24.4.23

Μυρσίνη Ζορμπά -μικρές αναμνήσεις από το ήθος μια Υπουργού Πολιτισμού

 



 

Τη Μυρσίνη Ζορμπά τη γνωρίζω από τα χρόνια που είχε, μαζί με τον Τίτο Μυλωνόπουλο, την ευθύνη των Εκδόσεων Οδυσσέας.

Μα ουσιαστικά άρχισα να συνεργάζομαι μαζί της όταν ανέβαλε τη Γενική Διεύθυνση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου – ένα δικό της όραμα που με τη βοήθεια του τότε Υπουργού Πολιτισμού Θάνου Μικρούτσικου, το υλοποίησε.

Η πρώτη έδρα του ΕΚΕΒΙ ήταν στη βίλα Μπότση, κάπου στην Κηφισιά, κι εκεί αρχίσαμε όλοι εμείς οι συγγραφείς να συναντιόμαστε και με την καθοδήγηση της Μυρσίνης να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε τη συγγραφή όχι μόνο  ως μια ατομική απασχόληση και έκφραση των ιδεών μας, αλλά και ως ένα κοινωνικό λειτούργημα που παράλληλα έπρεπε να έχει και τα στοιχεία μιας επαγγελματικής ταυτότητας που θα την ‘σκέπαζε’ η φροντίδα της Πολιτείας.

Πολλές οι πρωτοβουλίες και οι νέες ιδέες -κάποια στιγμή θα πρέπει ένας φορέας του βιβλίου (πχ ΟΣΔΕΛ) ή μια ένωση λογοτεχνών (πχ Εταιρεία Συγγραφέων) να φροντίσουν να καταγράψουν όλα όσα ξεκίνησαν εκείνα τα χρόνια, όλα εκείνα τα θέματα και τις πρωτοβουλίες που τελικά έχουν διαμορφώσει (ακόμα κι αν κάποιες από αυτές έχουν παραπλανηθεί ή εκφυλισθεί) σ’ ένα μεγάλο μέρος τη σημερινή κατάσταση που επικρατεί στο χώρο του βιβλίου και των δημιουργών του.

Κάποια στιγμή η Μυρσίνη αποχώρησε από το ΕΚΕΒΙ, η έντονη προσωπικότητά της και η συνεχής έγνοια της για τον Πολιτισμό γενικότερα και το παιδί ειδικότερα, την οδήγησε σε νέες υπεύθυνες δραστηριότητας και θέσεις. Στο τέλος ο Πολιτισμός της χώρας μας είχε την τύχη να βρεθεί κάτω από τη δική της διεύθυνση, καθώς ανάλαβε τα καθήκοντα της Υπουργού Πολιτισμού.

Δυστυχώς έμεινε στη θέση αυτή μόνο κάποιους μήνες κι έτσι δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τα νέα της οράματα.

Από εκείνη την περίοδο της υπουργίας της κρατώ την ανάμνηση δυο μικρών στιγμών -ίσως φαίνονται σχεδόν ασήμαντες, αλλά προσωπικά πιστεύω πως είναι τα μικρά και περιστασιακά που δείχνουν το βάθος και τη σταθερότητα αξιών και ιδεών.

Το πρώτο συνέβη στο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους της Δράμας.

Στην τελετή απονομής των βραβείων ήρθε η Μυρσίνη και με την ιδιότητα της Υπουργού Πολιτισμού έδωσε τα βραβεία σε σκηνοθέτες, ηθοποιούς κ.α.

Την άλλη μέρα το πρωί -Κυριακή, θυμάμαι πως ήταν- στην τραπεζαρία του ξενοδοχείου όλοι σχολιάζαμε τα βραβεία και αναμέναμε την Υπουργό να κατέβει με τον σύντροφό της και να μοιραστεί μαζί μας σχέδια και ιδέες.

Αλλά εκείνη δεν κατέβηκε. Μέσω του αξέχαστου Αντώνη Παπαδόπουλου (δντη τότε του Φεστιβάλ) μας έστειλε τη συγνώμη της που δεν θα μας έβλεπε, αλλά είχε προτιμήσει να μείνει στο δωμάτιό της και από το βίντεο να δει τις ταινίες που βραβεύτηκαν και όχι μόνο αυτές.

Πράξη που σαφέστατα έδειχνε πως η Μυρσίνη Ζορμπά δεν κρατούσε μόνο τα ηνία του Πολιτισμού, αλλά ήθελε και να γνωρίζει καλά και τους ανθρώπους που τον δημιουργούσαν μέσω του έργου τους.

Αυτή είναι η πρώτη μου ‘μικρή’ ανάμνηση που θέλησα δημόσια να την  κοινοποιήσω γιατί πιστεύω πως πολλά δείχνει για το πως κάποιοι με ήθος και συνέπεια προσεγγίζουν τα έργα του Πολιτισμού.

Η δεύτερη έχει να κάνει με την σχέση της Μυρσίνης με το βιβλίο και τους δημιουργούς του.

Τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας της χρονιάς που εκείνη ήταν Υπουργός Πολιτισμού, αναγγέλθηκαν και τότε η Μυρσίνη σκέφτηκε να προσκαλέσει τους νικητές μαζί με τους πρώτους επιλαχόντες κάθε κατηγορίας στο γραφείο της για να τους συγχαρεί με ένα πιο φιλικό και καθόλου επίσημο τρόπο, να γνωρίσει όσους δεν είχε τύχει να τους έχει γνωρίσει και με όλους να  συνομιλήσει για τα βιβλία που είχαν βραβευτεί (ναι, τα είχε όλα διαβάσει)

Ήμουνα επιλαχών στην κατηγορία του εφηβικού βραβείου και παρευρέθηκα σε εκείνη τη συνάντηση. Μαζί μου εκτός από τους άλλους βραβευμένους συγγραφείς, ήταν και οι εικονογράφοι των βιβλίων και οι εκδότες τους. Η συζήτηση είχε να κάνει με τα θέματα των έργων μας και απλώθηκε σε γενικότερες ανταλλαγές απόψεων πάνω σε θέματα της παιδικής και εφηβικής λογοτεχνίας.

Για μια ακόμα φορά, η Μυρσίνη Ζορμπά έδειχνε όχι μόνο την αγάπη της για το βιβλίο και την διάθεσή της να τιμά όσους το υπηρετούν, αλλά την έγνοια της να ενημερώνεται για θέματα που τους απασχολούν. Και βέβαια με την πράξη της αυτή τιμούσε και τον ίδιο το θεσμό των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας.

Ας σταθούμε για λίγο σε αυτή τη σκέψη, γιατί  ενώ από το τέλος Δεκεμβρίου του 2022  οι αρμόδιες επιτροπές έχουν ολοκληρώσει το έργο τους και κοινοποιήσει δημόσια της βραχείες λίστες όλων των κατηγοριών, η ηγεσία του Υπουργείου Πολιτισμού  δεν έχει προχωρήσει στην αναγγελία των βραβευμένων έργων και δημιουργών. Και ουδείς γνωρίζει πότε αυτό θα γίνει.

Μια στάση που μειώνει τον θεσμό, τις επιτροπές, τους συγγραφείς που τα έργα τους περιέχονται στις βραχείες λίστες και γενικότερα  τους ανθρώπους του βιβλίου,  από το ίδιο το Υπουργείο που υφίσταται για να τους προστατεύει και να τους τιμά.

Άλλες εποχές, άλλοι άνθρωποι. Άλλα ήθη. Δυστυχώς.

Μα πάντα θα υπάρχουν τα μέτρα σύγκρισης. Και η Μυρσίνη Ζορμπά υπήρξε ένα από αυτά τα μέτρα. Που θα πρέπει να τα θυμόμαστε και να ζητάμε να συνεχίσουν να έχουν ισχύ και περιεχόμενο.

(Εφημερίδα των Συντακτών, 24/4/2023)

(820 λέξεις)

22.4.23

'Με το ίδιο όνομα" - ο Γιάννης Παπαδάτος στο diastixo.gr

 



Ο συγγραφέας του συγκεκριμένου βιβλίου είναι από τους ελάχιστους συγγραφείς που έχουν ασχοληθεί συστηματικά με την πεζογραφία για όλες τις ηλικίες και, επιπλέον, ανελλιπώς με το δοκίμιο και την κριτική σε εφημερίδες και ηλεκτρονικά περιοδικά. Όπως έχει αναφερθεί από ερευνητές, στα βιβλία του θέτει και ζητήματα θεωρίας. Έργα του έχουν ανέβει στο θέατρο κι έχουν γυριστεί στην τηλεόραση. Έχει τιμηθεί με βραβεία από διάφορα σωματεία, όπως το Ελληνικό Τμήμα της IBBY (Κύκλος του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου), και με τρία κρατικά βραβεία. Έχουν μεταφραστεί βιβλία του σε διάφορες γλώσσες κι επίσης ήταν υποψήφιος για διεθνή βραβεία. Έχει δε καταπιαστεί με πλείστα όσα θέματα σύγχρονα, που απασχολούν το άτομο και την κοινωνία. Κι όπως συμβαίνει με τα βιβλία των δόκιμων συγγραφέων, ο αναγνώστης και η αναγνώστρια συνομιλώντας ιδιαίτερα με αυτά τα αναδημιουργούν, συσχετίζοντάς τα με τα βιώματά τους και προσθέτοντας στην εμπειρία τους εικόνες και γεγονότα τους.

Το πρόσφατο βιβλίο του, θα το έλεγα ένα μικρό crossover ανάγνωσμα, με τίτλο Με το ίδιο όνομα, επαληθεύει με τον καλύτερο τρόπο τα προαναφερόμενα. Η αφήγηση διαπνέεται από έναν συναισθηματικό ρεαλισμό, λες και βγαίνει ατόφια από τη φύση μαζί με το ανθρωπογενές περιβάλλον της. Θα την έλεγα αφήγηση του οικολογικού πολιτισμού, μαζί με το όραμα για έναν καλύτερο κόσμο μέσα από τη διαφύλαξη και οραματική θέαση αυθεντικών αξιών. Η εσωτερική διακειμενικότητα, με τα πρόσωπα του παππού και του εγγονού από άλλα βιβλία του συγγραφέα, είναι εμφανής και στο συγκεκριμένο βιβλίο προσφέρεται με καθολικό τρόπο για ουσιαστική αναγνωστική ανταπόκριση.

Τα πραγματικά γεγονότα του βιβλίου αναδύονται αφενός από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενός παιδιού και αφετέρου, τα φανταστικά, από τις δύο εγκιβωτισμένες ιστορίες του συγγραφέα παππού του. Παρουσιάζονται τα πρόσωπα των γονιών του μικρού, που εργάζονται στο εξωτερικό, της γιαγιάς και του παππού του, ο οποίος κουρασμένος από τη ζωή στην πόλη πήγαινε στο εξοχικό τους, ένα πέτρινο σπίτι μέσα στη φύση. Η ταμπέλα «Τέσσερις Εποχές» ανταποκρίνεται πλήρως στο σκηνικό. Αμπέλια, κερασιές, πορτοκαλιές, φιλύρες, κουμαριές απλώνονται στη γύρω περιοχή. Πραγματικός παράδεισος, δηλαδή. Από εκεί ο παππούς έστελνε, σε κίτρινους φακέλους, ιστορίες στον εγγονό του, για να τις διαβάσει, όταν θα μάθαινε ανάγνωση. Κι εκείνος άρχισε να τις διαβάζει έπειτα από μια μεγάλη φωτιά, που γλίτωσε ο παππούς, κατά προτροπή του, εκείνη την ιστορία που είχε άρωμα φλαμουριάς.

Δύο από αυτές τις ιστορίες, σε δεύτερο πρόσωπο, είναι εγκιβωτισμένες στην αφήγηση. Η πρώτη αναφέρεται στη μυθολογική Φιλύρα, στην ένωσή της με έναν Σειληνό (όπως αναφέρει ένας από τους μύθους που την ακολουθεί) και τη γέννηση του Χείρωνα, ο οποίος στο όνομα της μητέρας του –δέντρο πια–, πρόσφερε την ευτυχία στους άλλους θεραπεύοντας τις αρρώστιες τους. Κι η δεύτερη ιστορία –μάλλον πρόκειται για αιτιολογικό μύθο, πλασμένο από τον συγγραφέα– είναι για τις εναγώνιες προσπάθειες ενός δέντρου μέχρι να κατακτήσει το όνειρό του, που ήταν να λουστεί από τον ήλιο και να γίνει πορτοκαλιά. «Τελικά είμαστε τα όνειρά μας. Γινόμαστε ό,τι είχαμε ονειρευτεί», υπογραμμίζεται στο κείμενο (σελ. 43).

 

Οι ιστορίες, ποιητικές στο ύφος τους, που έστελνε ο παππούς με αφορμή κάποιο δέντρο, μιλούσαν για γενέθλιες αξίες όπως η φιλία, η ταπεινοφροσύνη, η επανάσταση και άλλες. Κάθε συναίσθημα, κάθε αξία κι ένα φυτό δηλαδή. Πρόκειται για μια βαθιά οικολογική συλλογιστική, που συνδέει τη φύση με τη μυθολογία και τον προσωπικό μύθο με το όνειρο. Οι προσωπικές αξίες που γίνονται κοινωνικές συνδέονται με την έννοια της οικολογικοποίησης της σκέψης του Εντγκάρ Μορέν, σχετικά με τη συνεργασία ανθρώπου και φύσης. «Είμαστε συγκυβερνήτες της γης», υπογραμμίζει ο Μορέν, για να υπάρχει η γη συνεργαζόμενοι μαζί της, ενσταλάζοντας το αξιακό της σύστημα στο δικό μας σύμφωνα και με τη Βαθιά Οικολογία. Ή αλλιώς, όπως λέει στο σημείωμά του ο συγγραφέας: «“Η ζωή συνεχίζεται”. Αλλά δεν το λέμε σωστά. “Τη ζωή εμείς τη συνεχίζουμε”. Αυτό θα πρέπει και να λέμε και να θυμόμαστε» (σελ. 56).

Είναι συγκινητική η στιγμή του εγγονού, που στα δεκάξι του πήγε να βρει τον παππού για να ζήσουν μαζί την τελευταία ιστορία. Κι αργότερα, όταν θα τη γράψει, θα θυμηθεί τα λόγια του: «Βλέπεις; Η ζωή πάντα νικάει… Η Αγάπη πάντα… Και στο τέλος –να!– το όνειρο που το έχει κάνει αλήθεια!» (σελ. 54). Με άλλα λόγια, το όνειρο και η αγάπη έπλασαν τον νέο συγγραφέα, που έχει το ίδιο όνομα και που ακόμα τις δυο ιστορίες θα μπορούσε να τις γράψει ο ίδιος. Και θα πρόσθετα ότι το «ίδιο» όνομα έχει φαντασιακά κι ο ιδανικός αναγνώστης που αναδημιουργεί το κείμενο.

