23.5.20

Μάργκαρετ Άτγουντ «Οι διαθήκες»


Μάργκαρετ Άτγουντ
«Οι διαθήκες»
Μετάφραση: Αύγουστος Κορτώ
Εκδόσεις Ψυχογιός
  


Η Μάργκαρετ Άτγουντ (Οτάβα, Καναδάς, 1939) νομίζω πως μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί όχι μόνο μία από τις πλέον επιτυχημένες, παγκόσμιας εμβέλειας, συγγραφείς, αλλά και από τις πλέον ευφάνταστες.
Η καριέρα της είναι εντυπωσιακή και περιλαμβάνει σχεδόν όλα τα είδη λογοτεχνικής γραφής (μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιήματα, βιβλία για παιδιά, κόμικ, θεωρητικά κείμενα, λιμπρέτα, σενάρια)
Είναι από τις πλέον αναγνωρίσιμες συγγραφείς, την ίδια στιγμή που με μεγάλη ευκολία ξεπερνά την όποια τυποποίηση θα μπορούσε να την βοηθήσει στην εδραίωση μιας τέτοιας φήμης.
Έχει τιμηθεί με πολλά καναδικά και διεθνή βραβεία -πλέον πρόσφατο το Booker 2019 για το μυθιστόρημα της «Οι διαθήκες».
Το συγκεκριμένο αυτό έργο, αν και αυτόνομο ως προς τα γεγονότα τα οποία περιγράφει, στην ουσία  αποτελεί τη συνέχεια ενός προηγούμενου μυθιστορήματος της -το «Η ιστορία της Θεραπαινίδας»
Εκείνο το προηγούμενο έργο είχε κυκλοφορήσει  το 1985 και είναι  ίσως και το βιβλίο που την έκανε παγκόσμια γνωστή.
Δεν είναι μόνο ότι έχει μεταφραστεί σε πάρα πολλές γλώσσες, είναι και ότι έχει μεταφερθεί και στον κινηματογράφο, αλλά και έχει διασκευαστεί σε επιτυχημένη σειρά για την τηλεόραση.
Στη χώρα μας είχε κυκλοφορήσει  από την Εστία το 1989 σε μετάφραση Παύλου Μάτεση, ενώ πλέον το εκδίδει ο νέος εκδότης της Άτγουντ στην Ελλάδα, ο Ψυχογιός, σε μετάφραση του Αύγουστου Κορτώ.
Αρκετά από τα μυθιστορήματα της Άτγουντ έχουν στοιχεία μιας δυστοπικής φαντασίας και θεωρώ πως  καθώς το πρώτο από αυτά ήταν το «Η ιστορία της θεραπαινίδας», ήταν και εκείνο  που στάθηκε η αφορμή η συγγραφέας να αναζητήσει κι άλλες παρόμοιου προβληματισμού εμπνεύσεις σε επόμενα έργα της.
Αλλά αν κάτι με συνέπεια υπηρετεί η Άτγουντ, αυτό είναι η αναζήτηση της γυναικείας ταυτότητας και η πορεία προς μια αναγνώρισή της ανεξαρτησία της μέσα σε ένα αντιφεμινιστικό, σχεδόν ολοκληρωτικά φαλλοκρατικό  κόσμο.
Τόσο, λοιπόν, το «Η ιστορίας της θεραπαινίδας» του 1985, όσο και το «Οι διαθήκες» του 2019,  συνενώνουν τους κεντρικούς αυτούς άξονες κι έτσι καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα δικό τους μυθιστορηματικό σύμπαν που όμως ακουμπά και συνομιλεί με τον υπάρχοντα κόσμο μας.
Χώρος δράσης το κράτος της Δημοκρατίας της Γαλαάδ. Πρόκειται για ένα θεοκρατικό και φαλλοκρατικό καθεστώς που έχει επικρατήσει σε ένα μεγάλο μέρος των ΗΠΑ, κάπου προς τα τέλη του 21ου αιώνα και έως τα μέσα του 22ου.
Η Άτγουντ όχι μόνο δεν ασχολείται με πιθανά τεχνολογικά επιτεύγματα του μέλλοντος, αλλά αντίθετα περιγράφει τα μελλοντικά χρόνια από πλευράς τεχνολογίας ως παρόμοια με αυτά της δική μας εποχής. Οι όποιες διαφορές υπάρχουν έχουν να κάνουν με μια περιβαλλοντική μόλυνση, η οποία και στάθηκε αφορμή για την επικράτηση στις ΗΠΑ ενός αντιδημοκρατικού καθεστώτος.
Κατά την μυθιστοριογράφο, τα όποια κοινωνικά επιτεύγματα του Πολιτισμού της Δύσης -με πρώτιστα αυτά των  ατομικών ελευθεριών και της ισότητας των φύλων- υποχωρούν όταν οι άνθρωποι αισθάνονται να κινδυνεύουν από τη μόλυνση της Φύσης.
