Τα όνειρα που δεν είδαμε, από στέρηση φωτός.
Έξω από μας αρχίζει η ερημία του θανάτου.
Νίκος Θέμελης
…το τέλος βρίσκεται
παντού…
Κάτι άλλο θα αρχίσει – και σίγουρα έχει ήδη αρχίσει με έναν μη ορατό τρόπο.
Jean-Luc Nancy (σύγχρονος Γάλλος φιλόσοφος)
Κάτι άλλο θα αρχίσει – και σίγουρα έχει ήδη αρχίσει με έναν μη ορατό τρόπο.
Jean-Luc Nancy (σύγχρονος Γάλλος φιλόσοφος)
….Και γινόμουνα δυο πλάσματα, σε δυο, λες θηλυκά
πλάσματα είχα χωριστεί. Η μάντισσα από τη μια, η πριγκίπισσα από την άλλη.
Η μια να ορά ότι η άλλη θα ζούσε. Η Μαύρη Άμμος σε
ποια από τις δυο ανήκε;
Εγώ ήμουνα και η μια… Εγώ και η άλλη.
Η Κασσάνδρα εγώ είμαι.
Η λογοτεχνική μου συναναστροφή με
τον σπουδαίο Έλληνα συγγραφέα Μάνο Κοντολέων μετρά πάνω από τριάντα χρόνια. Σε
χρόνο εξακολουθητικό, τα έργα του αποτελούν μία σταθερή αξία αναγνωστικής
απόλαυσης, έργα δίκαια βραβευμένα, άξια αγαπημένα, βαθιά ανθρώπινα, ουσιωδώς πρωτότυπα,
ταιριαστά τολμηρά, ευφυέστατα στη σύλληψη, λεπτοδουλεμένα στην εκτέλεσή τους. Ο
Μάνος Κοντολέων, ίσως από τους σπουδαιότερους της γενιάς του, διακρίνεται από
μία συγγραφική virtuosité
και αυτό γιατί καταφέρνει να παραμένει επίκαιρος, με ένα πνεύμα ανήσυχο, με μία
γραφή άμεση αλλά ταυτόχρονα έμπλεη ουσίας, νοημάτων, σκέψεων που λειτουργούν
πλέον σχεδόν αυτόνομα, κλέβουν την καρδιά του αναγνώστη και εισάγουν
προβληματισμούς, θέτουν ερωτήματα, δημιουργώντας κάθε φορά ένα λογοτεχνικό σύμπαν
που δονείται από δραματουργικές κορυφώσεις, καλώντας μας να σταθούμε και να αναρωτηθούμε
για όσα συμβαίνουν εντός μας, γύρω μας.
Άξιος λογοτέχνης, ικανός «να
μετατρέπει το πεζό τώρα σε διαχρονική μαγεία», ο Μάνος Κοντολέων είναι εραστής,
κατ’αρχήν, της ίδιας της ζωής. Κάτω από την απόλαυση της γραφής του κρύβεται ένας
λόγος ζωντανός, χειμαρρώδης, γεμάτος εικόνες, χρώματα, μυρωδιές, μία
πνευματικότητα που πατά όμως σταθερά στη γη, μ’ένα βλέμμα άλλοτε τρυφερό,
άλλοτε με παράπονο, άλλοτε επικριτικό, πάντα όμως αληθινό. Ένας συγγραφέας που
πάνω από όλα σέβεται, νοιάζεται, παρατηρεί και καταγράφει με επιμονή και
αφοσίωση όλα όσα τον αγγίζουν, όσα τον πληγώνουν, όσα τον απασχολούν. Τα βιβλία
του δεν φανερώνονται πάντα εύκολα γιατί το μελάνι είναι βαθιά βουτηγμένο σε
αλήθειες που κάποτε ίσως και να μας ξεβολεύουν από την νυσταγμένη απάθειά μας.
Αυτό όμως είναι ο στόχος του, αυτή είναι η ανταμοιβή μας.
Η Κασσάνδρα.
Ενικός αριθμός. Ενίοτε όμως και πληθυντικός αριθμός. Η Κασσάνδρα η
μάντισσα, η Κασσάνδρα η πριγκίπισσα. Η κάθε μία ξεχωριστά αλλά και οι δυο μαζί.