Με ένα σημείωμα στο τέλος δηλώνεται και η συγγραφική πρόθεση, που μπορεί να δίνει βασικές ορίζουσες του βιβλίου, οι οποίες όμως σε τίποτε δεν εμποδίζουν τον αναγνώστη και την αναγνώστρια να συλλάβουν την κοσμοθεωρία του κειμένου, που σχετίζεται με τη διατήρηση ενός οραματικά ευτυχισμένου κόσμου, και να δημιουργήσουν τους δικούς τους φανταστικούς κόσμους, όπως θα έλεγε ο Λισιέν Γκολντμάν. Εξάλλου, η επωδός του σημειώματος το υπογραμμίζει:

…Όλα αυτά τα έκλεισα σε τούτο το βιβλίο. Που τώρα είναι δικό σας… Κι ίσως κάποια στιγμή ξεκινήσατε να γράφετε κι εσείς μια παρόμοια ιστορία με τους μύθους και τους τόπους που αγαπάτε, για όσους ακούνε στο ίδιο με το δικό σας όνομα, έχουν το ίδιο όνειρο. (σελ. 57)

Η εικονογράφηση της Φωτεινής Στεφανίδη είναι ιδιαίτερα ονειρική. Εντυπωσιακές εικόνες με βάθος αισθήσεων και ουσίας, απ’ όπου αναδύεται μια έξοχη εικονοποιία της φύσης, που παραπέμπει σε κοσμογονικού ύφους μυθολογικές ιστορήσεις προσώπων και των πράξεών τους.

Καταληκτικά: είναι απολαυστική, με ποιητικές εξάρσεις, η ανάγνωση ενός βιβλίου βαθιά ανθρώπινου και συμβολικού, αληθινά φιλοσοφημένου και οραματικού, που φαντάζει ως παρακαταθήκη προς τη νέα γενιά. Μια ανάγνωση η οποία γεφυρώνει αναγνωστικά τις ηλικίες σε ένα πλαίσιο δημιουργίας του συγγραφέα και αναδημιουργίας του αναγνώστη, που έτσι γίνεται και συνδημιουργός.

Μάνος Κοντολέων: «Με το ίδιο όνομα» (diastixo.gr)

20/4/2022

(

Napoli mon amour

 

Αλέσιο Φορτζόνε

“Napoli mon amour”

Μετάφραση: Δέσποινα Γιαννοπούλου

Εκδόσεις Πόλις

 

                                   Γράφει ο Μάνος Κοντολέων

Ο Ναπολιτάνος Αλέσιο Φορτζόνε γεννήθηκε το 1986. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες και κοινωνική πολιτική. Το Napoli mon amour είναι το πρώτο του βιβλίο, και τιμήθηκε με το βραβείο Berto και το Prix Méditerranée 2021 ξένου μυθιστορήματος. Το δεύτερο μυθιστόρημά του, Giovanissimi, ήταν στην τελική λίστα υποψηφιοτήτων για το βραβείο Strega. Ήδη κυκλοφορεί το τρίτο του μυθιστόρημα, με τίτλο Il nostro meglio.

Στην Ελλάδα μεταφράζεται για πρώτη φορά και νομίζω πως έχει όλες τις προϋποθέσεις να αγαπηθεί από τους έλληνες αναγνώστες.

Κεντρικός ήρωας του βιβλίου -αυτός είναι και που αφηγείται την ιστορία του- ο τριαντάχρονος Αμορεζάνο.

Ένας από τους χιλιάδες νέους άντρες που αν και έχουν ολοκληρώσει πανεπιστημιακές σπουδές, δεν κατάφεραν να βρούμε σε αυτές ένα στόχο ζωής, αλλά ούτε και μια οικονομική κάλυψη και έτσι παραδέρνουν μέσα σε μια κοινωνία που ή θέλει να τους χρησιμοποιήσει ως απλά εξαρτήματά της ή τους αφήνει να ζούνε στο περιθώριο της.

Ο ίδιος ο Αμορεζάνο, μετά το τέλος των σπουδών του, προσπάθησε να καλύψει τη διάθεσή του να ανακαλύψει κάτι νέο, εργαζόμενος κάποιο διάστημα στα καράβια.

Τα μέρη που έζησε, η ζωή μέσα σε ένα πλοίο πολύ γρήγορα τον έκαναν να επιστρέψει στις αρχικές και βασικές του επιλογές ζωής. Η λογοτεχνία γι αυτόν είναι ο χώρος στον οποίον καταφεύγει άλλοτε ως αναγνώστης κι άλλοτε ως ερασιτέχνης συγγραφέας.

Παράλληλα αναζητά μια εργασία -συνεχίζει να μένει με τους γονείς του και όσα χρήματα είχε εξοικονομήσει από την εποχή που ήταν ναυτικός ολοένα και λιγοστεύουν.

Αλλά ενώ βλέπει το αδιέξοδο που θα φτάσει όταν τα χρήματα αυτά θα σωθούνε, ούτε είναι διατεθειμένος να συμβιβαστεί με μια κενή περιεχομένου μόνιμη καθημερινότητα, αλλά και μήτε ελπίζει πως ο όποιος συμβιβασμός θα έλυνε το πρόβλημά του.

Στην ουσία είναι ένας νέος άνδρας που, όπως τόσοι άλλοι, γνωρίζει πως το αύριο θα είναι χειρότερο από το σήμερα.

Παράλληλα με τις χλιαρές προσπάθειές του ανεύρεσης εργασίας, ξοδεύει -στην κυριολεξία- τις ώρες του με τη συντροφιά ενός φίλου, του Ρούσο, ενός ατόμου που σε αντίθεση με τον Αμορεζάνο, αντιμετωπίσει τη ζωή ως μια και μόνη στιγμή και αδιαφορεί για την όποια επόμενη εξέλιξή της.

Ο Αμοριζάνο μετρά το κάθε ευρώ που ξοδεύει και σκέφτεται σοβαρά πως θα πρέπει να πάρει την απόφαση -όταν  πλέον θα έχει ξοδέψει και το τελευταίο-  να αυτοκτονήσει.

Γράφει και ξαναγράφει τρία τέσσερα διηγήματα, σχεδιάζει να τα στείλει για αξιολόγηση στον συγγραφέα που περισσότερο απ΄ όλους θαυμάζει και τριγυρνά στους δρόμους της Νάπολης.

Και κάπου εκεί θα συναντηθεί με τη Νίνα και στο πρόσωπό της θα βρει όχι ακριβώς ένα στόχο ζωής και επιβίωσης, αλλά ένα περιεχόμενο ουσίας των τελευταίων του ημερών. Κι ενώ βλέπει πως το απόθεμά του σε ευρώ εξαντλείται με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα, δεν σταματά να απολαμβάνει κάθε στιγμή -επιτέλους βρήκε ένα στόχο και ένα νόημα, ακόμα και την ψευδαίσθηση πως θα υπάρξει μια λύση.

Αλλά ο έρωτας στην εποχή μας ή θα έχει τη μορφή μιας προσωρινότητας ή τη μορφή αδιεξόδου ζωής.

Η Νίνα έχει τους δικούς της στόχους, δεν τους συνδέει με την παρουσία στη ζωή της ενός άλλου. Ο Αμοριζάνο θα μείνει μόνος. Κάτι ελάχιστα ευρώ -μικρά δωράκια του παππού και των γονιών του- θα τον κάνουν να πάρει την τελική του απόφαση.

Κι έτσι…  Ήμουν ήδη εξαντλημένος, το κεγάλι μου γύριζε, Κοίταξα πίσω, προς την παραλία, και δεν είδα τον Ρούσο, δεν είδα τίποτα. Κοίταξα μπροστά και είδα μόνο τον Βεζο΄τβιο, ύστερα από μίλια και μίλια ανοιχτής θάλασσας. Ήμουν κουρασμένος, πολύ κουρασμένος ακόμα και για να κρατηθώ από τη σημαδούρα…                                                                       Έκανα εμετό μέσα στο νερό και παρέμεινα μέσα στον εμετό μου. Ξαναέκανα εμετό και μετακινήθηκα… Τα πόδια μου δεν άντεχαν άλλο. Φαντάστηκα ότι ήταν από ατσάλι και με τραβούσαν προς τα κάτω, προς το βυθό, προς το μπλε, το βαθύ μπλε. Συνέχισα και συνέχισα και δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος, γιατί δεν είχα πια δυνάμεις και ίσως και να μην είχα ποτέ. Χάνομαι για πάντα. Αυτό ήταν, έγινα μπλε.

113 ευρώ.

Οι τελευταίες αράδες του βιβλίου παραμένουν ανοιχτές στην όποια ανάγνωση. Πνιγμός ή μήπως κάτι άλλο;

Αν κρατήσουμε την σύμβαση πως η αφήγηση από την πρώτη σελίδα μέχρι την τελευταία δεν αφήνει μήτε στιγμή το υπονοούμενο πως ο αφηγητής είναι νεκρός, τότε αυτόματα το τέλος πρέπει διαφορετικά να αναγνωσθεί. Με κάποιον συμβολικό τρόπο.

Η διαχρονικότητα του ενός ηφαιστείου, το βαθύ μπλε του βυθού, τα πόδια που βαραίνουν ίδια με ατσάλι και τελικά η αυτοτελής πρόταση -113 ευρώ- δείχνουν τον τρόπο. Εκεί όπου η κοινωνία απορρίπτει, η Φύση καλοδέχεται; Ενσωματώνει;  Ίσως…

Σε κάθε περίπτωση έχουν προηγηθεί σελίδες όπου στραφταλίζουν από ένα νεανικό ερωτισμό, προτάσεις όπου το χιούμορ χρησιμοποιείται ως εργαλείο αυτοσαρκασμού, εκφράσεις που επιστρατεύουν κλασικές ρομαντικές τεχνικές ερωτικής εξομολόγησης και όλα αυτά ιδωμένα μέσα από την αισθαντικότητα ενός ανθρώπου που δεν αποδέχεται τον συμβιβασμό και που τολμά να ρισκάρει ποντάροντας στον έρωτα.

Μυθιστόρημα απροσδόκητης ενηλικίωσης, πιο σωστά μυθιστόρημα επιστροφής από την ενήλικη ζωή στην εφηβικότητα και γι αυτό  είναι ένα κείμενο που σε παρασύρει να αποδεχτείς τη σύμβαση να διασχίσεις δρόμους και πλατείες μιας πόλης όπου αν και μεσογειακή είναι βουτηγμένη στην υγρασία και την παγωνιά ενός χειμώνα που δεν εννοεί να τελειώσει.

Αποτελεσματική η μετάφραση της Δέσποινας Γιαννοπούλου.

(850 λέξεις)

(Βιβλιοδρόμιο, 22/4/2023)

11.4.23

Σμύρνη - Μανίτσα μου

 


«ΣΜΥΡΝΗ - Μανίτσα μου»

Ημερολόγιο εκστρατείας και έρωτα του Υπολοχαγού Γεράσιμου Γεννατά

Σχόλια: Μάνια Παπαδημητρίου

Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο

 

                         Γράφει ο Μάνος Κοντολέων

 

Οι αξιωματικοί του ελληνικού στρατού που αποβιβάζονται στη Σμύρνη είναι για τους Έλληνες όλων των ηλικιών οι αρχάγγελοι του αλυτρωτισμού, τα πρόσωπα που ενσαρκώνουν τις ελπίδες του έθνους. Η  γοητεία τους είναι μεγάλη.

Αυτά μεταξύ άλλων σημειώνει ο Υπεύθυνος Ιστορικών Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη Τάσος Σακελλαρόπουλος στο Επίμετρο αυτού του βιβλίου.

Και νομίζω πως αυτές τις φράσεις μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει ως το κλειδί με το οποίο θα αναγνώσει τούτο το τόσο ιδιαίτερο -από πολλές πλευρές ιδιαίτερο- βιβλίο.

Πρόκειται για αποσπάσματα από τα δυο ημερολόγια (το ένα με προσωπικά γεγονότα, το άλλο με στρατιωτικές πληροφορίες) που κρατούσε ο Υπολοχαγός Γεράσιμος Γεννατάς κατά τη διάρκεια της Μικρασιατικής Εκστρατείας.

Η γνωστή ηθοποιός και σκηνοθέτης Μάνια Παπαδημητρίου, ως εγγονή του Γεννατά, έχει στην κατοχή της αυτά τα ημερολόγια και σκέφτηκε να τα εκδώσει, μαζί με φωτογραφικό αρχειακό υλικό, κι έτσι να μας προσφέρει μια διαφορετική προσέγγιση στα γεγονότα και κυρίως στους ανθρώπους που έζησαν και έδρασαν εκείνα τα κρίσιμα για τον ελληνισμό χρόνια.

Μπορεί η Ιστορία να αποτελείται από μεγάλα κεφάλαια που έχουν ‘γραφτεί’ από ηγετικές φυσιογνωμίες, αλλά η ιστορία που οι απλοί άνθρωποι βιώνουν μέσα στην καθημερινότητά τους και με τις δικές τους ατομικές πράξεις και συναισθήματα, τελικά μάλλον αποτελεί ένα όχι μόνο ειδικό και ξεχωριστό τομέα γνώσης του παρελθόντος, αλλά κυρίως είναι το κεντρικό στοιχείο που εν τέλει πάνω του δομείται το παρόν που θα γίνει μέλλον, άρα μνήμη και βίωμα κοινωνικό.

Ο Γεράσιμος Γεννατάς -και πάλι αντλώ πληροφορίες από το επίμετρο του Σακελλαρόπουλου- γεννήθηκε το 1888 στην Κεφαλονιά, κατατάχτηκε στο στρατό το 1910, πολέμησε στους Βαλκανικούς Πολέμους, το 1917 προάγεται σε υπολοχαγό, με αυτόν τον βαθμό συμμετέχει στην ελληνική εκστρατεία στη Μικρά Ασία όπου και έχει αξιόλογη δράση. Στη Σμύρνη είναι που θα γνωριστεί με τη μετέπειτα σύζυγό του, εκεί θα παντρευτούν, λίγες μέρες πριν την αποχώρηση του ελληνικού Στρατού.  Ήταν φιλοβενεζελικός αξιωματικός, συμμετείχε στο Κίνημα του 1922, αργότερα θα σταλεί στη Γαλλία για μετεκπαίδευση σε Σχολή Εφαρμογής όπλων του Πεζικού, αργότερα και πάλι λαμβάνει μέρος στο μεγάλο βενιζελικό κίνημα του 1935, οπότε και μετά την αποτυχία αυτού του κινήματος, θα αποστρατευθεί, θα φυλακισθεί, αλλά αργότερα θα επιστρατευθεί στον πόλεμο της Αλβανίας, ενώ στην Κατοχή θα ανήκει στους αξιωματικούς εκείνους τους συμπαθούντες το ΕΑΜ

Μια πλούσια σε γεγονότα ζωή που το μέρος της εκείνο το οποίο αφορούσε την παραμονή του στην Μικρά Ασία, θα διαβάσουμε -με την δική του ιδιαίτερη γραφή- στο συγκεκριμένο τόμο. Κι έτσι θα μπορέσουμε να δούμε , κατά κάποιον τρόπο, το όλο εκείνο εγχείρημα που οδήγησε στη γνωστή τραγική κατάληξη με τη ματιά και τα συναισθήματα ενός ανθρώπου που από τη μια υπηρετεί με συνέπεια το καθήκον του και από την άλλη καταγράφει τις προσωπικές του συναισθηματικές στιγμές.

Αλλά το βιβλίο -σαφέστατα πλέον περιληπτικά- συνεχίζεται και μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, καθώς η Μάνια Παπαδημητρίου μας κάνει γνωστά και άλλα γεγονότα της οικογένειάς της, έτσι ώστε να μπορέσουμε να αντιληφθούμε το πως όσα κάποια στιγμή συμβαίνουν σε επίπεδο πολιτικό μετατρέπονται σε οικογενειακή ιστορία.

