30.12.15

Μυστική Γραφή


Σεμπάστιαν Μπάρυ,
«Η μυστική γραφή»
Μετάφραση: Αύγουστος Κορτώ,
Εκδόσεις Καστανιώτη


Τελικά τι είναι λογοτεχνία; Και τι μυθιστόρημα;

Ερώτηση που αναζητά μια απάντηση πέρα από τις φιλολογικές κατατάξεις και τις κριτικές θεωρίες.

Δεν θα ισχυριστώ πως εγώ έχω την καθολική απάντηση γιατί αν το έκανα  αυτόματα θα αμφισβητούσα αυτό που νομίζω πως έχω να καταθέσω.

Μυθιστόρημα, λοιπόν και κατά την άποψή μου,  είναι η κορύφωση μιας αφήγησης.

Και λογοτεχνία –πάντα κατά την άποψή μου-  είναι το να αφηγούμαστε το ήδη γνωστό  με τέτοιο τρόπο ώστε να το μετατρέπουμε σε μια νέα εμπειρία.

Το πένθος διαρκεί περί τα δύο έτη, έτσι λένε- μια κοινοτοπία που δίδεται στους πενθούντες σαν εγχειρίδιο. Για τις μητέρες μας όμως πενθούμε ακόμα και πριν από τη γέννησή μας.

Πρόχειρα, απλώς ξεφυλλίζοντας το μυθιστόρημα «Η  μυστική γραφή»  του Σεμπάστιαν Μπάρυ, επέλεξα το μικρό αυτό απόσπασμα.

Και συνεχίζω το ξεφύλλισμα και να μερικές ακόμα αράδες:

Πρέπει πάντα να απαριθμούμε τις χαρές μας, υπάρχουν εξάλλου τόσες λύπες στη ζωή που αξίζει τον κόπο, όποτε μπορούμε, να βάζουμε κι ένα μικρό σελιδοδείκτη στις σελίδες της ευτυχίας.

Μα συνεχίζω με πιο σύντομες προτάσεις:

– πατικώνω τον πόνο όπως διπλώνεις τα μαλλιά και κοιμάσαι πάνω τους.

-θαρραλέα σπίτια

-σαν λέξη χαμένη σ΄ ένα κύμα μουσικής

Μικρά παραδείγματα που πιστεύω πως μπορούν να επιβεβαιώσουν αυτό που πιο πάνω ισχυρίστηκα –λογοτεχνία είναι να αφηγούμαστε κάτι ήδη γνωστό με έναν νέο άγνωστο και όμορφο τρόπο.

Αυτά όλα για να καταγράψω τις σκέψεις και τα συναισθήματα μου μετά από την ολοκλήρωση της ανάγνωσης του μυθιστορήματος του Σεμπάστιαν  Μπάρυ  «Η μυστική γραφή».

Η υπόθεση του έργου θυμίζει κάποιο από αυτά τα ‘σενάρια ζωής’ που παρακολουθούμε σε τηλεοπτικές εκπομπές.

Ο χαμένος γιος που ανακαλύπτει η χαμένη μάνα του –μια γυναίκα θύμα κοινωνικών, πολιτικών και θρησκευτικών στρεβλώσεων μιας εποχής, ενός τόπου.

Αλλά –και εκεί είναι η μεγάλη διαφορά στο πως αφηγείται το ίδιο γεγονός μια τηλεοπτική εκπομπή και πως ένας μεγάλος μυθιστοριογράφος- ο Μπάρυ πατά σε μια τέτοια ιστορία και ξεδιπλώνει σκέψεις νέες, φωτίζει συναισθήματα σκοτεινά. Καταγγέλλει, συγχωρεί, σαρκάζει, θρηνεί.

Ένα μυθιστόρημα που από τη μια περιγράφει μια τραγική περίπτωση ανθρώπινου δράματος και από την άλλη καταγράφει την –εξίσου τραγική- ιστορία μιας χώρας.

Κι ενώ ο αναγνώστης στέκεται σκεφτικός και αναρωτιέται κατά πόσο η ατομική μας ζωή  καθορίζεται από εμάς τους ίδιους και κατά πόσο από τους άλλους, την ίδια στιγμή μυείται στη μαγεία  των λέξεων που δεν χάνονται αλλά συνθέτουν κύματα αισθητικών εμπειριών.

Πέρα από αυτά που έχουν να κάνουν με το ύφος και το νόημα, ασφαλώς μεγάλη τεχνική συγγραφής φανερώνει και το πλάσιμο των χαρακτήρων, η δομή της αφήγησης, οι περιγραφές της φύσης και των ανθρώπινων πράξεων.

Βέβαια, ένα σχολαστικό με τις λεπτομέρειες αναγνώστη μπορεί να τον φέρει σε θέση αμηχανίας  το ότι συχνά γίνονται αναφορές σε ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα της Ιρλανδίας κατά τη διάρκεια όλου σχεδόν του 20ου αιώνα, που πιθανόν δεν μας είναι και τόσο γνωστά.

Αλλά ο Μπάρυ με μαεστρία τα χρησιμοποιεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μην εμποδίζουν την κεντρική και ουσιώδη ταύτιση αυτού που τα  διαβάζει με τα συναισθήματα όσων τα ζήσανε. Άλλωστε δεν πρόκειται για ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Αντίθετα , θα έλεγα, πως είναι ένα έργο που αμφισβητεί την ίδια την αντικειμενικότητα της μνήμης.

Γι αυτό άλλωστε και The secret scripture και ο αγγλικός τίτλος του. Κάτι ας πούμε Μυστικό Ιερό Κείμενο.

Γιατί τα γεγονότα όλοι μπορεί να τα ζούμε, αλλά ο καθένας μας με τον δικό του τρόπο τα βιώνει.

Ένα σημαντικό λογοτεχνικό έργο που στην γλώσσα μας είχε τη τύχη να πέσει στα χέρια ενός άξιου μεταφραστή* του Αύγουστου Κορτώ.

Για όσους θα θέλανε περισσότερα για την υπόθεση του βιβλίου (αν και ας μην ξεχνάμε πως δεν έχει πάντα την πρώτη σημασία το τι λέγεται, αλλά το πως αυτό λέγεται) αντιγράφω από το οπισθόφυλλο της έκδοσης:

Η Ροσίν ΜακΝάλτι, μειλίχιο πλάσμα κι αιωνόβια τρόφιμος της -προσεχώς υπό κατεδάφιση και μετακίνηση- Ψυχιατρικής Κλινικής του Ροσκόμον, αποφασίζει, κρυφά, αθόρυβα, ν” αφήσει το χνάρι της: μια προσωπική μαρτυρία με την οποία πασχίζει να ιστορήσει τον τραυματικό της βίο και παράλληλα να διαψεύσει τα μυθεύματα που την κράτησαν ισοβίως άνθρωπο του περιθωρίου. Στην αφήγηση της Ροσίν πλέκεται περίτεχνα η πρωτοπρόσωπη αφήγηση του ψυχιάτρου της, δόκτορος Γκρεν, για χρόνια θεράποντος ιατρού της Ροσίν, ο οποίος βυθίζεται σε μια ολοένα και πιο προσωπική εμμονή όσο περισσότερο ανασκαλεύει το παρελθόν της υπερήλικης ασθενούς του, με την οποία νιώθει να τον συνδέει ένας δεσμός μυστηριώδης, ανεξιχνίαστος.

 Πρώτη δημοσίευση: http://fractalart.gr/mystiki-grafi/

Δημοκρατία






 Αβραάμ Κάουα     
"Δημοκρατία" 
Graphic Novel
Εκδότης Ίκαρος


Το κόμικ ως τρόπος αφήγησης μιας ιστορίας μπορεί κανείς να πει πως ξεκινά από την εποχή των σπηλαίων, τότε που οι άνθρωποι εκείνης της εποχής  πάνω σε βράχια περιγράφανε με σχέδια τις εμπειρίες τους.

Ένας, λοιπόν, τρόπος αφήγησης είναι και το κόμικ, και μάλιστα εντελώς αυτόνομος.

Θέλω να πω πως έχει τους δικούς τους αφηγηματικούς κανόνες –μια συνύπαρξη λόγου και εικόνας που μπορεί να πάρει ποικίλες μορφές.

Στην Ελλάδα τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια έχουμε από τη μια τα περίφημα Κλασσικά Εικονογραφημένα και από την άλλη μια σειρά περιοδικών όπου πρωταγωνιστούν ήρωες καρτούν.

Τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης τα κόμικ δεχτήκανε μεγάλη κριτική, θεωρήθηκαν δε πως καταστρέφουν το γλωσσικό αισθητήριο των παιδιών. Λίγοι ήταν εκείνοι που υπερασπιζόντουσαν την αυτονομία του είδους και την αντιμετώπισή του ως μια μορφή τέχνης.

Πλέον κανείς δεν αμφισβητεί πως ο τρόπος αφήγησης αυτός έχει το δικό του ενδιαφέρον και προσφέρει την δική του αναγνωστική απόλαυση.

Το μυθιστόρημα – κόμικ «Δημοκρατία» είναι ένα από τα πιο καλά παραδείγματα για το πως μπορεί να στηθεί μια μυθιστορηματική αφήγηση που ο λόγος κρατά κυρίως τους διαλόγους, ενώ οι περιγραφές και οι ιδέες αναπτύσσονται από την εικόνα.

Με κέντρο τη Μάχη του Μαραθώνα, οι τρεις συγγραφείς (ένας να έχει να κάνει με την δραματοποίηση της υπόθεσης και οι άλλοι δύο με την εικαστική ένδυσή της) επιχειρούν να περιγράψουν την αρχαία Αθήνα, τους τότε πρωταγωνιστές των πολιτικών γεγονότων και με την βασική και πολύτιμη βοήθεια των μυθιστορηματικών ηρώων τους, μας ξεναγούν στους δρόμους που η Δημοκρατία έπρεπε να περάσει έως ότου γίνει το βασικό πολίτευμα του δυτικού πολιτισμού.


Διόλου συμβατικές πολιτικές αναλύσεις, ένα σχέδιο που διαθέτει τη δική του αισθητική, πρόσωπα που από τη μια τα ζωντανεύουν τα χρώματα και από την άλλη τα ‘συννεφάκια’ των διαλόγων –όλα αυτά ολοκληρώνουν ένα ιδιαίτερα επιτυχημένο graphic novel  που φιλοδοξεί να αυξήσει τους φανατικούς αναγνώστες του είδους.

Πρώτη δημοσίευση: http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=204453

28.12.15

Ανκόρ... της Πέλα Σουλτάτου




Πέλα Σουλτάτου
"Ανκόρ"
Καστανιώτης

Ένα νοσοκομείο είναι ένας ολόκληρος κόσμος* άτομα ανόμοια μεταξύ τους συνυπάρχουν. Άνθρωποι με διαφορετικές κουλτούρες, από άλλες κοινωνικές ομάδες, με ποικίλες πολιτικές απόψεις, νέοι και ηλικιωμένοι, με σοβαρά  ή όχι προβλήματα υγείας.

Ένας κόσμος εντός του κόσμου μας –να πως θέλησε η νέα συγγραφέας Πέλα Σουλτάτου να δει ένα νοσοκομείο και πάνω στη ζωή που πάλλεται μέσα στους διαδρόμους, στα δωμάτια και στα χειρουργεία του να στήσει το νέο της πεζογράφημα.

Το δεύτερο βιβλίο της είναι αυτό. Και ειδολογικά θα πρέπει να το θεωρήσουμε ως  μυθιστόρημα.

Το πρώτο  της –«Φώτα στο βάθος»- έγερνε περισσότερο προς το είδος του διηγήματος. Κείμενα σύντομα που όμως θα μπορούσε κανείς να θεωρήσει πως αποτελούσαν βασικά στοιχεία ανάπτυξης  μιας σχέσης ατόμου με την κοινωνία.

Αυτή την ίδια σχέση εξερευνά η Σουλτάτου και με το νέο της βιβλίο.

Μόνο που τώρα αποφάσισε να χρησιμοποιήσει μια πιο ενοποιημένη μορφή αφήγησης που θα μπορούσαμε να τη θεωρήσουμε και ως μυθιστόρημα – τοιχογραφία.

Δεν υπάρχει ένα κεντρικό πρόσωπο. Υπάρχει ένας κεντρικός χώρος –το νοσοκομείο.

Και διάφοροι τύποι που συναντά κανείς μέσα σε ένα τέτοιας χρήσης κτήριο.

Γιατροί, νοσηλευτές, παραϊατρικοί επισκέπτες, ασθενείς, συγγενείς.

Ένας κόσμος που τον ενώνει η σχέση με τα δίπολα ζωή και θάνατος, πόνος και ανακούφιση, αρρώστια και θεραπεία.

Η Πέλα Σουλτάτου δείχνει να γνωρίζει πολύ καλά το μέρος και όσους εκεί γύρω κυκλοφορούν. Και με την άνεση μιας ουσιαστικής  γνώσης μπορεί και άλλοτε περιγράφει με ρεαλισμό, άλλοτε με ένα στοιχείο υπερβατικό, κάποτε με χιούμορ, συχνά με συγκρατημένο συναίσθημα.

