Συνέντευξη στην εφημερίδα "Πατρίς" του Ηρακλείου Κρήτης
19/2/2010
Ο γνωστός συγγραφέας Μάνος Κοντολέων μιλά για τα 30 χρόνια παρουσίας του στα ελληνικά γράμματαΤο πολυσχιδές λογοτεχνικό έργο του έχει πολλάκις αποσπάσει διακρίσεις και επιδοκιμαστικά σχόλια τόσο από την κριτική, όσο και από το αναγνωστικό κοινό. Ο λόγος για τον πολυγραφότατο συγγραφέα Μάνο Κοντολέων, ο οποίος τη φετινή χρονιά συμπληρώνει 30 χρόνια πολύτιμης προσφοράς στην ελληνική λογοτεχνία. Με αφορμή την παρουσίαση του μυθιστορήματός του «Λεβάντα της Άτκινσον» απόψε στις 7 μ.μ. στο βιβλιοπωλείο «Αναλόγιο», μας παραχώρησε συνέντευξη στην οποία καταθέτει, μεταξύ άλλων, τις σκέψεις του για την πολυετή λογοτεχνική του διαδρομή και την ιδιαίτερη επικοινωνία που αναπτύσσει με το αναγνωστικό του κοινό όλων των ηλικιών. Ο συγγραφέας μάς αποκαλύπτει τους λόγους για τους οποίους γράφει, σχολιάζει την κοινωνική διάσταση και τη χρησιμότητα της λογοτεχνίας στη σύγχρονη εποχή, και βεβαίως, αναφέρεται στο τελευταίο μυθιστόρημά του, καθώς και στη σχέση του με το νησί μας.
Τη φετινή χρονιά συμπληρώνετε τριάντα χρόνια συνεισφοράς στα ελληνικά γράμματα. Πώς αισθάνεστε έχοντας διανύσει μια λογοτεχνικά παραγωγική ομολογουμένως διαδρομή, η οποία περιλαμβάνει περισσότερα από σαράντα έργα;
Τριάντα χρόνια -και μάλιστα όταν αυτά καλύπτουν μια περίοδο που ξεκίνησε όταν ήμουνα τριάντα χρονών και κλείνει τώρα που έχω πατήσει τα εξήντα- είναι στην ουσία μια ζωή. Και μέσα σε μια ζωή έχεις δώσει πολλά και έχεις πολλά πάρει, έχεις τελικά σχηματίσει μια ολοκληρωμένη ταυτότητα. Αυτό με χαροποιεί, με κάνει να αισθάνομαι υπερήφανος, αλλά και με τρομάζει. Γιατί θέλω να πιστεύω –μάλλον είμαι σίγουρος πως έχω πολλά ακόμα να προσφέρω και πως η ταυτότητά μου δεν μπορεί να θεωρηθεί ακόμα ολοκληρωμένη.
Εκτός από το ότι είστε από τους πλέον πολυγραφότατους Έλληνες λογοτέχνες, εκείνο που αξίζει να σημειώσουμε είναι ότι τα έργα σας απευθύνονται σε όλες τις ηλικιακές ομάδες αναγνωστών: σε παιδιά, σε νέους και σε ενήλικες. Πώς καταφέρνετε κάθε φορά να προσαρμόζετε τη γραφή σας, έτσι ώστε ο λόγος σας να φθάνει με την ίδια ευκολία στα χέρια ενός τόσο διαφοροποιημένου ηλικιακά αναγνωστικού κοινού;
Πολύ απλό εμένα μου φαίνεται και κάθε φορά που κάποιος με ρωτά, ξαφνιάζομαι. Η επικοινωνία με ένα παιδί σε τίποτε δεν μοιάζει με την προσπάθεια να φορέσεις ένα παπούτσι σε νούμερο που φορά ένας δεκάχρονος. Κρατάς την δική σου γνώση και αφού θέλεις να επικοινωνήσεις με ένα παιδί και να μοιραστείς μαζί του τόσο τη δική σου εμπειρία όσο και τη δική του, δεν έχεις παρά να σκύψεις, να φτάσεις στο ύψος του και να το ακούσεις την ίδια ώρα που κι αυτό θα ακούει εσένα. Γράφω για παιδιά ή για εφήβους, γιατί εξακολουθώ να ακούω το παιδί και τον έφηβο που κάποτε υπήρξα εγώ…
Έχετε απαντήσει στο ερώτημα για ποιον ή για ποιους λόγους γράφετε; Η συγγραφή για εσάς αποτελεί συνειδητή επιλογή ή έσωθεν επιβεβλημένη ανάγκη;
Αυτό θα έπρεπε να το απαντούσα όταν ξεκινούσα. Τώρα πια είναι αργά και δεν έχει νόημα να το ψάξω. Με αυτό έμαθα να ζω και δεν υπάρχει χρόνος να μάθω άλλον τρόπο. Αλλά φαντάζομαι πως όλα ξεκίνησαν από μια δική μου εσωτερική ανάγκη που με τα χρόνια άρχισε να αποκτά και συνειδητές ηθικές και καλλιτεχνικές συνιστώσες.
