30.7.11

Ανα Νον




Αγκουστίν Γκομέζ – Άρκος
«Άνα Νον»
μετάφραση: Ντίνα Σιδέρη
Εκδόσεις Δωρικός

Άνθρωπος του 20ου αιώνα ο Ισπανός Γκομέζ – Άρκος. Βίωσε και πίστεψε τα κινήματα μιας εποχής που εκείνος πρόλαβε (με τον θάνατό του) να μη τη δει να ξεθωριάζει.
Συγγραφέας, ηθοποιός, αντιστασιακός, ομοφυλόφιλος, εξόριστος –οι μη συμβάσεις καθόρισαν τη ζωή και το έργο του.
Το μυθιστόρημα του «Άνα Νον», γραμμένο το 1977 μοιάζει να μη θέλει να δει πως η ιδεολογία που πίστεψε ο συγγραφέας του, προδίδεται από όσους είχαν αναλάβει την εφαρμογή της
Μπορεί , όμως, το «Άνα Νον» να διαβαστεί ακριβώς με την αντίθετη ματιά –η ζωή μιας γυναίκας του λαού που η Ιστορία την ξεγελά.


Κεντρικά σημεία της αφήγησης : Η Ισπανία τα χρόνια του Φράνκο.


Όπως και να είναι, όπως κι αν ο αναγνώστης του 2011 αποφασίσει να σταθεί απέναντι σ΄ ένα κείμενο σπαραγμού και πάθους, πορείας προς το θάνατο, μα και πορείας προς την απόλυτη διαμαρτυρία, εκείνο που μένει και συναρπάζει είναι το πόσο γρήγορα ξεχάσαμε αυτά για τα οποία είχαμε ορκιστεί να αγωνιστούμε।


Παράλληλα, να σημειωθεί πως το έργο αυτό μπορεί να το διαβάσει κανείς ή σαν ένα συμβολικό κείμενο όπου η κεντρική ηρωίδα και ο τόπος του δράματός της προσφέρονται για την απόδειξη της μη διάψευσης των οραμάτων, είτε όμως και ως ένα μυθιστόρημα όπου το κεντρικό πρόσωπο δεν αναπνέει αυτόνομα, αλλά υπάρχει για να εξυπηρετεί τις ιδέες του δημιουργού του.
Σπαρακτικό –νομίζω πως ήδη έτσι το χαρακτήρισα- κείμενο, με κάποιες σελίδες του να μπορούν ξεσχίζουν, να εξοργίζουν. Η γνήσια λογοτεχνία στέλνει το άρωμά της. Και σε αυτό συμβάλει, βέβαια, η μετάφραση της Ντίνας Σιδέρη.

18.7.11

Μάτση Χατζηλαζάρου















Χρήστος Δανιήλ
«…Ιούς, Μανιούς, ίσως και Aqua Μarina»

Μάτση Χατζηλαζάρου

Η πρώτη Ελληνίδα υπερρεαλίστρια

Εκδόσεις Τόπος

Αύριο θα σμίξω τα δυο σου σκέλη, μήπως γεννηθεί ένα μικρό
Λυπητερό παιδάκι, θα το λένε Ιούς, Μανιούς, ίσως και
Aqua Marina.
Φέρτε μου να γεννήσω όλα τα μωρά της πλάσης, δώστε να
Πεθάνω όλους τους θανάτους…

Νομίζω πως θα πρέπει κανείς να συγχαρεί τις Εκδόσεις Τόπος που τόλμησαν σε μια τέτοια μίζερη εποχή να κυκλοφορήσουν αυτό το λεύκωμα –βιογραφία της Μάτσης Χατζηλαζάρου και ανθολόγιο των ποιημάτων της.
Σήμερα, σε αυτή τη μίζερη κατάσταση είναι που περισσότερο από ποτέ έχουμε ανάγκη να διαβάζουμε υπερρεαλιστικούς στίχους και να ονειρευόμαστε ένα μικρό παιδάκι που θα το λένε Ιούς, Μανιούς, ίσως και Aqua Marina.
Σημαντική ποιήτρια η Μάτση Ανδρέου – Χατζηλαζάρου και παράλληλα μια γυναίκα που διέσχισε τον 20ο αιώνα αναζητώντας μια προσωπική ταυτότητα, αδιαφορώντας για συμβάσεις, αναζητώντας την επαφή με τους μεγάλους καλλιτέχνες της εποχής της, συμπλέοντας με ομάδες, ακολουθώντας μοναχικές πορείες και εν τέλει καταφέρνοντας να γεννήσει όλα τα μωρά της πλάσης, να πεθάνει όλους τους θανάτους…
Τα κείμενα της έκδοσης έχουν μια ‘ζωντανή’ δομή. Ακολουθούν τα βήματα της βιογραφούμενης με συντομία και επιλέγοντας καίριους σταθμούς της ζωής της.
Παράλληλα μεγάλο μέρος του έργου της εντάσσεται μέσα στη ροή της αφήγησης, όπως βέβαια και ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
Ένα βιβλίο που φέρνει στο προσκήνιο μια εποχή όπου οι δημιουργοί δημιουργούσαν και οι άνθρωποι ονειρευόντουσαν.
Όχι και τόσο μακρινή, αλλά που κάποιοι τολμούσαν να γράψουν:
τα ποιήματα που αγαπώ, θέλω να τα ζήσω μαζί σου.