Τραβάει το κορδόνι της έκτακτης ανάγκης. Κρέμεται από ένα επιτοίχιο πλαστικό κάλυμμα διακόπτη, με αποτυπωμένη τη φιγούρα της αρχετυπικής νοσηλεύτριας. Πάντα γυναίκα, πάντα ευθυτενής, προσηνής, ενίοτε απηνής, ακριβής, συνεπής και προπάντων ολιγόλογη. Οι νοσοκόμες ξέρει πως είναι για να προσφέρουν υπηρεσία, να σερβίρουν φάρμακα και καθετήρες. Δεν είναι για πολλές κουβέντες. Είναι για εντολές και παραινέσεις. Είναι για προτροπές και ευχές. Είναι για σύντομες και σαφείς ερωτήσεις.

Η Πέλα Σουλτάτου εν τέλει αξιοποιεί κάτι που η λογοτεχνία μας μάλλον έχει αγνοήσει.


Τον κόσμο ενός νοσοκομείου –εκεί όπου το άτομα στέκεται απέναντι στη μοίρα του και ο άνθρωπος αναμετράται με τις δυνάμεις και τις αδυναμίες του.

Πρώτη δημοσίευση: http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=205969

20.12.15

Ιστορίες για τα δικά μου Χριστούγεννα στο bookia

Γράφει ο Διονύσης Λεϊμονής

Χριστουγεννιάτικο παραμύθι με ερωτηματικό, ιστορίες ωραίες σαν παραμύθι, ιστορίες ζωής, της ζωής μου, της ζωής του συγγραφέα, που με τη δύναμη της μυθοπλασίας αποκτούν άλλη διάσταση, γίνονται υπεράνθρωπες, δικές μας, οικείες, προσωπικές… ιστορίες που συμβαίνουν την άγια νύχτα των Χριστουγέννων λίγο πριν ή μετά τη γέννηση του Χριστού, που διαβάζοντας τες κάθε αναγνώστης οποιασδήποτε ηλικίας αισθάνεται να ανοίγει η καρδιά του, να αποκτάει ύψος ο νους του, να αποδέχεται, να μην περιαυτολογεί, να προσφέρει, να διαθέτει τον εαυτό του στους άλλους βιώνοντας το πνεύμα των Χριστουγέννων, έτσι όπως ένα έλατο μπορεί να φιλοξενήσει στα κλαδιά του πολλά τρομαγμένα, ασθενικά, αποδιωγμένα πουλιά…

Το πνεύμα των Χριστουγέννων είναι αυτό που προσκαλεί κάθε χρόνο νεράιδες να κατεβάσουν μύρια αστέρια από ψηλά για το στολισμό του ελάτου προκαλώντας συγκίνηση στην Πλάση.

Μα αν καμιά νεράιδα ξεχαστεί; Πώς θα επανορθώσει; Μόνο όποιος ήταν τυχερός να τους στολίσει το δέντρο μια χρονιά κάποια νεράιδα μπορεί να αποκαλύψει σε όλους μας ένα μεγάλο μυστικό πασπαλισμένο με άχνη ζάχαρη οσφραινόμενος μυρωδιές κι αρώματα των ημερών.

Μα οι γιορτές περνούν και τότε; Τι απογίνονται τα ξεστολισμένα δέντρα; Ποιες χαρές μπορεί να απολαύσουν αν οι άνθρωποι δεν πάψουν να τα αγαπούν και τους εξασφαλίσουν μια φιλόξενη γωνιά κοντά τους;

Μα ακόμα κι αν οι άνθρωποι καμιά φορά ξαστοχούν και φέρονται σκληρά στα καημένα τα έλατα, μια νύχτα Χριστουγέννων μπορεί να γίνει ένα μεγάλο θαύμα, ένα θαύμα που ο νους ανθρώπου δεν το χωρά, και μόνο ένα αστέρι μπορεί να αφηγηθεί πως μια φορά κι έναν καιρό ένα πεταμένο στα σκουπίδια δεντράκι στολίστηκε με κάθε είδους πεταμένα υλικά κι έζησε μια μοναδική εμπειρία αγάπης…

Τη νύχτα των Χριστουγέννων μπορεί να απολαύσεις το πιο ωραίο θέαμα, να χαρείς την αγάπη κυνηγώντας ένα μοναδικό τριαντάφυλλο μέσα στη βαρυχειμωνιά. Αρκεί να μην τα παρατήσεις και να βαδίσεις μπροστά αναζητώντας το τριαντάφυλλο των Χριστουγέννων, ένα τριαντάφυλλο λευκό με αχνές κόκκινες κηλίδες σαν δάκρυα χαράς και αίματος.

Μπορεί να το λάβεις απ’ το χέρι ενός αγγέλου, πολύτιμο δώρο έτοιμος να το προσφέρεις κι εσύ στον Δημιουργό, αρκεί να ζήσεις με την ψυχή σου μια νύχτα Χριστουγέννων έτοιμος να τα δεις και να ακούσεις όλα ακόμα κι αν ζεις σε μια πολύβουη πόλη με πολλούς σταυρωτές.

Μια παραμονή Χριστουγέννων αναζητά κανείς ένα ολόκληρο θαύμα κι όχι ένα μισό, ένα ολόκληρο σαν αυτό που μπορεί να ζήσει αν τα πουλιά συμφιλιωθούν με τους φόβους τους, αν οι άνθρωποι επιτέλους καταφέρουν να αναγνωρίσουν τα μηνύματα της ψυχής τους… μια νύχτα μαγική της αγάπης μέσα στην οποία μπορούν να συνυπάρξει το χρυσάφι με το ασήμι…

Όνειρο; Παραμύθι ή ίδια η ζωή; Μια φορά ήμουν εγώ, ήμασταν εμείς, ήμασταν όλοι κι αποφασίσαμε να ζήσουμε το όνειρο ενεργοποιώντας όλες τις αισθήσεις μας ως άνθρωποι και ως θεοί μακριά από εφιάλτες, κακοτοπιές και αρνήσεις… Ιστορίες για τα δικά μας Χριστούγεννα εκφρασμένες από έναν έμπειρο συγγραφέα, που κατάφερε να διατηρήσει την παιδικότητα, τον αυθορμητισμό και τη χαρά ενός μικρού παιδιού ανηφορίζοντας τα σκαλοπάτια της ενήλικης ζωής…

16.12.15

Paul Auster
«Η επινόηση της μοναξιάς»
Μετάφραση: Σταυρούλα Αργυροπούλου
Μεταίχμιο
                                                                          

Δεν μπορώ να ισχυριστώ πως είναι κάτι αν όχι μοναδικό, σίγουρα πάντως σπάνιο, αλλά έτσι και αλλιώς δεν είναι σύνηθες το πρώτο βιβλίο ενός συγγραφέα να είναι και αυτό που θα τοποθετεί τη βάση που πάνω της θα δομηθεί στα μελλούμενα χρόνια όλη η συγγραφική πορεία αυτού του δημιουργού.
Αναφέρομαι στον Πολ Ώστερ και στο βιβλίο του «Η επινόηση της μοναξιάς».
Μέχρι το 1982 όπου κυκλοφορεί αυτό το βιβλίο, ο Ώστερ βασικά έχει εκδόσει κάποιες ποιητικές συλλογές.
Αλλά ο θάνατος του πατέρα του θα τον φέρει σε μια αναζήτηση της έννοιας της μνήμης.
Τη μια μέρα υπάρχει ζωή… Κι έπειτα, ξαφνικά, υπάρχει θάνατος.
Πώς μπορείς να αντιπαραθέσεις τα δικά σου συναισθήματα που στηρίζονται στη ύπαρξη ζωής απέναντι στο γεγονός του θανάτου; Πώς κατανοείς αυτόν που οριστικά έφυγε και με ποιον τρόπο να τον διατηρήσεις δίπλα σου;
Με την μνήμη –απαντά ο Ώστερ και με τη δική της βοήθεια ξεκινά να ιστορεί τη ζωή ενός ανθρώπου που αν και έζησε δίπλα του, ωστόσο παρέμενε αόρατος.
Το πορτραίτο ενός αόρατου ανθρώπου- έτσι τιτλοφορείται το πρώτο μέρος αυτού του βιβλίου.
Και εδώ ας σημειώσουμε πως το «Η επινόηση της μοναξιάς» δεν  περιέχει ένα καθαρόαιμο μυθιστόρημα, μα ούτε είναι και κάποιο ξεκάθαρο κείμενο δοκιμιακής μορφής.
Μια ενδιάμεση κατάσταση βιογραφικών καταγραφών και φιλοσοφικών αναζητήσεων –αυτό είναι στο σύνολό του το «Η επινόηση της μοναξιάς»
Μοναξιάς;  Μα μόλις προ ολίγου ο Ώστερ μας έχει μιλήσει για την αξία της μνήμης και το πώς μέσω αυτής έρχεται κάποιος σε επαφή με έναν άλλον.
Ναι, αλλά η μνήμη για να λειτουργήσει απαιτεί μόνωση. Απομόνωση, πιο σωστά. Και αυτό που θα γεννήσει θα είναι ένα λογοτεχνικό έργο.
Ο Ώστερ –με το πρώτο του αυτό βιβλίο- φανερώνει το πώς θα μορφοποιήσει όλα τα υπόλοιπα του έργα. Μάλλον –και με πιο σωστή έκφραση- καταγράφει τις τεχνικές με τις οποίες το άτομο θα μετατραπεί σε δημιουργό.
Και αν στο πρώτο μέρος ο μελλοντικός δημιουργός δοκιμάζει τις αντοχές του ανασκαλεύοντας το παρελθόν του πατέρα, στο δεύτερο -Το βιβλίο της μνήμης- ανασκαλεύει τον δικό του παρελθόν. Και κυκλοφορεί μέσα σε δωμάτια που έζησε, σε  πόλεις που τον φιλοξενήσανε, δίπλα σε ανθρώπους που τον συντροφεύσανε, καταγράφει σκέψεις που αρπάχτηκαν την τελευταία στιγμή προτού λησμονηθούνε.
Ο συγγραφέας αυτοβιογραφείται την ίδια ώρα που βιογραφεί τις ζωές άλλων.
Εντός σου κατοικούν κι άλλοι, και εσύ υπάρχεις ως άτομα μόνο σε συσχετισμό με τους άλλους.
Έχει πιστεύω ενδιαφέρον να διαβάζει κανείς τις θεωρητικές σκέψεις πάνω στη γραφή δημιουργών που έχουν πλέον καταξιωθεί (σκέφτομαι, για παράδειγμα, αυτή τη στιγμή τον Κούντερα). Αλλά έχει  μπορεί και περισσότερο ενδιαφέρον να παρακολουθείς τις ίδιες αυτές σκέψεις, έτσι όπως είχαν σχηματιστεί στο νου ενός ανθρώπου που επρόκειτο να γίνει πεζογράφος.
Πέρα από τις σκέψεις και τις θεωρητικές προσεγγίσεις και μιας και τούτο το βιβλίο δεν αποποιείται εντελώς μια μυθιστορηματική οντότητα, θα πρέπει να τονίσουμε την δεξιοτεχνία του ‘Ωστερ να συγκινεί χωρίς μελοδραματισμό, να αναλύει με τρόπους ασυνήθιστους, να φέρνει στην επιφάνεια τη λεπτομέρεια και με τη δική της βοήθεια να συνθέτει το όλον.

Όλα όσα ο αναγνώστης των μετέπειτα έργων του θα συναντήσει και θα εκτιμήσει.

