Θωμάς Κοροβίνης
"Το αγγελόκρουσμα"
Η τελευταία νύχτα του κυρ-Αλέξανδρου
Εκδόσεις Άγρα
Μέσα στο καλοκαίρι που μας πέρασε ήταν όταν ο Θωμάς Κοροβίνης μας χάρισε -σε μια από τις φορές που συναντιόμαστε στην ταβέρνα της Φρόσως, στον Άγιο Λαυρέντιο Πηλίου- ένα από τα αντίτυπα του τελευταίου του βιβλίου, που μόλις του το είχε στείλει ο εκδότης.
Κάτι γι αυτό είχα ακούσει,κάτι περισσότερο μου είχε πει ο ίδιος, καθώς με αγωνία περίμενε να το κρατήσει στα χέρια του. Ήξερα πως είχε να κάνει με την τελευταία νύχτα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Το ίδιο εκείνο βράδυ ξεκίνησα να το διαβάζω. Ολιγοσέλιδο βιβλίο -όλες κι όλες 33 οι σελίδες του.
Αλλά εγώ εκείνο το βράδυ αν και το ξεκίνησα, δεν θέλησα να το τελειώσω.
Μέσα στην μποέμικη ατμόσφαιρα που κυριαρχεί στον Άγιο Λαυρέντιο τα καλοκαίρια, πως ήταν δυνατόν να μπορέσω να επικοινωνησω με τις σκέψεις ενός ετοιμοθάνατου Παπαδιαμάντη;
Το άφησα στο κομοδίνο και αποφάσισα πως στο Πήλιο κάποια στιγμή θα το διάβαζα -άλλωστε από την αυλή μου μπορώ να διακρίνω τα βουνά της Σκιάθου.
Επιστρέψαμε στην Αθήνα, μπλεχτήκαμε στις προετοιμασίες του χειμώνα, αλλά προχτές καταφέραμε να βρούμε τέσσερις μέρες ελεύθερες για να τρέξουμε πίσω, στο βουνό που φλερτάρει με τη θάλασσα και έτσι όπως οι μέρες μικραίνουν, αφήνεται στα νταχνταρντίσματα όσων στ΄ αλήθεια το αγαπούνε.
Το ολιγοσέλιδο βιβλίο πάντα στο κομοδίνο μου και αποφάσισα πως μέσα σε ένα πρωινό θα το τέλειωνα και μετά -το βραδάκι της ίδιας μέρας- καθώς θα συναντούσα το Θωμά, θα του έλεγα τη γνώμη μου, τις απόψεις μου... Πάντα πίνοντας κρασάκι στο ταβερνάκι της Φρόσως.
Και πάλι όμως δεν πρόλαβα.
Το χωριό όλο συγκλονίστηκε από τον ξαφνικό θάνατο ανθρώπου, ιδιαιτέρως αγαπητού και τόσο νέου.
Όταν βλέπεις τον θάνατο, δεν αντέχεις παράλληλα και γι αυτόν να διαβάζεις.
Πρότεινα στο Θωμά σε άλλο χωριό να συναντηθούμε, κι έτσι κι έγινε. Για πολλά άλλα μιλήσαμε -πότε θα βγούνε τα νέα μας βιβλία, αν θα αντέξουμε να ζήσουμε τα νέα μέτρα, κρίναμε και σχολιάσαμε άλλους συγγραφείς... Δεν είπα τίποτε για τις τελευταίες ώρες του κυρ -Αλέξανδρου.
Εκεί στο κομοδίνο μου πάντα μένανε.
Κι έπειτα, την άλλη μέρα, καθώς όλο το χωριό -άνθρωποι, σπίτια και φύση- προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τον άδικο θάνατο, εγώ άρχισα την ανάγνωση.
Και με την Τέχνη ξόρκισα το κακό!
"Το αγγελόκρουσμα" με την ήρεμη γλώσσα του, την βύθισή του στα κείμενα μα και στη σκέψη του Παπαδιαμάντη, λειτούργησε ως μια σύγχρονη λειτουργία αποχαιρετισμού σε έναν άνθρωπο...
Ίσως όμως και σε μια Φύση... Που οδεύει προς το θάνατό της -είναι τόσο υπέροχα θλιμμένα τα φθινοπωρινά ηλιοβασιλέματα στο Πήλιο!
Είναι σκληρός, είναι ασήκωτος για μας ο ντουνιάς ετούτος -παρατηρεί ο Παπαδιαμάντης μέσα από τη σκέψη του Κοροβίνη.
Αλλά κάποτε, κάποτε η Τέχνη τον απαλύνει.
