17.2.24

Γιόζεφ Πάνεκ: «Έρωτας στα χρόνια της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής»

 Γιόζεφ Πάνεκ: «Έρωτας στα χρόνια της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής», Μετάφραση: Σόνια Στάμου – Ντορνιάκοβα, Εκδόσεις Στιγμός



Άγνωστος στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό ο Τσέχος συγγραφέας αυτού του ιδιότυπου μυθιστορήματος.

Ο Γιόζεφ Πάνεκ γεννήθηκε στην Πράγα του 1966 και σπούδασε στο Τμήμα Μαθηματικών και Φυσικής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου.

Με θέματα που αφορούσαν τις σπουδές του είχαν να κάνουνε και οι διάφορες εργασιακές δραστηριότητές του σε άλλες χώρες όπως η Νορβηγία και η Αυστραλία.

Έχει πλέον επιστρέψει στην Πράγα και εργάζεται στο Ινστιτούτο Μικροβιολογίας  της Τσέχικης Ακαδημίας Επιστημών.

Καθώς πλησίαζε τα 40 του χρόνια, έδειξε και μια άλλη πτυχή της προσωπικότητάς του και το 2013 έγραψε μια συλλογή διηγημάτων, ενώ τέσσερα χρόνια μετά είδε το φως της δημοσιότητας και αυτό το μυθιστόρημα –«Έρωτας στα χρόνια της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής».

Γι αυτό το δεύτερο έργο του , τιμήθηκε με το μεγαλύτερο βραβείο των τσέχικων γραμμάτων, το Magnesia Litera και πολύ γρήγορα αναγνωρίστηκε ως ο συγγραφέας εκείνος που ανανεώνει την τσέχικη λογοτεχνία.

Ο αφηγητής της ιστορίας είναι φανερό που έχει στοιχεία του ίδιου του δημιουργού του. Είναι κι αυτός μοριακός βιολόγος και έχει ζήσει στη Νορβηγία και την Αυστραλία. Αλλά η αρχή της αφήγησης ξεκινά καθώς ο αφηγητής φτάνει σε μεγάλη πόλη της Ινδίας , την Μπανγκαλόρ   για να συμμετάσχει σε ένα επιστημονικό συνέδριο.  Και από την πρώτη σελίδα δηλώνει τις αρνητικές εντυπώσεις του : «…μόλις βρεθείς στην ινδική πόλη φρικάρεις με τη φασαρία, τη βρόμα, τα κορναρίσματα, τη δυσδιάκριτη δυσοσμία και την πολυκοσμία». Ακόμα οι πληροφορίες του τον ενημερώνουν να μην έχει μαζί του χρήματα και διάφορα έγγραφα όταν θα περπατά στους δρόμους και ασφαλώς να αποφεύγει να επισκεφθεί την παραγκούπολη.

Αλλά η αστόχαστη βόλτα του, κάπου εκεί γύρω θα τον φέρει κι ενώ θα κοιτά γύρω του ξαφνιασμένος, ξαφνικά την προσοχή του και τον θαυμασμό του θα τον τραβήξει μια νεαρή και πανέμορφη Ινδή που φορά ένα απλό τζιν παντελόνι. Θα θελήσει να τη φωτογραφήσει, αλλά εκείνη θα αρνηθεί. Προτιμά -του δηλώνει- να τη φωτογραφίζουν όταν φορά το παραδοσιακό, πολύχρωμο σάρι της.

Κι έτσι, πολύ σύντομα, ο αναγνώστης θα κατανοήσει πως η ιστορία που πρόκειται να διαβάσει στην ουσία θα αφορά τη σύγκρουση δυο πολιτισμών.

Τόσο ο αφηγητής, όσο και η νεαρά Ινδή θα συναντηθούν  και αργότερα μέσα στο πλαίσιο των εργασιών του συνεδρίου. Πρόκειται για δυο άτομα με καλές σπουδές και που και οι δυο έχουν ζήσει σε άλλες χώρες. Μα έχουν διαφορετικές καταβολές.

Θα μπορέσουν να τις ξεπεράσουν; Και ο ίδιος ο αφηγητής σε ποια τελικά άποψη θα καταλήξει; Και ποια εξέλιξη μπορεί να έχει μια σχέση δυο εντελώς διαφορετικών ανθρώπων που η κεντρική, κυτταρική διαφορά τους είναι στον τρόπο που αντιμετωπίζουν την ίδια την ταυτότητά τους; Μα πέρα από αυτό, σε μια κοινωνία που αποκτά μια άλλη διάσταση η παγκοσμιοποίησή της -αυτή της κλιματικής αλλαγής- πως διαχωρίζεται το ένα άτομο από το άλλο, η μια ομάδα από την άλλη, η μια πόλη από μιαν άλλη;

Οι ευτυχισμένοι άνθρωποι είναι πλέον εκείνοι που δεν έχουν απολύτως τίποτα, μα στην ουσία  η ευτυχία τους δεν έχει να κάνει με την απόλυτη ένδεια, αλλά με την απουσία της όποιας εναλλακτικής επιλογής.

Με την εμπειρία του ανθρώπου που έζησε σε διαφορετικά κοινωνικά και οικονομικά περιβάλλοντα, με τις επιστημονικές γνώσεις μιας μοριακής βιολογίας, ο Πάνεκ γράφει ένα πικρό έργο και παράλληλα εντελώς στραμμένο προς τον ίδιο τον εαυτό του.

Η αφήγηση είναι συνεχώς σε δεύτερο πρόσωπο. Ο αφηγητής απευθύνεται στον εαυτό του… Ή μήπως τελικά στον αναγνώστη του; Και ο λόγος του διαθέτει μια σκωπτικότητα, μια ειρωνεία που δεν αφήνει τίποτε ασχολίαστο.

