Ρομπέρτο
Βεκιόνι
«Ο
έμπορος του φωτός»
Μετάφραση:
Δημήτρης Παπαδημητρίου
Εκδόσεις
Κριτική
Ιδιαίτερη
περίπτωση της ιταλικής πολιτιστική ζωής
είναι ο Ρομπέρτο Βεκιόνι.
Ως
μουσικός έχει να παρουσιάσει ένα αξιόλογο ποιοτικά έργο το οποίο έχει και αναγνωριστεί από το
πλατύ κοινό.
Παράλληλα
είναι και ο συγγραφέας τεσσάρων βιβλίων που και αυτά αγαπήθηκαν από κοινό και
κριτικούς.
Τόσο
στο μουσικό του έργο, όσο και στο λογοτεχνικό είναι εμφανής η αγάπη, μα και η
βαθιά γνώση του στις ανθρωπιστικές σπουδές και τα κλασικά έργα. Για χρόνια
άλλωστε υπήρξε διδάσκαλος στη μέση και στην ανώτατη εκπαίδευση.
Στη
χώρα μας έγινε γνωστός με το μυθιστόρημά του
«Ο
βιβλιοπώλης της Σελούντα» που κυκλοφόρησαν οι Εκδόσεις Κριτική. Ο ίδιος εκδοτικός
οίκος προχώρησε και στην έκδοση του βιβλίου «Ο έμπορος του φωτός»
Η
βάση του αφηγηματικού πλάνου είναι σαφής όσο και πρωτότυπη.
Ο
καθηγητής της αρχαίας ελληνικής γραμματείας Στέφανο Κουόνταμ Βαλέριο είναι όχι
μόνο πολύ καλός γνώστης των αρχαίων κειμένων, αλλά και τα θεωρεί ως τη βάση
πάνω στην οποία ο σύγχρονος άνθρωπος αξίζει να στήσει την καθημερινότητα
πράξεων και σκέψεων.
Η
οικογενειακή του ζωή, όμως, είναι κάτω από τη βαριά σκιά μας μεγάλης ατυχίας. Ο
μοναχογιός του Μάρκο πάσχει από μια σπάνια ασθένεια πρόωρης γήρανσης και έτσι
μήτε μπορεί να χαρεί τα διάφορα στάδια της παιδικής και εφηβικής του ηλικίας,
αλλά και είναι δεδομένο πως σύντομα θα πεθάνει.
Ο
Στέφανο καταφεύγει στους αγαπημένους και πολύτιμους συγγραφείς της αρχαιότητας
και μέσα από τα κείμενά τους προσπαθεί να βοηθήσει τον γιο του να αποκτήσει
εκείνο το εσωτερικό φως με το οποίο θα καταφέρει να αντιμετωπίσει με
αξιοπρέπεια τα ελάχιστα χρόνια που του απομένουν να ζήσει.
Αλλά
παράλληλα, ο Στέφανο διαπιστώνει πως καθώς ο Μάρκο ολοένα και περισσότερο
εισέρχεται σε μια βαθιά φιλοσοφική σκέψη,
και ο ίδιος αντλεί από τον καταδικασμένο γιο του μια δύναμη, ένα φως να τον
περιβάλλει.
Με
μια θαυμαστή συμπόρευση πατέρας και γιος αναζητούν τη μικρή ρωγμή απ΄ όπου θα
μπορέσουν να δραπετεύσουν από την
κοινωνική αδικία, την αρρώστια και τον θάνατο.
Και
θα έχουν μείνει μόνοι τους οι δυο τους, καθώς η Μιράντα - σύζυγος και μητέρα-
δεν θα έχει μπορέσει να αναγνωρίσει τη δική της ρωγμή προς την πηγή φωτός και
χωρίς να τους έχει εγκαταλείψει, στην ουσία δεν μπορεί να τους συμπαρασταθεί.
Ο
Μάρκο θα πεθάνει έχοντας εισπράξει με τρόπο ουσιαστικό την διδασκαλία του
πατέρα του -η ζωή του δεν υπήρξε ένας ρόλος κατευθυνόμενος από προκασκευασμένα
σενάρια. Η τελευταία του φράση θα είναι «Δεν φοβάμαι πια, μπαμπά»
Και
ο πατέρας που είχε προσπαθήσει να γίνει ο έμπορος του φωτός και να προσφέρει
αυτό το φως στο γιο του, επιβεβαιώνει τη γνώση πως
ήταν ο γιος που για τον πατέρα του εμπορεύτηκε το φως και του το χάρισε.
