7.12.22

Ελένη Πριοβόλου "Το δένδρο με τις φωλιές"



Η Ελένη Πριοβόλου είναι ως συγγραφέας γνωστή κυρίως για τα κοινωνικό-ιστορικά της μυθιστορήματα και για τα μυθιστορήματά της για εφήβους και νέους.

 

Έχει ακόμα γράψει βιβλία για αναγνώστες μικρής ηλικίας και τέλος μυθιστορήματα με φαινομενικά ρεαλιστική υπόθεση, αλλά που στην ουσία χρησιμοποιούν με ένα εντελώς πρωτότυπο τρόπο, την φαντασία ως υποστηρίκτρια του ρεαλισμού και της πολιτικής κριτικής.

 

Αναφέρομαι στο «Η Καραμέλα» (2017) και σε αυτό το πλέον πρόσφατο έργο της, «Το δέντρο με τις φωλιές»

 

Και υποστηρίζω πως έχουμε τη χρησιμοποίηση της φαντασίας ως υποστηρικτή μια πολιτικής και κοινωνικής κριτικής, κυρίως από τον τρόπο που ‘στήνει’ στα δυο αυτά έργα, το κεντρικό της πρόσωπο, πιο σωστά την κεντρική της ηρωίδα.

 

Πλέον συγκεκριμένα, στο έργο αυτό, η ηρωίδα, η Μαρία, είναι μια γυναίκα που ανήκει σε μια πλούσια επαρχιακή οικογένεια, καθώς ο πατέρας της με αγάπη από τη μια προς τη γη και από την άλλη με τη διάθεση να ξεχωρίσει από τους άλλους συντοπίτες του, έχει καταφέρει κατά τη διάρκεια της ζωής του να αποκτήσει πολλά καλλιεργήσιμα στρέμματα, τα οποία και μετά τον θάνατό του μοιράζονται ανάμεσα στα τέσσερα παιδιά του -δυο γιους και δυο κόρες. Η μια κόρη είναι η Μαρία.

 

Η Μαρία είναι μια γυναίκα που από παιδί ακόμα είχε κερδίσει την ιδιαίτερη αδυναμία του πατέρα της καθώς τη διέκρινε μια έντονη αγάπη όχι μόνο προς κάθε πετούμενο, αλλά και προς την ίδια τη γη και τα όσα πάνω της φυτρώνουν.

 

Χωρίς κάποια άλλη ξεχωριστή ιδιότητα και με μια μάλλον αδιάφορη εμφάνιση και σίγουρα με την εντελώς ιδιόμορφη συμπεριφορά της, τόσο τα αδέλφια της, όσο και η ίδια η μητέρα της, σχεδόν τη θεωρούν ως άτομο ειδικών αναγκών κι έτσι δεν ξαφνιάζονται όταν εκείνη, ως δικό τη μερίδιο από την πατρική γη, ζητά μόνο ένα μικρό κομμάτι μέσα σε όλη την οικογενειακή ιδιοκτησία, που όμως για την ίδια είναι ιδανικό για να στήσει εκεί τη δική της μικρή και ανεξάρτητη επιχείρηση -ένα φυτώριο λουλουδιών και ένα απλό, μικρό σπίτι.

 

Τα αδέλφια της μετατρέπονται σε σύγχρονους και καλλιεργητές και νοικιάζουν παράνομους μετανάστες από τα κυκλώματα εκείνα που εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο και δυστυχία.

 

Η Μαρία από το δικό της σπίτι παρακολουθεί αυτούς τους ανθρώπους να ζούνε και να εργάζονται κάτω από απαράδεχτες συνθήκες, έρχεται σε σύγκρουσή με τα αδέλφια της για την τακτική με την οποία λειτουργούν τις επιχειρήσεις τους και τελικά ακόμα και σε ρήξη καθώς αποφασίζει να παντρευτεί έναν από αυτούς για να μπορέσει να του χαρίσει ένα όνομα, μια ταυτότητα, το δικαίωμα να ζει ελεύθερος. Παράλληλα, δε, στέκεται υποστηρικτικά και απέναντι των άλλων εργατών.

