7.6.21

Το Νησί με τις Λέξεις που Αγαπάνε στο diastixo.gr

 



Το Νησί με τις λέξεις που αγαπάνε του Μάνου Κοντολέων είναι το τελευταίο βιβλίο μιας τριλογίας, η οποία ξεκινά από τη δεκαετία του 1970 και ολοκληρώνεται 40 σχεδόν χρόνια μετά, διαπερνώντας τον χρόνο με μια διαχρονική και απόλυτα επίκαιρη ματιά. Ο συγγραφέας ξαναγράφοντας τα δυο του βιβλία, Ο Φωκίων ήταν ελάφι και Κάποτε στην Ποντικούπολη, θέτει τη σύγχρονη εκδοχή ουσιαστικών θεμάτων δημοκρατίας, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ισότητας και ελευθερίας. Ο Φωκίων Δεν ήταν ελάφι και Οι δίδυμοι ήλιοι της Ποντικούπολης ορίζουν τα θεμέλια μιας δημοκρατικής κοινωνίας, ενώ Το Νησί με τις λέξεις που αγαπάνε ολοκληρώνει την προσπάθεια αυτή στοχεύοντας στην καλλιέργεια της ιδιότητας του πολίτη, η οποία αποτελεί τη βάση κάθε είδους αειφορίας (περιβαλλοντικής, πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής).

 

Φυσικά, για την ιδιότητα του πολίτη είχε ήδη μιλήσει από την αρχαιότητα ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης. Ο πρώτος μίλαγε για την αληθινή παιδεία, που θα εμπνεύσει στον μαθητή την επιθυμία να γίνει ο τέλειος πολίτης, και ο δεύτερος θεωρούσε πολίτη αυτόν που εμπλέκεται ενεργά στη διακυβέρνηση της πόλης. Από το αντίθετο της λέξης «πολίτης», δηλαδή από τη λέξη «ιδιώτης» (αυτός που δε συμμετέχει στα κοινά) προέρχεται η αγγλική λέξη «idiot» που σημαίνει ανόητος (Κουράκη Χ., Βορύλλα Β., 2014). Σε αυτή ακριβώς την ιδιότητα του πολίτη στέκεται και ο Μάνος Κοντολέων με το Νησί του, καθώς δημιουργεί μια παραμυθιακή ιστορία με διαδοχικές εγκιβωτισμένες αφηγήσεις που, έχοντας έναν κοινό παρανομαστή, μπλέκονται με μαεστρία και συμβολισμούς δημιουργώντας πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης. Μέσα από τις λέξεις που φτιάχνουν ιστορίες ο συγγραφέας μάς μιλά για την αγάπη, την προσφορά, τη συνέχεια, το παρόν και το παρελθόν, τις επιλογές στη ζωή, τη συμμετοχή στα κοινά, την πολιτική.

 

Στο Νησί, τον τόπο που κάποτε λέγανε και Βουνό, επικρατεί η παρακμή. Οι παλιές ιστορίες έχουν χαθεί, οι νέοι Νησιώτες έχουν ξεχάσει να φαντάζονται, να θυμούνται και να ονειρεύονται, και σκέφτονται μόνο το «τώρα» αδιαφορώντας για το «αύριο» και για το «χτες». Το μόνο που φροντίζουν είναι να έχουν όλο και μεγαλύτερα σπίτια, να σκεπάζουν τα ποτάμια για να τα κάνουν δρόμους, να επεκτείνονται παντού στη φύση «θυμώνοντας» τα στοιχεία της (τον ήλιο, τους κεραυνούς, τη βροχή) και φέρνοντας την καταστροφή. Ο τόπος σαπίζει και πεθαίνει λιμνάζοντας σε στεκούμενα νερά, όπως και οι άνθρωποί του. Σε αυτή την κατάσταση, που σίγουρα σε όλους μας κάτι θυμίζει, έρχονται να βάλουν τέλος οι δυο άρχοντες του Νησιού. Προκειμένου να βρουν τον νέο διάδοχό τους, θυμούνται ξανά τις ιστορίες και τις λέξεις. Τις «λέξεις που αγαπάνε… Γνοιάζονται… Φροντίζουν». Ζητούν λοιπόν από τους κατοίκους του Νησιού να θυμηθούν τις λέξεις που αγαπούν, γνοιάζονται, φροντίζουν και να γράψουν ανώνυμες ιστορίες. Η καλύτερη από τις ιστορίες που θα λάβουν θα αναδείξει τον νέο ηγεμόνα ή τη νέα αρχόντισσα.

