Παυλίνα Παμπούδη
«Χάρτινη ζωή»
Μυθιστόρημα
Εκδόσεις Ροές
Πρόσφατα κυκλοφόρησε το μυθιστόρημα της Παυλίνας Παμπούδη
«Χάρτινη ζωή».
Στην ουσία πρόκειται για την επανακυκλοφορία ενός
μυθιστορήματος που είχε δει για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας το 2002 και
που εφέτος, έρχεται και πάλι στα ράφια
των βιβλιοπωλείων με μια παρόμοια μεν δομή, αλλά πολύ περισσότερο
επαυξημένη με ποικίλα στοιχεία και ντοκουμέντα, όπως και με τους ίδιους, μεν, ήρωες,
αλλά με τα πραγματικά τους ονόματα.
Στην ουσία πρόκειται για μια μεγάλη εξιστόρηση των ζωών δυο
οικογενειών -η μια με καταγωγή από την Κρήτη, από τη Χαλκίδα η άλλη- από το
1900 έως το 2000 και που τώρα τεκμηριώνεται με περισσότερες πληροφορίες.
Η ίδια η Παυλίνα Παμπούδη -που συνδέεται άμεσα με τις δυο
αυτές οικογένειες μέσω των γονιών της- σε μια πρόσφατη συνέντευξή της,
ερμήνευσε τον τίτλο του έργου της αυτού.
Είπε χαρακτηριστικά: Ο τίτλος κυριολεκτεί. Το βιβλίο
βασίστηκε στην ιδέα αυτής της παράλληλης ζωής, της χάρτινης, που μας ακολουθεί
όλους από το χαρτί της ληξιαρχικής πράξης γέννησης μέχρι το χαρτί της
ληξιαρχικής πράξης θανάτου: Ανάμεσα σ’ αυτές τις δυο ημερομηνίες συσσωρεύονται
τα άφθονα χάρτινα ντοκουμέντα, που πιστοποιούν διαρκώς την ύπαρξή μας. Έγγραφα
επίσημα και ιδιωτικά, δημοσιεύσεις, προκηρύξεις, ανακοινώσεις, ενημερώσεις,
σημειώματα, γράμματα, κ.ο.κ. Οι ζωές μας, οι σκέψεις και οι πράξεις, αφήνουν
ίχνη και στην καρδιά και στο χαρτί. (συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη,
diastixo.gr)
Οι προσωπικές ιστορίες επηρεάζονται από τη γενική Ιστορία,
αλλά με τον δικό τους τρόπο και αυτές, πιο πριν και πιο μετά, τη διαμορφώνουν.
Και είναι γεγονός πως τον τελευταίο καιρό, τόσο σε ελληνικό
επίπεδο όσο και σε διεθνές, οι συγγραφείς αναζητούν την όποια ταυτότητα (ατομική,
κοινωνική, εθνική κλπ.) ανιχνεύοντας και
ανασυνθέτοντας τις καθημερινές στιγμές καθημερινών ανθρώπων του χτες.
Ως σχετικά και πρόσφατα παραδείγματα αναφέρω τα έργα του Τζόναθαν Κόου «Bournville: Το διαιρεμένο
βασίλειο» (Εκδόσεις Πόλις) και της Μάνιας Παπαδημητρίου «Σμύρνη, Μανίτσα μου»
(Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο)
Μα φαίνεται πως η Παυλίνα Παμπούδη είχε προηγηθεί μιας και η
«Χάρτινη ζωή» της είχε κάνει την εμφάνισή της από το 2002. Και πρέπει να
αναγνωριστεί πως για εκείνα τα χρόνια και για τα ελληνικά δεδομένα, το
εγχείρημα είχε μια πρωτοπορία και πρωτοτυπία.
Πολυσέλιδο και πολυπρόσωπο έργο, με πολλές πληροφορίες για ιστορικά
γεγονότα του τότε, για κοινωνικές νόρμες του παρελθόντος, για τα πάθη που
δείχνουν πως έχουν πεθάνει μα στην ουσία μεταλλάσσονται.
Θέλει προσεχτικό χειρισμό η διαχείριση ενός τόσο πλούσιου
υλικού, έτσι ώστε να μπορέσει να ‘δεθεί’ σε μια ενιαία μορφή και να προσφέρει
στον αναγνώστη του και αυτά που τυχόν θα ζητά από ένα μυθιστόρημα χαρακτήρων,
όσο και αυτά που θα θέλει να βρει σε ένα βιβλίο γεμάτο με αρχεία (έγγραφα,
δημοσιεύματα, φωτογραφίες, αλληλογραφία κλπ.) που συνυπάρχουν με λογοτεχνικές
κατασκευές.
