William Melvin Kelley
Ένας
διαφορετικός τυμπανιστής
Μετάφραση:
Γιώργος – Ίκαρος Μπαμπασάκης
Μεταίχμιο
Η
μετά θάνατον πλατιά αναγνώριση του έργου ενός καλού συγγραφέα ο οποίος την
εποχή που ζούσε δεν προσέχθηκε όσο θα του άξιζε, ασφαλώς είναι ένα γεγονός που
βοηθά τη λογοτεχνία να προχωρεί πιο πέρα τις αισθητικές, δομικές και
θεματικές επιλογές της.
Όπως
επίσης προσφέρει και στους αναγνώστες την ευκαιρία να γνωρίσουν κείμενα που θα
διευρύνουν τους αναγνωστικούς τους ορίζοντες.
Αλλά
στον ίδιο, βέβαια, τον συγγραφέα το γεγονός της …ανάστασης των έργων του
καθόλου δεν τον ενδιαφέρει.
Η
υστεροφημία για την οποία σχεδόν όλοι -και κάθε είδους- καλλιτέχνες πασχίζουν κατά
τη διάρκεια της ζωής τους, είναι μια συνθήκη την οποία οι ίδιοι δεν θα την
απολαύσουν.
Παραλλάσσοντας
κάπως τη ρήση του Σαρτρ μπορεί κάποιος συγγραφέας να ισχυριστεί πως η
υστεροφημία του έργου μου δεν με αφορά* αφορά τους άλλους.
Σκέψεις
οι πιο πάνω που αυθόρμητα δημιουργούνται από την ανάγνωση του
μυθιστορήματος «Ένας διαφορετικός
τυμπανιστής» και τη γνωριμία με τον
συγγραφέα του William Melvin Kelley.
Ο
Kelley γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη το 1937 και πέθανε στην ίδια πόλη το
2017.
Πέντε
όλα κι όλα ήταν τα βιβλία που έγραψε από το 1962 που κυκλοφόρησε το «Ένας
διαφορετικός τυμπανιστής» έως το θάνατό του.
Με
το πρώτο του έργο εντυπωσίασε.
Αλλά
ο πρώτος εντυπωσιασμός δεν είναι πάντα βέβαιο πως προσφέρει και την συνέχεια
μιας αναγνώριση στα επόμενα έργα.
Το
βιβλίο ξάφνιασε καθώς είχε την ιδιαιτερότητα να είναι γραμμένο από ένα έγχρωμο
και να σχολιάζει βασικά τον τρόπο ή καλύτερα τους τρόπους που οι λευκοί βλέπουν
τους έγχρωμους.
Μετά
το πρώτο ξάφνιασμα πολλοί ήταν οι αναγνώστες εκπρόσωποι της λευκής φυλής που
δεν δεχόντουσαν να αναλύονται από ένα μη λευκό. Την ίδια στιγμή και οι έγχρωμοι
δεν ήταν έτοιμοι να αποδεχτούν κρίση γι αυτούς από λευκούς -έστω και ως ήρωες ενός
μυθιστορήματος.
Ήταν
η εποχή της μαζικοποίησης και πολιτικοποίησης του κινήματος των μαύρων, ήταν η
εποχή του Λούθερ Κινγκ και κάθε αντίδραση προς το κατεστημένο όφειλε να είναι
κάτω ή εντός ενός μαζικού και απόλυτα
σχεδόν προγραμματισμένου προγράμματος διεκδίκησης.
Αντίθετα
ο Kelley με το μυθιστόρημά του αυτό θέτει το ζήτημα όχι της μαζικής αντίδρασης και
από τις δυο πλευρές, αλλά φωτίζει το
ατομικό σθένος που αξίζει να υψωθεί και να διεκδικήσει την ανθρώπινη υπόστασή
του και άρα να αγωνιστεί για την εδραίωση μιας αυτοεκτίμησης.
Η
ιστορία που αφηγείται είναι απλή.
Σε
μια περιοχή του Νότου των ΗΠΑ, ένας μαύρος αγρότης αφού πρώτα αγοράζει ένα
μέρος γης από την οικογένεια στην οποία όλοι οι προγονοί του υπήρξαν σκλάβοι
της, στη συνέχεια σπέρνει με αλάτι το
χωράφι, βάζει φωτιά στην αγροικία
του και μαζί με την οικογένειά του
φεύγει.
Πράξη
που οι λευκοί κάτοικοι της περιοχής στην αρχή αδυνατούν να την κατανοήσουν και
στη συνέχεια -καθώς παρατηρούν πως το ίδιο αρχίζουν να κάνουν και όλοι οι
υπόλοιποι μαύροι κάτοικοι του τόπου
τους- αισθάνονται πως αμφισβητείται η κατοχυρωμένη
κοινωνική ιεραρχία.
