Ο Μάνος Κοντολέων είναι ίσως ο μόνος έλληνας συγγραφέας που έχει καταφέρει να «γεφυρώσει» αναγνωστικά διαφορετικές ηλικίες και από τους ελάχιστους συγγραφείς που έχουν το θάρρος να προειδοποιήσουν πως το γραπτό τους δεν είναι για τον καθένα.
Στο τέλος του βιβλίου του «Λεβάντα της Άτκινσον» η απαγορευτική πινακίδα προειδοποιεί τους αναγνώστες: το αρσενικό και το θηλυκό κυκλοφορούν ασίγαστα μέσα στα σώματα. Η επιθυμία, εν τέλει, χωρίς πρόσχημα, στέφεται νικήτρια.
Ο Μάνος Κοντολέων γράφει από τα παιδικά του χρόνια –πάνω από σαράντα βιβλία- με ένα φίλτρο που μεταμορφώνει τον κόσμο, αυτοσχεδιάζοντας στην πιο απρόσμενη καθημερινότητα, καταθέτοντας τα πιο ειλικρινή συναισθήματα : φιλία, έρωτας, πάθος, πόνος, φόβος. Με σπάνια ευρηματικότητα και τόλμη που κάποιες φορές ξεπερνά ακόμα και τα όρια της πιο άναρχης φαντασίας, χωρίς ωστόσο να χάνει την «αλήθεια» της κι αυτό έγκειται στη δεξιοτεχνία του να αναπαριστά τη ζωή έξω από κάθε στερεότυπο λόγο.
Οι ιστορίες στα βιβλία του είναι η γέννηση, η ενηλικίωση, ο θάνατος και οι ήρωές του έχουν τα κότσια να αναμετρώνται με τη χαρά, τη λύπη, το σκοτάδι, το φως. Το κυριότερο χαρακτηριστικό του είναι το μείγμα ενός συντριπτικού χιούμορ και μιας βαθιάς αγωνίας: ολόκληρη η αλήθεια της ύπαρξης. Το κωμικό στοιχείο ενώνεται με το δράμα, η παραμυθένια ατμόσφαιρα συναντά τη μοναξιά, οι νεράιδες τους ανήσυχους γονείς, η Ελίτσα την Παπαρούνα.
Ο Μάνος Κοντολέων είναι ένα νέο είδος δημιουργού. Ποιος μπορεί να αμφισβητήσει τον τίτλο σε κάποιον που καταφέρνει να συνθέσει ένα κόσμο ξεχωριστό, που –άμα τη εμφανίσει του- κατάφερε να εξαργυρώσει μια αλήθεια: καλεί τους μεγάλους να ψάξουν τη δική τους παιδικότητα. Στα βιβλία του όλα μοιάζουν πολύ πιο απλά, πιο αληθινά.
Ιστορίες που δεν αρχίζουν, δεν τελειώνουν… προεκτείνονται επ΄ άπειρον, συναντούν τις δικές μας ιστορίες… όπως στην πραγματική ζωή. «Οι αναγνώστες μου είναι άνθρωποι που εγώ , λίγο ή πολύ, ουσιαστικά ή όχι, έχω επέμβει στη ζωή τους. Δεν το ξεχνώ αυτό»
Οι επιρροές ή οι επιλογές καθόρισαν τη ζωή σας;
Τι έξυπνη μα και ουσιαστική ερώτηση. Αν τις επιλογές τις επιλέγουμε, οι επιρροές μας βρίσκουν.
Είχα στη ζωή μου πολλές επιρροές –κάποιες από αυτές ακόμα δεν τις έχω ανακαλύψει.
Έκανα και αρκετές επιλογές. Αλλά και πολλά απλώς έτσι τύχανε.
Κατορθώνετε να πείτε σημαντικά πράγματα μέσα στα βιβλία σας
συνδυάζοντας με έναν ιδιαίτερο τρόπο το χιούμορ και την τρυφερότητα, την μοναξιά με μια αίσθηση μελαγχολίας. Έτσι νιώθετε όταν γράφετε ;
Όχι. Δεν νιώθω έτσι όταν γράφω. Με αυτόν τον τρόπο βλέπω τον κόσμο –τους άλλους μα και τον ίδιο μου τον εαυτό. Και προσπαθώ να είμαι μέσα στα βιβλία μου αυτός που είμαι και στη ζωή μου.