Θα
μπορούσε, λοιπόν, να συνεχίσει να ζει βασισμένος στις αξίες του και μάλιστα
εμπλουτισμένες από το παράδειγμα του γιου του. . Έχει άλλωστε ολόγυρά του όλα
εκείνα τα κείμενα που τον ενθαρρύνουν. Τα
ποιήματα της Παλατινής Ανθολογίας και της Σαπφούς, τα λόγια των μεγάλων
τραγικών ποιητών. Έχει και τον δικό του ήρωα, τον Αίαντα ο οποίος ως τραγικός
ήρωας δεν έπαιξε παιχνίδια, δεν μπόρεσε να υποκριθεί. Τον Αίαντα -ένα χαρακτήρα
ακέραιο και όχι υποκριτή όπως ο Οδυσσέας.
Αλλά
κι ενώ ο Στέφανο θα προσπαθεί με αυτές τις σκέψεις να συνεχίσει να ζει και να
ενθυμείται, από το Πανεπιστήμιο έρχεται η προδοσία. Η έδρα του καθηγητή της
Ελληνικής Λογοτεχνίας που χήρεψε, ενώ στην ουσία ήταν ο μόνος που θα άξιζε να
την καλύψει, τελικά δόθηκε σε κάποιον υποδιέστερο που χρησιμοποίησε τις καλές
δημόσιες σχέσεις του.
Για
μια ακόμα φορά ένας Οδυσσέας ξεγελά έναν Αίαντα.
Κι
ο Στέφανο θα εισέλθει στο σκότος ενός νου που βίωσε την αδικία και θα
ενορχηστρώσει την εκδίκησή του.
Μα
εκδίκηση μέσα σε νοητικό σκότος, δεν είναι
εκδίκηση είναι γελοιοποίηση. Οπότε όπως
ο Αίας έτσι κι ο Στέφανο θα πρέπει να προχωρήσει στην αυτοχειρία.
Αλλά
τότε -στην καίρια στιγμή- θα φανεί και πάλι πως αληθινά ο έμπορος του φωτός
ήταν ο Μάρκο. Και εκείνη η τελευταία του φράση ήταν λόγια όχι τραγικού ήρωα, αλλά
ανθρώπου καθημερινού που θήτευσε στην ουσία της φιλοσοφίας της Τέχνης.
«Δεν
φοβάμαι πια, τώρα πλέον δεν φοβάμαι να ζήσω»
Και
ο Στέφανο ακολουθεί το δίδαγμα. Μετατρέπει την προδοσία σε εμπειρία.
*********
Ειλικρινά
το «Ο έμπορος του φωτός» είναι ένα σπάνιο κείμενο. Ο λυρισμός συνυπάρχει με την φιλοσοφική
ενδοσκόπηση. Η δομή του δεν ακολουθεί μια μονότονη παράθεση γεγονότων, αλλά
συγκροτείται από, εκ πρώτης όψεως, ασύνδετα μεταξύ τους κεφάλαια. Ακριβώς όπως
παρατίθενται και αποσπάσματα τραγωδιών και αρχαίων ποιημάτων.
Και
βέβαια -θα πρέπει κανείς να το επισημάνει αυτό- είναι αξιοσημείωτη η σύνδεση
κειμένων της αρχαιότητας με ένα σύγχρονο προβληματισμό.
Ομολογώ
πως θαύμασα την βαθιά και βιωμένη γνώση εκ μέρους του Ρομπέρτο Βεκιόνι της
αρχαίας ελληνικής γραμματείας. Και στο τέλος δεν μπόρεσα να μην αναρωτηθώ γιατί
άραγε τέτοιες συνδέσεις και ανασυνθέσεις δεν γίνονται και από τους σημερινούς δικούς
μας συγγραφείς που θεωρούνται ως κληρονόμοι εκείνων των μεγάλων της
αρχαιότητας.
Θέμα
γενικότερης παιδείας; Ή πνευματικής ραθυμίας; Μήπως μιας γενικότερης κοινωνικής
δυσκαμψίας;
Δεν
έχω απάντηση κι άλλωστε η όποια εξήγηση θα ξέφευγε από τα όρια αυτού του
κειμένου.
Κλείνω
με την επισήμανση της πολύ καλής μετάφρασης του Δημήτρη Παπαγεωργίου. Η
μεταφορά του ιταλικού κειμένου στη γλώσσα μας πρέπει να ήταν μια ιδιαιτέρως
απαιτητική διαδικασία μιας και ο λυρισμός συνυπάρχει συνέχεια με τον δοκιμιακό αναστοχασμό.
No comments:
Post a Comment