31.1.22


 

Σιμόν ντε Μποβουάρ

«Οι αχώριστες»

Μετάφραση: Ρίτα Κολαϊτη

Εισαγωγικά κείμενα: Νίκος Μπακουνάκης, Μαριαλένα Σπυροπούλου

Εκδόσεις Ψυχογιός

 

 Η Σιμόν ντε Μποβουάρ (1908 – 1986) υπήρξε μια από τις εμβληματικές γυναίκειες παρουσίες του 20ου αιώνα.

Το έργο της «Το δεύτερο φύλο» στο οποίο υποστηρίζεται η θέση του ‘γυναίκα δε γεννιέσαι, γίνεσαι’, έμελλε να γίνει το θεμέλιο του σύγχρονου φεμινιστικού κινήματος, ενώ η σχέση της με τον φιλόσοφο Ζαν Πολ Σαρτρ φώτισε την δυνατότητα μιας άλλης μορφής συνύπαρξης  ανάμεσα στο γάμο, στο ερωτικό δεσμό και στην πνευματική φιλία.

Δύσκολα μπορεί κανείς να ξεχωρίσει την ιδιότητα της Σιμόν ντε Μποβουάρ στα γαλλικά Γράμματα -φιλόσοφός, μυθιστοριογράφος, εκδότρια.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί πως  αν και κατά τη διάρκεια της ζωής της δίπλα στον Σαρτρ μάλλον η λάμψη εκείνου την επισκίαζε, μετά τον θάνατό του, το έργο της φάνηκε να αντέχει περισσότερο στη δοκιμασία του χρόνου και να έχει αναγνωριστεί η προσωπική της ταυτότητα.

Ένα από τα μυθιστορήματά της – ‘Οι αχώριστες’- κυκλοφόρησε πρόσφατα από της Εκδόσεις Ψυχογιός, στη σειρά ‘Τα κλασικά’ που διευθύνει ο Ηλίας Μαγκλίνης.

Πρόκειται για την αφήγηση της σχέσης της ίδια της Μποβουάρ με μια εφηβική της φίλη.

Βέβαια, στο έργο τα ονόματα των δυο ηρωίδων είναι διαφορετικά, αλλά πέρα από αυτό και κάτω από τις απαιτήσεις μιας μυθιστορηματικής  σύνθεσης, πρόσωπα και γεγονότα ακουμπάνε σε αληθινές καταστάσεις.

Και επίσης καταγράφουν το πως μια ανήσυχη έφηβη θα μετατραπεί σε μια μαχητική φεμινίστρια.

Νομίζω πως αυτό ακριβώς το στοιχείο είναι αυτό  που χαρίζει στο έργο μια διαχρονικότητα όσο και κάτι το επίκαιρο.

Από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα έως και τώρα η θέση της γυναίκας ασφαλώς έχει βελτιωθεί, αλλά μια νέα μορφή νέο -συντηρητισμού έχει κάνει την εμφάνισή της και έχει ως αποτέλεσμα την παρουσία μιας άλλης μορφής χρησιμοποίησης της -η γυναίκα όχι πλέον ως άτομο δίχως δικαιώματα επιλογών στην ίδια της τη ζωή, αλλά ως προσωπικότητα που θα πρέπει να κινείται εντός συγκεκριμένων επιταγών μιας καταναλωτικής κοινωνίας.

Οι δυο κεντρικές ηρωίδες του έργου -κορίτσια της αστικής τάξης- μοιράζονται παρόμοια όνειρα, μόνο που η μια από αυτές, αν και η πλέον τολμηρή και ανήσυχη, δεν θα καταφέρει να αποφύγει τον προκαθορισμένο ρόλο που η οικογένειά  της απαιτεί να ερμηνεύσει, οπότε και η ίδια θα αφήσει ανοχύρωτο το σώμα της και αυτό μέσω μιας ιογενούς εγκεφαλίτιδας θα επιλέξει τον θάνατο.

Η στενή της φίλη -στην ουσία η ίδια η Μποβουάρ- θα θεωρήσει αυτό τον θάνατο ως ένα έγκλημα και θα το καταλογίσει όχι μόνο στην οικογενειακή συντήρηση, αλλά και στον ατομικισμό ενός νεαρού άντρα που με γνώμονα της δική του ατολμία στο να αναλάβει ενεργό ρόλο στη διευθέτηση της σχέσης του με τον άλλο φύλο, θα συμβάλει κι αυτός στο τραγικό τέλος.

Μέσα στα πλαίσια μιας τέτοιας συγγραφικής ματιάς, τα γεγονότα όσο κι αν περιγράφουν καθημερινές συνθήκες μιας άλλης εποχής, καταφέρνουν να διατηρούν μια επικαιρότητα.

Και, βέβαια, το έργο διαπερνώντας την εγωκεντρικότητα μιας προσωπικής αφήγησης, γίνεται το τεκμήριο της δημιουργίας μιας γυναικείας χειραφέτησης που έμελλε να σημαδέψει ένα μεγάλο θέμα όπως αυτό της θεωρίας τη δημιουργίας των κοινωνικών φύλων και της εδραίωσης του στους χώρους της φιλοσοφίας και των ανθρωπιστικών σπουδών.

Η μετάφραση έχει ροή και σημαντικές πληροφορίες για τη Μποβουάρ και το έργο της προσφέρονται από το εργογραφικό σημείωμα, την εισαγωγή και το επίμετρο.

(510 λέξεις) 

Μανιφέστο σε μορφή μυθιστορήματος - ΤΑ ΝΕΑ (tanea.gr) 29/1/2022