4.9.09

Οι πειραματισμοί με ελκύουν


Λεβάντα της Άτκινσον...
Τέταρτη Εποχή...
Λεβάντα...
Τέταρτη...
Άτκινσον...
Εποχή...
(Συνέντευξη στην Ειρήνη Μπέλλα – «Φιλολογική Βραδυνή», 14/8/2009)
Καταξιωμένος συγγραφέας ο Μάνος Κοντολέων δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Είναι από τις μοναδικές περιπτώσεις έλληνα συγγραφέα που έχει μια έντονη παρουσία σε πολλά είδη λογοτεχνίας.
Πάντα μας ξαφνιάζει με την ευχέρεια με
την οποία μπορεί να κινείται στο χώρο του παιδικού και εφηβικού βιβλίου, αλλά και σε αυτόν του θεάτρου, του μυθιστορήματος και του διηγήματος.
Διαθέτοντας πάντα τη δυναμική να πειραματίζεται, να μη μένει ποτέ στάσιμος, αναζητά νέες φόρμες και τρόπους έκφρασης. Με το νέο του μυθιστόρημα»Λεβάντα της Άτκινσον» (Εκδόσεις Πατάκη) ανοίγει αυτή τη φορά τους συγγραφικούς λογαριασμούς του με το ίδιο του το έργο, μετασχηματίζοντας το θεατρικό του «Τέταρτη Εποχή» σε μυθιστόρημα.
Διερευνά τη σχέση του ίδιου του θεατρικού του ζευγαριού, της Κλέας και του Μενέλαου, μέσα από την τεχνική του μυθιστορήματος, θέτοντας στον εαυτό του μια σειρά από δεσμεύσεις: ίδιοι ήρωες, ίδιος αφηγματικός χρόνος.
Ο ίδιος μιλά στη «Φιλολογική Βραδυνή» για το συγγραφικό του στοίχημα.

Η Λέβάντα Άτκινσον δεν πρόκειται για ένα απλό μυθιστόρημα. Με την έννοια ότι βασίστηκε σε ένα προηγούμενο θεατρικό σας έργο. Θέσατε μάλιστα στον εαυτό σας μια σειρά από δεσμεύσεις: ίδιοι ήρωες, ίδιος αφηγηματικός χρόνος.
Όλα αυτό το εγχείρημα μας γεννά μια σειρά από ερωτήματα;

1. Ποια ανάγκη σας ώθησε να ξαναπιάσετε μια ιστορία που ήδη έχετε αφηγηθεί μέσω ενός άλλου λογοτεχνικού είδους;


Είναι γεγονός πως οι πειραματισμοί με ελκύουν. Και στο πλαίσιο ενός πειραματισμού έγραψα το θεατρικό Η Τέταρτη Εποχή - ήθελα να διαπιστώσω αν μπορώ να εγκαταλείψω την άνεση του πεζογράφου και να γράψω κάτω από την συμπιεσμένη τεχνική ενός θεατρικού συγγραφέα. Αλλά όταν το θεατρικό τελείωσε, διαπίστωσα πως τα πρόσωπα του έργου εξακολουθούσαν να υπάρχουν μέσα και γύρω μου. Λες και μου ζητούσαν να χαρίσω και σε αυτά τον άνετο χώρο έκφρασης που είχα στο παρελθόν προσφέρει στους άλλους ήρωές μου. Κι εγώ τους άκουσα, τους έκανα το χατίρι. Αλλά επειδή, όπως είπαμε, πάντα οι πειραματισμοί με ελκύουν, αποφάσισα το μυθιστόρημα που θα έγραφα να είχε κάποιους περιοριστικούς κανόνες. Μυθιστορηματικός χρόνος αφήγησης ίδιος με αυτόν του θεατρικού και οι διάλογοι του μυθιστορήματος μόνο αυτοί που ήταν και μέσα στο θεατρικό έργο. Με άλλα λόγια συνέχισα να ανιχνεύω τεχνικές αφήγησης και να πειραματίζομαι σε νέες δομές.

2. Γιατί υποβάλλατε τον εαυτό σας σε αυτούς τους περιορισμούς;

Μου αρέσει να παίρνω ρίσκα. Όταν θεωρώ πως έχω κατακτήσει μια τεχνική αφήγησης, αμέσως ψάχνω να βρω μια άλλη. Μπορεί να αποτύχω, αλλά από την άλλη αισθάνομαι πως αν ακολουθώ συνέχεια τον ίδιο συγγραφικό δρόμο θα είναι μια ρουτίνα για μένα και κάτι το βαρετό για τον αναγνώστη μου –έστω αυτόν τον ιδεατό αναγνώστη που κάθε συγγραφέας πιστεύει πως υπάρχει κάπου κρυμμένος.
Άλλωστε ακριβώς και γι αυτό το λόγο της συνεχούς ανανέωσης και ανίχνευσης άλλοτε γράφω για ενήλικες, άλλοτε για εφήβους και άλλοτε για παιδιά. Συνεχείς πειραματισμοί, κατακτήσεις, πισωγυρίσματα ίσως… Πάντως προσωπικά δεν πλήττω.

