E. S. Osondu
«Όταν ο ουρανός είναι έτοιμος, τα αστέρια θα φανούν»
Μετάφραση: Αλέξης Καλοφωλιάς
Εκδόσεις Κριτική
Ο E. C. Osondu γεννήθηκε στη Νιγηρία. Ζει και εργάζεται στις
ΗΠΑ ως καθηγητής δημιουργικής γραφής στο Providence College (Rhode Island). Συγγραφέας
κυρίως διηγημάτων, με αρκετές διακρίσεις για τα τρία βιβλία που μέχρι σήμερα
έχει γράψει.
Στην Ελλάδα είναι η πρώτη φορά που τον γνωρίζουμε με αυτή τη σύντομη και ιδιαίτερη νουβέλα.
Πρόκειται για την πρωτοπρόσωπη αφήγηση ενός νέου μιας χώρας
της Αφρικής. Δεν μαθαίνουμε το όνομά του, αλλά μας λέει το όνομα του χωριού
του. Ενός μικρού και φτωχού τόπου όπου οι κάτοικοί του ζούνε μέσα σε συνθήκες μεγάλης
στέρησης, αλλά που με καρτερία τις υπομένουν. Κάποιοι όμως -κυρίως οι νεότεροι
θέλουν να ξεφύγουν από την προκαθορισμένη μοίρα τους και να καταφέρουν να
φτάσουν στην Ευρώπη. Ελπίζουν πως εκεί θα τους περιμένει μια πιο άνετη ζωή, θα
κερδίσουν χρήματα και κάποια μέρα θα επιστρέψουν στο χωριό τους για να
προσφέρουν σε όσους έμειναν πίσω καλύτερες συνθήκες ζωής.
Ένας από αυτούς και ο αφηγητής της ιστορίας.
Η επιστροφή για ένα σύντομο χρονικό διάστημα, κάποιοι
συγχωριανού του που δείχνει να έχει πετύχει να ζει με έναν άνετο τόπο στη Ρώμη,
κάνει το νεαρό ήρωα του βιβλίου να θέλει να πάει κι αυτός στην ίδια πόλη. Και η
θέλησή του αυτή ενδυναμώνεται καθώς ο επιτυχημένος συγχωριανός του υπόσχεται
πως όταν φτάσει κι αυτός εκεί θα τον βοηθήσει να σταθεί στα πόδια του.
Κι έτσι ξεκινά το μεγάλο ταξίδι, η μεγάλη περιπέτεια.
Ο Osondu παρακολουθεί κάθε
στάδιο αυτού του ταξιδιού και περιγράφει τις συνθήκες με μια απλότητα -την ίδια
απλότητα, την ίδια ευπιστία την οποία διαθέτει κάθε άτομο που εξαναγκάζεται να
μετατρέψει την ανάγκη επιβίωσης σε όνειρο φυγής.
Η εξιστόρηση φωτίζει και άλλους χαρακτήρες -ανθρώπους που
αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον και δε διστάζουν να αντιμετωπίσουν το πολυήμερο
πέρασμα της ερήμου, που βρίσκονται αντιμέτωποι με κάθε είδους εκμεταλλευτές,
που δίνουν δύναμη ο ένας στους άλλους μιλώντας τους για τα όνειρα τους και που
τελικά θα φτάσουν στη θάλασσα, θα τη διασχίσουν και ναυαγοί θα διασωθούν και
στη συνέχεια κάποια μέρα ίσως ένας από αυτούς καταφέρει να φτάσει στον τόπο
προορισμού του. Και από εκεί πια θα έχει να αντιμετωπίσει ένα νέο μέλλον.
Άγνωστο πάντα, αλλά τουλάχιστον αισιόδοξο.
Αυτή, άλλωστε, θα είναι και η πορεία του αφηγητή και μέσα
από τη δική του ματιά και εκφορά του λόγου, ο Osondu καταθέτει
το τι κρύβεται μέσα στα μάτια ενός μετανάστη από αυτούς που αφού κατάφεραν να
επιβιώσουν, ζούνε και εργάζονται δίπλα μας, χωρίς να έχουν το δικαίωμα να
κοινοποιήσουν τις περιπέτειές τους, τα συναισθήματά τους, τις ελπίδες και τα
αδιέξοδά τους. Αόρατοι άνθρωποι για τους
άλλους.
Η νουβέλα έχει μια δική της γοητεία καθώς η απλότητα της
αφήγησης αφήνει να φανούν με αντικειμενικότητα οι τραγικές συνθήκες που
αντιμετωπίζουν όσοι παίρνουν την απόφαση να αναζητήσουν μια πιο δίκαιη ζωή.
Ενδιαφέρουσες ιδιαίτερα οι σελίδες εκείνες όπου κάθε ένας
από αυτούς αναφέρεται στη χώρα ή στην πόλη που θέλει να πάει και που την
περιγράφει με τον αυθορμητισμό ενός παιδιού. Γιατί πάντα το όνειρο ενός νέου ανθρώπου
προτού ψευτίσει και τον ματώσει, διαθέτει τη μαγεία ενός παραμυθιού.
Αλλά ακόμα πιο ενδιαφέρουσες εκείνες οι αράδες που
περιγράφουν όσα εμείς οι κάτοικοι του δυτικού κόσμου δε γνωρίζουμε, μα και ίσως
να μη θέλουμε να μάθουμε, όπως άλλωστε και κανένα επίσημο μέσο δεν μας
ενημερώνει γι αυτά.
Αν η βάρκα σου είναι πολύ δυνατή και αξιόπλοη, δεν θα βυθιστεί.
Αν η βάρκα σου δεν βυθιστεί κανείς δεν θα ενδιαφερθεί να σε σώσει. Αν είσαι σε
μια καλή βάρκα, θα σε κυνηγήσουν με τη δική τους βάρκα και θα σε στείλουν πίσω
σε τούτη την ακτή. Καλύτερα μια βάρκα που βουλιάζει και σου εξασφαλίζει ότι θα
καταλήξεις στην Ευρώπη, παρά μια βάρκα που είναι γερή, αλλά σε γυρίζει σε τούτη
την ακτή -τα λόγια των διακινητών.
Ένα κείμενο ανθρώπινο, με σαφή στόχο και ξεκάθαρη πολιτική
θέση. Κείμενο που δεν αποδέχεται πως ο ανθρώπινος πόνος ή το ανθρώπινο όνειρο
μπορεί να γίνουν εμπορεύσιμα προϊόντα.
Η μετάφραση του Αλέξη Καλοφωλιά δείχνει πως πρέπει να υπηρέτησε την απλότητα
του πρωτοτύπου.
Βιβλιοδρόμιο -24/3/2023)
(670 λέξεις) (