 

Η ιστορία του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά αλλά και η ιστορία του κοινωνικού συνόλου, αν είναι γραμμένη με «λέξεις που αγαπάνε… Γνοιάζονται… Φροντίζουν», είναι βέβαιο πως θα είναι πετυχημένη.

 

Και πράγματι, έτσι γίνεται. Τρεις μήνες αργότερα, έξι φάκελοι –ένας λευκός, ένας κίτρινος, ένας πράσινος, ένας γαλάζιος, ένας ασημένιος και ένας κόκκινος– φτάνουν στο πεζούλι της τάφρου του παλατιού. Σε κάθε φάκελο και μια ιστορία. Στον λευκό ο Έρωτας, στον κίτρινο η Αδερφή, στον πράσινο η Μητέρα, στον γαλάζιο ο Πατέρας, στον κόκκινο το Πουλί τριανταφυλλί, στον ασημί τα Παιδιά. Σε κάθε ιστορία και ένα βασικό στοιχείο ζωής και ευημερίας: ο έρωτας, οι τέχνες, η μητρική και πατρική αγάπη, το νοιάξιμο και η φροντίδα, η εκπλήρωση των ονείρων, η αλλαγή, η ανατροπή και η επανάσταση μέσα από τη θέληση και την επιμονή, η φθορά της εξουσίας, η ισότητα των δύο φύλων. Στοιχεία τόσο βασικά για μια προοδευτική, ευνομούμενη και υγιή κοινωνία, που φέρνουν τους δυο άρχοντες σε μεγάλο δίλημμα. Το τέλος φυσικά δεν θα μπορούσε να είναι άλλο από την κατάληξη στη συμμετοχική διακυβέρνηση του τόπου, η οποία αναδεικνύει τα ιδανικά της δημοκρατίας και της ισότητας, ενώ ταυτόχρονα βγάζει το Νησί και τους ανθρώπους του από το τέλμα της πολυεπίπεδης παρακμής.

 

Ο Μάνος Κοντολέων ενορχηστρώνει μια αφήγηση, όπου τίποτα δεν αφήνεται στην τύχη. Η δόμηση του βιβλίου σε τρία μέρη –Α’ μέρος «Οι λέξεις», Β’ μέρος «Οι ιστορίες», Γ’ μέρος «Οι άνθρωποι»– υποδηλώνει εμφατικά την ιδεολογία του, που βρίσκεται διάχυτη τόσο στο κείμενο όσο και στα περικειμενικά στοιχεία. Γιατί σε οποιοδήποτε βιβλίο, και πολύ περισσότερο σε βιβλία με πολιτική άποψη, η ιδεολογία του συγγραφέα μέσω της οποίας ερμηνεύεται ο κόσμος και αναπτύσσεται η κοσμοθεωρία του (Hawthorn J., 1995), δεν μπορεί να αποκρυφθεί. Έτσι, γίνεται φανερό πως για τον Κοντολέων τα βασικά συστατικά του ιδανικού κόσμου είναι οι λέξεις που συνθέτουν τις ιστορίες, που με τη σειρά τους καθορίζουν τους ανθρώπους. Η κληρονομιά και η μνήμη αποτελούν τα θεμέλια για το σήμερα και το αύριο. Η ιστορία του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά αλλά και η ιστορία του κοινωνικού συνόλου, αν είναι γραμμένη με «λέξεις που αγαπάνε… Γνοιάζονται… Φροντίζουν», είναι βέβαιο πως θα είναι πετυχημένη.

 

Το Νησί με τις λέξεις που αγαπάνε ως τελικό αποτέλεσμα δεν θα ήταν το ίδιο, αν απουσίαζε η εικαστική παρέμβαση της Κατερίνας Βερούτσου. Τα ασπρόμαυρα σκίτσα στην έναρξη κάθε κεφαλαίου και το υπέροχο, με ζεστά χρώματα εξώφυλλό της πλαισιώνουν αρμονικά το κείμενο, τονίζοντας τα σημαντικότερα σημεία του και καθιστώντας το βιβλίο αισθητικά άρτιο.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Κουράκη Χ., Βορύλλα Β. (2014). Η καλλιέργεια της ιδιότητας του πολίτη (citizenship) μέσα από τα προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με έμφαση σε κείμενα παιδικής λογοτεχνίας, Ο.Μ.Ε.Ρ. Ερευνώντας τον κόσμο του παιδιού, τχ. 13, σ. 219-230.

Hawthorn J. (1995). Ξεκλειδώνοντας το κείμενο. Μια εισαγωγή στη θεωρία της λογοτεχνίας, μτφρ. Αθανασοπούλου Μ., Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης.

 

Χρύσα Κουράκη

https://diastixo.gr/kritikes/paidika/16420-to-nhsi

No comments: