14.12.21

Δε με λένε Ρεγγίνα, Άλεχ με λένε

 Κριτική βιβλίου / Εφηβικό βιβλίο χωρίς happy end;

14.12.21 10:15

Κατερίνα Ζαμαρία

 ΑΥΓΗ



Στο βιβλίο ο Μάνος Κοντολέων θίγει ένα ευαίσθητο θέμα: τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών

Στη λογοτεχνία για εφήβους υπάρχει το ιδιαίτερο είδος των crossover βιβλίων που παρακολουθούν τη μεταμόρφωση του παιδιού σε ενήλικα. Ο ήρωας, από την αρχική ασφάλεια μέσα στο οικογενειακό περιβάλλον, βιώνει -την εποχή της νεότητάς του- μια συγκρουσιακή κατάσταση που τον φέρνει αντιμέτωπο με την κοινωνία και τον εαυτό του για να οδηγηθεί τελικά στην ωριμότητα μέσα από τις, περισσότερο ή λιγότερο συνειδητές, επιλογές του.


Στο βιβλίο ο Μάνος Κοντολέων θίγει ένα ευαίσθητο θέμα: τη σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών. Μέσα από την ανασύνθεση ενός κοινωνικού πλαισίου που διαμορφώνει τις προϋποθέσεις ώστε οι ήρωες να οδηγηθούν στην τελική τους «επιλογή», την πορνεία, ο συγγραφέας φέρνει τον νεαρό αναγνώστη αντιμέτωπο με πικρές αλήθειες. Γιατί η ζωή δεν έχει πάντα happy end,αφού ο ευτελισμός της και οι ματαιώσεις είναι κομμάτι της.


«Τη Ρεγγίνα, από τότε που ήταν μικρό κορίτσι, ο πατέρας της έλεγε πως είναι όμορφη σαν βασίλισσα. Τον Άλεχ, από τον καιρό που ήταν μικρό αγόρι, ο πατέρας του τον μάθαινε να προστατεύει τους αδύναμους. Η Ρεγγίνα και ο Άλεχ ζούσαν στην ίδια γειτονιά. Ερωτευτήκανε. Και μετά ήρθε ο πόλεμος και τους χώρισε. Αλλά η μοίρα τους ήταν κοινή - το ίδιο άγρια».


Το βιβλίο, χωρισμένο σε δύο μέρη, αφηγείται την παράλληλη διαδρομή των δύο ηρώων. Ως σημεία τομής ο συγγραφέας αξιοποιεί από τη μια την εφηβεία -ηλικία ευτυχίας και ονείρων- και από την άλλη τα πολιτικά τεκταινόμενα στη χώρα των παιδιών. Ο έρωτάς τους ενσαρκώνει την ελπίδα και την προσδοκία για μια καλύτερη ζωή. Όλα όμως θα διαψευστούν από τη σκληρή πραγματικότητα. Και όμως. Παρά τη βίαιη αποκοπή τους από την ξεγνοιασιά της εφηβείας, δεν θα αποδεχτούν παθητικά τη μοίρα τους.


Μέσα από τη μυθοπλασία ο Κοντολέων, πρωτοπόρος της crossover λογοτεχνίας στην Ελλάδα, βοηθά τους έφηβους αναγνώστες να κατανοήσουν την πολυπλοκότητα του κόσμου στον οποίο εισέρχονται. Το κάθε πρόσωπο λειτουργεί ως καθρέφτης του άλλου. Με αφηγηματικές τεχνικές, όπως η επανάληψη σκηνών που κορυφώνεται η ένταση, με γρήγορο, σχεδόν κινηματογραφικό ρυθμό, με λόγο σκληρό και ευαίσθητο ταυτόχρονα, με αφήγηση ρεαλιστική και όχι ωραιοποιημένη, ο Κοντολέων πλάθει δυο ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Η απροσδιοριστία χώρου και χρόνου ενισχύει την πεποίθηση ότι η ανατροπή αφορά τον καθένα. Τα όρια ανάμεσα στο εδώ και το εκεί είναι δυσδιάκριτα. «Για μένα» έχει δηλώσει ο συγγραφέας «παγκοσμιοποίηση δεν είναι μόνο τα spreads αλλά και ο ανθρώπινος πόνος και το δικαίωμα στο όνειρο».


Ακόμα και η επιλογή των ονομάτων, πέρα από τον συμβολισμό, βοηθά να κατανοήσει ο αναγνώστης τις τεμνόμενες και παράλληλες διαστάσεις της ζωής τους. Η Ρεγγίνα, αρνούμενη στο τέλος το όνομά της, διατηρεί αμόλυντο το παρελθόν της. Και ο Άλεχ, που αποδέχεται το όνομά του, κουβαλά, στις σκοτεινές πλατείες, αμόλυντο το παρελθόν στην ψυχή του. Γιατί το παρελθόν εμπεριέχει τις αξίες με τις οποίες γαλουχήθηκαν.


Ο ρεαλισμός του Κοντολέων διαρρηγνύει τον συντηρητισμό που διακρίνει την ελληνική εφηβική λογοτεχνία. «Ζεις σημαίνει πως πουλάς τα πάντα», δηλώνει ο έφηβος ήρωας. Και ο Κοντολέων μας προκαλεί, πριν κουνήσουμε απαξιωτικά το δάχτυλο, να σκεφτούμε τι μπορεί να κρύβεται πίσω από κάθε ανθρώπινη ιστορία.