Afonso Cruz
«Ο Ιησούς Χριστός έπινε μπύρα»
Μετάφραση – Σημειώσεις: Νίκος Πρατσίνης
Εκδόσεις Ευρασία- Στιγμός
Για πρώτη φορά το ελληνικό αναγνωστικό κοινό γνωρίζει τον
Πορτογάλο συγγραφέα Afonso Cruz.
Πρόκειται για μια πολυδιάστατη καλλιτεχνική προσωπικότητα
στη χώρα του, μα και γενικότερα στον ισπανόφωνο κόσμο.
Γεννημένος το 1971, άρχισε να ασχολείται με τη συγγραφή το 2008
και μέχρι σήμερα έχει εκδώσει περίπου σαράντα βιβλία διαφόρων ειδών
-μυθιστορήματα, δοκίμια, ποιήματα, νεανικές νουβέλες και εικονογραφημένα
άλμπουμ. Παράλληλα ασχολείται με την
εικονογράφηση, τον κινηματογράφο και
είναι μέλος μουσικού συγκροτήματος.
Θεωρείται από τους πλέον επιτυχημένους συγγραφείς της χώρας
του. Χαρακτηριστικό είναι πως βιβλία του έχουν μεταφραστεί σε πάνω από είκοσι
γλώσσες, ενώ είναι πολλά και σημαντικά τα βραβεία με τα οποία διάφορα έργα του
έχουν κατά καιρούς τιμηθεί.
Όπως και πιο πάνω αναφέρθηκε, το μυθιστόρημα «Ο Ιησούς
Χριστός έπινε μπύρα» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του Cruz που
μεταφράζεται στη γλώσσα μας. Και είναι ένα τόσο ιδιαίτερο έργο που ο έλληνας
αναγνώστης θα θελήσει να έχει στο μέλλον την δυνατότητα να διαβάσει και άλλα
βιβλία του Πορτογάλου αυτού καλλιτέχνη.
Ο τίτλος ασυνήθιστος και
από το οπισθόφυλλο αντιγράφω: Στο Αλεντέζου της Νότιας Πορτογαλίας, ένας
εκκεντρικός ηλικιωμένος καθηγητής θα βοηθήσει μια φτωχή χωρική, τη Ρόζα, στο
σχέδιό της να μεταμορφώσει το χωριό της σε απομίμηση της Ιερουσαλήμ, ώστε να
εκπληρωθεί η επιθυμία τής σχεδόν κατάκοιτης πια γιαγιάς της να επισκεφτεί τους
Αγίους Τόπους προτού πεθάνει. Στο σχέδιό τους θα συμβάλουν μια βαθύπλουτη
Αγγλίδα, απόμαχη των μυστικιστικών αναζητήσεων, ένας Νιγηριανός μάγος, ένας
Ινδός γυμνοσοφιστής, μια ιερόδουλη και πολλοί φιλοπερίεργοι κάτοικοι του
Αλεντέζου, υπό την απειλητική παρουσία ενός μαζοχιστή ιερέα, ενός νταή
χωροφύλακα κι ενός ερωτοχτυπημένου βοσκού, που εχθρεύονται τον καθηγητή,
καθένας για δικούς του λόγους.
Ένας τίτλος μυθιστορήματος που δεν δείχνει να εξηγείται στο
οπισθόφυλλο, σημαίνει πως το έργο διαθέτει ένα εκρηκτικό μείγμα γεγονότων και
σχολιασμών, που δύσκολα περικλείεται μέσα σε λίγες αράδες.
Σε εκείνους που θα θελήσουν να ξεκινήσουν την ανάγνωση, θα
τους πρότεινα να έχουν κατά νου το κλίμα που δημιουργεί μια ταινία του
Αλμοδόβαρ και την πολλαπλή εστίαση που χρησιμοποιεί ο Πεσόα.
Ο Cruz με μια εντελώς δική του μαεστρία πλάθει τους χαρακτήρες του
έργου και άλλους από αυτούς τους χρίζει κινητήριες δυνάμεις της πλοκής, άλλους
απλώς υποστηρικτές των δικών του θέσεων.
Και μόνο με την αναφορά του ονόματος του Αλμοδόβαρ, νομίζω
πως έκανα σαφές πως πρόκειται για ένα μυθιστόρημα ιδιότυπων παθών και εντελώς
απρόσμενων περιγραφών. Ενώ η μνεία του Πεσόα θα έλεγα πως παραπέμπει σε μια
βασική αφηγηματική γραμμή που αρκετοί ισπανόφωνοι συγγραφείς ακολουθούνε.
Τα δυο κεντρικά πρόσωπα -η νεαρά Ρόζα και ηλικιωμένος
καθηγητής Μπόρζα- έλκουν ολόγυρά τους ένα πλήθος άλλων χαρακτήρων που όλοι
πλέον μαζί -μα και ο καθένας ξέχωρα- περιγράφουν μια περιοχή της Πορτογαλίας με
τρόπο που ενώ δείχνει ρεαλιστικός, στην ουσία δημιουργεί την αίσθηση του
μαγικού τρόπου αφήγησης.
Μαγικός ρεαλισμός; Όχι ακριβώς ή τουλάχιστον όχι με την
γνωστή αναλογία περιεχομένου των δυο λέξεων.
Αλλά ας επανέλθουμε στον τίτλο –«Ο Ιησούς Χριστός έπινε
μπύρα». Η φράση δεν στηρίζεται μόνο σε ιστορική έρευνα, αλλά παράλληλα
σημειώνει πως όλα αξίζει -ίσως και πρέπει- να επαναδιατυπωθούν.
Κι έτσι στη ρήση : Ένας εργολάβος κατασκευάζει ένα σπίτι,
όμως μια γυναίκα κατασκευάζει ένα νοικοκυριό όπου ο αναγνώστης θα βρει μια
παραδοσιακή θέση της σχέσης των δυο φύλων, θα αντιπαρατεθεί μια άλλη παράγραφος
που φωτίζει αλλιώς ότι μπορεί να συνδέει ερωτικά δυο ανθρώπους που είναι
εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους: Ανάμεσά τους υπάρχει ολόκληρη ζωή που δεν
φαίνεται. Η ζωή που έζησε αυτός και εκείνη δεν έζησε. Κρατιούνται χέρι χέρι
αλλά ανάμεσά τους υπάρχει άβυσσος. Απόδειξη για το ότι το Τίποτα όχι απλώς
υπάρχει αλλά είναι πανταχού παρόν, υπάρχει ακόμα και στο δυνατό σφίξιμο του
χεριού κάποιου.
Παρόμοια αποσπάσματα συναντάμε συνεχώς και αναγνωρίζουμε την
ικανότητα του Cruz να πρωτοτυπεί χωρίς να πέφτει σε εκζήτηση.
Θα πρότεινα αυτό το μυθιστόρημα να διαβαστεί με όσο
περισσότερο ανοιχτή ματιά μπορεί κανείς να διαθέσει. Κι αυτό για να μπορέσει
από τη μια να χαρεί τη ροή του λόγου, τα συνήθως σύντομα κεφάλαια που ως
κινηματογραφικά πλάνα διαδέχονται το ένα το άλλα και από την άλλη τις προτάσεις
που προσφέρουν πολλαπλές ερμηνείες της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Μυθιστόρημα που αιματώνεται από τα κληροδοτήματα της
λατινικής λογοτεχνίας και προτείνει μια νέα άποψη αφηγηματικής τεχνικής.
Την μετάφραση την υπογράφει ο Νίκος Πρατσίνης, όπως και τη
εισαγωγή και τις σημειώσεις. Καλός γνώστης όχι μόνο της πορτογαλικής γλώσσας,
αλλά και έμπειρος μεταφραστής, είναι αυτός που πρότεινε την κυκλοφορία του
συγκεκριμένο έργου στη χώρα μας. Λογικά και το αποτέλεσμα της εργασίας του να
είναι απολύτως επιτυχημένο.
(730 λέξεις)
(Βιβλιοδρόμιο, 6/8/2023)