Χαρακτήρισα πιο πριν την έκδοση ως πολλαπλά ιδιαίτερη. Κι αυτό γιατί πέρα από τα ημερολογιακά αποσπάσματα, τις φωτογραφίες, τους χάρτες και τα σχόλια, είναι η όλη εμφάνιση του βιβλίου που συνεπαίρνει με το μεράκι που την υλοποίησε, την ποιότητα της εκτύπωσης, τις ευρηματικές λύσεις συνύπαρξης χειρόγραφων με σχόλια και φωτογραφίες.

Μια ευκαιρία να γνωρίσει ο σημερινός αναγνώστης όχι μόνο λεπτομέρειες από μια εποχή και τις δράσεις που τη σημάδεψαν, αλλά και το ποιόν κάποιων ανθρώπων που έζησαν τότε και που αν και δείχνουν να έχουν κινηθεί στο περιθώριο της επίσημης ιστορικής καταγραφής, στην ουσία ήταν εκείνοι που σφράγισαν τις εξελίξεις που φτάνουν ως τις μέρες μας.

 «Σμύρνη: Μανίτσα μου! – Ημερολόγια εκστρατείας και έρωτα του υπολοχαγού Γεράσιμου Γεννατά» (diastixo.gr)

(610 λέξεις)

 

9.4.23

Δημήτρης Τερζής "Ο παππούς στο τζάκι"

 

Δημήτρης Τερζής

‘Ο παππούς στο τζάκι»

Διηγήματα

Εκδόσεις  Πόλις

 

Αυτό είναι το τέταρτο βιβλίο του Δημήτρη Τερζή. Έχουν προηγηθεί δυο ακόμα συλλογές διηγημάτων και ένα μυθιστόρημα.

Τέσσερα βιβλία μέσα σε δέκα χρόνια (το πρώτο κυκλοφόρησε το 2013) είναι ένας επαρκής αριθμός κειμένων που επιβεβαιώνουν  το στίγμα του συγγραφέα τους.

Ο Δημήτρης Τερζής είναι δημοσιογράφος και στο βιογραφικό του διαβάζουμε πως η βασική ειδικότητά του είναι το ερευνητικό ρεπορτάζ.

Μα και η εργασία του λογοτέχνη εμπεριέχει βασικά στοιχεία έρευνας και όχι μόνο πολιτικών και ιστορικών γεγονότων, αλλά κυρίως ψυχολογικών και συναισθηματικών.

Αυτό συμβαίνει και με τα περισσότερα από τα δέκα διηγήματα της συλλογής. Και το στοιχείο αυτό είναι που, κατά την άποψή μου, συνδέει όλα τα κείμενα έτσι ώστε να μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως η συλλογή έχει μια συγκεκριμένη θεματικά -κατά κάποιον τρόπο- συνοχή.

Ο Τερζής αναζητά -με τη δημοσιογραφική ματιά του- το ασυνήθιστο και με την εμπειρία του την ερευνητική το αναλύει και το φωτίζει συχνά με απροσδόκητο τρόπο.

Έτσι τελικά επιτυγχάνει ένα συνταίριασμα παρατήρησης και σχολιασμού.

Η τεφροδόχη με τη στάχτη του παππού που θα σπάσει, παράλληλα σχολιάζει την τυπολατρία  μιας μεγαλοαστικής οικογένειας* ο βηματοδότης που προσπαθεί να κρατήσει στη ζωή έναν καρδιοπαθή γίνεται σχόλιο πάνω στη σχέση ανθρώπου και μηχανής* το ταξιδάκι ενός ζευγαριού στη Σικελία γίνεται αφορμή να σωθούν πολλοί άνθρωποι από ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα και μια πυρκαγιά.

Θέματα τα πιο πάνω τριών διηγημάτων της συλλογής που με σαφήνεια περιγράφουν την διάθεση του συγγραφέα να αναζητήσει στην ουσία την παρουσία του θανάτου μέσα στην καθημερινότητά μας.

Και το ίδιο θέμα θα το χρησιμοποιήσει με μεγαλύτερη  ακόμα διάθεση ανίχνευσης της μοίρας όσο και της ευθύνης κάθε ανθρώπου καθώς θα περιγράψει τις αντιδράσεις δυο ξένων που γνωρίζονται τη μέρα μιας ολικής καταστροφής της γης από ένα ουράνιο σώμα, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο τα χρόνια επιφέρουν τη μη αναστρέψιμη φθορά του γήρατος και της κοινωνικής περιθωριοποίησης.

Αυτές είναι κάποιες από τις βάσεις που πάνω τους ο Δημήτρης Τερζής στήριξε τις διηγηματικές του συνθέσεις.

Δεν έχουν όλα την ίδια εσωτερική υπόσταση. Κάποια έχουν στραφεί προς μια περισσότερο περιγραφική κατάσταση. Άλλα τα διακρίνει μια ενδοσκόπηση.

Με μια παρόμοια ποικιλία έχουν και γραφτεί. Άλλοτε η γλώσσα εκφράζει μια άμεση και απλή συναισθηματικότητα  -Φλυαρώ παιδί μου, και δε με σταματάς. Δεν είσαι εδώ ναμου σκάσεις το φιλί εκείνο που άφηνε ίχνη παγωτού στο μάγουλο. Ήξερες πόσο μ΄ εκνεύριζε αυτό και πόσο μ΄ άρεσε ταυτόχρονα (‘Πικροδάφνη’, σελ. 15). Κι άλλοτε πάλι ψυχογραφεί – Κι εσύ έχεις όνειρα, μην τ΄ αρνηθείς, φοβάσαι πολύ για να μην κάνεις όνειρα. Τα όνειρα είναι το αντίδοτο στους φόβους σου. Η ζωή σου είναι γεμάτη φόβους, ακολούθως γεμάτη όνειρα (‘Η μηχανή’, σελ. 159)

Ενδιαφέρουσα συνύπαρξη μιας ποικιλίας διηγηματικών συνθέσεων που αναζητούν το βάρος του ανθρώπου μέσα σε ένα κόσμο που παραμένει αν όχι απόμακρος, σίγουρα ανεξήγητος. Πάντα πρόσφορος προς έρευνα.

(460 Λέξεις)

(Περί Ου -9/4/2023)

8.4.23

Daniel Wiles «Το μερίδιο της γης»

 


Daniel Wiles

«Το μερίδιο της γης»

Μετάφραση: Έφη Τσιρώνη

Εκδόσεις Διόπτρα

 Στις 14 Νοεμβρίου του 1872, το ανθρακωρυχείο του Πέλσαλ πλημύρισε με αποτέλεσμα να βρούνε τον θάνατο 22 άντρες και παιδιά που δουλεύανε στις στοές του.

Δεν ήταν το μόνο δυστύχημα στην ευρύτερη περιοχή της Μερκίας (η παλιά ονομασία των σημερινών Μίντλαντς).

Χαρακτηριστικό είναι πως εκείνη η περιοχή έχει γίνει γνωστή ως Black Country (Μαύρη Χώρα) λόγω τόσο του χρώματος του εδάφους όσο και της μολυσμένης ατμόσφαιρας.

Βρισκόμαστε στην καρδιά της περιόδου της Βιομηχανικής Επανάστασης στην Αγγλία και η πρώτη ύλη που χρησιμοποιείτο στις βιομηχανίες, το κάρβουνο δηλαδή, έπρεπε να εξορίζεται σε μεγάλες ποσότητες.

Οπότε πολλά ορυχεία δημιουργήθηκαν και πολλοί οικισμοί αναπτύχθηκαν καθώς εργάτες από διάφορες άλλες περιοχές του βασιλείου, έφταναν εκεί για να βρούνε εργασία.

Οι συνθήκες κατά τα ωράρια όπου οι άνθρωποι αυτοί εργαζόντουσαν μέσα στις στοές, όσο και η καθημερινή ζωή τους, ήταν αφόρητες και φοβερά επιβαρυμένες λόγω μεγάλων οικολογικών καταστροφών. Καπνοί και δηλητηριώδη αέρια από τη μια και οι στενές, γεμάτες από καρβουνόσκονη στοές των ορυχείων ήταν ο βέβαιος προάγγελος ποικίλων θανατηφόρων ασθενειών.

Δίπλα σε αυτές και τα συχνά θανατηφόρα δυστυχήματα.

Ένα από αυτά και εκείνο που συνέβη στις 14 Νοεμβρίου του 1872 -22 νεκροί άντρες και παιδιά.  Και θα είναι η αφορμή να γραφτεί αυτό το μυθιστόρημα. Η ύπαρξη παιδιών ανάμεσα στα 22 θύματα, φανερώνει πως κάτω από τη γη εργαζόντουσαν και παιδιά και μάλιστα με πολύ σκληρές, απάνθρωπες, συνθήκες.

‘Δύο αγόρια αναδύθηκαν μέσα από μια μικρή τρύπα αερισμού. Δεν έμοιαζαν με ανθρώπινα όντα- θύμιζαν περισσότερο τυφλά, καραφλά τρωκτικά που ξετρύπωναν απ΄ το χώμα αναζητώντας απομεινάρια κεριών’ (σελ. 23)

Η φτώχια των οικογενειών που είχαν έλθει στη Μαύρη Χώρα ήταν τόσο μεγάλη, ώστε το να κατεβαίνουν στα σπλάχνα  της γης όχι μόνο άντρες και γυναίκες, αλλά και αγόρια και κορίτσια ήταν κάτι το συνηθισμένο.

Ο πλούτος ήταν στα χέρια των ολίγων, οι ανθρακωρύχοι ζούσανε σε άθλια σπίτια που τους παραχωρούσαν οι ιδιοκτήτες των ανθρακωρυχείων, οι περισσότεροι των οποίων είχαν και τα μαγαζιά από τα οποία οι εργάτες προμηθευόντουσαν τα απαραίτητα εφόδια για να ζήσουν.

Αυτές οι συνθήκες είχαν προκαλέσει πολλές αντιδράσεις και είναι χαρακτηριστικό πως το 1884 (δώδεκα, δηλαδή, χρόνια μετά το δυστύχημα του Πέλσαλ) ο Εμίλ Ζολά θα γράψει το κορυφαίο μυθιστόρημά του «Ζερμινάλ» καταγγέλλοντάς αυτές τις απάνθρωπες συνθήκες και περιγράφοντας κάποιες εξεγέρσεις.

Και έχει ιδιαίτερη αξία να αναγνώσει παράλληλα κανείς τα δυο αυτά μυθιστορήματα γιατί πέρα από το συγγραφικό ύφος (που χαρακτηρίζει ως ένα βαθμό και τις εποχές κατά τις οποίες γραφτήκανε), εκείνο που ουσιαστικά τα διαφοροποιεί είναι ο τρόπος με τον οποίον αναπτύσσουν το θέμα τους. Από την επαναστατικότητα του τέλους του 19ου αιώνα, στην προσέγγιση του ατομικού δράματος του 21ου.

Σίγουρα δεν ζούμε εποχές επαναστάσεων, αλλά ενδοσκοπήσεων και αναζητήσεων του παρελθόντος.

Και ο Daniel Wiles είναι ένα εντελώς σύγχρονος και πολύ νέος και σε ηλικία συγγραφέας (‘Το μερίδιο της γης’ είναι το πρώτο του μυθιστόρημα), οπότε η προσέγγισή του είναι επηρεασμένη όχι μόνο από κοινωνικές αντιρρήσεις, αλλά και οικολογικές ανησυχίες, όπως επίσης από τη διάθεσή του να αναλύσει την ατομική στάση απέναντι σε ένα βαθιά πολιτικό γεγονός.

Γιατί βέβαια η Βιομηχανική Επανάσταση δεν είχε μόνο οικονομικές συνέπειες , αλλά και έντονα κοινωνικές.

Ο Wills γεννημένος στα Δυτικά Μίντλαντς επέλεξε ως θέμα του πρώτου του έργου το πολύνεκρο δυστύχημα του ανθρακωρυχείου του Πέλσαλ και στήριξε την όλη υπόθεση σε ιστορικά στοιχεία. Πρωταγωνιστής του ένα από τα θύματα, ένα άντρας, ο Μάικλ, ανθρακωρύχος, πατέρας ενός γιου, που με τίποτε δεν θέλει να δει τον γιο του να έχει την ίδια ζωή με εκείνον. Η μόνη διέξοδος οι σπουδές, αλλά κάτι τέτοιο απαιτεί χρήματα. Ο Μάικλ κάνει ακόμα και τριπλοβάρδιες για να μπορέσει να στέλνει το παιδί στο σχολείο, αλλά καταλαβαίνει πως κάποια στιγμή το σώμα του θα τον προδώσει.

Και τότε θα τύχει να πέσει πάνω σε ένα κοίτασμα που το θεωρεί πολύτιμο -ανάμεσα στο κάρβουνα χρυσάφι.

Η ευκαιρία για ένα καλύτερο μέλλον του παιδιού του παρουσιάζεται και ο Μάικλ είναι αποφασισμένος να την εκμεταλλευτεί.

Πάνω σε αυτόν τον καμβά στήνεται όλη η πλοκή και ο αναγνώστης ταυτίζεται με την απέλπιδα προσπάθεια ενός άντρα που αναζητά τρόπους να αλλάξει το μέλλον του.

Έγραψα πιο πάνω πως το μυθιστόρημα αυτό με έκανε να θυμηθώ το αντίστοιχο του Ζολά. Και σημείωσα το πως κανείς μπορεί να ‘δει’ τις εποχές μέσα από τη λογοτεχνία κάθε μιας. Ο Ετιέν του ‘Ζερμιναλ’ διασώζεται από το έρεβος θανάτου του ορυχείου και το μέλλον  μπορεί να του προσφέρει νέες ευκαιρίες, ενώ έτσι κι αλλιώς έχει ήδη προκαλέσει μαζικές αντιδράσεις μέσω  μιας πολιτικής συνειδητοποίησης. Ο Μάικλ του Wiles  πράττει μέσω μια υπαρξιακής ατομικότητας -αυτός και ο επίγονός του. Δεν επαναστατεί* δεν παρασύρει άλλους προς την όποια εξέγερση. Ότι θα επιτύχει, θα το επιτύχει μόνος του.

Το ότι όμως δεν θα σωθεί -ένα από τα 22 θύματα, υπενθυμίζω- θα αποτελέσει μέρος μιας μελλοντικής κοινωνικής αντίδρασης. Το τελευταίο ορυχείο στη Μαύρη Χώρα έκλεισε το 1968* το τελευταίο στο Ηνωμένο Βασίλειο το 2015.

Μια διαφορετική στάση -συγγραφική και πολιτική. Οι εποχές αλλάζουν* μένουν παρόμοιες οι συγγραφικές ανησυχίες όπως και τα ερεθίσματα που τις προκαλούν.

Μυθιστόρημα που καθώς το διαβάζεις αισθάνεσαι πως κυκλοφορείς ο ίδιος μέσα στη Μαύρη Χώρα. Λέξεις άγριες, φράσεις κοφτές, περιγραφές ρεαλιστικές.

Στην είσοδο των λατομείων, οι άνθρωποι μπαινόβγαιναν ελεύθερα. Το δέρμα τους σκονισμένο και πιο ξηρό κι από ξασπρισμένα κόκαλα. Το φως που περνούσε από το άνοιγμα έφτανε μόνο μέχρι τα μισά των σπηλαίων. Από εκεί κι έπειτα, σκοτάδι. Οι εργάτες εξαφανίζονταν μέσα. Ταυτόχρονα, άλλοι αναδύονταν σαν τα φαντάσματα μες΄ απ΄ αυτόν τον ζόφο, σκιάζοντας τα μάτια τους και σπρώχνοντας καρότσια με πέτρα.» (σελ. 153)

Η μετάφραση της Έφης Τσιρώνη κατάφερε να αποδώσει στη γλώσσα μας την τραχύτητα του πρωτοτύπου.