 

Η στάση της αυτή, θα δημιουργήσει ένα μεγάλο οικογενειακό πρόβλημα, καθώς η αυταρχική μητέρα της θα πάθει βαρύ εγκεφαλικό και στην ίδια τη Μαρία θα ανατεθεί η φροντίδα της.

 

Αλλά εκείνη σε όλα αυτά ξέρει να βρίσκει τον τρόπο να αποδεικνύει πως πρέπει και αξίζει να λειτουργεί ένα γνήσιος άνθρωπος και κρατά πάντα τη στενή της σχέση με τα πουλιά -συνομιλεί μαζί τους, στο τέλος και ακόμα συγκατοικεί με αυτά.

 

Αυτή είναι -με λίγα και ασφαλώς στεγνά- λόγια η υπόθεση του έργου, μια υπόθεση που ισχυρίζομαι πως ακουμπά σε μια φανταστική απεικόνιση μιας ρεαλιστικής κατάστασης, όχι τόσο γιατί τα αφηγούμενα γεγονότα δεν είναι από αυτά που μπορούν κάλλιστα να συμβούν ή και ήδη να συμβαίνουν, αλλά κυρίως στηρίζω τον ισχυρισμό μου στον τρόπο όπου η Πριοβόλου πλάθει την ηρωίδα της.

 

Η Μαρία είναι μια γυναίκα που κινείται με άλλους ρυθμούς και σε διαφορετικές συχνότητες από αυτές που μπορεί κανείς να συναντήσει στην εποχή μας. Ας την δούμε ως μια ιδιότυπα μαχητική νεράιδα που με τον δικό της τρόπο καταφέρνει αν όχι να αλλάξει τον κόσμο, σίγουρα όμως να βοηθήσει κάποιους να κατανοήσουν προς τα που γέρνει η ανθρωπιά μας.

 

Με μια γραφή κοφτή, με καθημερινές τρυφερές λέξεις από τη μια έχουμε την σοφία της Φύσης και από την άλλη την προβολή μιας πολιτικής θέσης και κριτική της κοινωνίας μας.

 

Η Ελένη Πριοβόλου και σε αυτό το σχετικό σύντομο έργο της (σε σύγκριση με τα πολυσέλιδα ιστορικά της μυθιστορήματα)  προσφέρει ένα κανόνα συγγραφικής τεχνικής πάνω στο πως κανείς μπορεί να γράψει ένα πολιτικό έργο που θα είναι και μια ερωτική ιστορία και μια αισιόδοξη υποστήριξη μιας ιδεολογίας.

 

(700 λέξεις)

