Σε ένα από τα blog που παρακολουθώ, το vivliocafe.blogspot.com , υπεύθυνος είναι ο Πατριάρχης Φώτιος, περσόνα καθαρά διαδικτυακή που από τα γραφόμενά του μπορώ (αυθαίρετα βέβαια) να συμπεράνω πως πρόκειται για ένα άντρα γύρω στα 40+, με μεγάλη αγάπη στη λογοτεχνία, με κάποιες πανεπιστημιακές γνώσεις για τη συγγραφή, με συχνές αναγνώσεις και με αναγνωστικές προτιμήσεις που αν και έλκονται από τη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία εντούτοις πολύ συχνά ασχολούνται και με ξένους συγγραφείς, όπως και με έλληνες προηγούμενων γενεών. Είναι ευγενικός, φιλικός, παρορμητικός. Τελικά συμπαθής.
Διαβάζω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις αναρτήσεις του και χαίρομαι με το πάθος του, αλλά και προβληματίζομαι για τον τρόπο που η κριτική ματιά του πολλές φορές τον οδηγεί με ελλιπή συμπεράσματα.
Ίσως να είναι φαινόμενο των ανθρώπων της γενιάς του –μια γενιά που δεν έχει μπορέσει όλα να τα γνωρίσει, αλλά που ξαφνικά απέκτησε τη δυνατότητα να δημοσιοποιεί την άποψή της και μάλιστα κάτω (τις περισσότερες φορές) από ένα ψευδώνυμο.
Το πρόσωπο και το είδωλό του –Που αρχίζει το ένα και που τελειώνει το άλλο; Πού συνυπάρχουν, πού διαφωνούν;
Ερωτήματα που θα έχουν ίσως απαντήσεις από ειδικούς επιστήμονες του μέλλοντος.
Προς το παρόν μένω στο ό,τι υπάρχουν άνθρωποι που διαθέτουν ένα μέσο κοινοποίησης των απόψεών τους, που μέσω αυτού μπορούν και να αντιτεθούν σε επίσημους εκφραστές, αλλά και να προβάλουν μια νέας ηθικής ενημέρωση.
Αλλά έχω την εντύπωση πως το σύστημα καλά κρατεί και αντέχει και συχνά απορροφά όσους προσπαθούν κάτι διαφορετικό να εκφράσουν.
Κάτι τέτοιο –σε ένα βαθμό- συμβαίνει με τον αγαπητό Πατριάρχη Φώτιο. Συμβουλεύεται, ενημερώνεται, σχολιάζει πολύ συχνά δημοσιεύματα γνωστών εντύπων. Κακό αυτό; Καθόλου. Μόνο που δείχνει κάπως ως δευτερογενής λόγος –δηλαδή με την μη αμφισβητούμενη άποψη πως εκείνος είναι λογικό (αν όχι και υποχρεωτικό ακόμη) να γνωρίζει το τι γράφει ο Τάδε και η Δείνα δημοσιογράφοι – κριτικοί, ενώ αυτοί μπορεί (με την έννοια πως δεν έχουν υποχρέωση) να μην διαβάζουν τις δικές του αναρτήσεις. Αυτός συνδιαλέγεται μαζί τους. Όχι εκείνοι.
Όσοι θα ήθελαν να δούνε τις αρχικές κοινοποιήσεις του θέματος που εδώ αναπτύσσω, ας επισκεφτούν τις σελίδες του vivliocafe.blogspot.com και ειδικά την ανάρτηση που έχει να κάνει με βιβλίο του Παντελή Καλιότσου, όπως και τα σχόλια που το συνοδεύουν.
Υποσχέθηκα στον Φώτιο μια απάντηση.
Λοιπόν, πιστεύω πως ο Καλιότσος ανήκει σε μια γενιά ελλήνων συγγραφέων (όσων γεννήθηκαν εκεί γύρω στα 1920) που οι άλλοι έγραψαν άμεσα ή έμμεσα για τον εμφύλιο και άλλοι όχι. Οι πρώτοι γνώρισαν μια πλατύτερη αναγνώριση. Οι δεύτεροι όχι και τόσο μιας και το όλο κλίμα εκείνων των μετά τον εμφύλιο χρονών δεν επικροτούσε συγγραφικά σχεδιάσματα με πιο πλατύ πολιτικό προβληματισμό και ασφαλώς καθόλου συγγραφικά τερτίπια ύφους .
Και δεν έχει σχεδόν καθόλου να κάνει με την ενασχόληση του και με το παιδικό βιβλίο. Αυτή έγινε αρκετά αργότερα και όταν πια ο Καλιότσος είχε για τα καλά μελετηθεί από όσους ασχολούνται με τη λογοτεχνία.
