11.9.21

Τζάκλιν Γούντσον

 

Τζάκλιν Γούντσον                               Τζάκλιν Γούντσον

«Κάτι αστραφτερό»                             «Αν έρθεις σαν τον άνεμο»

Μετάφραση: Άννα Μαραγκάκη           Μετάφραση: Αργυρώ Πιπίνη

Εκδόσεις Πόλις                                  Εκδόσεις Πατάκη

 


                    

 

 

Η γεννημένη το 1963 Τζάκλιν Γούντσον έχει γράψει πολλά βιβλία για παιδιά και νεαρούς ενήλικες αναγνώστες που όλα τους διαθέτουν μια ιδιαίτερη ποιότητα γραφής και φωτισμού των θεματικών τους. Δεν είναι λοιπόν τυχαίο το ότι και έχει τιμηθεί με πολλά και σημαντικότητα βραβεία της παιδικής και νεανικής λογοτεχνίας- αναμεσά τους και το πλέον πρόσφατο (2020) Hans Christian Andersen Award.

Αναντίρρητα τα μυθιστορήματά της για νεαρούς ενήλικες αναγνώστες είναι και εκείνα που σηματοδοτούν το συγγραφικό της όραμα. Ένα όραμα που το ολοκλήρωσε to 2016 όταν κυκλοφόρησε και το πρώτο της μυθιστόρημα για ενήλικες , το «Ένα άλλο Μπρούκλιν»

Με αυτό το μυθιστόρημα τη γνώρισε και το ελληνικό κοινό το 2019, καθώς το συγκεκριμένο βιβλίο μεταφράστηκε στη γλώσσα μας και κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Πόλις.

Ο ίδιος εκδοτικός οίκος υπογράφει την έκδοση μέσα στο 2021 και του δεύτερου ‘ενήλικου’ μυθιστορήματος της Γούντσον, του «Κάτι αστραφτερό», ενώ παράλληλα μπορούμε πλέον και να γνωρίσουμε -εν μέρη έστω- και το άλλο πρόσωπο αυτής της τολμηρής ως προς τη χρήση της γλώσσας και της μαχητικής σε θέματα αντιρατσισμού και σεξουαλικής ελευθερίας, γυναίκας, καθώς οι Εκδόσεις Πατάκη φρόντισαν να υπάρχει στα βιβλιοπωλεία μας το cross over μυθιστόρημα της «Αν έρθεις σαν τον άνεμο» (πρώτη έκδοση στην Αμερική, το 1998)

Έχει ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς παράλληλα τα δυο αυτά μυθιστορήματα για να μπορέσει να διαπιστώσει τα στοιχεία εκείνα που από τη μια συνοδεύουν την συγγραφική πορεία της Γούντσον από το 1998 έως το 2021, και από την άλλη να επισημάνει τις ομοιότητες όσο και τις διαφορές που χαρακτηρίζουν αυτά τα δυο -ελαφρώς- διαφορετικά είδη μυθιστορηματικής  σύνθεσης.

Η ίδια η Γούντσον έχει δηλώσει πως μόνιμα την ενδιαφέρει να ανιχνεύει τις εκφάνσεις των πρώτων ερωτικών σκιρτημάτων κατά την περίοδο της εφηβείας και της πρώτης νεότητας, το πως αυτές καθορίζουν την μορφή της ενηλικίωσης. Και ακόμα πως επίσης μόνιμα αναζητά τρόπους να καταγράφει το πως εκφράζεται η εγκληματική ανοησία της ρατσιστικής συμπεριφοράς, δίπλα στην ανάδειξη της αξιοπρέπειας των ανθρώπων που το δέρμα τους έχει σκούρες αποχρώσεις.

Αυτά όλα τα τοποθετεί με κέντρο την οικογένεια, αλλά με σαφήνεια επίσης υπενθυμίζει πως η κάθε οικογένεια αποτελεί βασικό κύτταρο μιας κοινωνικής ενότητας.

Στο cross over «Αν έρθεις σαν τον άνεμο» δυο έφηβοι -εκείνη λευκή, αυτός μαύρος- που ανήκουν στην μεσοαστική τάξη, ερωτεύονται και εκείνο που βασικά τους ενώνει είναι οι φυλετικές ιδιαιτερότητες που ο καθένας τους έχει, αλλά που την ίδια στιγμή αυτές θα είναι και εκείνες που θα κάνουν τις οικογένειές τους να σταθούν με σκωπτική όσο και αντιθετική στάση απέναντι αυτού του δεσμού. Η οικογενειακή αντίθεση πολύ γρήγορα θα καλυφθεί από την ακόμα περισσότερο προκατειλημμένα αρνητική στάση της κοινωνίας, αυτή που θα φέρει και το σκληρό όσο και άδικο τέλος.