Πρώτη δημοσίευση: http://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/4610-epinoisi-monax

10.12.15

Φόβος Κανένας


Γιάννης Φαρσάρης
"Φόβος Κανένας"
Εκδόσεις OpenBook


Μια ανήσυχη παρουσία στο χώρο της λογοτεχνίας μας είναι ο Γιάννη Φαρσάρης.
Με σπουδές στην Επιστήμη των Υπολογιστών, αλλά με ατόφιο πάθος για την λογοτεχνική ενσάρκωση των ανθρώπινων παθών, αναζητά ένα τρόπο κατάθεσης όχι μόνο (και τόσο) προσωπικής του συγγραφικής ταυτότητας, όσο μιας μεθόδου πλησιάσματος  της έκδοσης ενός έργου σε πλατύτερο κοινό.
Και βέβαια γι αυτήν την επιθυμία του, έχει στραφεί στις γνώσεις που οι σπουδές του παρέχουν και να που ίσως να είναι ο πρώτος έλληνας συγγραφέας που με πλήρη τεχνική επάρκεια, αλλά και ιδεολογική συνέπεια εφαρμόζει τις δυνατότητες που το διαδίκτυο προσφέρει στην διακίνηση ενός λογοτεχνικού έργου.
Η συλλογή αυτή μικρών διηγημάτων ενώ διανέμεται ελεύθερα στο διαδίκτυο με τη μορφή ψηφιακού βιβλίου, παράλληλα έχει κυκλοφορήσει και με την ΄παλιά' κλασική μορφή του έντυπου βιβλίου. Το πείραμα έχει κι από άλλους υλοποιηθεί.
Μόνο που στην περίπτωση του "Φόβος Κανένας" ο Φαρσάρης θέλησε να αναζητήσει κάτι πιο νέο, κάτι περισσότερο συλλογικό.
Κι έτσι βρήκε χρηματοδότες της έκδοσης, με τη μέθοδο της συλλογικής μικροχρηματοδότησης. Με λόγια πιο απλά κάποιοι άνθρωποι τον εμπιστεύθηκαν και δώσανε ένα μικρό ποσό ο καθένας, προαγοράζοντας λίγα αντίτυπα. Με το σύνολο αυτών των χρημάτων έγινε η έκδοση.
Στην έντυπη μορφή του το βιβλίο θα διατεθεί δωρεάν σε δανειστικές και ανταλλακτικές βιβλιοθήκες.
Ενδιαφέρον πείραμα που ανιχνεύει κι αυτό πιθανές νέες μορφές έκδοσης και διακίνησης της λογοτεχνίας. Μετατρέπει -τολμώ να υποθέσω- την ατομική πράξη τόσο της συγγραφής, όσο και της ανάγνωσης, σε μια συλλογική υπόθεση.
Ως προς το περιεχόμενο, ο Φαρσάρης έγραψε μικρά διηγήματα, που το καθένα προσπαθεί να φωτίσει με τρόπο παράδοξο καθημερινά γεγονότα.
Η συντομία έρχεται να ταυτιστεί με την ανάγκη ύπαρξης σύντομων κειμένων σε διαδικτυακές αναρτήσεις, αλλά παράλληλα και να αποδείξει πως και μέσα στη συντομία μπορεί να ανακαλύψει ο αναγνώστης λογοτεχνική ποιότητα.
Ο απρόοπτος αυτός φωτισμός υπονομεύει μια κατεστημένη αντίληψη για τις κοινωνικές και διαπροσωπικές σχέσεις. Ο συγγραφέας συχνά σαρκάζει, συχνά θρηνεί. Συνεχώς προσπαθεί να αρπάξει τον αναγνώστη του και να τον μεταφέρει από την μακαριότητα του 'έτσι είναι' στην ανήσυχη κατάσταση του 'ίσως είναι κι έτσι'.
Όλα τα κείμενα  -29 όλα κι όλα- μπορεί κανείς να πει πως δεν έχουν την ίδια ευθυβολία. Μα όλα τους διαθέτουν αυτά τα χαρακτηριστικά  -τον σαρκασμό, την ανατροπή και την επανατοποθέτηση- κι έτσι στο σύνολό της η συλλογή κερδίζει το στοίχημα που έχει βάλει -υποθέτω- με τον εαυτό της. Να θυμίσει πως η ζωή μας άλλοτε είναι ευτράπελη κι άλλοτε τραγική. Και πως πέρα από το πως κυκλοφορεί ένα κείμενο, παραμένει πάντα ένα ευαίσθητο εργαλείο κατανόησης των άλλων, μα και του εαυτού μας.
"Επειδή δεν πίστευα στα όνειρα, το όνειρο δεν πραγματοποιήθηκε..." γράφει ο Φαρσάρης σ' ένα από τα  διηγήματα. Και έτσι μας φανερώνει τις προθέσεις του - "Από εκείνη τη στιγμή άρχισα να πιστεύω στα όνειρα" προσθέτει.

9.12.15

Ιστορίες για τα δικά μου Χριστούγεννα


Η Ελένη Χωρεάνθη στο : http://diastixo.gr/kritikes/paidika/4583-dika-mou-xristougenna


Πρόκειται για ένα χαριτωμένο βιβλίο με εντυπωσιακό εξώφυλλο, βουτηγμένο στα κόκκινα με διακριτικές πινελιές λευκού, μπλε και πράσινου, που πλαισιώνουν μια χαρακτηριστική παιδική φατσούλα πλάι στο χριστουγεννιάτικο δέντρο, όλα στοιχεία από τον καιρό και τον κόσμο της αθωότητας του συγγραφέα. Το κομψό σχήμα, η πολύ όμορφη –εξωτερική και εσωτερική– τυπογραφική εμφάνιση, οι απλές, καλογραμμένες, τρυφερές ιστορίες/παραμύθια, οι χαμηλοί τόνοι της αφήγησης δημιουργούν ευχάριστη ατμόσφαιρα, φέρνουν στο προσκήνιο της μνήμης ξεχασμένες εικόνες και σκηνές, αναμοχλεύουν συναισθήματα αγάπης, συμπόνιας, αλληλεγγύης, φιλίας, συντροφικότητας και μεταφέρουν σε καιρούς απλούς, «αναμάρτητους» θα έλεγα, ανθρωποκεντρικούς.
Ο Μάνος Κοντολέων με τις Ιστορίες για τα δικά μου Χριστούγεννα φέρνει στην επιφάνεια σελίδες από τη ζωή του, μνήμες από την οικογενειακή του ιστορία. Με το «Χριστουγεννιάτικο παραμύθι» περιγράφει το οικογενειακό του περιβάλλον, από όπου ξεκινάει και όπου καταλήγει την αφήγηση των έξι ιστοριών που ακολουθούν με πρωταγωνιστή, σχεδόν πάντα, το έλατο. «Μαζί θα περάσουμε τον χειμώνα», είπε το έλατο στα πουλιά, τότε παλιά, «μια φορά κι έναν καιρό», όταν όλα είχαν λαλιά, ήταν μαγικά, στα πουλιά που δεν βρήκαν καταφύγιο αλλού πουθενά, σε κανένα άλλο δέντρο, είτε γιατί δεν ανέχονταν τις φωνές των πουλιών είτε γιατί ο άνεμος θα σκόρπιζε τα κίτρινα φύλλα τους. Μόνο το έλατο προσφέρθηκε να τα φιλοξενήσει και να περάσουν τον άγριο χειμώνα μαζί. Κι εκείνα το στόλισαν με το πολύχρωμο φτέρωμά τους πατόκορφα, το έκαναν χαρούμενο με τα λαλήματα, με τις μουσικές τους. Και ξεχώρισε μέσα στο «καταχείμωνο, στην καρδιά του χειμώνα, μέσα στο απόλυτο λευκό ένα δέντρο στολισμένο. Το πρώτο έλατο που στολίστηκε ήταν από τα πουλιά...». Από τα πουλιά έμαθαν οι άνθρωποι να στολίζουν το έλατο κάθε Χριστούγεννα!
Η μικρή νεράιδα, στην ιστορία «Το πνεύμα των Χριστουγέννων», με κανέναν τρόπο δεν θα ήθελε να ήταν άνθρωπος. Συνήθισε να πετάει με το σύννεφο πάνω από τον κόσμο και πολύ «της άρεσε να έχει όλα τα χαρίσματα ενός ξωτικού. Αλλά για δεκαπέντε μέρες του χρόνου», κάθε χρόνο τις μέρες των Χριστουγέννων, «να ζει στην αυλή ενός σπιτιού ήταν μια αλλαγή και τόσες όμορφες στιγμές, στιγμές αγάπης, μήτε στα ουράνια θα τις συναντούσε ποτέ της».
Με το «Δασάκι από έλατα των Χριστουγέννων» αφηγείται μια χαριτωμένη, όσο και πολύ συγκινητική, ιστορία με ήρωα ένα χριστουγεννιάτικο έλατο που φυτεύτηκε μετά στον κήπο του σπιτιού και τρέχανε τα δάκρυά του γιατί ήταν ολομόναχο. Αλλά το μεγάλο δέντρο έσκυψε και το παρηγόρησε. «Και το έλατο σταμάτησε να δακρύζει» και είδε τη ζωή του κήπου γύρω του και χάρηκε. Και περίμενε τα άλλα Χριστούγεννα, που θα έφερναν κι άλλα έλατα στον κήπο και θα γινόταν «Ένα δασάκι από έλατα των Χριστουγέννων».
Πολύ έξυπνο και διδακτικό παραμυθάκι πως όλα, ακόμα και τα σκουπίδια, έχουν αισθήματα και μπορεί να είναι χρήσιμα, όπως τα σκουπίδια ενός κάδου που στόλισαν ένα δεντράκι Χριστουγέννων πεταμένο στο πεζοδρόμιο και του έδωσαν μεγάλη χαρά. Κι αν οι σκουπιδιάρηδες που το έριξαν στο φορτηγό δεν ήξεραν ποιος το στόλισε, ήξερε, ωστόσο, το αστέρι που ξαναγύρισε στον ουρανό και πάντα θα θυμόταν «τη μαγεία μιας καθυστερημένης νύχτας Χριστουγέννων», όπως διηγείται η ιστορία: «Χριστουγεννιάτικο δέντρο στο πεζοδρόμιο».
«Το τριαντάφυλλο των Χριστουγέννων» έχει τη δική του ιστορία, μια ιστορία αγάπης και λύτρωσης, με οδηγό το ξεχωριστό άρωμα που κουβαλάει το λουλούδι μιας σπάνιας τριανταφυλλιάς που φύτρωσε και άνθισε μια σημαδιακή νύχτα, τότε που γεννήθηκε ένα ξεχωριστό μωρό σε μια σπηλιά... Μια ιστορία κυκλική που ξεκινάει από τη Γέννηση και δίνει με ιδιαίτερο, και πρωτότυπο ίσως, τρόπο την πορεία του Ιησού στον κόσμο ίσαμε το μαρτύριό του, και τη Μαγδαληνή να πορεύεται μαζί του με το άρωμα του ξεχωριστού λουλουδιού «το ίδιο τρυφερό, το ίδιο ζεστό με (το βλέμμα του Εσταυρωμένου προς τη Μητέρα του και με) αυτό που κάποτε ένα μωρό κοίταξε ένα κορίτσι, μέσα σε μια σπηλιά, μια νύχτα του χειμώνα... Νύχτα των Χριστουγέννων».
Και τελειώνει με τη «Χρυσαφένια, Ασημένια... νύχτα Χριστουγέννων», που κάποτε ήταν δυο πολύ αγαπημένες αδερφές, η Ασημένια φιλενάδα της νύχτας και η Χρυσαφένια αγαπημένη της ημέρας, αλλά μια οριακή στιγμή, την άγια νύχτα των Χριστουγέννων, ενώθηκαν και έγινε η «Χρυσαφένια, Ασημένια... νύχτα Χριστουγέννων».
Όλες οι ιστορίες, όπως είναι δοσμένες, με τη μαστοριά του έμπειρου και καταξιωμένου συγγραφέα που ξέρει και μπορεί να μιλάει στα παιδιά με απλότητα, αλλά με υπευθυνότητα και σοβαρότητα, τέρπουν και διδάσκουν τους μικρούς. Παράλληλα, κάνουν εμάς τους μεγάλους να θυμηθούμε και να ξαναβρούμε τον δρόμο για τον ξεχασμένο παράδεισο της παιδικότητας, να δούμε λίγο παραπέρα από το σκληρό πρόσωπο της καθημερινότητας με την ολοένα αυξανόμενη και κλιμακούμενη επικίνδυνα ηθική, πολιτική και οικονομική κρίση.
Τα βιβλία της σειράς απευθύνονται σε μικρούς και μεγάλους, έχουν ταυτότητα αθωότητας, πραότητας, παιδικής αφέλειας, μεταδίδουν ένα άρωμα από τα παλιά, μοιάζουν με κοσμήματα για να στολίζουμε τη σκέψη μας τις άχαρες μέρες, τις κουραστικές νύχτες μας και παραπέμπουν αυτομάτως σε άλλες εποχές και στις παλιές μνημειακές εκδόσεις που αγαπήθηκαν και άφησαν εποχή.

Το εμβληματικό εξώφυλλο και τις διακοσμητικές βινιέτες φιλοτέχνησε η Φωτεινή Στεφανίδη.