6.7.11

Μίκα Βαλτάρι - Ιωάννης Άγγελος



Μίκα Βαλτάρι
«Ιωάννης Άγγελος»
μετάφραση: Μαρία Μουρτζούκου
Εκδόσεις Καλέντης

Ο φιλανδός συγγραφέας Μίκα Βαλτάρι (1908 - 1979) μπορεί πλέον να θεωρηθεί ως κλασικός ιστορικός συγγραφέας. Ιδιαίτερα αγαπητός και στην Ελλάδα, έχει καταφέρει με τα ιστορικά μυθιστορήματά του όχι μόνο να ζωντανεύει περιόδους του παρελθόντος, αλλά να φέρνει και κοντά στο σύγχρονο αναγνώστη τα πρόσωπα που έζησαν εκείνες τις περιόδους.
Το έργο του «Ιωάννης Άγγελος» παρουσιάζει για τον έλληνα αναγνώστη ένα πρόσθετο ενδιαφέρον καθώς αναφέρεται στους τελευταίους μήνες της Κωνσταντινούπολης. Λίγους μήνες πριν από την πτώση της πρωτεύουσας του Βυζαντίου, ένας μυστηριώδης άνδρας κινείται στα τείχη, στις εκκλησίες, στα παλάτια και στους δρόμους της και μέσα από ημερολογιακές καταγραφές περιγράφει από τη μια την ατμόσφαιρα που πλακώνει τη μελλοθάνατη πόλη και από την άλλη τα συναισθήματα εκείνων που έχουν αποφασίσει να την υπερασπιστούν.
Με ευαισθησία, αντικειμενικότητα, ιστορική επάρκεια και έντονο συναίσθημα ο Βαλτάρι οδηγεί τον αναγνώστη του σε μια εποχή που όσο και να είναι φορτισμένη, παραμένει και συγχρόνως άγνωστη σε ουσιαστικές λεπτομέρειές της.
Ναι, η πτώση της Πόλης σηματοδοτεί πολλά – ο Βαλτάρι είναι ξεκάθαρος καθώς προαναγγέλλει τους αιώνες σκότους που θα ακολουθήσουν, είναι καίριος όταν τονίζει πως ένας νέος τύπος ανθρώπου έρχεται να πρωταγωνιστήσει στην ιστορία της Ευρώπης.
Και έχει, στ΄ αλήθεια ενδιαφέρον να δει κανείς το πώς ο Βαλτάρι προχωρά πίσω από τα ιστορικά γεγονότα και καταγράφει την αλλαγή των εποχών μέσα από τη σύγκρουση (μα και τη συνύπαρξη) από τη μια του Μωάμεθ του Πολιορκητή και από την άλλη του Ιωάννη Άγγελου, του τελευταίου Βυζαντινού.
Αξίζει να τονισθεί η μετάφραση από τα φιλανδικά της Μαρίας Μαρτζούκου. Πρόκειται περί μεταφραστικού άθλου.

