόγια, είναι αυτός που με τη δουλειά του θα δώσει το όποιο ποιοτικό στίγμα στο βιβλίο. Κι έτσι, πολύ συχνά, βλέπουμε τέτοια βιβλία που, αν και έχουν πολύ όμορφες και με άποψη εικόνες, διαθέτουν κείμενο κακογραμμένο, αφελές, σαφώς υποδεέστερο των εικόνων που το περιγράφουν. Αλλά εδώ γίνεται ένα λάθος – το εικονογραφημένο βιβλίο (picture book) πρέπει να έχει προέλθει από μια ισότιμη ποιοτικά συνύπαρξη λόγου και εικόνας.

Μια τέτοια ισοτιμία χαρακτηρίζει και το βιβλίο Εσύ τι λες πολύτιμο πως είναι; που το υπογράφουν η Λίλη Λαμπρέλλη (κείμενο) και η Κέλλυ Ματαθία-Κόβο (εικόνες).

Η συγκεκριμένη εικονογράφος έχει εικονογραφήσει αρκετά παιδικά βιβλία γνωστών συγγραφέων και μαζί με ένα από τα πλέον πρόσφατα, στο οποίο η ίδια έχει γράψει και το κείμενο, δείχνει πως έχει διαμορφώσει το δικό της εικονογραφικό ύφος – αρκούντως περιγραφικό, διακριτικά ονειρικό, με άποψη, που εκφράζει μια αισθαντική παιδικότητα.

Τα στοιχεία αυτά τα συναντούμε και σε αυτή την έκδοση. Αλλά αυτό που νομίζω πως κάνει τούτο το βιβλίο να έχει μια εντελώς δική του ταυτότητα είναι το ύφος του κειμένου.

Η Λίλη Λαμπρέλλη είναι μια από τις πλέον σημαντικές αφηγήτριες λαϊκών παραμυθιών από όλο τον κόσμο. Οι αφηγήσεις της στηρίζονται στο ηχόχρωμα της φωνής που έρχεται να φωτίσει τις υπόγειες διαδρομές των συναισθημάτων, έτσι όπως αυτά έχουν καταγραφεί μέσα σε προτάσεις προορισμένες να ακούγονται.

Γι’ αυτό τον λόγο και η ίδια διαμορφώνει κατά κάποιο τρόπο τους λαϊκούς μύθους όχι ως προς τα αφηγούμενα γεγονότα, αλλά ως προς τη γλωσσική τους ενσάρκωση. Κάποια από τα παραμύθια που αφηγείται τα έχει εκδώσει και σε μια σειρά μικρών βιβλίων, που κάλλιστα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και ως προτάσεις προς νέους αφηγητές. Και παράλληλα έχει γράψει και δικές της ιστορίες – όλες τους με πλούσια και ποιοτική εικονογράφηση από καταξιωμένες εικονογράφους (Ψαράκη, Στεφανίδη).

Μια ιστορία που γίνεται βιβλίο και συνοδεύεται από εικόνες ασφαλώς και διαθέτει μια γλωσσική οντότητα διαφορετική από εκείνη την οποία θα είχε αν κάποιος την αφηγείτο.

Άλλες οι απαιτήσεις του γραπτού λόγου κι άλλες εκείνου που αιωρείται στον χώρο μιας προφορικότητας.

Μα αυτή τη φορά η Λαμπρέλλη καταφέρνει να καταγράψει την ιστορία της με τέτοιο τρόπο, ώστε η όραση ως προς την ανάγνωση και η ακοή ως προς την αφήγηση να συνταιριάζουν τις προδιαγραφές τους.

… Ένας ασβός τριγυρνούσε στο δάσος ψάχνοντας να μάθει πιο είναι το πιο πολύτιμο πράγμα στον κόσμο. Και ρώτησε την πέτρα κι αυτή του είπε: «Να ’σαι ελαφρύς και να πετάς». Και ρώτησε την πεταλούδα. «Να ’σαι βαρύς και να αντέχεις».

Οι προτάσεις, την ώρα που ο αναγνώστης τις διαβάζει, είναι σαν και να τις ακούει. Κι έτσι –με αυτή την ευαίσθητη αλλά και αρμονική μουσικότητα– η ιστορία συνεχίζεται.

Δεν είναι μια ιστορία δράσης, ούτε είναι τα γεγονότα που περιγράφονται αυτά που θα μας κρατήσουν το ενδιαφέρον. Είναι η ενσάρκωσή τους που αβίαστα θα οδηγήσει στο τελικό συμπέρασμα για το ποιο μπορεί να είναι το πολύτιμο.

… Τ’ όνειρό μου. Γιατί απ’ αυτό ξεκινάει ό,τι είναι πολύτιμο. Και τώρα και πάντα.

Μια τέτοια αφηγηματική ταυτότητα έρχεται με συνέπεια να υπερασπιστεί την ενσυνείδηση, η οποία και τελικά προσφέρεται στον αναγνώστη.

Με την απλότητα των παλιών παραμυθιών και με τη φιλοσοφική στάση των μύθων που μας έρχονται από τους πολιτισμούς της Ανατολής, η Λαμπρέλλη κατέγραψε τη δική της ιστορία σε μια έκδοση που αξίζει να την πιάσουν και χέρια παιδικά και χέρια με σκούρες κηλίδες. Γιατί όλοι μας –από την αρχή της ζωής μας έως το τέλος της– αναρωτιόμαστε ποιο μπορεί να είναι το πολύτιμο, το δικό μας πολύτιμο.

https://www.vivliopoleiopataki.gr/blog/post/19978/Esu-ti-les-polutimo-pos-einai;/?fbclid=IwAR0QTD0y82RYKB90McUf83ckgcm3Gf2549_Xva3D3GsZaBSJqZGaxdz22O8