Ο Καλιότσος έγραφε και γράφει με διάθεση πολύ προσωπική, με ύφος σαρκαστικό, με χιούμορ που δεν φοβάται να καταγγείλει κάθε κατεύθυνση.
Τα έργα του πολλά. Ας τα θυμηθούμε
(ΠΗΓΗ: ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ)
Διαβάζω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τις αναρτήσεις του και χαίρομαι με το πάθος του, αλλά και προβληματίζομαι για τον τρόπο που η κριτική ματιά του πολλές φορές τον οδηγεί με ελλιπή συμπεράσματα.
Ίσως να είναι φαινόμενο των ανθρώπων της γενιάς του –μια γενιά που δεν έχει μπορέσει όλα να τα γνωρίσει, αλλά που ξαφνικά απέκτησε τη δυνατότητα να δημοσιοποιεί την άποψή της και μάλιστα κάτω (τις περισσότερες φορές) από ένα ψευδώνυμο.
Το πρόσωπο και το είδωλό του –Που αρχίζει το ένα και που τελειώνει το άλλο; Πού συνυπάρχουν, πού διαφωνούν;
Ερωτήματα που θα έχουν ίσως απαντήσεις από ειδικούς επιστήμονες του μέλλοντος.
Προς το παρόν μένω στο ό,τι υπάρχουν άνθρωποι που διαθέτουν ένα μέσο κοινοποίησης των απόψεών τους, που μέσω αυτού μπορούν και να αντιτεθούν σε επίσημους εκφραστές, αλλά και να προβάλουν μια νέας ηθικής ενημέρωση.
Αλλά έχω την εντύπωση πως το σύστημα καλά κρατεί και αντέχει και συχνά απορροφά όσους προσπαθούν κάτι διαφορετικό να εκφράσουν.
Κάτι τέτοιο –σε ένα βαθμό- συμβαίνει με τον αγαπητό Πατριάρχη Φώτιο. Συμβουλεύεται, ενημερώνεται, σχολιάζει πολύ συχνά δημοσιεύματα γνωστών εντύπων. Κακό αυτό; Καθόλου. Μόνο που δείχνει κάπως ως δευτερογενής λόγος –δηλαδή με την μη αμφισβητούμενη άποψη πως εκείνος είναι λογικό (αν όχι και υποχρεωτικό ακόμη) να γνωρίζει το τι γράφει ο Τάδε και η Δείνα δημοσιογράφοι – κριτικοί, ενώ αυτοί μπορεί (με την έννοια πως δεν έχουν υποχρέωση) να μην διαβάζουν τις δικές του αναρτήσεις. Αυτός συνδιαλέγεται μαζί τους. Όχι εκείνοι.
Όσοι θα ήθελαν να δούνε τις αρχικές κοινοποιήσεις του θέματος που εδώ αναπτύσσω, ας επισκεφτούν τις σελίδες του vivliocafe.blogspot.com και ειδικά την ανάρτηση που έχει να κάνει με βιβλίο του Παντελή Καλιότσου, όπως και τα σχόλια που το συνοδεύουν.
Υποσχέθηκα στον Φώτιο μια απάντηση.
Λοιπόν, πιστεύω πως ο Καλιότσος ανήκει σε μια γενιά ελλήνων συγγραφέων (όσων γεννήθηκαν εκεί γύρω στα 1920) που οι άλλοι έγραψαν άμεσα ή έμμεσα για τον εμφύλιο και άλλοι όχι. Οι πρώτοι γνώρισαν μια πλατύτερη αναγνώριση. Οι δεύτεροι όχι και τόσο μιας και το όλο κλίμα εκείνων των μετά τον εμφύλιο χρονών δεν επικροτούσε συγγραφικά σχεδιάσματα με πιο πλατύ πολιτικό προβληματισμό και ασφαλώς καθόλου συγγραφικά τερτίπια ύφους .
Και δεν έχει σχεδόν καθόλου να κάνει με την ενασχόληση του και με το παιδικό βιβλίο. Αυτή έγινε αρκετά αργότερα και όταν πια ο Καλιότσος είχε για τα καλά μελετηθεί από όσους ασχολούνται με τη λογοτεχνία.
Ο Καλιότσος έγραφε και γράφει με διάθεση πολύ προσωπική, με ύφος σαρκαστικό, με χιούμορ που δεν φοβάται να καταγγείλει κάθε κατεύθυνση.
Τα έργα του πολλά. Ας τα θυμηθούμε
(ΠΗΓΗ: ΒΙΒΛΙΟΝΕΤ)
Διηγήματα
Εδώ κουτσούλησε μια μύγα. Αθήνα, 1958.