1.7.11

Σμιθ


Βασιλική Ηλιοπούλου
«Σμιθ»
Εκδ. Πόλις


Μετά από την βράβευσή του με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος, αποφάσισα να διαβάσω το «Σμιθ», της Βασιλικής Ηλιοπούλου.
Είχα ακούσει κάτι λίγα σχετικά με το μύθο και την περίοδο που όσα περιγράφει διαδραματίζονται και ομολογώ πως το ενδιαφέρον μου δεν είχε και τόσο ενεργοποιηθεί.
Κουράστηκα πια να διαβάζω λίγο – πολύ τα ίδια και τα ίδια για εκείνα τα μετεμφυλιακά χρόνια. Ζούμε το σήμερα και το σήμερα έχει τις δικές απαιτήσεις ανάγνωσης, κατανόησης και εν τέλει αντίστασης.
Αλλά μιας και η επιτροπή ήταν η ίδια που την προηγούμενη χρονιά είχε δώσει το αντίστοιχο βραβείο σε κείμενο που δεν ήταν μυθιστόρημα, αλλά μαρτυρία για εκείνη, την ίδια πάνω – κάτω περίοδο, αποφάσισα να δω αν τελικά και εφέτος έγινε το ίδιο ατόπημα και στη θέση κριτηρίων λογοτεχνικών είχαν επικρατήσει ξανά κριτήρια … χρονολογικής συμπάθειας.
Ευτυχώς –από την αρχή το δηλώνω- το «Σμιθ» και πλήρες μυθιστόρημα είναι και άξιο να βραβευτεί.
Και σε μένα προσωπικά χάρισε την ευκαιρία να διαβάσω κάτι φρέσκο, μια εξιστόρηση όλο τρυφερή κατανόηση από τη μια, μα και καυστική σάτιρα από την άλλη μιας περιόδου καμπής –εν τέλει- της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Μιας περιόδου ήττας και νέου ξεκινήματος. Μιας περιόδου συμβιβασμών και νέων ονειροπολήσεων.
Το «Σμιθ» της Ηλιοπούλου με έκανε να δω το δικό μας ιστορικό σήμερα ως μια μακρινή επανάληψη του μακρινού χτες. Κυρίως σε ότι αφορά τους ανθρώπους που τότε ζήσανε και αυτούς που τώρα ζούνε. Τους ανθρώπους τους απλούς που αν και ζούνε το σημαντικό, το βιώνουν με ασήμαντο τρόπο. Ναι, τους πάντα ξεγελασμένους ή συμβιβασμένους –όπως θες μπορείς να τους χαρακτηρίσεις. Όπως θέλω μπορώ να χαρακτηρίσω την κάθε γενιά που ανταλλάσσει ένα ένδοξο περίστροφο με ένα τενεκέ βούτυρο.
Πέρα από όλα αυτά, χάρηκα την κινηματογραφική ματιά που ενσαρκώθηκε σε λογοτεχνικές παραγράφους, τις λεπτομέρειες που με τη δικιά τους ευαισθησία περιγράφανε καταστάσεις, τις σιωπές των προσώπων –βλέμματα και κινήσεις- που εμβαθύνανε στις διαπροσωπικές σχέσεις.
Χαμηλόφωνο μυθιστόρημα. Καθόλου κραυγαλέο. Απόλυτα ουσιαστικό. Μια αναγνωστική απόλαυση.



30.6.11

Μουρακάμι



Χαρούκι Μουρακάμι
«Νότια των συνόρων, δυτικά του ήλιου»
μετάφραση: Βασίλης Κιμούλης
Εκδόσεις Ωκεανίδα