https://www.fractalart.gr/to-dentro-me-tis-fwlies/

Η … κάπως περίεργη Παυλίνα



Η ελληνική λογοτεχνία που απευθύνεται προς ένα ανήλικο κοινό, αυτή που έχει επικρατήσει να ονομάζεται Παιδική Λογοτεχνία, έχει κατά καιρούς παρουσιαστεί με διάφορα ιδεολογικά πρόσωπα.
Μέχρι περίπου το τέλος της δεκαετία του ’70, βασικός στόχος της ήταν να διδάξει στα παιδιά βασικές αξίες -την αγάπη προς την πατρίδα, την εργατικότητα, το σεβασμό προς τους μεγαλύτερους, την υπακοή στους κοινωνικούς νόμους, την φιλαλήθεια κ.α.
Η συγγραφή ανήκε κυρίως στις γυναίκες μιας και ο ρόλος της γενικότερης διαπαιδαγώγησης των παιδιών σε αυτές είχε καταχωρηθεί.
Οπότε καθόλου τυχαίο δεν μπορεί να θεωρηθεί πως μια ομάδα γυναικών που γράφανε, αποφάσισαν να ιδρύσουν τη Γυναικεία Λογοτεχνική Συντροφιά (1955) με στόχο την ανάπτυξη της αγάπης εκ μέρους των παιδιών προς το καλό λογοτεχνικό βιβλίο.
Η ιδιότητα του ‘καλού’ περιλάμβανε τις πιο πάνω αξίες, μαζί βέβαια με την έγνοια για μια γλώσσα δημοτική και προσεγμένη.
Ασφαλώς είχαν προηγηθεί τα μυθιστορήματα της Δέλτα, το έργο του Ξενόπουλου μέσα από την έκδοση του περιοδικού «Η διάπλασις των παίδων», τα ιστορικά έργα του Τάκη Λάππα και μερικών ακόμα άλλων συγγραφέων που γράφανε με στόχο να απευθυνθούν στο παιδί και όχι μόνο.
Λίγο πριν τη δικτατορία, εμφανίζεται και η πολιτική διάσταση σε μυθιστόρημα για παιδιά -αναφέρομαι στο «Καπλάνι της βιτρίνας» της Άλκη Ζέη (1963)
Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας θα κυκλοφορήσουν και τα πρώρα έργα της Ζωρζ Σαρρή και της Λότης Πέτροβιτς -συγγραφέων που με τα βιβλία τους θα καθορίσουν σε μεγάλο βαθμό το νέο πρόσωπο της ελληνικής λογοτεχνίας για παιδιά.
Αλλά αυτό το πρόσωπο θα πάρει την ολοκληρωμένη του μορφή μέσα στα χρόνια της Μεταπολίτευσης και παράλληλα θα αναγνωριστεί πως είναι ένα πρόσωπο ολότελα διαφορετικό από τα προηγούμενα.
Ο διδακτισμός απουσιάζει, η θεματολογία διευρύνεται, οι τεχνικές αφήγησης εμπλουτίζονται, οι χαρακτήρες αποκτούν αληθοφάνεια, οι ιδεολογίες των νέων συγγραφέων μπορούν να εκφράζονται με ποικίλους τρόπους.
Μέσα σε αυτό το κλίμα της απόλυτης ανανέωσης, κυκλοφορεί το 1975 η συλλογή της Παυλίνας Παμπούδη «Δεκαπεντέμισι κάπως περίεργα παραμύθια» (Εκδόσεις Ερμείας, με εικονογράφηση της ίδιας)
Η ίδια λίγα χρόνια πιο πριν είχε κυκλοφορήσει δυο ποιητικές συλλογές που την είχαν κάνει ήδη γνωστή στο αντίστοιχο χώρο και το γεγονός αυτό, κάνει ακόμα πιο έντονη την εμφάνιση του τρίτου της βιβλίου που αν και η εκδοτική μορφή του το κάνει να μοιάζει με έκδοση εικονογραφημένου παιδικού βιβλίου, η ίδια η συγγραφέας του πάντα θα το θεωρεί ως το πρώτο από μια σειρά μελλοντικών της έργων που η ίδια τα κατατάσσει κάτω από τον τίτλο «Δήθεν για παιδιά».
Μια φορά ήταν ένας μεγάλος σκύλος που τον έλεγαν Γάου, κι είχε ένα μικρό ανθρωπάκι για να του κάνει συντροφιά και να τον φυλάει -εναρκτήριος πρόταση ενός από τα παραμύθια της συλλογής, που δείχνει με σαφήνεια όλο το κλίμα που θα διαπερνά και τα υπόλοιπα.