Στρατιωτικές ασκήσεις. Αθήνα, Πατάκη, 2003.
Διωγμός απ' την κόλαση. Αθήνα, Κέδρος, 1991.
Μυθιστόρημα
Δεκεμβριανή νύχτα (Εργάτες της πίσσας). Αθήνα, Κέδρος 1978.
Το συμπόσιο. Αθήνα, Καστανιώτη, 1985.
Η τριλογία της λεωφόρου. Αθήνα, Κέδρος, 1985.
Τα γουρούνια. Αθήνα, Πατάκη, 1992.
Φανταστική παράγραφος . Αθήνα, Πατάκη, 1994.
Μάθημα δολοφονίας. Αθήνα, Πατάκη, 1994.
Τον αιώνα που ξύπνησε ο πηλός. Αθήνα, Πατάκη, 1998.
Ο μεσαίος τοίχος. Αθήνα, Πατάκη, 2000.
Η συμπεριφορά του κενού. Αθήνα, Πατάκη, 2004.
Το εργαστήριο του μυθιστοριογράφου. Αθήνα, Πατάκη, 2005.
Δεκεμβριανή νύχτα. Αθήνα, Πατάκη, 2006.
Η ωραιότερη ιστορία του κόσμου. Αθήνα, Πατάκη, 2006.
Οι ονειροπόλοι. Αθήνα, Καστανιώτη, 2007.
Ποιους θα δαγκώσω όταν λυσσάξω, Αθήνα, Καστανιώτης, 2009
Ποιους θα δαγκώσω όταν λυσσάξω, Αθήνα, Καστανιώτης, 2009
Παιδικά
Η μύγα και άλλα διηγήματα. Αθήνα, Πατάκη, 1994.
Τα ξύλινα σπαθιά. Αθήνα, Πατάκη, 1994.
Πατέρας και γιος. Αθήνα, Πατάκη, 1995.
Ένα σακί μαλλιά. Αθήνα, Πατάκη, 1996.
Η σφεντόνα του Δαβίδ. Αθήνα, Πατάκη, 2002.
Το Ιζεντόρε και τ' αηδόνι. Αθήνα, Πατάκη, 2004.
Και τα βραβεία του
-Β’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1979) για το έργο του "Δεκεμβριανή νύχτα"
Και τα βραβεία του
-Β’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος (1979) για το έργο του "Δεκεμβριανή νύχτα"
-Βραβείο του Κύκλου Παιδικού Βιβλίου (1997) για το έργο του "΄Ενα σακί μαλλιά"
-Κρατικό Βραβείο Παιδικού Βιβλίου (2002) για το έργο του "Η σφεντόνα του Δαβίδ".
-Βραβείο Παιδικού Βιβλίου (2002) του περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ για το βιβλίο του "Η σφεντόνα του Δαβίδ".
17 συνολικά έργα για ενήλικες και 6 για παιδιά. Βραβεία και στις δυο κατηγορίες.
Αναρωτιέμαι, τώρα, αν η αναφορά στον Παντελή Καλιότσο που κάνει ο Mario Vitti στην περίφημη (αν και όχι και τόσο πλήρη) «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του (Εκδ. Οδυσσέας, 2003), αναρωτιέμαι, λοιπόν, αν η ανάγνωση και μόνο των τίτλων όλων αυτών δικαιολογεί τα λόγια του Vitti: «Ο Παντελής Καλιότσος (γ. 1925) έχει στο ενεργητικό του αρκετά μυθιστορήματα που μερικά προορίζονται για το νεανικό κοινό»
Αρκετά! Δηλαδή αν 18 μυθιστορήματα θεωρούνται αρκετά, τότε πόσα πρέπει κάποιος να γράψει για να του αναγνωρίσουν πως έγραψε πολλά;
Και συνεχίζει ο Vitti «…με θέματα που δεν έτυχαν πάντοτε της εύνοιας των κριτικών (αποδοκίμασαν μεταξύ άλλων και τις παρεμβάσεις του συγγραφέα στον αφηγηματικό ιστό)»
Να, λοιπόν, από πού ίσως έλκει την καταγωγή της η αφάνεια που διακρίνει (και υιοθετεί) ο καλός μου Πατριάρχης, να και το γιατί τον Καλιότσο (πάντα ο Πατριάρχης σημειώνει) «…δεν θα τον βρει κανείς εύκολα στους πρώτους και δεν ξέρω αν θα τον συναντήσει στους δεύτερους… Γι αυτό πιστεύω ότι κάπου χάθηκε.»
Χάθηκε ναι. Όχι όμως κάπου. Μα πολύ συγκεκριμένα και από συγκεκριμένους κύκλους.