Από τους σημαντικότερους συγγραφείς όχι μόνο της Ιαπωνίας, αλλά και όλου του κόσμου είναι ο Χαρούκι Μουρακάμι. Βαθιές και ουσιαστικές οι προσεγγίσεις του πάνω σε ζητήματα ανθρώπινων σχέσεων και κοινωνικών ζητημάτων. Και αυτό το ουσιαστικό το υπηρετεί με μια γραφή απλή, μα και ιδιαιτέρως καίρια.
Το τελευταίο του μυθιστόρημα «Νότια των συνόρων, δυτικά του ήλιου» (με άψογη τεχνική το έχει μεταφράσει ο Βασίλης Κιμούλης) έχει τα ίδια χαρακτηριστικά απλότητας, αλλά καταφέρνει να φέρει σε δύσκολη θέση την τελική κρίση του αναγνώστη του. Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα λεπτής ανατομίας της ερωτικής συμπεριφοράς ενός άντρα ή μήπως μια έκφραση άψογης ‘γαλάζιας’ λογοτεχνίας;
‘Γαλάζιας’ σε αντιπαράθεση με ό,τι θεωρούμε ως ‘ροζ’.
Η ιστορία ενός κοντά σαραντάχρονου γιαπωνέζου, εκπρόσωπου της σημερινής μεγαλοαστικής τάξης, δίνεται μέσα από την καταγραφή των σχέσεών του με τις τρεις γυναίκες – ερωτικές συντρόφους του.
Το εύρημα είναι ενδιαφέρον, αλλά από την άλλη σου προκαλεί και μια αμηχανία. Η σημερινή Ιαπωνία απουσιάζει –ίσως θύμα κι αυτή μιας παγκοσμιοποίησης. Ο μέσος αρσενικός ιάπωνας, το ίδιο είναι κι αυτός απών. Ο ήρωάς μας κινείται ανάμεσα στα γυμναστήρια και στα τζαζ μπαρ που διευθύνει. Το ίδιο και οι γυναίκες του μυθιστορήματος –κι αυτές δεν έχουν μια εθνική ταυτότητα. Αν δεν είναι οι χαϊδεμένες μεν, αλλά συνετές κόρες πλούσιων μπαμπάδων, θα διαθέτουν μια μυστηριώδη γοητεία και θα αφήνονται –όταν αυτές το αποφασίσουν- στους παραδοσιακούς ρόλους θηλυκών εκφράσεων ερωτικής προσφοράς.
Ναι, αυτό ίσως είναι που με ενόχλησε στο μυθιστόρημα –είναι γραμμένο με ύπουλο αρσενική τρόπο.
Αλλά αυτό είναι και που με έκανε να μη θέλω να το αφήσω από τα χέρια μου –μου έδειχνε τις απόκρυφες ρομαντικές σκέψεις ενός άντρα.
Λοιπόν, καμιά φορά και όταν ο συγγραφέας διαθέτει μεγάλο ταλέντο, κάθε χαρακτηρισμός του έργου του ξαφνικά καταρρέει. Ή και αλλάζει έννοια.
Ροζ ή γαλάζια λογοτεχνία –δεν ξέρω. Αυτό που γνωρίζω είναι πως προτείνω ένα μυθιστόρημα που καθηλώνει τον αναγνώστη του.

26.6.11

Μισέλ Ουελμπέκ "Ο χάρτης και η επικράτεια"




Μπορώ να κατανοήσω τις αρνητικές κρητικές που συχνά ο Ουελμπέκ και τα μυθιστορηματά του προκαλούν, και ακόμα περισσότερο μπορώ να κατανοήσω όσες από αυτές έχουν να κάνουν με τον τελευταίο του βιβλίο -"Ο χάρτης και η επικράτεια".


Τις κατανοώ αλλά καθόλου, μα καθόλου δεν τις ασπάζομαι.


Αναγνωρίζω πως ο γάλλος συγγραφέας έχει μια έντονη τάση να προκαλεί, να δημιουργεί αναταραχή γύρω από το όνομά του και τη ζωή του. Και για να ολοκληρώσει αυτή την τάση του, δεν διστάζει να χρησιμοπιεί και τα ίδια του τα έργα.


Αλλά αν κάποιους αυτό τους ενοχλεί και για κάποιους άλλους κάτι τέτοιο ίσως είναι αρνητικό για τα ίδια τα λογοτεχνικά κείμενα, σε μένα αντιθέτως αυτή η καταπάτηση κανόνων αφηγηματικής δομής, η εμπλοκή του προσωπικού με το μυθιστορηματικό και πάνω απ΄ όλα αυτή η εντελώς ανορθόδοξη ανάγνωση του κόσμου, με ενθουσιάζει.


Θέλω από τη λογοτεχνία να μου λέει κάτι το διαφορετικό με τρόπο διαφορετικό.


Και ο Ουελμπέκ μου τα προσφέρει και τα δύο.


Στα έργα του τελικά δεν είναι τα άτομα που πρωταγωνιστούν, αλλά η εποχή τους. Ο συγγραφέας αυτός καταφέρνει να κάνει κέντρο της μυθιστορηματικής του πλοκής μια εποχή και μάλιστα αυτή την εποχή, στη συνέχεια, με απόλυτη μυθιστορηματική άποψη, να την παραλλάζει, να την αναστρέφει, να την παραποιεί κι όμως εν τέλει να την ερμηνεύει με τρόπο καίριο και εξαιρετικά αποτελεσματικό.


Στο τελευταίο του μυθιστόρημα όλα αυτά τα κάνει.


Πρώτα απ΄ όλα τοποθετεί τον εαυτό του στο κέντρο της όλης δράσης και φτάνει στη σημείο να τον δολοφονήσει.


