Ίλι Ντεμνέρι
«Θυμάμαι»
Μετάφραση: Ελεάνα Ζιάκου
Εκδόσεις Πληθώρα
Ο Ιλί Ντεμνέρι γεννήθηκε στα Τίρανα το 1961.
Σπούδασε αρχικά σκηνοθεσία στην πατρίδα του και στη συνέχεια
στο Παρίσι έκανε μεταπτυχιακές σπουδές. Στη γαλλική πρωτεύουσα πλέον ζει μαζί
με την οικογένειά του.
Η συλλογή μικρών κειμένων κάτω από τον τίτλο «Θυμάμαι» που
κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πληθώρα, είναι μια επιλογή κειμένων από τους δυο
τόμους με το ίδιο τίτλο που ο συγγραφέας έχει στο παρελθόν εκδώσει.
Η βασική ιδέα συγγραφής αυτών των κειμένων -συχνά μπορεί να
αποτελούνται και από λίγες, ελάχιστες φράσεις- είναι το πως μπορεί να
περιγραφεί η περίοδος μιας πόλης και μιας χώρας μέσα από τις μνήμες ενός
ανθρώπου που έζησε εκείνη την περίοδο σε εκείνη τη χώρα.
Η ατομική μνήμη είναι η εμπειρία του καθένα μας. Εμπειρία
και γνώση* συναισθήματα και ιδεολογικές τοποθετήσεις. Ο καθένας μας είμαστε
δημιούργημα των όσων έχουν εγγραφεί στη μνήμη μας.
Μα όσο κι αν οι μνήμες κάθε ανθρώπου μπορεί να είναι
διαφορετικές από τις αντίστοιχες άλλων, στην ουσία όλες τους έχουν δημιουργηθεί
από τις επεμβάσεις ενός κοινωνικο-πολιτικού συστήματος στη ζωή μας.
Οπότε η μνήμη καθενός περιγράφει και την εποχή που έζησε.
Και μάλιστα, έχει τη δυνατότητα να την περιγράψει από μια αρκετά διαφορετική σκοπιά απ΄ ότι οι επίσημες
καταγραφές της Ιστορίας.
Θυμάμαι που ψυθιριζόταν ότι, όταν ο Πρωθυπουργός Μεχμέτ
Σέχου είχε πει στον Σκεντέρ Σαλάκου (δημοφιλή αλβανό κωμικό ηθοποιό) «Έλα, πες
μας κανένα απ΄τα καυστικά ανέκδοτά σου», επωφελούμενος της ιδιότητας του ως
κωμικού, ο Σκεντέρ αποκρίθηκε: «Να, Σύντροφε Πρωθυπουργέ, πριν το λέγαμε
Χασάπικο και μέσα έβρισκες κρέας. Τώρα το λέμε Κρεοπωλείο και μέσα βρίσκεις
μόνο τον χασάπη» (σελ. 22)
Αυτές οι μικρές αναμνήσεις ξεκινάνε όλες με τη λέξη
‘Θυμάμαι’ κι άλλοτε έχουν μια σκωπτική
διάθεση, όπως αυτή που μόλις πριν αντιγράφτηκε, και που μέσα από αυτήν
περιγράφεται ένα ολόκληρο σύστημα, μα άλλοτε πάλι το ‘Θυμάμαι’ οδηγεί το
υποκείμενο σε πλέον προσωπικές στιγμές.
Θυμάμαι το δωμάτιο μου τον χειμώνα. Πολύ κρύο. Γδυνόμουν
πιο γρήγορα κι από χαρακτήρα ταινίας του Τσάπλιν και χωνόμουν βιαστικά στο
κρεβάτι… τα σκεπάσματα, ακόμα πιο παγωμένα. Μπρρ…! Και τώρα που το θυμάμαι με
πιάνουν ρίγη.(σελ. 23)
Κι έτσι μέσα από τις εντελώς προσωπικές αναμνήσεις του συγγραφέα, ο αναγνώστης κυκλοφορεί σε
μέρες προηγούμενης εποχής.
Χαρακτηριστά ο αλβανός συγγραφέας Ντασνόρ Κοκονόζι, στο
σημείωμα του που παρατίθεται στο τέλος της συλλογής, μεταξύ των άλλων
σημειώνει: Στην ουσία πρόκειται για εποχή που θα άξιζε να ξεχαστεί, αν δεν
ίσχυε ταυτόχρονα το αξιοσημείωτο γεγονός ότι όσοι τη βιώσαν δεν είχαν επιλέξει
με τη βούλησή τους το πολιτικό καθεστώς που είχε εγκαθιδρυθεί στην Αλβανία
Και νομίζω πως με αυτήν την επισήμανση γίνεται ολοφάνερο το
πόσο το άτομο μπορεί να αποτελέσει και το αντίστροφο είδωλο του συνόλου.
Σε κάθε περίπτωση, τη λογοτεχνία της γειτονικής χώρας δεν
την γνωρίζουμε με επάρκεια, όση πιστεύω πως θα της άξιζε, μιας και μιλάμε για
έναν λαό που και παρελθόν έχει και το μέλλον του διεκδικεί. Παρελθόν και μέλλον
άρρηκτα δεμένα με τα αντίστοιχα δικά μας.
Οι Εκδόσεις Πληθώρα επιζητούν να καλύψουν κάπως αυτό το κενό
πληροφόρησης. Στην προσπάθειά τους αυτή σημαντική η βοήθεια της μετάφρασης του
‘Θυμάμαι΄, που την υπογράφει η Ελεάνα Ζιάκου.
https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/21440-ili-ntemneri-thimame
(516 λέξεις)