Η Παμπούδη το είχε επιτύχει αυτό από το 2002. Οπότε μένει το
ερώτημα γιατί τάχα προχώρησε σε μια επανέκδοση του έργου, αυτή τη φορά με
περισσότερα στοιχεία, αλλά κυρίως με τα πραγματικά ονόματα των ανθρώπων που
κυκλοφορούν μέσα στις σελίδες του.
Και είναι ερώτημα που το θέτω εντός ενός κριτικού
σημειώματος και όχι με πρόθεση ψυχανάλυσης. Αλλά και από την άλλη, δεν γίνεται
να μην αναζητήσω συναισθηματικά και
ψυχαναλυτικά αποτυπώματα σε ένα τόσο σύνθετο έργο που φωτίζει οικογενειακά
μυστικά και ερμηνεύει πορείες και αποφάσεις πολλών ζωών.
Μα όποιος κι αν υπήρξε ο μοχλός με τον οποίο
επαναλειτούργησε η ανάγκη επανέκδοσης, το γεγονός πως έχουμε στα χέρια μας ένα
σπαρταριστό κείμενο που περιγράφει έναν αιώνα και μαζί με αυτόν τις ερμηνείες
διαμόρφωσης των χαρακτηριστικών τριών γενεών, είναι καλοδεχούμενο.
Καθώς έχουμε πλέον εισέλθει στην εποχή των διαδοχικών και
ταχύτατων ενημερώσεων κάθε ανθρώπινης πράξης, ο κίνδυνος όλες αυτές να
μετατρέπονται σε μια ασαφή και χωρίς παλμό μάζα πληροφοριών, είναι πλέον
υπαρκτός. Οικογενειακά μυστικά δεν υπάρχουν, ατομικές απομονώσεις
εξαφανίστηκαν, όλα σε μια παγκόσμια εικονική οθόνη προβάλλονται και οι θεατές δεν προλαβαίνουν
να πάρουν θέση για την όποια περίπτωση. Αμέσως μετά μια άλλη, άλλες τους
αποσυντονίζουν.
Αλλά ο γραπτός λόγος μένει. Έχει μια σταθερότητα. Και για
αυτόν στον οποίο απευθύνεται, αλλά και για εκείνον από τον οποίο γράφεται.
Τα ντοκουμέντα πρέπει να βγουν από κλειστά σεντούκια ή
σκοτεινές βιβλιοθήκες. Και οι άνθρωποι πρέπει να διεκδικήσουν τη θέση τους στη
μνήμη των επερχόμενων γενεών με το δικό του όνομα ο καθένας. Και ο καταγραφέας
όλων αυτών, αξίζει να τολμά να λειτουργεί ως ένας άνθρωπος που θέλει να μιλήσει
ξεκάθαρα για αυτούς που τον γέννησαν και για όσους τον διαμόρφωσαν, μα και για όσους
ο ίδιος μέσα στην πορεία της ζωής του επηρέασε.
Η Παυλίνα Παμπούδη πριν από 23 χρόνια το είχε τολμήσει. Τώρα
ολοκληρώνει την τόλμη της. Έτσι κι αλλιώς είναι μια λογοτεχνική περσόνα που δεν
μπορείς εύκολα να την εντάξεις σε ένα είδος. Και ποιήτρια και πεζογράφος και
δημιουργός ΄’δήθεν παιδικών κειμένων΄ και στιχουργός και μεταφράστρια και
ζωγράφος.
Πριν από 23 χρόνια είχε κλείσει το μάτι στους αναγνώστες της
και τους είχε δείξει πως μπορεί να συνεργαστούν κοινωνία, οικογένεια, χαρακτήρες
για να δημιουργήσουν μια ατομική σελίδα
ιστορίας. Τώρα το νεύμα γίνεται πιο ξεκάθαρο. Όλα στο φως.
Και όλα και πάλι να ειπωθούν από την αρχή. Άλλωστε –
Ένα άηχο βουητό ανέβηκε από την άβυσσο. «Εγώ. Χωρίς εγώ,
χωρίς ονόματα και ιδιότητες. Χωρίς υπάρχοντα, σάρκα, όργανα, γλώσσα. Νου.
Ιστορίες. Όλη η οικογένεια του ανθρώπου απ΄΄την αρχή του χρόνου κι ως το τέλος
του κόσμου. Σε υποδέχομαι στην πύλη ως μαμά γιατί επικαλέστηκες μαμά, σχεδόν 90
χρόνων μωρό»
Οι τελευταίες προτάσεις του βιβλίου φωτίζουν συγγραφικές
προθέσεις και καλύπτουν αναγνωστικές αγωνίες.
(882 λέξεις)
No comments:
Post a Comment