8.12.15

Γράμμα στον Κωστή

Ξένια Καλογεροπούλου
«Γράμμα στον Κωστή»
Πατάκης, 2015




                                 

Νομίζω πως ο άνθρωπος από τότε που απέκτησε τη γνώση της Μνήμης, θέλησε και να επικοινωνεί με άλλους ανθρώπους για να μοιράζετε με αυτούς συναισθήματα και γεγονότα που τον διαμόρφωναν, τον συγκινούσαν, ενεργοποιούσαν την δόμηση της ολότελα δικής  του προσωπικότητας.
Μια μορφή τέτοιας υφής επικοινωνίας είναι και η λογοτεχνία –τόσο ως πράξη συγγραφής, όσο και ως πράξη ανάγνωσης.
Γράφω γιατί θέλω να έρθω σε επαφή με άλλους.
Διαβάζω και για να κατανοήσω τις σκέψεις και τα συναισθήματα των άλλων.
Αν αυτές οι σκέψεις γίνουν αποδεχτές, τότε θα πρέπει να ομολογήσουμε πως το είδος εκείνο του λογοτεχνικού κειμένου που απόλυτα θέλει να ικανοποιήσει και τον συγγραφέα του και τον αναγνώστη του, είναι η αυτοβιογραφία.
Ο αναγνώστης μιας αυτοβιογραφίας αισθάνεται πως κάποιος τον εμπιστεύεται και ζητά να τον πλησιάσει για να του εξομολογηθεί τα μυστικά της ζωής και του έργου του. Κι αν μάλιστα αυτός που αυτοβιογραφείται είναι πρόσωπο γνωστό, με δημόσια παρουσία, τότε η εξομολόγηση αποκτά μια ακόμα διάσταση –μας περιγράφει τις άγνωστες πλευρές εκείνου που οι προβολείς της δημοσιότητας την ώρα που άπλετα τις φωτίζανε, την ίδια ώρα και τις συσκοτίζανε, τις παραποιούσαν.
Ο αυτοβιογραφούμενος πάλι, είπαμε πως επιζητά να φέρει πιο κοντά του εκείνους  που παρακολουθούσαν ζωή και έργα του από μια απόσταση. Θέλει να τους ‘μιλήσει’ χωρίς τη μεσολάβηση κάποιοι άλλου.
Παράλληλα, όμως, πιστεύω πως αυτός που αποφασίζει να εκδώσει την αυτοβιογραφία  του, διακατέχεται από την διάθεση να ελέγξει ο ίδιος το πως θα μείνει στην ιστορία όχι μόνο το έργο του, αλλά και ο ίδιος ως άνθρωπος και δημιουργός (καλλιτέχνης, επιστήμονας, πολιτικός ή ό,τι άλλο).
Κάτω από αυτές τις συνθήκες θεωρώ πως τα αυτοβιογραφικά κείμενα έχουν ένα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον αναγνωστικό και βέβαια αποτελούν και μια καλή πηγή πληροφοριών για την εποχή  που έζησε και έδρασε ο συγγραφέας τους, αλλά και για τις συνθήκες μέσα στις οποίες ο ίδιος λειτούργησε.
Στο σημείο αυτό νομίζω πως θα πρέπει να σημειωθεί η διαφορά ανάμεσα σε μια αυτοβιογραφία και σε μια βιογραφία. Στην πρώτη περίπτωση έχουμε την απόλυτα προσωπική, υποκειμενική άποψη του ανθρώπου που μας μιλά για την ίδια του τη ζωή, στην άλλη ένας τρίτος καταγράφει   -έτσι όπως ο ίδιος έχει πλησιάσει- τη ζωή και το έργο του ανθρώπου που βιογραφεί.
Υπάρχει όμως και μια ακόμα διαφορά. Στις βιογραφίες ο βιογράφος, συνήθως ως τριτοπρόσωπος αφηγητής, απευθύνεται απευθείας στον αναγνώστη του.
Σε μια αυτοβιογραφία ο συγγραφέας της απευθύνεται κι αυτός απευθείας στον αναγνώστη του, αλλά πολύ συχνά αυτός ο αναγνώστης του δεν είναι εκείνος που κρατά στα χέρια του το βιβλίο, αλλά κάποιο άλλο πρόσωπο, κοντινό στον αυτοβιογραφούμενο και ασφαλώς ιδιαίτερης συναισθηματικής φόρτισης.
Σε αυτή την περίπτωση ανήκει και το βιβλίο «Γράμμα στον Κωστή» της Ξένιας Καλογεροπούλου. Το πρόσωπο που η Καλογεροπούλου απευθύνει το έργο της είναι ο για 37 χρόνια σύντροφός της Κωστής Σκαλιώρας. Γνωστός μεταφραστής και κριτικός θεάτρου.
Για ένα χρόνο συνεχώς από τη μέρα που εκείνος ‘έφυγε’, η γυναίκα του γράφει μια επιστολή που θα γίνει ένα κείμενο 366 σελίδων και που στην ουσία αποτελεί όχι τόσο (ή μόνο)  την καταγραφή της δικιάς τους κοινής πορείας στη ζωή, αλλά περισσότερο τα δικά της βήματα από τότε που ήταν ένα μικρό κορίτσι  έως τώρα που αναγνωρίζεται ως μια από τις πλέον σημαντικές παρουσίες του ελληνικού θεάτρου και κυρίως ως εκείνη που θεμελίωσε στον τόπο μας το καλό θέατρο για παιδιά.
Η Ξένια Καλογεροπούλου μπορεί να υπήρξε μια από τις πλέον γνωστές σταρ του ελληνικού κινηματογράφου, αλλά παράλληλα –και με αυτή την ταυτότητα έχει πλέον και εδώ και χρόνια εγγραφεί στη συνείδηση του καλλιτεχνικού κόσμου, αλλά και του ευρύτερου θεατρόφιλου κοινού-  είναι μια καλλιτέχνης με παιδεία, ευαισθησία και ουσιαστικές αναζητήσεις.
Η παιδεία της είναι και αυτή που τελικά την βοηθά να δίνει ένα ιδιαίτερο γλαφυρό τόνο στις ‘εξομολογήσεις’ της. Και πιστεύω πως δεν είναι χωρίς τη δική του σημασία το γεγονός πως η Καλογεροπούλου έχει γράψει θεατρικά έργα για παιδιά. Η απλότητα και η αμεσότητα που χαρακτηρίζει κάθε καλή μορφή Τέχνης που αφορά ανήλικο κοινό, μπολιάζει και το κείμενο που απευθύνεται σε ενήλικες.
Πέρα από την αμεσότητα και την κομψότητα του ύφους, σημαντικά είναι και τα όσα καταγράφονται σχετικά με το θέατρο από το 1960 περίπου ως τις μέρες μας, τις συνθήκες που επικρατούσαν στα γυρίσματα των ελληνικών ταινιών εκείνης της εποχής, στη αναζήτηση του τρόπου συγγραφής και σκηνοθεσίας έργων για παιδιά, στην τόλμη να έρθει και εδώ το Θέατρο για Βρέφη.
Κι όλα αυτά διανθισμένα με περιγραφές προσωπικών στιγμών και γεγονότων. Ταξίδια, σπίτια, φιλικά και συγγενικά μαζώματα, γεγονότα οικογενειακά ή κοινωνικά, πολιτικά, καλλιτεχνικά.
Μια εποχή, οι άνθρωποί της. Μια σχέση. Μια καριέρα.
Πρωτοπόρος, τελικά, η Ξένια Καλογεροπούλου, έρχεται τώρα να αποδείξει πως το αθόρυβο δεν είναι καθόλου άτονο, πως το τολμηρό δεν σημαίνει πως είναι και κραυγαλέο.
Και πάνω απ΄ όλα να υπενθυμίσει πως οι ανθρώπινες σχέσεις κάθε μορφής –ερωτικές, συντροφικές, επαγγελματικές, φιλικές- εν τέλει καθορίζουν όχι μόνο τον άνθρωπο αλλά και τα δημιουργήματά του.
Η Ξένια Καλογεροπούλου απευθύνεται στον σύντροφο της ζωής της. Λες και θέλει σε αυτόν να λογοδοτήσει. Και να του υποσχεθεί  πως με το ίδιο ήθος θα συνεχίσει.
Απευθύνεται στον σύντροφό της… Πίσω από την δική του παρουσία – απουσία, κρύβεται ένας άλλος σύντροφος. Αυτός που νομίζω πως συντροφεύει κάθε καλλιτέχνη (συγγραφέα, ηθοποιό)* ο αναγνώστης του, ο θεατής του.


 Πρώτη δημοσίευση: http://fractalart.gr/gramma-ston-kosti/

26.11.15

Είχε απ΄ όλα και είχε πολλά



Μαρία Παπαγιάννη
«Είχε απ΄ όλα και είχε πολλά»
Εικονογράφηση: Έφη λαδά
Πατάκης

Η Μαρία Παπαγιάννη έχει μια γόνιμη πορεία στη λογοτεχνία για παιδιά.
Εκείνο που χαρακτηρίζει τα κείμενά της, είναι από τη μια η ποιοτική της γραφή και από την άλλη οι κοινωνικές ευαισθησίες της.
Η Παπαγιάννη ενώ γράφει με λυρισμό και τρυφερότητα, θίγει θέματα και με έντονα πολιτικά ή κοινωνικά χαρακτηριστικά, αλλά και με διάθεση να μυήσει το παιδί σε μια κυκλική και διόλου ωφελιμιστική ανάλυση του κόσμου.
Στην τελευταία της αυτή ιστορία, αυτά τα στοιχεία είναι εμφανή. Ο βασιλιάς που τα θέλει όλα δικά του αδιαφορώντας για την ευτυχία των άλλων  και για την ποιότητα της ζωής των υπηκόων του, αλλά ακόμα και των δικών του, θα φτάσει στο τέλος να χαθεί κάτω από το βάρος όλων όσων κατέχει και που ποτέ δεν τα ευχαριστήθηκε.
Μια παραβολή που αγγίζει σημερινές καταστάσεις –ατομικό καταναλωτισμό όσο και οικονομικό αποκλεισμό- με τη βοήθεια της φαντασίας μετατρέπεται σε ένα ονειρικό –μα διόλου ονειροπαρμένο- ανάγνωσμα.
Στα μεγάλα πλεονεκτήματα του βιβλίου η υπέροχη εικονογράφηση της Έφης Λαδά.


Πρώτη δημοσίευση: http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=204529

21.11.15

Μισέλ Ουελμπέκ "Υποταγή"

Μισέλ Ουελμπέκ
«Υποταγή»
Μετάφραση: Λίνα Σιπητάνου
Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας


Θεωρώ τον Μισέλ Ουελμπέκ ως τον πλέον ενδιαφέροντα σύγχρονο ευρωπαίο συγγραφέα.
Κι αυτό γιατί μέσα στα μυθιστορήματά του δεν θα βρει κανείς  λογοτεχνικές αρετές (που ασφαλώς αυτό δε σημαίνει πως δεν υπάρχουν)  όσο  ανησυχίες (συχνά ανομολόγητες) ενός σημερινού ευρωπαίου πολίτη.
Πολιτικά μυθιστορήματα τα βιβλία του. Και με πολιτική διάθεση σχεδιάζει τους χαρακτήρες των ηρώων του. Και με πολιτικό στοχασμό προχωρεί συχνά σε προβλέψεις για το τι πιθανώς θα συμβεί στην Ευρώπη και κυρίως στη χώρα που έχει εδώ και αιώνες αποτελέσει την καρδιά του ευρωπαϊκού πνεύματος –τη Γαλλία.
Πάντα τολμηρός, συχνά ακραίος, σαρκαστικός, ερωτικός –ίσως και ερωτομανής.
Με βάση αυτά τα χαρακτηριστικά περιγράφει γεγονότα του κοντινού μέλλοντος. Και ότι περιγράφει μας είναι οικείο, είναι αυτό που τώρα ζούμε, αλλά που ο Ουελμπέκ έρχεται να μας το φωτίσει έτσι όπως είναι πολύ πιθανόν αύριο να έχει μετατραπεί.
Και το οικείο γίνεται άξαφνα εφιάλτης.
Αυτή την τακτική ακολουθεί και στο τελευταίο του μυθιστόρημα.
Γύρω στα 2022, στις τότε εκλογές της Γαλλίας, η πρωτιά διεκδικείται από το Εθνικιστικό Κόμμα και από το Κόμμα της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Τα παραδοσιακά άλλα δυο κόμματα (Σοσιαλιστικό και Δεξιό) αποφασίζουν να υποστηρίξουν την Μουσουλμανική Αδελφότητα και έτσι η εκλογή στη θέση του Προέδρου της Γαλλικής Δημοκρατίας ενός  -του πρώτου- μουσουλμάνου ηγέτη είναι γεγονός.
Ο κεντρικός αφηγητής και ήρωας του μυθιστορήματος είναι καθηγητής λογοτεχνίας σε Πανεπιστήμιο του Παρισιού. Έχει ζήσει μια ζωή θα έλεγε κανείς στο περιθώριο της Ιστορίας. Εγκλωβισμένος σε άνευρες λογοτεχνικές αναζητήσεις, ανίκανος να ζήσει τον έρωτα καθώς έχει αποδεχτεί τον ερωτισμό, περιχαρακωμένος στον μικρόκοσμο μιας πανεπιστημιακής κοινότητας που αδιαφορεί για την κοινωνία των πολιτών.
Οι πολιτικές αλλαγές θα είναι σαρωτικές. Και κυρίως σε επίπεδο Παιδείας.
Ένας νέος τύπος ευρωπαίου θα ξεκινήσει να διαμορφώνεται. Ένας νέος τύπος διανοούμενου της Δύσης θα πλάθεται καθώς το Ισλάμ θα επιβάλει τις αρχές του και θα προσφέρει την χρηματική του βοήθεια.
Ο αφηγητής θα προσαρμοστεί. Στην ουσία θα υποταχτεί.
Το ευρωπαϊκό παρελθόν θα υποχωρήσει. Τουλάχιστον με τη μορφή εκείνη που διαμόρφωνε –κάποτε- ευρωπαϊκές συνειδήσεις.
Πάνω σε μια τέτοια θέση (παρόμοια άλλωστε και με τα προηγούμενα βιβλία του) δομείται το μυθιστόρημα αυτό του Ουελμπέκ.
Και όπως και στα προηγούμενα βιβλία του, έτσι κι εδώ  ο αφηγητής δείχνει αν όχι να συμφωνεί με τα όσα γίνονται, πάντως να μην αντιδρά απέναντί τους.
Αυτή η στάση των ηρώων του Ουελμπέκ έχει κάνει πολλούς να θεωρήσουν πως ο ίδιος ο συγγραφέας αποδέχεται αυτή την πορεία προς ένας εξισλαμισμό της Δύσης.
Αλλά κάτι τέτοιο είναι –πιστεύω- λάθος.
Ο Ουελμπέκ καθώς δείχνει να ταυτίζεται με τον ήρωά του, δημιουργεί μεγαλύτερη αναστάτωση στον αποδέχτη των γραπτών του και εν τέλει κατορθώνει να αφυπνίσει ναρκωμένες αντιδράσεις.
Οι στόχοι της καταγγελίας είναι ευδιάκριτοι –οι  μικρού βεληνεκούς πολιτικοί ηγέτες της Ευρώπης, οι δευτεροκλασάτοι διαχειριστές της εξουσίας, οι εφησυχασμένοι πνευματικοί άνθρωποι. Και ίσως στο βάθος και πίσω από όλους αυτούς και ο παθητικός κληρονόμος των πατέρων του Διαφωτισμού* ο απλός άνθρωπος.
Στα ενδιαφέροντα στοιχεία του έργου και η άνεση με την οποία ο Ουελμπέκ επιστρατεύει μέσα στις σελίδες του πρόσωπα υπαρκτά (Ολάντ, Λεπεν κ.α) με ήρωες μυθιστορηματικούς.
Σε κάθε περίπτωση, έχουμε ένα μυθιστόρημα που ξαφνιάζει, προβληματίζει.
Ίσως και να προτείνει  τρόπους γραφής μιας στρατευμένης (με την πολύ πλατιά έννοια του όρου) λογοτεχνίας.
Η μετάφραση υποστηρίζει την αναγνωστική απόλαυση.