Λοιπόν, γιατί μια τόσο μακροσκελής ανάρτηση;
Μα γιατί περίμενα και εξακολουθώ να περιμένω από εκείνους που διαχειρίζονται τα βιβλιοφιλικά blog, να αποτινάξουν από πάνω τους τη σκόνη των επίσημων κριτικών και εντεταλμένων στο βιβλίο δημοσιογράφων και να εκφράσουν δική τους άποψη –άποψη που θα στηρίζεται στη γνώση, στην έρευνα. Μα πάνω απ΄ όλα στο ένστιχτο.
Μπορεί όσα πιο πάνω έγραψα για να υποστηρίξω την άποψή μου για την περίπτωση Καλιότσου να μην είναι εντελώς σωστά, να μπορεί κάποιος να τα αμφισβητήσει ως προς την έρευνά τους. Αλλά είναι η δική μου άποψη. Είναι η δική μου ματιά που προσπαθεί να δει πίσω από κάθε τι το επίσημο, το προβεβλημένο, το διαφημιζόμενο. Για να είμαι άλλωστε και συνεπής με τις προδιαγραφές του μέσου επικοινωνίας που χρησιμοποιώ. Πλουραλισμός στην ενημέρωση, δυσπιστία στο κύρος των εντύπων, ενημέρωση όχι μόνο απ΄ όσα εκτίθενται στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, αλλά και από εκείνα που σκονίζονται στα ράφια τους.
Και με τη γνώση πως ενώ διασκεδάζω, πάνω στα όσα εγώ, ο Φώτιος, ο ένας και η άλλη μπλόκερς γράφουμε, κάποιο μελλοντικοί ερευνητές θα συντάξουν την Ιστορία της Νεοελληνικής (του τότε) Λογοτεχνίας.
Με αυτή τη γνώση, αλλά και αυτό το όνειρο. Όνειρο δημοκρατίας των ιδεών.
17 συνολικά έργα για ενήλικες και 6 για παιδιά. Βραβεία και στις δυο κατηγορίες.
Αναρωτιέμαι, τώρα, αν η αναφορά στον Παντελή Καλιότσο που κάνει ο Mario Vitti στην περίφημη (αν και όχι και τόσο πλήρη) «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» του (Εκδ. Οδυσσέας, 2003), αναρωτιέμαι, λοιπόν, αν η ανάγνωση και μόνο των τίτλων όλων αυτών δικαιολογεί τα λόγια του Vitti: «Ο Παντελής Καλιότσος (γ. 1925) έχει στο ενεργητικό του αρκετά μυθιστορήματα που μερικά προορίζονται για το νεανικό κοινό»
Αρκετά! Δηλαδή αν 18 μυθιστορήματα θεωρούνται αρκετά, τότε πόσα πρέπει κάποιος να γράψει για να του αναγνωρίσουν πως έγραψε πολλά;
Και συνεχίζει ο Vitti «…με θέματα που δεν έτυχαν πάντοτε της εύνοιας των κριτικών (αποδοκίμασαν μεταξύ άλλων και τις παρεμβάσεις του συγγραφέα στον αφηγηματικό ιστό)»
Να, λοιπόν, από πού ίσως έλκει την καταγωγή της η αφάνεια που διακρίνει (και υιοθετεί) ο καλός μου Πατριάρχης, να και το γιατί τον Καλιότσο (πάντα ο Πατριάρχης σημειώνει) «…δεν θα τον βρει κανείς εύκολα στους πρώτους και δεν ξέρω αν θα τον συναντήσει στους δεύτερους… Γι αυτό πιστεύω ότι κάπου χάθηκε.»
Χάθηκε ναι. Όχι όμως κάπου. Μα πολύ συγκεκριμένα και από συγκεκριμένους κύκλους.
Λοιπόν, γιατί μια τόσο μακροσκελής ανάρτηση;
Μα γιατί περίμενα και εξακολουθώ να περιμένω από εκείνους που διαχειρίζονται τα βιβλιοφιλικά blog, να αποτινάξουν από πάνω τους τη σκόνη των επίσημων κριτικών και εντεταλμένων στο βιβλίο δημοσιογράφων και να εκφράσουν δική τους άποψη –άποψη που θα στηρίζεται στη γνώση, στην έρευνα. Μα πάνω απ΄ όλα στο ένστιχτο.