Ο ρατσισμός του Ευρωπαίου, η ανάγνωση του άλλου μέσω της σεξουαλικότητας που σου προξενεί ή που θα ήθελες να σου προξενούσε, το ανικανοποίητο μια κατανάλωσης που με τίποτε δεν ελέγχεται, η μονοδιάστατη και ψυχρή κρατική μέριμνα της Δύσης από τη μια και από την άλλη η εκτός πλέον τόπου και χρόνου δοτικότητα της ανατολικής εξυπηρέτησης -όλα αυτά μέσα σε ένα κόσμο που κατοικείται από άτομα ανίκανα να επικοινωνήσουν με μια μακρόχρονη και ουσιαστική ανταλλαγή εμπειριών.

Τελικά -και όπως διαβάζουμε και στο οπισθόφυλλο: «Γραμμένο με το οδυνηρό «εσύ» της φωνής που ακούμε μέσα μας, το "Έρωτας στα χρόνια της παγκόσμιας κλιματικής αλλαγής" είναι ένα παραληρηματικό παραμύθι για την απατρία, την ερημιά της παγκοσμιότητας, τα παράδοξα της προόδου, τον ρατσισμό, τον άγνωστο άλλο και τον γνωστό-άγνωστο εαυτό»

Μια διαφορετική πρόταση λογοτεχνικής αφήγησης και παγκοσμιοποιημένου πολιτικού προβληματισμού που η μετάφραση της Σόνια Στάμου – Ντορνιάκοβα με επιτυχία μετέφερε στη γλώσσα μας.

https://www.fractalart.gr/erotas-sta-chronia-tis-pagkosmias-klimatikis-allagis/

 

(730 λέξεις)

https://www.fractalart.gr/erotas-sta-chronia-tis-pagkosmias-klimatikis-allagis/

Rachel Cusk «Δεύτερο σπίτι»

 

Rachel Cusk

«Δεύτερο σπίτι»

Μετάφραση: Δώρα Δαρβίρη

Εκδόσεις Gutenberg

 

    Γράφει ο Μάνος Κοντολέων

 

Η Ρέιτσελ Κασκ είναι γνωστή στο ελληνικό βιβλιόφιλο κοινό από την τριλογία της «Περίγραμμα», «Μετάβαση», «Κύδος» (και τα τρία κυκλοφόρησαν το 2019 από τις Εκδόσεις Gutenberg) καθώς με τα τρία αυτά μυθιστορήματα της , θα έλεγε κανείς πως διερεύνησε τρόπους αυτοαναφορικότητας και γυναικείας ψυχοσύνθεσης μέσα σε μια εποχή -τη δική μας- όπου όλα πλέον έχουν αλλάξει.

Τα τρία εκείνα έργα της νέας Αγγλίδας συγγραφέας -γεννήθηκε το 1967- την καθιέρωσαν σε παγκόσμιο επίπεδο ως μια από τις πλέον ουσιαστικές όσο ευδιάκριτες γυναικείες παρουσίες στο χώρο της λογοτεχνίας.

Πέρα από την αυτοαναφορικότητα, χρησιμοποίησε και την εντελώς υποκειμενική παρατήρηση για να περιγράψει την ρευστή αντικειμενικότητα του σήμερα.

Με το νέο της αυτό μυθιστόρημα, το «Δεύτερο σπίτι», εστιάζεται ακόμα περισσότερο σε αυτά τα στοιχεία και προσπαθεί να τα οδηγήσει σε ένα απόλυτο εσωτερικό θηλυκό πυρήνα.

Ποια είναι η θέση της σημερινής δυτικής γυναίκας; Πόσο ελεύθερα μπορεί να εκφράζει τα όποια θέλω της; Με ποιον τρόπο η σύγχρονη Τέχνη την αφορά και πως μπορεί μέσω αυτής να εκφραστεί η ίδια;

Όλα αυτά -μα και διάφορα άλλα- απασχολούν την αφηγήτρια / ηρωίδα του έργου , τη Μ., η οποία με μια ψευδοεπιστολική,  μα σίγουρα πρωτοπρόσωπη αφήγηση, απευθύνεται σε κάποιον γνωστό της, για τον οποίον δε θα μάθουμε ποτέ τη σχέση που τους συνδέει.

Τεχνική αφήγησης μάλλον ανορθόδοξη που όμως προσφέρει μια νότα εξομολόγησης και ίσως κάποια στοιχεία μυστηρίου.

Κεντρικός άξονας όλης της εξιστόρησης η σχέση που συνδέει την ηρωίδα με κάποιον ζωγράφο -τον Λ.- τον οποίον σε προηγούμενα χρόνια είχε τύχει να συναντήσει σε μια από τις πρώτες εκθέσεις του και από τότε λες και τόσο ό ίδιος όσο και οι πίνακές του, τη σημαδέψανε έτσι ώστε κάποια μέρα να του προτείνει να τον φιλοξενήσει στο εξοχικό σπίτι της, μάλλον σε ένα δεύτερο σπίτι που έχει χτιστεί στο ίδιο μεγάλο οικόπεδο με εκείνο όπου πλέον η ίδια κατοικεί μαζί με τον νέο της σύντροφο και την κόρη της από τον πρώτο της γάμο, που κι αυτή έχει μαζί της τον δικό της σύντροφο.

Τα δυο σπίτια τα περιβάλλει ένα ιδιαίτερο, δισυπόστατο τοπίο -κυριαρχεί το νερό ή με τη μορφή του βάλτου ή με τη μορφή της θάλασσας- και η αφηγήτρια συνηθίζει να προσκαλεί και να φιλοξενεί εκεί και άλλους καλλιτέχνες, σε μια προσπάθεια να παραμείνει κοντά στις καλλιτεχνικές εξελίξεις, αλλά κυρίως για να αναζητά τις δικές της προοπτικές όσο και τις προηγούμενες διαψεύσεις της. Στο πρόσωπο του Λ. αυτές οι δυο μορφές αναψηλάφησης ταυτίζονται και παράλληλα εμπλουτίζονται με υπαινικτικές αναφορές σε ερωτικές έλξεις του παρελθόντος.

Ο κάπως εγωκεντρικός σχεδιασμός της φιλοξενίας ανατρέπεται καθώς ο Λ. φέρνει μαζί του και μια άλλη γυναίκα. Κι έτσι μέσα στο ιδιαίτερο αυτό χώρο και κάτω από ιδιόμορφες ψυχαναλυτικές συνθήκες, συνυπάρχουν τρεις γυναίκες και τρεις άντρες.