 Πρώτη δημοσίευση: http://fractalart.gr/houellebecq/


20.11.15

Φεγγάρια του έρωτα

Ο Γιώργος Θεοχάρης γράφει στο bookpress...





Αναρωτηθήκαμε άραγε πόσες φορές χλευάσαμε, σιωπηλά, άφωνα έστω, μέσα μας, την ιδιαιτερότητα της ερωτικής επιλογής συνανθρώπων μας; Πόσες φορές ευχηθήκαμε μυστικά να μη λάχει σε δικό μας παιδί κάτι τέτοιο; Έχουμε αναλογιστεί ποτέ αν έχει κάθε άνθρωπος το δικαίωμα στη διαφορετικότητα και, ακόμη περισσότερο, έχουμε μετρήσει ποιο κέντρο, ποια πηγή εξουσίας προσδιορίζει τα standards συμπεριφορών, ώστε να υπάρχει μέτρο για πιστοποίηση των αποκλίσεων;

Ποιες σκοπιμότητες εξυπηρετούνται από την θέσπιση κανόνων συμπεριφοράς στην ερωτική επιλογή των ανθρώπων; Ποια ψυχικά τραύματα αφήνουν οι απορριπτικές συμπεριφορές μας στις ψυχές συνανθρώπων μας που εξ αρχής τους τονίσαμε με κάθε τρόπο ότι η θέση τους δεν είναι ισότιμη, ότι ανήκουν στο περιθώριο, ότι θα πρέπει να αισθάνονται αποσυνάγωγοι, μην, ίσως, και μιάσματα; Σκεφθήκαμε ποτέ αν είναι το ζήτημα της στάσης μας απέναντι στην ομοφυλοφιλία ερωτικό, κοινωνικό, πολιτισμικό ή πολιτικό;

Διανοηθήκαμε αν κάθε ανθρώπινο ον έχει το δικαίωμα αυτοδιαχείρισης του σώματός του, κι αν η αυτοδιάθεση αποτελεί στοιχείο σεβασμού από όλους για όλους; Δεχόμαστε ή όχι πως η αξιοπρέπεια των ανθρώπων δεν διαφοροποιείται από τη σεξουαλική τους ταυτότητα; Ότι δεν γίνεται αναξιοπρεπής κάποιος επειδή και μόνο αμφισβητεί ένσαρκα τα στερεότυπα των υποτιθεμένων χρηστών ηθών. Έχουμε υπολογίσει το μέγεθος ευθύνης της «χρηστά» φερόμενης πλειοψηφίας στην εξώθηση των συνανθρώπων μας με ομοφυλοφιλική επιθυμία στο να επιχειρούν την δημοσιοποίηση της επιλογής τους με τρόπους γραφικούς και γελοίους, όπως οι παρελάσεις και άλλα όμοια; Όλα αυτά είναι το αποτέλεσμα της απόρριψής μας απέναντι σε ανθρώπους που δικαιούνται ισοτιμία σε κάθε τι στη ζωή. Οι παραπάνω διερωτήσεις και προβληματισμοί αποτέλεσαν, υποθέτω, την γενεσιουργό αιτία συγγραφής του μυθιστορήματος Δάχτυλα πάνω στο σώμα της.

Ο Μάνος Κοντολέων, συγγραφέας με, κατ’ εξοχήν, ανθρωποκεντρική ματιά στα έργα της γραφής του, δημιουργεί μιαν ιστορία μέσα από την οποία διαμεσολαβεί προκειμένου ο αναγνώστης να τεστάρει τη δική του στάση απέναντι στο θέμα της ομοφυλόφιλης επιθυμίας και επιλογής, να αντιληφθεί πόσο ανεκτικός είναι ή δεν είναι στην διαφορετικότητα, πόσο μακριά ή κοντά είναι ο ίδιος σε προκαταλήψεις και συμπεριφορές καταδικαστικές της διαφορετικότητας, να πάρει, μέσα στον νου του, κατ’ ιδίαν, θέση για το ζήτημα. Και να το κάνει αυτό ενώ απολαμβάνει ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα, με ρέοντα λόγο, με απλότητα εκφραστική, εσωτερικό ρυθμό καλοτονισμένο, με το ενδιαφέρον ν’ ανανεώνεται από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, μέχρι την τελευταία σελίδα.

Η ιστορία, με λίγα λόγια, συνίσταται στο ότι μια νέα κοπέλα, η Λία, γόνος μεσοαστικής οικογένειας με αυστηρό πατέρα και συγκαταβατική, αλλά υποταγμένη στη βούληση του αντρός της, μητέρα, όταν απομακρύνεται από την οικογενειακή επιτήρηση, πηγαίνοντας στη Θεσσαλονίκη να σπουδάσει οδοντιατρική, απερίσπαστη και μακριά από τον φόβο της αποκάλυψης, έχει όλο το περιθώριο και την ελευθερία να ανακαλύψει τον εαυτό της και την σεξουαλική της ταυτότητα. Συνειδητοποιεί ότι η έλξη που αισθάνεται για πρόσωπα του δικού της φύλλου τείνει να σχηματοποιηθεί σε ανάγκη που ζητά πραγμάτωση. Συνάπτει σχέσεις ομοφυλοφιλικές αλλά και ετεροφυλικές, χωρίς όμως να διαλαλεί την προτίμησή της αυτή, χωρίς να κινείται φανερά και απροκάλυπτα, επειδή υπολογίζει πάντα την κοινωνική κατακραυγή και την πιθανότητα να μάθουν οι γονείς της και να δεχτεί την επίπληξη και την απόρριψη. Συμβιβάζεται λοιπόν μέσα σ’ έναν γάμο που όλοι αποδέχονται. Είναι πλέον οδοντίατρος με δικό της ιατρείο στην Αθήνα. Όταν θα γνωρίσει δύο ομοφυλόφιλες γυναίκες που ελεύθερα ζουν την κοινή τους ζωή θα κοιτάξει εντός της και θα αποφασίσει πως πρέπει να διεκδικήσει κι εκείνη την αυτοδιάθεσή της και να επιβάλει να την αποδεχτεί ο κοινωνικός περίγυρος. Η Λία αποδέχεται τελεσίδικα τη φύση της, σχίζει την προσωπίδα του γάμου της και επιπλέον στρατεύεται στην υπόθεση διεκδίκησης των δικαιωμάτων της και της ισότιμης αντιμετώπισης των ανθρώπων άσχετα με τη σεξουαλική τους ταυτότητα. Τα κεφάλαια του μυθιστορήματος εισάγονται με δεξιοτεχνικά επιλεγμένα από τον συγγραφέα παραθέματα ποιημάτων της Σαπφούς, τα οποία λειτουργούν ως προοίμιο.

Στο τέλος του βιβλίου υπάρχουν κατατοπιστικές σημειώσεις για ένα πλήθος παραπομπών και επεξηγούνται δάνειες φράσεις και εκφράσεις. Κι ακόμη παρατίθεται πλούσια βιβλιογραφία για το θέμα που πραγματεύεται το μυθιστόρημα. Βιβλιογραφία στην οποία προσέτρεξε ο συγγραφέας ώστε να εξοπλίσει τη θεωρητική του σκευή προκειμένου να είναι σωστός στη γραφή του.

Ο Μάνος Κοντολέων κάνοντας λογοτεχνία με ένα θέμα ταμπού, καταφέρνει να μας δώσει, σαν σε μακροσκελές διάγραμμα, όλες τις ταλαντώσεις του ψυχικού συγκλονισμού της ηρωίδας του και να μας κάνει να αγαπήσουμε αυτό το εύθραυστο πλάσμα, σαν να το γνωρίζουμε από την ώρα που γεννήθηκε, λες και πρόκειται για ένα κορίτσι της γειτονιάς μας. Κι όχι απλά να το αγαπήσουμε αλλά και να συναινέσουμε, εντέλει, στις αποφάσεις που παίρνει για την αυτοδιάθεσή της και να χαρούμε αληθινά όταν κατορθώνει η Λία να κρατήσει την ταυτότητα των επιθυμιών της στα δάχτυλά της και να την επιδεικνύει άφοβα και υπερήφανα στον αέρα. Όταν η Λία κατορθώνει να μη γίνει λεία της ανθρωποφαγικής διάθεσης όλων εκείνων που πιστεύουν ότι είναι θεματοφύλακες της κοινωνικής ηθικής και έχουν έτοιμη την πέτρα του αναθέματος να την εκσφενδονίσουν στην κεφαλή κάθε ανίσχυρου ανθρώπινου όντος που θα τολμήσει ν’ αμφισβητήσει την υποκρισία τους.

Πρώτη δημοσίευση:  http://www.bookpress.gr/kritikes/elliniki-pezografia/kontoleon-manos-patakis-dachtula-pano-sto-soma-tis?utm_source=Newsletter&utm_medium=email

15.11.15

Ιωάννα Καρατζαφέρη "Λευκά στην κορυφή"

Ιωάννα Καρατζαφέρη
"Λευκά στην κορυφή"
Διηγήματα
Εστία


Πάνω από 50 χρόνια η Ιωάννα Καρατζαφέρη δίνει το παρόν της στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία.

Με το πρώτο της κιόλας βιβλίο –τα «Επιπλωμένα Δωμάτια», το 1962- πρώτη αυτή φέρνει στη δική μας λογοτεχνία τη ματιά του έλληνα που ζει στις ΗΠΑ.

Θα ακολουθήσουν δεκάδες άλλα μυθιστορήματα, συλλογές διηγημάτων, παιδικά βιβλία και μεταφράσεις που μαζί με τα συχνά εμφανιζόμενα άρθρα της στον τύπο (έντυπο και ηλεκτρονικό) έχουν πλέον καταγράψει τη συγγραφική της άποψη.

Η Καρατζαφέρη ξέρει να κυκλοφορεί στις πόλεις του κόσμου και να παρακολουθεί τους ανθρώπους τους.

Και η παρακολούθησή της αυτή δεν είναι μια αποστασιοποιημένη πράξη. Η Καρατζαφέρη χρησιμοποιεί πολύ συχνά την πρωτοπρόσωπη αφήγηση. Η συγγραφέας ταυτίζεται με το δημιούργημά της και έτσι μπορεί και ο αναγνώστης να βρει πατήματα ώστε κι αυτός να μπορέσει να χωρέσει τη δικιά του υπόσταση.

Γνήσια αριστερή ματιά, θεμελιωμένη φεμινιστική άποψη, βαθιά καλλιέργεια, πάνω απ΄ όλα η φωνή ενός ανθρώπου που δε φοβάται το συναίσθημα και που καταφέρνει να το ενώσει με τη λογική.

Το τελευταίο της αυτό βιβλίο είναι μια συλλογή διηγημάτων.

Άξονας όλων τους η απώλεια* συχνά με την πρώτιστη μορφή της –τον θάνατο.

Η Καρατζαφέρη αποφασίζει να αντισταθεί, να αμφισβητήσει κάθε τι που μπορεί να οδηγήσει στην όποια μορφή αποχωρισμού, λήθης, αποξένωσης.

Γράφει σε ένα από τα διηγήματα:

Εσύ κοιμήσου.
Ποιος μπορούσε να μου δώσει τέτοια εντολή; Η αϋπνία ήταν μόνιμη συντροφιά μου επί δεκαετίες.
Άκουσα την πόρτα να κλείνει κι εγώ να γεμίζω σκοτάδι.
Ο Άντι είχε σβήσει όλα τα φώτα πριν φύγει.
Μα η λογοτεχνία δεν επιτρέπει στον εαυτό της μήτε καν το ημίφως.

Γι αυτό και η Ιωάννα Καρατζαφέρη –μετά από 50 χρόνια συγγραφής- αποφασίζει ως τίτλο το «Λευκά στην κορυφή». Με άλλα λόγια η πείρα είναι αυτό που κάνει τη ζωή να έχει αξία. Η πείρα να κατανοείς τον άλλον, να τον ταυτίζεις με τον εαυτό σου.

Όλα τα διηγήματα είναι γραμμένα με τον προσεγμένο τρόπο που η Καρατζαφέρη γράφει. Πλούσιο λεξιλόγιο, κοφτές φράσεις –άλλοτε απομονωμένες, άλλοτε η μια δίπλα στην άλλη. Και με ένα μόνο αποτέλεσμα –πολυδύναμη ανάλυση.

Εν τέλει μια κατάδυση στο βυθό όπου πάει να κουρνιάσει η μόνη βεβαιότητα του ανθρώπου – Το ήξερα κι εγώ πως ήμουν καταδικασμένη σε θάνατο.

Αλλά δε μένει –όχι, δε μένει κανείς σε αυτό.

Άφησα πίσω μου το παρελθόν και κοίταξα το παρόν.

Πρώτη δημοσίευση: http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=204917

28.10.15

Η παρηγορία των επιστολών σου...

Αννίτα Π. Παναρέτου
«Η παρηγορία των επιστολών σου...»
Ευανθία Καΐρη - Ελισάβετ Μουτζάν-Μαρτινέγκου: Αλληλογραφώντας όπως θα ήθελαν
Μυθιστόρημα
Ωκεανίδα, 2007

Οι μυθιστορηματικές βιογραφίες ενώ σε άλλες χώρες παρουσιάζουν έντονο ενδιαφέρον εκ μέρους του κοινού  και έτσι πολλοί είναι οι συγγραφείς που ασχολούνται με αυτό το είδος, στην Ελλάδα βιβλία αυτής της κατηγορίας δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως είναι πάρα πολλά.
Ίσως είναι γιατί ο μέσος έλληνας έχει μια μάλλον ιδιότυπη σχέση με την Ιστορία της χώρας του και τους ανθρώπους που ο καθένας με τον τρόπο του την έχουν διαμορφώσει.
Η μελέτη και κατανόηση της Ιστορίας απαιτεί αντικειμενικότητα και νηφάλιο συναίσθημα.
Πόσο μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με το είδος της μυθιστορηματικής βιογραφίας, εκεί όπου πλέον ο συγγραφέας αναλαμβάνει να γεννήσει εκ νέου πρόσωπο που άφησε τα αποτυπώματά του μέσα στο χρόνο.
Η μυθιστορηματική βιογραφία ενώ στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, φωτίζει αυτά και κυρίως τις αντιδράσεις των ηρώων του έργου (που είναι και παράλληλα ιστορικά πρόσωπα) με ένα μεγάλο ποσοστό επιλογών του συγγραφέα.
Η μετάβαση του ιστορικού προσώπου σε μυθιστορηματική περσόνα είναι μια γοητευτική πορεία από το ‘γνωρίζω’ στο ‘κατανοώ’.
Η Αννίτα Παναρέτου με αυτό το βιβλίο της μας έχει προσφέρει μια πολύτιμη διπλή μυθιστορηματική βιογραφία.
Ευανθία Καΐρη από τη μια και Ελισάβετ Μουτζάν – Μαρτινέγκου από την άλλη.
Δυο γυναίκες των αρχών του 19ου αιώνα, από τις ελάχιστες ελληνίδες που ήξεραν όχι μόνο ανάγνωση, αλλά και οι ίδιες έγραφαν.
Η Καΐρη θεωρείται ίσως η πρώτη ελληνίδα διανοούμενη και με τον δικό της τρόπο  -θα έλεγα- και η πρώτη χειραφετημένη ελληνίδα.
Η Μουτζάν – Μαρτινέγκου είναι η πρώτη ελληνίδα που έγραψε με συνείδηση πως τα γραπτά της θέλει κάποια στιγμή να τα δει να κυκλοφορούνε.
Η πρώτη –πολύτιμη αδελφή μιας προσωπικότητας σαν κι αυτή του Θεόφιλου Καΐρη- έζησε μια δύσκολη, αλλά γεμάτη από ιδέες ζωή, ανάμεσα στα νησιά Άνδρο και Σύρο.
Η δεύτερη γεννημένη στη Ζάκυνθο, κόρη πλούσια οικογένειας, δεν είδε ποτέ της όσο ζούσε τα δυο όνειρά της να υλοποιούνται. Το ημερολόγιο της μόνο κυκλοφόρησε κι αυτό λογοκριμένο και μετά από τον θάνατό της. Η ίδια μήτε καλά, καλά το νησί της δεν μπόρεσε να γνωρίσει, έγκλειστη στην οικία της λόγω των ηθών εκείνης της εποχής.
Δε συναντηθήκανε ποτέ. Μήτε υπάρχει ένδειξη (αν και δεν θα ήταν διόλου απίθανο) να γνώριζε η μια την ύπαρξη της άλλης.
Αλλά η Ανίτα Παναρέτου, με την υπέροχη αυθαιρεσία του μυθιστοριογράφου και βιογράφου, κατασκευάζει μια σχέση μεταξύ τους. Μια σχέση μέσα από επιστολές.
Κι έτσι μας φωτίζει πέρα από τα γεγονότα εκείνων των χρόνων, και τις εσωτερικές φωνές δυο γυναικών που διέθεταν ταλέντο και  -κυρίως αυτό- δίψα για μάθηση.
Ευανθία και Ελισάβετ δρασκελίζουν τους αιώνες και μας γίνονται οικεία πρόσωπα.
Άθλος συγγραφικός η επίτευξη κάτι τέτοιου, όπως και μεγάλη μαεστρία απαιτούσε να μπορέσει ένας σημερινός συγγραφέας να χρησιμοποιήσει με άνεση περισσή μια γλώσσα που κάποιοι άλλοι, πριν από τόσα χρόνια, χρησιμοποιούσαν

Νομίζω πως με βιβλία σαν κι αυτό, οι νεώτεροι μπορούμε να πλησιάσουμε πλέον ουσιαστικά το ιστορικό παρελθόν μας και να μπορέσουμε εν τέλει να ερμηνεύσουμε πολλά από τα όσα και σήμερα συμβαίνουν στον τόπο μας.

24.10.15

Τα άλση της Περσεφόνης




Τα άλση της Περσεφόνης
Ελένη Λαδιά
Αρμός

Ο τρόπος που η Ελένη Λαδιά αναγιγνώσκει τη ζωή και στη συνέχεια γράφει γι’ αυτήν έχει μια ιδιοτυπία – είναι ένα τρόπος ιδιαίτερα δεμένος με στοιχείο που θα μπορούσε κανείς να το ονομάσει μεταφυσικό. Κεντρικός άξονας των προβληματισμών της είναι ό,τι μπορεί κανείς να ονομάσει Ελευσίνια Μυστήρια. Και ασφαλώς η σχέση που συνδέει τη Δήμητρα με την Περσεφόνη – ζήτημα που κυριαρχεί και στο έργο Τα άλση της Περσεφόνης.
Το μυθιστόρημα αυτό κυκλοφόρησε πρώτη φορά το 1997 και είχε προκαλέσει το ενδιαφέρον τόσο της κριτικής, όσο και του κοινού. Και όχι άδικα. Γιατί ενώ από τη μια δείχνει να είναι μια πλούσια και πολυπληθής μυθιστορηματική ανάπτυξη γεγονότων που καλύπτουν σχεδόν όλον τον 20ό αιώνα και απλώνονται από την ελληνική ύπαιθρο έως την ελληνική πρωτεύουσα, από την άλλη είναι και μια εντελώς υποκειμενική και μεταφυσική ανάγνωση του κόσμου αυτού, καθώς η λέξη που στηρίζει όλη τη δομή είναι το: Έστω.
Η κεντρική ηρωίδα-αφηγήτρια έχει το όνομα Δήμητρα, αλλά από τη στιγμή που παίρνει την απόφαση να γίνει συγγραφέας το αλλάζει και αποφασίζει πως θα λέγεται πλέον Περσεφόνη.
Μα αυτή η αλλαγή του ονόματος δεν είναι κενή περιεχομένου. Σηματοδοτεί ένα κρίσιμο σημείο-καμπή στην ίδια της τη ζωή.

Ένα βαρύ καρδιακό επεισόδιο θα είναι αυτό που θα την πάει στο βασίλειο του Άδη, αλλά τελικά θα επιστρέψει στη ζωή. Με άλλα λόγια, στο ίδιο πρόσωπο ταυτίζονται και η Δήμητρα και η Περσεφόνη. Επιστρέφοντας θα φέρει μαζί της τέσσερα πρόσωπα. Τέσσερις άνδρες με πανομοιότυπες μάσκες, που θα της ζητήσουν να τους πάρει και αυτούς μαζί της. Τέσσερις άνδρες που η ιστορία του καθενός θα πρέπει να παρουσιαστεί ταυτόχρονα με τις ιστορίες των άλλων. Γιατί στη ζωή όλα γίνονται ταυτόχρονα και μόνο με μια παραδοχή –αυτό το Έστω– μπορεί κανείς να ξεκινήσει να αφηγείται το ένα γεγονός μετά το άλλο, η μια ζωή να υπάρχει πριν ή μετά από μια άλλη.
Αλλά η επιστροφή στη ζωή –αυτό το Έστω– για να υλοποιηθεί χρειάζονται κάποιες χοές. Και η αφηγήτρια-συγγραφέας τη μόνη χοή που μπορεί να προσφέρει είναι αυτή που το μελάνι τής δίνει. Κι έτσι, ξεκινά να γράφει τις τέσσερις ιστορίες. Ιστορίες τεσσάρων ανδρών. Μα επειδή όλα υπάρχουν επειδή κάποια άλλα επίσης αναπνέουν, οι ιστορίες των ανδρών εμπεριέχουν και τις ιστορίες γυναικών. Έστω – την ιστορία της ίδιας της αφηγήτριας. Κάθε γυναίκας… Έστω.
Και καθώς οι χοές θα ολοκληρωθούν, οι μάσκες θα πέσουν και τα τέσσερα πρόσωπα θα πάρουν τις ιδιότητές τους. Ο πατέρας, ο σύζυγος, ο εραστής, ο φίλος. Τέσσερις αρσενικές ιδιότητες που γονιμοποιούν τη μία και μόνη θηλυκή οντότητα. Αυτή της μάνας και κόρης.
Μυθιστόρημα που και μετά από δεκαοχτώ χρόνια διατηρεί την ιδιότυπη ματιά του. Παραμένει ανοιχτό σε πολλές αναγνώσεις και αναλύσεις. Γραμμένο με ρέουσα γλώσσα. Έντονες περιγραφές συναισθημάτων, με λεπτομέρειες στις αναλύσεις των πράξεων.