Πιστεύετε στην κοινωνική διάσταση της τέχνης; Είναι εφικτό, κατά την προσωπική σας εκτίμηση, ένας λογοτέχνης να συγγράφει ερήμην της κοινωνίας, μέσα στην οποία ζει;
Εφικτό; Αν σε κάποιους κάτι τέτοιο συμβαίνει, τότε γι’ αυτούς είναι εφικτό. Αλλά σε εμένα προσωπικά δεν νομίζω πως ισχύσει κάτι τέτοιο. Ζω μέσα σε μια κοινωνία και σε μια εποχή και αυτήν την κοινωνία και αυτήν την εποχή περιγράφω, εξυμνώ, καταγγέλλω, ανατρέπω ή υποστηρίζω με τα γραπτά μου.Βέβαια κάθε λογοτέχνης είναι μια ξεχωριστή προσωπικότητα, πράγμα που σημαίνει πως με διαφορετικό τρόπο αντιδρά στα κοινωνικά ερεθίσματα. Γι αυτό έχουμε και τόσο διαφορετικά βιβλία. Με ποιους τρόπους πιστεύετε ότι η λογοτεχνία μπορεί να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τις παγιωμένες πεποιθήσεις του για τη ζωή και τα στερεότυπα που δεσμεύουν τη σκέψη του, προτείνοντάς του διαφορετικούς τρόπους θέασης της πραγματικότητας;Δεν είμαι και τόσο σίγουρος πως στην εποχή μας η λογοτεχνία έχει μια τέτοια δύναμη. Σήμερα ο μέσος άνθρωπος από άλλες πηγές αντλεί τα στοιχεία εκείνα που διαμορφώνουν τις πεποιθήσεις του. Ζούμε σε μια εποχή κατανάλωσης, πράγμα που σημαίνει πως ο μέσος άνθρωπος (δηλαδή ο μέσος αναγνώστης που συνάμα είναι και μέσος θεατής και τηλεθεατής και ακροατής) υποκύπτει σε τρόπους σκέψης απόλυτα συγκεκριμένους και σε συναισθήματα σε μεγάλο βαθμό προβλέψιμα. Ο σημερινός άνθρωπος είναι ο άνθρωπος της πληροφορίας. Η λογοτεχνία δεν δίνει πληροφορίες, αλλά προσφέρει αναλύσεις.
Διατηρείτε προσωπικό ιστολόγιο στο Διαδίκτυο, μέσα από το οποίο ο αναγνώστης μπορεί να αντλήσει πληροφορίες για τη ζωή και το έργο σας, ενώ παράλληλα έχει τη δυνατότητα να διατυπώσει γραπτά τα όποια σχόλια ή τις σκέψεις του. Μιλήστε μας για τη διαδικτυακή σχέση που οικοδομείται μεταξύ του σύγχρονου συγγραφέα και του αναγνωστικού του κοινού.
Ναι, έχω ένα ιστολόγιο, έχω και σελίδα στο Facebook… Δεν ξέρω όμως αν αυτά όλα υποκαθιστούν την επαφή που έχω με τους αναγνώστες μου μέσω των βιβλίων μου. Ο συγγραφέας έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τον αναγνώστη. Μια σχέση περίεργη που τις περισσότερες φορές δεν θα γίνει ποτέ γνωστή στον ίδιο τον συγγραφέα. Αλλά που εκείνος το ξέρει πως υπάρχει… Ή τουλάχιστον ζει –θέλει να ζει – με αυτήν την βεβαιότητα.