Η Κασκ χρησιμοποιεί αυτήν την ομάδα ανθρώπων για να αναζητήσει το πως το παρελθόν μπορεί να παρεμβαίνει στο παρόν, αλλά και ακόμα για να αναζητήσει το πως μπορεί να μορφοποιηθούν τα διάφορα πρόσωπα / προσωπεία μιας γυναίκας. Η μητρότητα, ο έρωτας, το γήρας, η κοινωνική και καλλιτεχνική καταξίωση μα και η ανασφάλεια διατηρήσεων τους -όλα αυτά δείχνουν να είναι κομβικά θέματα στην ανάλυση της ψυχοσύνθεσης μιας μορφωμένης γυναίκας του δυτικού -επαναλαμβάνω- κόσμου.

Κάτω από μια τέτοια αναγνωστική ματιά μπορεί κανείς να θεωρήσει πως η Ρέιτσλελ Κασκ ανασυνθέτει τη γυναικεία γραφή και την οδηγεί σε ατραπούς που ίσως να μην έχουν ολότελα -και ακόμα- καταγραφεί επαρκώς.

Ιδιαίτερης αισθητικής  -και ακόμα περισσότερο ιδιαίτερης φιλοσοφικής θέσης- κείμενο που η μετάφραση της Δώρας Δαρβίρη το υποστηρίζει αποτελεσματικά

(Βιβλιοδρόμιο, 17/2/2024)

(580 λέξεις)


11.2.24

Ο Άλεξ Κολμανιώτης (δημοσιογράφος και όχι μόνο) για το "Σαν Μήδεια"

 


     







Στον επίλογο του βιβλίου του, στο σημείωμα που ο Μάνος Kοντολέων μοιράζεται τις σκέψεις του με τους αναγνώστες του, εξηγεί πώς έφτασε να αισθανθεί ότι δικαιούται να καταθέσει τη δικιά του εκδοχή. Ευτυχώς για εμάς! γιατί έχοντας διαβάσει  τη γραμμένη το 431 π.Χ. τραγωδία του Ευριπίδη, ο οποίος επικεντρώνεται στην  αγριότητα μιας γυναίκα που την απαρνήθηκε ο άντρας της , και τη δεύτερη του Ζαν Ανούιγ, το 1946, η οποία  φωτίζει έναν άλλον Ιάσονα ,  ο Μάνος Kοντολέων διαβάζει με μια άλλη ματιά την ιστορία. Με το δικό του προσωπικό ύφος και λόγο κάνει μια ιδιοφυή  προσέγγιση, που τόσο έξυπνα ονομάζει «Σαν Μήδεια» , ενώ  ταυτόχρονα, (αφαιρετικός όπως πάντα), έχει αφαιρέσει πολλά.

Άλλωστε η λογοτεχνία μάχεται εναντίων του περιττού, αλλά η ζυγαριά κλίνει αλλιώς για τον καθένα…

    Όποιος και αν προσπαθήσει να δικαιολογήσει μια μάνα που σκοτώνει τα παιδιά της, προσπαθεί να δικαιολογήσει κάποιον που διαπράττει το μεγαλύτερο έγκλημα …άρα το ερώτημα  τίθεται ως εξής: τι μπορεί να οδηγήσει στη διάπραξη του μεγαλύτερου εγκλήματος;

      Ο Μάνος Κοντολέων φαίνεται να θεωρεί την ιδεολογία, το τύφλωμα αυτό, την πίστη σε ένα καλύτερο αύριο, που η απουσία του στο τώρα είναι τόσο αβάσταχτη για τον ιδεολόγο που σκοτώνει τα παιδιά του.

    Αλλά πίσω από την ιδεολογία  διαφαίνεται  ότι και πάλι  ο έρωτας έχει τον κύριο λόγο.

   Μήπως, λοιπόν,  τελικά επιστρέφουμε στην ερμηνεία του Ευριπίδη;  Ότι τελικά ο έρωτας  πυροδοτεί πολύ τραγικές πράξεις, οπλίζει το χέρι ενός δολοφόνου, μιας μητροκτόνου…. πρόσωπα που αποστρέφεται η κοινωνία και αποτινάζει με σιχαμάρα από πάνω της.    

   Ο  Μάνος Κοντολέων  είναι ειλικρινής  όταν λέει ότι δεν πείθεται με την ερμηνεία του Ευριπίδη: «Παιδοκτονία για λόγους ερωτικής εκδίκησης»;           

     Ξεπερνώντας την παλιά, δίνει ο ίδιος, μάλιστα  στο  ευφυέστερο  σημείο του βιβλίου του! τη δική του ερμηνεία,  όταν η Μήδεια γυρνάει και λέει στη γυναίκα που τη μεγάλωσε, την Αγιδώ,  ότι μόνο εσύ θα πεις την ιστορία μου.

   Άρα λοιπόν, εδώ έχουμε ένα θέμα αξιοπιστίας των πηγών.

  Από την μια ένας όχλος που δεν κατανοεί την Μήδεια και βλέπει μια γυναίκα να σκοτώνει τα παιδιά του βασιλιά τους και από την άλλη μια υπηρέτρια, μια γυναίκα  με λίγες γνώσεις…που μάλλον η ιστορία δεν την πήρε στα σοβαρά. Μήπως και η ίδια δεν κατάλαβε κάτι καλά;

    Άρα, πώς ξέρουμε πράγματι τι συμβαίνει στη Μήδεια;  Τι πράττει η Μήδεια;


  
Ένα βιβλίο που μας γέννησε τόσα πολλά ερωτήματα, ερωτήματα που ακόμα ψάχνουν απάντηση, άρα κάτι  πολύ σπουδαίο έκανε ο Μάνος Κοντολέων!