Το έργο ανήκει σε μια νέα σειρά των Εκδόσεων ‘Διόπτρα’, η οποία κάτω από τον γενικό τίτλο ‘Φωνές του Κόσμου’, υπόσχεται να μας γνωρίσει νέους συγγραφείς που θα πρωταγωνιστήσουν στα επόμενα χρόνια. Η πρώτη αυτή επιλογή επιβεβαιώνει την υπόσχεση.

(Βιβλιοδρόμιο, 8/4/2023)

 (970 λέξεις)

7.4.23

"Με το ίδιο όνομα" -Elniplex

 



Η λογοτεχνία για παιδιά είναι μια σοβαρή υπόθεση που προχωρά μπροστά ο Μάνος Κοντολέων και ομορφαίνει η Φωτεινή Στεφανίδη.

Περί τίνος πρόκειται

Όταν μετακόμισαν οι γονείς του, καθηγήτρια σε πανεπιστήμιο ξένης χώρας η μαμά, γραφίστας ο μπαμπάς, πήγε κι εκείνος ο εντεκάχρονος μαζί τους. Μετακόμισε κι άλλος όμως. Ο συγγραφέας παππούς, πνιγμένος από την πόλη, πήγε να μείνει στο πέτρινο εξοχικό σπίτι τους, χτισμένο στην πλαγιά ενός βουνού, και με το όνομα του κτήματος να είναι Τέσσερεις εποχές, σαν τη ζωή τ’ ανθρώπου. Αμπέλια, κερασιές, φιλύρες κι άνθη πορτοκαλιάς. Μυρωδιές παντού. Και ιστορίες. Πολλές ιστορίες. Συγγραφέας ήταν παππούς, το είπαμε. Συγγραφέας και ο εγγονός του, με το ίδιο όνομα.

Σε κίτρινους φακέλους έφταναν οι ιστορίες του παππού. Για να τις διαβάσει ο εγγονός. Και όταν κάποτε ξέσπασε φωτιά που έκαψε πολλά βουνά και πλαγιές της πατρίδας, ήρθε η ώρα για την πρώτη ιστορία, εκείνη με τη φλαμουριά που προτού γίνει δέντρο ήταν κάποτε κάτι άλλο.

«Εγώ θα φτιάξω το σπίτι μου ξανά… Και η Φύση το δικό της! Το όνειρό μας θα γίνει πραγματικότητα… Και τότε και οι δυο θα σε φωνάξουμε να έρθεις και πάλι… » μου υποσχέθηκε ο παππούς.

Όλες οι ιστορίες του παππού ήταν για δέντρα. Και μέσα από αυτά για τα συναισθήματα και τα μεγάλα όνειρα της ζωής. Η ελιά για τη φιλευσπλαχνία. Το αμπέλι για το γέλιο. Τα ζουμπούλια για το δάκρυ. Τα γαρίφαλα για την επανάσταση, τα κυκλάμινα για την ταπεινοφροσύνη και ο πλάτανος για τα γηρατειά. Το πουρνάρι για τον θυμό. Και η ιτιά για τη θλίψη. Κλαίουσα.

Έφτασε τα δεκάξι ο εγγονός. Περίμενε πάντα έναν κίτρινο φάκελο με μια καινούρια ιστορία. Και ήρθε. Η ιστορία της πορτοκαλιάς. Ή πώς γίνεσαι αυτό που έχεις ονειρευτεί!

Εστιάζοντας

Στην Ελλάδα συναντάμε τη Φιλύρα την αργυρόφυλλο, τη γνωστή μας ως φλαμουριά ή φλαμούρι. Πρόκειται για μεγάλου ύψους σκιερά, φυλλοβόλα δέντρα με καρδιόσχημα φύλλα και αρωματικά λουλούδια που γεμίζουν άνοιξη και καλοκαίρι τα κλαδιά και ακολουθούν την πορεία των εποχών. Τα λουλούδια της φλαμουριάς προσφέρουν άφθονη τροφή στις μέλισσες, άρα χαρά στους μελισσοκόμους και ένα γνωστό καθαρτικό, εφιδρωτικό και αποτοξινωτικό αφέψημα στους ανθρώπους∙ το τίλιο.

Πριν γίνει δέντρο, λέει η ελληνική μυθολογία, ήταν νύμφη, μητέρα του κένταυρου Χείρωνα, θεότητα της ανάρρωσης, της αναδιάταξης, της ευωδιάς. Όταν την ερωτεύτηκε ο Κρόνος, για να διαφύγει της προσοχής της παντογνώστριας συζύγου Ήρας που όλα τα ανακάλυπτε, μεταμορφώθηκε σε άλογο, έτσι όταν συνευρέθηκε με τη Φιλύρα, γεννήθηκε ένα πλάσμα παράξενο, μισός άνθρωπος και μισός άλογο: ο κένταυρος Χείρων! Ο Κρόνος ντράπηκε και ως συνήθιζαν οι θεοί τότε, διέφυγε της δυσκολίας της στιγμής μεταμορφώνοντας την πανέμορφη Φιλύρα στο ομώνυμο δέντρο που θα το συναντήσει κανείς σε Ευρώπη, Ασία και αλλού.

Κι είναι μετά τη φιλύρα και η πορτοκαλιά, αυτό το ευλογημένο εσπεριδοειδές της μεσογειακής και όχι μόνο γης με τις θυσανωτές ρίζες και τον ηλιόμορφο και ηλιοφώτιστο καρπό που τραβά με το βάρος του τα κλαδιά προς τα κάτω αλλά εκείνα αντέχουν, όπως οι άνθρωποι αντέχουν το βάρος της ομορφιάς και της ευωδιάς, των κόπων και κάποτε των βασάνων. Και καρποφορούν κάπου 80 και 100 χρόνια, όσα δηλαδή περίπου κι οι άνθρωποι. Μια πορτοκαλιά και ένας άνθρωπος μπορούν να γεννηθούν και να πάψουν μαζί. Να βηματίσουν αργά σταθερά, από το απάγκιο και το ημίφως ενός βαθιού φαραγγιού μέχρι την ανοιχτωσιά όπου ο ήλιος σε βλέπει και το πλάτωμα όπου το φως δεν θα δυσκολευτεί να σ’ εύρει.

Τη φύση προτάσσει ως παντοκράτειρα της ζωής ο Μάνος Κοντολέων. Τη φύση και τις αγεωμέτρητες εκφάνσεις και αγέρωχες επινοήσεις της στήνει στον θρόνο της ύπαρξης, βγάζοντας από το υπόγειο σεντούκι της δύο εμβληματικά χρυσάφια της, τη φιλύρα και την πορτοκαλιά, και μέσα από αυτές διαβαίνει το κατώφλι και ατενίζει από το περβάζι του χρόνου παρελθόν, παρόν και μέλλον, ενώνοντας τρεις γενιές με έμφαση στον δεσμό της πρώτης και της τρίτης, ήτοι παππούς εγγονός. Μέσα από τον ρεαλισμό της σύγχρονης οικονομικής αλλά και ψυχικής αφόρμησης μετανάστευσης, ο συγγραφέας τέμνει την ελληνική μυθολογία με το αψεγάδιαστο ελληνικό τοπίο, συμπλέκει τη θλιβερή πραγματικότητα μιας καταστροφικής πυρκαγιάς με τη λογοτεχνία και το παραμύθι, προσεγγίζει τη ζωή των ανθρώπων ως ένα μέρος της φύσης που καταστρέφεται, συχνά από αμέλεια και εγκληματικές παραλείψεις, ανανεώνεται, ξεμαυρίζει και ξαναφέρνει στην επιφάνεια χρώματα, άνθη, μυρωδιές∙ κι έτσι η γης αναγεννάται ως κι οι άνθρωποι το διδάχτηκαν από αυτήν, το ίδιο πράττουν, εφόσον τηρούν στο ελάχιστο τον βασικό νόμο της προσαρμοστικότητας και πενθούν λίγο λιγότερο από όσο φτερουγάνε να ξαναφτιάξουν τα χαμένα και τα καμμένα.

Ο Κοντολέων δεν γράφει αποφθεγματικά. Δεν αναπτύσσει μια αποσπασματικών σκέψεων λογοτεχνία για να εντυπωσιάσει σε μια παράγραφο, αλλά έναν συνολικό στοχασμό, ένα διαφανές αντιφέγγισμα, μια πλήρη θεώρηση ζωής που συμπυκνώνονται σε δύο βασικούς κορμούς, αυτούς των δύο δέντρων, και σε αμέτρητες διακλαδώσεις, όπως αυτές των κλαδιών τους. Η πρώτη τρυπώνει μέσα στη φράση που προτάξαμε στο εισαγωγικό του άρθρου: «… γινόμαστε αυτό που έχουμε ονειρευτεί» και η δεύτερη είναι η διαρκής αναγέννηση, η αέναη εκπόρθηση του μαύρου από τα χρώματα που γεμίζουν με ελπίδα και φως τον κόσμο και τη ζωή μας ξανά και ξανά, το πιο σοφό κλισέ του κόσμου «η ζωή συνεχίζεται» (πάντα)∙ μόνο που η Κοντολεόντειος ασκητική το αναβαθμίζει ανθρωποκεντρικά σε «τη ζωή εμείς τη συνεχίζουμε«, διώχνοντάς τη από το παθητικό και κάπως μοιρολατρικό «συνεχίζεται» που υπονοεί έναν μηχανικό αυτοματισμό που αναμένεις να συμβεί μονάχος. Πάνω σε αυτούς τους δυο κορμούς, με τους μεγάλους δαχτύλιους, τα δυο μεγάλα, ριζωμένα αξιώματα της ζωής, ο παππούς στήνει τις ιστορίες του και κατ’ επέκταση την αγωγή του εγγονού του, προσανατολίζει το βλέμμα του στον κόσμο: να ονειρεύεσαι τι θες να γίνεις, να το προσπαθείς, να το πολιορκείς από κάθε μεριά το κάστρο, να το πιστεύεις και όταν αποτυγχάνεις, να αναγεννάσαι από το ελάχιστο, από το μηδενικό σχεδόν περιθώριο που έμεινε και να ξαναγίνεσαι κραταιός και απαραχώρητος στην παραίτηση. Stand up and fight*.

Λεξιλογικός, φιλοσοφικός, αξιακός πλούτος, σε μια αποπροσανατολισμένη κοινωνία ο αιώνιος έφηβος Κοντολέων προσπαθεί να επαναδιατάξει τις προτεραιότητες και να επαναϊεραρχήσει αξίες και σκέψεις αναπτύσσοντας με την αφηγηματική του δεινότητα και ευρυθμία πράματα και θάματα, γράμματα και νάματα, ιάματα και μαλάματα, σύγχρονα περάσματα προς μια ενηλικίωση που σήμερα έρχεται τόσο γρήγορα, αλλά την ίδια ώρα αργεί τόσο πολύ, γιατί περιστρέφεται γύρω από τα ίδια σημεία, ζαλισμένος/-η/-@. Αναζητεί, μέσα από δικές του εμπειρίες, πραγματικά γεγονότα (βλ. πυρκαγιές Ελλάδας 2007, 2021) και μυθολογικές εκβολές, τον αναγνώστη που θα γίνει ο εγγονός του ήρωα, ο δικός του «εγγονός», ο οποίος θα πάρει τη σκυτάλη και θα γράψει για τους δικούς του τόπους, για το δικό του «Πήλιο», τους δικούς του Κενταύρους, φιλύρες, πορτοκαλεώνες. Με τον τίτλο «Με το ίδιο όνομα» να σηματοδοτεί ξεκάθαρα, όχι απλά μια συγγενική συνέχεια, κληρονομικότητα, τη συνωνυμία της παράδοσης, αλλά έναν πανίσχυρο συναισθηματικό δεσμό όπως αυτόν που αναπτύσσεται μεταξύ παππού και εγγονού και ακολούθως με κάθε αναγνώστη, ο οποίος εν δυνάμει μπαίνει κάτω από το ίδιο όνομα με τον νεαρό ήρωα, ονειρεύεται κι ελπίζει, εξανίσταται και ανθίσταται.

Η αφήγηση στις λευκές σελίδες, οι ιστορίες του παππού στις πράσινες, σε μια έντυπη διχρωμία που εναλλάσσει φύση και άνθρωπο, παρελθόν και παρόν, μυθολογία και πραγματικότητα, ιστορίες και ρεαλισμό. Εκεί, έρχεται τόσο ταιριαστά, τόσο φυσικά η εικονογράφηση της Φωτεινής Στεφανίδη που εικονογραφεί με τις εικαστικές αρχές της σε πλήρη διάταξη, την ονειρική ατμόσφαιρα σε λευκοπράσινους τόνους και εναλλαγή στο εικαστικό ύφος μεταξύ του αφηγηματικού παρόντος που διέπεται από μια αναγνωρίσιμη οπτική κανονικότητα και της μυθολογικής-λογοτεχνικής έκτασης των ιστοριών του παππού όπου οι γραμμές, οι μορφές και οι γεωμετρίες γίνονται πιο αφηρημένες, συμπλέκονται μεταξύ τους με ένταση και ενώνονται σε μια ολότητα που αιχμαλωτίζει το βλέμμα με τα αλληγορικά οπτικά σημεία της. Μοναδικό αποτέλεσμα, εξαίσια συνεργασία, έκδοση υψηλού επιπέδου, βιβλίο για το οποίο μπορείς να γράψεις σελίδα, προσπαθώντας να επικοινωνήσεις στον αναγνώστη τους αποσυμβολισμούς του.

Για αναγνώστες από 10 περίπου ετών, με μεγάλη δύναμη πιστεύω στο προεφηβικό και πρώιμο εφηβικό κοινό.

 

7/4/2023

Απόστολος Πάππος

www.elniplex.com/με-το-ίδιο-όνομα-μάνος-κοντολέων/?fbclid=IwAR1Ew4ykjRzsC_4fNaznUalHQhiuv8fhCzcmlW_GQbcywrV3JhZlhkmKkDU

5.4.23

Ημερίδα: Μάνος Κοντολέων 40 χρόνια: Έψαχνα πάντα τις λέξεις. Επιμέλεια: Βίκυ Πάτσιου

 



Τιμητική ημερίδα: Μάνος Κοντολέων 40 Χρόνια

Έψαχνα πάντα τις λέξεις

Επιστημονική επιμέλεια: Βίκυ Πάτσιου

Διάδραση

256 σελ.

ISBN 978-960-646-014-2

 

Γιάννης Σ. Παπαδάτος  Published: 12 September 2022

(https://diastixo.gr/en/kritikes/meletesdokimia/18902-manos-kontolewn-40-xronia)

Αναμφίβολα αποτελεί μεγάλη τιμή για έναν ζώντα συγγραφέα η διοργάνωση ημερίδας για το έργο του και μάλιστα από πανεπιστημιακό τμήμα, συγκεκριμένα τη Μεταπτυχιακή Κατεύθυνση «Λογοτεχνία» του Παιδαγωγικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Και, βέβαια, είναι απόλυτα φυσιολογικό, γιατί ο Μάνος Κοντολέων είναι ένας από τους σημαντικότερους και πολυβραβευμένους Νεοέλληνες συγγραφείς, ο οποίος έχει το προνόμιο να ασχολείται με όλα τα είδη του πεζού λόγου και για όλες τις ηλικίες. Όσον αφορά στον τρόπο γραφής του, που εκτείνεται από τη φαντασία, τον ρεαλισμό, μέχρι τον μαγικό ρεαλισμό και τον μεταμοντερνισμό, εντάσσεται σε φόρμες που εξελίσσονται και δοκιμάζονται από τον ίδιο και το αναγνωστικό κοινό. Άλλωστε ο υπότιτλος της ημερίδας, «Έψαχνα πάντα τις λέξεις», δεν είναι άσχετος με τα προαναφερόμενα και όχι μόνο. Σε μια συνέντευξη που μου είχε δώσει για το περιοδικό Διαβάζω (τ. 383/1998) έλεγε: «Μου αρέσει να ψάχνω τις λέξεις, να αμφισβητώ το τι έχω κατακτήσει, να προχωρώ, να ξαφνιάζω, να σοκάρω…». Κι είναι αλήθεια, γιατί οι διαδρομές του στην παραμυθική ιστορία, στο παραμύθι, στο διήγημα, στη νουβέλα, στο μυθιστόρημα, στο θέατρο κι επιπλέον στην κριτική, στο δοκίμιο, στη διασκευή, στη μετάφραση, στον έντυπο και στον διαδικτυακό λόγο, επαληθεύουν την παραπάνω ρήση. Σε βιβλία του για παιδιά αλλά και σε crossover μυθιστορήματά του επιλέγει προωθημένες θεματικές και αφηγηματικές τεχνικές. Αλλά και η συμμετοχή του στα κοινά, άλλοτε ως μέλος κριτικών επιτροπών λογοτεχνίας κι άλλοτε ως μέλος σωματείων Ελλάδας και Κύπρου, από διάφορες θέσεις (ΚΕΠΒ, UNICEF, EKEBI κ.ά.) ή ως συνεργάτης περιοδικών και εφημερίδων, είναι σημαντική και ανεξάντλητη. Ο Κούντερα στο βιβλίο του Η τέχνη του μυθιστορήματος υπογραμμίζει ότι η αληθινή λογοτεχνία εξετάζει την ύπαρξη υπό την έννοια ότι «η ύπαρξη δεν είναι αυτό που έγινε. Είναι το πεδίο των ανθρώπινων δυνατοτήτων, όλα όσα ο άνθρωπος μπορεί να γίνει, όλα όσα είναι ικανός να κάνει».

Στην ημερίδα που διοργανώθηκε από το Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών (27 Νοεμβρίου 2018), υπό την ευθύνη και την επιμέλεια των πρακτικών του καλαίσθητου τόμου των Εκδόσεων Διάδραση, της καθηγήτριας Βίκυς Πάτσιου, περιέχονται, εκτός από τους χαιρετισμούς, δεκαεννέα πρωτότυπες εισηγήσεις, που είναι ολοφάνερο ότι δεν καλύπτουν το τεράστιο σε ποσότητα συγγραφικό έργο του Κοντολέων, το οποίο συνεχίζεται έως σήμερα. Γιατί, ας πούμε και άλλα στοιχεία των αφηγηματικών του τεχνικών κι επίσης οι μεταφράσεις του, η διεύθυνση πρωτοπόρων σειρών για εφήβους, το κριτικό και το θεωρητικό του έργο και οι κατά καιρούς απόψεις του για θέματα της λογοτεχνίας και γενικότερα του βιβλίου, αποτελούν άκρως ενδιαφέροντα θέματα.

Βέβαια, στόχος της ημερίδας ήταν «η ανάδειξη της σπουδαιότητας του πεζογραφικού έργου του Μάνου Κοντολέων». Οι εισηγητές, καθηγητές και καθηγήτριες απ’ όλα σχεδόν τα πανεπιστήμια της χώρας, συγγραφείς και ερευνητές ανέδειξαν επαρκώς το πολύπτυχο του πεζογραφικού έργου του. Στη συνέχεια παραθέτω συνοπτικά τις εισηγήσεις.

Συγκεκριμένα, η Βίκυ Πάτσιου επικεντρώνεται στους σταθμούς της συγγραφικής πορείας του και στα έργα του, έως τον χρόνο πραγματοποίησης της ημερίδας, τονίζοντας την πολυμορφία της θεματικής του και των αφηγηματικών του τεχνικών, ενώ η Τζίνα Καλογήρου εστιάζει στο βιβλίο Πολύτιμα δώρα και στον συμβολικό του χαρακτήρα μέσα από έναν ιδιαίτερο τρόπο γραφής. Με τη σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα στα μυθιστορήματα για εφήβους ασχολείται η Άντα Κατσίκη-Γκίβαλου, τονίζοντας τους μοντέρνους και μεταμοντέρνους τρόπους αφηγηματικής έκφρασης και με την εικόνα του «Άλλου» σε βιβλία για παιδιά και εφήβους, η Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου, υπογραμμίζοντας την ανάδειξη της ετερότητας στο πλαίσιο ενός ανθρωπισμού ο οποίος προσφέρει τα μέγιστα στους αναγνώστες. Ο Δημήτρης Δασκαλάκης εξετάζει στο έργο του Κοντολέων ως κοινωνιολογικό παράδειγμα, με τα σημαίνοντα θέματα της αποδοχής της διαφορετικότητας, της ηθικής κατάπτωσης, της σεξουαλικής εκμετάλλευσης κ.ά. και οι Χάρης Μπαμπούνης και Γιούλα Κωνσταντοπούλου, με αφορμή το βιβλίο Ο χαρταετός της Σμύρνης, τονίζουν την ανάδυση του παρελθόντος και την πρόσληψη της ιστορίας ως ζώσας μνήμης.

Σε βιβλία του για παιδιά αλλά και σε crossover μυθιστορήματά του επιλέγει προωθημένες θεματικές και αφηγηματικές τεχνικές.

Ακολούθως, στην πολυμορφία και την ιδεολογία του συνολικού έργου του συγγραφέα αναφέρεται ο Θανάσης Τριαρίδης, εστιάζοντας σε διάφορα θέματα μέσα από την ανθρώπινη αγωνία απόκτησης μιας διεκδικούμενης προσωπικής ταυτότητας, πέρα από στερεότυπα ή άλλες δεδομένες κοινωνικές κανονικότητες. Ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα για τη γνωριμία των παιδιών με το έργο του Κοντολέων, ιδιαίτερα μέσα από το αυτοβιογραφικό στοιχείο κειμένων του, παρουσιάζει ο Βαγγέλης Ηλιόπουλος, οι δε Θωμάς Μπαμπάλης και Κωνσταντίνα Τσώλη προτείνουν την αξιοποίηση ενός κειμένου του Κοντολέων, από το ανθολόγιο των Ε’-Στ’ τάξεων του Δημοτικού Σχολείου, παραθέτοντας και το ανάλογο σχέδιο με δραστηριότητες. Η Αλεξάνδρα Ζερβού εστιάζει με συγκριτικό τρόπο σ’ εκείνα τα έργα που συνομιλούν διακειμενικά με την αρχαία κλασική παράδοση (π.χ. διάφορες τραγωδίες) και τη νεότερη, μέσα από έργα του Ντοστογιέφσκι και τις διασκευές του Δον Κιχώτη και του Γαργαντούα. Το μυθιστόρημα Αμαρτωλή πόλη αποτελεί το πεδίο μελέτης της Διαμάντης Αναγνωστοπούλου, αναδεικνύοντας τις παραμέτρους σύζευξης του ρεαλιστικού με το μυθοπλαστικό στοιχείο, προκειμένου να αναδυθεί η κοινωνική κρίση αλλά και η αναγνωστική ανταπόκριση, η δε Μένη Κανατσούλη διερευνά στην Ιστορία ευνούχου τα όρια του σώματος, σύμφωνα και με τη θεωρία της Butler για την «αναταραχή του φύλου».

Στη συνέχεια, ο Κωνσταντίνος Δ. Μαλαφάντης εξετάζει τη δυσκολία κατάταξης του μυθιστορήματος Ανίσχυρος άγγελος προτείνοντας τρόπους ερμηνευτικής του προσέγγισης, ενώ ο Ανδρέας Καρακίτσιος χρησιμοποιεί θεωρητικά δεδομένα της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας και της Εικονολογίας για το μυθιστόρημα Μια ιστορία του Φιοντόρ. Στην ανάδυση της προσωπικότητας και της διαμόρφωσης της ταυτότητας του ατόμου, μέσα από το θεατρικό προσωπείο, με πεδίο το μυθιστόρημα Μάσκα στο φεγγάρι, αναφέρεται η Μαρία Δημάκη-Ζώρα, ενώ ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος αναδεικνύει τον αφηγηματικό τρόπο του μαγικού ρεαλισμού μέσα από τα βιβλία Μαγική μητέρα και Πολύτιμα δώρα,στα οποία αναδύονται αξίες όπως η φιλία, η ειρήνη, ο έρωτας και η ποιητικότητα στη γραφή. Με το μυθιστόρημα η Κασσάνδρα στη Μαύρη Άμμο ασχολείται η Ελπινίκη Νικολουδάκη-Σουρή, σχετικά με τα στοιχεία της υπόθεσης που συνομιλούν διακειμενικά με τις τραγωδίες Αγαμέμνων και Ιφιγένεια εν Αυλίδι, η δε Τασούλα Τσιλιμένη μελετά τη συνομιλία του συγγραφέα με τους κλασικούς αλλά και επικοινωνιακά με τους αναγνώστες, επικεντρώνοντας στο Βιβλίο της ζωής του Μεγάλου Γαργαντούα. Τέλος, η Χρύσα Κουράκη επιχειρεί τη διακειμενική συνομιλία των πρωταγωνιστριών των μυθιστορημάτων Η Κασσάνδρα στη Μαύρη Άμμο και Αμαρτωλή πόλη μέσα από τις διαδικασίες διαμόρφωσης του χαρακτήρα τους.

 

Στην επωδό του τόμου, ο Μάνος Κοντολέων παρουσιάζει ένα ιδιότυπο αυτοαναφορικό οδοιπορικό.Ένα δείγμα:Η. Μάσκα στο φεγγάρι (1997) και Ιστορία ευνούχου (2000) –κεντρικά σημεία στην όλη μου πορεία. Μπορώ πια να βγάλω από πάνω μου το δικό μου δέρμα και να ενδυθώ τη μορφή των ηρώων που εγώ δημιούργησα. Λουκάς Αλεξίου και Έλενος ο Ευνούχος είναι οι περσόνες που εγώ έπλασα στο μέσο της βιολογικής και συγγραφικής μου πορείας και που θα μου προσφέρουν και τη φράση που θέλω να με χαρακτηρίσει: «Τίποτε από εμένα δε φαίνεται». (σελ. 250)

Από την προαναφερόμενη ημερίδα του Παιδαγωγικού Τμήματος πέρασαν τέσσερα χρόνια. Στο μεταξύ, ο Κοντολέων έχει δημοσιεύσει και άλλα βιβλία. Επί του παρόντος, ο συγκεκριμένος τόμος με τις πρωτότυπες μελέτες του, πέρα από το ότι αποτελεί συμβολή στην περαιτέρω μελέτη της λογοτεχνίας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους/τις εκπαιδευτικούς όλων των βαθμίδων, από τους φοιτητές και τις φοιτήτριες των παιδαγωγικών και φιλολογικών τμημάτων και από τους ερευνητές και τις ερευνήτριες της νεανικής λογοτεχνίας.

[Ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος είναι αν. καθηγητής του Παν/μίου Αιγαίου και κριτικός λογοτεχνίας για νέους.]

 

                                               ***************

Μάνος Κοντολέων: Αναζητώντας τις λέξεις σε μία πορεία αυτογνωσίας και ενηλικίωσης - της Ελένης Μητσούλα

 Μελέτες - Δοκίμια  Κυριακή, 02 Απριλίου 2023  0 Σχόλια

9789606460142

   Ο Μάνος Κοντολέων γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Από πολύ νωρίς ξεκίνησε την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία και τελικά καταπιάστηκε με όλα τα είδη του μυθοπλαστικού λόγου, πρωτοπορώντας ως προς τη χρήση των αφηγηματικών τεχνικών και την επιλογή των θεμάτων του. Εκκινώντας από την παραδοχή ότι είναι ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της σύγχρονης νεοελληνικής λογοτεχνίας, γίνεται αντιληπτό γιατί τόσοι ερευνητές "έσκυψαν" πάνω από το έργο του με περισσή επιμέλεια και γνήσιο ενδιαφέρον, προκειμένου να βεβαιώσουν την παραδοχή του, ότι "πάντα αναζητούσε τις λέξεις".Πέρα όμως από την αναζήτηση των λέξεων και παράλληλα με την πορεία αυτή, ο ίδιος ο συγγραφέας επεδίωξε με συνέπεια – σε έναν κόσμο διαρκώς μεταβαλλόμενο - να επιβεβαιώνει τον κεντρικό άξονα του έργου του την αναζήτηση ταυτότητας.

   Ο Μάνος Κοντολέων μέσα από το πολυσχιδές έργο του έχει οργανώσει και δημιουργήσει το προσωπικό του συγγραφικό σύμπαν, στο οποίο δοκιμάζει συνεχώς τα λογοτεχνικά του όρια και αβίαστα συμπαρασύρει στην απόλαυση τον αναγνώστη του. Μέσα σε αυτό το σύμπαν αναδεικνύεται η αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στη λογοτεχνία και στην πραγματικότητα μέσα από την είτε ρεαλιστική είτε φανταστική γραφή του είτε μέσα από μία μείξη των δύο. Ο συγγραφέας μάς προσκαλεί να μετέχουμε ενεργά σε αυτή του την προσωπική αναζήτηση, η οποία προδίδει το ανήσυχο και πρωτοποριακό πνεύμα του δημιουργού. Αξιωματικές πεποιθήσεις του είναι ότι "η λογοτεχνία είναι μία" και ότι ο ίδιος οφείλει να προστατεύσει και να χρησιμοποιήσει την ενήλικη παιδικότητά του στο ταξίδι της συγγραφής. Εξ αυτού, δίνει πιότερη έμφαση στην πνευματική και συναισθηματική ταυτότητα των αναγνωστών του παρά στη βιολογική τους ηλικία. Ο ίδιος δε γράφει "ιστορίες που ως προϊόντα ενός πολυκαταστήματος θα τοποθετηθούν σε ράφια δίπλα σε παρόμοια προϊόντα". Γράφει κείμενα μαθητείας, κείμενα διηλικιακά (cross over), πρωταρχικά για εκείνον, ενώ ελπίζει και εύχεται να βρει στην αντίπερα όχθη το άτομο αυτό που θα αναγνωρίσει στις δικές του προσωπικές ιστορίες, τα δικά του προσωπικά βιώματα. Τα έργα του συν τω χρόνω διαγράφουν μία διπλή πορεία, όπως επισημαίνει ο Μάνος Κοντολέων: μία προς την ενηλικίωση και μία προς την παιδικότητα. Αυτή η τάση του απέκτησε όνομα, όπως ο ίδιος αναφέρει: "ενήλικη παιδικότητα" και αποτελεί το κατεξοχήν στοιχείο πρωτοτυπίας του έργου του.

   Με αφορμή τη συμπλήρωση των 40 χρόνων αδιάλειπτης συγγραφικής παρουσίας του Μάνου Κοντολέων στη λογοτεχνία για το παιδικό και το εφηβικό αναγνωστικό κοινό αλλά και για το κοινό των ενηλίκων, κρίθηκε απαραίτητο να διοργανωθεί μία ημερίδα προς τιμήν του συγγραφέα, με πρωτοβουλία του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών ως ένδειξη "ελάχιστης αναγνώρισης και οφειλής" απέναντι στο πολυδιάστατο και πολυσύνθετο έργο του συγγραφέα. Μέρος σε αυτή την ημερίδα έλαβαν καθηγητές Πανεπιστημίου από όλα σχεδόν τα Παιδαγωγικά Τμήματα Δημοτικής Εκπαίδευσης και Προσχολικής Αγωγής της χώρας, ερευνητές με σημαντική εμπειρία σε ζητήματα της Παιδικής Λογοτεχνίας αλλά και Έλληνες συγγραφείς εγνωσμένης αξίας. Τελικό προϊόν αυτής της ιδιαίτερα ενδιαφέρουσας, πλουραλιστικής και πολυφωνικής ανταλλαγής απόψεων αποτελεί ο παρών τόμος, ο οποίος βασίστηκε στα πρακτικά της εν λόγω ημερίδας.

   Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στον κομβικό ρόλο της επιμελήτριας του παρόντος τόμου και καθηγήτριας του Παιδαγωγικού Τμήματος του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστήμιου Αθηνών, κ. Βίκυς Πάτσιου, η οποία είχε την πρωτοβουλία της διοργάνωσης , ανέλαβε να φέρει εις πέρας αυτό το αξιόλογο εγχείρημα και κατάφερε να συγκεντρώσει και να επιμεληθεί με περισσή φροντίδα τις μελέτες που περιλαμβάνονται σε αυτόν. Η συμβολή του τόμου αυτού στην ελληνική γραμματεία αξίζει ιδιαίτερης μνείας, καθώς αναδεικνύει ένα οξύμωρο σχήμα. Ενώ το έργο του Μάνου Κοντολέων είναι πλούσιο, πολυφωνικό, πολυσχιδές και "παρόν" εδώ και τέσσερις δεκαετίες, ταυτόχρονα στη βιβλιογραφία υπάρχει ένα κενό γύρω από αυτό, καθώς δεν έχουν γραφτεί πολλές μελέτες για την προσφορά του στον χώρο των ελληνικών γραμμάτων. Έτσι, οι μελέτες που συγκεντρώνονται στον παρόντα τόμο αποδίδουν σε σημαντικό βαθμό το πολυεπίπεδο έργο του Μάνου Κοντολέων, ο οποίος έχει συνεχή και ξεχωριστή παρουσία στον χώρο της ελληνικής λογοτεχνίας επί 40 συναπτά έτη.

   Οι μελέτες που περιλαμβάνονται στον παρόντα τόμο εξετάζουν διάφορες πτυχές του έργου του Μάνου Κοντολέων.

   Πιο συγκεκριμένα, στη μελέτη της καθηγήτριας κ. Βίκυς Πάτσιου μέσα από την εξέταση έργων-σταθμών της συγγραφικής πορείας του φωτίζεται η ικανότητα του συγγραφέα να αγγίζει θέματα διαχρονικά, τα οποία ορίζονται από την πολυσημία τους και ταυτόχρονα, αναδεικνύεται η χαρακτηριστική άνεση με την οποία αξιοποιεί ποικίλους αφηγηματικούς κώδικες μέσα στο έργο του. Πιο συγκεκριμένα, στο αλληγορικό παραμύθι "Ο Φωκίων ήταν ελάφι" (1979) και έπειτα στην αναθεωρημένη του έκδοση "Ο Φωκίων δεν ήταν ελάφι" (2018), ο συγγραφέας στοχεύει στο να καυτηριάσει το νοσηρό και ταραχώδες πολιτικό σκηνικό της εποχής της δικτατορίας των Συνταγματαρχών και των ιστορικών γεγονότων που ακολούθησαν, ενώ ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με την "αρμονική συνύπαρξη του μνημονικού και του φανταστικού στοιχείου", υποδεχόμενος ένα νέο μοντέλο θέασης της πραγματικότητας, αυτό της "μαγεμένης θέασης της πραγματικότητας του 'πρωτογενούς κόσμου' στον οποίο μπορούν να συνυπάρχουν οι ανθρώπινες οντότητες με τις μη ανθρώπινες του 'δευτερογενούς κόσμου' ". Άλλοι συγγραφικοί σταθμοί που αναφέρονται στη μελέτη είναι οι συλλογές διηγημάτων "Η Μαγική Μητέρα" (1992) και οι "Ερωτικές ιστορίες μιας παιδικής ηλικίας" (1992), τα οποία κινούνται άλλοτε στο πλαίσιο του φανταστικού και άλλοτε στο πλαίσιο του μαγικού ρεαλισμού συνοδευόμενα από κατάργηση του παραδοσιακού διαχωρισμού ανάμεσα στο φανταστικό, υπερφυσικό και στο συμβατικό, φυσικό. Οι παρατηρήσεις της μελέτης ολοκληρώνονται με το εμβληματικό έργο του Μάνου Κοντολέων "Η Κασσάνδρα στη Μαύρη Άμμο" (2018), το οποίο σφραγίζει τη συγγραφική του πορεία. Εδώ ο συγγραφέας ζωντανεύει ένα πολύσημο, μυθικό και τραγικό πρόσωπο, την πριγκίπισσα της Τροίας, Κασσάνδρα, με όλα τα βασικά χαρακτηριστικά που της αποδίδονται από τα αρχαία κείμενα. Μέσα από ένα περίπλοκο πλέγμα διακειμενικών αναφορών δημιουργεί μία γέφυρα επικοινωνίας ανάμεσα στις χρονικές βαθμίδες του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος, ανασυστήνοντας το παρελθόν, συγχρονοποιώντας το και παρουσιάζοντας την ίδια την ηρωίδα ως το "αντεστραμμένο είδωλο μιας κοινωνίας που δε στοχάζεται" [278].

   Αντικείμενο της μελέτης της καθηγήτριας, κ. Τζίνας Καλογήρου αποτελεί η συνομιλία του Μάνου Κοντολέων με την αρχέγονη παράδοση του παραμυθιού ως λογοτεχνικού είδους (genre) μέσα από την διαπραγμάτευση του έργου του "Πολύτιμα δώρα" (2009). Σύμφωνα με τη μελέτη, ο Κοντολέων χειρίζεται με σεβασμό και άνεση τα κείμενα-μήτρες, τα οποία τα επεκτείνει, τα εμπλουτίζει και τα ανασκευάζει, αντλώντας από αυτά πλήθος συμβολικών νοημάτων. Έτσι, τρεις πολύτιμοι λίθοι αντιστοιχούν σε τρία παραμύθια, τα οποία με τη σειρά τους αντιστοιχούν σε τρεις φάσεις, οι οποίες καλούν τον αναγνώστη σε μία μυσταγωγική μυθοπλαστική πορεία ενηλικίωσης, που επενδύεται με όλη την "αρχέγονη τελετουργική της δύναμη". Εν τέλει, η ανάγνωση των τριών αυτών παραμυθιών ως μία ενότητα φανερώνει με έναν υπόρρητο τρόπο το "πορτρέτο του ίδιου του καλλιτέχνη". Ως βασικό ερμηνευτικό κλειδί στην προσπάθεια προσέγγισης των παραμυθιών αυτών, προσφέρεται το τελετουργικό σχήμα της μύησης, με τη βοήθεια του οποίου ο αναγνώστης θα καταφέρει να προσεγγίσει τα παραμύθια ως όλον. Επιπλέον, παρατηρείται ότι στα "Πολύτιμα δώρα" επιτυγχάνεται ως ένα βαθμό το ιδανικό του αισθητικού συγκρητισμού, καθώς ο αρμονικός συνδυασμός της εικονοποιίας και της μουσικότητας παραπέμπουν στην αισθητική του "ολικού έργου". Έτσι, επισημαίνεται ότι τα παραμύθια της συλλογής πρέπει να διαβαστούν "ως μία συμφωνία με αρχή, μέση και τέλος", της οποίας τα μέρη αποτελούν τμήματα μίας ενότητας, ενώ ταυτόχρονα, συλλειτουργούν μεταξύ τους.

   Στη μελέτη της ομότιμης καθηγήτριας κ. Άντας Κατσίκη-Γκιβάλου, εξετάζεται το διαχρονικό αίτημα του πεζογράφου να σχολιάζει και να καυτηριάζει πολλές φορές με έντονο τρόπο τη σύγχρονη κοινωνική δυστοπική πραγματικότητα που βιώνουμε. Μέσα από μία σειρά αναφορών σε πλήθος εφηβικών μυθιστορημάτων του συγγραφέα, η καθηγήτρια παρακολουθεί το εύρος των κοινωνικών προβλημάτων που ταλανίζουν τον συγγραφέα, ενώ παράλληλα σημειώνει τους πλείστους τρόπους που υιοθετεί για την πολυφωνική προσέγγισή τους. Ο Μάνος Κοντολέων συνθέτει με περισσή δεξιοτεχνία "κοινωνικά ψυχοαφηγήματα" και δίνει μία άλλη διάσταση στη λογοτεχνία του "επίκαιρου", καθώς ο ίδιος δε στέκεται στην επιφάνεια των πραγμάτων. Απώτερος στόχος του είναι να συμβάλει στη δημιουργία ικανών αναγνωστών να αλλάξουν στην πράξη την αδυσώπητη αυτή πραγματικότητα, με την οποία έρχονται αντιμέτωποι καθημερινά.

   Η συγγραφέας κ. Λότη Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου με τη σειρά της επικεντρώνεται κυρίως στο πώς αποτυπώνει στα έργα του ο Μάνος Κοντολέων τον "Άλλο" και μάλιστα στέκεται κυρίως στα έργα του που είναι γραμμένα κατά κύριο λόγο για παιδιά και νέους. Η συγγραφέας επισημαίνοντας τη βίαιη πραγματικότητα, μέσα στην οποία καλούνται να ζήσουν οι νέοι, διατυπώνει την ανησυχία της σχετικά με την τάση πια του ανθρώπου να κλείνεται στον εαυτό του. Εν μέσω αυτής της κοινωνικής πραγματικότητας, ο Μάνος Κοντολέων υπερασπίζεται σθεναρά την ετερότητα, προκειμένου να καταπολεμήσει τα πάσης φύσεως είδη ρατσισμού και επιλέγει να ξεκινήσει τον αγώνα του με τα βιβλία του για μικρά παιδιά. Ωστόσο, η έννοια του Άλλου συναντάται και στα νεανικά του μυθιστορήματα, με αποκορύφωμα αυτής της διάθεσης την έκδοση του μυθιστορήματος "Ανίσχυρος άγγελος" (2010), το οποίο διακρίνεται για την τόλμη της επιλογή θέματος σε μία δύσκολη κοινωνικά στιγμή. Η παρρησία του πεζογράφου προδίδει, σύμφωνα με τη συγγραφέα, τη γνήσια προσήλωσή του στον στόχο του, που δεν είναι άλλος από το να προσφέρει τα λογοτεχνικά του έργα ως "αντίδοτο" σε μία κοινωνία που ολοένα και πιο πολύ βυθίζεται στην έλλειψη κατανόησης και ανοχής απέναντι στο "διαφορετικό".

   Στη μελέτη του ο καθηγητής και τέως Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής κ. Δημοσθένης Δασκαλάκης εξετάζει τις πολλαπλές και πολυμορφικές σχέσεις της κοινωνίας με τη λογοτεχνία. Ορμώμενος από το έργο του Μάνου Κοντολέων "Μία ιστορία του Φιοντόρ" (2004),το οποίο χαρακτηρίζει μυθιστορήματα μαθητείας, όπως και το επόμενο "Δε με λένε Ρεγγίνα...Άλεx με λένε" (2011), προχωρά σε μία αναφορά στα αίτια του φαινομένου της μετανάστευσης, ενώ παράλληλα καταπιάνεται με το πώς ο συγγραφέας φωτίζει την πλευρά του μετανάστη που θέλει να αφομοιωθεί και την πλευρά του μετανάστη που αρνείται. Συνδυαστικά με το περιεχόμενο αναδεικνύει και ζητήματα μορφής του συγκεκριμένου έργου, η οποία παρατηρεί ότι διαφεύγει της τυποποίησης, αναζητώντας το νεωτερικό στοιχείο, γεγονός που θα του επιτρέψει να μιλήσει για τόσο ευαίσθητα κοινωνικά θέματα με τρόπο "φυσικό και αβίαστο". Συνολικά, ο καθηγητής υποστηρίζει ότι το έργο του Μάνου Κοντολέων συντελεί στην ανάδειξη ενός κοινωνιολογικού παραδείγματος της παιδικής ηλικίας, στο οποίο η παιδική ηλικία αποτελεί μία κοινωνική κατασκευή καθορισμένη κοινωνικά και πολιτικά και ο ίδιος ο πεζογράφος καταξιώνεται μέσα από την καινοτόμο πνοή των έργων του και τη διάθεσή του να δώσει απαντήσεις σε φλέγοντα ερωτήματα της επικαιρότητας.

   Ο ομότιμος καθηγητής κ. Χαράλαμπος Μπαμπούνης και η διδάκτωρ Ιστορίας κ. Γιούλα Γ. Κωνσταντοπούλου καταπιάνονται με το έργο του Μάνου Κοντολέων για παιδιά "Ο χαρταετός της Σμύρνης" (2009) και διερευνούν το ζήτημα της πρόσληψης της ιστορίας και τη σχέση της με την αφηγηματικότητα. Μάλιστα, επισημαίνουν τη σημασία που έχει για τον πεζογράφο η ιστορία ως ζώσα μνήμη, δεδομένου ότι ο ίδιος μεγάλωσε σε προσφυγικό οικισμό και συνέλλεγε με φροντίδα τις ιστορίες που άκουγε. Εξηγούν ότι η αφήγηση είναι πολύ σημαντική διαδικασία για τον άνθρωπο λόγω της αδυναμίας του να κατανοήσει και να διατυπώσει με έναν και μοναδικό τρόπο όσα έχουν συμβεί. Μέσα από τις αφηγήσεις επισημαίνουν ότι οδηγούμαστε σταδιακά στην αναπαράσταση ενός παρελθόντος. Με αφορμή το υπό διαπραγμάτευση έργο ο Μάνος Κοντολέων "καταγράφει την ιστορία και ταυτόχρονα την μεταπλάθει σε λογοτεχνικό μύθο φυσικά και αβίαστα". Αρωγοί του σε αυτό το έργο είναι η ανάκληση της μνήμης, χάρη στην οποία αναβιώνουν γεγονότα, συμπεριφορές, αξίες, πράξεις και αντιδράσεις, οι οποίες ανανεώνουν και προωθούν τον μύθο, ως "ζώσα μνήμη". Έτσι, επανεγγράφεται η ιστορική παράδοση, "υπό το πρίσμα σύγχρονης κριτικής ματιάς", προσφέροντας στο έργο ζωντάνια και παραστατικότητα.

   Ο συγγραφέας κ. Θανάσης Τριαρίδης αποφεύγει συνειδητά να προχωρήσει σε διαχωρισμό των έργων του Μάνου Κοντολέων ανάλογα με την ηλικία των αναγνωστών του, θεωρώντας ότι κάτι τέτοιο θα εμπόδιζε τη συνολική πρόσληψή του. Αναδεικνύει ότι κύριος κορμός του έργου του συγγραφέα είναι η διαπραγμάτευση της ταυτότητας του ανθρώπου, και πιο συγκεκριμένα της ερωτικής του ταυτότητας. Το θέμα της ερωτικής ταυτότητας, η διασάλευσή της και η ανάδειξη των στερεοτύπων που είναι παρόντα στην κοινωνία και κατ' επέκταση μέσα στο έργο του συγγραφέα, αποτυπώνουν την εγγενή αγωνία που δημιουργείται στο άτομο στην προσπάθειά του να βρει εν τέλει την πραγματική του, προσωπική ταυτότητα, απαλλαγμένη από τις βιολογικές, οικογενειακές και κοινωνικές επιταγές.

