Ο Ζαν – Φρανσουά Σενεσάλ είναι ένας γαλλόφωνος καναδός
συγγραφέας βιβλίων για παιδιά και νέους, από τους πλέον ταλαντούχους και
βραβευμένους αυτού του είδους συγγραφείς του Καναδά.
Το μυθιστόρημά του «Η λεωφόρος» είναι το πρώτο βιβλίο του
που μεταφράζεται στην Ελλάδα.
Κεντρικός χαρακτήρας και αφηγητής ο Κρις -ένας
δεκαοχτάχρονος νεαρός με νοητική στέρηση.
Ο Κρις τη μέρα των γενεθλίων του διαπιστώνει πως η μητέρα
του -με την οποία όλα τα προηγούμενα χρόνια και ζούσε- έχει φύγει από το
διαμέρισμα τους παίρνοντας μαζί της όλα
τα προσωπικά της αντικείμενα. Και καθώς ο πατέρας του ποτέ δεν έχει εμφανιστεί,
ο Κρις θα πρέπει μόνος του -ως ενήλικο
άτομο- να βρει τους τρόπους να επιβιώσει.
Το καταφέρνει σταδιακά και με τη βοήθεια κάποιων ανθρώπων
που ζούνε ή στο ίδιο με αυτόν συγκρότημα ή στη γύρω περιοχή. Βέβαια, μαζί με
εκείνους που θα σταθούν δίπλα του, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που του
συμπεριφέρονται άσχημα και επιζητούν να τον εκμεταλλευτούν.
Μα ο Κρις μπορεί μεν να έχει το σώμα ενός νεαρού άντρα και
το μυαλό ενός δεκάχρονου παιδιού, αλλά τελικά δείχνει πως είναι ικανός να
αντιμετωπίσει την καθημερινότητα του και να βρει απλές δουλειές που του
προσφέρουν τα χρήματα για να ζει, μα και να του ενισχύσουν την αυτοπεποίθησή
του.
Εκείνο που δεν μπορεί να ξεπεράσει είναι η απουσία της
μητέρας του -μιας γυναίκας που άντεξε να μένει δίπλα στο ειδικών αναγκών παιδί
της μόνο έως ότου αυτό ενηλικιωθεί. Μετά θα το εγκαταλείψει αναζητώντας τη δική
της -και σίγουρα εγωκεντρική- ελευθερία από κάθε υποχρέωση
Ο Κρις αφηγείται τα συναισθήματά του από την φυγή της
μητέρας και την απουσία του πατέρα, τις μικρές μα και συχνά σοβαρές δυσκολίες
της ζωής του, τους φόβους του και τις κρίσεις του για τους άλλους -όλους αυτούς
που αποτελούν το περίγυρό του. Οι εσωτερικοί του μονόλογοι περιλαμβάνουν και
κρίσεις για όσους ζούνε στην ευρύτερη περιοχή του σπιτιού του και μέσα από
αυτές, το μυθιστόρημα τελικά αποκτά μια μικρή ομάδα ολοκληρωμένων χαρακτήρων
που ο καθένας του έχει ένα δικό του ψυχισμό.
Ο Ζαν – Φρανσουά Σενεσάλ καταφέρνει να περιγράψει με τη
βοήθεια μιας γλώσσας που δεν είναι τόσο απλοϊκή όσο κάποιος θα περίμενε λόγω
της πρωτοπρόσωπης αφήγησης, τα συναισθήματα μα και τον τρόπο πρόσληψης του
κόσμου εκ μέρους ενός ατόμου που μπορεί να τον χαρακτηρίζει νοητική στέρηση
αλλά όχι και αδυναμία κατανόησης των γεγονότων. Κι άλλωστε ένας λογοτεχνικός
ήρωας δεν χρειάζεται να πείσει για την αληθοφάνειά του μέσω μιας ρεαλιστικής
απεικόνισης* εκείνο που πρέπει να προσφέρει είναι η εντελώς δική του αλήθεια.
Κι έτσι ο Κρις του Σενεσάλ μετατρέπεται σε ένα κάτοπτρο που εντός του ο χωρίς
νοητική στέρηση αναγνώστης μπορεί να δει με άλλο φωτισμό τον κόσμο μέσα στον
οποίο ο ίδιος ζει.
Αυτό που επίσης έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον έλληνα
αναγνώστη, είναι ο τρόπος που η κοινωνία μιας άλλη χώρας αντιμετωπίζει τα άτομα
με ιδιαιτερότητες, όπως όμως και όσα δεν εναρμονίζονται με την από τους πολλούς αναγνωρισμένη ως σωστή
αντιμετώπιση ενός προβλήματος.
Αν γυρίσεις μια μέρα, μαμά, ελπίζω να μη θυμώσεις όταν
δεις τα σχέδια μου μέσα στο τετράδιό σου. Δεν πρέπει ούτε να ζηλέψεις τον κόσμο
που ζωγράφισα εκεί μέσα. Κανείς δεν θα
μπορέσει να σε αντικαταστήσει, αυτό είναι το μόνο βέβαιο, θα πρέπει να το συνηθίσεις αλλά δεν είσαι η μόνη που
μπορεί να με αγαπήσει, μαμά, θα πρέπει να το συνηθίσεις αυτό.
Υπάρχει μια κατανόηση και ένας σεβασμός εκ μέρους των
‘υγειών’ απέναντι σε όσους έχουν μια μορφή αναπηρίας, μια αναγνώριση της
κάλυψης των αναγκών τους σε ζητήματα όπως αυτά της σεξουαλικότητας και του
έρωτα. Μα και μια έμμεση πλην σαφής παραδοχή του δικαιώματος ενός ανθρώπου στην
αντικειμενική ερμηνεία μιας αρνητικής πράξης του, όπως αυτής της άρνησης της
γονικής μέριμνας.
Τελικά «Η λεωφόρος» μπορεί να ανήκει στην κατηγορία της
λογοτεχνίας για νέους, αλλά αυτό δε σημαίνει πως και δεν διεκδικεί να
αναγνωσθεί ως ένα μυθιστόρημα ιδιότυπης ενηλικίωσης -κάθε άτομο και ασχέτως
πνευματικής η σωματικής αναπηρίας ενηλικιώνεται και απαιτεί τη δική του θέση
μέσα στον κόσμο.
Η μεταφορά στη γλώσσα μας ενός εσωτερικού μονόλογου ατόμου
τόσο ιδιαίτερου όπως ο ήρωας του συγκεκριμένου μυθιστορήματος απαιτούσε
ιδιαίτερη προσοχή και επιμέλεια. Η μετάφραση της Άννας Κοντολέων διαθέτει και
τα δύο.
(695 λέξεις)