6.2.24

Smitri Prasadam – Halls Robert Starling «Το μικρό νησί»

 


Smitri Prasadam – Halls

Robert Starling

«Το μικρό νησί»

Μετάφραση: Ελένη Ρώσση Πέτσιου

Εκδόσεις Ε. Ρώσση

 

Τα βιβλία με πολύχρωμη εικονογράφηση και κυρίως όσα από αυτά έχουν ένα μεγάλο ή αρκετά μεγάλο μέγεθος, αποτελούσαν ανέκαθεν εκδόσεις που ενώ στην ουσία τυπώνονται για να καλύψουν το χώρο του εικονογραφημένου βιβλίου για παιδιά, στην ουσία αποτελούν (τα περισσότερα από αυτά τουλάχιστον) μικρά εκδοτικά κομψοτεχνήματα.

Αυτές οι εκδόσεις εδώ και καιρό, στο εξωτερικό, είχαν βρει τη θέση τους τόσο στον τομέα των βιβλίων για παιδιά όσο και σε αυτών των εικαστικών τεχνών. Κι άλλωστε οι περισσότεροι από τους ξένους εικονογράφους είχαν κάνει ειδικές σπουδές και από αυτούς αρκετοί είναι που υπογράφουν όχι μόνο την εικονογράφηση αλλά και το κείμενο (συνήθως σε αυτού του είδους τα βιβλία είναι πολύ μικρό, ελάχιστες λέξεις ή γραμμές συνοδεύουν την εικόνα κάθε σελίδας).

Τα τελευταία πάντως χρόνια κάτι αντίστοιχο συμβαίνει και με τα ελληνικά βιβλία που γράφουν έλληνες συγγραφείς και εικονογράφοι.  Πρέπει με ικανοποίηση να δεχτούμε το γεγονός πως και το ντόπιο δυναμικό εικονογράφων μας έχει πλέον σχεδόν εξολοκλήρου φτάσει σε πολύ υψηλό επίπεδο αισθητικής και διαθέτει μια πλούσια γκάμα εικονογραφικών λύσεων.

Εκείνο που όμως δείχνει να υστερεί σε αρκετά από αυτού του είδους ελληνικά βιβλία, είναι το κείμενο. Μπορεί η αφήγηση σε ένα εικονογραφημένο βιβλίο να δείχνει -και να είναι- απλή, αλλά με τίποτε δεν πρέπει να ξεπέφτει στην απλοϊκότητα. Θα έλεγα μάλιστα πως το να γράψει κάποιος ένα τόσο μικρό σε έκταση κείμενο που από τη μια θα διεγείρει και θα καλλιεργεί την αναγνωστική παιδεία και από την άλλη θα συνυπάρχει με τις εικόνες τις οποίες το ίδιο τις ‘γέννησε’, είναι μια συγγραφική πρόκληση για ‘καλοξυσμένα’ μολύβια.

Τα εικονογραφημένα βιβλία έχουν ιδιαιτέρως αγαπηθεί στη χώρα μας καθώς τα περισσότερα από αυτά μέσω του λόγου και της εικόνας, προτείνουν και ένα μήνυμα, μια στάση ζωής πιο σωστά, που μπορεί με άνεση να την περάσει κάποιος -συνήθως νηπιαγωγός ή δάσκαλος μικρών τάξεων του Δημοτικού, αλλά και ένας γονιός- μέσα στη συνείδηση του μικρού αναγνώστη.

Πιστεύω πως το ότι έχουμε καλά ελληνικά εικονογραφημένα βιβλία, αφενός οφείλεται στις καλές σπουδές των ταλαντούχων εικονογράφων μας και επίσης στο ότι συνεχίζονται να μεταφράζονται και να εκδίδονται στον τόπο μας και ξένα τέτοιου είδους βιβλία.

Εδώ, θεωρώ, πως βλέπουμε να δημιουργείται μια κατά κάποιον τρόπο άμιλλα, που μακάρι να απλωνότανε και σε άλλου είδους βιβλία (για παιδιά και όχι μόνο).

Προηγουμένως αναφέρθηκα πως πολλοί πλέον εικονογράφοι (και στο εξωτερικό από παλιά, τα τελευταία χρόνια και εδώ) δεν εικονογραφούν μόνο το βιβλίο, αλλά γράφουν και το κείμενο του. Μα και η κλασική περίπτωση συνεργασίας συγγραφέα και εικονογράφου εξακολουθεί να υφίσταται και πολλές φορές -αν υπάρχει μια χημεία στη σχέση των δυο δημιουργών- το αποτέλεσμα είναι πάρα πολύ καλό.

Κάτι τέτοιο έχει συμβεί και στην περίπτωση συνεργασίας της διεθνώς καταξιωμένης συγγραφέα Smitri Prasadam – Halls και του επίσης βραβευμένου εικονογράφου Robert Starling

Η γραφή της πρώτης έχει ένα υπόγειο χιούμορ που οι εικόνες του δεύτερου έρχονται να το ολοκληρώσουν και να το σχολιάσουν. Η συνεργασία τους, μου έφερε στο νου της σειρά των βιβλίων του Max Velthuijs με ήρωα ένα Βάτραχο (μια σειρά επιτυχημένων εικονογραφημένων βιβλίων που κάπου στα μέσα του ’90 είχαν κυκλοφορήσει οι Εκδόσεις Πατάκη)

Το συγκεκριμένο βιβλίο -η ελληνική μορφή του έχει απόλυτα ακολουθήσει τα στάνταρτς της αγγλικής- έχει τύχει ιδιαίτερης προσοχής όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 2019 από τις εκδόσεις Andersen Press Ltd και ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Παιδικού Βιβλίου The Little Rebels 2020 και για το μετάλλιο CILIP 2021 Kate Greenaway

Η ιστορία που αφηγείται ευρηματικά παραπέμπει σε κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες του σήμερα.

Κάποτε υπήρχε μια φάρμα όπου όλα τα ζώα ήταν φίλοι. Μαζί φρόντιζαν το αγρόκτημα και ο ένας τον άλλον. Δεν ήταν όλα τέλεια και δεν συμφωνούσαν πάντα (βλέπετε και… τα ζώα έχουν αυτό το κουσούρι). Οπότε οι Χήνες καταστρώνουν  ένα σχέδιο να φύγουν από το αγρόκτημα.. Σχεδόν εξαναγκάζουν και τις Πάπιες να τις ακολουθήσουν και διαχωρίζουν τη ζωή τους από την καθημερινότητα των άλλων ζώων. Πιστεύουν πως όλα πλέον θα είναι πολύ καλύτερα στη ζωή τώρα.