   Στη μελέτη του ο συγγραφέας-εκπαιδευτικός κ. Βαγγέλης Ηλιόπουλος προχωράει στην παρουσίαση ενός εκπαιδευτικού προγράμματος με τίτλο "Ο μικρός Μάνος και η μαγική μπέρτα", το οποίο σχεδιάστηκε σε συνεργασία με την συνάδελφό του κ. Πόλυ Βασιλάκη και εφαρμόστηκε στα τέλη της δεκαετίας του ΄90 σε δημοτικά σχολεία. Κεντρικός ήρωας σε αυτή την περιδιάβαση των βιβλίων του συγγραφέα, θα ήταν ένα παιδί δεδομένου ότι η παιδική ηλικία κατέχει κεντρικό ρόλο στα έργα του. Στόχος του ήταν η τέλεση μιας πρώτης γνωριμίας των παιδιών με το έργο του Μάνου Κοντολέων, ο οποίος θα τους αποκάλυπτε σταδιακά τα μυστικά της τέχνης του.

   Ο καθηγητής και Κοσμήτορας της Σχολής Επιστημών Αγωγής κ. Θωμάς Μπαμπάλης και η επίκουρη καθηγήτρια κ. Κωνσταντίνα Τσώλη προχωρούν σε μία παιδαγωγική και διδακτική πρόταση διδασκαλίας, με αφορμή ένα κείμενο του Μάνου Κοντολέων, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στο Ανθολόγιο της Ε΄ και Στ΄ Δημοτικού σχολείου και τιτλοφορείται "Αποκριάτικη Ιστορία". Το κείμενο αυτό αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο "Ο αδελφός της Ασπασίας" (1996). Η εν λόγω μελέτη επικεντρώνεται στο να αναδείξει την καινοτομία και τη δημιουργικότητα στη διδακτική πράξη και αφορά στην ολόπλευρη ανάπτυξη μιας καινοτόμου διδασκαλίας (σχεδιασμός, εφαρμογή, αξιολόγηση), μέσα σε κλίμα υψηλών προσδοκιών, καθολικής αποδοχής, αμφίδρομης επικοινωνίας και ενεργούς συμμετοχής από μεριάς των μαθητών, συνεισφέροντας έτσι στην καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας και της αισθητικής απόλαυσης.

   Στη μελέτη της η καθηγήτρια κ. Αλεξάνδρα Ζερβού επικεντρώνεται στη συνομιλία των έργων του Μάνου Κοντολέων με έργα της Ευρωαμερικανικής Λογοτεχνίας, σε μία προσπάθεια σύγκρισης και ένταξης του συγγραφικού του έργου στο διεθνές στερέωμα. Μέσα από αυτή τη συγκριτική μελέτη εντοπίζει χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γραφής του Μάνου Κοντολέων, τα οποία είναι διακριτά και στα έργα όλων των γνωστών συγχρόνων του Ευρωπαίων και Αμερικανών συγγραφέων: την αγάπη για την αφήγηση της ενηλικίωσης, την αφυπνιστική διάθεση με την οποία προσεγγίζει θέματα κρίσιμα και επίκαιρα, την αβίαστη συνύπαρξη του ρεαλιστικού και μαγικού στοιχείου και τέλος, την εναργή του διάθεση να αποδώσει τιμή στους κλασικούς. Με αφορμή το τελευταίο, η καθηγήτρια κάνει ιδιαίτερη αναφορά στον τρόπο με τον οποίο ο Μάνος Κοντολέων αποσπά ήρωες της κλασικής λογοτεχνίας από το κειμενικό τους περιβάλλον και έπειτα μέσω της διαφηγηματικότητας οικειοποιείται αυτούς και τον κόσμο που αντιπροσωπεύουν. Έτσι, γεφυρώνει δημιουργικά το παρελθόν με το παρόν, ενώ ταυτόχρονα αποδίδει μία κριτική ματιά στο μέλλον. Οι ήρωες γίνονται αυτοπροσωπογραφικοί, καθώς αποτυπώνουν στοιχεία του διασκευαστή τους και κατ' επέκταση, γίνονται τόσο προσιτοί ώστε να μπορεί εν δυνάμει και ο κάθε αναγνώστης να ταυτιστεί μαζί τους. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στον μύθο της ελληνικής αρχαιότητας, καθώς εδώ πεζογράφος δεν ενδιαφέρεται να τον αποδομήσει αλλά να εξηγήσει τα κίνητρα των ηρώων του ή να παρουσιάσει τις εσωτερικές υπαρξιακές αναζητήσεις τους.

   Η καθηγήτρια κ. Διαμάντη Αναγνωστοπούλου εξετάζει στη μελέτη της το πώς αποτυπώνεται η οικονομική και κοινωνική κρίση στο εφηβικό μυθιστόρημα του Μάνου Κοντολέων "Αμαρτωλή πόλη" (2016). Πιο συγκεκριμένα, καταδεικνύει ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα που έχει η διήγηση – και δη, αυτή της εφηβικής λογοτεχνίας: την ικανότητά της να δημιουργεί μια κατοπτρική επιφάνεια για τους νεαρούς αναγνώστες μέσα στην οποία καθρεφτίζεται μια εικόνα του κόσμου, μέσα στον οποίο ζουν, αλλά και των άλλων. Στο υπό διαπραγμάτευση μυθιστόρημα η κρίση της εφηβείας ταυτίζεται με την κρίση της κοινωνίας. Έτσι η μελέτη αυτή καταπιάνεται με το πώς η διήγηση αποτυπώνει με τόση ακρίβεια την εξωτερική πραγματικότητα της κρίσης, πώς υλοποιείται αυτή συνδιαλλαγή ανάμεσα στη μυθοπλασία και στο πραγματικό, επιτυγχάνοντας μία αβίαστη επικοινωνία ανάμεσα στην υποκειμενικότητα των χαρακτήρων του βιβλίου και στην εξωτερική πραγματικότητα και πώς αποτυπώνεται όλο αυτό το ταξίδι της εσωτερικής αναζήτησης που βιώνεται από τα πρόσωπα του έργου.

   Στην εργασία της καθηγήτριας κ. Μένης Κανατσούλη, με αφορμή το σπουδαίο μυθιστόρημα του συγγραφέα "Ιστορία ευνούχου" (2000) έρχονται στο επίκεντρο του ερευνητικού ενδιαφέροντος οι θεωρίες για τον σχηματισμό του φύλου και τη σωματικότητα, για τις οποίες υποστηρίζει ότι ο πεζογράφος τις έχει μελετήσει βαθιά και εκτεταμένα, πριν προχωρήσει στη συγγραφή του βιβλίου του. Κάνει μάλιστα ιδιαίτερη αναφορά στην καταξιωμένη θεωρητικό Judith Butler, η οποία αναφέρεται ακριβώς στην κοινωνική κατασκευή του φύλου και προχωρά στην διατύπωση ιδεών που αναταράσσουν τους οικείους τρόπους με τους οποίους αντιλαμβανόμαστε το φύλο σύμφωνα με τη βιολογική του αποτύπωση και τη σύνδεσή του με τη σεξουαλικότητα. Επιπλέον, αναδεικνύει τη σχέση μεταξύ εξουσίας και σώματος μέσα από την αυτογνωσία που χαρακτηρίζει τον πρωταγωνιστή του βιβλίου. Η μελέτη ολοκληρώνεται με το φιλοσοφικό ερώτημα που αφορά στην εξουσία του θανάτου πάνω στο σώμα.

   Ο καθηγητής κ. Κωνσταντίνος Δ. Μαλαφάντης εξετάζει το μυθιστόρημα "Ανίσχυρος άγγελος" (2010) εκκινώντας από τη διαπίστωση αδυναμίας κατηγορικής κατάταξής του. Εξ αυτού προκρίνει να μελετηθεί το εν λόγω έργο μέσα από τρεις κατευθύνσεις: αυτή της γενετικής ερμηνευτικής, αυτή της ιστορίας της λογοτεχνίας και αυτή της αφηγηματολογίας. Σύμφωνα με την πρώτη το κείμενο εξετάζεται μέσα στο ιστορικοκοινωνικό πλαίσιο στο οποίο έχει "γεννηθεί". Η δεύτερη κατεύθυνση μάς καθοδηγεί στο να εξετάσουμε το έργο σε σχέση με την εξέλιξη του είδους του αλλά και σε σχέση με τον τρόπο που το προσλαμβάνουν οι αναγνώστες του. Τέλος, σύμφωνα με την τρίτη κατεύθυνση μελετώνται οι τρόποι βάσει των οποίων δομείται ο μυθιστορηματικός λόγος.

   Με την έννοια του "Άλλου" ασχολείται στην εργασία του και ο καθηγητής κ. Ανδρέας Καρακίτσιος. Ωστόσο, την περιορίζει και την εξειδικεύει στην ανίχνευση των αναπαραστάσεων του εθνικού "Άλλου" με αφορμή το μυθιστόρημα του Μάνου Κοντολέων "Μια ιστορία του Φιοντόρ" (2004). Ο μελετητής αναγιγνώσκει το έργο μέσα από το πρίσμα της ανάλυσης των κοινωνικών σταθερών, έτσι όπως έχουν διατυπωθεί από τον κοινωνικό ανθρωπολόγο Wierlaher. Αναλύοντας το έργο, ο καθηγητής επισημαίνει το σημείο διαφοροποίησης του εν λόγω μυθιστορήματος σε σχέση με τα έως τότε δημοσιευμένα παιδικά μυθιστορήματα: ο Μάνος Κοντολέων απομακρύνεται από το μοντέλο αφομοίωσης που προβάλλεται συνήθως και επιλέγει να αναδείξει την ενδιάμεση (μεταιχμιακή) ταυτότητα του ήρωα, ο οποίος επιτρέπει σε εσωτερικό διάλογο με τον εαυτό του να εκφράζει την υπερηφάνεια του για την ιδιαιτερότητα της καταγωγής του. Έτσι, ο Κοντολέων προάγει μία διαπολιτισμική προβληματική συμβάλλοντας στη γόνιμη συζήτηση για αρμονική συνύπαρξη μεταξύ των λαών και των πολιτισμών.

   Στη μελέτη της η επίκουρη καθηγήτρια κ. Μαρία Δημάκη-Ζώρα ασχολείται με την εξέταση της διαμόρφωσης της ταυτότητας του ατόμου, με αφορμή το μυθιστόρημα του Μάνου Κοντολέων ¨Μάσκα στο φεγγάρι" (1997). Σε αυτό το εγχείρημα παίρνει αφόρμηση από τον μυθιστορηματικό ήρωα του έργου, τον ηθοποιό Λουκά Αλεξίου, του οποίου η ταυτότητα είναι διαφορετική από αυτή του Λουκά Αλεξίου ως ηθοποιού, η οποία λανθάνει διαρκώς πίσω από τα δραματικά πρόσωπα που επιλέγει να ενσαρκώσει στη σκηνή. Ολόκληρη η μελέτη κινείται γύρω από την έννοια του "προσωπείου", το οποίο ερμηνεύεται διττά μέσα στο έργο: τόσο κυριολεκτικά ως μάσκα, στοιχείο σύμφυτο με την έννοια της θεατρικότητας όσο και ως της επίπλαστης πραγματικότητας, ενός προσωπείου που επιβάλλουν οι γύρω στους μυθιστορηματικούς ήρωες, το οποίο έχουν ενδυθεί οι ίδιοι με το ζόρι εξαιτίας του κοινωνικού περίγυρου. Έτσι, η εργασία αυτή στηρίζεται στο δίπολο: "προσωπείο – πρόσωπο", όπου το κάθε στοιχείο υπάρχει εν τη απουσία του άλλου και διερευνά το πώς η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει λυτρωτικά στο ταξίδι της αποδοχής του εαυτού.

   Ο αναπληρωτής καθηγητής κ. Γιάννης Σ. Παπαδάτος εξετάζει με τη σειρά του το ζήτημα του μαγικού ρεαλισμού ως τρόπου αφήγησης στα βιβλία για παιδιά του Μάνου Κοντολέων και με αφορμή αυτό, προχωρά σε εξέταση του ζητήματος της ποίησης ως υφολογικού στοιχείου. Στη διερεύνησή του αυτή αξιοποιεί τρία διαφορετικά βιβλία: τη "Μαγική μητέρα" (2000), τα "Πολύτιμα δώρα" (2009) και τον "Δομήνικο" (1996), στα οποία συγχωνεύεται δημιουργικά το ρεαλιστικό με το μαγικό στοιχείο. Σκοπός της έρευνας αυτής είναι να καταδείξει πώς "μπολιάζει" ο μαγικός ρεαλισμός το έργο του Κοντολέωνκαι βοηθάει τους ήρωες – και κατ' επέκταση τους αναγνώστες – να επαναορίσουν τη μοίρα τους οδεύοντας προς την αυτογνωσία.

  Στη μελέτη της καθηγήτριας κ. Ελπινίκης Νικολουδάκη-Σουρή, με αφορμή το βιβλίο του Μάνου Κοντολέων "Η Κασσάνδρα στη Μαύρη Άμμο" (2018), εξετάζεται το πώς ο πεζογράφος προσλαμβάνει τον μύθο της Κασσάνδρας και ο τρόπος με τον οποίο συνδιαλέγεται μαζί του, προκειμένου να δημιουργήσει από τον μύθο ένα μυθιστόρημα. Έτσι, διερευνώνται τα κριτήρια τα οποία πρέπει να πληρούνται για την επιτυχία ενός τέτοιου εγχειρήματος. Πιο συγκεκριμένα, εξετάζεται η μεταβολή των επικών και τραγικών προσώπων, προσαρμοσμένων στον κόσμο της καθημερινότητας της ερωτευμένης γυναίκας, ενώ, επιπλέον, αναλύεται η ριζική μεταμόρφωση των χρονικών συντεταγμένων, καθώς στο υπό διαπραγμάτευση μυθιστόρημα το παρόν αναβιώνει μέσα στο παρόν και ενδιαφέρει το πώς εγγράφονται οι επιπτώσεις των παρελθουσών ενεργειών στην παρούσα κατάσταση. Ως τρίτο και θεμελιακό κριτήριο που οφείλει να πληροί ένα μυθιστόρημα, καταλήγει η μελέτη, είναι η δυνατότητα που προσφέρει στους αναγνώστες του να συνομιλούν με τη λογοτεχνική παράδοση.