Πρώτη δημοσίευση: http://diastixo.gr/kritikes/ellinikipezografia/4389-alsi-persefonis

21.10.15

Δε με λέν Ρεγγίνα, Άλεχ με λένε σε ημερίδα για το Trafficking

Σε λογοτεχνικό αναλόγιο συμμετέχει ο συγγραφέας Μάνος Κοντολέων. Μαζί με τη συγγραφέα Αλεξάνδρα Μητσιάλη και τον Χρήστο Χωμενίδη, που θα τους προλογίσει, θα διαβάσουν αποσπάσματα από τα βιβλία τους, θα παρουσιάσουν τον προβληματισμό που προκύπτει απ’ αυτά και θα μιλήσουν με το κοινό για το εάν η λογοτεχνία μπορεί να ευαισθητοποιήσει το κοινό για ζητήματα όπως το trafficking. Ο ίδιος, πάντως, στην κουβέντα μας μοιάζει αρκετά σκεπτικός για το πόσο μπορεί να γίνει αυτό, τουλάχιστον σε ευρεία κλίμακα. Το βιβλίο του «Δε με λένε Ρεγγίνα… Άλεχ με λένε» (Εκδόσεις Πατάκη, 2011) μιλά για δυο ανήλικους νέους, τη Ρεγγίνα και τον Άλεχ που οι συνθήκες τους αναγκάζουν να μπουν από πολύ νωρίς στον σκοτεινό κόσμο της σεξουαλικής εκμετάλλευσης. Ένα βιβλίο που μιλά με αυτόν τον τόσο ποιητικό τρόπο του Μάνου Κοντολέων, για ένα σκληρό παράλληλο σύμπαν. Τον ρωτάω γιατί επέλεξε ένα δύσκολο θέμα όπως το trafficking: «Για μια εικοσαετία περίπου, ήμουν Αντιπρόεδρος της ελληνικής επιτροπής της Unicef, γεγονός που με είχε φέρει πιο κοντά σε θέματα νέων, στην προσφυγιά ή την εκμετάλλευση. Παράλληλα για 15 περίπου χρόνια απονέμω το βραβείο της Unicef στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Ολυμπίας για παιδιά και νέους, όπου συμμετέχουν ταινίες από και για νέους από όλο τον κόσμο. Εκεί διαπίστωσα ότι πολλές ταινίες από το εξωτερικό καταπιάνονται με αυτά τα θέματα. Πέραν αυτών, έχω μια ευαισθησία, γιατί και οι δυο μου γονείς ήταν από τη Σμύρνη, μεγάλωσα σε προσφυγική οικογένεια. Οι ήρωες του βιβλίου ζουν σε μια χώρα, που η μια είναι ανελεύθερη και η άλλη μόνο κατ’ επίφαση ελεύθερη. Στην ουσία δεν αλλάζουν και πολλά, γι’ αυτό και ο εκμεταλλευτής σε κάθε χώρα έχει το ίδιο όνομα αντεστραμμένο. Η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο δεν έχει να κάνει μόνο με τα ανελεύθερα καθεστώτα, αλλά με όλη την κοινωνία που αποδέχεται, αλλά και χρησιμοποιεί αυτές τις καταστάσεις. Γιατί συνυπεύθυνοι είναι κι εκείνοι που απολαμβάνουν τέτοιες υπηρεσίες».
Η τέχνη που ευαισθητοποιεί και προβληματίζει
Το εξώφυλλο του βιβλίου του Μάνου Κοντολέων
Η Ρεγγίνα, που σημαίνει βασίλισσα, και ο Άλεχ, αυτός δηλαδή που προστατεύει τους άλλους και τον ίδιο του τον εαυτό, ζούσαν στην ίδια χώρα, αλλά τους χώρισε ο πόλεμος. Έδωσαν τη υπόσχεση να ξανασυναντηθούν. Οι συνθήκες όμως – πόλεμος, φτώχεια, ορφάνια, προσφυγιά – τους ρίχνουν σε ένα ζοφερό κόσμο. «Η Ρεγγίνα απαρνιέται την προσωπική της ταυτότητα, αποδέχεται ότι είναι μια σκλάβα, ώστε να υπάρξει και να επιβιώσει σε συνθήκες εκμετάλλευσης. Ο Άλεχ αφήνεται να γίνει θύμα εκμετάλλευσης, αλλά δεν την αποδέχεται, διατηρεί την ταυτότητά του με την πρόθεση να φύγει κάποια στιγμή. Ούτε εγώ γνωρίζω αν τελικά θα τα καταφέρουν. Αλλά προσωπικά η θέση μου είναι περισσότερο με τον Άλεχ: Να μην αποδέχεσαι, ακόμα κι αν κάποια στιγμή συμβιβαστείς, να αντιστέκεσαι και να αναζητάς την αληθινή σου ταυτότητα». Ο Μάνος Κοντολέων γνωρίζει πολύ καλά ότι και του βιβλίου του ο δρόμος είναι δύσκολος: «Ενώ το συγκεκριμένο είναι λογοτεχνικά ένα από τα καλά μου βιβλία, ωστόσο, είναι αυτό που λέω “μαλεμέ”, δεν αγαπήθηκε από το κοινό. Ο κόσμος θέλει να περνάει καλά, να ξεχνιέται, να ζει σε μια ψευδαίσθηση. Σε μια τόσο δύσκολη περίοδο δεν θέλουμε να ενδοσκοπηθούμε, αλλά πάμε να αποφύγουμε με πλάγιους τρόπους τις δυσάρεστες καταστάσεις και να μη μιλάμε γι αυτές. Αν βγει όμως κανείς μια βόλτα μέχρι την Ομόνοια το βράδυ, αυτά θα δει. Δεν υπάρχει άλλη λύση παρά ν’ αντισταθείς και μου κάνει εντύπωση που οι νέοι στη χώρα μας δεν φαίνεται να το κάνουν». Κατά τον συγγραφέα, το κατεστημένο είναι αυτό που συνδημιουργεί το trafficking«Ανακαλύπτουμε πράγματα που πάντα υπήρχαν, αλλά δε θέλουμε να τα δούμε. Και που τα λέμε, πάλι τα αποδεχόμαστε και επιπλέον απενοχοποιούμαστε σε όλα τα επίπεδα. Όπως έγραφε ο Δροσίνης σατιρίζοντας τις χοροεσπερίδες «Η φτώχεια για την αρχοντιά αιώνια δουλεύει κι εκείνη για χάρη της μια βραδιά χορεύει»…
- See more at: http://www.elculture.gr/blog/article/i-techni-pou-evesthitopii-ke-provlimatizi/#sthash.h2ePsMIb.dpuf

20.10.15

Συνέντευξη στο site της διαδικτυακής αυτοέκδοσης


κ. Κοντολέων, από πού κατάγεστε, που γεννηθήκατε και που ζήσατε μέχρι τώρα;
Και οι δυο γονείς μου γεννήθηκαν στη Σμύρνη. Εγώ γεννήθηκα και ζω στην Αθήνα

Θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για το μακροσκελέστατο βιογραφικό σας;
Με δυο λόγια – αφού έτσι θέλετε: Ο Μάνος Κοντολέων είναι συγγραφέας.
Διαβάζατε λογοτεχνία μικρός;
Ναι. Κυρίως βιβλία με ιππότες.

Πότε αρχίσατε να γράφετε βιβλία;
Αποφάσισα πως θέλω να γίνω συγγραφέας από παιδί του Δημοτικού. Και από τότε είχα αρχίσει να γράφω. Μα το πρώτο μου βιβλίο εκδόθηκε όταν ήμουνα γύρω στα 30 μου χρόνια.

Πώς σας έρχονται οι ιδέες για να γράψετε ένα βιβλίο;
Δεν ξέρω… Έχει –ομολογώ- κάτι το μαγικό αυτή η διαδικασία. Και δε θέλω να χαθεί αυτή η αίσθηση.

 Πώς ξεκινήσατε να γράφετε το πρώτο σας βιβλίο;
Ήταν λίγο μετά το 1974 και θέλησα να μιλήσω στο μικρό παιδί μου για τα γεγονότα εκείνων των χρόνων. Και για να γίνουν κατανοητά  σκέφτηκα να τα πω με τη μορφή ενός παραμυθιού.

Όταν ήσασταν παιδί, ποιο βιβλίο είχατε αγαπήσει πολύ και ποιόν συγγραφέα;
Πολλά τα βιβλία που έχω διαβάσει και πολλοί, πάρα πολλοί οι συγγραφείς που έχω αγαπήσει. Δε γίνεται να ξεχωρίσω έναν ή δυο…

 Στην αρχική σελίδα της ιστοσελίδας σας ξεκινάτε με ένα απόσπασμα από το βιβλίο σας ΄΄Ανίσχυρο άγγελο΄΄. Λέτε στην αρχή του αποσπάσματος «Δεν είμαστε λίγοι, αλλά μπροστά στο πλήθος που είστε εσείς, τότε εμείς ως ελάχιστοι μετράμε...Εμείς - οι άγγελοι. Εσείς - οι άνθρωποι. Ένας, λοιπόν, από τους λίγους κι εγώ, κυκλοφορώ ανάμεσά σας»Πιστεύετε αλήθεια πως είσαστε «άγγελος», και δη ανίσχυρος;
Με την ιδιότητα του συγγραφέα, ναι το πιστεύω. Άλλωστε κι εγώ –με την ιδιότητα του αναγνώστη- έχω συναντήσει κάμποσους ανίσχυρους αγγέλους.

Θεωρείτε πως οι συγγραφείς ζούνε σε έναν δικό τους κόσμο, «στο κόσμο τους» θα λέγατε;
Δεν μπορώ να απαντήσω εξ ονόματος άλλων συγγραφέων. Εγώ πάντως ζω στον κόσμο που ζουν όλοι οι άλλοι άνθρωποι.

Από την παρουσία των ιστοσελίδων σας, φαίνεται πως ασχολείστε με το διαδίκτυο. Σας αρέσει η χρήση του, και γενικά οι νέες τεχνολογίες;
Οι νέες τεχνολογίες διευκολύνον τη ζωή μας. Μπορεί όμως και να την καταδυναστεύουν. Από τον καθένα μας εξαρτάται το πώς θα τις χρησιμοποιήσει.

Πότε σας αρέσει να γράφετε καλύτερα, το χειμώνα ή το καλοκαίρι;
Είμαι ένας … full time συγγραφέας.

Εσείς γιατί γράφετε, και μάλιστα και για παιδιά και για μεγάλους;
Γιατί ζω μαζί και με μεγάλους και με παιδιά. Και γράφω γιατί θέλω να επικοινωνώ με όσους γύρω μου υπάρχουν. Η συγγραφή είναι για μένα μια ουσιαστική μορφή επικοινωνίας, αλλά και κατάθεσης των προσωπικών μου απόψεων.

Σας αρέσει περισσότερο να γράφετε για μικρούς, για νέους ή για ενήλικες, μια και έχετε γράψει βιβλία και για τις τρεις κατηγορίες αναγνωστών;
Όπως και πιο πριν σας είπα, ζω  ανάμεσα σε μικρούς, νέους και ενήλικες. Και θέλω να συνομιλώ με όλους τους. Άρα και για όλους τους γράφω… Ελάτε, ας μην χωρίζουμε τη λογοτεχνία με βάση τα ηλικιακά κριτήρια. Η ανάγκη έκφρασης  και επαφής αφορά όλους μας.

Πείτε μας για ένα παιδικό βιβλίο που δεν έχετε γράψει εσείς και θα θέλατε να το είχατε γράψει.
Πολλά είναι… Έτσι, αυτή τη στιγμή λέω το «Ιστορία δίχως τέλος» του Μίκαελ Έντε.

Σκοπεύετε να γράψετε κι άλλα βιβλία ή νομίζετε πως έχει επέλθει κορεσμός; Υπάρχει η έννοια «κορεσμός» για έναν συγγραφέα;
Αντίθετα –σε μένα τουλάχιστον- υπάρχει ο τρόμος μπροστά στη λευκή σελίδα… Ή πιο σωστά στην άδεια οθόνη του world.

Ποιο θα είναι το είδος, ο τίτλος και η υπόθεση του επόμενου βιβλίου σας;
Ποτέ δε μιλώ για αυτά που γράφω. Μόνο για όσα ήδη έχω ολοκληρώσει. Και υπάρχουν ολοκληρωμένα έργα μου που περιμένουν την έκδοσή τους. Μια συλλογή χριστουγεννιάτικων ιστοριών κυκλοφορεί σε λίγες μέρες. Το δεύτερο βιβλίο από τις περιπέτειες των Μανόλο και Μανολίτο θα το κρατήσετε στα χέρια σας την Άνοιξη του 2016… Ως εδώ, οι πληροφορίες…

Ποιος είναι ο ήρωας από τα βιβλία σας που αγαπάτε περισσότερο;
Είναι όλοι τους παιδιά μου! Το ίδιο όλους τους αγαπώ.

Ποιό θεωρείτε πως είναι το καλύτερο βιβλίο σας;
Είναι όλα τους δικά μου δημιουργήματα. Το ίδιο όλα τους τα εκτιμώ,

Υπάρχουν γεγονότα και καταστάσεις από όσα γράφετε στα βιβλία σας που τις έχετε ζήσει;
Ναι. Αλλά  δεν τα καταγράφω  όπως τα έζησα, αλλά όπως πρέπει να τα γράψω.

Είστε γονιός; Πως σας αρέσει να περνάτε τον χρόνο σας με τα παιδιά σας;
Ναι. Με τη σύντροφό μου, με τα παιδιά μου, με τον εγγονό μου. Με τους φίλους μου.

Τι πιστεύετε ότι πρέπει να κάνει ένας γονιός, για να αγαπήσει το παιδί του τα βιβλία;
Να το αγαπά και ο ίδιος.

Ποια θεωρείτε ότι είναι τα κριτήρια για να διαλέξουμε για τα παιδιά μας βιβλία;
Όσο περισσότερο διαβάζουμε, τόσο και τα κριτήριά μας γίνονται καλύτερα. Δεν διαλέγουν οι άλλοι για εμάς.  Τις αναγνώσεις του ο καθένας έχει δικαίωμα μόνος του να της επιλέγει.