Μπορεί όσα πιο πάνω έγραψα για να υποστηρίξω την άποψή μου για την περίπτωση Καλιότσου να μην είναι εντελώς σωστά, να μπορεί κάποιος να τα αμφισβητήσει ως προς την έρευνά τους. Αλλά είναι η δική μου άποψη. Είναι η δική μου ματιά που προσπαθεί να δει πίσω από κάθε τι το επίσημο, το προβεβλημένο, το διαφημιζόμενο. Για να είμαι άλλωστε και συνεπής με τις προδιαγραφές του μέσου επικοινωνίας που χρησιμοποιώ. Πλουραλισμός στην ενημέρωση, δυσπιστία στο κύρος των εντύπων, ενημέρωση όχι μόνο απ΄ όσα εκτίθενται στους πάγκους των βιβλιοπωλείων, αλλά και από εκείνα που σκονίζονται στα ράφια τους.
Και με τη γνώση πως ενώ διασκεδάζω, πάνω στα όσα εγώ, ο Φώτιος, ο ένας και η άλλη μπλόκερς γράφουμε, κάποιο μελλοντικοί ερευνητές θα συντάξουν την Ιστορία της Νεοελληνικής (του τότε) Λογοτεχνίας.
Με αυτή τη γνώση, αλλά και αυτό το όνειρο. Όνειρο δημοκρατίας των ιδεών.
8 comments:
Φίλε Μάνο,
η περσόνα-μου κι εγώ σε ευχαριστώ για την εκτενή αναφορά, για τα καλά και κυρίως για τα σημεία βελτίωσης που μου επισημαίνεις. Δεν χρειάζεται να απαντήσω, αρκεί να τα σκεφτώ.
Σ' ευχαριστώ.
Όσο για την απάντησή-σου για τον Καλιότσο, δεν καταλαβαίνω γιατί η κριτική δέχτηκε τα "αφηγηματικά τερτίπια" του Αλεξάνδρου ή του Φραγκιά και όχι του Καλιότσου. Κάτι άλλο λείπει είτε από τα κείμενα του ίδιου του συγγραφέα ή από την πρόσληψή-του απο την κριτική.
Πατριάρχης Φώτιος
Στο βιβλίο του Καλιότσου για το οποίο ξεκίνησε και η κουβέντα μας, υπάρχει κάπου η χρήση της λέξης "δενδρολίβανο".
Ένα από τα τερτίπια του συγγραφέα...
Ακόμα δεν έχω καταλάβει το εξής: πιστεύεις ότι ο Καλιότσος θα έπρεπε να έχει αναδειχθεί περισσότερο; Αν ναι, πόσο; δηλαδή μέχρι ποιου σημείου καταξίωσης;
(αναφέρομαι στη λογοτεχνία-του για ενήλικες)
Πατριάρχης Φώτιος
Ξέρεις μου είναι κάπως δύσκολο μετά από τα όσα έχω γράψει για το θέμα αυτό, να προσπαθώ κι άλλο.
Αλλά άντε για χάρη σου, μια ακόμα φορά.
Πιστεύω πως το έργο του Καλιότσου χαίρει εκτίμησης από όσους γνωρίζουν σε βάθος την σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία. Θεωρείται έργο σοβαρό και πρωτότυπο.
Πιστεύω όμως πως δεν έχει βρει την αρμόζουσα αναγνωρισημότητα σε ένα πλατύ κοινό, για τους λόγους που έχω ήδη αναπτύξει.
Από εκεί και πέρα βρήκα άδικους ή πιο σωστά ατυχείς τους χαρακτηρισμούς "αφανής" κλπ, όπως και όλη εκείνη την τάση κατάταξης των δημιουργών σε πρώτη και δεύτερη κ.ο.κ. σειρά.
Άδικους και ατυχείς μιας και αυτός που τοποθετεί τους δημιουργούς στην κλίμακα, αγνοεί τα έργα τους ο ίδιος και στηρίζεται σε όσα του έχουν επιτρέψει να γνωρίζει οι κατέχοντες.
Αλλά, βρε Φώτιε, δεν είναι το ζήτημα ο Καλιότσος, αλλά το τι πιστεύει για το είδος και τη διάσταση της πράξης του ο καθένας που δημοσιεύει στο διαδίκτυο. Περνά απλώς την ώρα του και ξοδεύεται ή αναταλλάσει γνώσεις, πληροφορίες, σκέψεις , συναισθήματα με πολλούς πάρα πολλούς άλλους, συμβάλοντας έτσι όλοι τους (όλοι μας) σε μια άλλη μορφή κουλτούρας;
Να στο πω πιο απλά -χρόνια τώρα δημοσιεύω σε μεγάλα έντυπα. Σιγά, σιγά τα περιορίζω και σκέφτομαι πως ίσως μόνο στο μπλογκ μου να δημοσιεύω κριτικές κλπ. Γιατί;
Και στη μια και στην άλλη περίπτωση αυτό που ήξερα και πίστευα μετέδιδα και μεταδίδω. Αλλά υπάρχει μια διαφορά. Στην πρώτη περίπτωση ότι έκανα το έκανα από θέση ισχύος (δεν μπορεί ο πάσα ένας να δημοσιεύει στο Διαβάζω, για παράδειγμα η στην Καθημερινή) ενώ στη δεύτερη γίνομαι ίσος μεταξύ ίσων και ζητώ να συνδιαλέγομαι άμεσα μαζί τους. Καλή ώρα όπως τώρα.