Η
αντίδρασή τους θα είναι βίαια -όσο βίαιη και απάνθρωπη μπορεί να είναι η όποια
μαζική έκφραση φόβου μπροστά σε ότι αμφισβητεί.
Πάνω
σε αυτόν τον καμβά ο Kelley στήνει ένα πολυφωνικό μυθιστόρημα. Οι αφηγητές είναι
κυρίως μέλη της σημαντικότερης και ιστορικότερης οικογένειας της περιοχής που
είχε στην κατοχή της ολόκληρες εκτάσεις.
Μέσα
από τις δικές τους αφηγήσεις ο Kelley βρίσκει την ευκαιρία να περάσει το μήνυμά
του – η ατομική αξιοπρέπεια πρέπει να
προηγείται της όποιας μαζικής αντίδρασης. Διαφορετικά τα άτομα παραμένουν εξαρτημένα και δεν μετατρέπονται σε
ξεχωριστούς όσο και συνειδητούς εκφραστές ιδεών και απόψεων.
Σήμερα
το μήνυμα αυτό είναι όχι μόνο επίκαιρο, αλλά και πάντα επικίνδυνο για την
-όποια τοπική ή παγκοσμιοποιημένη- άρχουσα τάξη.
Και
τότε φαίνεται πως ήταν.
Άλλωστε
ο ίδιος ο Kelley ήταν μια ιδιαίτερη προσωπικότητα. Θέλησε να δημιουργήσει μέσα
σε συνθήκες που ο ίδιος θα καθόριζε, έφυγε από την Νέα Υόρκη μαζί με τη γυναίκα
και τα παιδιά τους, ζήσανε κάποια χρόνια
στο Παρίσι, περάσανε στη συνέχεια στη Σενεγάλη αναζητώντας τις ρίζες τους και
στο τέλος επέστρεψαν στη Νέα Υόρκη, όπου ο Kelley δίδαξε δημιουργική γραφή σε
κολεγιακό επίπεδο έως τη μέρα που πέθανε αφού παράλληλα αντιμετώπιζε και σοβαρά
προβλήματα υγείας.
Κατά
τη διάρκεια των τελευταίων χρόνων της ζωής του και αφού είχαν ήδη κυκλοφορήσει
και τα υπόλοιπα βιβλία του, βραβεύτηκε για τη συνολική του προσφορά.
Στην
ουσία το όλο εκδοτικό – αναγνωστικό κύκλωμα τον είχε αγνοήσει.
Σήμερα
και με τις ραγδαίες εξελίξεις που έχουν φέρει οι νέες συνθήκες πολιτικών
πρακτικών, το έργο του και η στάση του επανέρχονται στην επικαιρότητα.
Άλλωστε
φαίνεται πως η εποχή μας δεν είναι έτοιμη να κυοφορήσει -και ασφαλώς μήτε και
να γεννήσει- συγγραφείς που θα ανατρέπουν με τις ιδέες τους κοινωνικές
καταστάσεις. Στην Αμερική τουλάχιστον αυτό ή κάτι περίπου σαν αυτό συμβαίνει. Όμως
τα άτομα βιώνουν την ανάγκη μιας εσωστρεφούς αναζήτησης ταυτότητας κι έτσι
ανατρέχουν σε όσους συγγραφείς πριν από
κάποια χρόνια είχαν κάτι προτείνει που δεν είχε προσεχθεί όσο θα του άξιζε.
Απόηχος
αυτής της τάσης φτάνει και σε εμάς κι έτσι πριν από δυο χρόνια, για παράδειγμα,
είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε το «Ο
κύριος Στόουνερ» του John Williams,
αλλά και άλλα μυθιστορήματα συγγραφέων που όσο ζούσανε κυκλοφορούσαν εκδοτικά στη
σκιά των άλλων, γνωστών … γιγάντων.
Επανερχόμενοι
στο «Ένας διαφορετικός τυμπανιστής» θα πρέπει να σημειώσουμε την απλή γλώσσα με
την οποία είναι γραμμένο και η οποία καταφέρνει να μεταδώσει όλη την διαχρονική
-εν τέλει- ατμόσφαιρα του αμερικάνικου νότου.
Το
έργο καταλήγει σε μια περιγραφή άγριου μαζικού λιντσαρίσματος που σε καθηλώνει
χωρίς μήτε μια στιγμή να ζητά τη βοήθεια του εύκολου εντυπωσιασμού.
Η
απόδοση όλων αυτών των στοιχείων στη γλώσσας μας ευτύχησε να έχει υλοποιηθεί με
την πείρα του Γιώργου – Ίκαρου Μπαμπασάκη.
(Βιβλιοδρόμιο
Νέων -20/3/2021)