Σας ενοχλεί η κακή κριτική;
Αν εννοείται την κακοπροαίρετη… Ναι με ενοχλεί.

Πώς γίνεται κανείς συγγραφέας;
Δε γίνεται. Γεννιέται.

Τι θα συμβουλεύατε ένα παιδί ή νέο που θέλει να γίνει συγγραφέας;
Να διαβάζει, να διαβάζει, να διαβάζει… Και να αμφισβητεί.

 Συντονίζετε έναν κύκλο 8 τρίωρων συναντήσεων ανά δεκαπενθήμερο με θέμα τη Δημιουργική Ανάγνωση και Συγγραφή Παραμυθιών. Θα θέλατε να μας μιλήσετε γι’ αυτά τα σεμινάρια δημιουργικής γραφής;
Πιστεύω –όπως και προηγούμενα σας είπα –πως ένας μελλοντικός συγγραφέας πρέπει πρώτιστα να διαβάζει. Έτσι και σε αυτούς τους κύκλους αφού διαβάζουμε και συζητάμε έργα καταξιωμένων δημιουργών, μετά γράφουμε τα δικά μας και αυτά που γράψαμε τα συζητούμε.

Τι γνώμη έχετε για τα ψηφιακά βιβλία;
Νομίζω πως ακόμα δεν έχουν αποδείξει το μέχρι που μπορεί να φτάσουν τις σχέσεις τους με τους αναγνώστες.

 Έχει μέλλον το είδος αυτό;
Αναντίρρητα ναι. Αλλά ποιο θα είναι δεν το ξέρω.

Πιστεύετε πως θα ξεπεράσουν τις πωλήσεις των έντυπων βιβλίων κάποτε;
Ούτε αυτό το ξέρω. Αν και έχω σπουδάσει Φυσική, δεν μου αρέσει να κάνω σκέψεις επιστημονικής φαντασίας

Σας αρέσει να διαβάζετε βιβλία σε ψηφιακή μορφή;
Όχι. Το κλασικό βιβλίο ως αντικείμενο πάντα με κρατά δέσμιο της γοητείας του.

Σας αρέσει να ακούτε ηχογραφημένα βιβλία;
Ναι, όταν όμως οδηγώ.

Ποια είναι η άποψή σας για την διαδικτυακή αυτοέκδοση;
Από τη μια προσφέρει απελευθέρωση από την κυριαρχία του εκδότη. Από την άλλη όμως δεν υπόκειται σε ένα αναγκαίο φιλτράρισμα.

Θα συστήνατε στους νέους συγγραφείς να εκδώσουν μόνοι τους διαδικτυακά τα βιβλία τους;
Εξαρτάται από το ποιος θα είναι ο συγγραφέας και ποιο θα είναι το βιβλίο που θα έχει γράψει.

Πιστεύετε ότι κάποια μέρα θα εκλείψουν οι παραδοσιακοί εκδοτικοί οίκοι, οι οποίοι δεν θα έχουν λόγο ύπαρξης εξ αιτίας της όλο ένα αυξανόμενης δυνατότητας των συγγραφέων να αυτοεκδίδουν τα έργα τους -κυρίως λόγω του ελάχιστου κόστους που έχει η αυτοέκδοση- ή θα λάβουν κάποια ενδιάμεση μορφή, όπως διαφαίνεται τα τελευταία χρόνια να συμβαίνει, με πολλούς εκδοτικούς να προσφέρουν τη δυνατότητα μίας μορφής έκδοσης που οι ίδιοι την ονομάζουν αυτοέκδοση;
Βέβαια, δεν έχει καμία σχέση με την διαδικτυακή αυτοέκδοση, όπου ο συγγραφέας κάνει όλες τις απαραίτητες διαδικασίες μόνος ή με δικής του επιλογής συνεργάτες και εταιρίες προβολής και προώθησης, εν αντιθέσει με την αυτοέκδοση των εκδοτικών, οι οποίοι απλά επιτρέπουν στον συγγραφέα να εκδώσει με δικό του το κόστος των εργασιών -που του προσφέρουν όμως οι ίδιοι ως υπηρεσία- αναλαμβάνοντας (οι εκδοτικοί οίκοι) μόνο το κόστος εκτύπωσης.
Τι προβλέπετε να συμβεί λοιπόν, λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις παραμέτρους και εξελίξεις;
Νομίζω πως στο κοντινό μέλλον τουλάχιστον, η ανάγκη ύπαρξης του εκδότη, τόσο για την γενικότερη επιμέλεια της έκδοσης όσο και για την προβολή και διακίνησή της, θα συνεχίσει να ισχύει.

Θεωρείτε πως η αίσθηση του διαβάσματος ενός έντυπου βιβλίου είναι και θα παραμείνει ασυναγώνιστη, σε σχέση με το διάβασμα ψηφιακών βιβλίων μέσω ηλεκτρονικών συσκευών;
Σας είπα και πιο πριν, πως δεν ξέρω να απαντώ με συνθήκες μελλοντικών καταστάσεων.

Τα δικά σας ηλ. βιβλία, εκτιμάτε πως έχουν επιτυχημένη εμπορική πορεία, σε σύγκριση με εκείνη των αντίστοιχων έντυπων;
Ούτε τα διάνοια.

Σκέφτεστε να εκδώσετε ποτέ ηχογραφημένα βιβλία, και ποια η γνώμη σας γι’ αυτά;
Έχει εκδοθεί ηχογραφημένο βιβλίο μου. Δεν είχε και τόσο μεγάλη ανταπόκριση. Αλλά ήταν και πριν 20 περίπου χρόνια… Ίσως να ήταν τότε κάπως νωρίς ακόμα.

Πιστεύετε πως τα παιδιά δεν θα προτιμούν στο μέλλον, όλο και περισσότερο, τα βιβλία σε ψηφιακή μορφή αντί των εντύπων, λόγω της αναπόφευκτης εξοικείωσής τους και της διαφαινόμενης προτίμησής τους στους ηλ. υπολογιστές και γενικά στα ψηφιακά μέσα;
Ναι, είναι πιθανόν…

Θεωρείτε πως, ένα παραμύθι, ειδικά, «χάνει» σε αξία στα μάτια ενός αναγνώστη, παιδιού ή ενήλικου, όταν είναι σε ηλεκτρονική μορφή;
Νομίζω πως ειδικά το παραμύθι χάνει. Η έντυπη μορφή του είναι πιο κοντά σε μια ατμόσφαιρα φαντασίας και μαγείας. Αλλά πάλι, αυτό εγώ το λέω… Εγώ που μεγάλωσα με έντυπα παραμύθια.

Δεν νομίζετε πως είναι άδικο το κράτος να φορολογεί με ΦΠΑ 6,5% τα έντυπα, ενώ τα ψηφιακά βιβλία με 23%, και πως εξηγείτε το καθεστώς αυτό;
Δεν είμαι ειδικός σε αυτά. Αλλά γενικά δεν εγκρίνω την υπερφορολόγηση της γνώσης.

Δεν θεωρείτε ότι τα ψηφιακά βιβλία έχουν μακράν περισσότερο –έως απόλυτα, θα έλεγα- οικολογικό χαρακτήρα, αν σκεφτούμε πως η παραγωγή τους δεν απαιτεί καμία χρήση υλικών, ενώ, αντίθετα, για την παραγωγή ενός και μόνο έντυπου αναλώνεται και ένα μικρό δέντρο, αλλά επίσης δημιουργείται και σχετική ρύπανση από τα απόβλητα που παράγονται, λίγα ή πολλά, από την βιομηχανία εκτύπωσης, γενικά;
Νομίζω πως υπάρχει και οικολογικό χαρτί. Αλλά αν αρχίσουμε και βλέπουμε το έντυπο βιβλίο ως αντίπαλο του ψηφιακού, έχουμε κάνει ένα μεγάλο λάθος. Η ανάγνωση –αυτό πρέπει να μας απασχολεί. Και το περιεχόμενό της.

 Κατά την γνώμη μου, το μέσο με το οποίο μεταφέρεται η γνώση, και  γενικά, τα πνευματικά έργα με μαθησιακό ή ψυχαγωγικό σκοπό, δεν έχει καμία απολύτως σημασία. Αντιθέτως, ένας ακροατής π.χ. ενός ηχογραφημένου βιβλίου είναι απολύτως προσηλωμένος στη διαδικασία και αναπόσπαστος -εάν χρησιμοποιεί ακουστικά- από πιθανές ενοχλήσεις του περιβάλλοντος, ενώ ο αντίστοιχος αναγνώστης ενός εντύπου είναι επιρρεπείς σε αποσπάσεις, γενικά. Επίσης, αν γνωρίζω σωστά, ο εγκέφαλός μας είναι πιο δεκτικός σε ηχητικά, παρά σε οπτικά ερεθίσματα. Ποια είναι η δική σας άποψη;
Νομίζω πως απάντησα πιο πριν. Ας αφήσουμε τα πράγματα να εξελιχθούν από μόνα τους. Κι εμείς ας σκεφτούμε να γράφουμε και να διαβάζουμε με ένα και μόνο στόχο –να γίνουμε και να παραμείνουμε άνθρωποι με ευαισθησίες, προβληματισμούς  και -κυρίως αυτό- τεκμηριωμένες απόψεις.


Πρώτη ανάρτηση:
http://selfpublishingonline.eu/%CE%BF-%CE%BC%CE%AC%CE%BD%CE%BF%CF%82-%CE%BA%CE%BF%CE%BD%CF%84%CE%BF%CE%BB%CE%AD%CF%89%CE%BD-%CE%BC%CE%B9%CE%BB%CE%AC-%CF%83%CF%84%CE%B7-%CE%B4%CE%B9%CE%B1%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CF%84%CF%85%CE%B1%CE%BA/






18.10.15

Ζαν Εσνόζ "14"



Jean Echenoz
«14»
Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης
Εκδόσεις Ίκαρος, 2014

Ο γάλλος Ζαν Εσνόζ (1947) έχει συχνά διακριθεί στη χώρα του για τα μυθιστορήματά του.
Στην Ελλάδα κυκλοφορούν μερικά από αυτά κι ανάμεσά τους εκείνα που μυθιστοριοποιούν τις ζωές  γνωστών ανθρώπων της Τέχνης και του Αθλητισμού (Σοπέν, Ραβέλ, Ζάτοπεκ κ.α)
Το ολιγοσέλιδο αυτό του έργο –κάτι μεταξύ μυθιστορήματος και νουβέλας- έχει μια δική του γοητεία.
Καταφέρνει να αφηγηθεί   τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο όχι σαν ένα απλώς και μόνο ιστορικό γεγονός, αλλά ως μια περιπέτεια τραγική των ανθρώπων που τον βιώσανε.
Παρακολουθεί τέσσερεις νέους άνδρες που επιστρατεύονται και μπαίνουν σε αυτήν την αιματηρή περιπέτεια, αφήνοντας πίσω τους όχι μόνο τη μικρή τους πόλη, όχι μόνο τις ασχολίες τους, αλλά κυρίως τα πατήματα της ίδιας της προσωπικότητάς τους.
Μια μη επονομαζόμενη δύναμη επιχειρεί να τους μετατρέψει από άτομα ξεχωριστά σε γρανάζια μιας μηχανής που δεν πονά, δεν  σκέφτεται, δεν αντιδρά. Από άτομα σε εξαρτήματα.
Αλλά κάτι τέτοιο έχει και στο παρελθόν γραφτεί και έχει δώσει μερικά καλά έργα λογοτεχνίας.
Αυτό που ο Εσνόζ καταφέρνει με το «14» είναι τούτη την κριτική, όσο ανθρώπινη άποψη να την καταγράψει με μια σαρκαστική όσο και επώδυνη φόρμα.
Αποστασιοποιημένη γραφή; Προς στιγμή αυτό αισθάνεται ο αναγνώστης. Αλλά πολύ σύντομα έρχεται η κραυγή διαμαρτυρίας που σε κάνει –έτσι καθώς διαβάζεις το δράμα αυτών των νέων ανδρών- να νοιώσεις την ικανοποίηση πως τελικά η ζωή συνεχίζεται όχι γιατί κάποιοι σχεδιάζουν πολεμικές συρράξεις, αλλά γιατί ένας ανάπηρος τραυματίας πολέμου αποφασίζει να εκφράσει την μεγίστη δύναμη κάθε ανθρώπου και μέσα από την μισή αγκαλιά του να καταφέρει να σπείρει μια νέα ζωή.
Η ιδιότυπη γραφή του συγγραφέα σε αρκετά ικανοποιητικό βαθμό έχει μεταφερθεί στη γλώσσα μας από τον πεπειραμένο Αχιλλέα Κυριακίδη.


Πρώτη δημοσίευση:
http://www.bookia.gr/index.php?action=Suggestions&book=194258