Lionel Duroy
«Ευγενία»
Μετάφραση: Εύα Γεωργουσοπούλου
Εκδόσεις Πόλις
Ο Λιονέλ Ντυρουά γεννήθηκε τo 1949 στην Τυνησία. Εργάστηκε ως
δημοσιογράφος, ενώ ως συγγραφέας αρκετών μυθιστορημάτων έχει τιμηθεί με διάφορα
βραβεία.
Όχι ιδιαίτερα γνωστός στη χώρα μας (το 2002 είχε
κυκλοφορήσει ένα του μυθιστόρημα από τις Εκδόσεις Modern Times), οπότε και στην ουσία
το ελληνικό βιβλιόφιλο κοινό έρχεται σε επαφή μαζί του με αυτό το μυθιστόρημα
και νομίζω πως αυτή η επαφή διαθέτει όλα τα στοιχεία μιας ποιοτικής και
εντυπωσιακής γνωριμίας.
Το ‘Ευγενία’ είναι ένα καθαρά πολιτικό μυθιστόρημα, όμως
παράλληλα είναι και μια ψυχογραφική καταγραφή ερωτικής σχέσης.
Κεντρική ηρωίδα και αφηγήτρια όλης της ιστορίας είναι η
Ευγενία, μια νέα γυναίκα που ζει στη Ρουμανία (άλλοτε στο Βουκουρέστι κι άλλοτε στο Ιάσιο) την περίοδο των
δεκαετιών ’30 και ’40, δηλαδή κατά τη διάρκεια της ανόδου και πτώσης του
Ναζισμού και των μεγάλων πολιτικών γεγονότων που σημάδεψαν την ιστορία αυτής
της χώρας.
Με την εξιστόρησή της καταγράφει κυρίως τις διώξεις των
Εβραίων που ζούσανε τότε στη Ρουμανία και κυρίως το τραγικό πογκρόμ του Ιασίου
(από τις 29 Ιουνίου ως τις 6 Ιουλίου 1941 πάνω από 13.266 άνθρωποι, ή το ένα
τρίτο του ΕβραΊκού πληθυσμού, σφαγιάστηκαν), αλλά παράλληλα αφιερώνει ένα
μεγάλο -και σαφώς το ουσιαστικότερο μυθιστορηματικά – μέρος του έργου στη σχέση
της με τον θεατρικό συγγραφέα Μιχαήλ Σεμπαστιάν.
Ο Σεμπαστιάν υπήρξε υπαρκτό πρόσωπο (στην Ελλάδα δεν έχει
κυκλοφορήσει κανένα έργο του) και εξέφρασε τόσο με τα κείμενά του όσο και με
την ίδια τη στάση ζωής του, το δικαίωμα να θεωρεί τον εαυτό του πρώτιστα
Ρουμάνο και μετέπειτα Εβραίο.
Μια διπλή ταυτότητα που εκείνη την εποχή και κάτω από τις
ναζιστικές θεωρίες, δεν μπορούσε να γίνει αποδεχτή και ασφαλώς τον είχε φέρει
σε πολύ δύσκολες στιγμές.
Παράλληλα -και σύμφωνα πάντα με τον τρόπο που μας τον
παρουσιάζει ο Ντυρουά- ο Σεμπάστιαν ήταν ο καλλιτέχνης εκείνος που θεωρούσε ως
σχεδόν μοναδικό λόγω ύπαρξης του την ίδια του τη συγγραφική δημιουργία.
Προσωπικότητα πολύπλοκη, άλλοτε ιδιαιτέρως εγωκεντρική,
πάντοτε με έντονο σεβασμό προς τις αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού,
χρησιμοποιείται από τον συγγραφέα ως μια μορφή κατόπτρου όπου πάνω του θα
αντανακλαστούν τα πάθη και οι αδυναμίες, οι σκοπιμότητες και οι χειραγωγήσεις
των πολλών, του λαού που εύκολα άγεται και φέρεται, βιοπραγεί δίχως συνείδηση
των πράξεών του, λησμονά χωρίς να αυτοαναλύεται.
Ο δομικός άξονας του πολυσέλιδου αυτού μυθιστορήματος είναι
απλός.