"Το αγγελόκρουσμα"
Η τελευταία νύχτα του κυρ-Αλέξανδρου
Εκδόσεις Άγρα
Μέσα στο καλοκαίρι που μας πέρασε ήταν όταν ο Θωμάς Κοροβίνης μας χάρισε -σε μια από τις φορές που συναντιόμαστε στην ταβέρνα της Φρόσως, στον Άγιο Λαυρέντιο Πηλίου- ένα από τα αντίτυπα του τελευταίου του βιβλίου, που μόλις του το είχε στείλει ο εκδότης.
Κάτι γι αυτό είχα ακούσει,κάτι περισσότερο μου είχε πει ο ίδιος, καθώς με αγωνία περίμενε να το κρατήσει στα χέρια του. Ήξερα πως είχε να κάνει με την τελευταία νύχτα του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Το ίδιο εκείνο βράδυ ξεκίνησα να το διαβάζω. Ολιγοσέλιδο βιβλίο -όλες κι όλες 33 οι σελίδες του.
Αλλά εγώ εκείνο το βράδυ αν και το ξεκίνησα, δεν θέλησα να το τελειώσω.
Μέσα στην μποέμικη ατμόσφαιρα που κυριαρχεί στον Άγιο Λαυρέντιο τα καλοκαίρια, πως ήταν δυνατόν να μπορέσω να επικοινωνησω με τις σκέψεις ενός ετοιμοθάνατου Παπαδιαμάντη;
Το άφησα στο κομοδίνο και αποφάσισα πως στο Πήλιο κάποια στιγμή θα το διάβαζα -άλλωστε από την αυλή μου μπορώ να διακρίνω τα βουνά της Σκιάθου.
Επιστρέψαμε στην Αθήνα, μπλεχτήκαμε στις προετοιμασίες του χειμώνα, αλλά προχτές καταφέραμε να βρούμε τέσσερις μέρες ελεύθερες για να τρέξουμε πίσω, στο βουνό που φλερτάρει με τη θάλασσα και έτσι όπως οι μέρες μικραίνουν, αφήνεται στα νταχνταρντίσματα όσων στ΄ αλήθεια το αγαπούνε.
Το ολιγοσέλιδο βιβλίο πάντα στο κομοδίνο μου και αποφάσισα πως μέσα σε ένα πρωινό θα το τέλειωνα και μετά -το βραδάκι της ίδιας μέρας- καθώς θα συναντούσα το Θωμά, θα του έλεγα τη γνώμη μου, τις απόψεις μου... Πάντα πίνοντας κρασάκι στο ταβερνάκι της Φρόσως.
Και πάλι όμως δεν πρόλαβα.
Το χωριό όλο συγκλονίστηκε από τον ξαφνικό θάνατο ανθρώπου, ιδιαιτέρως αγαπητού και τόσο νέου.
Όταν βλέπεις τον θάνατο, δεν αντέχεις παράλληλα και γι αυτόν να διαβάζεις.
Πρότεινα στο Θωμά σε άλλο χωριό να συναντηθούμε, κι έτσι κι έγινε. Για πολλά άλλα μιλήσαμε -πότε θα βγούνε τα νέα μας βιβλία, αν θα αντέξουμε να ζήσουμε τα νέα μέτρα, κρίναμε και σχολιάσαμε άλλους συγγραφείς... Δεν είπα τίποτε για τις τελευταίες ώρες του κυρ -Αλέξανδρου.
Εκεί στο κομοδίνο μου πάντα μένανε.
Κι έπειτα, την άλλη μέρα, καθώς όλο το χωριό -άνθρωποι, σπίτια και φύση- προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει τον άδικο θάνατο, εγώ άρχισα την ανάγνωση.
Και με την Τέχνη ξόρκισα το κακό!
"Το αγγελόκρουσμα" με την ήρεμη γλώσσα του, την βύθισή του στα κείμενα μα και στη σκέψη του Παπαδιαμάντη, λειτούργησε ως μια σύγχρονη λειτουργία αποχαιρετισμού σε έναν άνθρωπο...
Ίσως όμως και σε μια Φύση... Που οδεύει προς το θάνατό της -είναι τόσο υπέροχα θλιμμένα τα φθινοπωρινά ηλιοβασιλέματα στο Πήλιο!
Είναι σκληρός, είναι ασήκωτος για μας ο ντουνιάς ετούτος -παρατηρεί ο Παπαδιαμάντης μέσα από τη σκέψη του Κοροβίνη.
Αλλά κάποτε, κάποτε η Τέχνη τον απαλύνει.