Μα θα εξελιχθούν έτσι τα γεγονότα; Μήπως το κάθε πλάσμα έχει ανάγκη και από τις βοήθειες που τα άλλα του δίνουν;

Πολύ γρήγορα οι χήνες θα καταλάβουν το λάθος τους και θα φροντίσουν να υλοποιήσουν την επανένταξη.

Ένας ευρηματικός μύθος για την εποχή μας γραμμένος με χιούμορ και ζεστασιά, και το πιο σημαντικό, ελπίδα. Μια ιστορία χτίσματος γεφυρών όχι φραγμών, σεβασμού όχι αγανάκτησης και εύρεσης φιλίας, όχι φόβου.

(730 λέξεις)

https://diastixo.gr/kritikes/paidika/21856-to-mikro-nisi

27.1.24

"Σαν Μήδεια" στο www.magmax.gr

 


“Σαν Μήδεια”: η διττή υπόσταση των ανθρώπων

Από Αγγελική Σπηλιοπούλου

 

Το νέο μυθιστόρημα του Μάνου Κοντολέων “Σαν Μήδεια” ολοκληρώνει την τριλογία όπου πρωταγωνιστούν θρυλικές γυναίκες της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας, σε μία προσπάθεια επαναδιατύπωσης του μύθου που ακολουθεί κάθε μία από αυτές. Ηρωίδες που έχουν εγγραφεί στη συνείδηση των αναγνωστών με συγκεκριμένα γνωρίσματα και συμπεριφορά, τα οποία τις έχουν καταστήσει δέκτες αρνητικού προϊδεασμού, παίρνουν μια πιο γήινη μορφή. Ο συγγραφέας απομακρύνει αυτές τις γυναίκες από το θρύλο τους κάνοντάς τες ανθρώπινες. Είναι η επιθυμία του να κατανοήσει τις αντιδράσεις τους, να ανατάμει την ψυχοσύνθεσή τους.

“Η Κασσάνδρα στη Μαύρη άμμο” είναι το πρώτο μυθιστόρημα της τριλογίας. Ηρωίδα του Ομήρου, του Αισχύλου και του Ευριπίδη, η Κασσάνδρα υπήρξε πηγή δυσοίωνων χρησμών. Η Κασσάνδρα του Μάνου Κοντολέων είναι η κόρη, η αδερφή, η γυναίκα που αποζητά τη ζωή μακριά από το ιερό του Απόλλωνα.

Ακολουθεί το μυθιστόρημα “Οι σκιές της Κλυταιμνήστρας” με αφηγητές, αυτής της εκδοχής του αρχαίου μύθου, την Κλυταιμνήστρα και τον Ορέστη. Η συζυγοκτόνος και ο μητροκτόνος, το θύμα και ο θύτης. Η γυναίκα που μεγαλώνει και εκπαιδεύεται να υποτάσσεται, να ζει στη σκιά των ανδρών,  πατέρα, αδερφού, συζύγου, γιου. Οι επιθυμίες της που καταπνίγονται και γίνονται σκιές του εαυτού της. Ο πόνος μιας θυσίας για εξουσία, ο θυμός της απιστίας, η επιθυμία για εκδίκηση. Οι σκιές που γιγαντώνονται, συναντούν τη φιλοδοξία και βάφονται κόκκινες, το χρώμα του αίματος που θα τις καταπιεί.

Η ηρωίδα που συμπληρώνει το τρίπτυχο είναι η διαβόητη Μήδεια, αυτή που ενώ σκότωσε τον αδερφό της για να βοηθήσει τον Ιάσονα δε δίστασε να σκοτώσει τα παιδιά τους για να τον εκδικηθεί για την απιστία του και την εγκατάλειψή της.

Αυτή είναι η εκδοχή και η ερμηνεία που έχει καθιερωθεί για τον μύθο της πριγκίπισσας της Κολχίδας.

Η πρωταγωνίστρια του Μάνου Κοντολέων είναι μια άλλη γυναίκα, “σαν Μήδεια”, που δε σκοτώνει για να εκδικηθεί, δεν παραδίνεται σε ποταπά συναισθήματα αδυναμίας. Είναι η γυναίκα που θα μαθήτευσει δίπλα στην Κίρκη, γητεύτρα και μάγισσα, κόρη της Γαίας διδάσκεται να αναζητήσει για ταίρι της έναν γιο του Ουρανού. Η ένωσή τους θα φέρει στον κόσμο “μια νέα γενιά θεών. Ισότιμα εκπροσωπούσα τον αιθέρα Ουρανό και την ύλη Γαία.”

Στο νησί της Κίρκης θα ανακαλύψει τον ερωτισμό, θα παρατηρήσει πώς η Εκάτη και ο Ήλιος δημιουργούν ζωή. Θα της αποκαλυφθεί η διττή υπόσταση των ανθρώπων: γυναίκα και θήλυ, άνδρας και αρσενικό.

“Άλλο άνδρας και άλλο αρσενικό… Όπως βέβαια άλλο γυναίκα και άλλο θηλυκό.”

Στα χαρακτηριστικά των ανδρών συγκαταλέγονται η δίψα για εξουσία, η υποταγή στους κανόνες που επιβάλλει η κοινωνία, η απόκτηση πλούτου, η γέννηση απογόνων που θα κληρονομήσουν την πατρική περιουσία, τη θέση τους στην κοινωνία. Στον αντίποδα τα αρσενικά χαρακτηρίζεται για την αίσθηση του καθήκοντος και της τιμής, την άρνηση τους να υποταχθούν σε νόρμες και κοινωνικούς θεσμούς, την επιθυμία τους να γεννήσουν “μια νέα φυλή ανθρώπων- μια νέα φυλή θεών”.