Ή μήπως πάλι…
Στο τελευταίο του βιβλίο ο Μάνος
Κοντολέων τολμά, ακόμη μια φορά. Καταβυθίζεται στον αρχαίο μύθο με μια ανάσα
και φέρνει εδώ κοντά μας μία ιστορία σχεδόν τριών χιλιάδων ετών να τη βιώσουμε με
διαφορετικό τρόπο πια, ανεβοκατεβαίνοντας τους αιώνες, ανακαλύπτοντας μια ζωή
που είναι τελικά, συγκλονιστικά, σύγχρονη. Ο συγγραφέας υποκλίνεται στην
τραγικότερη των αρχαίων ηρωίδων, την Κασσάνδρα, την πριγκίπισσα, τη μάντισσα.
Μια μάντισσα-πριγκίπισσα, θύμα της μοίρας της,
που της στέρησαν τη δυνατότητα να είναι γυναίκα, που πέρα από το να μαντεύει μπορεί και κατανοεί. Αυτή που υψώνει το δικό της
«θέλω» απέναντι στο θεϊκό «επιθυμώ» και επιλέγει να παραμείνει θνητή, κοντά
στους ανθρώπους που αγαπά παρά να γίνει ημίθεη στο πλάι του Απόλλωνα. Το τίμημα
βαρύ. Ο θεός της την τιμωρεί στερώντας της την πειθώ. Και οι λέξεις, ο λόγος
της, γίνονται ευχή και κατάρα μαζί.
Η «Κασσάνδρα….» είναι ένα βιβλίο εξαίσιας
συγγραφικής ωριμότητας, ξεχωριστό, βαθιά στοχαστικό, σπαρακτικά προσωπικό, που
προσεγγίζει θέματα – σταθερές στη θεματολογία του συγγραφέα, την αξία της
μνήμης, την υπεροχή του να υπερασπιζόμαστε αυτά που εκτιμούμε ως αξίες
απαράβατες μίας κοινωνίας δίκαιης και ηθικής, την αγωνία ενός πνευματικού
ανθρώπου για όσα συμβαίνουν γύρω μας, την έγνοια για τον άλλο, τον έρωτα με τα
κείμενα-σταθμούς της ελληνικής γραμματείας, συνταιριάζοντας απόλυτα τη
συγγραφική του ταυτότητα με την ατομική, με την τόσο ιδιαίτερη ικανότητα να
μετατρέπει ένα εξαιρετικά δουλεμένο έργο σε ζωτικό παλμό που δονείται ολόκληρος
γεμάτος πάθος και που παγιδεύει τον αναγνώστη σε μία ανάγνωση βαθιά
απολαυστική, μεστή, ολοκληρωμένη.
Το έργο συνδιαλέγεται μαζί μας σε
ένα δημιουργικό διάλογο, κείμενο και αναγνώστης αλληλεπιδρούν σε μία διαδικασία
αναζήτησης καινούργιων νοημάτων. Η Κασσάνδρα ψυχανεμίζεται την αλήθεια,
προσπαθεί απεγνωσμένα να πείσει τους άλλους γύρω της, να τους αποκαλύψει τα
μελλούμενα, να ξεσκεπάσει το δήθεν λογικό ως παράλογο. Οι ιστορίες μπαίνουν η
μία μέσα στην άλλη, στο τώρα και στο τότε, στο εκεί και στο εδώ, στο χρόνο και
στον τόπο που διαδραματίζεται το λογοτεχνικό κείμενο. Ο συγγραφέας συντονίζει
την εμπειρία της μνήμης, η Κασσάνδρα βρίσκεται ένα βήμα σχεδόν πριν το δικό της
θάνατο και αναλογίζεται τα όσα έχουν προηγηθεί. Ο συγγραφέας αποδομεί το μύθο,
ανατέμνει την καθεστηκυία επική παράδοση και μας διηγείται την ιστορία της
Κασσάνδρας από την αρχή. Η ηρωίδα
κατανοεί, παρατηρώντας πια μέσα από το φακό της εμπειρίας της, και, εν
τέλει, βρίσκει τη δική της θέση στην ιστορία ενώ, ταυτόχρονα, δίνει στον
αναγνώστη την ευκαιρία να συμμετάσχει σε αυτή τη νέα δραματουργική εξέλιξη.