Στη συνέχεια ενώ δηλώνει πως τα γεγονότα που περιγράφει φτάνουν κοντά είκοσι χρόνια μετά από το σήμερα, αδιαφορεί για τις όποιες πραγματολογικές ανακρίβειες.


Και κάπου προς το μέσο της όλης σύνθεσης, εγκαταλείπει το κοινωνικού προβληματισμού μυθιστόρημα, στρέφεται στο αστυνομικό, για να το αφήσει αργότερα κι αυτό και να καταλήξει σε μια μελλοντολογική πρόταση, που βέβαια από την αρχή του έργου ήταν σαφές πως σε αυτήν ήθελε να καταλήξει.


Για τον Ουελμπέκ όλα πλέον έχουν μετατραπεί σε εμπόρευμα και η Τέχνη έχει κι αυτή εμπορευματοποιηθεί. Από στοιχείο αμφισβήτησης έχει γίνει βήμα συντήρησης. Και πάνω στα προϊόντα της εκφράζονται οι πιο ακραίες μορφές μιας καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.


Μένω σε αυτό. Και αφήνομαι να παρασυρθώ από τα τερτίπια ενός συγγραφέα που τολμά τον σαρκασμό των άλλων, αλλά και τον αυτοσαρκασμό του.

5.6.11

Ο αδελφός της Ασπασίας 2 - Μεγάλο Βραβείο, Μεγάλοι Μπελάδες

Κοντεύουν 20 χρόνια από τότε που ο Δαμιανός, ο Αδελφός της Ασπασίας, σχηματιζότανε μέσα στο μυαλό μου, έπαιρνε στη συνέχεια σάρκα και οστά και σε λίγο, ο αξέχαστος Αντώνης Καλαμάρας του χάριζε και την εικονογραφική του μορφή.
Η χιουμοριστική περιγραφή της καθημερινότητας ενός παιδιού μέσα στα χρόνια του '90, έμελλε να γίνει ένα από τα πιο δημοφιλή μου έργα, το βιβλίο μου που φτάνει τα 50.000 αντίτυπα και που σταθερά παραμένει ένα από τα πιο αγαπημένα αναγνώσματα μικρών, μα και μεγάλων.
Ίσως είναι το γεγονός πως ο Δαμιανός κατάφερε να περιγράψει με απλότητα, αυτοσαρκασμό και χιούμορ συνθήκες που όλοι μας ζούμε -ναι, ίσως γι αυτό τόσοι πολλοί ήταν εκείνοι που μου ζητήσαν να γράψω για μια ακόμα φορά με τον τρόπο ενός μικρού αγοριού το τι συμβαίνει γύρω μας.
Πέρασαν κοντά δεκαοχτώ χρόνια για να μπορέσω να δω ξανά με τα μάτια του Δαμιανού, δεκαοχτώ χρόνια για να μπορέσω να περιγράψω και πάλι μια νέα καθημερινότητα, αυτή τη φορά πέρα από τον αυτοσαρκασμό και το χιούμορ και με μια σουρεαλιστική διάθεση.
Η νέα συνάντηση έχει πια ξεκινήσει. Οι πρώτοι αναγνώστες του πρώτου Αδελφού της Ασπασίας μπορεί να έχουν πια και δικά τους παιδιά.
Αλλά όπως όλοι οι χάρτινοι ήρωες, ο Δαμιανός, η Ασπασία και οι δικοί τους, ελάχιστα μεγαλώσανε.
Μεγάλωσε όμως ο δημιουργός τους. Μεγάλωσα. Και καθώς πλέον διαβάζω εν παραλλήλω τα δυο κείμενα, μπορώ και βλέπω το πως από την αθωότητα του πρώτου έχω μεταφερθεί στην κατά κάποιον τρόπο επαναστατικότητα του δεύτερου.
Και βέβαια, υπάρχει και μια ακόμα διαφορά. Επέλεξα ως διάδοχο του Καλαμάρα την Τέτη Σώλου. Κι εκείνη κατάφερε, με τον δικό της τρόπο, να ωριμάσει τον ήρωα.
Έχουν και οι μυθιστορηματικοί ήρωες την τύχη και τη μοίρα τους.
Στέκομαι δίπλα στα δυο αδέλφια και αν συνεχίσουν να αγαπιούνται από τους αναγνώστες τους -τους χτεσινούς, τους τωρινούς και τους μελλοντικούς τους- εγώ θα αισθανθώ δικαιωμένος। Κάτι πιο πολύ -ευτυχισμένος.

adelfostisaspasias.blogspot.com