30.11.18

Άντριαν Βέχμπιου «Οι παρεμβάσεις του κ. Σιούτη»


Άντριαν Βέχμπιου
«Οι παρεμβάσεις του κ. Σιούτη»
Μετάφραση: Ελεάνα Ζιάκου
Εκδόσεις Πληθώρα

  


Με όχημα τη λογοτεχνία μπορείς να γνωρίσεις τον εαυτό σου* να επικοινωνήσεις με τον άλλον* να κατανοήσεις τον γείτονα.
Εν τέλει η λογοτεχνία φέρνει κοντά άτομα και ομάδες.
Προσφέρει ουσιαστικές προσεγγίσεις –αμβλύνει διαφωνίες, ξεκαθαρίζει ιδεοληψίες και γεφυρώνει χάσματα ιδεολογικά.
Ως λαός δεν μπορεί κανείς μας να ισχυριστεί πως ανήκουμε σε εκείνους  που διαβάζουμε πολύ λογοτεχνία. Παρόλα αυτά και αναλογικά με τον πληθυσμό μας είναι ιδιαιτέρως πολλά τα λογοτεχνικά βιβλία που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά –κυρίως από τις κεντρικές χώρες και γλώσσες του δυτικού πολιτισμού (ΗΠΑ, Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία) και με αξιοπρεπή εκπροσώπηση ακόμα λογοτεχνικά κείμενα από Ιαπωνία, Κίνα, Λατινική Αμερική…
Θα περίμενε, λοιπόν, κανείς από το αναγνωστικό κοινό της Ελλάδας να έδειχνε ουσιαστικό ενδιαφέρον και προς τις λογοτεχνίες όμορων εθνών –Βουλγαρίας, ας πούμε. Αλβανίας.
Αλλά δε συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το γιατί νομίζω πως είναι ένα μεγάλο ερώτημα και δεν θεωρώ μήτε τον εαυτό μου προετοιμασμένο  να αναζητήσει και να προτείνει ερμηνείες.
Αλλά δεν μπορώ να μην το σκεφτώ καθώς διαβάζω το βιβλίο «Οι παρεμβάσεις του κ. Σιούτη».
Η Αλβανική Λογοτεχνία έχει με αρκετούς συγγραφείς δώσει το παρόν της στα  δικά μας βιβλιοπωλεία.
Βέβαια θα πρέπει να παραδεχτώ πως δεν μπορώ να υποστηρίξω μήτε και αυτό το  ‘αρκετούς’ που έγραψα, μιας στην ουσία αγνοώ πόσοι είναι οι σύγχρονοι αλβανοί συγγραφείς, έτσι ώστε να θεωρήσω αρκετούς  ή όχι εκείνους που είχαν την τύχη ή την ευκαιρία να δούνε έργα τους να μεταφράζονται στα ελληνικά.
Ασφαλώς πασίγνωστος –και δικαιολογημένα- ο Κανταρέ.  Πρόχειρα ανακάλυψα και κάποιους άλλους – από τον πλέον ηλικιωμένο Mustafa Besnik (1958) έως τη νεοτάτη Fationa Muca (1988). Αλλά και τους Virion Graci (1968), Ben Blushi (1969) κ.α. –όλοι τους γεννημένοι πριν τις πολιτικές αλλαγές που συνέβησαν στην χώρα τους.
Αλλά κανείς δεν έτυχε μιας κάπως πλατύτερης αναγνωστικής  συμπάθειας εκ μέρους των αναγνωστών μας.
Βέβαια υπάρχει –δεν πρέπει μέσα σε αυτόν τον προβληματισμό να μην τον αναφέρουμε- ο Τηλέμαχος Κώτσιας, ο οποίος με συνεπή ποιότητα γράφει για τη ζωή των ελλήνων που γεννήθηκαν και ζούνε στην Αλβανία.  Και τα έργα του έχουν αγαπηθεί. Αλλά είναι έργα γραμμένα από τη σκοπιά μιας μειονότητας.
