Μια ουσιαστικά συνεπής παρουσία στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία είναι ο Βασίλης Τσιαμπούσης.
Γεννήθηκε και ζει στη Δράμα και πάντα από την πόλη αυτή δείχνει να παίρνει τις περισσότερες από τις εμπνεύσεις του, τις οποίες και τις ολοκληρώνει άλλοτε με τη μορφή μυθιστορημάτων, άλλοτε ως διηγήματα, πολύ συχνά και ως έρευνες γύρω από τη λαογραφία αυτής της πόλης.
Τη γραφή του τη διακρίνει η απλότητα, μια απλότητα που θα τη χαρακτήριζα και σεμνότητα, με την έννοια πως ο Β. Τ. αποφεύγει τους λεκτικούς ακκισμούς, αφηγείται με τρόπο καθαρό, τρόπο που σε κάνει να αισθάνεσαι πως στα χέρια σου κρατάς τις αφηγήσεις ενός φίλου.
Μα πίσω από την απλότητα της αφήγησης εύκολα μπορεί κανείς να διακρίνει πως τα κείμενά του έχουν άποψη και θέση και αναζητούν τρόπους να φωτίσουν το παρελθόν, όσο και το παρόν.
Το τελευταίο του αυτό βιβλίο -ο ίδιος το ονομάζει νουβέλα- αν και βασικά εξιστορεί μέσα από τα γεγονότα της ζωής ενός εφήβου που ζει στη Δράμα τα χρόνια λίγο πριν και λίγο μετά τον ελληνοαλβανικό πόλεμο, τόσο την κατοχή της πόλης από τον Βουλγαρικό στρατό όσο και τα μετέπειτα συμβάντα της εμφύλιας σύρραξης στην περιοχή, παράλληλα κάνει αφηγηματικά άλματα και μέσα από τις σκέψεις του κεντρικού αφηγητή -σε ώριμη πλέον ηλικία- κρίνεται το παρελθόν, το παρόν, μα και φωτίζεται -αυτό κυρίως- η δυναμική των διαπροσωπικών σχέσεων που μπορούν να αμφισβητήσουν εθνικές και ιδεολογικές διαφορές.
Παράλληλα και με τη βοήθεια από τη μια της απλής εξιστόρησης και από την άλλη με την καλή γνώση των ιστορικών λεπτομερειών, η μυθιστορηματική υπόσταση του έργου εμπλουτίζεται με τις επεμβάσεις των γεγονότων πάνω στην πλοκή και στη ζωή των κεντρικών ηρώων.
Όλο το έργο το διακρίνει επίσης η ματιά, τα συναισθήματα, οι ιδεολογικοί προβληματισμοί και οι ποικίλες ορμές ενός εφήβου, έτσι ώστε να μπορεί κανείς άφοβα να το κατατάξει και στο είδος του cross over μυθιστορήματος, με άλλα λόγια ενός ιδανικού αναγνώσματος για νέους που μέσα από αυτό θα γνωρίσουν ένα ουσιαστικό μέρος της Ιστορίας εκείνων των χρόνων.
Κρατώντας πάντα τις αποστάσεις από μια αυθαίρετη και τυχόν επιφανειακή σύγκριση έργων που γραφτήκανε σε άλλες εποχές και ίσως από διαφορετικές αφορμές, μπορώ να ισχυριστώ πως "Ο κήπος των ψυχών" συχνά με έκανε να φέρνω στη μνήμη μου το πεζογράφημα "Τζιοκόντα" του Νίκου Α. Κοκάντζη, ένα από τα βασικά έργα που πριν από σαράντα πέντε περίπου χρόνια ανέπτυξε τις αντιδράσεις της εφηβείας απέναντι τόσο στο θέμα του φασισμού/ ναζισμού, όσο και του Ολοκαυτώματος, μα και των εφηβικών ερωτικών αναταράξεών.
Με δυο λόγια - η νουβέλα αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιηθεί στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση έτσι ώστε οι σημερινοί έφηβοι να γνωρίσουν με αμεσότητα μια σημαντική περίοδο της Ελλάδας κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα.
(https://www.fractalart.gr/o-kipos-ton-psychon/
No comments:
Post a Comment