Οι ήρωες σας άλλες φορές είναι ``γεμάτοι καρδιά και συναισθήματα
και παλεύουν να συνθέσουν έναν ανθρώπινο κόσμο``, συχνά, όμως,
όπως στο βιβλίο σας`` Το ταξίδι που σκοτώνει`` ζουν σε ένα κόσμο
σκιάς και φόβου. Μπορείτε να φανταστείτε τη συνέχεια της ζωής τους;
Συνήθως οι ήρωές μου με απελευθερώνουν από την παρουσία τους όταν έχω ολοκληρώσει το μυθιστόρημα της ζωής τους. Αλλά ελάχιστες φορές εγώ δεν μπορώ να τους αποχωριστώ. Και ξαναγυρνώ στη συντροφιά τους και καταγράφω τα όσα στη συνέχεια έχουν ζήσει.
Γι αυτό υπάρχουν κάποια μυθιστορηματικά μου πρόσωπα που ίσως να μου οφείλουν περισσότερα από τα υπόλοιπα… Ή εγώ να τους οφείλω πιο πολλά…
Με αφορμή την επίσκεψη μου στο blog σας που με εντυπωσίασε,
κύριε Κοντολέων , υπάρχουν κάποιοι που ακόμα και σήμερα αμφισβητούν την έννοια της παιδικής λογοτεχνίας με τα γνωστά επιχειρήματα. Η απάντηση σας;
Κουράστηκα εδώ και χρόνια να προσπαθώ (μαζί με κάποιους άλλους) να πείσω μερικούς πως παιδική λογοτεχνία και υπάρχει και καλά έργα μπορεί να δώσει, όπως βέβαια και κακά –κάτι που άλλωστε συμβαίνει και με την γενικότερη λογοτεχνική παραγωγή. Ε, όσοι δεν το έχουν καταλάβει, απλώς δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει λογοτεχνία. Το ζήτημα πλέον δε με αφορά.
Σε αρκετά βιβλία σας, οι ήρωες σας εκφράζονται ακόμα και μέσα από τις σιωπές. Πώς το κατορθώνετε;
Γιατί έτσι γίνεται και στην ίδια τη ζωή. Αλλά αν θέλετε να γίνω πιο σαφής στην απάντησή μου, να σας πω τότε πως χρησιμοποιώντας σιωπές, αφήνω τον αναγνώστη μου να γεμίσει ο ίδιος τα κενά με τις δικές του λέξεις. Και άρα να γίνει κι αυτός συμμέτοχος στα όσα εγώ αφηγούμαι και οι ήρωές μου ζούνε εντός του μυθιστορήματος.
``Οι προσωπικότητες `χάνονται` σήμερα γιατί στη δημοσιότητα
βρίσκονται οι βλάκες``. Μάικλ Μουρ ,σκηνοθέτης. Το σχόλιο σας;
Αυτό ισχύει. Και στο χώρο της λογοτεχνίας ιδιαιτέρως. Δεν έχετε παρά να ξεφυλλίσετε τα διάφορα έντυπα… Σιγά, σιγά θα θεωρηθεί ασφαλής κανόνας επιλογής ενός καλού βιβλίου, το αν δεν έχει καθόλου ή ελάχιστα το ίδιο ή ο συγγραφέας του απασχολήσει τα ΜΜΕ.
Παράγεται σήμερα πολιτισμός στην Ελλάδα από τους εν ζωή καλλιτέχνες ;
Ναι, από κάποιους παράγεται. Αλλά ο πολιτισμός δεν είναι μόνο προϊόν μιας καλλιτεχνικής έκφρασης. Είναι και πολλών άλλων –πολιτικής, επιστημονικής, επαγγελματικής, κοινωνικής, διαπροσωπικής
Ολόκληρη η ζωή σας έχει στηθεί πάνω στο γράψιμο. Ποια θα ήταν
η συμβουλή που θα δίνατε σε έναν επίδοξο συγγραφέα και
ποιες παγίδες θα πρέπει να αποφύγει;
Να διαβάζει πολύ, να γράφει πολύ και να αποφεύγει την πολύ συνάφεια του κόσμου –όπως εδώ και χρόνια έχει συμβουλεύσει ο Καβάφης.