Με άλλα λόγια θα μπορούσα να ισχυριστώ πως ως έλληνες αναγνώστες δεν έχουμε και τόση διάθεση να πλησιάσουμε τους γείτονές μας.
Εγώ, τουλάχιστον, δεν είχα αυτή τη διάθεση. Θα έλεγα πως δεν έβρισκα νόημα κάτι τέτοιο να το επιχειρήσω. Αισθανόμουνα αναγνώστης και συγγραφέας της Δύσης…. Όχι Βαλκάνιος.
                              ***********
Σκέψεις όλα αυτά που μου δημιουργήθηκαν μετά από την ανάγνωση του βιβλίου του Άντριαν Βέχμπιου.
Ο συγγραφέας  γεννήθηκε στα Τίρανα αλλά εδώ και χρόνια ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη. Μα η συγγραφική του παρουσία είναι έντονη στην Αλβανία τόσο με τα βιβλία του, τόσο και με άρθρα του στον εκεί καθημερινό τύπο κλπ.
Το βιβλίο έχει τον τίτλο  «Οι παρεμβάσεις του κ. Σιούτη»  και είναι μια συλλογή…
Αλήθεια τι είδους συλλογή; Ας ξεκινήσω από αυτό το ερώτημα.
Τα μικρά κείμενα που υπάρχουν στο βιβλίο αυτό πως μπορεί  λογοτεχνικά να χαρακτηριστούνε;
Σαφώς όχι διηγήματα. Και μήτε  καν αφηγήματα. Δεν έχουν πλοκή, δεν έχουν συμπυκνωμένη συναισθηματική ένταση.
Χρονογραφήματα, λοιπόν; Νομίζω πως ναι κι άλλωστε αγαπώ το είδος αυτό μιας και έχω μεγαλώσει με αντίστοιχα κείμενα του Παύλου Νιρβάνα, του Παύλου Παλαιολόγου, της Ελένης Βλάχου…
Στις μέρες μας θα έλεγα πως το είδος αυτό μάλλον έχει εξαφανιστεί ή έστω έχει μεταλλαχτεί σε κάτι άλλο –σχολιασμοί που δεν μπαίνουν στο βάθος του γεγονότος, αλλά απλώς το περιγράφουν.
Ως χρονογραφήματα, λοιπόν, διάβασα τα κείμενα της συλλογής.
Αλλά ας θυμηθούμε πως ακριβώς χαρακτηρίζεται το χρονογράφημα, να θυμηθούμε τα στοιχεία ταυτότητάς του – Να προκαλεί συγκίνηση, να περιγράφει συνθήκες, να σχολιάζει. Με τον δικό του τρόπο να αφυπνίζει.
Ο Βέχμπιου με τα κείμενά του όλα αυτά τα επιτυγχάνει. Και έχει, μάλιστα, βρει ένα εύστοχο εύρημα να τα υλοποιήσει. Τον κ. Σιούτη.
Ο εν λόγω κύριος, είναι μιας κάποιας ηλικίας και ασφαλώς διαθέτει μια πλατιά όσο και βαθιά γνώση μα και αντίληψη των συνθηκών που επικρατούν στη χώρα του αλλά και σε όλη τη Γη.
Στοχαστής και φιλόσοφος. Και τους στοχασμούς του τους μοιράζεται με ένα ακροατήριο που μαζεύεται γύρω του, μέσα σε κάποιο καφενείο.
Τις σκέψεις του δεν τις μαθαίνουμε κατευθείαν από αυτόν τον ίδιο. Ο Βέχμπιου με ένα άλλο ακόμα εύρημα, βάζει το ακροατήριο  του κ. Σιούτη να μας αφηγείται τις σκέψεις και τις απόψεις του. Και μάλιστα η εξιστόρηση γίνεται στο πρώτο πληθυντικό πρόσωπο. Δεν είναι οι απόψεις του ατόμου, αλλά του κοινωνικού συνόλου –απόψεις  πάνω στο τι ειπώθηκε αλλά και στο πως αυτό εισπράχθηκε από την ομάδα.