(800 λέξεις)
Η Ευγενία ξεκινά να καταγράφει τις αναμνήσεις της από τη ιδιότυπα
ερωτική μα και ιδεολογική σχέση της με
τον Σεμπαστιάν, μόλις μαθαίνει τον
θάνατό του σε τροχαίο. Είναι τον Μάιο του 1945.
Η αφήγησή της δεν ακολουθεί γραμμική πορεία. Συχνά επιστρέφει σε γεγονότα και αναμνήσεις
που έχουν προηγηθεί άλλων που μόλις έχει καταθέσει.
Αλλά αυτό που αποτελεί το βασικό χαρακτηριστικό όλης αυτής
της μυθιστορηματικής σύνθεσης είναι η συνύπαρξη ιστορικών και μυθιστορηματικών
προσώπων.
Με μια άνεση αξιοθαύμαστη, ο Ντυρουά καταφέρνει να αφηγηθεί
με πολλές λεπτομέρειες τα σύνθετα πολιτικά γεγονότα εκείνων των χρόνων την ίδια
στιγμή που παρασύρει τον αναγνώστη του στις περιγραφές προσωπικών στιγμών,
ερωτικών σχέσεων, ατομικών προβληματισμών.
Στην ουσία το ‘Ευγενία’ θα μπορούσε κανείς να το θεωρήσει ως
μια ιδανική πρόταση για το πως αξίζει και πρέπει να γράφεται ένα ιστορικό
μυθιστόρημα. Κι αυτό γιατί καταφέρνει να συμπαρασύρει τα συναισθήματα του
αναγνώστη του και από τη μια να τον οδηγεί στα δυσδιάκριτα μονοπάτια των
ανθρώπινων παθών και από την άλλη να τον πλοηγήσει στα περίπλοκα διαμερίσματα
πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Η τελική θέση που το συγκεκριμένο μυθιστόρημα φέρνει προς
προβληματισμό είναι εκείνη για την οποία ο ίδιος ο Σεμπαστιάν είχε κατά καιρούς
δηλώσει την απόλυτη αντίθεσή του : «Δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο η
κατάκτηση της εξουσίας, η κατάληψή της, και η ταύτιση του κόμματος με τη
συλλογικότητα στο σύνολο της… Ονομάζουμε
έθνος μια συλλογικότητα που εμπερικλείει την ιδέα του πολέμου. Ένας έθνος
αυτοπροσδιορίζεται μέσω της εξίσωσης φίλος – εχθρός. Η δημοκρατία καταστρέφει
την ενότητα του έθνους και το παραδίδει εξασθενημένο στην εβραϊκή κοσμοπολίτικη
ισχύ κλπ… Ένοιωσα συντετριμμένος».
Σε αυτή την απόλυτη περιγραφή μιας φασιστικής νοοτροπίας, ο
ίδιος ο Σεμπαστιάν θα έχει να παραθέσει την προσωπική του στάση, τη δική του
θεωρητική δομή - «…προσπαθώντας ταυτόχρονα να καταλάβω γιατί κάποιοι
άνθρωποι που δεν με γνωρίζουν, και τους οποίους δεν έχω βλάψει ποτέ, θέλουν να
με δουν πεθαμένο».
Η διάθεση του Ντυρουά να συνδέσει το τραγικό χθες με το εξίσου
τραγικό σήμερα είναι προφανής. Όπως και ολότελα προφανής είναι και ο τρόπος που
προτείνει για να αλλάξει η προδιαγεγραμμένη πορεία της ευρωπαϊκής σκέψης και
πράξης προς ένα ζοφερό αύριο.
Σε κάθε περίπτωση έχουμε να κάνουμε με ένα μυθιστόρημα
ιδιαιτέρως ενδιαφέρον, απροσδόκητα σύγχρονο και απρόσμενα -τελικά- τρυφερό.
Αποσπάσματα από κείμενα του ίδιου του Μιχαήλ Σεμπαστιάν,
όπως και επίσης άρθρων που αφορούν εκείνον και το έργο του, έχουν ενταχθεί στο
όλο κείμενο.
Η μετάφραση της Εύας Γεωργοσοπούλου θεωρώ πως έχει
ιδιαιτέρως συντελέσει στην άνεση με την οποία ο έλληνας αναγνώστης επικοινωνεί
με τους προβληματισμούς και τα γεγονότα μιας χώρας, μιας εποχής, ενός ατόμου.
(804 Λέξεις)