Καταλαβαίνεις τη διαφορά;
Είναι κάπως όπως διαφέρει η φεουδαρχία από τη δημοκρατία,.. ας πούμε.
Αφήνω το θέμα Καλιότσος, μιας και ήταν μόνο η αφορμή. Η κατάταξη πάντως γίνεται ούτως ή άλλως στον καθένα-μας και, όπως είπες, σε μια μελλοντική ιστορία της Λογοτεχνίας ο Καλιότσος, ο Κοντολέων κ.ο.κ. θα έχουν μικρή ή μεγάλη θέση. Είναι αναπόφευκτο.
Ως προς το θέμα των μπλογκ, ακόμα και όταν δεν γράφεις σε μεγάλα έντυπα, εξακολουθείς να είσαι ο Κοντολέων κι επομένως μιλάς ex cathedra. Ενώ εγώ, ο δίπλα, ο άλλος είμαστε οι ψευδώνυμοι που μιλάμε μόνο με τις θέσεις-μας (παρεμπιπτόντως δεν πιστεύω ότι δεν εκφράζομαι αιρετικά όπου έχω γνώμη και συχνά έχω κατηγορηθεί ότι συνεχώς γράφω αρνητικά για τα βιβλία που διάβασα ενώ οι κριτικές τα έχουν ...αποθεώσει). Αν λοιπόν σε μια μελλοντική προοπτική αποδειχθεί ότι είμαι ο Κούρτοβικ ή η Θεοδοσοπούλου, ο Χ πανεπιστημιακός ή ο Ψ δημοσιογράφος, ο εικοσάρης cybermaniac ή ο σοβαρός εξηντάρης, θα αλλάξει η κρίση του καθενός απέναντι στο ιστολόγιό-μου; θα δουν με μεγαλύτερο κύρος τις απόψεις-μου; Τότε δεν θα είμαι απλώς ο Ηπειρώτης γεωπόνος που κάνει το κέφι-του, αλλά παράγοντας στη διαμόρφωση της πρόσληψης της τρέχουσας λογοτεχνίας;
Καθετί που κάνουμε έχει βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο βεληνεκές, άλλοτε παίζουμε με τα προσωπεία και τα βιβλία κι άλλοτε καταθέτουμε ψηφίδες σε ένα μωσαϊκό λογοτεχνικής αξιολόγησης.
Καλή όρεξη
Πατριάρχης Φώτιος
Φώτιε,
Λοιπόν...
α/ Περί Καλιότσου κλπ , ναι όλοι θα μπούμε κάποια στιγμή σε μια σειρά, αλλά κανείς δεν μπορεί να εγγυηθεί πως ακόμα και τότε η σειρά κάποια στιγμή και πάλι θα αλλάξει. Κάθε εποχή έχει τους δικούς της νόμους. Και αν μάλιστα δεχτούμε το πλήθος των συγγραφέων που εκδίδονται πλέον, δεν ξέρω αν είναι δυνατόν να έχουμε μελλοντικές ιστορίες της λογοτεχνίας, έστι όπως , τουλάχιστον, τις ξέρουμε. Και σε ποια σειρά να μπω ή να βάλω, όταν παραπάνω από τους μισούς δεν θα έχω προλάβει να γνωρίσω.
β/ Περί νέας εποχής (και μπλογκς)
Πρέπει να κατανοήσουμε πως πλέον ο καθένας έχει μια δική του εξουσία. Σε λίγο τα έντυπα θα πάψουν να υπάρχουν, οι ηλεκτρονικές μορφές τους και αυτές δεν θα είναι εύκολο να συνεχίσουν μιας και οι χρήστες ελάχιστα ασχολούνται με τις φιλοξενούμενες σε ιστιότοπους διαφημίσεις. Άρα η ενημέρωση (κάθε θέματος) περνά στα χέρια των μπλόκερς. Κάποιοι από αυτούς μπορεί να διαθέτουν από τα πριν ένα όνομα, κάποιοι θα το αποκτήσουν μέσα σε αυτή τη νέα κατάσταση. Εκείνο που όλοι θα πρέπει να ξέρουν (και αυτοί που συντηρούν τα μπλογκς και όσοι τα επισκέπτονται) είναι πως όσο πιο υπεύθυνα γράφουν οι μεν και υπεύθυνα διαβάζουν οι δε, τόσο και πιο σωστά θα κυλά η καθημερινότητα όλων μας.