   Η εργασία της καθηγήτριας κ. Τασούλας Τσιλιμένη προσεγγίζει το ζήτημα της ερμηνείας, πρόσληψης και αναδημιουργίας των κλασικών κειμένων από μεριάς του διασκευαστή Μάνου Κοντολέων, στηριζόμενη στο έργο του "Το βιβλίο της ζωής του Μεγάλου Γαργαντούα όταν ακόμα ήταν παιδί και νέος άντρας" (2017). Εκκινώντας από τη θέση ότι η διασκευή αποτελεί μια διαδικασία, κατά την οποία ο διασκευαστής μέσα από μία διακειμενική συνομιλία "αποκωδικοποιεί και επανακωδικοποιεί το αρχικό κείμενο" επισημαίνονται δύο καινοτομίες που εισήγαγε ο Μάνος Κοντολέων και καθιστούν τις διασκευές του τόσο επιτυχείς. Αρχικά, καταδεικνύεται ότι αφετηριακή του σκέψη του ήταν να εκσυγχρονίσει ένα έργο άλλης εποχής, ώστε να το κάνει συμβατό με το νέο σύγχρονο περιβάλλον υποδοχής, αφαιρώντας καθετί που θα απομάκρυνε το παιδί από το κείμενο. Επιπροσθέτως, επισημαίνεται ότι ο διασκευαστής προσέθεσε στο υπερκείμενο ένα νέο πρόσωπο-αφηγητή της ιστορίας, στοιχείο τολμηρό και καθοριστικό όχι μόνο για το ύφος αλλά και για τη δομή του έργου, καθώς ο αφηγητής είναι ο φορέας της αφήγησης, ενώ επιπλέον, είναι "το πρόσωπο μέσω του οποίου επικοινωνεί ο αναγνώστης με τον μυθοπλαστικό κόσμο".

   Η διδάκτωρ παιδικής λογοτεχνίας και εκπαιδευτικός κ. Χρύσα Κουράκη παρουσιάζει με τρόπο παράλληλο την ιστορία δύο λογοτεχνικών ηρωίδων από δύο μυθιστορήματα του Μάνου Κοντολέων, καθώς φαίνεται να ενδιαφέρει βαθιά τον πεζογράφο η γυναικεία ψυχοσύνθεση και η εξέλιξή της στον χώρο και στον χρόνο. Πιο συγκεκριμένα, μελετά τα κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ της Κασσάνδρας από το μυθιστόρημα "Η Κασσάνδρα στη Μαύρη Άμμο" (2018) και της Στεφανίας από το μυθιστόρημα "Αμαρτωλή πόλη" (2016), καθώς και την εξελικτική τους πορεία, που είναι επώδυνη σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο. Μέσα από την εξέλιξη, ωρίμανση και ενηλικίωση των δύο ηρωίδων, φτάνουν επιτέλους στην εξεύρεση της προσωπική τους ταυτότητας, καθώς περνούν μέσα από τα πεδία του έρωτα, του χώρου, της εξουσίας, του φύλου.

   Ο τόμος ολοκληρώνεται με την ομιλία του ίδιου του συγγραφέα, ο οποίος μέσα από την σύντομη παρουσίαση των κομβικών στιγμών της συγγραφικής του πορείας, σκιαγραφεί και προχωρά σε έναν τρυφερό απολογισμό της τεσσερακονταετούς συγγραφικής του πορείας, μιας πορείας στην οποία αναζητούσε και ο ίδιος τις λέξεις, τις σκέψεις και εν τέλει, τη δική του προσωπική ταυτότητα.

 

 

Σύνοψη (αντί επιλόγου)

 

   Είναι σαφές ότι ο Μάνος Κοντολέων επιζήτησε συστηματικά, καθ' όλη τη συγγραφική του πορεία, το νεωτερικό στοιχείο, γεγονός που αποτελεί πάγιο αίτημα στον χώρο της λογοτεχνίας. Πεποίθησή του είναι ότι "η Λογοτεχνία αποτελεί στάση ζωής, ορόσημο παιδείας. Διαπλάθει χαρακτήρες με την ελευθερία της έκφρασης που παρέχει, όπως επίσης και την αισθητική τους οντότητα". Γι' αυτό, δε διστάζει να αποδώσει στα έργα του το γεμάτο εντάσεις πεδίο της κοινωνικής πραγματικότητας, μίας πραγματικότητας χαοτικής και κατακερματισμένης, δημιουργώντας χαρακτήρες αμφίσημους, εξελισσόμενους, κινούμενους διαρκώς σε μία πορεία ενηλικίωσης προς την επίτευξη της προσωπικής τους αυτοπραγμάτωσης, αναδεικνύοντας τα προσωπικά τους αδιέξοδα και τοποθετώντας τους – και κατ' επέκταση τον ίδιο – "στην κονίστρα της κοινωνίας και της Ιστορίας". Η ανάγνωση του έργου μπορεί να χαρακτηριστεί αφυπνιστική αλλά και διαφωτιστική, όχι μόνο από την πλευρά του αναγνώστη αλλά και από τη μεριά του μελετητή.

   Η έκδοση του παρόντος τόμου έχει ως στόχο να συμβάλει στη διεύρυνση της μελέτης του πολυσχιδούς έργου του Μάνου Κοντολέων, καθώς για πρώτη φορά συγκεντρώνονται τόσες πρωτότυπες μελέτες από καταξιωμένους πανεπιστημιακούς καθηγητές, ερευνητές και συγγραφείς, οι οποίες επιτρέπουν μία συνολική εικόνα του έργου του συγγραφέα. Με το εγχείρημα αυτό επιτυγχάνεται η πληρέστερη ανάγνωση και ανάδειξη του έργου του, καθώς φωτίζονται οι πολλές και διαφορετικές πτυχές του έργου του και καταδεικνύεται η σπουδαιότητά του λόγω κυρίως του ανανεωτικού χαρακτήρα των θεματικών επιλογών του αλλά και της αξιοποίησης καινοτόμων αφηγηματικών τεχνικών.

 

* Μάνος Κοντολέων: Αναζητώντας τις λέξεις σε μία πορεία αυτογνωσίας και ενηλικίωσης Τιμητική Ημερίδα: Μάνος Κοντολέων 40 χρόνια: Έψαχνα πάντα τις λέξεις. Επιμέλεια: Βίκυ Πάτσιου, Αθήνα: Διάδραση 2022

 

* Ελένη Μητσούλα, Φιλόλογος, κάτοχος Μάστερ Γλωσσολογίας από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, Υποψήφια Διδάκτωρ, Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

eleni.mitsoula@gmail.com

(https://www.culturebook.gr/meletes-dokimia/manos-kontoleon-anazitontas-tis-lexeis-se-mia-poria-aftognosias-kai-enilikiosis-tis-elenis-mitsoula.html)

'Με το ίδιο όνομα" - Η μαρίζα Ντεκάστρο στο www.oanagnostis.gr

 


Με το ίδιο όνομα, Φωτεινή Στεφανίδη (Μάνος Κοντολέων, Καλειδοσκόπιο, 2023): ο συγγραφέας ξεδιπλώνει τις σκέψεις του για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον και τις σχέσεις με τις παλαιότερες γενιές, ζωντανές όσο τίποτα.

Οι εικόνες της φύσης, με τα δώρα της και την πρωτοκαθεδρία της, σταθερά παρούσες σε πρασινωπές σελίδες, τα κείμενα των μύθων, με την αλληγορική σοφία τους, επίσης σε πράσινο. Λευκές οι αφηγηματικές σελίδες του εξιστόρησης του παρόντος.

Το πλέον στοχαστικό κείμενο του Κοντολέων, απλό και ανθρώπινο, φιλοσοφεί για τα συγκεκριμένα, γι’ αυτά που σκεφτόμαστε και τα οποία τελικά ορίζουν τη συνέχεια ολόκληρης της κοινωνίας!

Η επανέκδοση παλαιών δοκιμίων του Μάνου Κοντολέων σε e-book και η διαπιστωμένη επικαιρότητά τους

 


Γράφει ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος 


«Απόψεις για την Παιδική Λογοτεχνία», του Μάνου Κοντολέων, β΄έκδ. Ανοικτής Βιβλιοθήκης- OpenBook, Ηράκλειο, 2023, σελ. 87

Έχω στη βιβλιοθήκη μου ένα παλιό βιβλίο, του ΜΑΝΟΥ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ. Κυκλοφόρησε το 1988 από τις εκδόσεις Πατάκη. Στο εξώφυλλο είναι ένα κορίτσι με απορημένη και διεισδυτική έως και φιλοσοφημένη ματιά. Τίτλος του: ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ.  Κυκλοφόρησε ένα χρόνο πριν αρχίσω να δουλεύω τη διδακτορική μου διατριβή. Τότε που έψαχνα εναγωνίως να βρω ελληνικά θεωρητικά βιβλία για την παιδική λογοτεχνία κι έπεσα πάνω του. Και το χρησιμοποίησα δεόντως.

Πρόκειται, λοιπόν, για ένα βιβλίο που έρχεται από το μακρινό 1988 και που μετά 35 χρόνια έχοντας στο εξώφυλλο μια εικόνα από το βιβλίο Karl Fröhlich’s frolicks with scissors and pen (1879), «περιγράφει» με δοκιμιακό τρόπο ακριβώς την ατμόσφαιρα της λογοτεχνίας για παιδιά και γενικά του παιδικού βιβλίου εκείνης της εποχής, αλλά συνάμα είναι και σήμερα εξόχως επίκαιρο σε πολλά θέματα, όπως η ανάγνωση, το κέρδος των παιδιών από την ανάγνωση, οι τρόποι επαφής τους με τα βιβλίο,  τα κριτήρια επιλογής ενός λογοτεχνικού βιβλίου, η θεματολογία της παιδικής λογοτεχνίας, η σχέση της με την πολιτικοποίηση, το παραμύθι, οι μύθοι, μια ανάγνωση της «Τοσοδούλας» του Άντερσεν και οι εκδηλώσεις στο σχολείο για το παιδικό βιβλίο. Κάποιες από τις απόψεις ήταν τολμηρές τότε, άλλες εφαρμόστηκαν αλλά και κάποιες είναι επίκαιρες και τολμηρές ακόμη και σήμερα. Σαν να μην πέρασε μια μέρα, δηλαδή.

Αποδεικνύεται ότι η πρωτοπορία στα συγκεκριμένα θέματα δεν ήρθε από κάποιους ερευνητές ή θεωρητικούς αλλά από ανθρώπους της πρωτογενούς συγγραφικής πράξης. Ίσως επειδή ενός βιβλίου η δημιουργία δεν περαιώνεται με την καταγραφή του, αλλά γιατί,  όπως λέει ο M Blanchot, απλώνεται και πέρα από το συγκεκριμένο γεγονός και ο συγγραφέας του αδημονεί για τη συνέχειά του ως αναγνωστική πλέον δράση στα επίπεδα τους ατόμου και της κοινωνίας.

Ανάμεσα στα προαναφερόμενα θέματα κι επειδή γίνονταν, αλλά και γίνονται πολλές εκδηλώσεις για το βιβλίο, ο Κοντολέων δίνει βαρύτητα στον συγκεκριμένο οργασμό. Ωστόσο, σημειώνει ότι δεν υπάρχει ο ανάλογος σεβασμός προς το βιβλίο, όταν αυτές πλαισιώνονται από πανηγύρια με άλλα προγράμματα τα οποία αλλοιώνουν την ουσία, όπως επίσης, όταν καλείται ένας συγγραφέας δίχως να γνωρίζει το έργο του ο ακροατής.

Απόσπασμα: «Οι σχετικές εκδηλώσεις που λαμβάνουν χώρα είναι λοιπόν πολυσήμαντες εκφράσεις κοινωνικής προσφοράς. Αλλά, και όπως άλλωστε είναι φυσικό, απαιτούν και μια σωστή οργάνωση, έτσι ώστε να επιφέρουν σωστά αποτελέσματα. Το σύνθημα «το βιβλίο στο λαό» εύκολα παίρνει λαϊκίστικες διαστάσεις, αν αφεθεί η υλοποίησή του σε εκδηλώσεις που δε διαθέτουν πέρα από το πάθος και μια συγκεκριμένη ιδεολογική, πολιτιστικού εύρους, οργάνωση. Το βιβλίο, ναι, πρέπει να γίνει κτήμα όλων! Πρέπει να μετατραπεί σε πολύτιμο σύντροφο του κάθε ανθρώπου. Αλλά και χωρίς παράλληλα να χάσει το σεβασμό και τη μαγεία που εκπέμπει. Δεν είναι μόνο να το ανακαλύψουμε· είναι και να το γνωρίσουμε με τις πρέπουσες προϋποθέσεις» (σελ. 83).

Αλλά και ένα θέμα που εμπίπτει στο πεδίο της ιδεολογίας προσεγγίζεται, σχετικό  με την πολιτικοποίηση του βιβλίου και τη σύγχυση που υπάρχει σε πολλούς που την εμπλέκουν ως όρο με τη κομματικοποίηση. Υπογραμμίζει σχετικά ο Κοντολέων: «Ας μην ξεγελιόμαστε! Ας μη φοβόμαστε ν’ αντιμετωπίσουμε την αλήθεια: μη πολιτικοποιημένο κείμενο δεν υπάρχει. Ακόμα κι αυτό που θέλει να κρατηθεί σε μια ουδετερότητα έχει, λόγω αυτής της ουδετερότητας, τη θέση του. Το βιβλίο από τη στιγμή της απόφασης συγγραφής του είναι μια πράξη καθαρά πολιτική. Κι όταν λέω βιβλίο, δεν το ξεχωρίζω-προς Θεού!-για μεγάλους και μικρούς. Το βιβλίο σαν πράξη υπεύθυνη, αντίστοιχα υπεύθυνων πολιτών, είναι ένα και μόνο ένα» (σελ. 38).

Το συγκεκριμένο βιβλίο μετά την 35χρονη πορεία του εισχώρησε στο διαδίκτυο, υπάρχει σε pdf και για ανάγνωση από την ΑΝΟΙΚΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ σε επιμέλεια του Γιάννη Φαρσάρη, με  πρόλογο του συγγραφέα.

Αποτελεί πολύτιμο εργαλείο για όποιον και όποια επιθυμεί να έχει μια σφαιρική άποψη για το παιδικό βιβλίο. Προπάντων για τους γονείς, τους/τις εκπαιδευτικούς και τους ερευνητές και τις ερευνήτριες.

Με την ευκαιρία της συγκεκριμένης έκδοσης να προσθέσω και τα εξής: το συγκεκριμένο βιβλίο, μαζί με άλλα όπως της Λότης Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου το Μιλώντας για τα παιδικά βιβλία καθώς και οι πολύ σημαντικές ιστορίες της παιδικής λογοτεχνίας των Δημήτρη Γιάκου, Χάρη Σακελλαρίου, Βασίλη Αναγνωστόπουλου, Αντώνη Δελώνη, Νινέτας Κοντράρου (ιστορίες που εκδόθηκαν μέσα σε μια δεκαετία κι ως ένα μεγάλο βαθμό δημιουργήθηκαν από το μηδέν, γιατί δεν υπήρχε προηγούμενο εκτεταμένο ή οριοθετημένο και σε βάθος  υλικό) έβαλαν τις βάσεις για τη στοιχειοθέτηση της παιδικής λογοτεχνίας ως μιας σημαντικής κατηγορίας της καθόλου λογοτεχνίας. Μάλιστα τα συγκεκριμένα βιβλία, όπως και του Κοντολέων, χρησιμοποιήθηκαν από τους διδάσκοντες και τις διδάσκουσες των πανεπιστημίων τη δεκαετία του 1980 αλλά και μετά, ως διδακτικά εγχειρίδια λόγω της εισαγωγής της εκπαίδευσης των εκπαιδευτικών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στα πανεπιστήμια της χώρας. Επομένως μέγιστη η συμβολή τους. Κι όλα αυτά πρέπει να τα λέμε για να μην τα ξεχνάμε, αλλά και για να τα μαθαίνουν οι νεώτερες γενιές.

* Ο Γιάννης Σ. Παπαδάτος είναι αν. καθηγητής του Παν/μίου Αιγαίου και κριτικός