Οι γυναίκες είναι αυτές που γίνονται σύζυγοι, φέρνουν στον κόσμο τους απογόνους ανδρών, ζουν υποταγμένες στον κόσμο αυτών. Τα θηλυκά έχουν τις δυνάμεις του ενστίκτου και της γνώσης, η ταυτότητά τους είναι συνυφασμένη με την μητρότητα, τη γέννηση απογόνων μιας νέας γενιάς που θα εκπροσωπεί επάξια τη θεϊκή καταβολή τους.

“Οι άνδρες παντρεύονται γυναίκες. Τα αρσενικά γίνονται σύντροφοι θηλυκών.”

“Για κάποιους μια νέα μάγισσα, για κάποιους το υπέροχο θήλυ… Με ό,τι προσόντα διαθέτουν οι άλλοι, ανάλογα θα σε γνωρίζουν… Δικό τους θέμα… Η όποια ευθύνη, δική τους!”  Με αυτά τα λόγια την αποχαιρετά η Κίρκη μετά το τέλος της μαθητείας της.

Η Μήδεια θεωρούσε τον εαυτό της διαχρονικό θηλυκό, απόγονο της Γαίας και της Εκάτης. Όταν αντίκρισε τον Ιάσονα πίστεψε ότι απέναντι της είχε το αντάξιο ταίρι της, έναν απόγονο του Ήλιου. Γέννησε τα παιδιά ενός αρσενικού που αποδείχτηκε πως ήταν ένας απλός άνδρας. Αυτή η ένωση, τελικά, δε δημιούργησε τη γενιά των θεών που ονειρευόταν.

“Παιδιά μου, η αρρώστια σας ήταν το αίμα του πατέρα σας.”

Η Μήδεια σκοτώνοντας τα παιδιά της απαλείφει από τον κόσμο μια ακόμα γενιά κοινών ανδρών. Σκοτώνει τον κόσμο που αναπαράγει την πατριαρχία, την υποδούλωση στην ύλη, όσα οι άνθρωποι επέβαλλαν στους εαυτούς τους υποκύπτοντας στη θνητότητά τους.

https://www.maxmag.gr/vivlio/quot-san-mideia-quot-i-ditti-ypostasi-ton-anthropon/?fbclid=IwAR26znizSbUdMEtkGpcCZ15-in3sFERMcq1VBRNBADNzbycYnRDZo768BCM

24.1.24

Άιρις Μέρντοχ «Η καμπάνα»

 


Άιρις Μέρντοχ

«Η καμπάνα»

Μετάφραση: Έφη Τσιρώνη

Εκδόσεις Διόπτρα

 

Η αγγλο-ιρλανδή συγγραφέας Άιρις Μέρντοχ (1919-1999) είναι μια από τις σημαντικότερες συγγραφικές φωνές της αγγλικής γλώσσας.

Με καλές σπουδές στη Φιλοσοφία (την οποία και δίδαξε στο Κολλέγιο της Αγίας Άννας) έγραψε αρκετά μυθιστορήματα που σφράγισαν την λογοτεχνία της χώρας της.

Το φιλοσοφικό της υπόβαθρο είναι σαφές σε όλα της τα έργα, χωρίς όμως και να απουσιάζουν σε αυτά και τα στοιχεία εκείνα που χαρακτηρίζουν το καλό, κλασικό μυθιστόρημα.

Στη χώρα μας έγινε γνωστή από τα χρόνια του ’80 με μεταφράσεις έργων της που έδωσαν στην κυκλοφορία οι Εκδόσεις Χατζηνικολή.

Μέσα στο 2023 και μετά από αρκετά χρόνια, οι έλληνες εκδότες επανάφεραν στον αναγνωστικό προσκήνιο την αγγλο-ιρλανδή συγγραφέα, δίνοντας στην κυκλοφορία δυο πολυσέλιδα μυθιστορήματά της.

Αναφέρομαι στο «Θάλασσα, θάλασσα» που ο έλληνας αναγνώστης το είχε πρωτογνωρίσει το 1998 και που τώρα οι Εκδόσεις Gutenberg το επανεξέδωσαν σε μια νέα μετάφραση και το «Η καμπάνα», έργο που για πρώτη φορά μεταφράζεται στα ελληνικά από την Έφη Τσιρώνη και κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Διόπτρα.

Το έργο αυτό ήταν το τέταρτο μυθιστόρημά της Μέρντοχ και πρωτοκυκλοφόρησε το 1958. Σε μια εποχή, δηλαδή, όπου ο δυτικός κόσμος έβγαινε από την δίνη δύο Παγκόσμιων Πολέμων και αναζητούσε από τη μια ένα τρόπο σταθεροποίησης μιας ηθικής τάξης πραγμάτων και από την άλλη την εδραίωση της χαράς της ζωής.

Πιστεύω πως  μέσα σε αυτό το δίπολο η Μέρντοχ σχεδίασε τη δομή αυτού του έργου της. Πρόκειται για μυθιστόρημα φιλοσοφικών αναζητήσεων, όσο και ηθικών ανιχνεύσεων και από την άλλη έργο όπου η αγάπη αναζητά τις διαφοροποιήσεις της από τον έρωτα, την ίδια στιγμή όπου η απελευθερωμένη έκφραση της σεξουαλικότητας διεκδικεί το δικαίωμα της να ακουστεί.

Κάτω από αυτήν την προϋπόθεση ανάγνωσης, «Η καμπάνα» αν και διαθέτει όλα τα στοιχεία ενός κλασικού αγγλικού μυθιστορήματος, είναι και μια διαχρονική τοποθέτηση πάνω στο δίπολο ηθικής και αμαρτίας που ασφαλώς και προβληματίζει τον σημερινό αναγνώστη.

Με λίγα λόγια η υπόθεση του μυθιστορήματος είναι η εξής:

 

Στο Αγρόκτημα Ίμπερ, κάπου στο Γκλόστερσιρ, έχει εγκατασταθεί μια μικρή ομάδα ανδρών και γυναικών που αναζητούν μέσω της καλλιέργειας της γης να ξεφύγουν από το άγχος της ζωής των πόλεων και παράλληλα να ζούνε με τους όρους μιας κοσμικής θρησκευτικής κοινότητας. Στην ίδια περιοχή υπάρχει και ένα μοναστήρι που ανήκει σε μια κλειστή γυναικεία κοινότητα Βενεδικτίνων μοναχών. Η ομάδα του αγροκτήματος ζει με τους δικούς της ρυθμούς, έχει μια σύνδεση με την μοναστηριακή κοινότητα και ετοιμάζεται να εορτάσει μαζί με το μοναστήρι τη απόκτηση μιας νέας καμπάνας. Η παλιά έχει εξαφανιστεί πριν από πάρα πολλά χρόνια και ο θρύλος λέει πως είναι  στον πάτο της λίμνης που κυριαρχεί στην όλη περιοχή.