Απλοϊκά ίσως τα γράφω, αλλά είμαι σε κείνους που έχουν αποφασίσει να πιστέψουν στη δημοκρατία του διαδικτύου. Αν δεν πιστέψω αυτό, θα πρέπει να αποδεχτώ την απόλυτη αναρχία. Δεν το θέλω, όμως.
Άρα... Για να έρθω στα χωράφια μας . Δεν θέλω τον όποιο Πατριάρχη ή Επίσκοπο να αναφέρεται πάντα σε σχέση με κάποιον Κούρτοβικ, Κοντολέων ή Σελλά, να συμφωνεί ή να διαφωνεί μαζί τους. Μα να προσπαθεί να γίνει (όχι ο ίδιος μα τα γραφτά του) αναφορά όσων πιο πάνω έγραψα τα ονόματά τουςς και πολλών άλλων ακόμα.
Προσωπικά, αυτό το καθ' έδρας όσο κι αν το αναγνωρίζω, όσο κι αν εξακολουθώ να το καμαρώνω (άνθρωπος κι εγώ με αδυναμίες είμαι) τόσο και θέλω να απαλλαγώ από αυτό. (Ο φίλος μου Θανάσης Τριαρίδης συνηθίζει να γράφει -Μη με πιστεύετε) Να με διαβάζουν με προσοχή -ναι, το θέλω. Να αναγνωρίζουν πως κάτι περισσότερο από κάποιους άλλους ξέρω -επίσης ναι, το θέλω. Αλλά όχι ότι είμαι αλάνθαστος (Μη με πιστεύετε - όπως λέει ο Τριαρίδης). Και ασφαλώς με τίποτε να μη θεωρηθώ πως διαλέγω για τους άλλους πριν από τους άλλους (σ΄αυτό πίστεψ).
Υ.Γ. Φίλος συγγραφέας και μπλόκερ (όχι ο Θ. Τ.), μου έστειλε μήνυμα όπου μου γράφει πως από αυτή μας την κουβέντα πήρε ελπίδες ότι μια καλύτερη εποχή μπορεί να έρχεται.
Να μην ξεχνάμε, λοιπόν, πως και οι καθ΄ έδρας μας διαβάζουν και συχνά έχουν ανάγκη κι αυτοί σε μια άλλη έδρα να ακουμπήσουν.
Καλό βράδυ
Επί τέλους και μια συζήτηση με ενδιαφέρον και διαφοροποιημένες απόψεις, όπου μπορεί κανείς να πληροφορηθεί και να κερδίσει κάτι καινούριο που θα του προσθέσει κάτι στο πνευματικό του απόθεμα (πολλά μπλογκς υπάρχουν, για λογοτεχνία, ποίηση, μουσική κλπ αλλά δύσκολα βρίσκει κανείς μια ελικρινή προσπάθεια σοβαρού σχολιασμού). Πρώτον δεν έχω διαβάσει καθόλου τον Καλιότσο (αν και έχω ακούσει γι' αυτόν) και έτσι δεν μπορώ να σχολιάσω το θέμα. Επειδή όμως, όπως ξέρει και ο Μάνος, έχω και εγώ μπλόγκς με ποίηση και μουσική θα ήθελα να καταθέσω καποιες δικές μου σχετικές απόψεις. Ο κάθε ένας μπορεί να έχει ένα μπλογκ και να γράφει σαν δημιουργός ή να κάνει κριτική. Η ευθύνη προφανώς είναι αποκλειστικά του κατόχου του μπλογκ να διατηρήσει μια ποιότητα ή να ξεπέσει στο ευτελές και στο κουτσομπολιό. Εδώ όμως η εξουσία διαχέεται. Δεν είναι συγκεντρωμένη σε δυο -τρεις εφημερίδες και μερικά περιοδικά λογοτεχνίας. Το γεγονός είναι αναπόφευκτο είτε μας αρέσει είτε όχι. Έχω δει μπλογκς με >400 αναγνώστες να διαφημίζουν το καινούριο βιβλίο του τάδε μαζί με (θετική βέβαια) κριτική. Και μετά άλλα φιλικά προς το εν λόγω μπλογκ επαναλαμβάνουν την ανάρτηση-δημοσίευση. Επηρρεάζουν ένα μεγάλο κοινό. Αυτό το γεγονός, μας κάνει να σκεφτούμε πως κάποιος επώνυμος, που έχει κατακτήσει μια σταθερή θέση σε ένα μέσο όπως εφημερίδα ή περιοδικό κλπ θα χρησιμοποιήσει το κύρος που έχει το όνομά του και στη δημιουργία του δικού του μπλογκ, όμως μέσα στο χάος του