Τηρώντας την αφήγηση σε πρώτο
πρόσωπο, η Κασσάνδρα στέκεται μπροστά μας σε μία σπαρακτική, ενίοτε
παραληρηματική εξομολόγηση. Ο συγγραφέας την παρακολουθεί μια ανάσα μακριά, η
ηρωίδα κάποτε μιλά και εξ’ονόματός του. Τα λόγια της Κασσάνδρας, γεμάτα
λυρισμό, δημιουργούν ένα περιβάλλον εξαιρετικά έντονων συναισθημάτων. Η Μαύρη
Άμμος παντού γύρω της αλλά και εντός της, η Τροία, καμμένη γη και η φύση της
άσπορη, ξερή, στέρφα. Όλα όσα η Κασσάνδρα εκπροσωπεί, ο κόσμος ο παλιός, η ζωή
όπως την ξέραμε έως σήμερα αλλά και η ψηλάφηση της γνώσης με τα ακροδάκτυλα της
ψυχής μας, αλώνονται. Η ηρωίδα πεθαίνει την ίδια στιγμή που καταρρέει και ο
κόσμος της.
Ασφαλώς, οι πιστοί αναγνώστες του
Μάνου Κοντολέων περιμένουν πολλά. Και ο συγγραφέας δεν τους απογοητεύει... Στην
«Κασσάνδρα…» πηγαίνει ακόμη πιο μακριά από προηγούμενα έργα του τόσο από
πλευράς τεχνικής επεξεργασίας του κειμένου, όσο και σε λογοτεχνικό βάθος, η
ανάγνωση κινείται σε πολλαπλά επίπεδα,
χρόνους, τόπους, οι φράσεις συχνά
κοφτές, ένας ρυθμός που ακολουθεί την αγωνία της ηρωίδας, η σύνταξη απρόσμενα
ελκυστική, τα σημεία στίξης απόλυτα λειτουργικά, η αλλαγή γραμμής γίνεται
αναγνωστική ανάσα, όλα συντελούν σε ένα αποτέλεσμα άξιο ουσιαστικής,
σχολαστικής, με την κυριολεκτική έννοια του όρου, μελέτης. Οι περιγραφές
ολοζώντανες, οι εικόνες περνούν μπροστά μας σχεδόν σαν κινηματογραφική ταινία,
οι αισθήσεις ξυπνούν και συμμετέχουν ενεργά, μυρωδιές, αφή, σ’ένα ταίριασμα
μοναδικό της γήινης φύσης μας και της πέραν της ύλης θεώρησης του κόσμου τούτου
«το μέγιστο πάθος των ανθρώπων…τη σάρκα» (σελ.46).
Το περιβάλλον συμμετέχει ενεργά
με ρόλο πρωταγωνιστικό. Οι περιγραφές από το Μάνο Κοντολέων το μετατρέπουν σε
σκηνικό ολοζώντανο, γεμάτο σημάδια, έννοιες, μεταφορές. Η Κασσάνδρα βρίσκεται
στο πλοίο του Αγαμέμνονα ταξιδεύοντας προς τις Μυκήνες, το τέλος της καραδοκεί.
Γύρω, ομίχλη, υγρασία, άπνοια, ο αναγνώστης νιώθει σα να βρίσκεται ο ίδιος πάνω
στο καράβι, ακούει τους ήχους των κυμάτων, αισθάνεται στο δέρμα του πάνω το
νερό, την αρμύρα της θάλασσας, σήψη στα ξύλα, στο κορμί, στην ψυχή της ηρωίδας,
τα σύννεφα έρχονται μαζί με τους εφιάλτες, αίμα κόκκινο βάφει το χώμα,
κοκκινωπά αγκωνάρια στη στεριά, δάδες με κοκκινωπές φλόγες καίνε στη σκηνή του
Αχιλλέα. Το νερό και η φωτιά, αέναη πάλη εξουσίας, και τα δύο δίνουν και
παίρνουν ζωή. Αλλά το πώς θα τα χρησιμοποιήσει κανείς, αυτό είναι που κάνει τη
διαφορά. Έτσι και τα λόγια της Κασσάνδρας, οι προρρήσεις της μπορούσαν να
προσφέρουν σωτηρία. Μα κανείς δεν την άκουσε…..