Ο φοβισμένος άνθρωπος γίνεται συντηρητικός και έτσι -σύμφωνα με αυτήν την άποψη-  η Άτγουντ διατηρεί όλη την συγγραφική  της ελευθερία για να περιγράψει τη δυστοπία  που εκφράζεται μέσα στην καθημερινότητα ενός καταπιεστικού καθεστώτος που αντιμετωπίζει τα άτομα γενικώς ως εξαρτήματα της εξουσίας και ειδικότερα τις γυναίκες ως αντικείμενα, ως βιολογικές μηχανές τεκνοποίησης και τις κρατά σε μια απόλυτη άγνοια κάθε πολιτιστικού αγαθού.
Η θεοκρατική αντίληψη παύει να προέρχεται από θρησκευτικές οργανώσεις, αλλά ταυτίζεται με την ίδια την Κυβέρνηση. Στην ουσία κράτος και θρησκεία όχι απλώς συνεργάζονται αλλά ενοποιούνται σε ένα σώμα και οι προθέσεις τους στοχεύουν στην μετατροπή του πολίτη σε κοινωνικό αντικείμενο.
Η κεντρική ηρωίδα  στο δεύτερο μυθιστόρημα, είναι ένα από κεντρικά πρόσωπα και του πρώτου βιβλίου.
Η Θεία Λίντα, έρχεται από τον κόσμο πριν την επικράτηση της απολυταρχίας. Θύμα στην αρχή, επιβιώνει και ανέρχεται εντός του συστήματος ως θύτης, καθώς  αποφασίζει να υποταχτεί στις απαιτήσεις του νέου καθεστώτος και έτσι να αναρριχηθεί στο ύπατο αξίωμα που μπορούσε να φτάσει μια γυναίκα -αυτό του ελέγχου των ομοφύλων της.
Αλλά αυτή η εξέλιξή είχε βαρύ όσο και σύνθετο ηθικό τίμημα και η Λίντα, καθώς πλέον η ζωή της φτάνει στο βιολογικό της τέλος, αποφασίζει να κάνει κάθε τι δυνατόν για να καταστρέψει το καθεστώς. Η πρόθεσή της αυτή δεν εδράζεται σε ενοχές, αλλά στη διάθεσή της να εκδικηθεί τους άνδρες εκπροσώπους της εξουσίας που στην ουσία την εξανάγκασαν να ζήσει μια στερημένη όσο και ανήθικη ζωή.
Ο θηλυκός εξουσιαστής εκδικείται τον αρσενικό, υπενθυμίζοντας πως η επιστροφή προς ήθη παλαιοτέρων εποχών στο τέλος θα φτάσει έως και την μητριαρχία.
Δίπλα της δυο νέα πρόσωπα, δυο νεότερες της γυναίκες. Η μια γεννημένη και μεγαλωμένη μέσα στη θεοκρατική Γαλαάδ, η άλλη στο ελεύθερο γειτονικό κράτος του Καναδά. Η κάθε μιας τους, αν και από διαφορετική αφετηρία ξεκινώντας, θα αναζητήσουν τους τρόπους όχι μόνο της ατομικής τους αυτονομίας, αλλά και εκείνους με τους οποίους  θα μπορέσουν να νικήσουν ολοκληρωτικά τις δυνάμεις της οπισθοδρόμησης.
Με αξιοπρόσεχτη μυθιστορηματική σύνθεση, η Άτγουντ συνδέει τα τρία αυτά πρόσωπα και με άψογη τεχνική τριών διακριτών μεταξύ τους πρωτοπρόσωπων αφηγήσεων κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη της έως την τελευταία σελίδα.
Αν στο «Ιστορία της θεραπαινίδας» είχαμε μια ιδιαίτερη προβολή φεμινιστικών προβληματισμών, στο «Οι διαθήκες» αυτοί οι προβληματισμοί χωρίς να εξαφανίζονται αφήνουν τον πρώτο λόγο στη δημιουργία μιας αφήγησης που αγγίζει τα όρια ενός ατομικού δράματος εκδίκησης.
Η απόφαση της Λίντα, ως εκπροσώπου μιας θηλυκής εξουσίας, να προσπαθήσει να επαναφέρει την ισορροπία στις σχέσεις των δύο φύλων, αλλά και να τιμωρήσει την ύβρη της μείωσης της αξιοπρέπειας κάθε θηλυκού πλάσματος, μας φέρνει, μεν,  στο νου  μορφές παρόμοιες με αυτές μιας Μήδειας ή μιας Κλυταιμνήστρας, αλλά ασφαλώς η ηρωίδα της Άτγουντ δεν μετατρέπεται σε διαχρονικό σύμβολο, μα παραμένει μια προσωπικότητα όπου η ίντριγκα συνυπάρχει με προσωπικές ανασφάλειες.
Λογικό κάτι τέτοιο, όσο και αναμενόμενο. Η εποχή μας δεν μπορεί να εκφραστεί από σύμβολα παθών, αλλά μόνο από τα ίδια τα πάθη.
Εν κατακλείδι, έχουμε ένα ιδιαίτερα δυνατό μυθιστόρημα, με συνύπαρξη πλούσιας πλοκής και ταλαντούχας καταγραφής συναισθημάτων και δράσεων.
Ο Αύγουστος Κορτώ γνωρίζει για μια ακόμα φορά την τεχνική  να μεταφέρει στη γλώσσα μας όλη την ένταση που συναντά στα διάφορα μυθιστορήματα που μεταφράζει.

(Βιβλιοδρόμιο Νέων, 23/5/2020)