διαδικτύου πρέπει να παλέψει από την αρχή για να εμπεδώσει και να αυξήσει το κύρος του. Και εδώ μπορεί να παραμείνει στην αφάνεια. Γιατί τις εφημερίδες και τα περιοδικά λογοτεχνίας τα διαβάζει ένα συγκεκριμένο κοινό, σχετικά περιορισμένο. Στα μπλογκς όμως η ταυτότητα των αναγνωστών όσο και των μπλόγκερς είναι σύνθετη και περίπλοκη. Θα έλεγα ότι υπάρχουν λίγα μπλογκς ποιότητας με την αναγνωστική όμως δύναμη όμως της ΕΤ1, και εκατοντάδες μπλογκς (τα περισσότερα μπλογκς, ακόμα και τα ενημερωτικά, είναι λίγο από όλα, δημοσιεύουν και ποιήματα, διηγήματα, μουσική, νέα, κουτσομπολιά κλπ). Τα μπλογκς ποικίλης ύλης είναι αυτά με τον μεγάλο αριθμό αναγνωστών. Υπάρχει λοιπόν ο κίνδυνος ένς μπλόγκερ με λογοτεχνικού περιεχομένου μπλογκ ή κάποιος που κάνει κριτική λογοτεχνίας να μείνουν με ελάχιστους αναγνώστες, πολύ λιγότερους από αυτούς που θα είχε ο γράφων σε γνωστή εφημερίδα ή περιοδικό. Αν θελήσει κανείς να τηρήσει κάποοια ποιότητα τα πράγματα δυσκολεύουν. Θα πρέπει κανείς αν τον ενδιαφέρει να εξαπλωθεί το αναγνωστικό του κοινό, να έχει μία ανάδραση, θα πρέπει δηλαδή ο Μάνος, εγώ κλπ να επισκευτούμε άλλα μπλογκς να σχολιάσουμε ενδεχομένως και έτσι να πληροφορηθούν οι άλλοι την ύπαρξή μας. Αλλά κάποια στιγμή π.χ. σχολίασα με επιφύλαξη ένα ποίημα σε ένα μπλογκ και οι αναγνώστες θύμωσαν. Στην εφημερίδα και στο περιοδικό το κοινό είναι δεδομένο. Στη μπλογκόσφαιρα είναι ζητούμενο. Το ΒΙΒΛΙΟΚΑΦΕ χαίρει εκτίμησης με 102 αναγνώστες (έτσι έγινα και εγώ αναγνώστης του, μου είπαν ότι υπάρχει αυτό το μπλογκ που κάνει κριτική λογοτεχνίας και επηρρεάζει κάποιο κόσμο) και ο Μάνος επίσης χαίρει εκτίμησης λόγου του αξιόλογου έργου του και βέβαια, από ότι παρακολουθώ, θα επιτύχει το ίδιο και καλλίτερο αποτέλεσμα και στο μπλογκ του.. Αλλά το θέμα είναι τι έχει κανείς στο μυαλό του. Έχω βρει μπλογκ με >500 αναγνώστες που δημοσιεύει προσωπικά ποιήματα του μπλόγκερ αμφιβόλου ποιότητας. Στα οποία ποτέ δεν γίνεται κριτική. Πάντα γράφονται έπαινοι ανεξαρτήτως της αξίας του δημοσιεύματος. Τουλάχιστο στον Πατριάρχη Φώτιο διάβασα και αρνητικές κριτικές και αυτό είναι κάπως θετικό και τολμηρό. Τι μπορεί να κάνει κανείς; Πως να αντιμετωπίσει το νέο δεδομένο της μπλογκόσφαιρας; Πόσες υποχωρήσεις θα κάνει και ποιές; Τέλος το να αποκτήσει κανείς πόζα στην κριτική από ένα μπλογκ δεν είναι δύσκολο και εξαρτάται από τις επιδιώξεις του μπλόγκερ. Ευχαριστώ για τη φιλοξενία και καλό βράδυ.
Αγαπητέ Κώστα
Ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις και σωστοί προβληματισμοί.
Όλα ακόμα στο χώρο του διαδίκτυου είναι υπό διαμόρφωση. Κατά το κοινώς λεγόμενο, ψαχνόμαστε.
Θα καταθέσω κι εγώ τις απόψεις μου, αλλά μιας και θα είναι κάπως μεγάλες και ίσως γενικές, θα τις αναρτήσω ξεχωριστά.
Και βέβαια σε ευχαριστώ για τις θετικές σου απόψεις.
Και περιμένω συνέχεια του διαλόγου μας.
Post a Comment