Η ανατροπή -αυτή είναι η αξία που η Παυλίνα Παμπούδη βάζει στο κέντρο των εμπνεύσεών της καθώς συνθέτει αυτά τα κείμενα της. Η ανατροπή, το απρόοπτο, το ξάφνιασμα, το χιούμορ… Εν τέλει η επανάσταση ως προς κάθε μορφής κατεστημένο.
Μια επανάσταση που ενδύεται τη μορφή παραμυθιού.
Μα αυτό τελικά δε συμβαίνει και με την ίδια την παιδική ηλικία;
Το παιδί αναζητώντας τρόπους να εκφράσει το εγώ του μέσα σε ένα κόσμο ενηλίκων αισθάνεται την ανάγκη να επαναστατήσει. Να διαφοροποιηθεί.
Μα έρχεται αμέσως μετά η αντίδραση των ενηλίκων και καταφέρνει αυτή την επανάσταση να την μετατρέψει σε συμβιβασμό.
Αυτός ο συμβιβασμός είναι που απουσιάζει από τα ‘δήθεν για παιδιά’ κείμενα της Παυλίνας Παμπούδη.
Και για αυτό η κυκλοφορία της συλλογής «Δεκαπεντέμισι κάπως περίεργα παραμύθια» θεωρώ πως αποτελεί στην ιστορία της ελληνικής Παιδικής Λογοτεχνίας ένα βασικό ορόσημο καθώς είναι η απόλυτη διαφοροποίηση από τη θέση κάθε προηγούμενου έργου αυτής της κατηγορίας.
Χαρακτηριστικά θα πρέπει να αναφέρω πως αυτήν την οπτική πολύ σύντομα την χρησιμοποίησαν και άλλοι συγγραφείς που εκείνα τα χρόνια πρωτοπαρουσιάστηκαν (Τριβιζάς, Μαντουβάλου κ.α)
Αλλά κανείς τους δεν κράτησε την καθαρότητα της ανατροπής της Παμπούδη. Θα έλεγα, μάλιστα, πως τα κείμενα αυτής της κατηγορίας στράφηκαν περισσότερο προς τις συνταγές του Ροντάρι -συνταγές όπου και πάλι υποστηρίζεται η ανατροπή, αλλά με τρόπους περισσότερο αποδεχτούς από το κατεστημένο των ενηλίκων.
Η Παυλίνα Παμπούδη κρατά τον δικό της ύφος. Και επαναστατεί όχι τόσο παίζοντας, όσο αμφισβητώντας.
Τα έργα της αυτής της κατηγορίας έχουν τους φανατικούς υποστηρικτές τους. Κυρίως από τον χώρο της λογοτεχνίας των ενηλίκων.
Είναι -προσωπική θέση καταθέτω- απορίας άξιον που στο βαθμό που γνωρίζω η Παμπούδη δεν έχει ποτέ τιμηθεί με κάποιο βραβείο φορέα που ασχολείται με το βιβλίο για παιδιά και νέους.
Αλλά κι αυτή τη στάση, η ίδια την έχει από τότε υποψιαστεί. Κι έτσι ένα από τα παραμύθια εκείνης της συλλογής, ξεκινά:
Μια φορά, ήταν ένας εξαιρετικός γάτος που νόμιζε πως ήταν κότα κι ήξερε και να γαυγίζει. Τ΄ αφεντικά του όμως ήταν στριμμένοι άνθρωποι και δεν το χώνευαν, παρ΄ όλο που τους έκανε ένα μεγάλο δίκροκο αυγό κάθε μέρα και φύλαγε κι όλη τη νύχτα το σπίτι από τους κλέφτες.
*Μια ακόμα σημείωση θα ήθελα να προσθέσω πριν ολοκληρώσω αυτό το κείμενο.
Σήμερα -σαράντα τόσα χρόνια μετά από την ανανέωση της λογοτεχνίας για παιδιά- έχει επανακάμψει ένας νεοδιδακτισμός και όλη εκείνη η ευφορία και η ζωντάνια των κειμένων για παιδιά μάλλον έχει μπει σε ασφυκτικά καλούπια.
Από αυτήν τη σκοπιά τα κάπως αλλόκοτα και ‘δήθεν παιδικά’ έργα της Παυλίνας Παμπούδη αποκτούν μια ακόμα επαναστατική διάσταση. Και επικαιρότητα. Γιατί η ανάγκη για ανατροπή κάθε μορφής κατεστημένου δεν είναι μόνο ανάγκη ενός παιδιού, αλλά και ενός ενήλικα.
(Κείμενο μου δημοσιευμένο στο τεύχος 20/ Δεκ. 2022, του περιοδικού 'Ο Σίσυφος' -αφιέρωμα στην Παυλίνα Παμπούδη)