Τις λιγοστές ημέρες διαμονής σας στο Ηράκλειο, σάς δόθηκε η ευκαιρία να επισκεφθείτε σχολεία και να συνομιλήσετε με μαθητές όλων των ηλικιών. Πόσο εύκολο είναι, κατά την άποψή σας, να ασχοληθεί ένα παιδί σήμερα με την ανάγνωση λογοτεχνικών έργων, δεδομένης της αποπροσανατολιστικής δύναμης που ασκεί επάνω του η καταιγιστική προβολή πάσης φύσεως εικόνων από τα σύγχρονα μέσα;
Ναι, είναι γεγονός πως το σημερινό παιδί υφίσταται μια έντονη πίεση από πληροφορίες που φτάνουν σε αυτό μέσω εικόνων –την τηλεόραση, τα εικονογραφημένα έντυπα, το Ίντερνετ… Αλλά, από την άλλη, η ανάγκη που κάθε άνθρωπος έχει για μια εσωτερική ενδοσκόπηση πάντα υπάρχει και πάντα η λογοτεχνία θα προσφέρεται για μια επαρκή κάλυψή της.Δεν ξέρω, όλα αυτά έχουν κυρίως να κάνουν με την παιδαγωγική και την ψυχολογία. Εγώ, ως συγγραφέας, το μόνο που έχω να κάνω είναι να προσπαθώ να γράφω όσο πιο καλά έργα μπορώ…
Ποια είναι η σχέση σας με την Κρήτη; Μιλήστε μας για εκείνα που σας κάνουν εντύπωση στο νησί μας.
Στην Κρήτη έχω έρθει πολλές φορές. Και για παρόμοιες επισκέψεις σε βιβλιοπωλεία και σχολεία, αλλά και για διακοπές. Στην Κρήτη έχω κάνει και ένα μέρος της στρατιωτικής μου θητείας. Είναι ένα νησί με πολλά πρόσωπα και πολλές ομορφιές. Με ιστορία και παρόν. Και πάνω απ΄ όλα, με πολύ, μα πολύ φιλόξενους κατοίκους. Όλα αυτά με κάνουν να την αγαπώ…
Απόψε στις 7 μ.μ. παρουσιάζετε στο βιβλιοπωλείο «Αναλόγιο» το τελευταίο μυθιστόρημά σας με τον τίτλο «Λεβάντα της Άτκινσον» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη. Στο εν λόγω έργο σας πραγματεύεστε το θέμα του «ώριμου» έρωτα, καθώς και τα αδιέξοδα ενός φαινομενικά επιτυχημένου γάμου. Πιστεύετε ότι υπάρχει τρόπος να αντισταθούμε στη φθορά που προκαλεί ο χρόνος στα σώματα και τις ψυχές μας;
Στο μυθιστόρημα αυτό είναι αλήθεια πως με απασχολεί η σχέση ενός ζευγαριού μετά από μια μακρόχρονη κοινή ζωή. Ναι, είναι μια μορφή ώριμου έρωτα, όπως το χαρακτηρίζετε, αλλά ο γάμος τους πιστεύω πως δεν ήταν φαινομενικά επιτυχημένος, αλλά αληθινά. Γι’ αυτό και αντιμετωπίζει μια κρίση. Κρίση έχουμε μόνο σε υγιείς οργανισμούς. Σε μη υγιείς έχουμε αδιαφορία και μόνο.Με απασχολεί, λοιπόν, το θέμα της φθοράς και αναζητώ τρόπους αντιμετώπισής της. Στο συγκεκριμένο μυθιστόρημα νομίζω πως προτείνω κάποιους –από τη μια να αναγνωρίσουμε πως φθορά υπάρχει και από την άλλη, αυτή τη νέα φθαρμένη μορφή του άλλου να ερωτευθούμε και πάλι. Άλλωστε το ίδιο ζητάμε να κάνει κι ο σύντροφός μας για μας. Κάποιοι ίσως το πούνε κάτι τέτοιο συμβιβασμό. Αλλά κάθε ανθρώπινη σχέση έχει μέσα της στοιχεία συμβιβασμού… Και ψευδαίσθησης, αν θέλετε. Ο έρωτας μια ψευδαίσθηση δεν είναι, τάχα; Κι όμως με αυτόν δημιουργούμε, ζούμε… Κάθε ηλικία έχει δικαίωμα στον έρωτα. Κι όσο οι άνθρωποι μεγαλώνουν και πλησιάζουν προς τον θάνατο, τόσο και πιο πολύ έχουν ανάγκη τις ψευδαισθήσεις. Η ζωή είναι μια συνεχής ψευδαίσθηση. Η μόνη πραγματικότητα, ο θάνατος. Μια μοναδική πραγματικότητα που ο μόνος που μπορεί να της αντισταθεί είναι ο έρωτας. Γι’ αυτό οφείλουμε στους εαυτούς μας να διατηρούμε την ερωτική μας ζωή ενεργή. Έστω και με ψευδαισθήσεις.
No comments:
Post a Comment