Στο ‘ενήλικο’  «Κάτι αστραφτερό» οι φυλετικές διαφορές παρουσιάζονται λιγότερο έντονες, μα πολύ περισσότερο χωμένες βαθιά στη συνείδηση των μελών δυο οικογενειών με καθαρώς έγχρωμα μέλη.

Εδώ οι όποιες αντιδράσεις της κοινότητας των λευκών παραμένουν εκτός των οικογενειακών εστιών, αλλά ακόμα κι έτσι καθορίζουν τη μια μετά την άλλη γενιά. Από τη σφαγή της Τάλσα του 1921 έως τις σημερινές κοινωνικές εντάσεις ανάμεσα σε λευκούς και μαύρους, ο  προσδιορισμός της έγχρωμης ταυτότητας αντανακλάται στο κάτοπτρο του ρατσισμού και μέσα από αυτό, η Γούντσον με μαεστρία και λεπτομερή ευαισθησία περιγράφει θέματα όπως αυτά των σχέσεων παιδιών με γονείς, της ανάγκης μιας αυτοπροσδιοριζόμενης  θηλυκής ανεξάρτητης ταυτότητας και πάνω απ΄ όλα -και για μια ακόμα φορά- τον σημαντικό ρόλο που θα παίξουν στο μέλλον του κάθε ατόμου τα βιώματα της εφηβικής περιόδου.

Στα κοινά στοιχεία που καθόρισαν την υλοποίηση αυτών των δυο μυθιστορημάτων, θα πρέπει ακόμα να σημειώσουμε την πολυφωνικότητα της αφήγησης. Στο ‘ενήλικο’ μυθιστόρημα έξι πρόσωπα διαδέχονται το ένα το άλλο και αλληλοσυμπληρώνουν τις εσωτερικές σχέσεις των μελών της οικογένειας, ενώ οι δυο νεαροί πρωταγωνιστές του cross over είναι εκείνοι που θα περιγράψουν τον έρωτά τους -το παρόν και το μέλλον του.

Η τεχνική αυτή της πολυφωνικότητας απαιτεί να διατηρούνται στις επιμέρους αφηγήσεις οι διαφορετικές προσωπικότητες των αφηγητών, την ίδια στιγμή που με αυτόν τον τρόπο θα κυκλώνεται το περιγραφόμενο θέμα.

Η Γούντσον το πετυχαίνει απόλυτα και αξίζει κανείς να αξιολογήσει θετικότατα τη συνεχή  ύπαρξη αυτής της συγγραφικής  ικανότητας από το 1998 έως σήμερα.

Σαφέστατα -κι αυτό αξίζει να σημειωθεί- υπάρχουν κάποιες διαφορές στα δυο έργα. Είναι αυτές που και χαρακτηρίζουν γενικώς το ένα είδος λογοτεχνίας από το άλλο. Αλλά αυτές οι διαφορές εντοπίζονται στις γλωσσικές εκφράσεις. Κι έτσι πρέπει να γίνεται, ακριβώς όπως κάτι τέτοιο συμβαίνει και στον τρόπο που θα εκφραστεί -για το ίδιο πάντα υπαρξιακό του πρόβλημα- ένας έφηβος και ένας ενήλικος.

Μα η λογοτεχνία πρέπει να ακολουθεί τη ψυχοσύνθεση των ηρώων της και με τον δικό τους τρόπο να επιχειρεί να την περιγράφει.

Η Τζάκλιν Γούντσον έχει τον δικό της κώδικα γραφής όπως και το δικό της τρόπο να κρίνει τα γεγονότα. Με δυο λόγια θα την χαρακτήριζα ως μια ιδιότυπη συνύπαρξη της αισθαντικότητας μιας Μόρρισον και της μαχητικότητας μιας Αγγέλου.

Μια τέτοια γραφή -έντονα αμερικάνικη- στήνει πολλές παγίδες στον μεταφραστή της.

Θεωρώ πως τόσο η Άννα Μαραγκάκη, όσο και η Αργυρώ Πιπίνη κατάφεραν να βρούνε μεταφραστικές λύσεις έτσι ώστε και το όλο ύφος της Γούντσον να μην προδώσουν, αλλά και να προσφέρουν στον αναγνώστη των ελληνικών εκδόσεων των δυο βιβλίων μια σαφέστατη και πλήρη επαφή με τον κόσμο αυτής της δυναμικής και μαχητικής γυναίκας που έρχεται σφραγίσει με το έργο της τη νέα γενιά των έγχρωμων Αμερικάνων  συγγραφέων