Η αφήγηση δεν ακολουθεί μία
γραμμική σειρά, οι χρόνοι εναλλάσσονται καθώς οδηγούμενη στο θάνατό της
επαναφέρει στη μνήμη της το παρελθόν, αυτή τη μνήμη-γνώση που θα χαθεί μαζί
της. Συχνά τα λόγια της είναι κατακερματισμένα, μόλις και αγγίζουν τα όρια ενός
λόγου που χαρακτηρίζεται από κανονικότητα. Η Κασσάνδρα συνειδητοποιεί ότι είναι
παντελώς αδύναμη όχι μόνο να σώσει τους άλλους αλλά ούτε καν τον εαυτό της δεν
επιθυμεί να γλιτώσει από το κακό. Μόνη της περιουσία, το όνομά της, Κασσάνδρα,
«αυτή που υπερέχει σε κλέος των ανδρών». Μάταιη υπεροχή του γεμάτου
ενσυναίσθηση θηλυκού έναντι του σκληρού αρσενικού. Εξάλλου, τι αξία έχει να ζει
πλέον μέσα σε έναν κόσμο που δεν αναγνωρίζει ως δικό της;
Σε αυτή την επανερμηνεία του μύθου
όλες οι έννοιες φανερώνονται σε δίπολα, από τη μια πλευρά οι σιωπές, ο
εσωτερικός μονόλογος, ο πόθος, ο πόνος, η αγωνία και από την άλλη η ένταση, το
πείσμα, οι διάλογοι, η αίσθηση της αμαρτίας, η αξιοπρέπεια, η ηθική
ανωτερότητα, η δύναμη να υπερασπιστείς έως τέλους τις αξίες σου αναγνωρίζοντας
«αυτή τη μικρή, ασήμαντη θεότητα που κανείς δεν τη μνημονεύει και κανείς δεν θυσιάζει στη χάρη της : την
ευθύνη» (σελ. 33). Ο λόγος της Κασσάνδρας σπαράσσεται από εσωτερικότητα που
αλληλοσυμπληρώνεται με τη σωματικοποίηση του ψυχικού άλγους. Η ηρωίδα πεθαίνει,
τσακισμένη από την ανίσχυρη συνειδητοποίηση του ότι η ίδια μπορεί και βλέπει με
λογική, μπορεί να ερμηνεύει σωστά (σελ. 28) αυτά που οι άλλοι πράττουν με
παραλογισμό. Παρούσα σε όλο το κείμενο, η ομηρική έννοια της γνώσης, της
αναγνώρισης, της κατανόησης έναντι της άγνοιας, του παραλογισμού, των μοιραίων,
ασυλλόγιστων, αποφάσεων.
Γύρω από την κεντρική ηρωίδα
στοιχίζονται ή καλύτερα αναμετρώνται μαζί της, οι υπόλοιποι ήρωες: ο Απόλλωνας,
θεός-αρχέτυπο αρσενικό, εκπρόσωπος της λογικής θεώρησης του κόσμου, ο Πρίαμος
και ο Αγαμέμνονας, βασιλείς-έρμαια της θέσης τους, καταδικασμένοι να ηττηθούν
από όσα οι ίδιοι πρεσβεύουν, το μεγαλείο της δόξας, την κυριαρχία επί του
άλλου, η Εκάβη, βασίλισσα, το αιώνιο θηλυκό, σύζυγος, μητέρα, ερωμένη, τίποτε
από αυτά δεν διεκδίκησε η Κασσάνδρα για τον εαυτό της, η Ελένη, το απόλυτο
λάφυρο εξουσίας, αυτό που η Κασσάνδρα αρνείται πεισματικά να γίνει, η Θέτις,
μητέρα, η Κασσάνδρα άτεκνη, ο Έκτορας, μορφή ηρωική, πεθαίνει ένδοξα, ο
Αχιλλέας, μορφή τραγική, πεθαίνει άδοξα, η Κλυταιμνήστρα, βασίλισσα-δολοφόνος
για χάρη της εξουσίας, η Κασσάνδρα, πριγκίπισσα-θύμα αρνείται την εξουσία, ο
Έλενος, δίδυμος αδελφός, οιωνοσκόπος, καιροσκόπος, ταυτισμένος με το ψέμα, η
ηρωίδα, μάντισσα ανώτερη, ταυτισμένη με τη μόνη αλήθεια.
Το τελευταίο βιβλίο του Μάνου
Κοντολέων, ένα συγκλονιστικό μυθιστόρημα ενηλικίωσης, αποτελεί, εν τέλει, από
μόνο του σχολή. Τα αρχαία κείμενα παραμένουν ζωντανά γιατί κάθε εποχή
αναγνωρίζει σε αυτά αλήθειες πανανθρώπινες, πέρα από τα σύνορα του τόπου και
του χρόνου. Πρόσφορα για μελέτη, περιμένουν το σύγχρονο μελετητή να ασχοληθεί
μαζί τους, να αναδείξει και να φέρει στο φως νέα ευρήματα, να συνομιλήσει μαζί
τους δημιουργικά, να τολμήσει να δώσει τη δική του ερμηνεία, να μαγέψει τον
αναγνώστη θυμίζοντάς του ότι η ιστορία έρχεται ξανά και ξανά σε αέναους κύκλους
και ότι όλοι είμαστε δεμένοι με αόρατες κλωστές με πανάρχαια θεμελιώδη στοιχεία
της ανθρώπινης φύσης μας.