Οι σχέσεις των προσώπων που αποτελούν αυτήν την ιδιαίτερη ομάδα είναι και θέμα που δείχνει να απασχολεί την Μέρντοχ.

Ανάμεσά τους υπάρχουν άτομα που ταλανίζονται ανάμεσα στις πνευματικές αναζητήσεις και στην υποδούλωση μιας έντονης σαρκικής επιθυμίας. Η ομοφυλοφιλία αποτελεί ένα από τα ζητήματα του έργου, αλλά το ίδιο καίριο είναι το θέμα της χειραφέτησης των γυναικών.  Η ύπαρξη ή όχι Θεού επίσης. Κι ακόμα η έννοια της αγάπης, όσο και της αμαρτίας* το ‘εγώ’ και ο ‘άλλος’* η επιστημονική γνώση δίπλα στη θεολογική στάση* η οικολογικών προδιαγραφών  ένταξη στην κοινωνία, αλλά και απόσυρση από αυτή μέσω της μοναστικής ζωής.

Όλα αυτά εκφράζονται μέσα στην απόλυτη παρουσία της Φύσης.

«…από κάποιο δέντρο εκεί κοντά, σαν σινιάλο, ακούστηκε ένα υπόκωφο πλατάγιασμα, φτερωτές παλάμες, θαρρείς, που χτυπούσαν μεταξύ τους. Σχεδόν αμέσως ακολούθησε ένα σιγανό γουργουρητό κι ύστερα κι άλλα πλαταγίσματα* και αίφνης, στο δασικό λυκόφως που πύκνωνε, τα πουλιά ήταν παρόντα. Άρχισαν να πετούν με ταχύτητα μπρος πίσω στα δέντρα, γυρίζοντας και ξαναγυρίζοντας σε ένα επίμονο, κυκλικό χορό, σαν αυτόν της νυχτερίδας. Ήταν αδύνατον να δεις πόσα ήταν, έδιναν όμως την εντύπωση ενός μεγάλου πλήθους έτσι καθώς φτερούγιζαν όλο σιγουριά στο κοκκώδες σκοτάδι, φτιάχνοντας με τα μακριά, αιχμηρά φτερά τους εκείνο το απαλό γουργουρητό. Βαθιά μέσα στο δασάκι το υπόκωφο πλατάγιασμα συνεχιζόταν».

Με το ίδιο υπόκωφο πλατάγιασμα αναζητούν τον δρόμο τους και οι ήρωες του έργου. Κάπως παρόμοια και όλο το έργο συνθέτει την μυθιστορηματική του οντότητα. Κι είναι χαρακτηριστική  φράση της άλλης μεγάλης Αγγλίδας συγγραφέα A. S. Byatt που στην πολύ ενδιαφέρουσα εισαγωγή της, μεταξύ των άλλων σημειώνει :’Υπάρχουν πράγματα που τα μυθιστορήματα δεν μπορούν να συμπεριλάβουν, αλλά τα οποία μπορούν να υποδείξουν’ -φράση επιτομή της έννοιας της καλής λογοτεχνίας.

Τέτοιου διαμετρήματος κείμενα απαιτούν μέγιστο κόπο και αφάνταστη ευαισθησία για να μεταφερθούν από τη μητρική τους γλώσσα σε μια άλλη. Η μετάφραση της Έφη Τσιρώνη κάλυψε πλήρως αυτές τις απαιτήσεις.

 

5/1/2024

https://bookpress.gr/kritikes/xeni-pezografia/19154-i-kampana-tis-airis-merntox-kritiki-anamesa-stis-pnevmatikes-anazitiseis-kai-stis-sarkikes-epithymies

(744 λέξεις)

16.1.24

Η Ελένη Πριοβόλου για το "Σαν Μήδεια" στο Περί Ου

 

Μια Μήδεια ίδια αλλά και διαφορετική. Μια Μήδεια που βγαίνει από την ακινησία του Μύθου και πάλλεται παρούσα και ως γυναίκα και ως  μύθος -ένα και το αυτό- μέσα στις σελίδες του πρόσφατου μυθιστορήματος «Σαν Μήδεια» του Μάνου Κοντολέων. Ο δυϊσμός της φύσης της, δηλαδή μια γυναίκα ελκτική και συνάμα απωθητική, με το διάβα των καιρών αλλάζει οπτικές όπως οπτικές αλλάζουν και οι ίδιοι οι καιροί.

Από την τραγική περσόνα-παιδοκτόνο- του Ευριπίδη, μέχρι την Μήδεια του Οβίδιου, όπου ο ποιητής τολμά να αφηγηθεί στιγμές από τον βίο της Μήδειας στην Κολχίδα, αλλά και λεπτομέρειες του ταξιδιού της στην Ελλάδα, και από την παμφάρμακη του Πινδάρου μέχρι την επιτομή της ματαιοδοξίας από τον Ανούιγ, ανοίγονται νέα κεφάλαια  με την Μήδεια πάντα αλλιώτικη και με διαφορετικές εκδοχές ανάλογα με την πρόσληψη και τον αποσυμβολισμό ή την ανάγνωση του εκάστοτε δημιουργού που καταπιάνεται με αυτή τη γυναίκα θεριό, μάγισσα και ιέρεια, χειραφετημένη γυναίκα- που αντιτάσσεται στη νόρμα της απόλυτης πατριαρχικής εξουσίας- σύζυγο, ερωμένη και συνάμα απατημένη. Μήδεια, Medea..