Να ,λοιπόν, που το γνωστό ύφος και η κλασική δομή του χρονογραφήματος, εδώ κατά κάποιο τρόπο μετατοπίζει το κέντρο της ματιάς της. Από τον ένα στους πολλούς. Από τον δάσκαλο στους μαθητές. Πρωτότυπη άποψη και με ιδιαίτερο κοινωνικό βάρος.
Τα όσα ο κ. Σιούτης αφηγείται έχουν μια ποικιλία προελεύσεων. Όλα μαζί συνθέτουν το παρόν και το παρελθόν, μα και το μέλλον μιας κοινωνίας. Ο κ. Σιούτης τελικά διδάσκει με ένα τρόπο που έχει τις ρίζες του στην αρχαιότητα.
Η Πλατωνική Ακαδημία έρχεται στο νου μας, μόνο που εδώ –να ένα ακόμα εύρημα- οι διάλογοι δεν γίνονται κατά τη διάρκεια περιπάτων, αλλά όσην ώρα οι ακροατές του κ. Σιούτη απολαμβάνουν τον εσπρέσο τους.
Ο κ. Σιούτης αναλύει, επεξηγεί με τρόπους συναρπαστικούς τις δομές μιας χώρας. Γειτονικής μας, αλλά δεν είναι μόνο η διάθεση να γνωρίσουμε τους γείτονες που μας κάνει να διαβάζουμε απνευστί τα κείμενα. Είναι γιατί ενώ αναφέρονται σε συγκεκριμένη περιοχή, παράλληλα αφορούν μια ολόκληρη εποχή, αφορούν όλα τα Βαλκάνια, όλη την Ευρώπη. Όλη τη Δύση.
Κι έτσι είναι το σωστό. Από το Μέρος στο Όλον και από το Όλον πίσω στο Μέρος.
Θα σταθώ σε δυο κείμενα για να αποδείξω αυτή τη σύνδεση –σχέση.
Στο χρονογράφημα που μιλά για τη μετάβαση από τον τούρκικο καφέ στον εσπρέσο, διαβάζουμε
…Ο εσπρέσο επικράτησε τελευταία, αντικαθιστώντας ή μάλλον για να αντικαταστήσει την Τουρκία με την Ιταλία, την Ανατολή με τη Δύση, σα να θέλει να μας πει ότι μαζί με την τεχνική παρασκευής του καφέ αλλάζει κι ο τρόπος που βλέπουμε το μέλλον: δεν το βλέπουμε πια ως κρυπτογραφημένο μήνυμα που περιμένει την ανάγνωση από ειδικούς, αλλά ως χαοτικό νεφέλωμα που πλέον δεν μπορεί να διαβαστεί.
Ενώ σε ένα άλλο με τον τίτλο «Ο κ. Σιούτης δεν αποφεύγει τη χυδαιότητα χάριν της ιστορικής  ακρίβειας» αφού γίνει περιγραφή  με γλαφυρό τρόπο της κολονοσκόπησης  μιας εργάτριας (τον καιρό του αλβανικού υπαρκτού σοσιαλισμού) από γνωστό και σοβαρό γιατρό και που κατά τη διάρκεια της εξέτασης ο γιατρός διαβάζει στην περιπρωκτική περιοχή της εργάτριας την είδη του θανάτου σημαντικού κινέζου πολιτικού (κι αυτό λόγω της χρήσης την εποχή εκείνη χαρτιού εφημερίδας για τον καθαρισμό του πρωκτού), ο εκ μέρους όλων των ακροατών του κ. Σιούτη αφηγητής καταλήγει :
Ο κ. Σιούτης γέλασε και είπε, την εποχή του κομμουνισμού ήταν οι εφημερίδες εκείνες που αποτυπώνονταν στα οπίσθιά μας, τώρα είναι τα οπίσθια (αν και όχι τα δικά μας) που αποτυπώνονται στις εφημερίδες.

https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/11095-paremvaseis-siouth-kontolewn