3. Οι ίδιοι διάλογοι, ο ίδιος αφηγηματικός χρόνος δεν δεσμεύει ένα συγγραφέα;

Α, πολύ. Πραγματικά έπρεπε να ανακαλύψω τι κρύβεται πίσω από τις λέξεις, τις φράσεις και το πότε, μα και το γιατί αυτές λέγονται. Αλλά ενώ αυτοπεριοριζόμουνα στο πλάτος της αφήγησης, έφτανα σε ολοένα και μεγαλύτερα βάθη κατανόησης των ηρώων μου. Τελικά λειτούργησα κάπως παραπλανητικά… Τον ξεγέλασα τον χρόνο. Η «Λεβάντα της Άτκινσον» δεν παρουσιάζει το πως το παρελθόν καθορίζει το παρόν μας, αλλά αντίθετα είναι το παρόν που αναπλάθει το παρελθόν για να μπορέσει να προχωρήσει προς ένα μέλλον που επιλέγει.

4. Ο πειραματισμός της γραφής έχει βαρύνουσα σημασία για ένα συγγραφέα;

Για μένα, ναι έχει. Πειραματίζομαι σημαίνει πως συνεχώς προσπαθώ να δω τα γεγονότα με μια άλλη ματιά. Γιατί η μορφή στην λογοτεχνία καθορίζει όχι τόσο το τι περιγράφεται, όσο το τι φωτίζεται, υπονοείται ή αποκρύπτεται. Η λογοτεχνία είναι συνεχείς φωτοσκιάσεις και οι κατά καιρούς συγγραφικοί πειραματισμοί είναι ανιχνεύσεις νέων συγκινήσεων, ίσως και νέων σιωπών.

5. Στο μυθιστόρημα σας εστιάζεται στη φθορά των σχέσεων ενός ζευγαριού. Η εποχή της Διάλυσης ή του Συμβιβασμού μπορεί να γίνει και η εποχή της Αναγέννησης;

Όλα είναι στα δικά μας χέρια. Κάθε εποχή για τον κάθε ζευγάρι και κάτι άλλο μπορεί να σημαίνει, δίπλα σε αυτό που είναι κοινά αναγνωρίσιμο. Πάντως άλλη η δυναμική της εποχής της Διάλυσης ενός δεσμού και άλλη εκείνη του Συμβιβασμού.
Οι δικοί μου συγκεκριμένοι ήρωες –ο Μενέλαος και η Κλέα- μήτε διαλύουν τη σχέση τους, μήτε και συμβιβάζονται. Αναπροσαρμόζονται θα έλεγα, γιατί το να πω αναγεννώνται ίσως να είναι ιδιαίτερα αισιόδοξο. Και όταν πια κανείς ζει τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του (όπως οι ήρωές μου) μάλλον έχουν διάθεση προσαρμογής και όχι αναγέννησης.

6. Είναι αναπόφευκτη η φθορά στον έρωτα; Πώς μπορεί να διασωθεί;

Φθείρεται κάτι που ή είναι στατικό ή διανύει μια συγκεκριμένη πορεία –από τη γέννηση, πχ , στον θάνατο. Αλλά ο Έρωτας (παρακαλώ το έψιλον με κεφαλαίο) δεν έχει στοιχεία στατικότητας μήτε και φθοράς. Ξαφνικά εμφανίζεται, ξαφνικά εξαφανίζεται. Αν έχει αφήσει απόγονό του, αυτό εξαρτάται από το πόσο καρπερό ήταν το έδαφος που κυκλοφόρησε. Με άλλα λόγια στο ζευγάρι εναπόκειται αν ο Έρωτάς τους (πάντα το έψιλον με κεφαλαίο) θα αναγεννάται. Στην περίπτωση του Μενέλαου και της Κλέας αυτό έχει γίνει κατορθωτό μέσα από ένα παιχνίδι, μέσα από τη σκηνοθεσία των δικών τους στιγμών –αυτών που έζησαν και αυτών που επιλέγουν να ζήσουν. Πραγματοποιούν, δηλαδή, αυτό που πιο πάνω είπα. Σχεδιάζουν το μέλλον τους βασισμένοι σε ένα νέο τρόπο ανάγνωσης του παρελθόντος τους.

7. Πέρα από τον έρωτα αυτή τη φορά εισχωρείτε και στο θεσμό της οικογένειας. Ποια είναι η άποψη σας;

Η οικογένεια είναι ένα κύτταρο. Είναι και ένας θεσμός. Ως κύτταρο μπορεί να αυτοαναπαρχθεί ή να ενωθεί με ένα άλλο κύτταρο. Ως θεσμός μπορεί να καταπιέσει, να ευνουχίσει, μα και να στηρίξει, να παρηγορήσει.
Το τι είδους οικογένεια φτιάχνουμε ή δεχόμαστε να είμαστε μέλη της, εξαρτάται από τις απόψεις μας, αλλά και από τις αδυναμίες μας.

8. Με ποιον από τους δυο ήρωες είστε πιο κοντά;

Θα έλεγε κανείς με τον άντρα. Τον Μενέλαο. Αλλά και η Κλέα μπορεί να εκφράζει τη θηλυκή πλευρά μου. Μπορεί ακόμα και τα δυο παιδιά –η Αντιγόνη και ο Δήμος – κάτι πολύ δικό μου να αρπάξανε.
Τελικά είναι ένα μυθιστόρημα στο οποίο και κυκλοφορώ στο αίμα των ηρώων του και συγχρόνως είμαι πολύ μακριά τους.
Όσο το έγραφα –ίσως γιατί με απασχολούσε πολύ η τεχνική αφήγησης του, όπως και πιο πριν εξήγησα- δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο πολύ δικό μου ήταν. Το έβλεπα περισσότερα ως πείραμα. Αλλά τώρα που έχει πια ολοκληρωτικά και τελεσίδικα φύγει από την όποια συγγραφική μου επιρροή, τώρα το αισθάνομαι… Ναι, ας το ομολογήσω ! Είναι το πιο αγαπημένο μου βιβλίο.