11.4.16

«Δάχτυλα πάνω στο σώμα της» - μια ματιά πάνω στην εναρμόνιση ψυχής και σώματος




γράφει η Ελένη Πριοβόλου  

Θα αρχίσω το κείμενο αυτό  από το επίμετρο του μυθιστορήματος και συγκεκριμένα από τα λόγια της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ που αναγράφονται σε αυτό.
«Ίσως να μην έχει τονισθεί αρκετά ότι το πρόβλημα της ελευθερίας των αισθήσεων κάτω από όλες τις μορφές είναι σε έναν μεγάλο βαθμό ένα πρόβλημα ελευθερίας της έκφρασης.
Ο ίδιος ο συγγραφέας διευκρινίζει στη συνέχεια, ότι η ερωτική συμπεριφορά των ανθρώπων υπήρξε πολλές φορές το κύριο στοιχείο ενεργοποίησης των συγγραφικών του αναζητήσεων και φυσικά της βαθειάς μελέτης και έρευνάς του, όπως φαίνεται και από την παράθεση του επιστημονικού υλικού. Πράγματι, το βιβλίο «δάκτυλα πάνω στο σώμα της», δεν είναι παρά η εναγώνια προσπάθεια μιας γυναίκας να αποδεχθεί τη σεξουαλική της ταυτότητα.
 Υπενθυμίζω  προηγούμενους τίτλους του Μάνου Κοντολέων όπως, «Ερωτική Αγωγή», «Ερωτικές ιστορίες μιας παιδικής ηλικίας», «Σχεδόν Έρωτας». Ούτως ή άλλως ο Μάνος Κοντολέων, θα έλεγα, ότι σε όλα του τα βιβλία τολμά να θίξει θέματα που ενώ καίνε την κοινωνία εξακολουθούν να μπαίνουν κάτω από το χαλί, εθελοτυφλώντας γι’ αυτά ή και αδιαφορώντας.
Ο Μάνος δεν καταπιάνεται με θαρραλέα θέματα μόνο στα βιβλία που γράφει για ενήλικες αναγνώστες αλλά και στα βιβλία για παιδιά και εφήβους.  Θυμίζω «το ταξίδι που σκοτώνει», δημοσιεύτηκε το έτος 1989, όταν το θέμα των ναρκωτικών στη λογοτεχνία, αποτελούσε ακόμα ταμπού. Γενικά η Ελληνική Κοινωνία είναι δύσκαμπτη στην αποδοχή του διαφορετικού, αν και στην λογοτεχνική παραγωγή υπάρχει ένα αξιόλογο υλικό γύρω από το θέμα.
Προσωπικά θα σταθώ λίγο στο βιβλίο της Ντόρας Ροζέττη, «Η Ερωμένη της», που ενώ γράφηκε την εποχή του Μεσοπολέμου, πρόκειται για ένα βιβλίο τολμηρό και επαναστατικό, όχι μόνο για την εποχή του αλλά και για το σήμερα.  Όμως, παρόλο που το βιβλίο της Ροζέττη, έλαβε πολύ καλές κριτικές από τον ίδιο τον εμβριθή Γρηγόριο Ξενόπουλο, εξαφανίστηκε για ογδόντα ολόκληρα χρόνια μέχρι που καθηγήτρια Χριστίνα Ντουνιά, το ανέσυρε από τη λήθη πριν μερικά χρόνια.  Ελπίζω, η συντηρητική λογική της εξέλιξης και ουδόλως της πραγματικής προόδου, να μην πράξει το ίδιο και το βιβλίο «Δάχτυλα πάνω στο σώμα της» να έχει την αποδοχή που του αξίζει.  
Φυσικά δε θα έλεγα πως το βιβλίο του Μάνου Κοντολέων είναι ένα βιβλίο για την ομοφυλοφιλία ή μόνο γι’ αυτό. Πρόκειται για ένα βιβλίο, κοινωνικό, πολιτικό και μια ματιά πάνω στην εναρμόνιση ψυχής και σώματος, τις εσωτερικές και εξωτερικές συγκρούσεις.  Βασίζεται στην επίμονη αναζήτηση ερωτικής ταυτότητας και συμπεριφοράς, αλλά και τον προσδιορισμό της ίδιας της ύπαρξης του ατόμου μέσα στη ζωή. Κυρίως, πρόκειται για ένα βιβλίο ωρίμανσης της γυναίκας ηρωίδας στην πορεία της για την ελευθερία, αφού διαβεί τον Ρουβίκωνα των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων πάνω στα οποία είναι δομημένη η Ελληνική κοινωνία και συνεπώς είναι μπολιασμένα τα άτομα μέλη της.