Η «Κασσάνδρα….» είναι ένα έργο
μοναδικής ομορφιάς, με λογοτεχνική πρωτοτυπία και υπεροχή που επιβεβαιώνει για
άλλη μια φορά πως ο Μάνος Κοντολέων είναι από τους σημαντικότερους σύγχρονους συγγραφείς,
τηρώντας μία πάντα φρέσκια ματιά, έτοιμος να μας ξαφνιάσει ευχάριστα και να μας
οδηγήσει σε μονοπάτια εσωτερικής θεώρησης του κόσμου μας αλλά, κυρίως, του εγώ
μας. Στήνει με δεξιοτεχνία ένα δίχτυ με λέξεις και νοήματα, επιλέγει το σύμβολο
του απόλυτα τραγικού ανθρώπου για να μιλήσει, να παρακινήσει, να αφυπνίσει τις
συνειδήσεις, να καταδικάσει μία κοινωνία που έχει πάψει να στοχάζεται, να
παλεύει, να επιμένει. Η μνήμη ξεθωριάζει, η ευθύνη παραγράφεται, η ανωτερότητα
και η ηθική θεωρούνται ξεπερασμένες, η ύλη από μέσο γίνεται σκοπός, η βεβήλωση
δεν στοχεύει στην ανασύνθεση αλλά στην πλήρη καταστροφή, η συνέπεια ζωής, έννοια
ξεχασμένη.
Αξίζει, τέλος, να σημειώσουμε ότι
η «Κασσάνδρα» είναι ένα λογοτεχνικό έργο που, παρότι εμπεριέχει ένα βαθύτερο
φιλοσοφικό προσανατολισμό, είναι ένα ισχυρό, σύγχρονο μανιφέστο όπου η έννοια του «εγώ» αναμετράται με την έννοια
του «εμείς», υποδηλώνοντας ότι η έννοια της ύπαρξης είναι στην ουσία συν-ύπαρξη, απηχώντας
έννοιες απόλυτα σχετικές με ψυχαναλυτικά, πολιτικά και οικονομικά κριτήρια. Ο
συγγραφέας ξαναδιαβάζει το μύθο προσπαθώντας να αναδείξει τη σημασία του ατόμου
εντός της κοινωνίας, σε μία εποχή όπου το
όραμα ενός καλύτερου μέλλοντος για την ανθρωπότητα δείχνει να υποχωρεί μπροστά
στα αδιέξοδα που δημιούργησε ένας κόσμος που, ικανοποιώντας μία αλόγιστη δίψα
για περισσότερες και όχι ποιοτικότερες κατακτήσεις, σε όλα τα επίπεδα,
καταστρέφει το ανθρώπινο νόημα της ύπαρξής του. Η
Κασσάνδρα τελειώνει το ταξίδι της, ταξίδι πραγματικό και μεταφορικό, καθώς
φθάνει στο τέλος της ζωής της. Όλα όσα
βιώνουμε σήμερα, είναι αυτή ακριβώς η αίσθηση του τέλους του ορίζοντα, όπου ότι
ήταν να ειπωθεί έχει ήδη ειπωθεί και ο άνθρωπος μένει μετέωρος, ανίκανος να δει
την δική του μοναδικότητα ως καταλυτική
δύναμη σε μία αλλαγή πορείας. Ως υπεύθυνης
για το σύνολο, του οποίου αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα, ως αφετηρία και
διέξοδος προς μία πορεία αναστροφής, σε μία προσπάθεια για την ανάκτηση ενός
κοινού δρόμου, όπου η ευθύνη και η μνήμη, σε έναν ακριβή συγχρονισμό, είναι οι
απαραίτητες προϋποθέσεις της ελευθερίας, τόσο της ατομικής, όσο και της
συλλογικής.
«Ό,τι θυμάσαι δεν έχει βάρος. Συνώνυμη της ελευθερίας είναι
η ανάμνηση». (σελ. 28) «Μπορείς - αν θες
- να βοηθήσεις τα άτομα…. Ανθρώπους συγκεκριμένους και με όνομα μπορεί ένας
άνθρωπος μοναχά να σώσει…. Να προσπαθήσει έστω…». (σελ.133)
Νάντια Τράτα
Πρώτη ανάρτηση: http://fractalart.gr/i-kassandra-sti-mayri-ammo/