Τι σας κάνει να ονειρεύεστε;
Δεν ξέρω αν ονειρεύομαι. Προτιμώ να ζω… Να αγωνίζομαι να ζήσω.
Αν σας ζητούσα να επιλέγατε ένα μικρό απόσπασμα έργου σας, που περισσότερο ίσως από κάθε τι άλλο σας εκφράζει, ποιο θα διαλέγατε;
Δύσκολα να επιλέξεις από τα τόσα μέσα στα οποία ο ίδιος έχεις χωθεί. Αλλά, θα το κάνω και θα επιλέξω ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημά μου «Λεβάντα της Άτκινσον», όχι γιατί είναι το πιο πρόσφατο, αλλά γιατί ακόμα στα δικά του δώματα κυκλοφορώ και χουχουλιάζω
"...Μόνο όταν αδειάσει ένα σπίτι δείχνει τα πάθη που πρώτα το φτιάξανε και μετά το στόλισαν. Όσον καιρό τα έπιπλα είναι στη θέση τους, τα φώτα κρεμασμένα, οι πίνακες διακοσμούν τους τοίχους, τα χρώματα μεταλλάσσονται ανάλογα με τις οσμές των φαγητών, και σκόνες σχέσεων τρυπώνουν στις ρωγμές των πατωμάτων· όσον καιρό όλα αυτά συντελούνται, το σπίτι ζει το σήμερα και την καθημερινότητά του, δεν αναπολεί, δεν συλλογάται, δεν αυτοελέγχεται, δεν συμβιβάζεται, δεν επαναστατεί. Υπάρχει μόνο.
Η μετακόμιση είναι η ψυχανάλυση των σπιτιών.
Μα προτού μεταφερθούν τα έπιπλα και τα άλλα σκεύη, μετακομίζουν οι ένοικοι. Ο καθένας σε άλλη γειτονιά, σε άλλη πόλη ίσως… Κάποιοι αποφασίζουν τη συνέχεια της συγκατοίκησης κι απλώς επιλέγουν νέα διεύθυνση, διαφορετικά τετραγωνικά, άλλον ίσως όροφο… Όλοι τους ονειρεύονται την έλευση του νέου, δεν αποποιούνται το παρελθόν, σίγουρα κοιτούν εκστατικοί και με ελπίδα το νέο φυτό που σε γλάστρα ή σε κήπο μόλις φύτεψαν και ευελπιστούν πως θα ανθίσει…"
Μετακομίζει, κ. Κοντολέων, η λογοτεχνία; Μήπως από την έντυπη, γνωστή μας μορφή, πηγαίνει προς τη ψηφιακή;
Ναι, μετακομίζει. Αλλάζει σπιτικό. Και εμείς –οι ας πούμε μεγάλοι- δύσκολα θα μπορέσουμε να βρούμε τη γωνιά μας στο νέο οικοδόμημα. Αλλά, όπως τα κάθε τι στη ζωή, έτσι και τη μορφή της λογοτεχνίας μπορεί οι παλαιότεροι να την έχουν χαρακτηρίσει, αλλά είναι οι νεώτεροι που της προσφέρουν τη νέα της μορφή.
Ξέρετε, δε με απασχολεί τόσο η αλλαγή της σελίδας που από έντυπη γίνεται ψηφιακή, περισσότερο με απασχολεί το περιεχόμενό της. Αν, δηλαδή η νέα μορφή θα κρατήσει τις ίδιες αξίες. Και αυτό έχει να κάνει με τη γενικότερη αλλαγή στον τρόπο ζωής. Περισσότερη τεχνολογία στην καθημερινότητά των ανθρώπων… Τι μπορεί αυτό να σημαίνει. Κάποτε θα απαντούσα περισσότερος ελεύθερος χρόνος. Τώρα δεν μπορώ κάτι τέτοιο να το ισχυριστώ.
Αλλά και τι άλλο μπορώ να κάνω από το να συνεχίσω να ζω τη ζωή μου και να γράφω για τις ζωές των άλλων.
Τι άλλο αναζητάτε εκτός από την συγγραφή, κύριε Κοντολέων ;
Ταυτότητα και αναγνώστες. Με άλλα λόγια συναντήσεις.
(Εφημερίδα ‘Σφήνα’, 23/10/2009 –συνέντευξη στην Κωστούλα Τωμαδάκη)