Η αφήγηση αρχίζει με την συνάντηση Μήδειας- Κίρκης, και αμέσως τίθεται ένα ζήτημα το οποίο θεωρώ κομβικό. Άλλο άντρας και άλλο αρσενικό, άλλο γυναίκα και άλλο θηλυκό. Λέει μάλιστα κάπου: «Αν και ταραγμένο θηλυκό η ίδια αγνοούσε την πτώση και αντιδρούσε ως γυναίκα». Τίθεται έτσι εξ αρχής το έμφυλο της υπόθεσης, το οποίο επανέρχεται αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της ιστόρησης. Σε ένα σημείο μας λέει πως δεν λογιάζει τον εαυτό της ως γυναίκα αλλά ως διαχρονικό θήλυ.

Η Μήδεια στο βιβλίο ακροβατεί ανάμεσα στην μητρική αγάπη και έναν φόνο  ψυχωτικό. Ο φόνος, όπως και η ίδια η Μήδεια, έχει επεκτάσεις συμβολικές, ψυχολογικές και ψυχαναλυτικές. Διότι η δολοφονία των παιδιών γίνεται προς τιμωρία του άντρα, και εκφράζει την οργή της. Όμως για να επικρατήσει μέχρι και σήμερα ως σύνδρομο της Μήδειας, εκφράζει και την οργή πλήθος γυναικών προς τους συντρόφους τους. Σε τούτη τη Μήδεια του Μάνου Κοντολέων συναντάμε χαρακτηριστικά ψυχανάλυσης καθώς και την εσωτερική πάλη της Μήδειας πάνω  στη σύγκρουση θυμού και επιθυμίας. Η θέση της είναι δεινή απέναντι στην κυριαρχία των ανδρών- αν και πνευματικά ισάξια με αυτούς- και  πέφτει  θύμα της προδοσίας.

«Τα σύμβολα άλλοτε κατευνάζουν και άλλοτε παραπλανούν» -αναφέρεται κάπου μέσα στο έργο. Η Μήδεια δεν εμπιστεύεται συμβολισμούς. Αντίθετα κρατά στενούς δεσμούς απευθείας με τις ιδέες των συμβόλων. Με βάση αυτά αν και ζει στο τότε καθίσταται ολότελα τωρινή, σε μια εποχή πλήρους αποσυμβολισμού.

«Η πεταλούδα ολοκλήρωσε ήδη τον κύκλο της ζωής της και το ανάλαφρο σώμα της μετατράπηκε σε αιωρούμενη λάμψη, σε δυσάρεστη οσμή καμένης σάρκας. Ανατρίχιασε η Μήδεια και ο όφις την κοιτούσε απλώς με βλέμμα απλανές».

Η Μήδεια στο βιβλίο είναι ένα σύμβολο καθολικό μέσα στα πλαίσια της μάχης των δυο φύλων. Η οργή της δεν είναι αποτέλεσμα μιας ψυχωτικής κατάστασης ή και ψυχασθένειας. Δεν μοιάζει καν παθολογικό. Η γυναίκα, ιέρεια και μάγισσα συνάμα, έχει στην ουσία τσαλαπατηθεί με τρόπο άδικο. Ο Ιάσονας αμετανόητος και υπερόπτης, καταπατά κάθε όρκο του και την προδίδει. Για την Μήδεια ο όρκος είναι χρέος. «Χρέος σημαίνει όρκος- μονολογεί. Σχεδόν ψιθυρίζει. Ο Ιάσονας ακουμπά πάνω στην κοιλιά της την δεξιά παλάμη του. ‘Ορκίζομαι…’ Το ίδιο ψιθυριστά δηλώνει. Και τότε εκείνη αποφάσισε. Αποφασίζω. Το μέλλον σου δικό μέλλον. Πάντως- υπόσχεται»

 Επιπλέον στερήθηκε από όλους τους άντρες γύρω της την δικαιοσύνη και βρέθηκε να σέρνεται μόνη σε μια γη αφιλόξενη, στην Κόρινθο του δυνάστη Κρέοντα, ο οποίος επισκέπτεται την Μήδεια στο ναό για να την διατάξει να φύγει από την επικράτειά του. Ο Κρέων αν και βασιλιάς πλούσιας πόλης, δείχνει ασήμαντος άντρας μπροστά στο κύρος ενός πλάσματος που έχει υπηρετήσει και ταχθεί στη θηλυκή θεότητα Με τη στάση του διαπομπεύει την έπαρση της εξουσίας.  Δείχνει τον φόβο κάθε δυνατού μπροστά σε κάτι δυνατότερο το οποίο με την εξουσία προσπαθεί να καθυποτάξει. Η Μήδεια αρνείται να συνθηκολογήσει, η ακρότητα του εγκλήματος στο οποίο καταλήγει αποσκοπεί στην αποκατάσταση της συμπαντικής τάξης.  Η Μήδεια στερήθηκε από τους άνδρες το έλεος και τη δικαιοσύνη. Ως γυναίκα είναι αναγκασμένη, και έτσι αναμένεται από όλους, να μην φέρει αντίρρηση και ας την αδικούνε. Είναι απελπιστικά μόνη και προδομένη, βρίσκεται ξένη σε ένα αφιλόξενο τόπο. Διεκδικεί την επιμέλεια των παιδιών της.

«’Τα τέκνα μου…’ σπαράζει η Μήδεια. ‘Θα μείνουν με τον πατέρας τους στην αυλή μου’ αποφασίζει ο Κρέοντας». Και παρακάτω. «Τα αγόρια ανήκουν στον πατέρα».

Κλείνοντας δεν γίνεται να παραβλέψω το γλωσσικό εργαλείο το οποίο δίδει ευρυθμία και καλλιέπεια στο μυθιστόρημα. Το ρήμα μπαίνει συχνά στο τέλος και αυτό δίνει μια πρωτοτυπία στη γραφή. Επίσης βλέπουμε λέξεις αμιγώς αρχαίζουσες να κεντούν τον καμβά μιας σημερινής γλώσσας.  Ανήρ, θήλυ, άρτος…  Λέξεις- έννοιες που προσθέτουν βαρύτητα και σε ένα κείμενο δυνατό.

Ελένη Πριοβόλου

Συγγραφέας.

www.periou.gr

23/12/2023