Από την αρχή του βιβλίου η ηρωίδα, η Λία, διακατέχεται από την ανασφάλεια και το φόβο της αποκάλυψης, του χθόνιου, άπλαστου ακόμα μυστικού, και της ασαφούς αρχικά επιθυμίας.  
 Η Λία είναι μοναχοπαίδι, μεγαλωμένη σε μια συντηρητική Ελληνική οικογένεια, όπου ο πατέρας –πατριάρχης- ελέγχει, προβλέπει και σχεδιάζει μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια τη ζωή και το μέλλον της. Το πρότυπο του «πατριάρχη» πατέρα διατρέχει πολύ μεγάλο μέρος του μυθιστορήματος και καθίσταται ο πρώτος και σημαντικός παράγων στην καθαρή επιλογή του κοριτσιού- αρχικά- και της γυναίκας κατόπιν. Στα πρώτα εφηβικά της χρόνια, η Λία,  δεν έχει τα περιθώρια επαναστάσεων για τη διεκδίκηση της ποθούμενης ελευθερίας. Η μητέρα ασφαλής στη σκιά του άντρα της, συνυπάρχει με τη δική της, ανυπόστατη, δύναμη, αυτή της φωτοσκίασης μιας τακτοποιημένης από κάθε άποψη οικογενειακής ζωής. Από τα χρόνια του Λυκείου, η Λία, αφουγκράζεται τη διττή σεξουαλική της υπόσταση. Πρωτόπλαστα στη αρχή, αφού έρχεται σε εσωτερική σύγκρουση με το οικογενειακό και κοινωνικό στερεότυπο. Η Στέλλα, η επιστήθια έφηβη φίλη, θα είναι και ο πρώτος συνειρμός με την επιθυμία  για άτομα του φύλου της. Και από εδώ αρχίζει μέσα της η ενοχή και η πάλη της επιθυμίας με τον εξωτερικό περίγυρο και κυρίως με την κυρίαρχη μορφή του πατέρα.    
Όπως σε κάθε έφηβο, η αναζήτηση της ελευθερίας ταυτίζεται αρχικά με τη λεγόμενη φοιτητική ζωή. Η Λία βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη σαν φοιτήτρια της οδοντιατρικής. Όπως εξελίσσεται η ιστορία-ζωντανή και εύρυθμη- ενηλικιώνεται και η Λία.  
Ο Μάνος Κοντολέων, με λεπτή σκέψη, χωρίς περιγραφή, αποδίδει με την πινελιά της νύξης, και του κινηματογραφικού πλάνου, το χρώμα και την ατμόσφαιρα της πόλης και των γεγονότων που εξυφαίνουν την ιστορία. Οι αναφορές στους συγγραφείς της Θεσσαλονίκης- Ιωάννου, Χριστιανόπουλος, Ασλάνογλου-κλπ,  συμπληρώνουν τον ιστό μιας πόλης υγρής και σφοδρά ερωτικής. «Οι υγρές πόλεις περιθάλπουν αμαρτίες χωρίς να τις συγχωρούν», γράφει χαρακτηριστικά.
Πρόκειται για ένα βιβλίο ερεθισμού των αισθήσεων, που η μυρουδιά γυναίκας-άνδρα, ρέει διαρκώς σε όλες τις σελίδες, μαζί με την ποίηση και τα μουσικά μοτίβα που παραθέτονται στη ροή των γεγονότων.   Στο βιβλίο, ο πόθος έχει οσμή, η οσμή κυριαρχεί όπως κυρίαρχη είναι και η σημειολογία των χεριών και φυσικά των δακτύλων, σε κάθε ερωτική ιστορία και σε κάθε επαφή της ηρωίδας.  
Το σώμα της Λίας αρχίζει να κάνει τη διαδρομή του σε μια διαρκή κυκλική προσπάθεια αποδοχής και αποσιώπησης της επιθυμίας. Ξεκινάει από την αυτοϊκανοποίηση και την πρώτη ερωτική της εμπειρία με άντρα που τη διαψεύδει κυριολεκτικά, γιατί στην ουσία πρόκειται για βία.
Ακολουθεί η σχέση της με τη «ρεμπέτισσα» Γεωργία. Μια σχέση κατακτητική, σκληρή μέσα στην κορύφωση του ερωτικού πάθους και χειραγωγούμενη από μέρους της Γεωργίας. Τα δάχτυλα πάνω στο σώμα της είναι κτητικά- δάχτυλα χειροπέδες- όπως χαρακτηριστικά υπαινίσσεται ο συγγραφέας.
Μέσα από αυτή τη σχέση η Λία θα γνωρίσει ακόμα και την ρατσιστική επίθεση, από μια ομάδα αντρών που θα τις δουν να φιλιούνται στο δρόμο.
Η αιφνίδια αποχώρηση της Γεωργίας από τη σχέση θα την καταρρακώσει και θα την οδηγήσει στην εσωτερική μοναξιά. Μια μοναξιά που όμως δεν τη ρίχνει στην αβελτηρία αλλά στην αναζήτηση διεξόδου. Σε αυτή την κρίσιμη καμπή, όπου φυσικά με την οικογένεια δεν υπάρχει περίπτωση να την μοιραστεί, έρχεται πάλι ένας άντρας, ο Παύλος, με τον οποίο συνδέεται.  
Στην πορεία της αφήγησης, ο Μάνος εγκιβωτίζει νύξεις που φανερώνουν το δέσιμό του με το παιδικό βιβλίο και την επιτακτική ανάγκη να δημιουργηθούν μέσα από την παιδεία οι μελλοντικοί αναγνώστες μέσω της παιδαγωγικής διαδικασίας. Δεν είναι τυχαίο που ο Παύλος σπουδάζει παιδαγωγικά και αγαπάει εμφανώς τη λογοτεχνία.
Και η διαδρομή του σώματος και του πνεύματος συνεχίζονται και μαζί η εναγώνια αποσιώπηση από το περιβάλλον.  Ο πατέρας αρρωσταίνει από την επάρατο, αλλά μέχρι το τέλος της ζωής του, όπως αναφέρεται,
Συνεχίζει να προστατεύει, να ελέγχει, να καθοδηγεί, να καταδυναστεύει….
Φεύγει από τον Παύλο με το σώμα ακόμα εγκλωβισμένο ανάμεσα στην επιθυμία και τη συγκατάβαση. Δεν αποτολμά ακραίες ρήξεις, δε συμμετέχει ανοιχτά σε διάλογο για την ομοφυλοφιλία.  Ακόμα και μετά το πέρας των σπουδών της, όταν θα επιστέψει στην Αθήνα- αφού στο μεταξύ ζήσει μερικές ακόμα τυχαίες και εφήμερες ομόφυλες συνευρέσεις- δε θα έχει βρει την ταυτότητά της. Η προσπάθειά της διαρκής και εναγώνια κάτι που συντελεί στην στέρηση της πραγματικής απόλαυσης.
Πραγματοποιεί το προκαθορισμένο όνειρο του πατέρα-στο μεταξύ ο ίδιος έχει φύγει από τη ζωή-και αναλαμβάνει το οδοντιατρείο για το οποίο ο πατέρας είχε φροντίσει να βρει  μέχρι και τον διακοσμητή του. Τον Ορέστη. Τον μέλλοντα σύζυγό της. Τον ερωτεύεται, τον  παντρεύεται, ανοίγει το ιατρείο της και  όλα δείχνουν ότι θα αρχίζει μια νέα ζωή και εν μέρει πείθεται και ο αναγνώστης, μέχρι τη νέα ανατροπή που μέλει να είναι καθοριστική για το κλείσιμο του κύκλου.
Δε θα συνεχίσω σχετικά με την υπόθεση του βιβλίου για να γευτεί τις εκπλήξεις του ο αναγνώστης, αλλά στα ζητούμενα που τίθενται και στις απαντήσεις που δεν τις δίνει ο συγγραφέας, παρά αφήνει τον αναγνώστη να τις δώσει. Θα διαβάσω μόνο ένα μικρό και τελευταίο απόσπασμα.
Ο Μάνος Κοντολέων, επιλέγει το θέμα για να θέσει τα ερωτήματά του. Το μυθιστόρημα «δάχτυλα πάνω στο σώμα της», είναι ένα σημερινό βιβλίο. Ένα μωσαϊκό νοοτροπιών και χαρακτήρων, μια εμβάθυνση στο τοπίο της ψυχολογίας των σχέσεων. Ο Μάνος Κοντολέων στέκεται στοργικά στην έννοια γυναίκα και κριτικά στην ανδροκρατούμενη κοινωνία. Θέτει ζητήματα πολιτικής σκέψης, φεμινισμού και ακτιβισμού. Δεν κρίνει ούτε καθοδηγεί. Αφήνει ελεύθερο τον αναγνώστη να πάρει τη δική του θέση, ένα από τα προτερήματα που μετουσιώνουν ένα ανάγνωσμα σε καλή λογοτεχνία.
(Παρουσίαση του μυθιστορήματος στο βιβλιοπωλείο ‘Νέος Κύκλος’, στον Πειραιά, 18/3/2016)